Language of document : ECLI:EU:T:2011:747

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (αναιρετικό τμήμα)

της 14ης Δεκεμβρίου 2011

Υπόθεση T‑6/11 P

Ευρωπαϊκή Επιτροπή

κατά

Isabel Vicente Carbajosa κ.λπ.

«Αίτηση αναιρέσεως — Υπαλληλική υπόθεση — Υπάλληλοι — Πρόσληψη — Προκήρυξη διαγωνισμού — Γενικός διαγωνισμός — Αποκλεισμός από τη γραπτή δοκιμασία κατόπιν των αποτελεσμάτων των προκριματικών δοκιμασιών — Κατανομή των αρμοδιοτήτων μεταξύ της EPSO και της εξεταστικής επιτροπής του διαγωνισμού — Αρχή της εκατέρωθεν ακροάσεως»

Αντικείμενο:      Αίτηση αναιρέσεως κατά της αποφάσεως του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης (πρώτο τμήμα) της 28ης Οκτωβρίου 2010, F‑9/09, Vicente Carbajosa κ.λπ. κατά Επιτροπής.

Απόφαση:      Η απόφαση του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 28ης Οκτωβρίου 2010, F‑9/09, Vicente Carbajosa κ.λπ. κατά Επιτροπής, αναιρείται στο μέτρο που ακυρώνει τις αποφάσεις της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Επιλογής Προσωπικού (EPSO) περί μη εγγραφής της Isabel Vicente Carbajosa όσον αφορά τον διαγωνισμό EPSO/AD/117/08 και των Niina Lehtinen και Myriam Menchén όσον αφορά τον διαγωνισμό EPSO/AD/116/08 στον πίνακα των υποψηφίων που καλούνται να υποβάλουν πλήρη υποψηφιότητα. Οι αποφάσεις περί μη εγγραφής της I. Vicente Carbajosa όσον αφορά τον διαγωνισμό EPSO/AD/117/08 και των N. Lehtinen και M. Menchén όσον αφορά τον διαγωνισμό EPSO/AD/116/08 στον πίνακα των υποψηφίων που καλούνται να υποβάλουν πλήρη υποψηφιότητα ακυρώνονται. Οι I. Vicente Carbajosa, N. Lehtinen και M. Menchén και η Επιτροπή φέρουν, εκάστη, τα δικαστικά έξοδά τους στην παρούσα δίκη.

Περίληψη

1.      Δίκαιο της Ένωσης — Αρχές — Δικαιώματα άμυνας — Αρχή της εκατέρωθεν ακροάσεως — Διεξαγωγή της ένδικης διαδικασίας κατ’ αντιμωλίαν — Περιεχόμενο — Δικαστική απόφαση ακυρώνουσα απόφαση βάσει λόγου ακυρώσεως που ελήφθη υπόψη αυτεπαγγέλτως χωρίς να κληθούν οι διάδικοι να διατυπώσουν τις παρατηρήσεις τους — Παραβίαση της εν λόγω αρχής

2.      Υπάλληλοι — Διαγωνισμός — Έννοια — Προκαταρκτικό στάδιο περιλαμβάνον προκριματικές δοκιμασίες με ερωτήσεις πολλαπλής επιλογής — Εμπίπτει

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, παράρτημα III)

3.      Υπάλληλοι — Διαγωνισμός — Διεξαγωγή του διαγωνισμού — Κατανομή των αρμοδιοτήτων μεταξύ της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Επιλογής Προσωπικού (EPSO), της αρμόδιας για τους διορισμούς αρχής και της εξεταστικής επιτροπής

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρο 30, εδ. 1· παράρτημα ΙΙΙ, άρθρα 1 § 1 και 5· απόφαση 2002/621 των Γενικών Γραμματέων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου, της Επιτροπής, του Γραμματέα του Δικαστηρίου, των Γενικών Γραμματέων του Ελεγκτικού Συνεδρίου, της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής, της Επιτροπής των Περιφερειών και του αντιπροσώπου του Ευρωπαίου Διαμεσολαβητή, άρθρο 1 §§ 1 και 2, στοιχείο γ΄)

