Language of document :

Ανακοίνωση στην ΕΕ

 

Προσφυγή-αγωγή της Isabel Clara Centeno Mediavilla κ.λπ. κατά της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, που ασκήθηκε στις 3 Φεβρουαρίου 2005

    (Υπόθεση T-58/05)

    Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Η Isabel Clara Centeno Mediavilla, κάτοικος Σεβίλλης (Ισπανία) και 16 άλλοι προσφεύγοντες-ενάγοντες, εκπροσωπούμενοι από τους δικηγόρους Georges Vandersanden, Laure Levi και Aurore Finchelstein, άσκησαν στις 3 Φεβρουαρίου 2005 ενώπιον του Πρωτοδικείου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων προσφυγή-αγωγή κατά της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Οι προσφεύγοντες-ενάγοντες (στο εξής: προσφεύγοντες) ζητούν από το Πρωτοδικείο:

-    να ακυρώσει την κατάταξη των προσφευγόντων σε βαθμό, η οποία χορηγήθηκε σε αυτούς με τις αποφάσεις περί προσλήψεως των προσφευγόντων, κατά το μέτρο που η ως άνω κατάταξη στηρίζεται στο άρθρο 12, παράγραφος 3, του παραρτήματος XIII του νέου κανονισμού υπηρεσιακής καταστάσεως των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (στο εξής: ΚΥΚ)·

-    κατά συνέπεια, να αποκαταστήσει την επαγγελματική εξέλιξη των προσφευγόντων (συμπεριλαμβανομένης της αξιοποιήσεως της εμπειρίας τους στον τροποποιηθέντα, κατ' αυτόν τον τρόπο, βαθμό και συμπεριλαμβανομένων των δικαιωμάτων τους ως προς την προαγωγή και των συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων τους), λαμβάνοντας ως σημείο εκκινήσεως τον βαθμό στον οποίο έπρεπε να διοριστούν οι προσφεύγοντες βάσει της προκηρύξεως του διαγωνισμού κατόπιν του οποίου τα ονόματά τους εγγράφηκαν στον εφεδρικό πίνακα προσλήψεων, είτε δυνάμει του βαθμού που αναγράφεται στην ως άνω προκήρυξη, είτε, δυνάμει του βαθμού που ισοδυναμεί με τον ανωτέρω βαθμό σύμφωνα με την κατάταξη του νέου ΚΥΚ (και του κατάλληλου κλιμακίου, σύμφωνα με τους κανόνες που είχαν εφαρμογή πριν από την 1η Μαΐου 2004), από της εκδόσεως της αποφάσεως περί διορισμού των προσφευγόντων·

-    να επιδικάσει στους προσφεύγοντες τόκους υπερημερίας, βάσει του επιτοκίου που καθορίζει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, επί του συνόλου των ποσών που αντιστοιχούν στη διαφορά μεταξύ του μισθού που αντιστοιχεί στην κατάταξή τους στον βαθμό που αναγράφεται στην απόφαση περί προσλήψεως και εκείνου που αντιστοιχεί στην κατάταξή τους στον βαθμό στον οποίο είχαν δικαίωμα να καταταγούν, τούτο δε μέχρι την ημερομηνία κατά την οποία θα εκδοθεί η απόφαση σχετικά με την κανονική κατάταξή τους σε βαθμό·

-    να καταδικάσει την Επιτροπή στο σύνολο των δικαστικών εξόδων.

Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα

Οι προσφεύγοντες έλαβαν μέρος σε διαγωνισμούς για την πρόσληψη υπαλλήλων στην Επιτροπή και τα ονόματά τους εγγράφηκαν στον εφεδρικό πίνακα προσλήψεων πριν από την 1η Μαΐου 2004, ημερομηνία ενάρξεως ισχύος του κανονισμού 723/2004 του Συμβουλίου, της 22ας Μαρτίου 2004, για την τροποποίηση του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και του καθεστώτος που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό των Κοινοτήτων αυτών 1. Συγκεκριμένα, οι προσφεύγοντες διορίστηκαν μετά την 1η Μαΐου 2004 και κατατάχθηκαν σε βαθμό και κλιμάκιο σύμφωνα με τις μεταβατικές διατάξεις του νέου κανονισμού, όπως αυτές διαλαμβάνονται στο άρθρο 12 του παραρτήματος XIII. Οι προσφεύγοντες εκθέτουν, αφενός, ότι επακολούθησε κατάταξη σε βαθμό χαμηλότερο από εκείνο που αναγράφεται στις προκηρύξεις των διαγωνισμών και, αφετέρου, ότι οι νέοι βαθμοί που απονεμήθηκαν στους προσφεύγοντες δεν αντιστοιχούν, επιπλέον, στους παλαιούς βαθμούς των κατηγοριών A ή B στις οποίες προσελήφθησαν.

