Language of document : ECLI:EU:T:2014:631

Υπόθεση T‑151/11

Telefónica de España, SA

και

Telefónica Móviles España, SA

κατά

Ευρωπαϊκής Επιτροπής

«Κρατικές ενισχύσεις — Δημόσια υπηρεσία ραδιοτηλεοπτικών μεταδόσεων — Ενίσχυση που η Ισπανία προτίθεται να χορηγήσει στην RTVE — Τροποποίηση του συστήματος χρηματοδοτήσεως — Αντικατάσταση των προερχομένων από τη διαφήμιση εσόδων με νέους φόρους βαρύνοντες τους επιχειρηματικούς φορείς που δραστηριοποιούνται στον τομέα της τηλεοράσεως και των τηλεπικοινωνιών — Απόφαση κρίνουσα την ενίσχυση συμβατή προς την εσωτερική αγορά — Διαδικαστικά δικαιώματα — Νέα ενίσχυση — Τροποποίηση του υφιστάμενου καθεστώτος ενισχύσεων — Φορολογικό μέτρο που αποτελεί τρόπο χρηματοδοτήσεως της ενισχύσεως — Ύπαρξη υποχρεωτικής σχέσεως προορισμού μεταξύ του φόρου και της ενισχύσεως — Άμεση επίδραση του προϊόντος του φόρου επί του ύψους της ενισχύσεως — Αναλογικότητα — Υποχρέωση αιτιολογήσεως»

Περίληψη — Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου (τρίτο τμήμα)

της 11ης Ιουλίου 2014

1.      Προσφυγή ακυρώσεως — Παραδεκτό — Επί της ουσίας απόρριψη μιας προσφυγής, χωρίς απόφαση επί του παραδεκτού — Εξουσία εκτιμήσεως του δικαστή της Ένωσης

(Άρθρο 263 ΣΛΕΕ)

2.      Ενισχύσεις χορηγούμενες από τα κράτη — Εξέταση των καταγγελιών — Κίνηση επίσημης διαδικασίας έρευνας — Προκαταρκτική αξιολόγηση που ενέχει κατ’ ανάγκην προσωρινό χαρακτήρα — Δυνατότητα των τρίτων ενδιαφερομένων να υποβάλουν παρατηρήσεις

(Άρθρο 108 § 2 ΣΛΕΕ· κανονισμός 659/1999 του Συμβουλίου, άρθρα 4 § 4, 6 § 1 και 7)

3.      Ενισχύσεις χορηγούμενες από τα κράτη — Υφιστάμενες ενισχύσεις και νέες ενισχύσεις — Μέτρο συνεπαγόμενο τροποποίηση καθεστώτος υφισταμένων ενισχύσεων — Τροποποίηση η οποία δεν επηρεάζει την ουσία του καθεστώτος και η οποία έχει το χαρακτηριστικό γνώρισμα ότι μπορεί να αποσπαστεί από το εν λόγω καθεστώς — Χαρακτηρισμός ως νέων ενισχύσεων μόνον εκείνων των στοιχείων του εν λόγω καθεστώτος, τα οποία επηρεάσθηκαν ουσιωδώς από την τροποποίηση

(Άρθρο 108 ΣΛΕΕ· κανονισμός 659/1999 του Συμβουλίου, άρθρο 1, στοιχείο γ΄· κανονισμός 794/2004 της Επιτροπής)

4.      Πράξεις των οργάνων — Αιτιολογία — Υποχρέωση αιτιολογήσεως — Περιεχόμενο — Απόφαση της Επιτροπής στον τομέα των κρατικών ενισχύσεων — Αντίφαση στην αιτιολογία — Επιτρέπεται — Προϋποθέσεις — Γνώση, εκ μέρους του αποδέκτη, της πραγματικής αιτιολογίας της αποφάσεως και ύπαρξη νομικού ερείσματος όσον αφορά τις ουσιαστικές διατάξεις της εν λόγω αποφάσεως

