Language of document : ECLI:EU:T:2007:218

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ (τέταρτο πενταμελές τμήμα)

της 11ης Ιουλίου 2007

Υπόθεση T-58/05

Isabel Clara Centeno Mediavilla κ.λπ.

κατά

Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

«Υπαλληλική υπόθεση – Υπάλληλοι – Διορισμός – Έναρξη ισχύος του νέου Κανονισμού Υπηρεσιακής Καταστάσεως (ΚΥΚ) – Μεταβατικοί κανόνες σχετικά με την κατάταξη σε βαθμό κατά την πρόσληψη – Άρθρο 12 του παραρτήματος XIII του νέου ΚΥΚ»

Αντικείμενο: Προσφυγή με αντικείμενο την ακύρωση των αποφάσεων διορισμού των προσφευγόντων ως δοκίμων υπαλλήλων, καθόσον καθορίζουν την κατάταξή τους σε βαθμό κατ’ εφαρμογή των μεταβατικών διατάξεων του άρθρου 12, παράγραφος 3, του παραρτήματος XIII του ΚΥΚ, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (EΚ, Eυρατόμ) 723/2004 του Συμβουλίου, της 22ας Μαρτίου 2004 (ΕΕ L 124, σ. 1).

Απόφαση: Η προσφυγή απορρίπτεται. Η Επιτροπή φέρει τα δικαστικά της έξοδα, καθώς και το ήμισυ των εξόδων στα οποία υποβλήθηκαν οι προσφεύγοντες. Οι προσφεύγοντες φέρουν το ήμισυ των εξόδων στα οποία υποβλήθηκαν. Το Συμβούλιο, παρεμβαίνον υπέρ της Επιτροπής, φέρει τα δικαστικά του έξοδα.

Περίληψη

1.      Υπάλληλοι – ΚΥΚ – Κανονισμός που τροποποιεί τον ΚΥΚ – Διαδικασία καταρτίσεως – Διαβούλευση με την επιτροπή ΚΥΚ

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρο 10, εδ. 2· παράρτημα XIII, άρθρο 12 § 3)

2.      Υπάλληλοι – Πρόσληψη – Διορισμός σε βαθμό – Θέσπιση νέας διάρθρωσης σταδιοδρομιών με τον κανονισμό 723/2004 – Μεταβατικές διατάξεις σχετικά με την κατάταξη σε βαθμό

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρο 3· παράρτημα XIII, άρθρο 12 § 3· κανονισμός 723/2004 του Συμβουλίου)

3.      Υπάλληλοι – Πρόσληψη – Διορισμός σε βαθμό – Θέσπιση νέας διάρθρωσης σταδιοδρομιών με τον κανονισμό 723/2004 – Μεταβατικές διατάξεις σχετικά με την κατάταξη σε βαθμό

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, παράρτημα XIII, άρθρο 12 § 3· κανονισμός 723/2004 του Συμβουλίου)

4.      Υπάλληλοι – Πρόσληψη – Διορισμός σε βαθμό – Διορισμός στον βαθμό της ομάδας καθηκόντων που αναφέρεται στην προκήρυξη του διαγωνισμού – Θέσπιση νέας διάρθρωσης σταδιοδρομιών με τον κανονισμό 723/2004 – Μεταβατικές διατάξεις σχετικά με την κατάταξη σε βαθμό

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρο 31 § 1· παράρτημα XIII, άρθρα 2 § 1 και 12 § 3)

5.      Υπάλληλοι – Πρόσληψη – Διορισμός σε βαθμό – Θέσπιση νέας διάρθρωσης σταδιοδρομιών με τον κανονισμό 723/2004 – Μεταβατικές διατάξεις σχετικά με την κατάταξη σε βαθμό

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρο 5· παράρτημα XIII, άρθρα 4, στοιχείο ιδ΄, και 12 §§ 2 και 3)

6.      Υπάλληλοι – Προσφυγή – Εκτίμηση της νομιμότητας της προσβαλλομένης πράξεως με βάση τα υφιστάμενα κατά την έκδοσή της πραγματικά και νομικά στοιχεία

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρο 91)

7.      Διαδικασία – Δικαστικά έξοδα

(Κανονισμός Διαδικασίας του Πρωτοδικείου, άρθρο 87 § 3, εδ. 1)