1.      Τα δικαιώματα άμυνας κατέχουν εξέχουσα θέση στην οργάνωση και τη διεξαγωγή της δίκαιης δίκης και περιλαμβάνουν την αρχή της κατ’ αντιμωλίαν διεξαγωγής της δίκης. Η αρχή αυτή έχει εφαρμογή σε κάθε διαδικασία που μπορεί να καταλήξει στην εκ μέρους κοινοτικού οργάνου έκδοση αποφάσεως η οποία θίγει σοβαρά τα συμφέροντα ενός προσώπου. Κατά κανόνα, συνεπάγεται το δικαίωμα των διαδίκων να λαμβάνουν θέση επί των πραγματικών περιστατικών και των εγγράφων επί των οποίων πρόκειται να στηριχθεί η δικαστική απόφαση, καθώς και το δικαίωμά τους να συζητήσουν τα αποδεικτικά στοιχεία και τις υποβληθείσες ενώπιον του δικαστή παρατηρήσεις, καθώς και τους νομικούς ισχυρισμούς τους οποίους λαμβάνει υπόψη του αυτεπαγγέλτως ο δικαστής και επί των οποίων πρόκειται να στηρίξει την απόφασή του. Συγκεκριμένα, προς τήρηση των σχετικών με το δικαίωμα για δίκαιη δίκη επιταγών, πρέπει οι διάδικοι να μπορούν να συζητήσουν κατ’ αντιμωλίαν τόσο τα πραγματικά όσο και τα νομικά στοιχεία που έχουν αποφασιστική σημασία για την έκβαση της δίκης. Ο δικαστής πρέπει να τηρεί και ο ίδιος την αρχή της κατ’ αντιμωλίαν συζητήσεως, ιδίως όταν επιλύει διαφορά στηριζόμενος σε λόγο τον οποίο λαμβάνει υπόψη αυτεπαγγέλτως.

Όταν ένας λόγος δημοσίας τάξεως ούτε προβλήθηκε από διάδικο ούτε συζητήθηκε μεταξύ των διαδίκων κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση στο πλαίσιο μιας υποθέσεως, αλλά μόνον στο πλαίσιο άλλων υποθέσεων, το δε Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης ακύρωσε τις επίδικες αποφάσεις βάσει του λόγου αυτού που έλαβε υπόψη αυτεπαγγέλτως χωρίς να έχει προηγουμένως καλέσει τους διαδίκους, κατά τη διάρκεια της έγγραφης ή της προφορικής διαδικασίας, να διατυπώσουν τις παρατηρήσεις τους επί του λόγου αυτού, το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης παραβιάζει την αρχή της κατ’ αντιμωλίαν διεξαγωγής της δίκης. Πρέπει, ωστόσο, να εξετάζεται, βάσει εκτιμήσεως των ιδιαιτέρων περιστάσεων της συγκεκριμένης υποθέσεως, μήπως ο τρόπος ενέργειας του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης μπορεί να θεωρηθεί θεμιτός λόγω του ότι, ακόμα και αν δεν είχε σημειωθεί η πλημμέλεια αυτή, η δίκη δεν θα μπορούσε να καταλήξει σε διαφορετικό αποτέλεσμα, οπότε η μη τήρηση της αρχής της κατ’ αντιμωλίαν διεξαγωγής της δίκης δεν μπορούσε να επηρεάσει το περιεχόμενο της δικαστικής αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 25, 30 έως 32)

Παραπομπή:

ΔΕΕ, 2 Δεκεμβρίου 2009, C‑89/08 P, Επιτροπή κατά Ιρλανδίας κ.λπ., Συλλογή 2009, σ. I‑11245, σκέψη 54· 17 Δεκεμβρίου 2009, C‑197/09 RX‑II, Επανεξέταση M κατά EMEA, Συλλογή 2009, σ. I‑12033, σκέψεις 39 έως 41 και 52 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία

2.      Στο πλαίσιο του πρώτου σταδίου διαγωνισμού για την πρόσληψη μονίμων υπαλλήλων, οι προκριματικές δοκιμασίες που συνίστανται σε ερωτήσεις πολλαπλής επιλογής έχουν συγκριτικό χαρακτήρα, ο οποίος είναι συμφυής με την ίδια την έννοια του διαγωνισμού, εφόσον δεν αρκεί η βάση στις δοκιμασίες αυτές, αλλά, για την πρόσβαση στο δεύτερο στάδιο του διαγωνισμού, ο υποψήφιος πρέπει να περιλαμβάνεται στον προκαθορισμένο αριθμό υποψηφίων οι οποίοι έλαβαν τους καλύτερους βαθμούς στις προκριματικές δοκιμασίες. Συνεπώς, το στάδιο αυτό δεν αποτελεί απλώς τυπικό στοιχείο της διαδικασίας του συγκεκριμένου διαγωνισμού, αλλά έχει, και αυτό, τον χαρακτήρα διαγωνισμού.

(βλ. σκέψη 54)

3.      Το άρθρο 1, παράγραφος 1, στοιχεία β΄ και ε΄, του παραρτήματος III του ΚΥΚ, κατά το οποίο η αρμόδια για τους διορισμούς αρχή πρέπει να καθορίζει, στην προκήρυξη του διαγωνισμού, το είδος (διαγωνισμός βάσει τίτλων, βάσει εξετάσεων ή βάσει τίτλων και εξετάσεων) και, σε περίπτωση διαγωνισμού βάσει εξετάσεων, τη φύση των εξετάσεων και τον αντίστοιχο τρόπο βαθμολογήσεώς τους, δεν κάνει λόγο για οποιαδήποτε αρμοδιότητα της αρμόδιας για τους διορισμούς αρχής όσον αφορά την επιλογή και την αξιολόγηση των ερωτήσεων που τίθενται στο πλαίσιο του διαγωνισμού. Πράγματι, εφόσον, δυνάμει του άρθρου 1, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του εν λόγω παραρτήματος III, οι τρόποι διεξαγωγής διαγωνισμού είναι βάσει τίτλων, βάσει εξετάσεων ή βάσει τίτλων και εξετάσεων, η διάταξη αυτή δεν αποσκοπεί στον καθορισμό του περιεχομένου των εξετάσεων. Όσον αφορά το άρθρο 1, παράγραφος 1, στοιχείο ε΄, του εν λόγω παραρτήματος, καίτοι ο καθορισμός των βάσεων επιτυχίας στις εξετάσεις εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της έννοιας «φύση των εξετάσεων και αντίστοιχος τρόπος βαθμολογήσεώς τους», εντούτοις αυτό δεν συμβαίνει προκειμένου περί του καθορισμού του περιεχομένου των τιθεμένων στο πλαίσιο ενός διαγωνισμού ερωτήσεων. Το παράρτημα ΙΙΙ του ΚΥΚ δεν προβλέπει ρητώς ποιος καθορίζει το περιεχόμενο των δοκιμασιών προεπιλογής και ποιος επιβλέπει το στάδιο αυτό του διαγωνισμού. Η αρμοδιότητα αυτή δεν απονέμεται ρητώς ούτε στην αρμόδια για τους διορισμούς αρχή ούτε στην εξεταστική επιτροπή του διαγωνισμού.

Το άρθρο 30, πρώτο εδάφιο, του ΚΥΚ και το άρθρο 5, πρώτο εδάφιο, του παραρτήματος III του ΚΥΚ προβλέπουν, αντιστοίχως, ότι εναπόκειται στην εξεταστική επιτροπή να καταρτίζει τον πίνακα ικανότητας των υποψηφίων και τον κατάλογο των υποψηφίων που πληρούν τους όρους που καθορίζονται από την προκήρυξη του διαγωνισμού. Λαμβανομένων υπόψη αυτών των αρμοδιοτήτων, η λειτουργία που επιτελεί η εξεταστική επιτροπή είναι κρίσιμη στο πλαίσιο της διεξαγωγής του διαγωνισμού.

