Language of document : ECLI:EU:T:2008:55

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ (πέμπτο τμήμα)

της 28ης Φεβρουαρίου 2008 (*)

«Κοινοτικό σήμα – Αίτηση κοινοτικού εικονιστικού σήματος που απεικονίζει φύλλο σφενδάμνου – Απόλυτος λόγος απαραδέκτου – Σήμα υπηρεσιών – Άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο η΄, του κανονισμού (ΕΚ) 40/94 – Άρθρο 6β της Συμβάσεως των Παρισίων – Νομικά στοιχεία προσκομισθέντα ενώπιον του ΓΕΕΑ και του Πρωτοδικείου»

Στην υπόθεση T‑215/06,

American Clothing Associates SA, με έδρα το Evergem (Βέλγιο), εκπροσωπούμενη από τους P. Maeyaert και N. Clarembeaux, δικηγόρους,

προσφεύγουσα,

κατά

Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ), εκπροσωπούμενου από τον A. Folliard-Monguiral,

καθού,

με αντικείμενο προσφυγή που ασκήθηκε κατά της απόφασης του πρώτου τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ της 4ης Μαΐου 2006 (υπόθεση R 1463/2005-1), σχετικά με την αίτηση καταχωρίσεως της απεικονίσεως ενός φύλλου σφενδάμνου ως κοινοτικού σήματος,

ΤΟ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ (πέμπτο τμήμα),

συγκείμενο από τους M. Βηλαρά (εισηγητή), πρόεδρο, F. Dehousse και D. Šváby, δικαστές,

γραμματέας: B. Pastor, βοηθός γραμματέας,

έχοντας υπόψη το δικόγραφο της προσφυγής που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου στις 8 Αυγούστου 2006,

έχοντας υπόψη το απαντητικό υπόμνημα που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου στις 24 Οκτωβρίου 2006,

κατόπιν της συνεδριάσεως της 6ης Νοεμβρίου 2007,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

 Το νομικό πλαίσιο

1        Το άρθρο 7 του κανονισμού (ΕΚ) 40/94 του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 1993, για το κοινοτικό σήμα (ΕΕ 1994, L 11, σ. 1), όπως έχει τροποποιηθεί, ορίζει τα εξής:

«1. Δεν γίνονται δεκτά για καταχώριση:

[…]

η)      τα σήματα τα οποία, ελλείψει αδείας των αρμόδιων αρχών, απορρίπτονται δυνάμει του άρθρου 6β της Συμβάσεως των Παρισίων·

[…]»

2        Τα άρθρα 1, 6, 6β, 6στ και 7 της Συμβάσεως των Παρισίων για την προστασία της βιομηχανικής ιδιοκτησίας, της 20ής Μαρτίου 1883, όπως έχει αναθεωρηθεί και τροποποιηθεί (Συλλογή Συνθηκών των Ηνωμένων Εθνών, τόμος 828, αριθ. 11847, σ. 108, στο εξής: Σύμβαση των Παρισίων), ορίζουν τα εξής:

Άρθρο 1

[…]

«2)      Η προστασία της βιομηχανικής ιδιοκτησίας έχει ως αντικείμενο τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας, τα υποδείγματα χρησιμότητας, τα σχέδια ή βιομηχανικά υποδείγματα, τα εμπορικά ή βιομηχανικά σήματα, τα σήματα υπηρεσιών, την εμπορική επωνυμία και τις ενδείξεις προέλευσης ή τοπωνυμικές ονομασίες, καθώς και την καταστολή του αθέμιτου ανταγωνισμού.

[…]

Άρθρο 6

1)      Οι όροι της καταθέσεως και καταχωρίσεως των εμπορικών και βιομηχανικών σημάτων θα καθορίζονται σε κάθε κράτος της Ένωσης [των κρατών στα οποία η Σύμβαση των Παρισίων έχει εφαρμογή] από την εθνική του νομοθεσία.

[…]

Άρθρο 6β

1)      α) Τα κράτη της Ένωσης συμφωνούν να απορρίπτουν ή να ακυρώνουν την καταχώριση και να απαγορεύουν, με κατάλληλα μέτρα, τη χρήση, χωρίς άδεια των αρμοδίων αρχών, είτε ως εμπορικών ή βιομηχανικών σημάτων είτε ως στοιχείων των σημάτων αυτών, των θυρεών, σημαιών και λοιπών κρατικών εμβλημάτων των χωρών της Ένωσης, των σημείων και επισημάτων ελέγχου και γνησιότητας που χρησιμοποιούνται από αυτές καθώς και κάθε απομίμηση εξ επόψεως εραλδικής.

β) Οι ανωτέρω υπό […] στοιχείον α΄ διατάξεις εφαρμόζονται επίσης επί θυρεών, σημαιών και λοιπών εμβλημάτων, αρχικών γραμμάτων ή ονομασιών των διεθνών διακυβερνητικών οργανισμών, των οποίων ένα ή περισσότερα κράτη της Ένωσης είναι μέλη, με εξαίρεση τους θυρεούς, τις σημαίες και τα λοιπά εμβλήματα, τα αρχικά γραμμάτων ή τις ονομασίες που έχουν αποτελέσει αντικείμενο εν ισχύ διεθνών συμφωνιών που αποσκοπούν στην εξασφάλιση της προστασίας τους.

γ) Κανένα κράτος της Ένωσης δεν υποχρεούται να εφαρμόσει τις ανωτέρω υπό […] στοιχείον β΄ διατάξεις προς βλάβη των κατόχων δικαιωμάτων που έχουν καλοπίστως αποκτηθεί πριν από την έναρξη ισχύος της παρούσας Συμβάσεως στο εν λόγω κράτος. Τα κράτη της Ένωσης δεν υποχρεούνται να εφαρμόζουν τις εν λόγω διατάξεις οσάκις η προβλεπόμενη από το ανωτέρω […] στοιχείο α΄ χρήση ή καταχώριση δεν είναι ικανή να δημιουργεί στο κοινό την εντύπωση δεσμού μεταξύ του εν λόγω οργανισμού και των θυρεών, σημαιών, εμβλημάτων, αρχικών γραμμάτων και ονομασιών ή οσάκις η χρήση ή καταχώριση αυτή δεν είναι προδήλως ικανή να εξαπατά το κοινό ως προς την ύπαρξη δεσμού μεταξύ του χρήστη και του οργανισμού. […]

3)      α) Για την εφαρμογή των διατάξεων αυτών, τα κράτη της Ένωσης συμφωνούν να κοινοποιήσουν αμοιβαίως μέσω του διεθνούς [γ]ραφείου κατάλογο των κρατικών εμβλημάτων, σημείων και επισημάτων ελέγχου και γνησιότητας που επιθυμούν ή θα επιθυμήσουν στο μέλλον να θέσουν απολύτως ή υπό ορισμένους όρους υπό την προστασία του παρόντος άρθρου καθώς και κάθε μεταγενέστερη τροποποίηση του καταλόγου αυτού. Κάθε κράτος της Ένωσης θα θέσει εγκαίρως στη διάθεση του κοινού τους κοινοποιηθέντες καταλόγους.

Πάντως, η κοινοποίηση αυτή δεν είναι υποχρεωτική όσον αφορά τις σημαίες των κρατών. [...]

Άρθρο 6στ

Τα κράτη της Ένωσης υποχρεούνται να προστατεύουν τα σήματα υπηρεσιών. Δεν υποχρεούνται να προβλέπουν την καταχώριση των σημάτων αυτών.

Άρθρο 7

Η φύση του προϊόντος επί του οποίου τίθεται το εμπορικό ή βιομηχανικό σήμα δεν δύναται σε καμία περίπτωση να αποτελέσει εμπόδιο στην καταχώριση του σήματος. […]»

 Ιστορικό της διαφοράς

3        Στις 23 Ιουλίου 2002, η προσφεύγουσα υπέβαλε στο Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ) αίτηση καταχωρίσεως κοινοτικού σήματος δυνάμει του κανονισμού 40/94.

4        Το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση και αναπαράγεται αμέσως κατωτέρω αποτελείται από την εικόνα φύλλου σφενδάμνου και τα γράμματα «rw» σε κεφαλαία κάτω από την εικόνα αυτή:

Image not found

5        Τα προϊόντα και οι υπηρεσίες, για τα οποία ζητήθηκε η καταχώριση, υπάγονται στις κλάσεις 18, 25 και 40 του Διακανονισμού της Νίκαιας για τη διεθνή ταξινόμηση προϊόντων και υπηρεσιών με σκοπό την καταχώριση σημάτων, της 15ης Ιουνίου 1957, όπως έχει αναθεωρηθεί και τροποποιηθεί, και αντιστοιχούν στην ακόλουθη περιγραφή:

–        «Δέρμα και απομιμήσεις δέρματος, είδη από αυτά τα υλικά μη περιλαμβανόμενα σε άλλες κλάσεις· δέρματα ζώων· κιβώτια ταξιδίου και βαλίτσες· ομπρέλες, αλεξήλια και ράβδοι περιπάτου· μαστίγια, ιπποσκευές και είδη σελλοποιίας» (κλάση 18)·

–        «Ενδύματα, υποδήματα και είδη πιλοποιίας» (κλάση 25)·

–        «Υπηρεσίες ραπτικής· παραγέμισμα και προετοιμασία ζώων· βιβλιοδεσία· επεξεργασία, κατεργασία και βελτίωση δερμάτων, γουναρικών και υφασμάτων· εμφάνιση φιλμ και εκτύπωση φωτογραφιών· κατεργασία ξύλου· έκθλιψη φρούτων· άλεση δημητριακών· επεξεργασία, σκλήρυνση και βελτίωση επιφανειών από μέταλλο» (κλάση 40).

6        Ο εξεταστής, με απόφαση της 7ης Οκτωβρίου 2005, απέρριψε, βάσει του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο η΄, του κανονισμού 40/94, την αίτηση καταχωρίσεως του εν λόγω σήματος για όλα τα προϊόντα και τις υπηρεσίες που αφορούσε, με την αιτιολογία ότι το επίμαχο σήμα είναι ικανό να προκαλέσει στο κοινό την εντύπωση ότι υπάρχει σχέση μεταξύ του σήματος αυτού και του Καναδά, αφού το φύλλο σφενδάμνου που το σήμα απεικονίζει αποτελεί απομίμηση του κρατικού εμβλήματος του Καναδά.