1.      Σύμφωνα με το άρθρο 10, δεύτερο εδάφιο, δεύτερη περίοδος, του Κανονισμού Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων (στο εξής: ΚΥΚ), η Επιτροπή ζητεί τη γνώμη της επιτροπής ΚΥΚ επί όλων των προτάσεων αναθεωρήσεως του ΚΥΚ. Η διάταξη αυτή επιβάλλει στην Επιτροπή υποχρέωση διαβουλεύσεως η οποία αφορά, πέραν των τυπικών προτάσεων, και τις ουσιώδεις τροποποιήσεις που επιφέρει στις ήδη εξετασθείσες προτάσεις, εκτός εάν, στην τελευταία αυτή περίπτωση, οι τροποποιήσεις ανταποκρίνονται κατά τα ουσιώδη στις τροποποιήσεις που πρότεινε η επιτροπή ΚΥΚ. Η ερμηνεία αυτή υπαγορεύεται τόσο από τη διατύπωση της εν λόγω διατάξεως όσο και από τον ρόλο ο οποίος έχει ανατεθεί στην επιτροπή ΚΥΚ.

Επομένως, όταν οι τροποποιήσεις προτάσεως αναθεώρησης του ΚΥΚ πραγματοποιούνται κατά τις διαπραγματεύσεις επί του κειμένου που έχει υποβληθεί στο Συμβούλιο, υφίσταται υποχρέωση νέας διαβουλεύσεως με την επιτροπή ΚΥΚ πριν από την υιοθέτηση των οικείων κανονιστικών διατάξεων εκ μέρους του Συμβουλίου, εφόσον οι τροποποιήσεις αυτές επηρεάζουν ουσιωδώς την οικονομία της προτάσεως. Τροποποιήσεις συγκεκριμένων σημείων και περιορισμένου αποτελέσματος δεν συνεπάγονται τέτοια υποχρέωση, η οποία θα είχε, σε περίπτωση αντίθετης ερμηνείας, ως αποτέλεσμα τον υπέρμετρο περιορισμό του δικαιώματος τροποποιήσεως στο πλαίσιο της κοινοτικής νομοπαραγωγικής διαδικασίας.

Ο χαρακτήρας, είτε ουσιώδης είτε συγκεκριμένος και περιορισμένος, των τροποποιήσεων πρέπει, επομένως, να εκτιμάται υπό το πρίσμα του αντικειμένου τους και της θέσεως των τροποποιούμενων διατάξεων στην οικονομία του προτεινόμενου νομοθετήματος και όχι υπό το πρίσμα των κατ’ ιδίαν συνεπειών που μπορούν να έχουν στην κατάσταση των προσώπων τα οποία ενδεχομένως αφορά η εφαρμογή τους.

Η αναδιοργάνωση των βαθμών κατατάξεως και της κλίμακας των αμοιβών των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων που απορρέει από τη μεταρρύθμιση των σταδιοδρομιών που εισήγαγε ο κοινοτικός νομοθέτης την 1η Μαΐου 2004 είχε ως άμεση συνέπεια την πρόσληψη των νέων υπαλλήλων σε κατώτερους βαθμούς, σε συνδυασμό με τη διεύρυνση, μακροπρόθεσμα, των δυνατοτήτων εξελίξεως της σταδιοδρομίας τους.

Επομένως, η αρχικώς προβλεπόμενη στη διάταξη του νυν άρθρου 12, παράγραφος 3, του παραρτήματος XIII του ΚΥΚ υποκατάσταση του βαθμού A 7 στον βαθμό A*6 συνιστά συμπληρωματικό στοιχείο της αναθεώρησης που εντάσσεται στη συνολική οικονομία και στη γενική προοπτική της εξελικτικής αναδιαρθρώσεως των σταδιοδρομιών. Η υποκατάσταση αυτή συνίσταται σε συγκεκριμένη διαρρύθμιση των μεταβατικών διατάξεων προς τη νέα διάρθρωση των σταδιοδρομιών, των οποίων δεν θίγεται ούτε η γενική οικονομία ούτε η ίδια η ουσία με την εν λόγω διαρρύθμιση, ώστε να δικαιολογείται νέα διαβούλευση με την επιτροπή ΚΥΚ, έστω και αν η υποκατάσταση έχει, στο άμεσο μέλλον, όχι αμελητέες οικονομικές συνέπειες για το επίπεδο της αρχικής κατατάξεως των οικείων υπαλλήλων και για την αμοιβή που τους καταβάλλεται στην αρχή της σταδιοδρομίας τους.

