Language of document :

Προσφυγή της 4ης Ιανουαρίου 2011 - Πορτογαλία κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-2/11)

Γλώσσα διαδικασίας: η πορτογαλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Πορτογαλική Δημοκρατία (εκπρόσωποι: L. Inez Fernandes, M. Figueiredo και J. Saraiva de Almeida)

Καθής: Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

να ακυρώσει την απόφαση της Επιτροπής C(2010) 7555, της 4ης Νοεμβρίου 2010, περί εξαιρέσεως από τη χρηματοδότηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης ορισμένων δαπανών που πραγματοποιήθηκαν από τα κράτη μέλη στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου Προσανατολισμού και Εγγυήσεων (ΕΓΤΠΕ), τμήμα Εγγυήσεων, στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου Εγγυήσεων (ΕΓΤΕ) και στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΓΤΑΑ), καθ' όσον εφαρμόζει στην Πορτογαλία κατ' αποκοπήν χρηματική διόρθωση επί του Μέτρου POSEI, επί των ετών 2005, 2006 και 2007, συνολικού ύψους 743 251,25 ευρώ·

να καταδικάσει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή στο σύνολο των δικαστικών εξόδων.

Λόγοι ακυρώσεως

Η προσφεύγουσα επικαλείται τέσσερις λόγους ακυρώσεως: παράβαση του άρθρου 11 του κανονισμού 885/20061· εσφαλμένη ερμηνεία της εικοστής ογδόης αιτιολογικής σκέψης του κανονισμού 43/20032· παράβαση της παραγράφου 4 του άρθρου 7 του κανονισμού 1258/19993· παραβίαση των αρχών της ισότητας και της αναλογικότητας.

Με τον πρώτο της λόγο, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι η Επιτροπή παραβίασε το άρθρο 11 του κανονισμού 885/2006 καθ' όσον δεν παρέθεσε οποιαδήποτε αποτελέσματα έρευνας ούτε οποιεσδήποτε παρατηρήσεις σχετικά με τα έτη 2005 και 2006, εμποδίζοντας έτσι τι πορτογαλικές αρχές ν' αποδείξουν ότι τα πορίσματά της ήσαν ανακριβή ως προς τα έτη αυτά ή να διορθώσει τυχόν ανεπάρκειες ούτως ώστε να συμμορφωθεί με τους κοινοτικούς κανόνες και, κατά συνέπεια, εμποδίζοντάς τις να τύχουν της διαδικαστικής εγγυήσεως την οποία παρέχει η εν λόγω διάταξη στα κράτη μέλη.

Με τον δεύτερο λόγο της, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι η Επιτροπή ερμήνευσε εσφαλμένα την εικοστή όγδοη αιτιολογική σκέψη του κανονισμού 43/2003, καθ' όσον αφενός μεν έκρινε ότι ο διενεργηθείς από τις πορτογαλικές αρχές έλεγχος υπήρξε ανεπαρκής υπό το πρίσμα των κανόνων της Ενώσεως σε σύγκριση με τη βαρύτητα των διαπιστωθεισών πλημμελειών, χωρίς όμως ποτέ να εξηγήσει κατά πόσον και γιατί οι έλεγχοι αυτοί θα έπρεπε να ήσαν διαφορετικοί ή εντατικότεροι, αφετέρου δε έκρινε τον ίδιο αυτό έλεγχο επαρκή ως βάση υπολογισμού της χρηματικής διορθώσεως την οποία επέβαλε.

Επί πλέον, η Επιτροπή παρέβη την παράγραφο 4 του άρθρου 7 του κανονισμού 1258/1999, κατά την οποία η Επιτροπή αποφασίζει να αποκλείσει δαπάνες από την κοινοτική χρηματοδότηση σε περίπτωση που διαπιστώνει ότι οι δαπάνες αυτές δεν πραγματοποιήθηκαν σύμφωνα με τους κοινοτικούς κανόνες, καθ' όσον απέρριψε την κοινοτική χρηματοδότηση των δαπανών που πραγματοποίησε η Πορτογαλική Δημοκρατία κρίνοντας εσφαλμένα ότι αυτές δεν είχαν πραγματοποιηθεί σύμφωνα με τους κοινοτικούς κανόνες.

