Language of document :

Προσφυγή της 18ης Φεβρουαρίου 2014 – PT Pelita Agung Agrindustri κατά Συμβουλίου

(Υπόθεση T-121/14)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: PT Pelita Agung Agrindustri (Medan, Ινδονησία) (εκπρόσωποι: F. Graafsma και J. Cornelis, δικηγόροι)

Καθού: Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

να ακυρώσει τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 1194/2013 του Συμβουλίου, της 19ης Νοεμβρίου 2013, για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ και την οριστική είσπραξη του προσωρινού δασμού που επιβλήθηκε στις εισαγωγές βιοντίζελ, καταγωγής Αργεντινής και Ινδονησίας (ΕΕ L 315, σ. 2), καθόσον αυτός επιβάλλει στην προσφεύγουσα δασμό αντιντάμπινγκ∙ και

να καταδικάσει το καθού στα δικαστικά έξοδα της προσφεύγουσας.

Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα

Προς στήριξη της προσφυγής της η προσφεύγουσα προβάλλει επτά λόγους ακυρώσεως.

Με τον πρώτο λόγο, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι η συμφωνία του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ) για το αντιντάμπινγκ δεν επιτρέπει την προσαρμογή του κόστους εκ μόνου του λόγου ότι αυτό είναι χαμηλότερο απ’ ό,τι σε άλλες αγορές ή λόγω του ότι «έχει υποστεί στρέβλωση» εξαιτίας κυβερνητικής παρεμβάσεως. Ως εκ τούτου, θα έπρεπε να κριθεί ότι το άρθρο 2, παράγραφος 5, του κανονισμού (ΕΚ) 1225/2009 του Συμβουλίου, της 30ής Νοεμβρίου 2009, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (ΕΕ 2009 L 343, σ. 51, στο εξής: βασικός κανονισμός) δεν εφαρμόζεται, καθόσον προβλέπει τέτοια δυνατότητα προσαρμογής του κόστους.

Με τον δεύτερο λόγο, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι η προσαρμογή του κόστους του ακατέργαστου φοινικέλαιου (CPO) στην υπό κρίση υπόθεση συνιστά παράβαση του άρθρου 2, παράγραφος 5, του βασικού κανονισμού. Ειδικότερα, η προσφεύγουσα υποστηρίζει τα ακόλουθα:

ελλείπουν τα αναγκαία αποδεικτικά στοιχεία στα οποία βασίστηκε το συμπέρασμα ότι οι τιμές του ακατέργαστου φοινικελαίου στην αγορά της Ινδονησίας «έχουν υποστεί στρέβλωση» και το Συμβούλιο και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή (στο εξής: θεσμικά όργανα) υπέπεσαν σε πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως, καθόσον έκριναν ότι οι τιμές του ακατέργαστου φοινικελαίου στην αγορά της Ινδονησίας έχουν υποστεί στρέβλωση∙

τα θεσμικά όργανα, χρησιμοποιώντας την τιμή εξαγωγής αναφοράς (HPE) για να προσαρμόσουν το κόστος, δεν προσάρμοσαν το κόστος σε «εύλογη βάση», όπως επιτάσσει το άρθρο 2, παράγραφος 5, του βασικού κανονισμού και/ή με βάση «πηγές που δεν επηρεάζονται από τέτοιες στρεβλώσεις»∙ και

το άρθρο 2, παράγραφος 5, του βασικού κανονισμού δεν επιτρέπει την προσαρμογή του κόστους σε περιπτώσεις που οι τιμές απλώς φέρονται ως «χαμηλές».

Με τον τρίτο λόγο, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι τα θεσμικά όργανα υπέπεσαν σε πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως, καθόσον έκριναν ότι οι τιμές στις οποίες αγόρασε ακατέργαστο φοινικέλαιο η προσφεύγουσα από συνδεδεμένους με αυτήν προμηθευτές έχουν υποστεί στρέβλωση. Ειδικότερα, τα θεσμικά όργανα υπέπεσαν σε πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως, καθόσον έκριναν ότι οι τιμές στις οποίες η προσφεύγουσα αγόρασε ακατέργαστο φοινικέλαιο από συνδεδεμένες εταιρίες δεν ήταν ανταγωνιστικές.

Με τον τέταρτο λόγο, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι το Συμβούλιο, κατά τον προσδιορισμό του περιθωρίου ευλόγου κέρδους, δεν τήρησε την υποχρέωση που προβλέπει το άρθρο 2, παράγραφος 6, στοιχείο γ΄, του βασικού κανονισμού. Το άρθρο αυτό επιτάσσει το ποσό ευλόγου κέρδος να μην υπερβαίνει το κέρδος που πραγματοποιούν υπό κανονικές συνθήκες άλλοι εξαγωγείς ή παραγωγοί σε σχέση με τις πωλήσεις προϊόντων της ίδιας γενικής κατηγορίας στην εγχώρια αγορά της χώρας καταγωγής.

Με τον πέμπτο λόγο, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι τα θεσμικά όργανα, αρνούμενα να προβούν στην κατάλληλη προσαρμογή λόγω της πριμοδοτήσεως της τιμής που οφείλεται στην πιστοποίηση ΟΑΠΕ, υπέπεσαν σε πρόδηλη πλάνη περί τα πραγματικά περιστατικά και παρέβησαν τα άρθρα 3, παράγραφος 2, και 3, παράγραφος 3, του βασικού κανονισμού, διότι οι τιμές εξαγωγής της προσφεύγουσας δεν συγκρίθηκαν αντικειμενικώς με την τιμή στόχου του κλάδου παραγωγής της Ένωσης. Επιπροσθέτως, τα θεσμικά όργανα, αρνούμενα να προβούν στην κατάλληλη προσαρμογή για την πιστοποίηση ΟΑΠΕ, έθεσαν αθέμιτα την προσφεύγουσα σε μειονεκτική θέση σε σχέση με άλλους Ινδονήσιους παραγωγούς.

Με τον έκτο λόγο, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι τα θεσμικά όργανα παρέβησαν το άρθρο 3, παράγραφος 7, του βασικού κανονισμού και υπέπεσαν σε πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως, καθόσον έκριναν ότι οι κανόνες διπλού υπολογισμού δεν συνέβαλαν στη ζημία που υπέστη η βιομηχανία της Ένωσης.

Με τον έβδομο λόγο, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι τα θεσμικά όργανα δεν έλαβαν υπόψη τους πληροφορίες που υποβλήθηκαν και επιχειρήματα που προβλήθηκαν από την προσφεύγουσα κατά τη διάρκεια της έρευνας. Κατά τούτο, δεν παρέβησαν απλώς την υποχρέωσή τους δέουσας επιμέλειας και χρηστής διοικήσεως καθόσον δεν εξέτασαν επιμελώς και αμερόληπτα όλα τα σχετικά στοιχεία που είχαν στη διάθεσή τους, αλλά και την υποχρέωση που επιβάλλει το άρθρο 20, παράγραφος 5, του βασικού κανονισμού καθώς και την υποχρέωση αιτιολογήσεως που υπέχουν από το άρθρο 296 ΣΛΕΕ.