(βλ. σκέψεις 35 έως 42)

Παραπομπή: ΔΕΚ, 5 Οκτωβρίου 1994, C‑280/93, Γερμανία κατά Συμβουλίου, Συλλογή 1994, σ. I‑4973, σκέψη 41

2.      Ο κανονισμός 723/2004, για την τροποποίηση του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων και του καθεστώτος που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, με τον οποίο προστέθηκε το άρθρο 12, παράγραφος 3, του παραρτήματος XIII του ΚΥΚ στο κείμενο του ΚΥΚ τέθηκε σε ισχύ την 1η Μαΐου 2004, δηλαδή σε ημερομηνία μεταγενέστερη της ημερομηνίας δημοσιεύσεώς του, στις 27 Απριλίου 2004. Εφόσον η ημερομηνία της έναρξης ισχύος του δεν είναι προγενέστερη της ημερομηνίας της δημοσιεύσεώς του, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι ο κανονισμός 723/2004 έχει αναδρομική ισχύ.

Συνεπώς, εφόσον ορίζει νέα κριτήρια βαθμολογικής κατατάξεως τα οποία έχουν εφαρμογή κατά την κατάταξη των επιτυχόντων υποψηφίων διαγωνισμών που εγγράφηκαν σε πίνακες ικανότητας πριν από την 1η Μαΐου 2004, αλλά διορίστηκαν δόκιμοι υπάλληλοι μετά την ημερομηνία αυτή, το άρθρο 12, παράγραφος 3, του παραρτήματος XIII του ΚΥΚ δεν είναι αντίθετο προς την αρχή της απαγορεύσεως της αναδρομικής ισχύος. Κατά πάγια νομολογία, αποτελεί, πράγματι, γενική αρχή ότι, σε περίπτωση τροποποιήσεως διατάξεων γενικής εφαρμογής και, ειδικότερα, διατάξεων του ΚΥΚ, ο νέος κανόνας εφαρμόζεται άμεσα στα μελλοντικά αποτελέσματα νομικών καταστάσεων οι οποίες δημιουργήθηκαν χωρίς ωστόσο να έχουν συσταθεί πλήρως, υπό το καθεστώς του προηγούμενου κανόνα.

Συναφώς, η εγγραφή επιτυχόντων υποψηφίων γενικών διαγωνισμών στους πίνακες ικανότητας που συντάσσονται κατά τη λήξη των διαδικασιών επιλογής συνεπάγεται, υπέρ των ενδιαφερομένων, απλή προσδοκία να διοριστούν δόκιμοι υπάλληλοι. Η προσδοκία αυτή αποκλείει κατ’ ανάγκη κάθε κεκτημένο δικαίωμα, δεδομένου ότι η βαθμολογική κατάταξη επιτυχόντος υποψηφίου εγγεγραμμένου στον πίνακα ικανότητας γενικού διαγωνισμού δεν μπορεί να θεωρηθεί κεκτημένη, καθόσον δεν έχει αποτελέσει αντικείμενο νομότυπης αποφάσεως διορισμού.

Όπως προκύπτει από το άρθρο 3 του ΚΥΚ, ο διορισμός υπαλλήλου συνιστά αναγκαίως μονομερή πράξη της ΑΔΑ, η οποία καθορίζει την ημερομηνία από την οποία αρχίζει να ισχύει αυτός ο διορισμός, καθώς και τη θέση στην οποία τοποθετείται ο υπάλληλος. Επομένως, μόνον εφόσον εκδόθηκε γι’ αυτόν μια τέτοια απόφαση, ο επιτυχών υποψήφιος γενικού διαγωνισμού μπορεί να διεκδικήσει την ιδιότητα του υπαλλήλου και, κατά συνέπεια, να απαιτήσει την εφαρμογή προς όφελός του των διατάξεων του ΚΥΚ.

