Language of document :

Αναίρεση που άσκησε στις 21 Φεβρουαρίου 2014 ο Carlos Andres και άλλοι 150 αναιρεσείοντες κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης στις 11 Δεκεμβρίου 2013 στην υπόθεση F-15/10, Andres κ.λπ. κατά ΕΚΤ

(Υπόθεση T-129/14 P)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Αναιρεσείοντες: Carlos Andres (Φρανκφούρτη επί του Μάιν, Γερμανία) και άλλοι 150 αναιρεσείοντες (εκπρόσωπος: L. Levi, δικηγόρος)

Αντίδικος κατ’ αναίρεση: Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ)

Αιτήματα των αναιρεσειόντων

Οι αναιρεσείοντες ζητούν από το Γενικό Δικαστήριο:

να αναιρέσει την απόφαση που εξέδωσε το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης στις 11 Δεκεμβρίου 2013 στην υπόθεση F-15/10, Andres κ.λπ. κατά ΕΚΤ,

κατά συνέπεια, να δεχτεί τα αιτήματα που προέβαλαν οι νυν αναιρεσείοντες πρωτοδίκως, και, ως εκ τούτου,

να ακυρώσει τα εκκαθαριστικά τους σημειώματα αποδοχών του Ιουνίου 2009 καθόσον με αυτά τίθεται για πρώτη φορά σε εφαρμογή η μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος η οποία αποφασίστηκε από το Διοικητικό Συμβούλιο στις 4 Μαΐου 2009, καθώς και να ακυρώσει, στο ίδιο πλαίσιο, όλα τα μεταγενέστερα και μελλοντικά εκκαθαριστικά σημειώματα αποδοχών, αλλά και τα μέλλοντα να εκδοθούν εκκαθαριστικά σημειώματα καταβολής συντάξεως·

καθόσον απαιτείται, να ακυρώσει τις αποφάσεις περί απορρίψεως των αιτημάτων επανεξετάσεως («administrative review») και των ενστάσεων («grievance procedure»), αποφάσεις με ημερομηνία, αντιστοίχως, 28 Αυγούστου και 17 Δεκεμβρίου 2009·

επομένως,

να υποχρεώσει την αντίδικο κατ’ αναίρεση στην καταβολή της διαφοράς μεταξύ της αμοιβής και της συντάξεως που προκύπτει από την προαναφερθείσα απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της 4ης Μαΐου 2009 και του ποσού που θα προέκυπτε από την εφαρμογή του προηγουμένου συνταξιοδοτικού συστήματος· η διαφορά αυτή αποδοχών και συντάξεων πρέπει να προσαυξηθεί με τόκους υπερημερίας από 15ης Ιουνίου 2009 και, στη συνέχεια, από την 15η ημέρα κάθε μηνός, μέχρι της πλήρους αποζημιώσεως, με επιτόκιο καθοριζόμενο στο επίπεδο του επιτοκίου της ΕΚΤ πλέον 3 εκατοστιαίων μονάδων·

να υποχρεώσει την αντίδικο κατ’ αναίρεση στην καταβολή αποζημιώσεως για τη ζημία που υπέστησαν λόγω της απώλειας αγοραστικής δύναμης, της ζημίας αυτής εκτιμώμενης ex aequo et bono (κατά δίκαιη κρίση) προσωρινώς στο 1 % των μηνιαίων αποδοχών κάθε νυν αναιρεσείοντος·

να καταδικάσει την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα στα δικαστικά έξοδα·

να καταδικάσει την αντίδικο κατ’ αναίρεση στο σύνολο των δικαστικών εξόδων αμφότερων των βαθμών δικαιοδοσίας.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

Προς στήριξη της αναιρέσεως οι αναιρεσείοντες προβάλλουν οκτώ λόγους.Ο πρώτος λόγος αντλείται από παράβαση του άρθρου 6.8 του παραρτήματος ΙΙΙ των όρων απασχολήσεως, από παραβίαση των αρχών της νομιμότητας και της ασφάλειας δικαίου καθώς και από παράβαση του άρθρου 35, παράγραφος 1, στοιχείο ε΄, του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης.Ο δεύτερος λόγος αντλείται από παράβαση των κανόνων σχετικά με τις αρμοδιότητες του εποπτικού συμβουλίου, από παράβαση του παραρτήματος ΙΙΙ των όρων απασχολήσεως, από παραβίαση της εντολής του εποπτικού συμβουλίου καθώς και από παραβίαση της αρχής της καλής πίστης.Ο τρίτος λόγος αντλείται από προσβολή του δικαιώματος διαβουλεύσεως με την επιτροπή προσωπικού και με το εποπτικό συμβούλιο, από παραβίαση της αρχής της καλής πίστης, από παράβαση των άρθρων 45 και 46 των όρων απασχολήσεως, από παράβαση του πρωτοκόλλου συμφωνίας για τις σχέσεις μεταξύ της εκτελεστικής επιτροπής και της επιτροπής προσωπικού της ΕΚΤ, από παράβαση του παραρτήματος ΙΙΙ των όρων απασχολήσεως, από παραβίαση της εντολής του εποπτικού συμβουλίου, καθώς και από παραμόρφωση των στοιχείων της δικογραφίας.Ο τέταρτος λόγος αντλείται από παράβαση του άρθρου 6.3 του συνταξιοδοτικού προγράμματος, από πλημμελή έλεγχο της αιτιολογίας της αποφάσεως της 4ης Μαΐου 2009, από παραμόρφωση των στοιχείων της δικογραφίας και από

παραβίαση της αρχής της χρηστής δημοσιονομικής διαχειρίσεως.Ο πέμπτος λόγος αντλείται από πλημμελή εξέταση του ζητήματος της συνδρομής πρόδηλης πλάνης εκτιμήσεως και από παραμόρφωση των στοιχείων της δικογραφίας.Ο έκτος λόγος αντλείται από παραβίαση της αρχής της αναλογικότητας, από παρά

βαση της υποχρεώσεως αιτιολογήσεως, από παραμόρφωση των στοιχείων της δικογραφίας και των αποδεικτικών στοιχείων.Ο έβδομος λόγος αντλείται από το γεγονός ότι δεν ελήφθη υπόψη η διαφορετική φύση της σχέσεως εργασίας που στηρίζεται σε σύμβαση και της σχέσεως εργασίας

που προκύπτει από την υπαγωγή σε ειδικό νομικό καθεστώς, από παράβαση των ουσιωδών όρων της σχέσεως εργασίας και από παράβαση της οδηγίας 91/533 .Ο όγδοος λόγος αντλείται από προσβολή των κεκτημένων δικαιωμάτων.