Language of document : ECLI:EU:T:2018:761

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα)

της 8ης Νοεμβρίου 2018 (*)

«Οδηγία 2010/30/ΕΕ – Ένδειξη της κατανάλωσης ενέργειας και λοιπών πόρων από τα συνδεόμενα με την ενέργεια προϊόντα μέσω της επισήμανσης και της παροχής ομοιόμορφων πληροφοριών σχετικά με αυτά – Κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός της Επιτροπής για τη συμπλήρωση της οδηγίας – Επισήμανση της κατανάλωσης ενέργειας από ηλεκτρικές σκούπες – Ουσιώδες στοιχείο εξουσιοδοτικής πράξεως»

Στην υπόθεση T‑544/13 RENV,

Dyson Ltd, με έδρα το Malmesbury (Ηνωμένο Βασίλειο), εκπροσωπούμενη από την F. Carlin, barrister, τον E. Batchelor καθώς και την M. Healy, solicitors, επικουρούμενους από την Α. Πατσά, δικηγόρο,

προσφεύγουσα,

κατά

Ευρωπαϊκής Επιτροπής, εκπροσωπούμενης από τον L. Flynn και τις K. Herrmann και K. Talabér-Ritz,

καθής,

με αντικείμενο αίτημα βάσει του άρθρου 263 ΣΛΕΕ για την ακύρωση του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 665/2013 της Επιτροπής, της 3ης Μαΐου 2013, που συμπληρώνει την οδηγία 2010/30/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά την επισήμανση της κατανάλωσης ενέργειας από ηλεκτρικές σκούπες (ΕΕ 2013, L 192, σ. 1),

ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (πέμπτο τμήμα),

συγκείμενο από τους Δ. Γρατσία, πρόεδρο, I. Labucka (εισηγήτρια) και I. Ulloa Rubio, δικαστές,

γραμματέας: N. Schall, διοικητική υπάλληλος,

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία και κατόπιν της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως της 13ης Μαρτίου 2018,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1        Η υπό κρίση προσφυγή έχει ως αντικείμενο αίτημα, υποβληθέν από την προσφεύγουσα, Dyson Ltd, εταιρία αγγλικού δικαίου η οποία απασχολεί 4 400 άτομα στον κόσμο και η οποία σχεδιάζει, κατασκευάζει και εμπορεύεται, σε περισσότερες από εξήντα χώρες, ηλεκτρικές σκούπες οικιακής χρήσεως των οποίων οι συλλέκτες σκόνης λειτουργούν με δοχεία χωρίς σάκο, περί ακυρώσεως του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 665/2013 της Επιτροπής, της 3ης Μαΐου 2013, που συμπληρώνει την οδηγία 2010/30/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά την επισήμανση της κατανάλωσης ενέργειας από ηλεκτρικές σκούπες (ΕΕ 2013, L 192, σ. 1, στο εξής: προσβαλλόμενος κανονισμός).

 Νομικό πλαίσιο

2        Ο προσβαλλόμενος κανονισμός εκδόθηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή προς συμπλήρωση της οδηγίας 2010/30/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Μαΐου 2010, για την ένδειξη της κατανάλωσης ενέργειας και λοιπών πόρων από τα συνδεόμενα με την ενέργεια προϊόντα μέσω της επισήμανσης και της παροχής ομοιόμορφων πληροφοριών σχετικά με αυτά (ΕΕ 2010, L 153, σ. 1), όσον αφορά την επισήμανση της κατανάλωσης ενέργειας από ηλεκτρικές σκούπες.

 Η οδηγία 2010/30

3        Κατά το άρθρο 1, παράγραφοι 1 και 2, της οδηγίας 2010/30, με την οδηγία αυτή «θεσπίζεται πλαίσιο για την εναρμόνιση των εθνικών μέτρων παροχής πληροφοριών στους τελικούς χρήστες, ιδίως μέσω της επισήμανσης και της παροχής ομοιόμορφων πληροφοριών σχετικά με το προϊόν, όσον αφορά την κατανάλωση ενέργειας και κατά περίπτωση άλλων βασικών πόρων κατά τη χρήση, και συμπληρωματικών πληροφοριών για συνδεόμενα με την ενέργεια προϊόντα έτσι ώστε οι τελικοί χρήστες να μπορούν να επιλέγουν αποδοτικότερα προϊόντα», η οδηγία έχει δε εφαρμογή «σε συνδεόμενα με την ενέργεια προϊόντα που έχουν σημαντικό άμεσο ή έμμεσο αντίκτυπο στην κατανάλωση ενέργειας και, κατά περίπτωση, άλλων βασικών πόρων κατά τη χρήση».

4        Κατά το άρθρο 5, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 2010/30, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι «οι προμηθευτές που διαθέτουν στην αγορά ή θέτουν σε λειτουργία προϊόντα τα οποία διέπονται από κατ’ εξουσιοδότηση πράξη παρέχουν ετικέτα και δελτίο σύμφωνα με την […] οδηγία και την κατ’ εξουσιοδότηση πράξη».

5        Το άρθρο 10 της οδηγίας 2010/30, με τίτλο «Κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις», ορίζει τα εξής:

«1. Η Επιτροπή θεσπίζει λεπτομερείς διατάξεις σχετικά με την ετικέτα και το δελτίο μέσω κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων σύμφωνα με τα άρθρα 11, 12 και 13, σχετικά με κάθε είδος προϊόντος σύμφωνα με το παρόν άρθρο.

Όταν ένα προϊόν πληροί τα κριτήρια που παρατίθενται στην παράγραφο 2, εμπίπτει σε κατ’ εξουσιοδότηση πράξη σύμφωνα με την παράγραφο 4.

Οι διατάξεις των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που αφορούν τις πληροφορίες οι οποίες περιέχονται στην ετικέτα και στο δελτίο σχετικά με την κατανάλωση ενέργειας και άλλων βασικών πόρων κατά τη χρήση, παρέχουν στους τελικούς χρήστες τη δυνατότητα να αποφασίζουν για τις αγορές τους μετά λόγου γνώσεως και στις αρχές παρακολούθησης της αγοράς τη δυνατότητα να επαληθεύουν εάν τα προϊόντα συμμορφώνονται με τις παρεχόμενες πληροφορίες.

Εφόσον κατ’ εξουσιοδότηση πράξη περιέχει διατάξεις σχετικά τόσο με την ενεργειακή απόδοση προϊόντος όσο και με την κατανάλωση βασικών πόρων από αυτό, ο σχεδιασμός και το περιεχόμενο της ετικέτας τονίζουν την ενεργειακή απόδοση του προϊόντος.