(Άρθρα 107 § 1 ΣΛΕΕ και 296 ΣΛΕΕ)

5.      Ενισχύσεις χορηγούμενες από τα κράτη — Διατάξεις της Συνθήκης — Πεδίο εφαρμογής — Φόροι που αποτελούν τρόπο χρηματοδοτήσεως ενός μέτρου ενισχύσεως — Έλλειψη υποχρεωτικής σχέσεως προορισμού μεταξύ του φόρου και της χρηματοδοτήσεως της σχετικής ενισχύσεως — Δεν εμπίπτει

(Άρθρα 107 ΣΛΕΕ και 108 ΣΛΕΕ)

6.      Προσφυγή ακυρώσεως — Έλεγχος της νομιμότητας — Κριτήρια — Συνεκτίμηση μόνον των πραγματικών και νομικών στοιχείων που υφίσταντο κατά τον χρόνο εκδόσεως της επίδικης πράξεως

(Άρθρο 263 ΣΛΕΕ)

7.      Ανταγωνισμός — Επιχειρήσεις επιφορτισμένες με τη διαχείριση υπηρεσιών γενικού οικονομικού συμφέροντος — Αντιστάθμιση των δαπανών που οφείλονται στην αποστολή παροχής δημόσιας υπηρεσίας — Εκτίμηση περί του συμβατού ενισχύσεως προς την εσωτερική αγορά — Κριτήρια

(Άρθρα 106 § 2 ΣΛΕΕ και 107 ΣΛΕΕ)

8.      Ανταγωνισμός — Επιχειρήσεις επιφορτισμένες με τη διαχείριση υπηρεσιών γενικού οικονομικού συμφέροντος — Αντιστάθμιση των δαπανών που οφείλονται στην αποστολή παροχής δημόσιας υπηρεσίας — Εξουσία εκτιμήσεως των κρατών μελών — Όρια — Έλεγχος εκ μέρους της Επιτροπής — Δικαστικός έλεγχος — Όρια

(Άρθρο 106 § 2 ΣΛΕΕ· πρωτόκολλο 29 που προσαρτάται στις Συνθήκες ΕΕ και ΛΕΕ)

9.      Ανταγωνισμός — Επιχειρήσεις επιφορτισμένες με τη διαχείριση υπηρεσιών γενικού οικονομικού συμφέροντος — Ορισμός των υπηρεσιών γενικού οικονομικού συμφέροντος — Εξουσία εκτιμήσεως των κρατών μελών

(Άρθρο 106 § 2 ΣΛΕΕ· πρωτόκολλο 29 που προσαρτάται στις Συνθήκες ΕΕ και ΛΕΕ)

1.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 34, 35)

