Language of document : ECLI:EU:T:2012:351

Υπόθεση T‑304/08

Smurfit Kappa Group plc

κατά

Ευρωπαϊκής Επιτροπής

«Κρατικές ενισχύσεις — Κυματοειδή προϊόντα συσκευασίας — Ενίσχυση για την κατασκευή εργοστασίου χαρτοποιίας — Κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις περιφερειακού χαρακτήρα — Απόφαση κηρύσσουσα την ενίσχυση συμβατή προς την κοινή αγορά — Παραδεκτό — Προσήκων χαρακτήρας της εντολής που ανέθεσε ένα νομικό πρόσωπο στους δικηγόρους του — Έκδοση αποφάσεως μετά το πέρας του προκαταρκτικού σταδίου εξετάσεως — Ενεργητική νομιμοποίηση — Διαδικαστικά δικαιώματα των ενδιαφερομένων — Σοβαρές δυσχέρειες που δικαιολογούν την κίνηση της επίσημης διαδικασίας έρευνας — Άσκηση, εκ μέρους της Επιτροπής, της εξουσίας εκτιμήσεως που διαθέτει — Άρθρο 87, παράγραφος 3, στοιχείο α΄, ΕΚ — Άρθρο 88, παράγραφοι 2 και 3, ΕΚ — Άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΚ) 659/1999 — Άρθρο 44, παράγραφοι 5 και 6, του Κανονισμού Διαδικασίας»

Περίληψη της αποφάσεως

1.      Διαδικασία — Εισαγωγικό δικόγραφο — Νομικό πρόσωπο — Απόδειξη του προσήκοντος χαρακτήρα της καταρτίσεως της εντολής που ανατέθηκε στον δικηγόρο εκ μέρους ενός εξουσιοδοτημένου εκπροσώπου — Τακτοποίηση μεταγενέστερη της ασκήσεως της προσφυγής — Επιτρέπεται

(Κανονισμός Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, άρθρο 44 §§ 5, στοιχείο β΄, και 6)

2.      Προσφυγή ακυρώσεως — Φυσικά ή νομικά πρόσωπα — Πράξεις που τα αφορούν άμεσα και ατομικά — Απόφαση της Επιτροπής διαπιστώνουσα τη συμβατότητα μιας κρατικής ενισχύσεως προς την κοινή αγορά, χωρίς να κινηθεί η επίσημη διαδικασία έρευνας — Προσφυγή των ενδιαφερομένων κατά την έννοια του άρθρου 88, παράγραφος 2, ΕΚ — Παραδεκτό — Προϋποθέσεις — Συμμετοχή στο προκαταρκτικό στάδιο εξετάσεως της ενισχύσεως — Χαρακτηριστικό γνώρισμα που δεν είναι επαρκές ώστε να αμφισβητηθεί το βάσιμο της αποφάσεως της Επιτροπής

(Άρθρα 88 §§ 2 και 3 ΕΚ και 230, εδ. 4, ΕΚ· κανονισμός 659/1999 του Συμβουλίου, άρθρο 4)

3.      Προσφυγή ακυρώσεως — Φυσικά ή νομικά πρόσωπα — Πράξεις που τα αφορούν άμεσα και ατομικά — Απόφαση της Επιτροπής διαπιστώνουσα τη συμβατότητα μιας κρατικής ενισχύσεως προς την κοινή αγορά, χωρίς να κινηθεί η επίσημη διαδικασία έρευνας — Προσφυγή των ενδιαφερομένων κατά την έννοια του άρθρου 88, παράγραφος 2, ΕΚ — Προσδιορισμός του αντικειμένου της προσφυγής — Προσφυγή με την οποία επιδιώκεται η προάσπιση των διαδικαστικών δικαιωμάτων των ενδιαφερομένων — Δυνάμενοι να προβληθούν λόγοι ακυρώσεως — Λόγοι ακυρώσεως που αφορούν την εκτίμηση των πληροφοριών και των στοιχείων που έχει στη διάθεσή της η Επιτροπή — Επιτρέπονται

