Language of document : ECLI:EU:T:2012:496

Υπόθεση T‑139/09

Γαλλική Δημοκρατία

κατά

Ευρωπαϊκής Επιτροπής

«Κρατικές ενισχύσεις — Τομέας των οπωροκηπευτικών — “Προγράμματα περιόδου εμπορίας” για τη στήριξη της αγοράς στον τομέα των οπωροκηπευτικών στη Γαλλία — Απόφαση με την οποία η ενίσχυση κρίνεται ασυμβίβαστη με την κοινή αγορά — Έννοια του όρου “κρατική ενίσχυση” — Κρατικοί πόροι — Συγχρηματοδότηση από δημόσιο φορέα και από τις εισφορές που καταβάλλουν προαιρετικά οι οργανώσεις παραγωγών — Επιχειρήματα που δεν προβλήθηκαν κατά τη διοικητική διαδικασία — Υποχρέωση αιτιολόγησης»

Περίληψη — Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου (έκτο τμήμα)
της 27ης Σεπτεμβρίου 2012

1.      Πράξεις των οργάνων — Αιτιολογία — Υποχρέωση αιτιολόγησης — Περιεχόμενο — Απόφαση της Επιτροπής στον τομέα των κρατικών ενισχύσεων

(Άρθρα 87 ΕΚ και 253 ΕΚ)

2.      Ενισχύσεις χορηγούμενες από τα κράτη — Απόφαση της Επιτροπής με την οποία διαπιστώνεται το ασυμβίβαστο μιας ενίσχυσης με την κοινή αγορά — Υποχρέωση αιτιολόγησης — Περιεχόμενο — Εκτίμηση της έννοιας των κρατικών πόρων στην περίπτωση μέτρων που χρηματοδοτούνται συγχρόνως από κρατικές εισφορές και από προαιρετικές εισφορές των επαγγελματιών ορισμένου τομέα

(Άρθρο 87 ΕΚ)

3.      Ενισχύσεις χορηγούμενες από τα κράτη — Απόφαση της Επιτροπής — Εκτίμηση της νομιμότητας βάσει των διαθέσιμων πληροφοριακών στοιχείων κατά τον χρόνο έκδοσης της απόφασης — Υποχρέωση συνεργασίας του κράτους μέλους

(Άρθρο 87 ΕΚ· κανονισμός 659/1999 του Συμβουλίου, άρθρο 13 § 1)

4.      Ενισχύσεις χορηγούμενες από τα κράτη — Έννοια — Ενισχύσεις προερχόμενες από κρατικούς πόρους

(Άρθρο 87 ΕΚ)

5.      Ενισχύσεις χορηγούμενες από τα κράτη — Έννοια — Ενισχύσεις προερχόμενες από κρατικούς πόρους — Μέτρα που χρηματοδοτούνται συγχρόνως από κρατικές εισφορές και από προαιρετικές εισφορές των επαγγελματιών ορισμένου τομέα — Ορθό κριτήριο — Βαθμός παρέμβασης της δημόσιας αρχής κατά τον προσδιορισμό αφενός των μέτρων που χρηματοδοτούνται από εισφορές των επαγγελματιών και αφετέρου των τρόπων χρηματοδότησής τους

(Άρθρο 87 ΕΚ)

1.      Βλ. το κείμενο της απόφασης.

(βλ. σκέψεις 37-39)

2.      Βλ. το κείμενο της απόφασης.

(βλ. σκέψεις 41-46)

3.      Το κράτος μέλος που έχει χορηγήσει ή προτίθεται να χορηγήσει ενισχύσεις κατά παρέκκλιση από τους κανόνες της Συνθήκης έχει την υποχρέωση να συνεργάζεται με την Επιτροπή στο πλαίσιο της διαδικασίας στην οποία μετέχει, υποχρέωση λόγω της οποίας οφείλει, μεταξύ άλλων, να παρέχει όλα τα στοιχεία βάσει των οποίων το όργανο αυτό θα μπορεί να ελέγξει αν πληρούνται οι προϋποθέσεις εφαρμογής της παρέκκλισης. Η νομιμότητα μιας απόφασης στον τομέα των κρατικών ενισχύσεων πρέπει να εκτιμάται βάσει των πληροφοριακών στοιχείων που μπορούσε να έχει στη διάθεσή της η Επιτροπή όταν έλαβε τη σχετική απόφαση. Από τα παραπάνω προκύπτει ειδικότερα ότι, αφού η έννοια της κρατικής ενίσχυσης αφορά αντικειμενική κατάσταση η οποία εκτιμάται κατά τον χρόνο έκδοσης της απόφασης της Επιτροπής, οι εκτιμήσεις που έγιναν μέχρι την εν λόγω ημερομηνία είναι αυτές που πρέπει να ληφθούν υπόψη για τη διενέργεια του δικαστικού αυτού ελέγχου. Επομένως, η Επιτροπή ορθώς στηρίζεται στα πραγματικά στοιχεία που διαθέτει κατά τον χρόνο έκδοσης της απόφασης, έστω και αν τα στοιχεία αυτά είναι εσφαλμένα, αν οι ενδιαφερόμενοι δεν έχουν παράσχει αντίθετες πληροφορίες και η Επιτροπή έχει απευθύνει στο κράτος μέλος διαταγή σχετικά με την παροχή των αναγκαίων πληροφοριών σχετικά με τα στοιχεία αυτά.