(βλ. σκέψεις 48 έως 55)

Παραπομπή: ΔΕΚ, 14 Απριλίου 1970, 68/69, Brock,Συλλογή τόμος 1969-1971, σ. 293, σκέψη 7· ΔΕΚ, 5 Δεκεμβρίου 1973, 143/73, SOPAD, Συλλογή τόμος 1972-1973, σ. 809, σκέψη 8· ΔΕΚ, 10 Ιουλίου 1986, 270/84, Licata κατά ΟΚΕ, Συλλογή 1986, σ. 2305, σκέψη 31· ΠΕΚ, 10 Απριλίου 1992, T‑40/91, Ventura κατά Κοινοβουλίου, Συλλογή 1992, σ. II‑1697, σκέψη 41· ΠΕΚ, 11 Δεκεμβρίου 1996, T‑177/95, Barreaux κ.λπ. κατά Επιτροπής, Συλλογή Υπ.Υπ. 1996, σ. I‑A‑541 και II‑1451, σκέψεις 45 και 46· ΠΕΚ, 19 Ιουλίου 1999, T‑74/98, Mammarella κατά Επιτροπής, Συλλογή Υπ.Υπ. 1999, σ. I‑A‑151 και II‑797, σκέψη 27· ΠΕΚ, 25 Μαΐου 2000, T‑173/99, Elkaïm και Mazuel κατά Επιτροπής, Συλλογή Υπ.Υπ. 2000, σ. I‑A‑101 και II‑433, σκέψη 21

3.      Η γενική αρχή της ίσης μεταχειρίσεως και της απαγορεύσεως των διακρίσεων επιτάσσει παρεμφερείς καταστάσεις να μην αντιμετωπίζονται κατά διαφορετικό τρόπο, εκτός εάν η διαφορετική μεταχείριση δικαιολογείται αντικειμενικά.

Συναφώς, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι οι επιτυχόντες υποψήφιοι διαγωνισμού που έχουν εγγραφεί σε πίνακα ικανότητας πριν από την 1η Μαΐου 2004, ημερομηνία ενάρξεως ισχύος του κανονισμού 723/2004, για την τροποποίηση του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων και του καθεστώτος που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εμπίπτουν στην ίδια κατηγορία προσώπων με τους επιτυχόντες υποψηφίους των ίδιων διαγωνισμών που προσελήφθησαν πριν από την 1η Μαΐου 2004.

Όσον αφορά τους επιτυχόντες υποψηφίους διαγωνισμού που εγγράφηκαν σε πίνακες ικανοτήτων πριν από την 1η Μαΐου 2004, αλλά διορίστηκαν δόκιμοι υπάλληλοι μετά την ημερομηνία αυτή, η κατάταξή τους σε βαθμό δεν μπορούσε να πραγματοποιηθεί νομίμως παρά μόνον κατ’ εφαρμογή των νέων κριτηρίων που ισχύουν κατά την ημερομηνία εκδόσεως της αποφάσεως με την οποία διορίζονται δόκιμοι υπάλληλοι. Αντιθέτως, οι επιτυχόντες υποψήφιοι των ίδιων διαγωνισμών που διορίστηκαν πριν από την 1η Μαΐου 2004 έπρεπε, κατ’ ανάγκη, να καταταγούν σε βαθμό βάσει των προηγουμένων κριτηρίων που ίσχυαν ακόμη κατά την ημερομηνία του διορισμού τους αλλά καταργήθηκαν από της ημερομηνίας αυτής, λόγω της ενάρξεως ισχύος των νέων διατάξεων του ΚΥΚ.

Επιπλέον, εφόσον και η θέση στην οποία τοποθετείται ο υπάλληλος καθορίζεται με την απόφαση διορισμού και η απόφαση αυτή μπορεί να στηριχθεί μόνο στις διατάξεις που έχουν εφαρμογή κατά την ημερομηνία της εκδόσεώς της, δεν μπορεί να υποστηριχθεί ότι η κατάταξη ορισμένων επιτυχόντων διαγωνισμού, στο πλαίσιο των νέων διατάξεων του ΚΥΚ, σε κατώτερο βαθμό εισάγει δυσμενή διάκριση, εφόσον τοποθετούνται εφεξής στην ίδια θέση με αυτή την οποία είχαν καταλάβει πριν από την 1η Μαΐου 2004 ως μη μόνιμοι υπάλληλοι και ασκούν ταυτόσημα καθήκοντα, ή ακόμα σημαντικότερα απ’ ό,τι στο παρελθόν.