Πριν από την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Επιλογής Προσωπικού (EPSO), η αρμόδια για τους διορισμούς αρχή είχε ευρεία εξουσία εκτιμήσεως ως προς τον καθορισμό των προϋποθέσεων και του τρόπου διοργανώσεως ενός διαγωνισμού, η δε εξεταστική επιτροπή διέθετε ευρεία εξουσία εκτιμήσεως ως προς τον τρόπο και το λεπτομερές περιεχόμενο των εξετάσεων που προβλέπονται στο πλαίσιο ενός διαγωνισμού, έχοντας επίσης αρμοδιότητα εποπτείας ενός ενδεχόμενου πρώτου σταδίου προεπιλογής των υποψηφίων διοργανούμενου από την αρμόδια για τους διορισμούς αρχή. Η κατανομή αυτή των αρμοδιοτήτων μεταξύ της αρμόδιας για τους διορισμούς αρχής και της εξεταστικής επιτροπής δεν επηρεάστηκε από την ίδρυση, το 2002, της EPSO, τα καθήκοντα της οποίας όσον αφορά τη διεξαγωγή διαγωνισμού για την πρόσληψη μονίμων υπαλλήλων είναι κυρίως οργανωτικού χαρακτήρα. Πράγματι, η αποστολή της EPSO είναι να διασφαλίζει ότι εφαρμόζονται ομοιόμορφα πρότυπα στις διαδικασίες επιλογής των μονίμων υπαλλήλων. Αφορά τον καθορισμό, γενικώς, των διαδικασιών επιλογής των μονίμων υπαλλήλων και όχι το περιεχόμενο των δοκιμασιών των επιμέρους διαγωνισμών.

Η EPSO ασκεί μεν τις εξουσίες επιλογής που έχουν ανατεθεί στην αρμόδια για τους διορισμούς αρχή στον τομέα των διαγωνισμών, τόσο όμως η επιλογή όσο και η αξιολόγηση των θεμάτων των ερωτήσεων που τίθενται στο πλαίσιο ενός διαγωνισμού εκφεύγουν της αρμοδιότητάς της. Πράγματι, στο πλαίσιο του άρθρου 1, παράγραφος 1, πρώτη περίοδος, της αποφάσεως 2002/621, που αφορά την οργάνωση και λειτουργία της EPSO και το οποίο ορίζει ότι η EPSO είναι επιφορτισμένη με τη διοργάνωση των γενικών διαγωνισμών ώστε τα όργανα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων να διαθέτουν υπαλλήλους υπό τους βέλτιστους επαγγελματικούς και οικονομικούς όρους, η παράγραφος 2, στοιχείο γ΄, του εν λόγω άρθρου αναθέτει στην EPSO μάλλον καθήκον επικουρίας της εξεταστικής επιτροπής κατά τη διεξαγωγή ενός διαγωνισμού, καθόσον της έχει ανατεθεί ο προσδιορισμός των μεθόδων και των τεχνικών επιλογής.

(βλ. σκέψεις 60 έως 62, 64, 67, 68, 72, 74 και 75)

Παραπομπή:

ΓΔΕΕ, 5 Μαρτίου 2003, T‑24/01, Staelen κατά Κοινοβουλίου, Συλλογή Υπ.Υπ. 2003, σ. I‑A‑79 και II‑423, σκέψη 51· 17 Σεπτεμβρίου 2003, T‑233/02, Αλεξανδράτος και Παναγιώτου κατά Συμβουλίου, Συλλογή Υπ.Υπ. 2003, σ. I‑A‑201 και II‑989, σκέψη 26· 26 Οκτωβρίου 2004, T‑207/02, Falcone κατά Επιτροπής, Συλλογή Υπ.Υπ. 2004, σ. I‑A‑305 και II‑1393, σκέψεις 31, 38 και 39· 14 Ιουλίου 2005, T‑371/03, Le Voci κατά Συμβουλίου, Συλλογή Υπ.Υπ. 2005, σ. I‑A‑209 και II‑957, σκέψη 41