7        To έμβλημα αυτό, όπως προκύπτει, αφενός, από την ανακοίνωση του διεθνούς γραφείου του Παγκόσμιου Οργανισμού Πνευματικής Ιδιοκτησίας (ΠΟΠΙ) προς τα συμβαλλόμενα κράτη της Συμβάσεως των Παρισίων, της 1ης Φεβρουαρίου 1967, και, αφετέρου, από τη βάση δεδομένων του ΠΟΠΙ, απεικονίζεται ευθύς κατωτέρω:

Image not found

8        Στις 6 Δεκεμβρίου 2005, η προσφεύγουσα άσκησε προσφυγή βάσει των άρθρων 57 έως 62 του κανονισμού 40/94 κατά της αποφάσεως του εξεταστή.

9        Το πρώτο τμήμα προσφυγών, με απόφαση της 4ης Μαΐου 2006 (στο εξής: προσβαλλόμενη απόφαση), η οποία κοινοποιήθηκε στην προσφεύγουσα στις 29 Μαΐου 2006, απέρριψε την προσφυγή της προσφεύγουσας και επικύρωσε την απόφαση του εξεταστή.

10      Το τμήμα προσφυγών, στηριζόμενο στα στοιχεία που αναφέρονται στην ανωτέρω σκέψη 7, διαπίστωσε ότι το φύλλο σφενδάμνου ερυθρού χρώματος αποτελεί το έμβλημα του Καναδά (σημείο 11 της προσβαλλόμενης απόφασης). Το τμήμα προσφυγών, λαμβάνοντας υπόψη τη νομολογία [απόφαση του Πρωτοδικείου της 21ης Απριλίου 2004, Τ-127/02, Concept κατά ΓΕΕΑ (ECA), Συλλογή 2004, σ. II‑1113, σκέψη 40], έκρινε ότι, στην προκειμένη περίπτωση, έπρεπε να εξεταστεί αν το προς καταχώριση σήμα περιλαμβάνει στοιχείο που θα μπορούσε να θεωρηθεί ως το καναδικό έμβλημα ή απομίμησή του «εξ επόψεως εραλδικής». Η παρουσία του λεκτικού στοιχείου «rw» στο προς καταχώριση σήμα δεν παρακωλύει την εφαρμογή του άρθρου 6β, παράγραφος 1, στοιχείο α΄, της Συμβάσεως των Παρισίων (σημεία 12 έως 14 της προσβαλλόμενης απόφασης).

11      Συναφώς, το τμήμα προσφυγών απέρριψε το επιχείρημα της προσφεύγουσας που αντλείται από τη διαφορά χρώματος μεταξύ του φύλλου σφενδάμνου που απεικονίζεται στο προς καταχώριση σήμα και του καναδικού εμβλήματος. Δεδομένου ότι η αίτηση καταχωρίσεως της προσφεύγουσας δεν προσδιόριζε συγκεκριμένο χρώμα, το προς καταχώριση σήμα θα μπορούσε να απεικονίζεται με οποιονδήποτε συνδυασμό χρωμάτων, συμπεριλαμβανομένου του ερυθρού χρώματος του καναδικού εμβλήματος (σημείο 15 της προσβαλλόμενης απόφασης).

12      Εξάλλου, το τμήμα προσφυγών έκρινε ότι δεν υπήρχε ουσιώδης διαφορά μεταξύ των σχεδίων των δύο φύλλων σφενδάμνου. Και στις δύο περιπτώσεις, επρόκειτο για το ίδιο φύλλο με ένδεκα άκρες, εν είδει άστρου με πέντε γωνίες πάνω σε μίσχο, και με ορατά ίδια απόσταση μεταξύ των άκρων και των γωνιών. Επομένως, το ενδιαφερόμενο κοινό θα μπορούσε να θεωρήσει το φύλλο σφενδάμνου του προς καταχώριση σήματος ως εραλδική απομίμηση του καναδικού εμβλήματος (σημείο 16 της προσβαλλόμενης απόφασης). Ως εκ τούτου, η καταχώριση του εν λόγω σήματος θα μπορούσε να παραπλανήσει το κοινό ως προς την προέλευση των προϊόντων και των υπηρεσιών που αφορά το σήμα αυτό, λαμβανομένης επίσης υπόψη της μεγάλης ποικιλίας προϊόντων και υπηρεσιών που μπορεί να προσφέρει και να προωθήσει ο Καναδάς (σημείο 17 της προσβαλλόμενης απόφασης).

13      Κατά το τμήμα προσφυγών, η φήμη που το σήμα της προσφεύγουσας RIVER WOODS φέρεται να έχει στο Βέλγιο δεν δύναται να ανατρέψει τις ανωτέρω θεωρήσεις, αφού η απόκτηση διακριτικού χαρακτήρα ενός σήματος λόγω χρήσης δεν ισχύει στις περιπτώσεις του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο η΄, του κανονισμού 40/94 (σημείο 19 της προσβαλλόμενης απόφασης). Το τμήμα προσφυγών απέρριψε επίσης τα λοιπά επιχειρήματα της προσφεύγουσας που υποστήριξε ότι έχει καταχωρίσει πλείονα παρόμοια εθνικά σήματα, μεταξύ των οποίων και καναδικά σήματα, και επικαλέστηκε την προγενέστερη πρακτική που ακολουθούσε το ΓΕΕΑ με τις αποφάσεις του όσον αφορά σήματα που περιλαμβάνουν σημαία ή κρατικό έμβλημα (σημεία 20 έως 22 της προσβαλλόμενης απόφασης).

 Αιτήματα των διαδίκων

14      Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

–        να ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση·

–        να καταδικάσει το ΓΕΕΑ στα δικαστικά έξοδα.

15      Το ΓΕΕΑ ζητεί από το Πρωτοδικείο:

–        να απορρίψει την προσφυγή·

–        να καταδικάσει την προσφεύγουσα στα δικαστικά έξοδα.

 Σκεπτικό

16      Η προσφεύγουσα, προς στήριξη της προσφυγής της, επικαλείται ένα μόνο λόγο ακυρώσεως, αντλούμενο από παράβαση του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο η΄, του κανονισμού 40/94. Το Πρωτοδικείο κρίνει απαραίτητο να εξετάσει τον λόγο αυτό πρώτα ως προς τις υπηρεσίες της κλάσης 40 τις οποίες αφορά η αίτηση καταχωρίσεως και, στη συνέχεια, ως προς τα προϊόντα των κλάσεων 18 και 25 τα οποία αφορά η ίδια αίτηση.

 Επί των υπηρεσιών της κλάσης 40

 Επιχειρήματα των διαδίκων

17      Η προσφεύγουσα επισημαίνει ότι, μολονότι το ζήτημα της εφαρμογής του άρθρου 6β, παράγραφος 1, στοιχείο α΄, της Συμβάσεως των Παρισίων στα σήματα υπηρεσιών δύναται να αμφισβητηθεί, θα αναπτύξει την επιχειρηματολογία της χωρίς να κάνει διάκριση μεταξύ των προϊόντων και των υπηρεσιών που αφορά η επίμαχη αίτηση καταχωρίσεως.

18      Το ΓΕΕΑ δέχεται ότι το άρθρο 6β της Συμβάσεως των Παρισίων, σύμφωνα με το γράμμα του, έχει εφαρμογή μόνο στα εμπορικά ή βιομηχανικά σήματα, ήτοι στα σήματα προϊόντων. Επομένως, η διάταξη αυτή δεν υποχρεώνει τα συμβαλλόμενα μέρη της Συμβάσεως των Παρισίων καθώς και τα κράτη ή τους διεθνείς οργανισμούς –συμπεριλαμβανομένης της Ευρωπαϊκής Ένωσης– που είναι μέλη του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου και δεσμεύονται από το άρθρό 6β, να αρνηθούν ή να ακυρώσουν την καταχώριση ως σημάτων υπηρεσιών ή ως στοιχείων σημάτων υπηρεσιών των σημείων που περιλαμβάνουν ή αντιγράφουν κρατικά εμβλήματα και λοιπά επίσημα σύμβολα. Πάντως, κατά το ΓΕΕΑ, τα κράτη και το ίδιο το ΓΕΕΑ είναι αναμφισβήτητα ελεύθερα να το πράξουν.

19      Καταρχάς, το ΓΕΕΑ που εφαρμόζει τη Σύμβαση των Παρισίων αναγνωρίζει ρητώς τη δυνατότητα αυτή, όπως προκύπτει από την παράγραφο 7 των «γενικών πληροφοριών περί του άρθρου 6β της Συμβάσεως των Παρισίων» που είναι διαθέσιμες στον διαδικτυακό τόπο του ΠΟΠΙ. Περαιτέρω, το άρθρο 1 του κανονισμού 40/94 αναφέρεται ρητώς στην προστασία των «σημάτων προϊόντων ή υπηρεσιών», ενώ το άρθρο 7 του ίδιου κανονισμού σχετικά με τους απόλυτους λόγους απαραδέκτου δεν διακρίνει μεταξύ των σημάτων προϊόντων και των σημάτων υπηρεσιών. Τέλος, το Πρωτοδικείο έχει κρίνει, με την προπαρατεθείσα στη σκέψη 10 απόφαση ECA, ότι το άρθρο 6β της Συμβάσεως των Παρισίων έχει επίσης εφαρμογή στα σήματα υπηρεσιών, αφού το επίμαχο στην υπόθεση αυτή σήμα προσδιόριζε τόσο προϊόντα της κλάσης 9 όσο και υπηρεσίες της κλάσης 41 και το Πρωτοδικείο δεν διέκρινε μεταξύ προϊόντων και υπηρεσιών όταν αποφάνθηκε ότι νομίμως δεν έγινε δεκτή η καταχώριση του σήματος αυτού βάσει του άρθρου 6β της Συμβάσεως των Παρισίων.

20      Κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, το ΓΕΕΑ υποστήριξε τη διασταλτική ερμηνεία του άρθρου 6β της Συμβάσεως των Παρισίων, βάσει της οποίας θα μπορούσαν να εμπέσουν στο πεδίο εφαρμογής του και τα σήματα υπηρεσιών αφού μάλιστα, από τη θέσπιση του άρθρου 6β της Συμβάσεως των Παρισίων, η τελευταία αυτή κατηγορία σημάτων έχει γίνει εξίσου σημαντική με τα σήματα προϊόντων. Εξάλλου, κατά το ΓΕΕΑ, ο ΠΟΠΙ προτείνει αυτή την ερμηνεία της εν λόγω διάταξης.

