Language of document : ECLI:EU:T:2016:455

Υπόθεση T-54/14

Goldfish BV κ.λπ.

κατά

Ευρωπαϊκής Επιτροπής

«Ανταγωνισμός – Συμπράξεις – Βελγική, γερμανική, γαλλική και ολλανδική αγορά γαρίδων της Βόρειας Θάλασσας – Απόφαση διαπιστώνουσα παράβαση του άρθρου 101 ΣΛΕΕ – Καθορισμός των τιμών και κατανομή των όγκων πωλήσεων – Παραδεκτό των αποδεικτικών στοιχείων – Χρήση, ως αποδεικτικού στοιχείου, κρυφών μαγνητοφωνήσεων τηλεφωνικών συνδιαλέξεων – Εκτίμηση της ικανότητας καταβολής του προστίμου – Πλήρης δικαιοδοσία»

Περίληψη – Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου (ένατο τμήμα)
της 8ης Σεπτεμβρίου 2016

1.      Ανταγωνισμός – Διοικητική διαδικασία – Απόφαση της Επιτροπής διαπιστώνουσα παράβαση –Αποδεικτικά στοιχεία που μπορούν να ληφθούν υπόψη – Στοιχεία συλλεγέντα νομίμως από την Επιτροπή, τα οποία είχαν προηγουμένως κτηθεί παρανόμως από τρίτο – Επιτρέπονται – Προϋποθέσεις – Τήρηση των αρχών της δίκαιης δίκης και των δικαιωμάτων άμυνας

(Άρθρα 101 ΣΛΕΕ και 263 ΣΛΕΕ· Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, άρθρα 7 και 47· κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρα 2 και 20)

2.      Ανταγωνισμός – Διοικητική διαδικασία – Απόφαση της Επιτροπής διαπιστώνουσα παράβαση – Η Επιτροπή φέρει το βάρος αποδείξεως της παραβάσεως και της διάρκειάς της – Βαθμός ακρίβειας που απαιτείται για τα αποδεικτικά στοιχεία που έλαβε υπόψη η Επιτροπή – Δέσμη ενδείξεων – Υποχρεώσεις, ως προς την απόδειξη, των επιχειρήσεων που αμφισβητούν ότι υπήρξε παράβαση

(Άρθρο 101 ΣΛΕΕ· κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρο 2· ανακοίνωση της Επιτροπής 2006/C 210/02)

3.      Ανταγωνισμός – Διοικητική διαδικασία – Απόφαση της Επιτροπής διαπιστώνουσα παράβαση –Αρχή της ελεύθερης εκτιμήσεως των αποδείξεων – Όρια – Τήρηση των θεμελιωδών δικαιωμάτων και των γενικών αρχών του δικαίου – Προσφυγή μόνο στους κανόνες και τις έννοιες του εθνικού δικαίου

(Άρθρο 101 ΣΛΕΕ)

4.      Ανταγωνισμός – Διοικητική διαδικασία – Απόφαση της Επιτροπής διαπιστώνουσα παράβαση – Χρησιμοποίηση δηλώσεων άλλων επιχειρήσεων οι οποίες μετείχαν στην παράβαση ως αποδεικτικών μέσων – Επιτρέπεται – Αποδεικτική ισχύς των εκούσιων καταθέσεων στις οποίες προβαίνουν οι κύριοι μετέχοντες σε σύμπραξη προκειμένου να τύχουν εφαρμογής της ανακοινώσεως περί συνεργασίας

(Άρθρο 101 ΣΛΕΕ· ανακοίνωση της Επιτροπής 2006/C 210/02)

5.      Ανταγωνισμός – Πρόστιμα – Ύψος – Καθορισμός – Κριτήρια – Υποχρέωση συνεκτιμήσεως της ελλειμματικής οικονομικής καταστάσεως της οικείας επιχειρήσεως – Δεν συντρέχει – Πραγματική ικανότητα καταβολής της επιχειρήσεως σε συγκεκριμένο κοινωνικό και οικονομικό πλαίσιο – Συνεκτίμηση – Προϋποθέσεις – Δικαστικός έλεγχος κατά πλήρη δικαιοδοσία

(Άρθρα 101 ΣΛΕΕ και 261 ΣΛΕΕ· κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρα 23 §§ 2 και 3 και 31· ανακοίνωση της Επιτροπής 2006/C 210/02, σκέψη 35)

1.      Ελλείψει κανονιστικής ρυθμίσεως της Ένωσης όσον αφορά την έννοια της αποδείξεως, όλα τα αποδεικτικά μέσα που επιτρέπονται από τα δικονομικά δίκαια των κρατών μελών σε παρόμοιες διαδικασίες είναι, καταρχήν, παραδεκτά.

Πάντως, είναι δυνατόν ορισμένες αποδείξεις να αποκλεισθούν από τη δικογραφία, ιδίως αν υφίστανται αμφιβολίες τόσο ως προς τον χαρακτήρα αυτόν καθεαυτό του αμφισβητούμενου εγγράφου όσο και ως προς το ζήτημα αν εκείνος που το επικαλείται το απέκτησε με νόμιμα μέσα.

Εξάλλου, η εξέταση της νομιμότητας των αποδεικτικών στοιχείων δεν μπορεί να μη λάβει υπόψη την υποχρέωση που υπέχουν τα θεσμικά όργανα να σεβαστούν τα θεμελιώδη δικαιώματα των ενδιαφερομένων. Κατά συνέπεια, το δίκαιο της Ένωσης δεν δύναται να επιτρέψει αποδείξεις που συγκεντρώθηκαν κατά τρόπο που παραβλέπει πλήρως τη διαδικασία η οποία προβλέπεται για τη συλλογή αποδείξεων και η οποία αποσκοπεί στη διασφάλιση των θεμελιωδών δικαιωμάτων των ενδιαφερομένων. Επομένως, η προσφυγή στη διαδικασία αυτή πρέπει να αντιμετωπίζεται ως ουσιώδης τύπος, κατά την έννοια του άρθρου 263, παράγραφος 2, ΣΛΕΕ.

Στο πλαίσιο αυτό, μαγνητοφωνήσεις τηλεφωνικών συνδιαλέξεων οι οποίες, αφενός, εκτήθησαν από την Επιτροπή κατά τη διάρκεια ελέγχου στα γραφεία μιας εκ των επιχειρήσεων που εμπλέκονταν σε σύμπραξη αντιβαίνουσα στους κανόνες ανταγωνισμού του δικαίου της Ένωσης και οι οποίες επομένως δεν έγιναν ούτε από την Επιτροπή ούτε από άλλη δημόσια αρχή, αλλά από ιδιώτη ο οποίος μετέσχε στις εν λόγω συνδιαλέξεις και, αφετέρου, νομίμως συνελέγησαν από την Επιτροπή, συνιστούν αποδεικτικά στοιχεία τα οποία νομοτύπως αποκτήθηκαν από την Επιτροπή και τα οποία είναι καταρχήν παραδεκτά στο πλαίσιο έρευνας για παράβαση του δικαίου περί ανταγωνισμού.

Όσον αφορά το ζήτημα αν η Επιτροπή δύναται να χρησιμοποιήσει αποδεικτικά στοιχεία τα οποία νομοτύπως συνέλεξε, ακόμη και αν αρχικώς τα στοιχεία αυτά είχαν κτηθεί από τρίτο, ενδεχομένως, κατά παράνομο τρόπο, παραδείγματος χάριν κατά παράβαση του δικαιώματος στον σεβασμό της ιδιωτικής ζωής του προσώπου που αποτέλεσε το αντικείμενο των επίδικων μαγνητοφωνήσεων, η χρήση ως αποδεικτικού μέσου μιας παράνομης εγγραφής εικόνας ή ήχου δεν προσκρούει αφεαυτής στις αρχές της δίκαιης δίκης που κατοχυρώνονται στο άρθρο 6, παράγραφος 1, της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως για την Προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ) και, συνεπώς, στο άρθρο 47 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, περιλαμβανομένης και της περιπτώσεως κατά την οποία το αποδεικτικό αυτό στοιχείο αποκτήθηκε κατά παράβαση των επιταγών του άρθρου 8 της ΕΣΔΑ, που αντιστοιχεί στο άρθρο 7 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων, όταν, αφενός, ο προσφεύγων δεν στερήθηκε τη διεξαγωγή μιας δίκαιης δίκης ούτε τα δικαιώματά του άμυνας και, αφετέρου, το στοιχείο αυτό δεν αποτέλεσε το μόνο αποδεικτικό μέσο επί του οποίου στηρίχθηκε η αιτιολόγηση της καταδίκης.

(βλ. σκέψεις 43-45, 47, 57-60, 62, 73, 76)

2.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 71, 91-95, 112-114, 127)

3.      Επί διαφορών στον τομέα του ανταγωνισμού, η εκτίμηση των αποδείξεων από την Επιτροπή διέπεται από το δίκαιο της Ένωσης. Συναφώς, παρά το γεγονός ότι ισχύει η αρχή της ελεύθερης εκτιμήσεως των αποδείξεων, πρέπει να ληφθούν υπόψη τα θεμελιώδη δικαιώματα καθώς και οι γενικές αρχές του δικαίου της Ένωσης.

Στο πλαίσιο αυτό, είναι μεν αληθές ότι ο δικαστής της Ένωσης μπορεί να εμπνέεται και από το δίκαιο των κρατών μελών. Τούτο δεν σημαίνει όμως ότι πρέπει να εφαρμοσθεί το δίκαιο του κράτους μέλους του οποίου η νομοθεσία σχετικά με τη διεξαγωγή των αποδείξεων είναι η αυστηρότερη, καθόσον τεκμαίρεται ότι τόσο οι εθνικές έννομες τάξεις όσο και το δίκαιο της Ένωσης ενσωματώνουν τις εγγυήσεις της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως για την Προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.

Ειδικότερα, όταν επί ορισμένου νομικού ζητήματος δεν συνάγεται καμία επικρατούσα τάση μεταξύ των εννόμων τάξεων των κρατών μελών της Ένωσης, η ενιαία ερμηνεία και εφαρμογή της αρχής της ελεύθερης απόδειξης στο επίπεδο της Ένωσης είναι απαραίτητες ώστε οι έλεγχοι της Επιτροπής στο πλαίσιο των διαδικασιών που αφορούν συμπράξεις να μπορούν να διεξαχθούν υπό συνθήκες ίσης μεταχείρισης των εμπλεκομένων επιχειρήσεων. Διαφορετικά, η προσφυγή σε νομικούς κανόνες ή έννοιες που ανήκουν στο εθνικό δίκαιο και διέπονται από τη νομοθεσία κράτους μέλους θα είχε ως αποτέλεσμα να θιγεί η ενότητα του δικαίου της Ένωσης.

(βλ. σκέψεις 77-79)

4.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 96-100, 123, 125)

5.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 134-148)