2.      Τα κριτήρια που αναφέρονται στην παράγραφο 1 είναι τα ακόλουθα:

α)      σύμφωνα με τα πλέον πρόσφατα διαθέσιμα στοιχεία και λαμβανομένων υπόψη των ποσοτήτων που διατίθενται στην αγορά της Ένωσης, τα προϊόντα παρουσιάζουν σημαντικό δυναμικό εξοικονόμησης ενέργειας και, κατά περίπτωση, άλλων βασικών πόρων·

β)      προϊόντα με ισοδύναμα λειτουργικά χαρακτηριστικά που διατίθενται στην αγορά παρουσιάζουν μεγάλες διαφορές ως προς τα σχετικά επίπεδα επιδόσεων·

γ)      η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη τις σχετικές νομοθετικές πράξεις της Ένωσης και τις σχετικές πράξεις αυτορρύθμισης, όπως είναι οι προαιρετικές συμφωνίες, με τις οποίες αναμένεται ότι οι πολιτικοί στόχοι θα επιτευχθούν ταχύτερα ή με χαμηλότερο κόστος σε σύγκριση με τις υποχρεωτικές απαιτήσεις.

3.      Κατά την κατάρτιση σχεδίου κατ’ εξουσιοδότηση πράξης, η Επιτροπή:

α)      λαμβάνει υπόψη τις περιβαλλοντικές παραμέτρους του παραρτήματος Ι μέρος 1 της οδηγίας 2009/125/ΕΚ οι οποίες έχουν χαρακτηρισθεί σημαντικές στο σχετικό εκτελεστικό μέτρο που έχει θεσπιστεί βάσει της οδηγίας 2009/125/ΕΚ και αφορούν τον τελικό χρήστη κατά τη χρήση·

β)      εκτιμά τις επιπτώσεις της πράξης στο περιβάλλον, τους τελικούς χρήστες και τους κατασκευαστές, συμπεριλαμβανομένων των μικρομεσαίων επιχειρήσεων (ΜΜΕ), από άποψη ανταγωνιστικότητας –και στις αγορές εκτός Ένωσης–, καινοτομίας, πρόσβασης στην αγορά και κόστους και οφέλους·

γ)      προβαίνει στις δέουσες διαβουλεύσεις με τους ενδιαφερόμενους·

δ)      ορίζει ημερομηνία(-ες) εφαρμογής, τυχόν σταδιακά ή μεταβατικά μέτρα ή χρονικά διαστήματα, λαμβάνοντας ιδίως υπόψη τις ενδεχόμενες επιπτώσεις για τις ΜΜΕ ή για συγκεκριμένες ομάδες προϊόντων που κατασκευάζονται κατά κύριο λόγο από ΜΜΕ.

4.      Στις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις διευκρινίζονται ιδίως:

α)      ο ακριβής ορισμός του τύπου προϊόντων που πρόκειται να καλυφθεί·

β)      τα πρότυπα και οι μέθοδοι μέτρησης που χρησιμοποιούνται για τη λήψη των πληροφοριών κατά το άρθρο 1, παράγραφος 1·

γ)      οι λεπτομέρειες για τον τεχνικό φάκελο που απαιτείται δυνάμει του άρθρου 5·

δ)      το σχέδιο και το περιεχόμενο της ετικέτας που αναφέρεται στο άρθρο 4, τα οποία παρουσιάζουν όσο το δυνατόν πιο ομοιόμορφα χαρακτηριστικά στο σχεδιασμό τους για τις διάφορες κατηγορίες προϊόντων και σε όλες τις περιπτώσεις είναι σαφώς ορατά και ευανάγνωστα. Το σχήμα της ετικέτας επιλέγει ως βάση την ταξινόμηση που χρησιμοποιεί τα στοιχεία Α έως G· οι βαθμίδες της ταξινόμησης αντιστοιχούν σε σημαντική εξοικονόμηση ενέργειας και δαπανών από την άποψη του τελικού καταναλωτή.

Εφόσον το απαιτεί η τεχνολογική πρόοδος, στην ταξινόμηση μπορούν να προστεθούν τρεις επιπλέον κατηγορίες. Οι πρόσθετες αυτές κατηγορίες θα είναι Α+, Α++ και Α+++ για την αποδοτικότερη κατηγορία. Κατ’ αρχήν, ο συνολικός αριθμός κατηγοριών θα περιοριστεί σε επτά, εκτός εάν εξακολουθούν να περιλαμβάνονται προϊόντα σε περαιτέρω κατηγορίες.

Η χρωματική κλίμακα αποτελείται από επτά το πολύ διαφορετικά χρώματα, από το βαθύ πράσινο έως το κόκκινο. Μόνον ο κωδικός χρώματος της υψηλότερης κατηγορίας είναι πάντοτε βαθυπράσινος. Εάν υπάρχουν περισσότερες από επτά κατηγορίες, μόνον το κόκκινο μπορεί να επαναληφθεί δύο φορές.

Η ταξινόμηση επανεξετάζεται ιδίως όταν σημαντική αναλογία των προϊόντων στη[ν εσωτερική] αγορά φθάνει τις δύο υψηλότερες ενεργειακές κατηγορίες και όταν με μεγαλύτερη διαφοροποίηση προϊόντων μπορεί να επιτευχθεί πρόσθετη εξοικονόμηση.

Τα λεπτομερή κριτήρια για ενδεχόμενη επαναταξινόμηση προϊόντων καθορίζονται, ενδεχομένως, ανάλογα με την κάθε περίπτωση στα πλαίσια της σχετικής κατ’ εξουσιοδότηση πράξης·

ε)      […]

στ)      το περιεχόμενο και, εφόσον απαιτείται, το σχήμα και άλλες λεπτομέρειες σχετικά με το δελτίο ή περαιτέρω πληροφορίες που ορίζονται στα άρθρα 4 και 5 στοιχείο γʹ. Οι πληροφορίες που περιέχονται στην ετικέτα περιλαμβάνονται επίσης στο δελτίο·

ζ)      το συγκεκριμένο περιεχόμενο της ετικέτας για τις διαφημίσεις, συμπεριλαμβανομένης, κατά περίπτωση, της ενεργειακής κατηγορίας και άλλων συναφών επιπέδων επιδόσεων του δεδομένου προϊόντος, ευανάγνωστα και ευδιάκριτα·

η)      τη διάρκεια ισχύος της κατηγορίας της ετικέτας, εφόσον απαιτείται, κατά τα προβλεπόμενα στο στοιχείο δʹ·

θ)      το επίπεδο ακριβείας των αναγραφόμενων στην ετικέτα και στα δελτία στοιχείων·

ι)      την ημερομηνία αξιολόγησης και πιθανής αναθεώρησης της κατ’ εξουσιοδότηση πράξης, λαμβανομένης υπόψη της ταχύτητας της τεχνολογικής προόδου.»

