ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ (τρίτο πενταμελές τμήμα)
της 26ης Σεπτεμβρίου 2000 (1)
«Επέκταση δασμών αντιντάμπινγκ - Απαλλαγή - Μέρη ποδηλάτου - Προσφυγή ακυρώσεως - Απαράδεκτο»
Στις συνεκδικαζόμενες υποθέσεις T-74/97 και T-75/97,
Büchel & Co. Fahrzeugteilefabrik GmbH, με έδρα τη Fulda (Γερμανία), εκπροσωπούμενη από τους W. A. Rehmann και U. Zinsmeister, δικηγόρους Βρυξελλών, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο το δικηγορικό γραφείο των Bonn και Schmitt, 62, avenue Guillaume,
κατά
Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ενώσεως, εκπροσωπούμενου από τους R. Torrent, A. Tanca και S. Marquardt, μέλη της Νομικής Υπηρεσίας, επικουρούμενους από τους H.-J. Rabe και G. Μ. Berrisch, δικηγόρους Αμβούργου και Βρυξελλών, με αντίκλητο στο Λουξεμβούργο τον A. Morbilli, γενικού διευθυντή της διευθύνσεως νομικών υποθέσεων της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων, 100, boulevard Konrad Adenauer,
καθού στην υπόθεση Τ-74/97,
και
Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενης από τους V. Kreuschitz, νομικό σύμβουλο, και N. Khan, μέλος της Νομικής Υπηρεσίας, επικουρούμενους από τον M. Hilf, καθηγητή στο Πανεπιστήμιο του Αμβούργου, με αντίκλητο στο Λουξεμβούργο τον C. Gómez de la Cruz, μέλος της Νομικής Υπηρεσίας, Centre Wagner, Kirchberg,
καθής στην υπόθεση T-75/97,
του Συμβουλίου υποστηριζομένου στην υπόθεση Τ-74/97 από την
Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενης από τους V. Kreuschitz, νομικό σύμβουλο, και N. Khan, μέλος της Νομικής Υπηρεσίας, με αντίκλητο στο Λουξεμβούργο τον C. Gómez de la Cruz, μέλος της Νομικής Υπηρεσίας, Centre Wagner, Kirchberg,
και από την
Γαλλική Δημοκρατία, εκπροσωπούμενη από την K. Rispal-Bellanger, υποδιευθύντρια του τμήματος διεθνούς οικονομικού και κοινοτικού δικαίου στη διεύθυνση νομικών υποθέσεων του Υπουργείου Εξωτερικών, και τον G. Mignot, γραμματέα εξωτερικών υποθέσεων στην ίδια διεύθυνση, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο την Πρεσβεία της Γαλλίας, 8 B, boulevard Joseph II,
που έχουν ως αντικείμενο
- στην υπόθεση Τ-74/97, την ακύρωση του κανονισμού (ΕΚ) 71/97 του Συμβουλίου, της 10ης Ιανουαρίου 1997, για την επέκταση του οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ, που επιβλήθηκε με τον κανονισμό (ΕΟΚ) 2474/93 στις εισαγωγές στην Κοινότητα ποδηλάτων καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, στις εισαγωγές ορισμένων εξαρτημάτων ποδηλάτων καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας και για την επιβολή του επεκταθέντος δασμού στις εισαγωγές που έχουν καταγραφεί σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) 703/96 (ΕΕ L 16, σ. 55),
- στην υπόθεση Τ-75/97, την ακύρωση του κανονισμού (ΕΚ) 88/97 της Επιτροπής, της 20ής Ιανουαρίου 1997, σχετικά με την άδεια για απαλλαγή των εισαγωγών ορισμένων εξαρτημάτων ποδηλάτων καταγωγής ΛαϊκήςΔημοκρατίας της Κίνας από την επέκταση με τον κανονισμό (ΕΚ) 71/97 του δασμού αντιντάμπινγκ που επιβλήθηκε με τον κανονισμό 2474/93 (ΕΕ L 17, σ. 17),
ΤΟ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΙΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ
(τρίτο πενταμελές τμήμα),
συγκείμενο από τους K. Lenaerts, πρόεδρο, V. Tiili, J. Azizi, M. Jaeger και P. Mengozzi, δικαστές,
γραμματέας: B. Pastor, κύρια υπάλληλος διοικήσεως,
έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία και κατόπιν της προφορικής διαδικασίας της 12ης Οκτωβρίου 1999,
εκδίδει την ακόλουθη
Απόφαση
Πραγματικά περιστατικά και νομικό πλαίσιο των προσφυγών
Στις 22 Δεκεμβρίου 1995 το Συμβούλιο εξέδωσε τον κανονισμό (ΕΚ) 384/96, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρουςχωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (ΕΕ L 56, σ. 1, στο εξής: βασικός κανονισμός). Το άρθρο 13 του βασικού κανονισμού προβλέπει:
«Όταν σημειώνεται καταστρατήγηση των μέτρων που έχουν τεθεί σε ισχύ, οι δασμοί αντιντάμπινγκ που επιβάλλονται βάσει του παρόντος κανονισμού είναι δυνατό να επεκταθούν και έναντι των εισαγωγών ομοειδών προϊόντων ή μερών αυτών από τρίτες χώρες. Με τον όρο καταστρατήγηση νοείται κάθε μεταβολή των τρόπων διεξαγωγής εμπορικών συναλλαγών μεταξύ τρίτων χωρών και της Κοινότητας, η οποία απορρέει από μια πρακτική, διαδικασία ή εργασία, για την οποία δεν υφίσταται ικανός αποχρών λόγος ή άλλη οικονομική δικαιολογία, πλην της επιβολής του δασμού, ενώ παράλληλα υπάρχουν αποδεικτικά στοιχεία από τα οποία προκύπτει ότι εξουδετερώνονται οι επανορθωτικές συνέπειες του δασμού όσον αφορά τις τιμές ή/και τις ποσότητες του ομοειδούς προϊόντος και ότι υπάρχει ντάμπινγκ σχετικά με τις κανονικές αξίες που έχουν ήδη προσδιορισθεί για το ομοειδές προϊόν» (παράγραφος 1).
«(...) Κατά την εφαρμογή του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται οι συναφείς διαδικαστικές διατάξεις που προβλέπονται από τον παρόντα κανονισμό για την έναρξη και τη διεξαγωγή ερευνών» (παράγραφος 3).
«Ένα προϊόν δεν υπόκειται σε καταγραφή σύμφωνα με το άρθρο 14, παράγραφος 5, ή σε μέτρα, εφόσον συνοδεύεται από πιστοποιητικό τελωνείου στο οποίο δηλώνεται ότι η εισαγωγή του συγκεκριμένου προϊόντος δεν αποτελεί καταστρατήγηση. Τα πιστοποιητικά αυτά χορηγούνται στους εισαγωγείς, κατόπιν γραπτής αιτήσεως, είτε μετά από σχετική έγκριση με απόφαση της Επιτροπής που εκδίδεται μετά από διαβουλεύσεις με τη συμβουλευτική επιτροπή, είτε μετά την απόφαση του Συμβουλίου για την επιβολή των μέτρων (...)» (παράγραφος 4).
«Καμία διάταξη του παρόντος άρθρου δεν αποκλείει την κανονική εφαρμογή των διατάξεων που ισχύουν για τους δασμούς» (παράγραφος 5).