(Άρθρα 88 § 2 ΕΚ και 230, εδ. 4, ΕΚ· Κανονισμός Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, άρθρο 44 § 1, στοιχείο γ΄· κανονισμός 659/1999 του Συμβουλίου, άρθρο 6 § 1)

4.      Ενισχύσεις χορηγούμενες από τα κράτη — Σχέδια ενισχύσεων — Εξέταση εκ μέρους της Επιτροπής — Προκαταρκτικό στάδιο και κατ’ αντιπαράθεση στάδιο — Συμβατότητα ενισχύσεως προς την κοινή αγορά — Δυσχέρειες όσον αφορά την εκτίμηση — Υποχρέωση της Επιτροπής να κινήσει την κατ’ αντιπαράθεση διαδικασία — Έννοια — Σοβαρές δυσχέρειες — Αντικειμενικός χαρακτήρας — Περιστάσεις που παρέχουν τη δυνατότητα να επιβεβαιωθεί η ύπαρξη τέτοιων δυσχερειών

(Άρθρο 88 §§ 2 και 3 ΕΚ· κανονισμός 659/1999 του Συμβουλίου, άρθρο 4 § 4)

5.      Ενισχύσεις χορηγούμενες από τα κράτη — Απαγόρευση — Παρεκκλίσεις — Ενισχύσεις δυνάμενες να θεωρηθούν σύμφωνες προς την κοινή αγορά — Ενισχύσεις που αποσκοπούν στην περιφερειακή ανάπτυξη — Κριτήρια εκτιμήσεως — Στάθμιση των πλεονεκτημάτων και των μειονεκτημάτων του επίμαχου μέτρου — Κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις περιφερειακού χαρακτήρα — Περιεχόμενο

(Άρθρα 87 § 3 ΕΚ και 88 § 2 ΕΚ· ανακοίνωση 2006/C 54/08 της Επιτροπής, § 68)

6.      Ενισχύσεις χορηγούμενες από τα κράτη — Απαγόρευση — Παρεκκλίσεις — Εξουσία εκτιμήσεως της Επιτροπής — Θέσπιση, εκ μέρους της Επιτροπής, κατευθυντηρίων γραμμών που πλαισιώνουν την εξέταση της συμβατότητας των ενισχύσεων προς την κοινή αγορά — Συνέπειες — Αυτοπεριορισμός της εξουσίας εκτιμήσεώς της

(Άρθρο 87 § 3 ΕΚ· ανακοίνωση 2006/C 54/08 της Επιτροπής)

1.      Από τις διατάξεις του άρθρου 44, παράγραφος 5, στοιχείο β΄, και παράγραφος 6, του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου απορρέει ότι ο Γραμματέας του Γενικού Δικαστηρίου οφείλει να καλεί ένα νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου να προβεί στην τακτοποίηση του δικογράφου της προσφυγής του σε περίπτωση παραβάσεως, εκ μέρους του εν λόγω νομικού προσώπου, της υποχρεώσεως, την οποία αυτό υπέχει, να προσκομίζει αποδεικτικό του προσήκοντος χαρακτήρα της εντολής που ανέθεσε στους δικηγόρους του και ότι μόνον εάν ο προσφεύγων δεν συμμορφωθεί εμπροθέσμως προς την πρόσκληση του Γραμματέα, το Γενικό Δικαστήριο έχει τη δυνατότητα να κρίνει την προσφυγή απαράδεκτη.