21      Το ΓΕΕΑ, με το απαντητικό υπόμνημά του, υποστηρίζει επίσης ότι, εν πάση περιπτώσει, το ζήτημα της εφαρμογής του άρθρου 6β της Συμβάσεως των Παρισίων στα σήματα υπηρεσιών δεν τίθεται ενώπιον του Πρωτοδικείου, αφού, αφενός, το ζήτημα αυτό δεν θίχτηκε κατά τη διαδικασία ενώπιον του ΓΕΕΑ και, αφετέρου, η προσφεύγουσα, με την προσφυγή της, δεν υποστήριξε επαρκώς την άποψή της κατά την οποία η εν λόγω διάταξη δεν έχει εφαρμογή στα σήματα υπηρεσιών. Πάντως, κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, το ΓΕΕΑ δέχθηκε ότι το Πρωτοδικείο δύναται να εξετάσει το ζήτημα αυτό, παρά την απουσία σχετικής ειδικής επιχειρηματολογίας εκ μέρους της προσφεύγουσας, όπως αναφέρεται στα πρακτικά της συνεδριάσεως.

 Εκτίμηση του Πρωτοδικείου

22      Σημειωτέον καταρχάς ότι η προσφεύγουσα, τόσο ενώπιον του ΓΕΕΑ όσο και ενώπιον του Πρωτοδικείου, επικαλέστηκε στην ουσία ένα μόνο λόγο ακυρώσεως, αντλούμενο από παράβαση του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο η΄, του κανονισμού 40/94, σύμφωνα με τον οποίο η καταχώριση του επίμαχου σήματος δεν δύναται να απορριφθεί βάσει του άρθρου 6β, παράγραφος 1, στοιχείο α΄, της Συμβάσεως των Παρισίων, αφού το σήμα αυτό δεν αποτελεί ούτε το κρατικό έμβλημα του Καναδά ούτε απομίμησή του «εξ επόψεως εραλδικής».

23      Πάντως, το ζήτημα της εφαρμογής του άρθρου 6β, παράγραφος 1, στοιχείο α΄, της Συμβάσεως των Παρισίων στα σήματα υπηρεσιών αποτελεί πρόβλημα που πρέπει να λυθεί πρώτα ώστε να εξασφαλιστεί η ορθή εφαρμογή του κανονισμού 40/94 όσον αφορά τον λόγο ακυρώσεως που προβάλλει η προσφεύγουσα. Πράγματι, για να κριθεί αν το επίμαχο σήμα, στο μέτρο που αφορά υπηρεσίες, αποτελεί σήμα του οποίου η καταχώριση αντίκειται ενδεχομένως στο άρθρο 6β, παράγραφος 1, στοιχείο α΄, πρέπει προηγουμένως να εξεταστεί αν η διάταξη αυτή έχει εφαρμογή στα σήματα υπηρεσιών. Αν η διάταξη αυτή δεν έχει εφαρμογή στα σήματα υπηρεσιών, η άρνηση του ΓΕΕΑ να καταχωρίσει το σήμα αυτό για υπηρεσίες θα συνιστούσε πράγματι παράβαση του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο η΄, του κανονισμού 40/94, όπως υποστηρίζει η προσφεύγουσα, και μάλιστα χωρίς να χρειάζεται να εξεταστεί αν το προς καταχώριση σήμα περιλαμβάνει το κρατικό έμβλημα του Καναδά ή απομίμησή του «εξ επόψεως εραλδικής».

24      Επομένως, το ζήτημα της εφαρμογής του άρθρου 6β της Συμβάσεως των Παρισίων στα σήματα υπηρεσιών περιλαμβανόταν στα νομικά στοιχεία της ενώπιον του τμήματος προσφυγών διαφοράς, έστω και αν οι διάδικοι δεν διατύπωσαν άποψη επί του οικείου ζητήματος και το ΓΕΕΑ δεν αποφάνθηκε συναφώς [απόφαση του Πρωτοδικείου της 1ης Φεβρουαρίου 2005, T‑57/03, SPAG κατά ΓΕΕΑ – Dann και Backer (HOOLIGAN), Συλλογή 2005, σ. II‑287, σκέψη 21]. Κατά συνέπεια, το ζήτημα αυτό δύναται να ανακύψει για πρώτη φορά ενώπιον του Πρωτοδικείου (προπαρατεθείσα απόφαση HOOLIGAN, σκέψη 22).

25      Για τους λόγους που αναφέρθηκαν ανωτέρω στη σκέψη 23, το ζήτημα αυτό συμπεριλαμβάνεται στα νομικά στοιχεία της ενώπιον του Πρωτοδικείου διαφοράς. Πράγματι, επισημαίνεται ότι ο δικαστής, αν και οφείλει να αποφαίνεται μόνον επί των αιτημάτων των διαδίκων, στους οποίους απόκειται ο καθορισμός του πλαισίου της διαφοράς, δεν δεσμεύεται μόνον από τα επιχειρήματα που προβάλλουν οι διάδικοι προς στήριξη των ισχυρισμών τους, διότι, σε αντίθετη περίπτωση, θα μπορούσε να θεμελιώσει την απόφασή του σε εσφαλμένους νομικούς ισχυρισμούς (διατάξεις του Δικαστηρίου της 27ης Σεπτεμβρίου 2004, C-470/02 P, UER κατά Μ6 κ.λπ., μη δημοσιευθείσα στη Συλλογή, σκέψη 69, και της 13ης Ιουνίου 2006, C-172/05 P, Mancini κατά Επιτροπής, μη δημοσιευθείσα στη Συλλογή, σκέψη 41). Τούτο ισχύει στην προκειμένη περίπτωση, αφού η προσφεύγουσα εξέφρασε αμφιβολίες ως προς την εφαρμογή του άρθρου 6β της Συμβάσεως των Παρισίων στα σήματα υπηρεσιών. Επομένως, όπως δέχθηκε και το ΓΕΕΑ κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, το ζήτημα αυτό δεν εκφεύγει του πλαισίου της συζήτησης και πρέπει να εξετασθεί από το Πρωτοδικείο, αφού η εξέταση αυτή είναι απαραίτητη για να δοθεί απάντηση στον μοναδικό λόγο ακυρώσεως που προβάλλει η προσφεύγουσα.

26      Επομένως, πρέπει να εξεταστεί αν το άρθρο 6β της Συμβάσεως των Παρισίων έχει εφαρμογή και στα σήματα υπηρεσιών. Συναφώς, διαπιστώνεται ότι το γράμμα της διάταξης αυτής αφορά μόνον τα «εμπορικά ή βιομηχανικά σήματα». Από το άρθρο 1, παράγραφος 2, το άρθρο 6, παράγραφος 1, και, τέλος, από το άρθρο 6στ, της Συμβάσεως των Παρισίων προκύπτει σαφώς ότι η Σύμβαση αυτή διακρίνει, αφενός, τα «εμπορικά ή βιομηχανικά σήματα» των οποίων η καταχώριση, όπως προκύπτει από το άρθρο 7, αφορά προϊόντα και, αφετέρου, τα «σήματα υπηρεσιών». Δεδομένου ότι το άρθρο 6β αφορά μόνον τα εμπορικά ή βιομηχανικά σήματα, ήτοι τα σήματα προϊόντων, προκύπτει ότι η απαγόρευση καταχωρίσεως και χρήσεως που θεσπίζει η διάταξη αυτή δεν αφορά τα σήματα υπηρεσιών.

27      Πάντως, το ΓΕΕΑ υποστηρίζει ότι ο κοινοτικός νομοθέτης δύναται να απαγορεύσει και επί υπηρεσιών την καταχώριση σημάτων που περιλαμβάνουν κρατικό έμβλημα ως στοιχείο, ακόμη και αν δεν την απαγόρευε βάσει του άρθρου 6β της Συμβάσεως των Παρισίων.

28      Διαπιστώνεται ωστόσο ότι το άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο η΄, του κανονισμού 40/94 παραπέμπει απλώς στο άρθρο 6β της Συμβάσεως των Παρισίων, ορίζοντας ότι «δεν γίνονται δεκτά για καταχώριση τα σήματα που […] απορρίπτονται δυνάμει του άρθρου 6β της Συμβάσεως των Παρισίων». Δεδομένου ότι το άρθρο 6β της Συμβάσεως των Παρισίων δεν αφορά τα σήματα υπηρεσιών, τα σήματα αυτά δεν αποτελούν σήματα που «απορρίπτονται» δυνάμει της διατάξεως αυτής και, ως εκ τούτου, δεν μπορεί να τους αντιταχθεί απόλυτος λόγος απαραδέκτου βάσει του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο η΄, του κανονισμού 40/94. Το γεγονός και μόνον που επικαλείται το ΓΕΕΑ ότι το άρθρο 7 του κανονισμού 40/94 δεν διακρίνει μεταξύ σημάτων προϊόντων και σημάτων υπηρεσιών δεν αρκεί για να θεμελιώσει το αντίθετο συμπέρασμα, αφού η διάκριση αυτή εισάγεται από το άρθρο 6β της Συμβάσεως των Παρισίων, στο οποίο παραπέμπει το άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο η΄, του κανονισμού 40/94.

29      Πράγματι, αν ο κοινοτικός νομοθέτης ήθελε να απαγορεύσει και για τις υπηρεσίες την καταχώριση των σημάτων που περιλαμβάνουν «θυρεούς, σημαίες και λοιπά κρατικά εμβλήματα», δεν θα είχε αρκεστεί στην απλή παραπομπή στο άρθρο 6β της Συμβάσεως των Παρισίων, αλλά θα είχε εισαγάγει στο ίδιο το κείμενο του άρθρου 7 του κανονισμού 40/94 την απαγόρευση καταχωρίσεως, είτε ως κοινοτικού σήματος είτε ως στοιχείου ενός τέτοιου σήματος «των θυρεών, σημαιών και λοιπών κρατικών εμβλημάτων […] καθώς και κάθε απομιμήσεως εξ επόψεως εραλδικής», χωρίς να διακρίνει έτσι, εμμέσως πλην αναγκαίως, από την παραπομπή και μόνο στο άρθρο 6β της Συμβάσεως των Παρισίων, μεταξύ σημάτων προϊόντων και σημάτων υπηρεσιών.

30      Η απόφαση ECA, ανωτέρω σκέψη 10, που επικαλείται το ΓΕΕΑ, δεν καταρρίπτει τα προηγούμενα επιχειρήματα, αφού, το Πρωτοδικείο, με την απόφαση αυτή, ουδόλως εξέτασε το ζήτημα της εφαρμογής του άρθρου 6β της Συμβάσεως των Παρισίων στα σήματα υπηρεσιών, ζήτημα άλλωστε που δεν τέθηκε από τους διαδίκους της υπόθεσης αυτής.

