Language of document : ECLI:EU:T:2010:478

Υπόθεση T‑137/09

Nike International Ltd

κατά

Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ)

«Κοινοτικό σήμα – Διαδικασία ανακοπής – Αίτηση καταχωρίσεως λεκτικού κοινοτικού σήματος R10 – Μη καταχωρισμένο εθνικό λεκτικό σήμα R10 – Εκχώρηση εθνικού σήματος – Διαδικαστική πλημμέλεια»

Περίληψη της αποφάσεως

1.      Κοινοτικό σήμα – Διαδικασία προσφυγής – Προσφυγή ενώπιον του κοινοτικού δικαστή – Προϋπόθεση παραδεκτού – Οι λόγοι ακυρώσεως μπορούν να στρέφονται μόνο κατά αποφάσεων των τμημάτων προσφυγών

(Κανονισμός 40/94 του Συμβουλίου, άρθρο 63 § 1)

2.      Κοινοτικό σήμα – Διαδικασία προσφυγής – Προσφυγή κατά αποφάσεως του τμήματος ανακοπών του ΓΕΕΑ – Εκχώρηση του προγενέστερου σήματος μετά την κατάθεση της ανακοπής και πριν την έκδοση αποφάσεως από το ΓΕΕΑ – Εξέταση από το τμήμα προσφυγών της ενεργητικής νομιμοποίησης του εκδοχέα

3.      Κοινοτικό σήμα – Μεταβίβαση του δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας – Απόδειξη της μεταβίβασης του προγενέστερου εθνικού δικαιώματος – Αναλογική εφαρμογή του κανόνα 31, παράγραφος 6, του κανονισμού 2868/95 στην εκχώρηση των εθνικών σημάτων

(Κανονισμός 2868/95 της Επιτροπής, άρθρο 1, κανόνας 31 § 6)

1.      Βάσει του άρθρου 63, παράγραφος 1, του κανονισμού 40/94 για το κοινοτικό σήμα, μόνον οι αποφάσεις που εκδίδουν τα τμήματα προσφυγών υπόκεινται σε προσφυγή ενώπιον του κοινοτικού δικαστή, οπότε, στο πλαίσιο της προσφυγής αυτής, παραδεκτοί είναι μόνον οι λόγοι που στρέφονται κατά της αποφάσεως του τμήματος προσφυγών. Επομένως, πρέπει να απορριφθούν ως απαράδεκτοι οι λόγοι που αναφέρονται σε παράβαση κανονιστικής διατάξεως στο πλαίσιο αποφάσεως του τμήματος ανακοπών.

(βλ. σκέψη 13)

2.      Όταν, κατόπιν εκχωρήσεως μετά την κατάθεση ανακοπής, το πιστοποιητικό καταχωρίσεως του σήματος επί του οποίου στηρίζεται η ανακοπή αναφέρει ως δικαιούχο εταιρία διαφορετική από εκείνη που άσκησε προσφυγή κατά της απορριπτικής αποφάσεως του τμήματος ανακοπών, η προσφυγή δεν είναι παραδεκτή βάσει του συλλογισμού ότι το προγενέστερο σήμα μεταβιβάσθηκε στον προσφεύγοντα. Έτσι, το τμήμα προσφυγών μπορεί νομίμως να εξετάσει την ενεργητική νομιμοποίησή του.

Συγκεκριμένα, αντιθέτως προς την περίπτωση που η εκχώρηση έγινε πριν την κατάθεση της ανακοπής, όταν η εκχώρηση του επικαλούμενου σήματος έγινε μετά την κατάθεσή της και πριν την έκδοση της οριστικής αποφάσεως του Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα), το ΓΕΕΑ πρέπει να μεριμνά για την προστασία των δικαιωμάτων του διαδίκου ο οποίος κατέθεσε αρχικώς την ανακοπή ή την αίτηση καταχώρισης του σήματος, δεδομένου ότι το γεγονός ότι γίνεται δεκτός ως διάδικος ο εκδοχέας του σήματος αποσκοπεί στο να περατωθεί έναντι του εν λόγω διαδίκου η κινηθείσα από αυτόν διαδικασία. Εξάλλου, το τμήμα προσφυγών υποχρεούται να βεβαιωθεί ότι το πρόσωπο που άσκησε την προσφυγή νομιμοποιείται ενεργητικώς να προσβάλει την απόφαση του τμήματος ανακοπών.

(βλ. σκέψη 17)

3.      Ελλείψει νομικών διατάξεων σχετικά με την απόδειξη της μεταβίβασης προγενέστερου εθνικού δικαιώματος του οποίου γίνεται επίκληση προς στήριξη ανακοπής, οι οδηγίες περί του Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) –τις οποίες αυτό οφείλει, κατ’ αρχήν, να τηρεί– διαπνέονται συναφώς από τις διατάξεις του κανόνα 31, παράγραφος 6, του κανονισμού 2868/95, περί της εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) 40/94, για το κοινοτικό σήμα. Έτσι, οι οδηγίες αυτές, στο «Μέρος 1: Προδικαστικά ζητήματα» του «Μέρους Γ: Ανακοπή», προβλέπουν ότι, εάν ο νέος δικαιούχος του προγενέστερου εθνικού δικαιώματος «ενημερώσει το Γραφείο για τη μεταβίβαση, αλλά δεν προσκομίζει (επαρκείς) αποδείξεις για τη μεταβίβαση αυτή, η διαδικασία ανακοπής πρέπει να ανασταλεί και ο νέος δικαιούχος έχει στη διάθεσή του προθεσμία δύο μηνών για να αποδείξει τη μεταβίβαση». Η μεταφορά αυτή του κανόνα 31, παράγραφος 6, του κανονισμού 2868/95 στην εκχώρηση των εθνικών σημάτων δεν μπορεί να αμφισβητηθεί εφόσον, στην περίπτωση που το εθνικό δίκαιο δεν προβλέπει διαδικασία για την καταχώριση της μεταβίβασης της κυριότητας των καταχωρισμένων σημάτων, η εξέταση που πραγματοποιεί το τμήμα ανακοπών ή το τμήμα προσφυγών για να εξακριβώσει ότι πράγματι έλαβε χώρα η μεταβίβαση του σήματος του οποίου έγινε επίκληση προς στήριξη της ανακοπής είναι, κατ’ ουσίαν, η ίδια με αυτήν που πραγματοποιεί η αρμόδια αρχή του Γραφείου για να εξετάσει τις αιτήσεις μεταβίβασης που αφορούν κοινοτικά σήματα. Εξάλλου, ακόμη και αν η διαδικασία αυτή αφορά ρητώς τα καταχωρισμένα εθνικά σήματα, επιβάλλεται η εφαρμογή της, κατ’ αναλογία, στη μεταβίβαση των μη καταχωρισμένων εθνικών σημάτων, δεδομένου ότι το είδος εξέτασης που πρέπει να πραγματοποιήσει το Γραφείο είναι πανομοιότυπο.

(βλ. σκέψη 24)