Με τον τρίτο της λόγο, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι η Επιτροπή παρέβη την παράγραφο 4 του άρθρου 7 του κανονισμού 1258/1999, καθ' όσον, κατά την εκκαθάριση των λογαριασμών ΕΓΤΠΕ-Εγγυήσεων, αγνόησε πλήρως τις οδηγίες που περιέχονται στο έγγραφο εργασίας VI/5330/97 της 23.12.1997, οδηγίες τις οποίες θέσπισε και επέβαλε στον εαυτό της στο πλαίσιο της εφαρμογής της ανωτέρω διατάξεως, όσον αφορά ειδικότερα τον υπολογισμό των χρηματικών διορθώσεων.

Τέλος, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι, επίσης λόγω μη συμμορφώσεως προς τις προαναφερθείσες οδηγίες, η Επιτροπή παραβίασε τις αρχές της ισότητας και της αναλογικότητας. Ειδικότερα, παραβίασε την αρχή της ισότητας καθ' όσον δεν αντιμετώπισε την περίπτωση της Πορτογαλικής Δημοκρατίας με τον ίδιο τρόπο με τον οποίο αντιμετώπισε άλλες όμοιες καταστάσεις, εφαρμόζοντας συγκεκριμένα συντελεστή χρηματικής διορθώσεως 5 %, σύμφωνα με τις εν λόγω οδηγίες. Παραβίασε την αρχή της αναλογικότητας καθ' όσον, λόγω ακριβώς της μη συμμορφώσεως με τις εν λόγω οδηγίες, η Επιτροπή εφάρμοσε συντελεστές διορθώσεως κατά πολύ υψηλότερους, ήτοι μεταξύ 44,32 % και 90,48 %, του συντελεστή που εδικαιολογείτο με βάση την προκείμενη οικονομική ζημία.

Για τους ίδιους αυτούς λόγους, η Επιτροπή παρέβη την παράγραφο 4 του άρθρου 7 του κανονισμού 1258/1999, κατά την οποία "η Επιτροπή υπολογίζει τα προς απόρριψη ποσά λαμβάνοντας υπόψη, ιδίως, την έκταση της διαπιστωθείσας έλλειψης συμμόρφωσης. Η Επιτροπή εκτιμά εν προκειμένω το είδος και τη σοβαρότητα της παράβασης, καθώς και την οικονομική ζημία που υπέστη η Κοινότητα".

____________

1 - Κανονισμός (ΕΚ) 885/2006 της Επιτροπής, της 21ης Ιουνίου 2006, για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) 1290/2005 του Συμβουλίου σχετικά με τη διαπίστευση των οργανισμών πληρωμών και άλλων οργανισμών και την εκκαθάριση των λογαριασμών του ΕΓΤΕ και του ΕΓΤΑΑ (ΕΕ 2006, L 171, σ. 90).

2 - Κανονισμός (ΕΚ) της Επιτροπής, της 23ης Δεκεμβρίου 2002, σχετικά με τη θέσπιση των λεπτομερειών εφαρμογής των κανονισμών του Συμβουλίου (ΕΚ) 1452/2001, (ΕΚ) 1453/2001 και (ΕΚ) 1454/2001 όσον αφορά τις ενισχύσεις για την τοπική παραγωγή φυτικών προϊόντων στις ιδιαίτερα απομακρυσμένες περιφέρειες της Ένωσης (ΕΕ 2003, L 7, σ. 25).

3 - Κανονισμός (ΕΚ) 1258/1999 του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1999, περί χρηματοδοτήσεως της κοινής γεωργικής πολιτικής (ΕΕ 1999, L 160, σ. 103).