31      Τέλος, το επιχείρημα του ΓΕΕΑ ότι το άρθρο 6β της Συμβάσεως των Παρισίων πρέπει να ερμηνευθεί διασταλτικώς είναι απορριπτέο. Αφενός, το μοναδικό έγγραφο του ΠΟΠΙ που επικαλείται το ΓΕΕΑ και ασκεί επιρροή στην υπόθεση (βλ. ανωτέρω σκέψη 19) αναφέρει μόνον ότι το άρθρο 6β της Συμβάσεως των Παρισίων «δεν υποχρεώνει τα συμβαλλόμενα μέρη της Συμβάσεως των Παρισίων να αρνηθούν ή να ακυρώσουν την καταχώριση και να απαγορεύσουν τη χρήση ως σημάτων υπηρεσιών ή ως στοιχείων σημάτων υπηρεσιών των κρατικών εμβλημάτων ή λοιπών επισήμων συμβόλων. Πάντως, τα κράτη είναι ελεύθερα να το πράξουν […]». Επομένως, αντιθέτως προς τους ισχυρισμούς του ΓΕΕΑ, το έγγραφο αυτό δεν συνηγορεί υπέρ της διασταλτικής ερμηνείας της διάταξης αυτής. Σημειωτέον εξάλλου ότι ακριβώς για την επέκταση στα σήματα υπηρεσιών της προστασίας των σημάτων προϊόντων βάσει της Συμβάσεως των Παρισίων προστέθηκε ειδική διάταξη στο άρθρο 16 της Συμβάσεως περί του δικαίου των σημάτων που υπογράφηκε στη Γενεύη στις 27 Οκτωβρίου 1994. Πάντως, η εν λόγω σύμβαση που υπογράφηκε από την Ευρωπαϊκή Κοινότητα δεν έχει κυρωθεί από αυτήν.

32      Αφετέρου και κυρίως, μπορεί να συναχθεί ότι ο κοινοτικός νομοθέτης, κατά τη σχετικά πρόσφατη θέσπιση του κανονισμού 40/94, ήταν εν γνώσει της σημασίας των σημάτων υπηρεσιών στο σύγχρονο εμπόριο και θα μπορούσε, ως εκ τούτου, να επεκτείνει και σε αυτή την κατηγορία σημάτων την προστασία των κρατικών εμβλημάτων βάσει του άρθρου 6β της Συμβάσεως των Παρισίων. Αφού λοιπόν ο νομοθέτης δεν έκρινε σκόπιμο να επεκτείνει το πεδίο εφαρμογής των επίμαχων διατάξεων, δεν πρέπει ο δικαστής να τον υποκαταστήσει και να δεχθεί μια contra legem ερμηνεία των εν λόγω διατάξεων, των οποίων η έννοια είναι σαφής.

33      Από τις ανωτέρω σκέψεις προκύπτει ότι η προσβαλλόμενη απόφαση, απορρίπτοντας την καταχώριση του επίμαχου σήματος για τις υπηρεσίες της κλάσης 40, παρέβη το άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο η΄, του κανονισμού 40/94 και πρέπει να ακυρωθεί.

 Επί των προϊόντων των κλάσεων 18 και 25

 Επιχειρήματα των διαδίκων

34      H προσφεύγουσα υπενθυμίζει, καταρχάς, τη νομολογία του Πρωτοδικείου σχετικά με την ερμηνεία του άρθρου 6β, παράγραφος 1, στοιχείο α΄, της Συμβάσεως των Παρισίων (απόφαση ECA, ανωτέρω σκέψη 10, σκέψη 39) και καταλήγει ότι η καταχώριση παρόμοιου σήματος με το επίμαχο, το οποίο δεν παρακωλύει το δικαίωμα του κράτους να ελέγχει τη χρήση των κυριαρχικών του συμβόλων και δεν παραπλανά το κοινό ως προς την προέλευση των προϊόντων και των υπηρεσιών, δεν μπορεί να απορριφθεί βάσει της διατάξεως αυτής.

35      Πρώτον, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι το τμήμα προσφυγών εσφαλμένως θεώρησε ότι η ύπαρξη του λεκτικού στοιχείου «rw» στο προς καταχώριση σήμα δεν ασκεί επιρροή. Κατά την προσφεύγουσα, πρέπει πάντοτε να λαμβάνεται υπόψη η αντίληψη του μέσου καταναλωτή και ειδικότερα η συνολική εντύπωση που προκαλεί το σήμα σε αυτόν (βλ., αναλογικά, απόφαση του Δικαστηρίου της 16ης Σεπτεμβρίου 2004, C-404/02, Nichols, Συλλογή 2004, σ. I‑8499, σκέψη 35· βλ., επίσης, απόφαση ECA, ανωτέρω σκέψη 10, σκέψη 64). Εξάλλου, ο μέσος καταναλωτής αντιλαμβάνεται συνήθως το σήμα ως ενιαίο σύνολο (απόφαση του Δικαστηρίου της 11ης Νοεμβρίου 1997, C‑251/95, SABEL, Συλλογή 1997, σ. I‑6191, σκέψη 23).

36      Στην προκειμένη περίπτωση, το λεκτικό στοιχείο «rw», σύντμηση του κυρίου σήματος της προσφεύγουσας RIVER WOODS, αποτελεί ενιαίο σύνολο με το εικονιστικό στοιχείο του προς καταχώριση σήματος. Κατά τα λοιπά, πρέπει να ληφθεί υπόψη ο τρόπος με τον οποίο ο μέσος καταναλωτής αντιλαμβάνεται το σήμα κατά τη συνήθη χρήση του. Η προσφεύγουσα αναπαράγει στην προσφυγή της εικόνες που, κατά την άποψή της, δίνουν την εντύπωση μιας τέτοιας αντίληψης. Η θεώρηση της συνολικής εντύπωσης του προς καταχώριση σήματος, όπως γίνεται αντιληπτό κατά τη συνήθη χρήση του, αποκλείει κάθε δυνατότητα εφαρμογής του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο η΄, του κανονισμού 40/94 στην προκειμένη περίπτωση.

37      Δεύτερον, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι το τμήμα προσφυγών επίσης εσφαλμένως εκτίμησε, με το σημείο 16 της προσβαλλόμενης απόφασης, ότι «μπορεί να δοθεί η εντύπωση στο ενδιαφερόμενο κοινό ότι [το φύλλο σφενδάμνου που απεικονίζεται στο προς καταχώριση σήμα] αποτελεί εραλδική απομίμηση του καναδικού εμβλήματος».

38      Η προσφεύγουσα υπενθυμίζει ότι η προβλεπόμενη από το άρθρο 6β, παράγραφος 1, στοιχείο α΄, της Συμβάσεως των Παρισίων προστασία των κρατικών εμβλημάτων αφορά τις ομοιότητες σε έναν πολύ συγκεκριμένο τομέα, ήτοι τις απομιμήσεις «εξ επόψεως εραλδικής». Η προσφεύγουσα επισημαίνει συναφώς ότι «[η] επισήμανση αυτή περιορίζει πράγματι το περιεχόμενο της απαγορευμένης απομίμησης σε σχέση με ό,τι συνήθως θεωρείται ως απαράδεκτο στο δίκαιο των σημάτων. Δεδομένου ότι τα κρατικά εμβλήματα περιλαμβάνουν συχνά κοινά σύμβολα, όπως ένα λέοντα, έναν αετό ή έναν ήλιο, οι απομιμήσεις απαγορεύονται μόνον εφόσον αφορούν τα εραλδικά χαρακτηριστικά του συμβόλου του οικείου κράτους. Επομένως, η χρήση του συμβόλου αφεαυτού είναι ελεύθερη και αυτό μπορεί να χρησιμοποιηθεί στη σύνθεση των εμπορικών ή βιομηχανικών σημάτων» (πρακτικά αναθεωρητικής διασκέψεως της Χάγης του 1925, σ. 245). Η προσφεύγουσα παραπέμπει επίσης στις διαπραγματεύσεις της διάσκεψης της Λισαβόνας, η οποία πραγματοποιήθηκε το 1958 για την αναθεώρηση της Συμβάσεως των Παρισίων όσον αφορά το ζήτημα αν ο περιορισμός της προστασίας του άρθρου 6β, παράγραφος 1, στοιχείο α΄, στις απομιμήσεις «εξ επόψεως εραλδικής» πρέπει να εξαλειφθεί (πρακτικά διάσκεψης της Λισαβόνας, σ. 129, 131, 139 και 140).

39      Εξάλλου, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι, εκτός εξαιρετικών περιστάσεων, το άρθρο 6β της Συμβάσεως των Παρισίων σκοπεί στην προστασία ενός εμβλήματος μόνον ως προς τη λειτουργία του ως εμβλήματος. Ωστόσο, όπως τα σήματα ή κάθε άλλο διακριτικό σημείο, το έμβλημα δύναται να παρουσιάζει λιγότερο ή περισσότερο συνηθισμένα χαρακτηριστικά. Το γεγονός αυτό ασκεί επιρροή, κατά την προσφεύγουσα, στην προστασία του εν λόγω εμβλήματος βάσει του άρθρου 6β, παράγραφος 1, στοιχείο α΄, της Συμβάσεως των Παρισίων. Επομένως, ένα έμβλημα με συνηθισμένα χαρακτηριστικά το οποίο δεν έχει έντονα εραλδικά χαρακτηριστικά τυγχάνει πολύ περιορισμένης προστασίας.

40      Στην προκειμένη περίπτωση, η Καναδική Κυβέρνηση κοινοποίησε στον ΠΟΠΙ, ως κρατικό έμβλημα, το ίδιο φύλλο σφενδάμνου ερυθρού χρώματος που αποτελεί τμήμα της εθνικής σημαίας του Καναδά. Κατά την προσφεύγουσα, το ερυθρό χρώμα του φύλλου αυτού αποτελεί κεφαλαιώδους σημασίας στοιχείο, όπως αποδεικνύεται, πρώτον, από τη μνεία στη στήλη «τύπος» της εγγραφής του εμβλήματος αυτού στη βάση δεδομένων του ΠΟΠΙ ότι το εν λόγω έμβλημα είναι «έγχρωμο», δεύτερον, από τη γραφιστική απεικόνιση του εμβλήματος στη βάση αυτή και, τρίτον, από το γεγονός ότι η χρησιμοποιούμενη απόχρωση του ερυθρού είναι ιδιαίτερη και δεν ανταποκρίνεται στο ευρέως διαδεδομένο χρώμα ενός φύλλου σφενδάμνου. Το στοιχείο αυτό διακρίνει το καναδικό έμβλημα από την εντύπωση που συνήθως προκαλεί η σκέψη ενός φύλλου σφενδάμνου.

