Language of document : ECLI:EU:T:2011:720

Υπόθεση T-421/07

Deutsche Post AG

κατά

Ευρωπαϊκής Επιτροπής

«Κρατικές ενισχύσεις – Μέτρα που έλαβαν οι γερμανικές αρχές υπέρ της Deutsche Post AG – Απόφαση περί κινήσεως της διαδικασίας του άρθρου 88, παράγραφος 2, ΕΚ – Μη έκδοση προηγούμενης οριστικής αποφάσεως – Απαράδεκτο»

Περίληψη της αποφάσεως

Προσφυγή ακυρώσεως – Πράξεις κατά των οποίων μπορεί να ασκηθεί προσφυγή – Πράξεις που παράγουν έννομα αποτελέσματα – Απόφαση της Επιτροπής περί κινήσεως επίσημης διαδικασίας ελέγχου κρατικού μέτρου υπό εκτέλεση, με την οποία το μέτρο χαρακτηρίζεται προσωρινώς ως νέα ενίσχυση – Πράξη κατά της οποίας μπορεί να ασκηθεί προσφυγή – Απόφαση της Επιτροπής περί κινήσεως επίσημης διαδικασίας ελέγχου των ίδιων μέτρων με εκείνα που αποτέλεσαν αντικείμενο προγενέστερης αποφάσεως περί κινήσεως διαδικασίας ελέγχου – Απαράδεκτη αν δεν έχει περατωθεί η πρώτη διαδικασία

(Άρθρα 87 § 1 ΕΚ, 88 §§ 2 και 3 ΕΚ και 230 ΕΚ· κανονισμός 659/199 του Συμβουλίου, άρθρο 7)

Πράξεις ή αποφάσεις δυνάμενες να αποτελέσουν αντικείμενο προσφυγής ακυρώσεως, κατά την έννοια του άρθρου 230 ΕΚ, αποτελούν μόνον τα μέτρα εκείνα των οποίων τα έννομα αποτελέσματα είναι δεσμευτικά και ικανά να επηρεάσουν τα συμφέροντα του προσφεύγοντος μεταβάλλοντας ουσιωδώς τη νομική του θέση. Τέτοια είναι η περίπτωση αποφάσεως περί κινήσεως της επίσημης διαδικασίας ελέγχου μιας κρατικής ενισχύσεως, όταν η Επιτροπή χαρακτηρίζει ένα υπό εκτέλεση μέτρο ως νέα ενίσχυση, και τούτο τόσο όταν οι αρχές του οικείου κράτους μέλους εκτιμούν ότι πρόκειται για υφιστάμενη ενίσχυση όσο και όταν αμφισβητούν ότι το εν λόγω μέτρο εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 87, παράγραφος 1, ΕΚ.

Ειδικότερα, η απόφαση περί κινήσεως της επίσημης διαδικασίας ελέγχου ενός υπό εκτέλεση μέτρου, το οποίο χαρακτηρίζεται ως νέα ενίσχυση από την Επιτροπή, μεταβάλλει κατ’ ανάγκη τις έννομες συνέπειες που επάγεται το εξεταζόμενο μέτρο, καθώς και τη νομική θέση των δικαιούχων επιχειρήσεων, ιδίως όσον αφορά τη συνέχιση εκτελέσεως του μέτρου αυτού. Η επίκληση παρόμοιας αποφάσεως θα ήταν, επίσης, δυνατή ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων, τα οποία καλούνται να συναγάγουν όλες τις απορρέουσες από την παράβαση του άρθρου 88, παράγραφος 3, τελευταία περίοδος, ΕΚ έννομες συνέπειες. Τέλος, η σχετική απόφαση ενδέχεται να οδηγήσει τις επιχειρήσεις, υπέρ των οποίων έχει ληφθεί το μέτρο, να αρνηθούν, εν πάση περιπτώσει, νέες καταβολές ή νέα πλεονεκτήματα ή να εξασφαλίζουν τα αναγκαία ποσά για ενδεχόμενες μεταγενέστερες οικονομικές αντισταθμίσεις. Οι επιχειρηματικοί κύκλοι θα λαμβάνουν επίσης υπόψη, στο πλαίσιο των σχέσεών τους με τις δικαιούχους επιχειρήσεις, την επισφαλή νομική και οικονομική θέση των επιχειρήσεων αυτών.

Αντιθέτως, μια τέτοια απόφαση δεν δύναται να επιφέρει αυτοτελή έννομα αποτελέσματα και δεν μπορεί, συνεπώς, να εκληφθεί ως απόφαση δυνάμενη να αποτελέσει αντικείμενο προσφυγής ακυρώσεως, καθόσον αφορά τα ίδια μέτρα με εκείνα που αποτέλεσαν αντικείμενο προγενέστερης αποφάσεως περί κινήσεως διαδικασίας ελέγχου, εφόσον δεν έχει περατωθεί η επίσημη διαδικασία ελέγχου των μέτρων αυτών και εφόσον, στο πλαίσιο της διαδικασίας αυτής, η Επιτροπή έχει ήδη επισημάνει ότι τα επίμαχα μέτρα μπορεί να εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της απαγορεύσεως του άρθρου 87, παράγραφος 1, ΕΚ.

Πράγματι, σε μια τέτοια περίπτωση, τα αυτοτελή έννομα αποτελέσματα που επάγεται η επίσημη διαδικασία ελέγχου επήλθαν ήδη μετά την έκδοση της πρώτης αποφάσεως περί κινήσεως της διαδικασίας αυτής.

(βλ. σκέψεις 49-51, 61, 63)