6        Το άρθρο 11 της οδηγίας 2010/30, με τίτλο «Άσκηση της εξουσιοδότησης», διευκρινίζει τα ακόλουθα:

«1.      Οι εξουσίες για την έκδοση των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που αναφέρονται στο άρθρο 10 ανατίθενται στην Επιτροπή για περίοδο [πέντε] ετών αρχής γενομένης στις 19 Ιουνίου 2010. Η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση σχετικά με τις εξουσίες που της έχουν ανατεθεί το αργότερο [έξι] μήνες πριν από τη λήξη της περιόδου των [πέντε] ετών. Η ανάθεση των εξουσιών παρατείνεται αυτομάτως για περιόδους της αυτής διάρκειας, εκτός αν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο ανακαλέσουν την εξουσιοδότηση σύμφωνα με το άρθρο 12.

2.      Η Επιτροπή, μόλις εκδώσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, την κοινοποιεί συγχρόνως στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

[…]»

 Ο προσβαλλόμενος κανονισμός

7        Για τη συμπλήρωση της οδηγίας 2010/30 όσον αφορά την επισήμανση της κατανάλωσης ενέργειας από ηλεκτρικές σκούπες, η Επιτροπή εξέδωσε τον προσβαλλόμενο κανονισμό στις 3 Μαΐου 2013.

8        Κατά το άρθρο του 1, παράγραφος 1, ο προσβαλλόμενος κανονισμός «καθορίζει απαιτήσεις [όσον αφορά την επισήμανση και την παροχή συμπληρωματικών πληροφοριών σχετικά με το προϊόν οι οποίες εφαρμόζονται στις ηλεκτρικές σκούπες] που τροφοδοτούνται από το ηλεκτρικό δίκτυο, συμπεριλαμβανομένων υβριδικών ηλεκτρικών σκουπών».

9        Το άρθρο 3 του προσβαλλόμενου κανονισμού, με τίτλο «Ευθύνες των προμηθευτών και χρονοδιάγραμμα», ορίζει τα εξής:

«1.      Από την 1η Σεπτεμβρίου 2014 οι προμηθευτές μεριμνούν ώστε:

α)      κάθε ηλεκτρική σκούπα να φέρει τυπωμένη ετικέτα με τη μορφή και τις πληροφορίες που ορίζονται στο παράρτημα II·

β)      να υπάρχει διαθέσιμο δελτίο προϊόντος, σύμφωνα με το παράρτημα III·

γ)      να διατίθεται στις αρχές των κρατών μελών και στην Επιτροπή, κατόπιν αιτήματος, τεχνική τεκμηρίωση σύμφωνα με το παράρτημα IV·

δ)      κάθε διαφήμιση για συγκεκριμένο μοντέλο ηλεκτρικής σκούπας να περιέχει την τάξη ενεργειακής απόδοσης, εάν η διαφήμιση περιλαμβάνει πληροφορίες σχετικά με την ενέργεια ή την τιμή·

ε)      κάθε διαφημιστικό τεχνικό υλικό που αφορά συγκεκριμένο μοντέλο ηλεκτρικής σκούπας και περιγράφει τις συγκεκριμένες τεχνικές παραμέτρους του να περιλαμβάνει την τάξη ενεργειακής απόδοσης του μοντέλου αυτού.

2. Η καθοριζόμενη στο παράρτημα ΙΙ μορφή ετικέτας εφαρμόζεται σύμφωνα με το ακόλουθο χρονοδιάγραμμα:

α)      όσον αφορά τις ηλεκτρικές σκούπες που διατίθενται στην αγορά [από] την 1η Σεπτεμβρίου 2014, η ετικέτα είναι σύμφωνη με την ετικέτα 1 του παραρτήματος II·

β)      όσον αφορά τις ηλεκτρικές σκούπες που διατίθενται στην αγορά από την 1η Σεπτεμβρίου 2017, η ετικέτα είναι σύμφωνη με την ετικέτα 2 του παραρτήματος II.»

10      Το άρθρο 5 του προσβαλλόμενου κανονισμού, με τίτλο «Μέθοδοι μέτρησης», ορίζει ότι οι «πληροφορίες που πρέπει να παρέχονται κατά τα άρθρα 3 και 4 προκύπτουν από αξιόπιστες, ακριβείς και αναπαραγώγιμες μεθόδους μέτρησης και υπολογισμού, με βάση τις γενικώς αποδεκτές σύγχρονες μεθόδους μετρήσεων και υπολογισμού, όπως ορίζεται στο παράρτημα VI».

11      Το άρθρο 7 του προσβαλλόμενου κανονισμού, με τίτλο «Αναθεώρηση», προβλέπει τα ακόλουθα:

«Το αργότερο πέντε έτη από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού, η Επιτροπή τον επανεξετάζει λαμβάνοντας υπόψη τη συντελεσθείσα τεχνολογική πρόοδο. Κατά την επανεξέταση αξιολογούνται ιδίως οι ανοχές επαλήθευσης που καθορίζονται στο παράρτημα VII, κατά πόσον οι πλήρους μεγέθους ηλεκτρικές σκούπες που τροφοδοτούνται από συσσωρευτή θα πρέπει να συμπεριληφθούν στο πεδίο εφαρμογής και κατά πόσον είναι εφικτό να χρησιμοποιούνται μέθοδοι μέτρησης της ετήσιας κατανάλωσης ενέργειας, της συλλεγόμενης σκόνης και της εκπομπής σκόνης οι οποίες να βασίζονται σε μερικό φορτίο και όχι σε άδειο δοχείο.»

12      Το σημείο 1 του παραρτήματος VI του προσβαλλόμενου κανονισμού ορίζει τα εξής:

«Για τους σκοπούς της συμμόρφωσης και της επαλήθευσης της συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού, οι υπολογισμοί και οι μετρήσεις εκτελούνται με τη χρήση αξιόπιστων, επακριβών και αναπαραγώγιμων μεθόδων στις οποίες λαμβάνονται υπόψη οι γενικώς αποδεκτές σύγχρονες μέθοδοι μετρήσεων και υπολογισμών, συμπεριλαμβανομένων εναρμονισμένων προτύπων των οποίων οι αριθμοί αναφοράς έχουν δημοσιευθεί για τον σκοπό αυτό στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οι υπολογισμοί και οι μετρήσεις πρέπει να πληρούν τους τεχνικούς ορισμούς, τους όρους, τις εξισώσεις και τις παραμέτρους που προβλέπονται στο παρόν παράρτημα.»

13      Ο προσβαλλόμενος κανονισμός δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης στις 13 Ιουλίου 2013.

 Διαδικασία ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου και του Δικαστηρίου

14      Με δικόγραφο που κατέθεσε στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου στις 7 Οκτωβρίου 2013, η προσφεύγουσα ζήτησε από το Γενικό Δικαστήριο να ακυρώσει τον προσβαλλόμενο κανονισμό.