41      Κατά την προσφεύγουσα, εξυπακούεται ότι το άρθρο 6β της Συμβάσεως των Παρισίων δεν σκοπεί στη μονοπώληση, εκ μέρους του Καναδά, της φυσικής απεικόνισης του φύλλου σφενδάμνου, αφού μάλιστα το δένδρο αυτό δεν ευδοκιμεί μόνο στον Καναδά. Το προς καταχώριση σήμα περιλαμβάνει μόνον τη φυσική απεικόνιση ενός μέλανος φύλλου σφενδάμνου. Εξάλλου, σε σύγκριση με το καναδικό έμβλημα εξ επόψεως γραφιστικής, το φύλλο σφενδάμνου που απεικονίζεται στο προς καταχώριση σήμα διαφέρει όσον αφορά το πλάτος του μίσχου. Τέλος, κατά την αντίληψη του μέσου καταναλωτή ως προς το προς καταχώριση σήμα υπό τις συνήθεις συνθήκες χρήσης του, το φύλλο σφενδάμνου που απεικονίζεται στο σήμα αυτό αποτελεί ενιαίο σύνολο με το διακριτικό και κυρίαρχο λεκτικό στοιχείο «rw» και δεν παρουσιάζει εραλδικά χαρακτηριστικά.

42      Υπό τις συνθήκες αυτές, είναι αδύνατο να θεωρηθεί το προς καταχώριση σήμα ως απομίμηση του καναδικού εμβλήματος «εξ επόψεως εραλδικής». Πράγματι, η καταχώριση του σήματος αυτού δεν προσβάλλει ούτε το καναδικό έμβλημα, αυτό καθ’ εαυτό, ούτε εμποδίζει τον έλεγχο της χρήσης του εν λόγω εμβλήματος από το καναδικό κράτος.

43      Τρίτον, η προσφεύγουσα βάλλει κατά του συμπεράσματος της προσβαλλόμενης απόφασης (σκέψη 17) ότι η καταχώριση του επίμαχου σήματος δύναται να παραπλανήσει το κοινό ως προς την προέλευση των προϊόντων και των υπηρεσιών που θα προσδιορίζει.

44      Η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι, προκειμένου να εκτιμηθεί ο κίνδυνος πλάνης ως προς την προέλευση των προϊόντων ή των υπηρεσιών του προς καταχώριση σήματος, πρέπει να ληφθούν υπόψη, αφενός, η αντίληψη του μέσου καταναλωτή και, αφετέρου, τα εν λόγω προϊόντα ή υπηρεσίες. Εξάλλου, είναι απαραίτητο ο συνειρμός που ενδεχομένως το προς καταχώριση σήμα δημιουργεί μεταξύ των προϊόντων ή υπηρεσιών που αφορά και ενός κράτους να είναι τόσο άμεσος και συγκεκριμένος που να δύναται να παραπλανήσει τον μέσο καταναλωτή [βλ., αναλογικά, απόφαση του Πρωτοδικείου της 12ης Ιανουαρίου 2005, Τ-334/03, Deutsche Post EURO EXPRESS κατά ΓΕΕΑ (EUROPREMIUM), Συλλογή 2005, σ. II‑65, σκέψεις 24, 25 και 41].

45      Ωστόσο, στην προκειμένη περίπτωση, το προς καταχώριση σήμα, λαμβανόμενο υπόψη στο σύνολό του, δεν δύναται να παραπλανήσει τον μέσο καταναλωτή. Η αναφορά της προσβαλλόμενης απόφασης στη μεγάλη ποικιλία προϊόντων και υπηρεσιών που μπορεί να προσφέρει και να προωθήσει ο Καναδάς, μια από τις μεγαλύτερες οικονομίες σε παγκόσμιο επίπεδο, δεν πείθει αφού παρόμοιες θεωρήσεις ισχύουν επίσης για πολλές άλλες χώρες. Η ύπαρξη επαρκούς και άμεσης σχέσης μεταξύ των προϊόντων και υπηρεσιών που αφορά το προς καταχώριση σήμα και της εν λόγω χώρας, ήτοι του Καναδά, δεν αποδεικνύεται στη συγκεκριμένη περίπτωση.

46      Αντιθέτως, ο καταναλωτής, ενώπιον του προς καταχώριση σήματος σε σχέση με τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες που αφορά, αντιλαμβάνεται ένα λεκτικό στοιχείο που αποτελεί ενιαίο σύνολο με ένα φανταστικό διακοσμητικό στοιχείο, το οποίο προκαλεί έναν ελαφρύ γεωγραφικό συνειρμό και τίποτε παραπάνω. Ο συνειρμός αυτός είναι ακόμη λιγότερο αισθητός σε σχέση με άλλα σήματα όπως για παράδειγμα το σήμα Μont Blanc που έχει καταχωριστεί για στυλογράφους και κρέμες. Πράγματι, στις τελευταίες αυτές περιπτώσεις ο καταναλωτής δεν αντιλαμβάνεται καμιά σχέση μεταξύ της προέλευσης του στυλογράφου ή της σχετικής κρέμας και της περιοχής του Mont Blanc. Κατά τα λοιπά, είναι συχνή η χρήση στον τομέα των ενδυμάτων σημείων της ίδιας κατηγορίας με το προς καταχώριση σήμα.

47      Τέταρτον, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι κακώς το τμήμα προσφυγών δεν εξέτασε, ως αλυσιτελώς προβαλλόμενη στην προκειμένη περίπτωση, τη φήμη του σήματος της προσφεύγουσας RIVER WOODS και της χρήσης από αυτήν παράγωγων σημάτων, όπως το προς καταχώριση σήμα.

48      Ως προς τα πραγματικά περιστατικά, η προσφεύγουσα προσκομίζει με την προσφυγή της πλείονα στοιχεία που αποδεικνύουν, κατά την άποψή της, ότι ήδη χρησιμοποιεί ευρέως τα παράγωγα αυτά σήματα, μεταξύ των οποίων το προς καταχώριση σήμα και ότι, άλλωστε, το σήμα της RIVER WOODS είναι από τα πιο γνωστά σήματα στο Βέλγιο.

49      Σε νομικό επίπεδο, η προσφεύγουσα επισημαίνει ότι το επιχείρημα που πρόβαλε ενώπιον του τμήματος προσφυγών δεν αφορούσε την απόκτηση διακριτικού χαρακτήρα λόγω χρήσεως. Η προσφεύγουσα παραδέχεται ότι το επιχείρημα αυτό είναι άστοχο δεδομένου του περιεχομένου του άρθρου 6β της Συμβάσεως του Παρισιού.

50      Πάντως, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι, λόγω της έντονης χρήσης των παράγωγων αυτών σημάτων και της φήμης του σήματος της RIVER WOODS, ο καταναλωτής ενώπιον του προς καταχώριση σήματος ουδόλως θα θεωρήσει ότι τα προϊόντα ή οι υπηρεσίες που το σήμα αυτό αφορά προέρχονται από τον Καναδά ή τυγχάνουν επίσημης αναγνώρισης εκ μέρους του κράτους αυτού. Επομένως, οι εν λόγω χρήση και φήμη λυσιτελώς προβάλλονται για την εκτίμηση του απόλυτου λόγου απαραδέκτου που προβλέπει το άρθρο 7 παράγραφος 1, στοιχείο η΄, του κανονισμού 40/94 και του άρθρου 6β της Συμβάσεως των Παρισίων, καθόσον μάλιστα κανένα κράτος και κανένας διεθνής οργανισμός δεν διατύπωσε αντιρρήσεις για τη χρήση του σήματος RIVER WOODS ή των λοιπών παράγωγων σημάτων της προσφεύγουσας.

51      Τέλος, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι το τμήμα προσφυγών δεν έλαβε επαρκώς υπόψη τα διάφορα προγενέστερα εθνικά και κοινοτικά σήματα που περιλαμβάνουν σημαίες ή κρατικά εμβλήματα και τα οποία επικαλέστηκε η προσφεύγουσα ενώπιον του ΓΕΕΑ. Βεβαίως, κάθε σήμα πρέπει να εκτιμάται σε σχέση με τα δικά του χαρακτηριστικά και όχι βάσει προγενέστερης πρακτικής του ΓΕΕΑ ή βάσει προγενέστερων καταχωρίσεων σε άλλα ευρωπαϊκά ή μη ευρωπαϊκά κράτη. Πάντως, τα στοιχεία αυτά μπορούν να αποτελέσουν καθοριστικές ενδείξεις όσον αφορά τη δυνατότητα καταχωρίσεως ενός σημείου ως κοινοτικού σήματος.

52      Τούτο ισχύει ακόμη περισσότερο οσάκις οι λοιπές καταχωρίσεις των οποίων γίνεται επίκληση δίνουν σαφή εικόνα της εφαρμογής διατάξεων διεθνών συνθηκών, όπως οι διατάξεις της Συμβάσεως των Παρισίων, ή της πρακτικής στο κράτος προελεύσεως του οικείου εμβλήματος. Το κράτος αυτό είναι αρμόδιο για να προσδιορίσει το πεδίο προστασίας του εμβλήματός του και από το κράτος αυτό άλλωστε προέρχεται η κοινοποίησή του ως εμβλήματος που αφορά το άρθρο 6β της Συμβάσεως των Παρισίων. Επομένως, μια στενότερη αντίληψη της προστασίας του εθνικού εμβλήματος εκτός του εν λόγω κράτους σε σύγκριση με την αντίληψη στο εσωτερικό του δικαιολογείται δύσκολα. Πράγματι, το ΓΕΕΑ, αφού, στην προκειμένη περίπτωση, εκπροσωπεί, τρόπον τινά, τον Καναδά, είναι υποχρεωμένο να λάβει υπόψη την καναδική πρακτική όσον αφορά την προστασία του οικείου εμβλήματος.

53      Συναφώς, η προσφεύγουσα επισημαίνει ότι είχε ζητήσει την καταχώριση ενός πανομοιότυπου με το επίμαχο σήματος ως καναδικού σήματος. Στο σήμα αυτό δεν αντιτάχθηκε απόλυτος λόγος απαραδέκτου, αλλά εγκαταλείφθηκε στη συνέχεια για άλλους λόγους. Το Γραφείο σημάτων του Καναδά, για να καταχωρίσει το εν λόγω σήμα, ζήτησε απλώς από την προσφεύγουσα να κάνει την ακόλουθη δήλωση παραίτησης (disclaimer text): «[H προσφεύγουσα] παραιτείται από το δικαίωμα αποκλειστικής χρήσης της απεικόνισης του φύλλου σφενδάμνου με ένδεκα άκρες πέρα από το σήμα». Η άποψη αυτή του Γραφείου σημάτων του Καναδά ανταποκρίνεται απλώς στην αρχή κατά την οποία πρέπει να λαμβάνονται υπόψη η «συνολική εντύπωση» του σήματος και η «αντίληψή του ως ενιαίο σύνολο».