Πρέπει να θεωρηθεί ότι συμμορφώνεται προς την ως άνω πρόσκληση μια προσφεύγουσα εταιρία της οποίας το καταστατικό προβλέπει ότι η απόφαση να ασκηθεί ένδικη προσφυγή και να δοθεί εντολή σε δικηγόρους επ’ ονόματι της εταιρίας εμπίπτει στην αρμοδιότητα του διοικητικού συμβουλίου, ως συλλογικού οργάνου, και ότι η αρμοδιότητα αυτή μπορεί να ανατεθεί σε έναν ή σε περισσότερους διαχειριστές, και η οποία προσκομίζει απόφαση του διοικητικού συμβουλίου της, απόφαση η οποία είναι μεταγενέστερη της εν λόγω προσκλήσεως και με την οποία η εταιρία αυτή καθιστά σύννομη την απόφασή της να αναθέσει στο μέλος του εν λόγω διοικητικού συμβουλίου, το οποίο έδωσε εντολή στους δικηγόρους να ασκήσουν την προσφυγή, την αρμοδιότητα προς τούτο.

(βλ. σκέψεις 30, 36-37)

2.      Πρέπει να κηρύσσεται παραδεκτή μια προσφυγή με την οποία επιδιώκεται η ακύρωση αποφάσεως της Επιτροπής ληφθείσας βάσει του άρθρου 88, παράγραφος 3, ΕΚ και κηρύσσουσας μια ενίσχυση συμβατή προς την κοινή αγορά, όταν η εν λόγω προσφυγή έχει ασκηθεί από ενδιαφερόμενο κατά την έννοια του άρθρου 88, παράγραφος 2, ΕΚ και αποβλέπει στη διασφάλιση των διαδικαστικών δικαιωμάτων που ο εν λόγω ενδιαφερόμενος αντλεί από την τελευταία αυτή διάταξη. Πρέπει να θεωρούνται ως ενδιαφερόμενοι, κατά την έννοια της διατάξεως αυτής, κάθε πρόσωπο, επιχείρηση ή ένωση επιχειρήσεων των οποίων τα συμφέροντα μπορεί να θιγούν από τη χορήγηση μιας ενισχύσεως, ήτοι ιδίως οι ανταγωνιστικές επιχειρήσεις του δικαιούχου της εν λόγω ενισχύσεως.

Αντιθέτως, αν ένας τέτοιος προσφεύγων αμφισβητεί το βάσιμο της αποφάσεως περί εκτιμήσεως της συμβατότητας της ενισχύσεως προς την κοινή αγορά, το γεγονός και μόνον ότι μπορεί να θεωρηθεί ως ενδιαφερόμενος δεν αρκεί ώστε να κριθεί παραδεκτή η προσφυγή. Οφείλει, τότε, να αποδείξει ότι τελεί σε μια πραγματική κατάσταση που τον εξατομικεύει κατά τρόπο ανάλογο προς εκείνο του αποδέκτη της αποφάσεως.

Τούτο συμβαίνει, ιδίως, στην περίπτωση που η θέση του προσφεύγοντος στην αγορά επηρεάζεται αισθητά από την ενίσχυση που αποτελεί το αντικείμενο της επίμαχης αποφάσεως. Το γεγονός απλώς και μόνον ότι μια πράξη δύναται να επηρεάσει κατά κάποιο τρόπο τις σχέσεις ανταγωνισμού που υφίστανται στην οικεία αγορά και ότι η ενδιαφερόμενη επιχείρηση τελεί σε ανταγωνιστική σχέση με τον αποδέκτη της ως άνω πράξεως δεν αρκεί.

Η συμμετοχή μιας τέτοιας επιχειρήσεως στο προκαταρκτικό στάδιο εξετάσεως των κρατικών ενισχύσεων που προβλέπεται από το άρθρο 4 του κανονισμού 659/1999, σχετικά με την εφαρμογή του άρθρου 88 ΕΚ, δεν αποδεικνύει, επίσης, ότι η απόφαση, η οποία εκδίδεται μετά το πέρας της διαδικασίας αυτής, αφορά ατομικά την επιχείρηση απλώς και μόνον λόγω της ιδιότητάς της ως καταγγέλλουσα την ενίσχυση.

