Language of document : ECLI:EU:T:2011:124

Υπόθεση T-36/10

Internationaler Hilfsfonds eV

κατά

Ευρωπαϊκής Επιτροπής

«Προσφυγή ακυρώσεως – Πρόσβαση στα έγγραφα – Κανονισμός (EK) 1049/2001 – Έγγραφα σχετικά με τη σύμβαση LIEN 97-2011 – Απάντηση σε αρχική αίτηση – Προθεσμία ασκήσεως προσφυγής – Προδήλως απαράδεκτο – Σιωπηρή άρνηση προσβάσεως – Έννομο συμφέρον – Ρητή απόφαση εκδοθείσα μετά την άσκηση της προσφυγής – Κατάργηση της δίκης»

Περίληψη της διατάξεως

1.      Προσφυγή ακυρώσεως – Προθεσμίες – Χαρακτήρας δημοσίας τάξεως – Αυτεπάγγελτη εξέταση από τον δικαστή της Ένωσης

(Άρθρο 263, εδ. 6, ΣΛΕΕ· Κανονισμός Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, άρθρο 101 § 2)

2.      Προσφυγή ακυρώσεως – Πράξεις δεκτικές προσφυγής – Έννοια – Πράξεις που παράγουν δεσμευτικά έννομα αποτελέσματα – Σιγή ή αδράνεια θεσμικού οργάνου – Εξομοίωση προς σιωπηρή απορριπτική απόφαση – Δεν περιλαμβάνεται – Όρια – Έλλειψη απαντήσεως σε επιβεβαιωτικό αίτημα εντός της προβλεπομένης προθεσμίας

(Άρθρο 263 ΣΛΕΕ· κανονισμός 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 8 § 3)

3.      Προσφυγή ακυρώσεως – Έννομο συμφέρον – Περίπτωση όπου αυτό παύει να υπάρχει κατόπιν γεγονότος επελθόντος μετά την άσκηση της προσφυγής

(Άρθρο 263ΣΛΕΕ· κανονισμός 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου)

4.      Διαδικασία – Δικαστικά έξοδα – Πρόδηλη υπέρβαση εκ μέρους θεσμικού οργάνου της προθεσμίας απαντήσεως σε επιβεβαιωτικό αίτημα προσβάσεως σε έγγραφα – Προστασία των δικαιωμάτων του προσφεύγοντος που επιβάλλει την άσκηση προσφυγής ακυρώσεως κατά της σιωπηρής απορριπτικής αποφάσεως – Καταδίκη του θεσμικού οργάνου στα δικαστικά έξοδά του αλλά και σε εκείνα του προσφεύγοντος τα οποία αφορούν τα στρεφόμενα κατά της εν λόγω αποφάσεως αιτήματα

(Κανονισμός Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, άρθρο 87 § 6· κανονισμός 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 8)

1.      Η δίμηνη προθεσμία ασκήσεως προσφυγής που προβλέπει το άρθρο 263, έκτο εδάφιο, ΣΛΕΕ είναι δημοσίας τάξεως, δεδομένου ότι τάσσεται για να εξασφαλίζεται η σαφήνεια και η βεβαιότητα των εννόμων καταστάσεων και για να αποφεύγεται κάθε δυσμενής διάκριση ή αυθαίρετη μεταχείριση κατά την απονομή της δικαιοσύνης, εναπόκειται δε στον δικαστή της Ένωσης να εξετάζει αυτεπαγγέλτως αν τηρήθηκε η προθεσμία αυτή.

Επομένως, πρέπει να κρίνεται εκπρόθεσμη και να απορρίπτεται ως προδήλως απαράδεκτη, χωρίς να απαιτείται να εξετάζονται οι λοιπές ενστάσεις απαραδέκτου της Επιτροπής, προσφυγή που αποσκοπεί στην ακύρωση αποφάσεως της Επιτροπής με την οποία η τελευταία αρνείται σε νομικό πρόσωπο την πλήρη πρόσβαση στον φάκελο που αφορά σύμβαση συναφθείσα μεταξύ του νομικού αυτού προσώπου και της Επιτροπής, όταν την ημέρα της ασκήσεώς της η ως άνω προθεσμία είχε λήξει τουλάχιστον ένα μήνα και τρεις ημέρες νωρίτερα, συνυπολογιζομένης της δεκαήμερης παρεκτάσεως λόγω αποστάσεως, και της παρατάσεως, σύμφωνα με το άρθρο 101, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας, της προθεσμίας όταν η λήξη της συμπίπτει με ημέρα Σάββατο, Κυριακή ή με κατά νόμον εορτάσιμη ημέρα.