2.      Στο πλαίσιο της σχετικής με ένα κρατικό μέτρο επίσημης διαδικασίας έρευνας προς εκτίμηση του αν το εν λόγω μέτρο συνιστά κρατική ενίσχυση, προβλεπόμενη από το άρθρο 108, παράγραφος 2, ΣΛΕΕ, τίποτε δεν αποκλείει τη δυνατότητα των τρίτων ενδιαφερομένων να υποβάλουν παρατηρήσεις όχι μόνον όσον αφορά τις αμφιβολίες περί των οποίων έκανε λόγο η Επιτροπή στην απόφαση περί κινήσεως της επίσημης διαδικασίας έρευνας αλλά και όσον αφορά άλλα στοιχεία του υπό εξέταση μέτρου. Εντός των ορίων αυτών, τίποτε δεν αποκλείει, κατόπιν των αμφιβολιών που προβλήθηκαν με τις παρατηρήσεις τρίτου ενδιαφερομένου, να προβεί η Επιτροπή σε πιο εμπεριστατωμένη εξέταση, να συλλέξει συμπληρωματικές πληροφορίες και, ενδεχομένως, να μεταβάλει την άποψή της. Συγκεκριμένα, από το άρθρο 4, παράγραφος 4, και από το άρθρο 6, παράγραφος 1, του κανονισμού 659/1999 για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του άρθρου 108 ΣΛΕΕ προκύπτει ότι η εν λόγω απόφαση περικλείει μια αξιολόγηση προκαταρκτικής φύσεως, η οποία παρέχει τη δυνατότητα στην Επιτροπή να σχηματίσει μια πρώτη γνώμη ως προς το ζήτημα αν τα υπό εξέταση μέτρα ενέχουν τον χαρακτήρα ενισχύσεως κατά την έννοια του άρθρου 107, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ και αν είναι συμβατά προς την εσωτερική αγορά. Επομένως, μια τέτοια απόφαση ενέχει μόνον προπαρασκευαστικό χαρακτήρα. Ο κατ’ ανάγκην προσωρινός χαρακτήρας των εκτιμήσεων που περιλαμβάνονται σε μια τέτοια απόφαση επιβεβαιώνεται από το άρθρο 7 του κανονισμού 659/1999, που προβλέπει ότι η Επιτροπή μπορεί να αποφασίσει με την τελική απόφαση ότι το υπό εξέταση μέτρο δεν συνιστά ενίσχυση, ότι η κοινοποιηθείσα ενίσχυση είναι συμβατή προς την κοινή αγορά, ότι η κοινοποιηθείσα ενίσχυση μπορεί να κριθεί συμβατή προς την κοινή αγορά αν τηρηθούν ορισμένες προϋποθέσεις ή ότι η κοινοποιηθείσα ενίσχυση είναι ασύμβατη προς την κοινή αγορά. Κατά συνέπεια, οι εν λόγω τρίτοι δύνανται να υποβάλουν παρατηρήσεις και η Επιτροπή δύναται να λάβει υπόψη τις παρατηρήσεις αυτές κατά τη διάρκεια της επίσημης διαδικασίας έρευνας.

(βλ. σκέψεις 45-47)

3.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 61-65, 70)

4.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 86, 88, 90, 190)

5.      Για να θεωρηθεί ότι ένας φόρος αποτελεί αναπόσπαστο μέρος ενός μέτρου ενισχύσεως, πρέπει οπωσδήποτε να υφίσταται μια δεσμευτική διάταξη εθνικού δικαίου που να επιβάλλει ότι ο φόρος προορίζεται για τη χρηματοδότηση της ενισχύσεως. Ελλείψει τέτοιας διατάξεως, ένας φόρος δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι προορίζεται προς χρηματοδότηση ενός μέτρου ενισχύσεως και, ως εκ τούτου, δεν αποτελεί έναν από τους κανόνες εφαρμογής του εν λόγω μέτρου ενισχύσεως. Το γεγονός και μόνον ότι υφίσταται μια τέτοια διάταξη δεν μπορεί, αυτό καθαυτό, να αποτελέσει επαρκή προϋπόθεση ώστε να αποδειχθεί ότι ένας φόρος αποτελεί αναπόσπαστο μέρος ενός μέτρου ενισχύσεως. Όταν υφίσταται μια τέτοια διάταξη εθνικού δικαίου, πρέπει να εξετάζεται, εξάλλου, αν το προϊόν του φόρου επηρεάζει άμεσα το ύψος της ενισχύσεως. Επομένως, για να θεωρηθεί ότι ένας φόρος αποτελεί αναπόσπαστο μέρος ενός μέτρου ενισχύσεως, δεν αρκεί το προϊόν του φόρου να προορίζεται υποχρεωτικώς για τη χρηματοδότηση της εν λόγω ενισχύσεως. Επίσης, δεν αρκεί το να αποδειχθεί ότι οι εισπράξεις που πραγματοποιούνται βάσει του φορολογικού μέτρου αποδίδονται στον δικαιούχο της ενισχύσεως