Επομένως, το άρθρο 12, παράγραφος 3, του παραρτήματος XIII του ΚΥΚ δεν είναι αντίθετο προς την αρχή της ίσης μεταχειρίσεως και της απαγορεύσεως των διακρίσεων.

(βλ. σκέψεις 75 έως 83, 87 και 90)

Παραπομπή: Ventura κατά Κοινοβουλίου, προπαρατεθείσα, σκέψη 41· ΠΕΚ, 9 Φεβρουαρίου 1994, T‑109/92, Lacruz Bassols κατά Δικαστηρίου, Συλλογή Υπ.Υπ. 1994, σ. I‑A‑31 και II‑105, σκέψη 87

4.      Το άρθρο 31, παράγραφος 1, του ΚΥΚ ορίζει ότι οι επιτυχόντες ενός διαγωνισμού διορίζονται στον βαθμό της ομάδας καθηκόντων που αναφέρεται στην προκήρυξη του διαγωνισμού στον οποίο έγιναν δεκτοί.

Καίτοι από τη νέα αυτή διάταξη συνάγεται κατ’ ανάγκην ότι οι επιτυχόντες γενικών διαγωνισμών πρέπει να διορίζονται δόκιμοι υπάλληλοι στον βαθμό που αναφέρεται στην προκήρυξη του διαγωνισμού βάσει του οποίου προσελήφθησαν, επιβάλλεται ωστόσο η διαπίστωση ότι ο καθορισμός του επιπέδου των προς πλήρωση θέσεων και των προϋποθέσεων διορισμού των επιτυχόντων υποψηφίων στις θέσεις αυτές, στον οποίο το θεσμικό όργανο προέβη στο πλαίσιο των διατάξεων του προηγουμένου ΚΥΚ κατά τη σύνταξη των επίδικων προκηρύξεων διαγωνισμών, δεν παρέτεινε τα αποτελέσματά του πέραν της ημερομηνίας την οποία υιοθέτησε ο κοινοτικός νομοθέτης για την έναρξη της ισχύος της νέας διαρθρώσεως των σταδιοδρομιών των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Η κατάργηση, από την 1η Μαΐου 2004, των βαθμών κατατάξεως στις σταδιοδρομίες που αναφέρονται στις προκηρύξεις των διαγωνισμών, η οποία προκύπτει από την εισαγωγή του νέου συστήματος σταδιοδρομιών, παρακίνησε τον νομοθέτη να θεσπίσει τα μεταβατικά μέτρα του παραρτήματος XIII του ΚΥΚ και, ιδίως, το άρθρο 12, παράγραφος 3, προκειμένου να καθοριστεί η βαθμολογική κατάταξη των επιτυχόντων υποψηφίων διαγωνισμών οι οποίοι εγγράφηκαν σε πίνακες ικανότητας πριν από την 1η Μαΐου 2004 αλλά διορίστηκαν δόκιμοι υπάλληλοι από την ημερομηνία αυτή.

Είναι αληθές ότι ο πίνακας του άρθρου 12, παράγραφος 3, του παραρτήματος XIII του ΚΥΚ, με τον οποίο οι βαθμοί που αναφέρονται στις προκηρύξεις διαγωνισμών μετατρέπονται σε ενδιάμεσους βαθμούς προσλήψεως διαφέρει από τον πίνακα του άρθρου 2, παράγραφος 1, του εν λόγω παραρτήματος, στον οποίο οι προηγούμενοι βαθμοί των υπαλλήλων που υπηρετούσαν πριν από την 1η Μαΐου 2004 μετατράπηκαν σε νέους ενδιάμεσους βαθμούς.

Ο νομοθέτης έχει εν τούτοις τη δυνατότητα να τροποποιεί για το μέλλον, προς το συμφέρον της υπηρεσίας, τις διατάξεις του ΚΥΚ, ακόμη και αν οι τροποποιηθείσες διατάξεις είναι λιγότερο ευνοϊκές από τις προηγούμενες.