54      Εξάλλου, η προσφεύγουσα έχει καταχωρίσει στο Γραφείο σημάτων του Καναδά δύο άλλα σήματα που περιλαμβάνουν αμφότερα ένα φύλλο σφενδάμνου, το οποίο, στην πρώτη περίπτωση, καλύπτεται από ένα σχέδιο εμπνευσμένο από τη σημαία των Ηνωμένων Πολιτειών και, στη δεύτερη περίπτωση, φέρει πάνω του τα γράμματα «rw». Για τις καταχωρίσεις αυτές είχε προηγηθεί δήλωση παραίτησης με το ίδιο περιεχόμενο με αυτό που αναφέρεται στην προηγούμενη σκέψη. Τόσο τα τελευταία αυτά δύο σήματα όσο και ένα πανομοιότυπο με το επίμαχο σήμα έχουν επίσης καταχωριστεί στις Ηνωμένες Πολιτείες.

55      Ωστόσο, το ΓΕΕΑ δεν απαίτησε για την καταχώριση του επίμαχου σήματος παρόμοια δήλωση παραίτησης από την προσφεύγουσα, μολονότι θα μπορούσε να προβλέψει μια τέτοια δυνατότητα, σε περιπτώσεις σημάτων που περιλαμβάνουν στοιχεία δανεισμένα από κρατικά εμβλήματα και σύνολα που μπορούν να προκαλέσουν αμφιβολίες ως προς το περιεχόμενο της προστασίας τους.

56      Εξάλλου, η προσφεύγουσα επισημαίνει ότι το ΓΕΕΑ έχει καταχωρίσει άλλα σήματα της προσφεύγουσας που, υπό το φως της προσβαλλόμενης απόφασης, θα έπρεπε να απορριφθούν. Συναφώς, αναπαράγει στην προσφυγή της τρία κοινοτικά σήματα των οποίων είναι δικαιούχος. Το πρώτο, καταχωρισμένο υπό τον αριθμό 2793479, περιλαμβάνει ένα φύλλο σφενδάμνου που φέρει πάνω του τα γράμματα «rw». Το δεύτερο, καταχωρισμένο υπό τον αριθμό 2788115 περιλαμβάνει μεταξύ άλλων ένα φύλλο σφενδάμνου που καλύπτεται από ένα σχέδιο που μιμείται τη σημαία των Ηνωμένων Πολιτειών. Το τρίτο περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων στοιχείων, μια παρόμοια με την αμερικάνικη σημαία. Η προσφεύγουσα, ισχυρίζεται, εξάλλου, ότι τόσο το προς καταχώριση σήμα όσο και τα τρία προαναφερθέντα σήματα έχουν γίνει δεκτά από το Γραφείο πνευματικής ιδιοκτησίας του Benelux και από άλλα εθνικά γραφεία σημάτων.

57      Τέλος, η προσφεύγουσα επισημαίνει ότι η άρνηση του ΓΕΕΑ να καταχωρίσει το επίμαχο σήμα δεν συνάδει με την πρακτική του στον τομέα των σημάτων που απεικονίζουν φύλλα σφενδάμνου ή άλλα κρατικά εμβλήματα. Η προσφεύγουσα αναπαράγει στην προσφυγή της 29 διακριτικά σημεία που περιλαμβάνουν φύλλο σφενδάμνου ή σημαίες και λοιπά κρατικά εμβλήματα και προσκομίζει αποδεικτικά στοιχεία βάσει των οποίων όλα τα διακριτικά αυτά σημεία έχουν καταχωριστεί ως κοινοτικά σήματα.

58      Το ΓΕΕΑ αμφισβητεί τα επιχειρήματα της προσφεύγουσας.

 Εκτίμηση του Πρωτοδικείου

59      Tο άρθρο 6β, παράγραφος 1, στοιχείο α΄, της Συμβάσεως των Παρισίων έχει ως αντικείμενο τον αποκλεισμό της καταχωρίσεως και της χρήσεως βιομηχανικών ή εμπορικών σημάτων που είναι όμοια προς κρατικά εμβλήματα ή παρουσιάζουν ορισμένη ομοιότητα με αυτά (απόφαση ECA, ανωτέρω σκέψη 10, σκέψη 39). Τα κρατικά εμβλήματα προστατεύονται όχι μόνον έναντι της καταχωρίσεως και της χρήσεως σημάτων που είναι όμοια προς αυτά ή τα ενσωματώνουν, αλλά και έναντι της προσθήκης στα σήματα αυτά οποιασδήποτε απομιμήσεως εμβλημάτων «εξ επόψεως εραλδικής».

60      Επομένως, στην προκειμένη περίπτωση, το γεγονός ότι το προς καταχώριση σήμα περιλαμβάνει και το λεκτικό στοιχείο «rw» δεν παρακωλύει, αφεαυτού, την εφαρμογή του εν λόγω άρθρου, αντίθετα προς τον ισχυρισμό της προσφεύγουσας (βλ., σχετικώς, απόφαση ECA, ανωτέρω σκέψη 10, σκέψη 41).

61      Υπό τις συνθήκες αυτές, η προσφεύγουσα κακώς παραπέμπει στην απόφαση Νichols, ανωτέρω σκέψη 35 (σκέψη 35). Διαπιστώνεται εκ προοιμίου, ότι η σκέψη 35 της απόφασης αυτής, την οποία επικαλείται η προσφεύγουσα, είναι άσχετη. Εν πάση περιπτώσει, επισημαίνεται ότι η απόφαση αυτή αφορά την ερμηνεία του άρθρου 3, παράγραφος 1, στοιχεία α΄ και β΄, της πρώτης οδηγίας 89/104/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 21ης Δεκεμβρίου 1988, για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών περί σημάτων (ΕΕ 1989, L 40, σ. 1). Το γράμμα της διάταξης αυτής είναι ανάλογο με το γράμμα του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχεία α΄ και β΄, του κανονισμού 40/94, που προβλέπει ότι δεν καταχωρίζονται ως κοινοτικά σήματα, αφενός, τα σημεία που δεν είναι σύμφωνα προς τα άρθρο 4 του ίδιου κανονισμού, ήτοι τα σημεία από τα οποία δεν δύναται να συνίσταται ένα κοινοτικό σήμα, και, αφετέρου, τα σήματα που στερούνται διακριτικού χαρακτήρα.

62      Πάντως, ανεξάρτητα από την εσφαλμένη παράθεση της προσφεύγουσας, κατά πάγια νομολογία, όσον αφορά ένα σύνθετο σήμα, ο τυχόν διακριτικός χαρακτήρας μπορεί να εξεταστεί εν μέρει για καθένα χωριστά από τους όρους και τα στοιχεία του, πρέπει όμως εν πάση περιπτώσει να στηρίζεται στη συνολική αντίληψη εκ μέρους του ενδιαφερόμενου κοινού σχετικά με το σήμα αυτό και όχι στο τεκμήριο ότι τα στοιχεία που μεμονωμένα στερούνται διακριτικού χαρακτήρα δεν μπορούν, συνδυαζόμενα, να τον εμφανίσουν. Πράγματι, το γεγονός απλώς και μόνον ότι το καθένα από τα εν λόγω στοιχεία, λαμβανόμενο μεμονωμένα, στερείται διακριτικού χαρακτήρα δεν αποκλείει το ότι μπορεί να τον εμφανίζει ο συνδυασμός που αυτά σχηματίζουν (βλ. απόφαση του Δικαστηρίου της 15ης Σεπτεμβρίου 2005, C-37/03 Ρ, BioID κατά ΓΕΕΑ, Συλλογή 2005, σ. I‑7975, σκέψη 29, και την εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

63      Επομένως, από τη νομολογία αυτή προκύπτει ότι το γεγονός και μόνον ότι ένα στοιχείο σύνθετου σήματος στερείται διακριτικού χαρακτήρα δεν παρακωλύει την καταχώριση του εν λόγω σήματος ως κοινοτικού σήματος, εφόσον αυτό, ως σύνολο, αποκτά διακριτικό χαρακτήρα.

64      Αντιθέτως, τούτο δεν ισχύει όσον αφορά τον απόλυτο λόγο απαραδέκτου που προβλέπει το άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο η΄, του κανονισμού 40/94, το οποίο παραπέμπει στο άρθρο 6β της Συμβάσεως των Παρισίων. Πράγματι, η τελευταία αυτή διάταξη απαγορεύει, όχι μόνον την καταχώριση σημάτων που αποτελούνται αποκλειστικώς από κρατικά εμβλήματα ή απομιμήσεις τους «εξ επόψεως εραλδικής», αλλά και την καταχώριση ή χρήση κρατικών εμβλημάτων ή απομιμήσεών τους «εξ επόψεως εραλδικής» ως στοιχείων σύνθετων σημάτων.

65      Ως εκ τούτου, για την εκτίμηση των σύνθετων σημάτων υπό το πρίσμα της διάταξης αυτής, πρέπει να ληφθεί υπόψη καθένα από τα στοιχεία των εν λόγω σημάτων και αρκεί ένα από αυτά να αποτελεί κρατικό έμβλημα ή απομίμησή του «εξ επόψεως εραλδικής» για να μη γίνει δεκτή η καταχώριση του επίμαχου σήματος ανεξάρτητα από τη συνολική θεώρησή του.

66      Είναι επίσης εσφαλμένη η αναφορά της προσφεύγουσας στην απόφαση ΕCA, ανωτέρω σκέψη 10 (σκέψη 64). Αφενός, το Πρωτοδικείο, με τη σκέψη 64 της απόφασης αυτής, περιορίζεται στην παράθεση των όρων της επίμαχης στην υπόθεση αυτή απόφασης του τμήματος προσφυγών. Αφετέρου, η ίδια σκέψη περιλαμβάνεται στο τμήμα της απόφασης που αφορά την εξαίρεση του άρθρου 6β, παράγραφος 1, στοιχείο γ΄, της Συμβάσεως των Παρισίων και, ειδικότερα, την αντίληψη του ενδιαφερόμενου κοινού σχετικά με την ύπαρξη σχέσης μεταξύ του δικαιούχου του προς καταχώριση σήματος και του διεθνούς οργανισμού, του οποίου το έμβλημα περιλαμβάνεται στο σήμα αυτό. Επομένως, αυτή η σκέψη της απόφασης ECA, ανωτέρω σκέψη 10, δεν δύναται να ερμηνευθεί υπέρ της καταχωρίσεως, ως κοινοτικού σήματος, ενός σήματος που περιλαμβάνει και άλλα στοιχεία εκτός από το έμβλημα κράτους ή διεθνούς οργανισμού. Πράγματι, η απόφαση ECA, ανωτέρω σκέψη 10, απέρριψε ρητώς την άποψη αυτή (βλ. ανωτέρω σκέψη 59).