Οι προσφεύγοντες προβάλλουν, πρώτον, προς στήριξη της προσφυγής τους, ένσταση ελλείψεως νομιμότητας ως προς το άρθρο 12 του παραρτήματος XIII. Οι προσφεύγοντες εκτιμούν ότι το άρθρο 12 του παραρτήματος XIII του νέου ΚΥΚ παραβιάζει την αρχή της ίσης μεταχειρίσεως και της απαγορεύσεως των διακρίσεων, καθόσον επιφυλάχθηκε διαφορετική μεταχείριση σε επιτυχόντες υποψηφίους του ιδίου διαγωνισμού, όσον αφορά την κατάταξή τους σε βαθμό, αναλόγως του αν προσελήφθησαν πριν από την 1η Μαΐου 2004 ή μετά την ημερομηνία αυτή.

Επιπλέον, οι προσφεύγοντες ισχυρίζονται ότι το άρθρο 12 του παραρτήματος XIII παραβαίνει το άρθρο 31 του νέου ΚΥΚ. Κατά τους προσφεύγοντες, ο βαθμός που πρέπει να απονεμηθεί σε προσλαμβανόμενο υπάλληλο είναι, σύμφωνα με το άρθρο 31, εκείνος που αναφέρεται στην προκήρυξη του διαγωνισμού στον οποίο ο εν λόγω υπάλληλος έγινε δεκτός. Πάντως, ο βαθμός που απονεμήθηκε στους προσφεύγοντες κατά την πρόσληψή τους είναι διαφορετικός από τον βαθμό που αναφέρεται στην προκήρυξη του διαγωνισμού.

Επίσης, οι προσφεύγοντες προβάλλουν ότι το άρθρο 12 του παραρτήματος XIII παραβαίνει το άρθρο 5 του νέου ΚΥΚ και παραβιάζει την αρχή της ίσης μεταχειρίσεως και της απαγορεύσεως των διακρίσεων, καθώς και την αρχή της ισοδυναμίας μεταξύ της θέσεως απασχολήσεως και του βαθμού. Ισχυρίζονται δε ότι δεν έλαβε χώρα ανακατάταξη της θέσεως απασχολήσεώς τους σε συνάρτηση με τη φύση και το επίπεδο των συναφών με κάθε θέση-τύπο καθηκόντων και ότι, κατά παράβαση του άρθρου 5, παράγραφος 5, του νέου ΚΥΚ, οι προσφεύγοντες δεν υπέκειντο σε ταυτόσημους όρους πρόσληψης και επαγγελματικής σταδιοδρομίας σε σχέση με τους επιτυχόντες υποψηφίους του ιδίου διαγωνισμού που διορίστηκαν πριν από την 1η Μαΐου 2004.

Οι προσφεύγοντες ισχυρίζονται, επίσης, ότι το άρθρο 12 του παραρτήματος XIII παραβιάζει την αρχή της ασφαλείας δικαίου και την αρχή της μη αναδρομικής ισχύος και προσβάλλει τα κεκτημένα δικαιώματα και τη δικαιολογημένη εμπιστοσύνη των προσφευγόντων. Κατά τους προσφεύγοντες, τα δικαιώματά τους σχετικά με την κατάταξή τους σε βαθμό αρχίζουν να υφίστανται από το χρονικό σημείο κατά το οποίο συμπεριελήφθησαν στον εφεδρικό πίνακα προσλήψεων και αυτοί μπορούν να έχουν τη βεβαιότητα, αφότου έλαβαν τη σχετική πληροφορία, ότι σε περίπτωση διορισμού θα καταταγούν στον βαθμό που αναφέρεται στην προκήρυξη του διαγωνισμού.

Τέλος, οι προσφεύγοντες προβάλλουν ότι, κατά παράβαση του άρθρου 10 του νέου ΚΥΚ, δεν έλαβε χώρα διαβούλευση, για δεύτερη φορά, με την επιτροπή προσωπικού όταν η Επιτροπή μετέβαλε την αρχική πρότασή της περί τροποποιήσεως του ΚΥΚ και εισήγαγε το κείμενο του οποίου αμφισβητείται η νομιμότητα.

Προς στήριξη της προσφυγής τους, οι προσφεύγοντες επικαλούνται, επίσης, παραβίαση της αρχής της χρηστής διοικήσεως, της αρχής αρωγής, της αρχής της διαφάνειας, της αρχής της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, της αρχής της καλής πίστεως, της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως και της απαγορεύσεως των διακρίσεων και της αρχής της ισοδυναμίας μεταξύ της θέσεως απασχολήσεως και του βαθμού.

____________

1 - ΕΕ L 124, σ. 1.