Language of document : ECLI:EU:T:2004:255

Υπόθεση T-213/02

SNF SA

κατά

Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

«Προσφυγή ακυρώσεως — Οδηγία 2002/34/ΕΚ — Περιορισμοί στη χρήση των πολυακρυλαμιδίων εντός των καλλυντικών προϊόντων — Πρόσωπο το οποίο η οδηγία αφορά ατομικά — Παραδεκτό»

Περίληψη της διατάξεως

1.      Προσφυγή ακυρώσεως — Φυσικά ή νομικά πρόσωπα — Πράξεις που τα αφορούν άμεσα και ατομικά — Κανονιστική πράξη — Οδηγία

(Άρθρο 230, εδ. 4, ΕΚ)

2.      Προσφυγή ακυρώσεως — Φυσικά ή νομικά πρόσωπα — Πράξεις που τα αφορούν άμεσα και ατομικά — Κανονιστική πράξη — Προσφυγή ασκηθείσα από οικονομική επιχείρηση που δραστηριοποιείται στον οικείο τομέα και ανήκει σε περιορισμένο κύκλο — Απαράδεκτο

(Άρθρο 230, εδ. 4, ΕΚ)

3.      Προσφυγή ακυρώσεως — Φυσικά ή νομικά πρόσωπα — Πράξεις που τα αφορούν άμεσα και ατομικά — Οδηγία 2002/34 για τον περιορισμό στη χρήση των πολυακρυλαμιδίων εντός των καλλυντικών προϊόντων — Προσφυγή από επιχείρηση δικαιούχο σήματος εντός κράτους μέλους για την παρασκευή πολυακρυλαμιδίων — Απαράδεκτο

(Άρθρο 230, εδ. 4, ΕΚ· οδηγία 2002/34 της Επιτροπής)

1.      Ναι μεν το άρθρο 230, τέταρτο εδάφιο, ΕΚ δεν αναφέρεται ρητά στο παραδεκτό των προσφυγών ακυρώσεως που ασκούνται από ιδιώτες κατά οδηγίας, πλην όμως μόνον αυτό το στοιχείο δεν αρκεί για να κριθεί απαράδεκτη μια τέτοια προσφυγή. Επιπλέον, τα κοινοτικά θεσμικά όργανα δεν μπορούν, μέσω της επιλογής και μόνον της μορφής της εν λόγω πράξεως, να αποκλείσουν τη δικαστική προστασία που παρέχει στους ιδιώτες η εν λόγω διάταξη της Συνθήκης. Εξάλλου, υπό ορισμένες περιστάσεις, ακόμη και μια κανονιστική πράξη εφαρμοζόμενη γενικώς στους ενδιαφερομένους επιχειρηματίες μπορεί να αφορά άμεσα και ατομικά ορισμένους από αυτούς.

(βλ. σκέψεις 54-55)

2.      Η δυνατότητα προσδιορισμού, με περισσότερη ή λιγότερη ακρίβεια, του αριθμού ή ακόμα και της ταυτότητας των υποκειμένων δικαίου επί των οποίων εφαρμόζεται μια κανονιστική πράξη ουδόλως συνεπάγεται ότι πρέπει να θεωρηθεί ότι το μέτρο αυτό αφορά τα εν λόγω υποκείμενα ατομικά, κατά την έννοια του άρθρου 230, τέταρτο εδάφιο, ΕΚ, όταν είναι δεδομένο ότι η εφαρμογή γίνεται βάσει μιας αντικειμενικής, πραγματικής ή νομικής καταστάσεως η οποία προσδιορίζεται από την επίμαχη πράξη.

Συναφώς, το γεγονός και μόνον ότι ένα μέτρο αφορά κάποιον λόγω της ιδιότητάς του ως επιχειρηματία που ασκεί τις δραστηριότητές του στον οικείο τομέα δεν είναι αρκετό για να θεωρηθεί ότι ο επιχειρηματίας αυτός εξατομικεύεται, ιδίως αν δεν συντρέχει ένα πρόσθετο στοιχείο, ήτοι η ύπαρξη αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ του εν λόγω επιχειρηματία και της παρεμβάσεως του οργάνου που, εκδίδοντας το επίδικο μέτρο, καθόρισε τον τρόπο αντιμετώπισής του.

Συνεπώς, στο πλαίσιο προσφυγής για την ακύρωση οδηγίας που εφαρμόζεται σε καταστάσεις αντικειμενικά προσδιοριζόμενες και παράγει νομικά αποτελέσματα ως προς κατηγορίες προσώπων θεωρούμενες κατά τρόπο γενικό και αφηρημένο, λίγη σημασία έχει αν ο αριθμός των οικείων επιχειρηματιών είναι περιορισμένος, στο μέτρο που ο κύκλος των επιχειρηματιών αυτών δεν ήταν κλειστός κατά τον χρόνο εκδόσεως της επίδικης οδηγίας, δεδομένου ότι τίποτα στην οδηγία αυτή δεν αποκλείει επιχειρηματίες, που δεν είχαν ακόμη δραστηριοποιηθεί πριν από την έκδοσή της, να αποφασίσουν μεταγενέστερα να ασχοληθούν με τη δραστηριότητα αυτή.

(βλ. σκέψεις 59-63)

3.      Είναι απαράδεκτη η προσφυγή που ασκεί ο δικαιούχος σήματος που έχει κατατεθεί σε κράτος μέλος για την παρασκευή στερεών πολυακρυλαμιδίων για καλλυντικές χρήσεις κατά της οδηγίας 2002/34, για προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο των παραρτημάτων II, III και VII της οδηγίας 76/768, περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών των αναφερομένων στα καλλυντικά προϊόντα, στο μέτρο που περιορίζει τη χρήση πολυακρυλαμιδίων στη σύνθεση των καλλυντικών προϊόντων. Συγκεκριμένα, η προσφεύγουσα δεν διαθέτει αποκλειστικό δικαίωμα για την παραγωγή ενός καλλυντικού προϊόντος, όπως αυτό ορίζεται στο άρθρο 1 της οδηγίας 76/768 και, κατά συνέπεια, η επίδικη οδηγία δεν την αφορά υπό την ιδιότητα του δικαιούχου αποκλειστικών δικαιωμάτων, αλλά μόνον υπό την ιδιότητα του παραγωγού πρώτων υλών ή συστατικών που χρησιμοποιούνται στην παραγωγή των καλλυντικών προϊόντων, όπως ακριβώς αφορά και όλους τους άλλους επιχειρηματίες που παράγουν αυτές τις πρώτες ύλες ή τα συστατικά. Επιπλέον, τα αποκλειστικά δικαιώματα της προσφεύγουσας παραμένουν ισχυρά και η εκμετάλλευσή τους δεν περιορίζεται αναγκαστικά στα καλλυντικά προϊόντα, αλλά δυνητικά μπορεί να επεκταθεί και στα φαρμακευτικά, κτηνιατρικά και απορρυπαντικά προϊόντα.

(βλ. σκέψεις 67, 69-70)