67      Συνεπώς, στην προκειμένη περίπτωση, πρέπει να ερευνηθεί αν το φύλλο σφενδάμνου που απεικονίζεται στο προς καταχώριση σήμα γίνεται αντιληπτό ως το κρατικό έμβλημα του Καναδά ή απομίμησή του «εξ επόψεως εραλδικής». Η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι αυτό δεν ισχύει και επισημαίνει, αφενός, τη διαφορά χρώματος του φύλλου σφενδάμνου μεταξύ του προς καταχώριση σήματος και του κρατικού εμβλήματος του Καναδά και, αφετέρου, τις γραφιστικές διαφορές του μίσχου των δύο αυτών φύλλων.

68      Όσον αφορά τη διαφορά χρώματος, δεδομένου ότι στην αίτηση καταχωρίσεως δεν μνημονεύονται τα χρώματα του υποβληθέντος σχετικώς σήματος, τούτο θα μπορούσε να παρουσιάζεται με οποιοδήποτε συνδυασμό χρωμάτων και, επομένως, και με ερυθρού χρώματος φύλλο σφενδάμνου. Ως εκ τούτου, στερείται σημασίας εν προκειμένω το γεγονός ότι το φύλλο σφενδάμνου του καναδικού σήματος είναι ερυθρού χρώματος (βλ., σχετικώς, απόφαση ECA, ανωτέρω σκέψη 10, σκέψη 45). Σημειωτέον, εξάλλου, ότι το καναδικό έμβλημα, όπως και το φύλλο σφενδάμνου του προς καταχώριση σήματος, δύναται να εμφανίζεται ασπρόμαυρο στις ανατυπώσεις (βλ., σχετικώς, απόφαση ECA, ανωτέρω σκέψη 10, σκέψη 46).

69      Επομένως, ορθώς η προσβαλλόμενη απόφαση απέρριψε, με τη σκέψη 15, το επιχείρημα της προσφεύγουσας σχετικά με τη διαφορά χρώματος μεταξύ των δύο φύλλων σφενδάμνου.

70      Όσον αφορά τις γραφιστικές διαφορές του μίσχου των δύο φύλλων, προκειμένου να καθοριστεί αν ένα σήμα αντίκειται ή όχι στις διατάξεις του άρθρου 6β, παράγραφος 1, στοιχείο α΄, της Συμβάσεως των Παρισίων, πρέπει να γίνει σύγκριση «εξ επόψεως εραλδικής» μεταξύ του σήματος αυτού και του εμβλήματος του οικείου κράτους.

71      Συναφώς, επισημαίνεται ότι οι θυρεοί και τα λοιπά εραλδικά εμβλήματα σχεδιάζονται βάσει σχετικά απλής περιγραφής που περιλαμβάνει κανόνες ως προς τη διάταξη και το χρώμα του βάθους καθώς και απαρίθμηση των διαφόρων στοιχείων (όπως ενός λέοντα, ενός αετού, ενός άνθους, κ.λπ.) που αποτελούν το έμβλημα με μνεία των χρωμάτων τους και των θέσεών τους στο έμβλημα. Ωστόσο, η εραλδική αυτή περιγραφή δεν περιλαμβάνει λεπτομερείς κανόνες ως προς το σχέδιο του εμβλήματος και των ειδικών χαρακτηριστικών που το απαρτίζουν, ούτως ώστε να είναι δυνατές πλείονες καλλιτεχνικές αναπαραστάσεις του ίδιου εμβλήματος βάσει της ίδιας εραλδικής περιγραφής. Αν και καθεμιά από τις αναπαραστάσεις αυτές μπορεί να διαφέρει ως προς μια λεπτομέρεια από τις άλλες, δεν χωρεί αμφιβολία ότι όλες οι αναπαραστάσεις αυτές θα αποτελούν απομιμήσεις «εξ επόψεως εραλδικής» του οικείου εμβλήματος.

72      Επομένως, κατά τη σύγκριση «εξ επόψεως εραλδικής» υπό την έννοια του άρθρου 6β της Συμβάσεως των Παρισίων, επιβάλλεται να γίνεται αναφορά στην εραλδική περιγραφή του οικείου εμβλήματος και όχι στη γεωμετρική περιγραφή που είναι, εκ φύσεως, πολύ πιο λεπτομερής (απόφαση ECA, ανωτέρω σκέψη 10, σκέψη 44).

73      Στην προκειμένη περίπτωση, ο Καναδάς κοινοποίησε στο διεθνές γραφείο του ΠΟΠΙ την απεικόνιση του φύλλου σφενδάμνου που αποτελεί το κρατικό του έμβλημα (βλ. ανωτέρω σκέψη 7) χωρίς να προσθέσει οποιαδήποτε περιγραφή. Πάντως, είναι προφανές ότι η εραλδική περιγραφή του εμβλήματος αυτού θα περιελάμβανε αποκλειστικώς τη μνεία ότι πρόκειται περί φύλλου σφενδάμνου ερυθρού χρώματος, χωρίς περαιτέρω διευκρινίσεις ως προς το ιδιαίτερο σχέδιό του, αφού τέτοιες διευκρινίσεις δεν είναι ούτε απαραίτητες ούτε συνηθισμένες επί εραλδικών περιγραφών.

74      Βεβαίως, η σύγκριση μεταξύ του φύλλου σφενδάμνου που κοινοποιήθηκε στο ΠΟΠΙ ως κρατικό έμβλημα του Καναδά και του προς καταχώριση σήματος φανερώνει ορισμένες διαφορές του σχεδίου του μίσχου των δύο φύλλων, αφού οι δύο εσοχές του φύλλου εκατέρωθεν του κεντρικού τρίτου είναι βαθύτερες στην περίπτωση του φύλλου σφενδάμνου του καναδικού εμβλήματος. Ωστόσο, μια λεπτομέρεια όπως το ακριβές βάθος των εσοχών αυτών δεν θα περιλαμβανόταν ποτέ στην εραλδική περιγραφή του εν λόγω εμβλήματος αλλά, ενδεχομένως, σε μια λεπτομερέστερη γεωμετρική περιγραφή η οποία είναι πάντως αλυσιτελής για τη σύγκριση «εξ επόψεως εραλδικής».

75      Επομένως, το τμήμα προσφυγών ορθώς κατέληξε, με τη σκέψη 16 της προσβαλλόμενης απόφασης, ότι, παρά την «ελάχιστη διαφορά μεταξύ του πλάτους των μίσχων» των δύο φύλλων, «το ενδιαφερόμενο κοινό στην Κοινότητα θα αντιλαμβάνεται το [προς καταχώριση σήμα] κυρίως ως απομίμηση του καναδικού εμβλήματος». Πράγματι, αν και το κοινό αυτό δεν προσδιορίζεται με την προσβαλλόμενη απόφαση, πρόκειται ασφαλώς για το ευρύ κοινό στο οποίο απευθύνονται τα τρέχοντα καταναλωτικά προϊόντα που αφορά το προς καταχώριση σήμα. Το κοινό όμως αυτό που αποτελείται από τους μέσους καταναλωτές, οι οποίοι, κατά τη νομολογία [απόφαση του Πρωτοδικείου της 15ης Σεπτεμβρίου 2005, T-320/03, Citicorp κατά ΓΕΕΑ (LIVE RICHLY), Συλλογή 2005, σ. II‑3411, σκέψη 69], έχουν τη συνήθη πληροφόρηση και είναι ευλόγως προσεκτικοί και ενημερωμένοι, δεν προσέχει ιδιαίτερα τις λεπτομέρειες των εμβλημάτων και των σημάτων, όπως, εν προκειμένω, τη διαφορά πλάτους του μίσχου των εν λόγω δύο φύλλων σφενδάμνου.

76      Περαιτέρω, η προσφεύγουσα βάλλει κατά του συμπεράσματος της προσβαλλόμενης απόφασης, στη σκέψη 17, κατά το οποίο «η καταχώριση του επίμαχου σήματος δύναται να παραπλανήσει το κοινό ως προς την προέλευση των προϊόντων και των υπηρεσιών που θα προσδιορίζει το σήμα αυτό».

77      Συναφώς επισημαίνεται ότι η εφαρμογή του άρθρου 6β, παράγραφος 1, στοιχείο α΄, της Συμβάσεως των Παρισίων δεν προϋποθέτει τη δυνατότητα παραπλάνησης του ενδιαφερόμενου κοινού ως προς την προέλευση των προϊόντων που προσδιορίζει το προς καταχώριση σήμα ή ως προς την ύπαρξη σχέσης μεταξύ του δικαιούχου του σήματος αυτού και του κράτους του οποίου το έμβλημα περιλαμβάνεται στο εν λόγω σήμα.

78      Πράγματι, το άρθρο 6β, παράγραφος 1, στοιχείο γ΄, δεύτερο εδάφιο, που αναφέρεται σε έναν τέτοιο δεσμό αφορά μόνον τα εμβλήματα και λοιπά σύμβολα των διακυβερνητικών διεθνών οργανισμών που αφορά η ίδια παράγραφος, στοιχείο β΄, και όχι τα εμβλήματα και λοιπά κρατικά σύμβολα που αφορά η ίδια παράγραφος, στοιχείο α΄. «[Ο]ι εν λόγω διατάξεις» του άρθρου 6β, παράγραφος 1, στοιχείο γ΄, δεύτερο εδάφιο, είναι προφανώς οι διατάξεις της ίδιας παραγράφου 1, στοιχείο γ΄, πρώτο εδάφιο, ήτοι οι «διατάξεις του στοιχείου β΄» σχετικά με τα εμβλήματα των διεθνών οργανισμών. Η ερμηνεία αυτή επιβεβαιώνεται από την αναφορά, δύο φορές, στον επίμαχο «οργανισμό» στο κείμενο της παραγράφου 1, στοιχείο γ΄, δεύτερο εδάφιο.