15      Προς στήριξη της προσφυγής της, η προσφεύγουσα προέβαλε τρεις λόγους ακυρώσεως οι οποίοι στηρίζονταν, ο πρώτος, σε αναρμοδιότητα της Επιτροπής, ο δεύτερος, σε έλλειψη αιτιολογίας του προσβαλλόμενου κανονισμού και, ο τρίτος, σε παραβίαση της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως.

16      Η Επιτροπή κατέθεσε στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου, στις 18 Νοεμβρίου 2013, υπόμνημα αντικρούσεως με το οποίο ζήτησε από το Γενικό Δικαστήριο να απορρίψει την προσφυγή και να καταδικάσει την προσφεύγουσα στα δικαστικά έξοδα.

17      Με απόφαση της 11ης Νοεμβρίου 2015, Dyson κατά Επιτροπής (T‑544/13, στο εξής: αρχική απόφαση, EU:T:2015:836), το Γενικό Δικαστήριο απέρριψε την προσφυγή και καταδίκασε την προσφεύγουσα στα δικαστικά έξοδα.

18      Με δικόγραφο που κατέθεσε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου στις 25 Ιανουαρίου 2016, η προσφεύγουσα άσκησε αναίρεση κατά της αρχικής αποφάσεως.

19      Με απόφαση της 11ης Μαΐου 2017, Dyson κατά Επιτροπής (C‑44/16 P, στο εξής: αναιρετική απόφαση, EU:C:2017:357), το Δικαστήριο αναίρεσε την αρχική απόφαση καθόσον είχε απορρίψει το πρώτο σκέλος του πρώτου λόγου ακυρώσεως και τον τρίτο λόγο ακυρώσεως που είχαν προβληθεί πρωτοδίκως και ανέπεμψε την υπόθεση ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου για να αποφανθεί αυτό επί του πρώτου σκέλους του πρώτου λόγου ακυρώσεως και επί του τρίτου λόγου ακυρώσεως που είχαν προβληθεί πρωτοδίκως, επιφυλάχθηκε δε ως προς τα δικαστικά έξοδα.

 Διαδικασία και αιτήματα των διαδίκων κατόπιν της αναπομπής

20      Μετά την έκδοση της αναιρετικής αποφάσεως και σύμφωνα με το άρθρο 215 του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, η υπό κρίση υπόθεση ανατέθηκε στο πέμπτο τμήμα του Γενικού Δικαστηρίου.

21      Σύμφωνα με το άρθρο 217, παράγραφος 1, του Κανονισμού Διαδικασίας, η προσφεύγουσα και η Επιτροπή υπέβαλαν εμπροθέσμως τις γραπτές παρατηρήσεις τους σχετικά με τις συνέπειες που θα έπρεπε να αντληθούν από την αναιρετική απόφαση για την επίλυση της διαφοράς.

22      Σύμφωνα με το άρθρο 217, παράγραφος 3, του Κανονισμού Διαδικασίας, η προσφεύγουσα υπέβαλε αίτηση προκειμένου να της επιτραπεί να καταθέσει συμπληρωματικό υπόμνημα επί των γραπτών παρατηρήσεων της Επιτροπής.

23      Με απόφαση του προέδρου του πέμπτου τμήματος του Γενικού Δικαστηρίου της 9ης Αυγούστου 2017, το Γενικό Δικαστήριο απέρριψε την αίτηση της προσφεύγουσας.

24      Σύμφωνα με το άρθρο 67, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας, η προσφεύγουσα ζήτησε από το Γενικό Δικαστήριο να προβεί στην εκδίκαση της υπό κρίση υποθέσεως κατά προτεραιότητα.

25      Με απόφαση του προέδρου του πέμπτου τμήματος του Γενικού Δικαστηρίου της 9ης Αυγούστου 2017, το Γενικό Δικαστήριο αποφάσισε να εξετάσει κατά προτεραιότητα την υπό κρίση υπόθεση.

26      Σύμφωνα με το άρθρο 106, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας, η προσφεύγουσα και η Επιτροπή υπέβαλαν, αντιστοίχως, στις 29 και στις 30 Αυγούστου 2017, αίτηση ζητώντας να ακουστούν κατά τη διεξαγωγή επ’ ακροατηρίου συζητήσεως.

27      Με έγγραφο της 21ης Φεβρουαρίου 2018, η προσφεύγουσα ζήτησε να της επιτραπεί η χρήση τεχνικών μέσων κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, προκειμένου να συνοδεύσει την αγόρευσή της με παρουσίαση σε PowerPoint.

28      Με απόφαση του προέδρου του πέμπτου τμήματος του Γενικού Δικαστηρίου της 26ης Φεβρουαρίου 2018, το Γενικό Δικαστήριο επέτρεψε στην προσφεύγουσα να χρησιμοποιήσει τα ζητηθέντα τεχνικά μέσα.

29      Χωρίς να αντιταχθεί επισήμως στη χρήση τεχνικών μέσων κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, η Επιτροπή ζήτησε από το Γενικό Δικαστήριο να υποχρεώσει την προσφεύγουσα να προσδιορίσει σαφώς στο πλαίσιο της παρουσιάσεως σε PowerPoint τα σημεία της δικογραφίας στα οποία αναφερόταν, επί ποινή απαραδέκτου.

30      Εξάλλου, η Επιτροπή ζήτησε από το Γενικό Δικαστήριο να υποχρεώσει την προσφεύγουσα να προσκομίσει αντίγραφο της παρουσιάσεως σε PowerPoint, δύο εργάσιμες ημέρες πριν από την επ’ ακροατηρίου συζήτηση.

31      Με μέτρο οργανώσεως της διαδικασίας της 7ης Μαρτίου 2018, το Γενικό Δικαστήριο (πέμπτο τμήμα) κάλεσε την προσφεύγουσα να προσκομίσει πριν τη διεξαγωγή της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως αντίγραφο σε έντυπη μορφή της παρουσιάσεως σε PowerPoint.

32      Στις 12 Μαρτίου 2018 η προσφεύγουσα διαβίβασε στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου αντίγραφο σε έντυπη μορφή της παρουσιάσεως σε PowerPoint.

33      Οι διάδικοι αγόρευσαν κατά την προφορική διαδικασία της 13ης Μαρτίου 2018.

34      Κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, η Επιτροπή υποστήριξε ότι τα διαγράμματα σχετικά με τον τρίτο λόγο ακυρώσεως, τα οποία περιλαμβάνονταν στην παρουσίαση σε PowerPoint, δεν αντιστοιχούσαν στις δικογραφίες της υποθέσεως T‑544/13 και της υπό κρίση υποθέσεως και ζήτησε από το Γενικό Δικαστήριο να τα κρίνει απαράδεκτα.