(βλ. σκέψεις 102-104)

6.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψη 134)

7.      Για να μπορεί μια κρατική ενίσχυση, κατά την έννοια του άρθρου 107 ΣΛΕΕ, να κριθεί συμβατή προς την εσωτερική αγορά δυνάμει του άρθρου 106, παράγραφος 2, ΣΛΕΕ, πρέπει να πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις: αφενός, ο εκάστοτε επιχειρηματίας πρέπει να είναι επιφορτισμένος με αποστολή παροχής υπηρεσίας γενικού οικονομικού συμφέροντος με πράξη δημόσιας εξουσίας που να καθορίζει σαφώς τις οικείες υποχρεώσεις παροχής υπηρεσίας γενικού οικονομικού συμφέροντος· αφετέρου, ο εν λόγω επιχειρηματίας δεν πρέπει να λαμβάνει υπερβολική αντιστάθμιση και η κρατική χρηματοδότηση δεν πρέπει να επηρεάζει τον ανταγωνισμό στην εξωτερική αγορά κατά τρόπο δυσανάλογο.

(βλ. σκέψη 152)

8.      Από το πρωτόκολλο αριθ. 29 για το σύστημα δημόσιας ραδιοτηλεόρασης στα κράτη μέλη, το οποίο συμπληρώνει τις Συνθήκες EE και ΛΕΕ, προκύπτει ότι οι διατάξεις της Συνθήκης ΛΕΕ ισχύουν υπό την επιφύλαξη της αρμοδιότητας των κρατών μελών να μεριμνούν για τη χρηματοδότηση της δημόσιας υπηρεσίας ραδιοτηλεοπτικών μεταδόσεων, εφόσον η χρηματοδότηση αυτή παρέχεται σε ραδιοτηλεοπτικούς οργανισμούς για την εκπλήρωση της αποστολής της δημόσιας υπηρεσίας, όπως την έχει θεσμοθετήσει, οριοθετήσει και οργανώσει κάθε κράτος μέλος, και εφόσον η χρηματοδότηση αυτή δεν επηρεάζει τις συνθήκες του εμπορίου και τον ανταγωνισμό εντός της Ένωσης σε βαθμό αντιβαίνοντα στο κοινό συμφέρον, ενώ λαμβάνεται υπόψη η υλοποίηση του σκοπού που επιδιώκει αυτή η δημόσια υπηρεσία.

Επομένως, τα κράτη μέλη διαθέτουν ευρεία διακριτική ευχέρεια ως προς τον καθορισμό της αντισταθμίσεως για την εκπλήρωση δημόσιας υπηρεσίας ραδιοτηλεοπτικών μεταδόσεων. Κατά συνέπεια, ο εκ μέρους της Επιτροπής έλεγχος ως προς τον αναλογικό χαρακτήρα της αντισταθμίσεως είναι περιορισμένος. Η εκ μέρους της Επιτροπής εκτίμηση αφορά πολύπλοκα οικονομικά δεδομένα. Ως εκ τούτου, ο έλεγχος που το Γενικό Δικαστήριο ασκεί επί της αποφάσεως της Επιτροπής είναι ακόμη πιο περιορισμένος από αυτόν που ασκεί η Επιτροπή επί του μέτρου του οικείου κράτους μέλους. Ο ως άνω έλεγχος περιορίζεται στην εξακρίβωση του αν η προβλεπόμενη αντιστάθμιση είναι αναγκαία ώστε η εν λόγω αποστολή παροχής υπηρεσίας γενικού συμφέροντος να μπορεί να εκπληρωθεί υπό οικονομικώς αποδεκτούς όρους ή, αντιστρόφως, αν το επίμαχο μέτρο είναι προδήλως ακατάλληλο σε σχέση με τον επιδιωκόμενο σκοπό.

(βλ. σκέψεις 158-161, 173)

9.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψη 177)