79      Η αναφορά του άρθρου 6β, παράγραφος 1, στοιχείο γ΄, δεύτερο εδάφιο, στην «καταχώριση που αφορά το ανωτέρω […] στοιχείο α΄» σκοπεί μόνο να διευκρινίσει ότι η διάταξη της παραγράφου 1, στοιχείο γ΄, αφορά μόνον την καταχώριση ή τη χρήση «είτε ως εμπορικού ή βιομηχανικού σήματος είτε ως στοιχείου των σημάτων αυτών» των εμβλημάτων των οργανισμών που αναφέρονται στο στοιχείο β΄, «καθώς και κάθε απομίμησης εξ επόψεως εραλδικής». Αντιθέτως, η μοναδική αυτή αναφορά δεν μπορεί να ερμηνευθεί κατά τρόπον ώστε να εφαρμόζεται και στα κρατικά εμβλήματα η προβλεπόμενη από το στοιχείο γ΄ εξαίρεση, αφού αυτό αντίκειται στην υπόλοιπη σαφή διατύπωση της τελευταίας αυτής διάταξης.

80      Από τις ανωτέρω σκέψεις προκύπτει ότι τα σημεία 17 και 18 της προσβαλλόμενης απόφασης σχετικά με τη δυνατότητα του ενδιαφερόμενου να κοινού να θεωρήσει ότι υπάρχει σχέση μεταξύ της προσφεύγουσας και του Καναδά δεν ασκούν επιρροή στο διατακτικό της απόφασης αυτής, αφού το διατακτικό αυτό θεμελιώνεται επαρκώς κατά νόμο στους λόγους που αναφέρονται στις σκέψεις 14 έως 16 της προσβαλλόμενης απόφασης, σύμφωνα με τα οποία το προς καταχώριση σήμα περιλαμβάνει απομίμηση «εξ επόψεως εραλδικής» του κρατικού εμβλήματος του Καναδά. Επομένως, το επιχείρημα της προσφεύγουσας που αντλείται από σφάλμα του συμπεράσματος του τμήματος προσφυγών που περιλαμβάνεται στο σημείο 17 της προσβαλλόμενης απόφασης πρέπει να απορριφθεί ως αλυσιτελές.

81      Το ίδιο ισχύει και για το επιχείρημα σχετικά με τη μη θεώρηση της φήμης που φέρεται να έχει το σήμα της προσφεύγουσας RIVER WOODS. Πράγματι, από τις εξηγήσεις που έδωσε συναφώς η προσφεύγουσα ενώπιον του Πρωτοδικείου (βλ. ανωτέρω σκέψη 50) προκύπτει ότι η προσφεύγουσα επικαλέστηκε τη φήμη αυτή για να καταρρίψει το επιχείρημα ότι το ενδιαφερόμενο κοινό βρισκόμενο ενώπιον του προς καταχώριση σήματος θα συσχετίζει την προσφεύγουσα και τον Καναδά. Ωστόσο, όπως μόλις επισημάνθηκε, ο συσχετισμός αυτός, ακόμη και αν θεωρηθεί ότι αποδεικνύεται, δεν ασκεί επιρροή στην υπό κρίση διαφορά.

82      Τέλος, αλυσιτελώς προβάλλονται τα επιχειρήματα της προσφεύγουσας που αντλούνται από ενδεχόμενες καταχωρίσεις άλλων εθνικών ή κοινοτικών σημάτων που είναι όμοια ή παρόμοια με το προς καταχώριση σήμα ή, γενικότερα, περιλαμβάνουν απεικονίσεις σημαιών ή άλλων κρατικών εμβλημάτων.

83      Πράγματι, όσον αφορά την πρακτική του ΓΕΕΑ, επισημαίνεται ότι οι αποφάσεις που αφορούν την καταχώριση ενός σημείου ως κοινοτικού σήματος, τις οποίες καλούνται να λαμβάνουν τα τμήματα προσφυγών δυνάμει του κανονισμού 40/94, εμπίπτουν στη δέσμια αρμοδιότητα και όχι στη διακριτική τους ευχέρεια. Επομένως, ο χαρακτήρας ενός σημείου το οποίο είναι δεκτικό καταχωρίσεως ως κοινοτικό σήμα πρέπει να εκτιμάται με βάση μόνον τον κανονισμό 40/94, όπως αυτός ερμηνεύθηκε από τον κοινοτικό δικαστή, και όχι με βάση προγενέστερη πρακτική των τμημάτων προσφυγών (βλ. απόφαση ECA, ανωτέρω σκέψη 10, σκέψη 71 και την εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

84      Όσον αφορά τις προγενέστερες εθνικές καταχωρίσεις, υπενθυμίζεται ότι το κοινοτικό καθεστώς σημάτων συνιστά σύστημα αυτόνομο, αποτελούμενο από σύνολο σκοπών και κανόνων που προσιδιάζουν σ’ αυτό, δεδομένου ότι η εφαρμογή του είναι ανεξάρτητη από κάθε εθνικό σύστημα. Κατά συνέπεια, η δυνατότητα καταχωρίσεως ενός σημείου ως κοινοτικού σήματος πρέπει να εκτιμάται μόνο βάσει της οικείας κοινοτικής νομοθεσίας. Επομένως, το ΓΕΕΑ και, ενδεχομένως, ο κοινοτικός δικαστής δεν δεσμεύονται από αποφάσεις που εκδίδονται σε επίπεδο κράτους μέλους ή, πόσο μάλλον, τρίτου κράτους περί της δυνατότητας καταχωρίσεως του ιδίου σημείου ως εθνικού σήματος. Οι καταχωρίσεις που πραγματοποιούνται εφεξής στα κράτη μέλη συνιστούν απλώς στοιχεία τα οποία, χωρίς να είναι καθοριστικά, μπορούν μόνο να λαμβάνονται υπόψη για την καταχώριση κοινοτικού σήματος. Το ίδιο ισχύει ακόμη περισσότερο για τις καταχωρίσεις διαφορετικών σημάτων από το επίμαχο στην προκειμένη περίπτωση (βλ. απόφαση ECA, ανωτέρω σκέψη 10, σκέψη 70 και την εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

85      Όσον αφορά, ειδικότερα, την υποτιθέμενη λιγότερο αυστηρή πρακτική του Γραφείου σημάτων του Καναδά, διαπιστώνεται ότι η προσφεύγουσα ούτε απέδειξε ούτε ισχυρίστηκε σαφώς ότι είχε λάβει άδεια από τις αρμόδιες καναδικές αρχές για την καταχώριση του οικείου σήματος. Το γεγονός που επικαλείται η προσφεύγουσα ότι είχε καταθέσει στον Καναδά αίτηση καταχωρίσεως ομοίου με το επίμαχο σήματος, η οποία στη συνέχεια ανακλήθηκε για άσχετους προς το άρθρο 6β της Συμβάσεως της Ρώμης λόγους, ουδόλως αποδεικνύει τη λήψη μιας τέτοιας άδειας. Ελλείψει οριστικής καταχωρίσεως του επίμαχου σήματος στον Καναδά, δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι οι καναδικές αρχές δεν θα προέβαλλαν, σε μεταγενέστερο της διαδικασίας καταχωρίσεως στάδιο, ένσταση λόγω της απεικονίσεως στο επίμαχο σήμα του ίδιου φύλλου σφενδάμνου με αυτό που αποτελεί το έμβλημα του καναδικού κράτους.

86      Από το σύνολο των ανωτέρω σκέψεων προκύπτει ότι το τμήμα προσφυγών απέρριψε την καταχώριση του επίμαχου σήματος για τα υπαγόμενα στις κλάσεις 18 και 25 προϊόντα χωρίς να παραβεί τις διατάξεις του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο η΄, του κανονισμού 40/94 και του άρθρου 6β, παράγραφος 1, στοιχείο α΄, της Συμβάσεως των Παρισίων. Επομένως, η προσφυγή πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμη, καθό μέτρο βάλλει κατά της αρνήσεως καταχωρίσεως του επίμαχου σήματος για τα υπαγόμενα στις δύο αυτές κλάσεις προϊόντα.

 Επί των δικαστικών εξόδων

87      Κατά το άρθρο 87, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας του Πρωτοδικείου, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα εφόσον υπάρχει σχετικό αίτημα. Δυνάμει του άρθρου 87, παράγραφος 3, του εν λόγω κανονισμού, το Πρωτοδικείο μπορεί να κατανείμει τα έξοδα ή να αποφασίσει ότι κάθε διάδικος φέρει τα δικαστικά του έξοδα σε περίπτωση μερικής ήττας των διαδίκων ή εφόσον συντρέχουν εξαιρετικοί λόγοι.

88      Στην προκειμένη περίπτωση, τόσο η προσφεύγουσα όσο και το ΓΕΕΑ ηττήθηκαν εν μέρει. Υπό αυτές τις συνθήκες, κάθε διάδικος φέρει τα δικά του έξοδα.

Για τους λόγους αυτούς,

ΤΟ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ (πέμπτο τμήμα)

αποφασίζει:

1)      Ακυρώνει την απόφαση του πρώτου τμήματος προσφυγών του Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ) της 4ης Μαΐου 2006 (υπόθεση R 1463/2005-1), καθό μέτρο αφορά την καταχώριση του επίμαχου σήματος για τις υπηρεσίες που υπάγονται στην κλάση 40 κατά την έννοια του Διακανονισμού της Νίκαιας για τη διεθνή ταξινόμηση προϊόντων και υπηρεσιών με σκοπό την καταχώριση σημάτων, της 15ης Ιουνίου 1957, όπως έχει αναθεωρηθεί και τροποποιηθεί, και αντιστοιχούν στην ακόλουθη περιγραφή: «Υπηρεσίες ραπτικής· παραγέμισμα και προετοιμασία ζώων· βιβλιοδεσία· επεξεργασία, κατεργασία και βελτίωση δερμάτων, γουναρικών και υφασμάτων· εμφάνιση φιλμ και εκτύπωση φωτογραφιών· κατεργασία ξύλου· έκθλιψη φρούτων· άλεση δημητριακών· επεξεργασία, σκλήρυνση και βελτίωση επιφανειών από μέταλλο».

2)      Απορρίπτει κατά τα λοιπά την προσφυγή.

3)      Κάθε διάδικος φέρει τα δικαστικά του έξοδα.

Βηλαράς

Dehousse

Šváby

Δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στο Λουξεμβούργο στις 28 Φεβρουαρίου 2008.

Ο Γραμματέας

 

      Ο Πρόεδρος

E. Coulon

 

      M. Βηλαράς


* Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική.