Language of document : ECLI:EU:T:2012:605

Υπόθεση T‑345/12 R

Akzo Nobel NV κ.λπ.

κατά

Ευρωπαϊκής Επιτροπής

«Ασφαλιστικά μέτρα — Ανταγωνισμός — Δημοσίευση αποφάσεως διαπιστώνουσας παράβαση του άρθρου 81 ΕΚ — Απόρριψη της αιτήσεως περί εμπιστευτικής μεταχειρίσεως πληροφοριών που παρασχέθηκαν στην Επιτροπή κατ’ εφαρμογήν της ανακοινώσεώς της περί της συνεργασίας των επιχειρήσεων – Αίτηση λήψεως προσωρινών μέτρων — Επείγον — Fumus boni juris — Στάθμιση των συμφερόντων»

Περίληψη — Διάταξη του Προέδρου του Γενικού Δικαστηρίου
της 16ης Νοεμβρίου 2012

1.      Ασφαλιστικά μέτρα — Αρμοδιότητα του δικαστή των ασφαλιστικών μέτρων — Όρια — Αίτημα να απαγορευθεί εκ των προτέρων στην Επιτροπή να εκδώσει απόφαση επιτρέπουσα την πρόσβαση σε έγγραφο — Αίτημα μη εμπίπτον στην αρμοδιότητα του δικαστή των ασφαλιστικών μέτρων — Απαράδεκτο

(Άρθρα 278 ΣΛΕΕ και 279 ΣΛΕΕ· κανονισμός 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου)

2.      Ασφαλιστικά μέτρα — Αναστολή εκτελέσεως — Προσωρινά μέτρα — Προϋποθέσεις χορηγήσεως — Fumus boni juris — Επείγον — Σοβαρή και ανεπανόρθωτη ζημία — Σωρευτικός χαρακτήρας — Στάθμιση όλων των εμπλεκομένων συμφερόντων — Σειρά εξετάσεως και τρόπος ελέγχου — Εξουσία εκτιμήσεως του δικαστή των ασφαλιστικών μέτρων

(Άρθρα 256 § 1 ΣΛΕΕ, 278 ΣΛΕΕ και 279 ΣΛΕΕ· Κανονισμός Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, άρθρο 104 § 2)

3.      Ασφαλιστικά μέτρα — Αναστολή εκτελέσεως — Προϋποθέσεις χορηγήσεως — Στάθμιση όλων των εμπλεκομένων συμφερόντων — Αναστολή εκτελέσεως αποφάσεως της Επιτροπής σχετικής με την εμπιστευτική μεταχείριση πληροφοριών περιεχομένων σε απόφασή της — Ανάγκη διατηρήσεως της πρακτικής αποτελεσματικότητας της αποφάσεως του Γενικού Δικαστηρίου επί της κύριας προσφυγής

(Άρθρο 278 ΣΛΕΕ)

4.      Θεμελιώδη δικαιώματα — Σεβασμός της ιδιωτικής ζωής — Έννοια της ιδιωτικής ζωής — Εφαρμογή στις επιχειρήσεις — Περιεχόμενο

(Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, άρθρο 7)

5.      Ασφαλιστικά μέτρα — Αναστολή εκτελέσεως — Προσωρινά μέτρα — Προϋποθέσεις χορηγήσεως — Επείγον — Σοβαρή και ανεπανόρθωτη ζημία — Κίνδυνος σοβαρής και ανεπανόρθωτης προσβολής των θεμελιωδών δικαιωμάτων

(Άρθρα 278 ΣΛΕΕ και 279 ΣΛΕΕ)

6.      Ασφαλιστικά μέτρα — Αναστολή εκτελέσεως — Προϋποθέσεις χορηγήσεως — Fumus boni juris — Εξέταση prima facie των λόγων που προβάλλονται προς στήριξη της κύριας προσφυγής — Προσφυγή κατά αποφάσεως της Επιτροπής περί αρνήσεως της εμπιστευτικής μεταχειρίσεως πληροφοριών που περιέχονται σε απόφασή της διαπιστώνουσα παράβαση του άρθρου 81 ΕΚ — Λόγοι απτόμενοι της εμπιστευτικότητας των πληροφοριών που γνωστοποιούνται βάσει της ανακοινώσεως περί της συνεργασίας των επιχειρήσεων — Λόγοι μη στερούμενοι ερείσματος εκ πρώτης όψεως

(Άρθρα 278 ΣΛΕΕ και 339 ΣΛΕΕ· Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, άρθρο 7)

1.      Οι αρμοδιότητες του δικαστή των ασφαλιστικών μέτρων περιορίζονται στην άσκηση δικαστικού ελέγχου επί των διοικητικών πράξεων που έχει ήδη εκδώσει η Επιτροπή, δεν εκτείνονται όμως στην εκτίμηση ζητημάτων επί των οποίων δεν έχει ακόμα λάβει θέση το όργανο αυτό. Μια τέτοια εξουσία θα είχε ως συνέπεια την επίσπευση της συζητήσεως επί της ουσίας και τη σύγχυση των δύο διαδικασιών, της διοικητικής και της δικαστικής, η οποία θα ήταν ασυμβίβαστη με το σύστημα κατανομής των αρμοδιοτήτων μεταξύ της Επιτροπής και του δικαστή της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Συνεπώς, ο δικαστής των ασφαλιστικών μέτρων δεν μπορεί να παρεμποδίσει την Επιτροπή να ασκήσει τις διοικητικές εξουσίες της, προτού καν αυτή εκδώσει την οριστική πράξη της οποίας την εκτέλεση επιθυμεί να αποφύγει ο αιτών, παρά μόνον υπό εξαιρετικές περιστάσεις.

Επομένως, είναι απαράδεκτη αίτηση ασφαλιστικών μέτρων αποσκοπούσα, αφενός, στην αναστολή της εκτελέσεως μελλοντικής αποφάσεως της Επιτροπής απορρίπτουσας αίτημα διατηρήσεως της εμπιστευτικής μεταχειρίσεως μιας αποφάσεως της Επιτροπής σχετικής με διαδικασία εφαρμογής του άρθρου 81 ΕΚ, στο μέτρο που η απόφαση αυτή επιτρέπει, δυνάμει του κανονισμού 1049/2001 για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, την πρόσβαση στο πλήρες κείμενο της εν λόγω αποφάσεως, και, αφετέρου, στο να διαταχθεί η Επιτροπή να μην επιτρέψει την πρόσβαση αυτή.

(βλ. σκέψεις 17, 18)

2.      Βλ. το κείμενο της διατάξεως.

(βλ. σκέψεις 19-22)

3.      Στο πλαίσιο της σταθμίσεως των διαφόρων εμπλεκομένων συμφερόντων, ο δικαστής των ασφαλιστικών μέτρων οφείλει να καθορίσει κατά πόσον το συμφέρον του αιτούντος τα προσωρινά μέτρα διαδίκου για τη χορήγηση των μέτρων αυτών υπερισχύει του συμφέροντος που αντιπροσωπεύει η άμεση εφαρμογή της επίμαχης πράξεως εξετάζοντας, ειδικότερα, αν η τυχόν ακύρωση της πράξεως αυτής από τον δικαστή που θα κρίνει την ουσία της διαφοράς θα επέτρεπε την αναστροφή της καταστάσεως που θα έχει προκαλέσει η άμεση εκτέλεσή της και, αντιστρόφως, αν η αναστολή της εκτελέσεως της εν λόγω πράξεως θα ήταν ικανή να εμποδίσει την πράξη να παραγάγει πλήρως το αποτέλεσμά της σε περίπτωση απορρίψεως της κύριας προσφυγής.

Πράγματι, ο σκοπός της διαδικασίας ασφαλιστικών μέτρων περιορίζεται στην εξασφάλιση της πλήρους αποτελεσματικότητας της μέλλουσας να εκδοθεί αποφάσεως επί της ουσίας, οπότε η απόφαση την οποία λαμβάνει ο δικαστής των ασφαλιστικών μέτρων πρέπει να έχει προσωρινό χαρακτήρα υπό την έννοια ότι δεν πρέπει να προδικάζει τη μέλλουσα να εκδοθεί απόφαση επί της ουσίας ούτε να την καθιστά μάταιη ως στερούμενη πρακτικής αποτελεσματικότητας.

Έπεται κατά λογική συνέπεια ότι το συμφέρον που επικαλείται ένας διάδικος στη διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων δεν είναι άξιο προστασίας στο μέτρο που ο διάδικος αυτός ζητεί από τον δικαστή των ασφαλιστικών μέτρων να εκδώσει απόφαση η οποία, χωρίς να έχει καθαρώς προσωρινό χαρακτήρα, έχει ως αποτέλεσμα να προδικάζει τη μέλλουσα να εκδοθεί απόφαση επί της ουσίας και την καθιστά μάταιη ως στερούμενη της πρακτικής αποτελεσματικότητάς της.

Προκειμένου για υπόθεση όπου το Γενικό Δικαστήριο θα κληθεί να αποφανθεί, στο πλαίσιο της κύριας διαφοράς, επί του κατά πόσον η προσβαλλόμενη απόφαση —με την οποία η Επιτροπή απέρριψε την αίτηση του αιτούντος να μη προβεί στη δημοσίευση των εμπιστευτικών πληροφοριών— πρέπει να ακυρωθεί, πρόδηλον είναι ότι, προς διατήρηση της πρακτικής αποτελεσματικότητας μιας αποφάσεως ακυρώνουσας την προσβαλλόμενη απόφαση, ο αιτών πρέπει να είναι σε θέση να εμποδίσει την Επιτροπή να προβεί σε παράνομη δημοσίευση των επίμαχων πληροφοριών.

Οι σκέψεις αυτές δεν ανατρέπονται από το γεγονός ότι ακόμα και η πραγματική δημοσίευση των επιμάχων πληροφοριών δεν θα είχε πιθανώς ως αποτέλεσμα να στερήσει από τον προσφεύγοντα το έννομο συμφέρον προς ακύρωση της προσβαλλομένης αποφάσεως.

Κατά συνέπεια, το συμφέρον της Επιτροπής στην απόρριψη της αιτήσεως ασφαλιστικών μέτρων πρέπει να υποχωρήσει έναντι του συμφέροντος που επικαλείται ο αιτών, ιδίως καθόσον η χορήγηση των ζητουμένων προσωρινών μέτρων θα συνεπαγόταν απλώς τη διατήρηση, για περιορισμένο χρονικό διάστημα, του status quo που υπήρχε επί πολλά έτη.

(βλ. σκέψεις 24-29)

4.      Βλ. το κείμενο της διατάξεως.

(βλ. σκέψη 32)

5.      Από πλευράς της προϋποθέσεως του επείγοντος και υπό την επιφύλαξη της εξετάσεως της προϋποθέσεως του fumus boni juris, τα ζητούμενα προσωρινά μέτρα πρέπει να χορηγούνται οσάκις τα θεμελιώδη δικαιώματα του αιτούντος κινδυνεύουν να βλαβούν σοβαρά και ανεπανόρθωτα σε περίπτωση τυχόν απορρίψεως της αιτήσεως ασφαλιστικών μέτρων.

(βλ. σκέψη 33)

6.      Σε διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων, η σχετική με το fumus boni juris προϋπόθεση πληρούται όταν ένας τουλάχιστον από τους λόγους που έχει προβάλει ο διάδικος που ζητεί τα προσωρινά μέτρα προς στήριξη της κύριας προσφυγής κρίνεται, εκ πρώτης όψεως, εύλογος και, εν πάση περιπτώσει, μη στερούμενος σοβαρού ερείσματος, καθόσον καταδεικνύει την ύπαρξη δυσχερών νομικών ζητημάτων η επίλυση των οποίων δεν είναι προφανής και, κατά συνέπεια, απαιτεί επισταμένη εξέταση, η οποία δεν μπορεί να γίνει από τον δικαστή των ασφαλιστικών μέτρων, αλλά πρέπει να αποτελέσει το αντικείμενο της κύριας δίκης, ή όταν η μεταξύ των διαδίκων συζήτηση αποκαλύπτει την ύπαρξη σοβαρής νομικής διαφωνίας, η λύση της οποίας δεν είναι προφανής.

Στο πλαίσιο διαδικασίας αναστολής εκτελέσεως αποφάσεως της Επιτροπής που απορρίπτει το αίτημα του αιτούντος την αναστολή να μη δημοσιεύσει η Επιτροπή εμπιστευτικές πληροφορίες που περιέχονται σε απόφασή της υφίσταται, εκ πρώτης όψεως, fumus boni juris, εφόσον πρόκειται για υπόθεση η οποία θέτει περίπλοκα νομικά ζητήματα τα οποία δεν μπορούν, εκ πρώτης όψεως, να θεωρηθούν ως στερούμενα σημασίας και των οποίων η λύση απαιτεί επισταμένη εξέταση στο πλαίσιο της κύριας διαδικασίας.

Πράγματι, η επιχειρηματολογία του αιτούντος θέτει το νομικό ζήτημα, που δεν έχει ακόμα κριθεί από τη νομολογία, κατά πόσον η προσβαλλόμενη απόφαση προσβάλλει το δικαίωμα του αιτούντος στο επαγγελματικό απόρρητο, το οποίο εγγυώνται το άρθρο 339 ΣΛΕΕ, το άρθρο 8 της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου και το άρθρο 7 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, διότι η δημοσίευση την οποία προβλέπει η Επιτροπή περιλαμβάνει στοιχεία που ο αιτών τής γνωστοποίησε βάσει της ανακοινώσεως περί της συνεργασίας των επιχειρήσεων και τα οποία, κατά συνέπεια, ως εκ της προελεύσεως και του περιεχομένου τους, συνιστούν εμπιστευτικές πληροφορίες οι οποίες πρέπει να προστατεύονται από τυχόν δημοσίευση.

(βλ. σκέψεις 34, 46, 56)