35      Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

–        να ακυρώσει τον προσβαλλόμενο κανονισμό·

–        να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.

36      Η Επιτροπή ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

–        να απορρίψει την προσφυγή·

–        να καταδικάσει την προσφεύγουσα στα δικαστικά έξοδα.

 Σκεπτικό

 Επί του περιεχομένου της προσφυγής ακυρώσεως κατόπιν της αναπομπής

37      Προς στήριξη της προσφυγής που άσκησε πρωτοδίκως, η προσφεύγουσα προβάλλει τρεις λόγους ακυρώσεως. Ο πρώτος λόγος αφορά αναρμοδιότητα της Επιτροπής, ο δεύτερος έλλειψη αιτιολογίας του προσβαλλόμενου κανονισμού και ο τρίτος παραβίαση της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως.

38      Με την αναιρετική απόφαση, το Δικαστήριο, αφενός, αναίρεσε την αρχική απόφαση, καθόσον το Γενικό Δικαστήριο είχε απορρίψει το πρώτο σκέλος του πρώτου λόγου ακυρώσεως και τον τρίτο λόγο ακυρώσεως που είχαν προβληθεί πρωτοδίκως και, αφετέρου, ανέπεμψε την υπόθεση ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου για να αποφανθεί εκ νέου επί του πρώτου σκέλους του πρώτου λόγου ακυρώσεως και επί του τρίτου λόγου ακυρώσεως που είχαν προβληθεί πρωτοδίκως (αναιρετική απόφαση, σημεία 1 και 2 του διατακτικού).

39      Όσον αφορά τον πρώτο λόγο ακυρώσεως, η έκταση της αναιρέσεως της αρχικής αποφάσεως περιορίζεται στο πρώτο σκέλος του.

40      Κατά το Δικαστήριο, η αίτηση αναιρέσεως που άσκησε η προσφεύγουσα δεν σκοπούσε στην αμφισβήτηση της συλλογιστικής του Γενικού Δικαστηρίου που κατέληξε στην απόρριψη του δεύτερου σκέλους αυτού του λόγου ακυρώσεως (αναιρετική απόφαση, σκέψη 48).

41      Επομένως, στην υπό κρίση υπόθεση, πρέπει να εξεταστεί μόνον η νομιμότητα του προσβαλλόμενου κανονισμού υπό το πρίσμα του πρώτου σκέλους του πρώτου λόγου ακυρώσεως και του τρίτου λόγου ακυρώσεως.

 Επί του πρώτου λόγου ακυρώσεως, ο οποίος στηρίζεται σε αναρμοδιότητα της Επιτροπής

 Επί του χαρακτηρισμού του πρώτου λόγου ακυρώσεως

42      Με την αναιρετική απόφαση, το Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι το Γενικό Δικαστήριο, παραλείποντας να αποφανθεί επί ενός εκ των λόγων ακυρώσεως που προβλήθηκαν με την προσφυγή, υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο (αναιρετική απόφαση, σκέψη 54).

43      Η εν λόγω πλάνη περί το δίκαιο απορρέει, κατά το Δικαστήριο, από τον εκ νέου χαρακτηρισμό από το Γενικό Δικαστήριο του πρώτου λόγου ακυρώσεως, καθόσον, κατά το Γενικό Δικαστήριο, η προσφεύγουσα δεν επικαλείτο καθαυτό αναρμοδιότητα της Επιτροπής όσον αφορά την έκδοση του προσβαλλόμενου κανονισμού, αλλά έβαλλε μάλλον, κατ’ ουσίαν, κατά της ασκήσεως της αρμοδιότητας αυτής. Το Γενικό Δικαστήριο έκρινε, ως εκ τούτου, ότι ο πρώτος λόγος ακυρώσεως αντλούνταν, κατ’ ουσίαν, από πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως (αναιρετική απόφαση, σκέψη 51).

44      Ωστόσο, κατά το Δικαστήριο, από το δικόγραφο της προσφυγής προκύπτει αδιαμφισβήτητα ότι ο πρώτος λόγος ακυρώσεως αντλείται από το ότι η Επιτροπή δεν είναι αρμόδια να εκδώσει τον προσβαλλόμενο κανονισμό (αναιρετική απόφαση, σκέψη 50).

45      Ειδικότερα, κατά το Δικαστήριο, η προσφεύγουσα προσάπτει, κατ’ ουσίαν, στην Επιτροπή ότι παρέβλεψε, εκδίδοντας τον προσβαλλόμενο κανονισμό, ένα ουσιώδες στοιχείο της εξουσιοδοτικής πράξεως ως εκ του ότι προέκρινε ως μέθοδο υπολογισμού της ενεργειακής αποδόσεως των ηλεκτρικών σκουπών μια μέθοδο στηριζόμενη σε δοκιμές με άδειο δοχείο, ενώ το άρθρο 10 της οδηγίας 2010/30 απαιτεί η εν λόγω μέθοδος να αντικατοπτρίζει κανονικές συνθήκες χρήσεως (αναιρετική απόφαση, σκέψη 50).

46      Το Δικαστήριο προσθέτει ότι το εύρος της διακριτικής ευχέρειας που παρέχεται με την εξουσιοδοτική πράξη αποτελεί νομικό ζήτημα διαφορετικό από εκείνο που αφορά την τήρηση των ορίων της εντολής που ανατέθηκε με την εξουσιοδοτική πράξη (αναιρετική απόφαση, σκέψη 52).

47      Επομένως, σύμφωνα με την αναιρετική απόφαση, πρέπει να γίνει δεκτό ότι ο πρώτος λόγος ακυρώσεως αντλείται από παράβαση, εκ μέρους της Επιτροπής, ενός ουσιώδους στοιχείου της εξουσιοδοτικής πράξεως που προβλέπει η οδηγία 2010/30 και όχι από πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως της Επιτροπής κατά την έκδοση του προσβαλλόμενου κανονισμού.

 Επί του πρώτου σκέλους του πρώτου λόγου ακυρώσεως, που αντλείται από παράβαση, εκ μέρους της Επιτροπής, ενός ουσιώδους στοιχείου της εξουσιοδοτικής πράξεως που προβλέπει η οδηγία 2010/30

48      Με το πρώτο σκέλος του πρώτου λόγου ακυρώσεως, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι ο προσβαλλόμενος κανονισμός θα οδηγήσει σε παραπλάνηση των καταναλωτών ως προς την ενεργειακή απόδοση των ηλεκτρικών σκουπών, διότι οι επιδόσεις καθαρισμού υπολογίστηκαν με δοκιμές που πραγματοποιήθηκαν με άδειο δοχείο συλλογής και, επομένως, δεν πραγματοποιήθηκαν «κατά τη χρήση», με συνέπεια ο προσβαλλόμενος κανονισμός να παραβιάζει το περιεχόμενο, τους σκοπούς και τη γενική οικονομία της οδηγίας 2010/30 ως προς την ενεργειακή απόδοση των ηλεκτρικών σκουπών.

