Language of document :

Αναίρεση που άσκησε στις 24 Σεπτεμβρίου 2007 η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Πρωτοδικείο (τέταρτο πενταμελές τμήμα) στις 11 Ιουλίου 2007 στην υπόθεση T-351/03 (Schneider Electric SA κατά Επιτροπής)

(Υπόθεση C-440/07 P)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Αναιρεσείουσα: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: M. Petite και F. Arbault)

Αντίδικοι κατ' αναίρεση: Schneider Electric SA, Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας, Γαλλική Δημοκρατία

Αιτήματα της αναιρεσείουσας

Η αναιρεσείουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

να αναιρέσει την απόφαση του Πρωτοδικείου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων της 11ης Ιουλίου 2007 στην υπόθεση Τ-351/03, Schneider Electric SA κατά Επιτροπής·

να καταδικάσει τη Schneider Electric SA στο σύνολο των δικαστικών εξόδων της Επιτροπής.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

Υπενθυμίζοντας, προκαταρκτικώς, ότι τρεις προϋποθέσεις απαιτείται να πληρούνται σωρευτικώς προς θεμελίωση της εξωσυμβατικής ευθύνης της Κοινότητας, ήτοι αντιστοίχως, η ύπαρξη πταίσματος, η ύπαρξη πραγματικής και βέβαιης ζημίας και άμεση αιτιώδης συνάφεια μεταξύ του πταίσματος και της ζημίας, η αναιρεσείουσα προβάλλει επτά λόγους αναιρέσεως.

Με τον πρώτο λόγο αναιρέσεως, η Επιτροπή υποστηρίζει ότι το Πρωτοδικείο, διαπιστώνοντας, αφενός, ότι η ίδια "παρέλειψε" να διατυπώσει την αιτίαση περί στηρίξεως των θέσεων της Schneider και της Legrand με την ανακοίνωση των αιτιάσεων της 3ης Αυγούστου και, αφετέρου, ότι η διατύπωση αυτή δεν παρουσίαζε "καμία ιδιαίτερη τεχνική δυσκολία", παραβίασε την ισχύ του δεδικασμένου, προέβη σε ανακριβείς πραγματικές διαπιστώσεις, παραμόρφωσε τα αποδεικτικά στοιχεία που υποβλήθηκαν στην εκτίμησή του και παρέβη την υποχρέωση αιτιολογήσεως των αποφάσεών του.

Με τον δεύτερο λόγο αναιρέσεως, η Επιτροπή υποστηρίζει ότι το Πρωτοδικείο προέβη σε εσφαλμένη χαρακτηρισμό των πραγματικών περιστατικών, υπέπεσε σε νομική πλάνη και παρέβη την υποχρέωση αιτιολογήσεως κρίνοντας ότι η διαδικαστική πλημμέλεια που διαπιστώθηκε με την απόφαση της 22ας Οκτωβρίου 2002, Τ-310/01, Schneider Electric κατά Επιτροπής, συνιστά "κατάφωρη" παραβίαση κανόνα δικαίου έχοντος ως αντικείμενο την απονομή δικαιωμάτων στους ιδιώτες.

Με τον τρίτο λόγο αναιρέσεως, η Επιτροπή υποστηρίζει ότι το Πρωτοδικείο προέβη σε εσφαλμένες πραγματικές διαπιστώσεις, παραμόρφωσε τα αποδεικτικά στοιχεία, προέβη σε εσφαλμένο χαρακτηρισμό των επιδίκων πραγματικών περιστατικών και υπέπεσε σε νομική πλάνη κρίνοντας ότι υφίσταται "επαρκώς άμεση αιτιώδης συνάφεια" μεταξύ του πταίσματος και της δεύτερης διαπιστωθείσας ζημίας, ήτοι της πρόωρης καταλήξεως των διαπραγματεύσεων της Schneider με τη Wendel-KKR ως προς την τιμή της εκχωρήσεως της Legrand SA.

Με τον τέταρτο λόγο αναιρέσεως, η Επιτροπή καταγγέλλει παραβίαση, εκ μέρους του Πρωτοδικείου, της υποχρεώσεως αιτιολογήσεως λόγω της αντιφάσεως που ενέχει η συλλογιστική του όσον αφορά την αιτιώδη συνάφεια που υφίσταται μεταξύ του πταίσματος και των διαφόρων διαπιστωθεισών ζημιών.

Με τον πέμπτο λόγο αναιρέσεως, η Επιτροπή υποστηρίζει ότι το Πρωτοδικείο προέβη σε ανακριβείς πραγματικές διαπιστώσεις, παραμόρφωσε τα αποδεικτικά στοιχεία και υπέπεσε σε νομική πλάνη μη αναγνωρίζοντας ότι η Schneider συνέβαλε στην πρόκληση του συνόλου της δεύτερης ζημίας της. Συγκεκριμένα, η επιχείρηση αυτή παρέβη από πολλές πλευρές την υποχρέωσή της να επιδείξει εύλογη επιμέλεια προς αποφυγή ή περιορισμό της ζημίας, ιδίως μη υποβάλλοντας αίτηση λήψεως ασφαλιστικών μέτρων σχετικά με την υποχρέωση εκχωρήσεως της Legrand που ισχυρίζεται ότι της επιβλήθηκε και επιλέγοντας να εκχωρήσει την επιχείρηση αυτή σε ημερομηνία κατά την οποία, εντούτοις, δεν υπείχε καμία σχετική υποχρέωση.

Με τον έκτο λόγο αναιρέσεως, η Επιτροπή προσάπτει στο Πρωτοδικείο ότι αποφάνθηκε ultra petita, παρέβη τους κανόνες που διέπουν το βάρος της αποδείξεως και προσέβαλε τα δικαιώματα άμυνας διαπιστώνοντας ζημία την οποία δεν είχε επικαλεστεί η ενάγουσα επιχείρηση.

Τέλος, με τον έβδομο και τελευταίο λόγο αναιρέσεως, η Επιτροπή υποστηρίζει ότι το Πρωτοδικείο υπέπεσε σε νομική πλάνη επιδικάζοντας στη Schneider συμβατικούς τόκους από της επελεύσεως της δεύτερης ζημίας στις 10 Δεκεμβρίου 2002.

____________