Είναι εύλογο μια μεταβατική διάταξη να εισάγει εξαίρεση από ορισμένους κανόνες του ΚΥΚ των οποίων η εφαρμογή επηρεάζεται κατ’ ανάγκη από την αλλαγή του συστήματος. Διαπιστώνεται, πάντως, ότι η εξαίρεση του άρθρου 12, παράγραφος 3, του παραρτήματος XIII του ΚΥΚ δεν βαίνει πέραν αυτού που προκύπτει από τον διορισμό ως υπαλλήλων, στο πλαίσιο των νέων διατάξεων του ΚΥΚ, προσώπων που επελέγησαν με διαδικασίες διαγωνισμού οι οποίες κινήθηκαν και ολοκληρώθηκαν υπό το κράτος των προηγουμένων διατάξεων.

(βλ. σκέψεις 108 έως 114)

Παραπομπή: ΠΕΚ, 30 Σεπτεμβρίου 1998, T‑121/97, Ryan κατά Ελεγκτικού Συνεδρίου, Συλλογή 1998, σ. II‑3885, σκέψη 98

5.      Δεν μπορεί να υποστηριχθεί βασίμως ότι το άρθρο 5, παράγραφος 5, του ΚΥΚ, το οποίο κατοχυρώνει την ίση μεταχείριση των υπαλλήλων ως προς τις συνθήκες προσλήψεως και εξελίξεως της σταδιοδρομίας τους, παραβιάζεται λόγω της κατατάξεως των επιτυχόντων διαγωνισμού που προσλήφθηκαν πριν από την 1η Μαΐου 2004, ημερομηνία ενάρξεως της ισχύος του κανονισμού 723/2004, για την τροποποίηση του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων και του καθεστώτος που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, στον βαθμό που αναφέρεται στην προκήρυξη του διαγωνισμού, ενώ οι επιτυχόντες του ίδιου διαγωνισμού που προσλήφθηκαν μετά την ημερομηνία αυτή κατατάχθηκαν σε βαθμό βάσει των κριτηρίων του άρθρου 12, παράγραφος 3, του παραρτήματος XIII του ΚΥΚ.

Συγκεκριμένα, κατά τον διορισμό των επιτυχόντων υποψηφίων πριν από την 1η Μαΐου 2004 είχαν εφαρμογή οι διατάξεις του προηγούμενου ΚΥΚ και οι βαθμοί κατατάξεως που αναφέρονται στις προκηρύξεις των διαγωνισμών, ενώ η βαθμολογική κατάταξη των επιτυχόντων που διορίστηκαν μετά την ημερομηνία αυτή ενέπιπτε στις νέες διατάξεις που είχαν τεθεί σε ισχύ από της ημερομηνίας εκείνης, περιλαμβανομένων και των μεταβατικών διατάξεων του άρθρου 12, παράγραφος 3, του παραρτήματος XIII του ΚΥΚ.

Ομοίως, δεν μπορεί να γίνει δεκτή η άποψη ότι το άρθρο 12 του παραρτήματος ΧΙΙΙ του ΚΥΚ είναι αντίθετο προς το άρθρο 5 του ΚΥΚ. Με τη θέσπιση της πρώτης διατάξεως, ο νομοθέτης καθόρισε τους βαθμούς κατατάξεως των υπαλλήλων που προσελήφθησαν κατά τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου στο πλαίσιο της ασκήσεως της εξουσίας που διαθέτει να τροποποιεί τις διατάξεις του ΚΥΚ.

Επιπλέον, από το γράμμα του άρθρου 12, παράγραφος 3, και του άρθρου 4, στοιχείο ιδ΄, του παραρτήματος XIII του ΚΥΚ προκύπτει ότι οι διατάξεις αυτές υπερέχουν έναντι των γενικών διατάξεων του άρθρου 5 του ΚΥΚ, παρεκκλίνοντας από αυτές ως ειδικός νόμος.