49      Προκειμένου να καταλήξει στην έλλειψη αρμοδιότητας της Επιτροπής, η προσφεύγουσα παρατηρεί, κατ’ αρχάς. ότι σκοπός της οδηγίας 2010/30 είναι η προώθηση της ενεργειακής απόδοσης διά της παροχής στους τελικούς χρήστες ακριβών πληροφοριών σχετικά με την κατανάλωση ενέργειας και άλλων βασικών πόρων «κατά τη χρήση».

50      Επομένως, ο σκοπός της οδηγίας 2010/30 είναι, αφενός, να παράσχει στους τελικούς χρήστες τη δυνατότητα να επιλέγουν προϊόντα με καλύτερη απόδοση και, αφετέρου, να ωθήσει τους κατασκευαστές ηλεκτρικών σκουπών να λάβουν μέτρα για τη μείωση της κατανάλωσης ενέργειας.

51      Εν συνεχεία, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι ο προσβαλλόμενος κανονισμός δεν ανταποκρίνεται ούτε στο περιεχόμενο, ούτε στους σκοπούς, ούτε στη γενική οικονομία της οδηγίας 2010/30.

52      Κατά την προσφεύγουσα, ο προσβαλλόμενος κανονισμός δεν καθιστά δυνατή την παροχή ακριβών πληροφοριών στους καταναλωτές σχετικά με την ενεργειακή απόδοση, δεδομένου ότι, αφενός, οι δοκιμές για την αποτύπωση της ενεργειακής απόδοσης των ηλεκτρικών σκουπών που προβλέπονται από τον προσβαλλόμενο κανονισμό οδηγούν σε εσφαλμένα αποτελέσματα, καθόσον οι δοκιμές αυτές πραγματοποιούνται με άδειο και όχι με γεμάτο δοχείο, και, αφετέρου, οι δοκιμές που πραγματοποιούνται με άδειο δοχείο δεν μπορούν να αποτυπώσουν ορθώς την ενεργειακή απόδοση των ηλεκτρικών σκουπών, δεδομένου ότι οι δοκιμές αυτές δεν πραγματοποιούνται υπό πραγματικές συνθήκες χρήσεως.

53      Εξάλλου, ο προσβαλλόμενος κανονισμός δεν ωθεί τους κατασκευαστές να προβαίνουν στις καλύτερες επιλογές σχεδιασμού, δεδομένου ότι δεν τους παρέχεται κίνητρο να προβούν σε επενδύσεις για να αντισταθμίσουν την απώλεια απορροφήσεως και, με τον τρόπο αυτό, να περιορίσουν την αύξηση της κατανάλωσης ενέργειας που προκύπτει από ένα γεμάτο δοχείο.

54      Τέλος, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι ο προσβαλλόμενος κανονισμός ενδέχεται να οδηγήσει σε αύξηση της κατανάλωσης ενέργειας, ενώ ο σκοπός της οδηγίας 2010/30 είναι η μείωση της κατανάλωσης ενέργειας.

55      Με τις παρατηρήσεις της επί της αναιρετικής αποφάσεως, η προσφεύγουσα ερμηνεύει την απόφαση αυτή υπό την έννοια ότι το Γενικό Δικαστήριο οφείλει να εξακριβώσει αν η Επιτροπή είναι σε θέση να αποδείξει ότι, κατά την έκδοση του προσβαλλόμενου κανονισμού, καμία επιστημονικώς έγκυρη μέθοδος για τον υπολογισμό της ενεργειακής απόδοσης μιας ηλεκτρικής σκούπας με γεμάτο δοχείο δεν μπορούσε να χρησιμοποιηθεί, χωρίς η Επιτροπή να ενεργήσει καθ’ «υπέρβαση εξουσίας».

56      Η προσφεύγουσα προσθέτει ότι η Επιτροπή παραδέχεται ότι μια δοκιμή που πραγματοποιείται με γεμάτο δοχείο είναι αρκούντως αξιόπιστη, ακριβής και δυνάμενη να αναπαραχθεί, ότι η μέθοδος αυτή είχε δοκιμαστεί σε «περισσότερα εργαστήρια», γεγονός το οποίο πιστοποιεί ότι ήταν δυνατό να αναπαραχθεί, ότι εθνικές αρχές και εθνικά δικαστήρια αναγνώρισαν ότι οι δοκιμές που πραγματοποιούνται με γεμάτο δοχείο είναι επιστημονικώς έγκυρες και ότι η Επιτροπή όφειλε να επιμείνει στην επεξεργασία μιας μεθόδου υπολογισμού που να στηρίζεται σε δοκιμές πραγματοποιούμενες με γεμάτο δοχείο.

57      Με τις παρατηρήσεις της επί της αναιρετικής αποφάσεως, η Επιτροπή ερμηνεύει την απόφαση αυτή υπό την έννοια ότι το Γενικό Δικαστήριο οφείλει να αξιολογήσει αν η μέθοδος που επελέγη με τον προσβαλλόμενο κανονισμό ήταν όσο το δυνατόν εγγύτερη προς τις πραγματικές συνθήκες χρήσεως, τούτο δε κατά την ημερομηνία εκδόσεως του προσβαλλόμενου κανονισμού.

58      Η Επιτροπή υποστηρίζει ότι ενήργησε εντός των ορίων της αρμοδιότητάς της όσον αφορά ένα ουσιώδες στοιχείο της οδηγίας 2010/30, ήτοι την υιοθέτηση μεθόδου δοκιμής η οποία να είναι όσο το δυνατόν εγγύτερη προς τις πραγματικές συνθήκες χρήσεως.

59      Τούτο προκύπτει από την εντολή που ανατέθηκε στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή Ηλεκτροτεχνικής Τυποποίησης (Cenelec), από τη συμφωνία επιδότησης που συνήφθη με αυτήν και από μεταγενέστερες μελέτες, στο μέτρο που, χωρίς να έχει προηγουμένως επιβληθεί καμία συγκεκριμένη μέθοδος, οι μελέτες που πραγματοποίησε η Cenelec καταλήγουν όλες στο συμπέρασμα ότι μόνο μια δοκιμή με άδειο δοχείο μπορεί να έχει αποτελέσματα συγκρίσιμα από επιστημονικής απόψεως μεταξύ περισσοτέρων εργαστηρίων.