(βλ. σκέψεις 31, 34-35)

2.      Μόνη η σιωπή θεσμικού οργάνου δεν μπορεί να συνιστά σιωπηρή απόφαση, γιατί διαφορετικά τίθεται υπό αμφισβήτηση το σύστημα παροχής μέσων ενδίκου προστασίας που θεσπίζεται από τη Συνθήκη ΛΕΕ, με εξαίρεση τις περιπτώσεις στις οποίες υφίστανται ρητές διατάξεις προβλέπουσες σχετική προθεσμία, από της λήξεως της οποίας λογίζεται ότι έχει ληφθεί μια τέτοια απόφαση εκ μέρους του θεσμικού οργάνου που έχει κληθεί να λάβει θέση, και προσδιορίζουσες το περιεχόμενο της αποφάσεως αυτής.      

Επομένως, εφόσον οι διατάξεις του άρθρου 8, παράγραφος 3, του κανονισμού 1049/2001, για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, αφενός, τάσσουν ρητώς προθεσμία κατά τη λήξη της οποίας, ελλείψει αποφάσεως εκδιδομένης σε απάντηση στην επιβεβαιωτική αίτηση, το οικείο θεσμικό όργανο λογίζεται ότι έλαβε σιωπηρή απόφαση και, αφετέρου, προσδιορίζουν το περιεχόμενο της αποφάσεως αυτής, ήτοι ότι πρόκειται για αρνητική απόφαση, και εφόσον, όπως εξάλλου ορίζεται στο ίδιο άρθρο 8, παράγραφος 3, ο νομοθέτης σαφώς προέβλεψε ότι η ως άνω σιωπηρή απορριπτική απόφαση μπορεί να αποτελέσει το αντικείμενο ένδικης προσφυγής εκ μέρους του αιτούντος σύμφωνα με τις διατάξεις της Συνθήκης ΛΕΕ, η σιωπή θεσμικού οργάνου κατόπιν επιβεβαιωτικής αιτήσεως υποβληθείσας σύμφωνα με τον κανονισμό 1049/2001 πρέπει να λογίζεται ως σιωπηρή απορριπτική απόφαση που μπορεί να αποτελέσει το αντικείμενο ένδικης προσφυγής σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 263 ΣΛΕΕ.

(βλ. σκέψεις 38, 40-42)

3.      Εάν οι προϋποθέσεις του παραδεκτού της προσφυγής εκτιμώνται κατά το χρονικό σημείο της ασκήσεως της προσφυγής, με την επιφύλαξη της απώλειας του εννόμου συμφέροντος, που αποτελεί διαφορετικό ζήτημα, προς εξασφάλιση της ορθής απονομής της δικαιοσύνης, η διαπίστωση αυτή περί του χρόνου εκτιμήσεως του παραδεκτού δεν μπορεί να εμποδίσει το Γενικό Δικαστήριο να διαπιστώσει ότι η έκδοση αποφάσεως επί της προσφυγής παρέλκει στην περίπτωση κατά την οποία ο προσφεύγων που είχε αρχικώς έννομο συμφέρον έπαυσε να έχει οποιουδήποτε είδους προσωπικό συμφέρον για την ακύρωση της οικείας αποφάσεως λόγω γεγονότος που συνέβη κατόπιν της ασκήσεως της προσφυγής. Πράγματι, για να μπορεί ο προσφεύγων να ασκήσει προσφυγή περί ακυρώσεως αποφάσεως, πρέπει να αντλεί διαρκώς προσωπικό συμφέρον από την ακύρωση της προσβαλλομένης αποφάσεως, διότι, διαφορετικά, αν το έννομο συμφέρον του προσφεύγοντος εκλείψει κατά τη διάρκεια της διαδικασίας, η απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου επί της ουσίας δεν θα μπορεί να του αποφέρει κανένα όφελος.

Καταργείται η δίκη επί προσφυγής που στρέφεται κατά σιωπηρής απορριπτικής αποφάσεως προσβάσεως σε έγγραφα ασκηθείσα σύμφωνα με τον κανονισμό 1049/2001, για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, όταν ο προσφεύγων δεν έχει πλέον προσωπικό συμφέρον προς ακύρωση της εν λόγω αποφάσεως λόγω της εκδόσεως από την Επιτροπή νέας αποφάσεως με την οποία απαντά ρητώς στην επιβεβαιωτική αίτηση και, επομένως, προβαίνει εμμέσως σε ανάκληση της σιωπηρής απορριπτικής αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 46, 50)

4.      Σε περίπτωση που θεσμικό όργανο προδήλως έχει υπερβεί την προθεσμία εντός της οποίας όφειλε να απαντήσει σε επιβεβαιωτική αίτηση, δυνάμει του άρθρου 8 του κανονισμού 1049/2001, για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, οπότε ο προσφεύγων δεν είχε άλλη επιλογή, προκειμένου να διασφαλίσει τα δικαιώματά του, παρά να ασκήσει προσφυγή κατά της σιωπηρής απορριπτικής αποφάσεως, το θεσμικό αυτό όργανο πρέπει να καταδικάζεται στα δικά του δικαστικά έξοδα καθώς και στα έξοδα εκείνα του προσφεύγοντος τα οποία αφορούν τα αιτήματα ακυρώσεως που στρέφονται κατά της ως άνω σιωπηρής απορριπτικής αποφάσεως.

(βλ. σκέψη 55)