(βλ. σκέψεις 124 έως 126 και 129)

Παραπομπή: ΔΕΚ, 19 Ιουνίου 2003, C‑444/00, Mayer Parry Recycling, Συλλογή 2003, σ. I‑6163, σκέψη 57· ΠΕΚ, 14 Ιουλίου 2005, T‑371/03, Le Voci κατά Συμβουλίου, Συλλογή Υπ.Υπ. 2005, σ. I‑A‑209 και II‑957, σκέψη 122

6.      Η νομιμότητα ατομικής πράξεως προσβαλλομένης ενώπιον του κοινοτικού δικαστή πρέπει να εκτιμάται ανάλογα με τα πραγματικά και νομικά στοιχεία που υφίσταντο κατά την ημερομηνία εκδόσεως της πράξεως.

Όσον αφορά τις αποφάσεις διορισμού των επιτυχόντων διαγωνισμού που εκδόθηκαν με ισχύ, το νωρίτερο, την 1η Μαΐου 2004, ημερομηνία ενάρξεως της ισχύος του κανονισμού 723/2004, για την τροποποίηση του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων και του καθεστώτος που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, η Επιτροπή μπορούσε να κατατάξει βαθμολογικά τους εν λόγω επιτυχόντες μόνο σύμφωνα με τις νέες επιτακτικές διατάξεις του άρθρου 12, παράγραφος 3, του παραρτήματος XIII του ΚΥΚ.

Συναφώς, το γεγονός ότι η Επιτροπή θα μπορούσε, παραβιάζοντας την αρχή της απαγορεύσεως των διακρίσεων, να προσλάβει κατά προτεραιότητα ορισμένους επιτυχόντες υποψηφίους σε ημερομηνία προγενέστερη της 1ης Μαΐου 2004, δεν μπορεί να επηρεάσει τη νομιμότητα των προσβαλλομένων αποφάσεων.

Πράγματι, ακόμη και αν υποτεθεί ότι κάποιες προσλήψεις αντιμετωπίσθηκαν κατά προτεραιότητα, η τήρηση της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως των υπαλλήλων πρέπει να συμβιβασθεί προς την τήρηση της αρχής της νομιμότητας κατά την οποία ουδείς δύναται να επικαλεστεί προς όφελός του παρανομία που διαπράχθηκε υπέρ ετέρου.

(βλ. σκέψεις 151, 152, 154 και 155)

Παραπομπή: ΔΕΚ, 4 Ιουλίου 1985, 134/84, Williams κατά Ελεγκτικού Συνεδρίου, Συλλογή 1985, σ. 2225, σκέψη 14· ΔΕΚ, 17 Μαΐου 2001, C‑449/98 P, IECC κατά Επιτροπής, Συλλογή 2001, σ. I‑3875, σκέψη 87· ΠΕΚ, 25 Μαΐου 2004, T‑69/03, W κατά Κοινοβουλίου, Συλλογή Υπ.Υπ. 2004, σ. I‑A‑153 και II‑687, σκέψη 28

7.      Δυνάμει του άρθρου 87, παράγραφος 3, πρώτο εδάφιο, του Κανονισμού Διαδικασίας του Πρωτοδικείου, το Πρωτοδικείο μπορεί να κατανείμει τα έξοδα εφόσον συντρέχουν εξαιρετικοί λόγοι.

Συναφώς, συνιστά εξαιρετικό λόγο, που δικαιολογεί την μεταξύ του κοινοτικού οργάνου και των προσφευγόντων υπαλλήλων κατανομή των δικαστικών εξόδων των τελευταίων το γεγονός ότι η δίκη προκλήθηκε εν μέρει από τη συμπεριφορά του κοινοτικού οργάνου, καθόσον αυτό δημιούργησε, ελλείψει ενημερώσεως, στους ενδιαφερομένους εύλογα ερωτήματα ως προς τη νομιμότητα του αρχικού βαθμού κατατάξεώς τους λόγω διαδικασίας προσλήψεως μη απαλλαγμένης από ασάφεια ως προς ουσιώδη όρο της προσλήψεως.

(βλ. σκέψεις 160, 163 και 164)

Παραπομπή: ΔΕΚ, 14 Ιουνίου 1967, 26/66, Hoogovens en Staalfabrieken κατά Ανωτάτης Αρχής, Συλλογή τόμος 1965-1968, σ. 519· ΔΕΚ, 11 Ιουλίου 1968, 26/67, Danvin κατά Επιτροπής, Συλλογή 1968, σ. 463, 474