60      Το συμπέρασμα αυτό δεν αναιρείται, κατά την Επιτροπή, από το γεγονός ότι αυτή αποδέχεται μια δοκιμή με γεμάτο δοχείο για τη μελέτη της ανθεκτικότητας του κινητήρα, η οποία προβλέπεται από τον κανονισμό (ΕΕ) 666/2013 της Επιτροπής, της 8ης Ιουλίου 2013, για την εφαρμογή της οδηγίας 2009/125/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τις απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού για τις ηλεκτρικές σκούπες (ΕΕ 2013, L 192, σ. 24).

61      Επομένως, στο πλαίσιο του πρώτου λόγου ακυρώσεως, καθόσον αυτός αντλείται από αναρμοδιότητα της Επιτροπής, η προσφεύγουσα υποστηρίζει, στο πλαίσιο ενός πρώτου σκέλους, ότι η Επιτροπή παρέβη την κατ’ εξουσιοδότηση αρμοδιότητα την οποία αντλεί από το άρθρο 10, παράγραφος 1, της οδηγίας 2010/30.

62      Ως εκ τούτου, πρέπει, πρώτον, να εξακριβωθεί κατά πόσον ο προσβαλλόμενος κανονισμός δεν έλαβε υπόψη ουσιώδη στοιχεία της οδηγίας 2010/30, υπό το πρίσμα του περιεχομένου της, και, δεύτερον, σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως, να εξεταστούν οι συνέπειες του γεγονότος αυτού.

63      Πρώτον, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι, με την αναιρετική απόφαση, το Δικαστήριο έκρινε συγκεκριμένα ότι η ενημέρωση του καταναλωτή σχετικά με την ενεργειακή απόδοση των συσκευών κατά τη χρήση, όπως αυτή απορρέει από το άρθρο 1 και από το άρθρο 10, παράγραφος 1, τρίτο εδάφιο, της οδηγίας 2010/30, αποτελούσε ουσιώδη σκοπό της εν λόγω οδηγίας και απηχούσε μια πολιτική επιλογή εμπίπτουσα στην αποκλειστική ευθύνη του νομοθέτη της Ένωσης (αναιρετική απόφαση, σκέψη 64).

64      Πράγματι, αφενός, από τις αιτιολογικές σκέψεις 5 και 8 της οδηγίας 2010/30 απορρέει ότι «η παροχή επακριβών, εύστοχων και συγκρίσιμων πληροφοριακών στοιχείων για την ενεργειακή κατανάλωση» των προϊόντων «[διαδραματίζει πρωταρχικό ρόλο] στη λειτουργία των δυνάμεων της αγοράς» και, επομένως, στη δυνατότητα να προσανατολισθεί η κατανάλωση προς την επιλογή συσκευών που να είναι «[…] λιγότερο ενεργειοβόρ[ες] [κατά τη χρήση]» (αναιρετική απόφαση, σκέψη 64).

65      Αφετέρου, το άρθρο 1, παράγραφος 1, της οδηγίας 2010/30 προβλέπει ότι αυτή αποσκοπεί στην εναρμόνιση των εθνικών μέτρων παροχής πληροφοριών στους τελικούς χρήστες όσον αφορά την κατανάλωση ενέργειας «κατά τη χρήση», προκειμένου οι εν λόγω τελικοί χρήστες να μπορούν να επιλέγουν «αποδοτικότερα» προϊόντα (αναιρετική απόφαση, σκέψη 64).

66      Επιπροσθέτως, όπως προκύπτει από την αναιρετική απόφαση, η ερμηνεία της εκφράσεως «κατά τη χρήση», η οποία περιλαμβάνεται στο άρθρο 10, παράγραφος 1, τρίτο εδάφιο, της οδηγίας 2010/30, υπό την έννοια ότι αφορά τις πραγματικές συνθήκες χρήσεως, δεν αποτελεί «εξαιρετικά ευρεία» ερμηνεία του άρθρου 10 της οδηγίας αυτής, αλλά συνιστά το ίδιο το νόημα αυτής της διευκρινίσεως (αναιρετική απόφαση, σκέψη 66).

67      Η διαπίστωση αυτή δεν μπορεί να κλονιστεί, κατά την αναιρετική απόφαση, από το γεγονός ότι ο προσβαλλόμενος κανονισμός αποσκοπεί μόνο στη συμπλήρωση, και όχι στην τροποποίηση της οδηγίας (αναιρετική απόφαση, σκέψη 65).

68      Επομένως, κατά το Δικαστήριο, από τα προεκτεθέντα προκύπτει ότι η Επιτροπή υπείχε την υποχρέωση, προκειμένου να μην παραβλέψει ένα ουσιώδες στοιχείο της οδηγίας 2010/30, να προκρίνει, στο πλαίσιο του προσβαλλόμενου κανονισμού, μια μέθοδο υπολογισμού που να καθιστά δυνατή τη μέτρηση της ενεργειακής αποδόσεως των ηλεκτρικών σκουπών υπό συνθήκες όσο το δυνατόν εγγύτερες προς τις πραγματικές συνθήκες χρήσεως, απαιτώντας να έχει γεμίσει το δοχείο της ηλεκτρικής σκούπας μέχρι ένα ορισμένο σημείο και λαμβάνοντας, πάντως, υπόψη τις απαιτήσεις που σχετίζονται με την επιστημονική εγκυρότητα των αποτελεσμάτων που προκύπτουν και με την ακρίβεια των πληροφοριών που παρέχονται στους καταναλωτές, όπως αυτές μνημονεύονται, ιδίως, στην αιτιολογική σκέψη 5 και στο άρθρο 5, στοιχείο βʹ, της οδηγίας αυτής (αναιρετική απόφαση, σκέψη 68).

69      Συναφώς, από τη σκέψη 68 της αναιρετικής αποφάσεως προκύπτει ότι, προκειμένου η μέθοδος που προκρίνεται από την Επιτροπή να συνάδει με τα ουσιώδη στοιχεία της οδηγίας 2010/30, πρέπει να πληρούνται σωρευτικώς δύο προϋποθέσεις.

70      Αφενός, για τη μέτρηση της ενεργειακής απόδοσης των ηλεκτρικών σκουπών υπό συνθήκες όσο το δυνατόν εγγύτερες προς τις πραγματικές συνθήκες χρήσεως, απαιτείται το δοχείο της ηλεκτρικής σκούπας να έχει γεμίσει μέχρι ένα ορισμένο σημείο.

71      Αφετέρου, η μέθοδος που προκρίνεται πρέπει να πληροί ορισμένες απαιτήσεις που σχετίζονται με την επιστημονική εγκυρότητα των αποτελεσμάτων που προκύπτουν και με την ακρίβεια των πληροφοριών που παρέχονται στους καταναλωτές.