(βλ. σκέψεις 46-49, 56)

3.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 50-52, 68)

4.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 62, 76-81)

5.      Όταν η Επιτροπή αξιολογεί τη συμβατότητα των κρατικών ενισχύσεων προς την κοινή αγορά υπό το πρίσμα της παρεκκλίσεως που εισάγει το άρθρο 87, παράγραφος 3, στοιχείο α΄, ΕΚ, οφείλει να λαμβάνει υπόψη το κοινοτικό συμφέρον και δεν μπορεί να απέχει από την αξιολόγηση της επιπτώσεως των μέτρων αυτών επί της οικείας αγοράς ή επί των οικείων αγορών ολόκληρου του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου. Σε παρόμοια περίπτωση, η Επιτροπή υποχρεούται όχι μόνον να εξακριβώνει αν τα μέτρα αυτά είναι ικανά να συμβάλουν αποτελεσματικά στην οικονομική ανάπτυξη των ενδιαφερομένων περιοχών, αλλά και να αξιολογεί την επίπτωση των ενισχύσεων αυτών επί του μεταξύ κρατών μελών εμπορίου και ειδικότερα να εκτιμά τον τομεακό αντίκτυπο που ενδέχεται να προκαλέσουν σε κοινοτικό επίπεδο.

Συναφώς, η Επιτροπή οφείλει να ασκεί την ευρεία εξουσία εκτιμήσεως όσον αφορά τη συμβατότητα μιας κρατικής ενισχύσεως που χορηγείται προς όφελος μιας μειονεκτούσας περιοχής, ευρεία εξουσία εκτιμήσεως την οποία διαθέτει δυνάμει του άρθρου 87, παράγραφος 3, ΕΚ, προκειμένου να αξιολογεί αν τα αναμενόμενα οφέλη, από την άποψη της περιφερειακής αναπτύξεως, υπερτερούν έναντι των στρεβλώσεων του ανταγωνισμού και των επιπτώσεων του επιδοτούμενου σχεδίου επί του μεταξύ κρατών μελών εμπορίου. Τούτο συνεπάγεται ότι η Επιτροπή οφείλει πάντοτε να εξακριβώνει όχι μόνον αν τα προκαλούμενα από το επιδοτούμενο σχέδιο μειονεκτήματα, από την άποψη των στρεβλώσεων του ανταγωνισμού, επρόκειτο να διατηρηθούν, αλλά και να εξακριβώνει αν τα οφέλη, από την άποψη της περιφερειακής αναπτύξεως, υπερτερούσαν έναντι των μειονεκτημάτων του εν λόγω σχεδίου, όσο ασήμαντα και αν ήσαν τα μειονεκτήματα αυτά.

Δεν απαλλάσσει την Επιτροπή από τη σχετική υποχρέωσή της το γεγονός ότι η παράγραφος 68 των εκδοθεισών από την Επιτροπή κατευθυντηρίων γραμμών σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις περιφερειακού χαρακτήρα για την περίοδο 2007-2013 θεσπίζει υποχρέωση κινήσεως της προβλεπόμενης από το άρθρο 88, παράγραφος 2, ΕΚ διαδικασίας οσάκις τα όρια, τα οποία μνημονεύονται στις εν λόγω κατευθυντήριες γραμμές, έχουν υπερκερασθεί, καθόσον, από το ότι η κίνηση της εν λόγω διαδικασίας είναι υποχρεωτική σε περίπτωση υπερβάσεως ορισμένων ορίων, δεν είναι δυνατό να συναχθεί ότι η κίνηση της εν λόγω διαδικασίας αποκλείεται οσάκις δεν έχουν υπερκερασθεί τα εν λόγω όρια. Επομένως, η έλλειψη υπερβάσεως των εν λόγω ορίων δεν μπορεί, από μόνη της, να δικαιολογήσει την απόφαση περί μη κινήσεως της επίσημης διαδικασίας έρευνας.

(βλ. σκέψεις 82, 88, 91, 94)

6.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 83-84)