Από τις διατάξεις του άρθρου 13, παράγραφος 1, του κανονισμού 659/1999, για την εφαρμογή του άρθρου 88 ΕΚ, προκύπτει ότι, κατόπιν της περάτωσης της επίσημης διαδικασίας εξέτασης σχετικά με παράνομη ενίσχυση, η απόφαση λαμβάνεται από την Επιτροπή βάσει των διαθέσιμων στοιχείων, και ιδίως των στοιχείων που έχει παράσχει το κράτος μέλος με τις απαντήσεις του στις αιτήσεις πληροφοριών της Επιτροπής.

Επομένως, αν ληφθεί επίσης υπόψη η αρχή της πρακτικής αποτελεσματικότητας της διοικητικής διαδικασίας, ένα κράτος μέλος δεν μπορεί να αμφισβητήσει για πρώτη φορά κατά την ένδικη διαδικασία την ορθότητα των παρατηρήσεων τις οποίες διατύπωσε σε σχέση με τα πραγματικά περιστατικά κατά τη διάρκεια της διοικητικής διαδικασίας ένας τρίτος ενδιαφερόμενος και οι οποίες έχουν διαβιβαστεί στο κράτος μέλος αυτό.

(βλ. σκέψεις 52-53, 55)

4.      Βλ. το κείμενο της απόφασης.

(βλ. σκέψεις 57-60)

5.      Το γεγονός και μόνο ότι ένα σύστημα επιδοτήσεων που ωφελεί ορισμένους επιχειρηματίες συγκεκριμένου τομέα χρηματοδοτείται εν όλω ή εν μέρει από εισφορές που επιβάλλει η δημόσια αρχή στους ενδιαφερόμενους επιχειρηματίες δεν αρκεί για να θεωρηθεί ότι το σύστημα αυτό δεν έχει τον χαρακτήρα ενίσχυσης χορηγούμενης από το κράτος, κατά την έννοια του άρθρου 87, παράγραφος 1, ΕΚ.

Αντίθετα, δεν μπορούν να χαρακτηριστούν ως κρατικοί πόροι τα ποσά που έχει συγκεντρώσει ένας δημόσιος φορέας χάρη στις εισφορές που έχουν καταβάλει οι επιχειρηματίες μόνο που ωφελούνταν από το επίμαχο μέτρο, τα οποία όμως δεν παρέμειναν ποτέ στη διάθεση των εθνικών αρχών και χρησίμευσαν για τη χρηματοδότηση συγκεκριμένων δράσεων, τις οποίες είχαν αποφασίσει οι ενδιαφερόμενοι επιχειρηματίες και μόνο.

Επομένως, το κριτήριο που έχει σημασία για να εξακριβωθεί αν πρόκειται για δημόσιους πόρους είναι, ανεξάρτητα από την αρχική προέλευση των πόρων αυτών, ο βαθμός παρέμβασης της δημόσιας αρχής κατά τον προσδιορισμό των μέτρων και των τρόπων χρηματοδότησής τους. Το γεγονός και μόνο ότι οι εισφορές των ενδιαφερόμενων επιχειρηματιών που προορίζονται για τη χρηματοδότηση ενός μέρους των επίμαχων μέτρων έχουν απλώς προαιρετικό και όχι υποχρεωτικό χαρακτήρα δεν αρκεί για να μην εφαρμοστεί η εν λόγω αρχή. Πράγματι, ο βαθμός παρέμβασης της δημόσιας αρχής σχετικά με τις εισφορές αυτές μπορεί να είναι σημαντικός, ακόμη και όταν οι εισφορές αυτές δεν έχουν υποχρεωτικό χαρακτήρα.

Όσον αφορά την εκτίμηση του ρόλου της δημόσιας αρχής κατά τον προσδιορισμό των μέτρων που χρηματοδοτούνται από έναν δημόσιο φορέα και από προαιρετικές εισφορές των οργανώσεων παραγωγών, η εξέταση του Γενικού Δικαστηρίου πρέπει να είναι σφαιρική, διότι δεν είναι δυνατή καμία διάκριση ανάλογα με τον τρόπο χρηματοδότησής τους, αφού όλες οι εισφορές, τόσο οι δημόσιες όσο και οι ιδιωτικές, συγκεντρώνονται αδιακρίτως εντός ενός επιχειρησιακού ταμείου.

Σε περίπτωση που αρμόδιος για τον καθορισμό των μέτρων αυτών και των τρόπων χρηματοδότησής τους είναι ένας δημόσιος φορέας εμπορικού και βιομηχανικού χαρακτήρα που υπόκειται στην εποπτεία του Δημοσίου και οι αποδέκτες των μέτρων αυτών έχουν μόνο το δικαίωμα να μετέχουν ή να μη μετέχουν στο σύστημα που έχει καθορίσει ο φορέας αυτός, καταβάλλοντας ή αρνούμενοι να καταβάλλουν τις εισφορές των ενδιαφερόμενων επαγγελματιών που έχει καθορίσει ο εν λόγω φορέας, πρέπει να γίνεται δεκτό ότι τα μέτρα αυτά συνιστούν κρατικές ενισχύσεις κατά την έννοια του άρθρου 87, παράγραφος 1, ΕΚ.

(βλ. σκέψεις 61-64, 66, 88)