72      Πλην όμως, εν προκειμένω, τόσο από το άρθρο 7 του προσβαλλόμενου κανονισμού όσο και από το σύνολο της δικογραφίας στην υπό κρίση υπόθεση προκύπτει ότι η Επιτροπή επέλεξε μια μέθοδο υπολογισμού της ενεργειακής απόδοσης των ηλεκτρικών σκουπών η οποία στηρίζεται σε άδειο δοχείο.

73      Επομένως, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι η πρώτη προϋπόθεση που προβλέπεται από την εξουσιοδοτική πράξη, όπως η πράξη αυτή ερμηνεύθηκε με την αναιρετική απόφαση, δεν πληρούται.

74      Η διαπίστωση αυτή αρκεί για να συναχθεί το συμπέρασμα ότι η Επιτροπή παρέβλεψε ένα ουσιώδες στοιχείο της εξουσιοδοτικής πράξεως.

75      Συγκεκριμένα, στον βαθμό που η μέθοδος την οποία επέλεξε η Επιτροπή δεν πληροί την πρώτη προϋπόθεση, δεν είναι αναγκαίο να αποφανθεί το Γενικό Δικαστήριο επί του ζητήματος αν η μέθοδος αυτή πληροί τη δεύτερη προϋπόθεση που ορίζει η εξουσιοδοτική πράξη που περιέχεται στην οδηγία 2010/30.

76      Επιπλέον, αν καμία μέθοδος υπολογισμού η οποία πραγματοποιείται με το δοχείο γεμάτο μέχρι ένα ορισμένο σημείο δεν πληροί τις απαιτήσεις αναφορικά με την επιστημονική εγκυρότητα των αποτελεσμάτων που προκύπτουν και την ακρίβεια των πληροφοριών που παρέχονται στους καταναλωτές, η Επιτροπή διατηρεί τη δυνατότητα να ασκήσει το δικαίωμά της νομοθετικής πρωτοβουλίας, σύμφωνα με το άρθρο 289, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ, προκειμένου να προτείνει στον νομοθέτη της Ένωσης την τροποποίηση της εξουσιοδοτικής πράξεως.

77      Κατά συνέπεια, το πρώτο σκέλος του πρώτου λόγου ακυρώσεως πρέπει να γίνει δεκτό.

78      Δεύτερον, κατά τη νομολογία, το γεγονός και μόνον ότι το Γενικό Δικαστήριο έκρινε βάσιμο έναν ισχυρισμό που προέβαλε η προσφεύγουσα προς στήριξη της προσφυγής της ακυρώσεως δεν του παρέχει τη δυνατότητα να ακυρώσει αυτομάτως την προσβαλλομένη πράξη στο σύνολό της. Συγκεκριμένα, δεν μπορεί να χωρήσει ολική ακύρωση όταν προφανώς προκύπτει ότι ο εν λόγω ισχυρισμός, ο οποίος αφορά μια ειδική μόνον πτυχή της προσβαλλομένης πράξεως, μπορεί να οδηγήσει σε μερική μόνον ακύρωση (απόφαση της 11ης Δεκεμβρίου 2008, Επιτροπή κατά Département du Loiret, C‑295/07 P, EU:C:2008:707, σκέψη 104).

79      Ωστόσο, κατά πάγια νομολογία, η μερική ακύρωση πράξεως της Ένωσης είναι δυνατή μόνον εφόσον τα στοιχεία των οποίων ζητείται η ακύρωση δύνανται να διαχωριστούν από την υπόλοιπη πράξη. Δεν πληρούται αυτή η προϋπόθεση της δυνατότητας διαχωρισμού οσάκις η μερική ακύρωση πράξεως έχει ως αποτέλεσμα να μεταβάλλει την ουσία της πράξεως (βλ. απόφαση της 11ης Δεκεμβρίου 2008, Επιτροπή κατά Département du Loiret, C‑295/07 P, EU:C:2008:707, σκέψεις 105 και 106 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

80      Εν προκειμένω, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι μερική ακύρωση του προσβαλλόμενου κανονισμού, ήτοι μόνον κατά το μέρος που με αυτόν η Επιτροπή επέλεξε μια μέθοδο υπολογισμού η οποία στηρίζεται σε άδειο δοχείο, δεν μπορεί να γίνει δεκτή.

81      Πράγματι, το τελευταίο αυτό στοιχείο δεν μπορεί να διαχωριστεί από την υπόλοιπη πράξη, δεδομένου ότι όλες οι πληροφορίες στις οποίες πρέπει να αναφέρεται η επισήμανση της κατανάλωσης ενέργειας από ηλεκτρικές σκούπες θεωρείται ότι συγκεντρώνονται βάσει αυτής της μεθόδου υπολογισμού.

82      Ως εκ τούτου, ο προσβαλλόμενος κανονισμός πρέπει να ακυρωθεί στο σύνολό του, χωρίς το Γενικό Δικαστήριο να απαιτείται να αποφανθεί ούτε επί του τρίτου λόγου ακυρώσεως ούτε επί των αιτημάτων περί απαραδέκτου των διαγραμμάτων που παρουσιάστηκαν κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση και τα οποία σχετίζονται με τον τρίτο λόγο ακυρώσεως.

 Επί των δικαστικών εξόδων

83      Κατά το άρθρο 219 του Κανονισμού Διαδικασίας, το Γενικό Δικαστήριο αποφαίνεται, με τις αποφάσεις που εκδίδει κατόπιν αναιρέσεως και αναπομπής, επί των δικαστικών εξόδων όσον αφορά, αφενός, τις ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου διαδικασίες και, αφετέρου, την ενώπιον του Δικαστηρίου αναιρετική διαδικασία.

84      Κατά το άρθρο 134, παράγραφος 1, του Κανονισμού Διαδικασίας, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα εφόσον υπάρχει σχετικό αίτημα του νικήσαντος διαδίκου. Δεδομένου ότι η Επιτροπή ηττήθηκε, πρέπει να φέρει, πέραν των δικαστικών εξόδων της, και τα έξοδα της προσφεύγουσας, σύμφωνα με το αίτημα αυτής, συμπεριλαμβανομένων των εξόδων που αφορούν την ενώπιον του Δικαστηρίου αναιρετική διαδικασία.

Για τους λόγους αυτούς,

ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (πέμπτο τμήμα)

αποφασίζει:

1)      Ακυρώνει τον κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμό (ΕΕ) 665/2013 της Επιτροπής, της 3ης Μαΐου 2013, που συμπληρώνει την οδηγία 2010/30/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά την επισήμανση της κατανάλωσης ενέργειας από ηλεκτρικές σκούπες.

2)      Καταδικάζει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα, συμπεριλαμβανομένων των εξόδων που αφορούν την ενώπιον του Δικαστηρίου αναιρετική διαδικασία.

Γρατσίας

Labucka

Ulloa Rubio

Δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στο Λουξεμβούργο στις 8 Νοεμβρίου 2018.

(υπογραφές)


*      Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική.