Language of document : ECLI:EU:T:2012:397

ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (αναιρετικό τμήμα)

της 4ης Σεπτεμβρίου 2012

Υπόθεση T‑642/11 P

Harald Mische

κατά

Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου
και

Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης

«Αίτηση αναιρέσεως — Υπαλληλική υπόθεση — Υπάλληλοι — Διορισμός — Κατάταξη σε βαθμό — Διαγωνισμός δημοσιευθείς πριν από την έναρξη της ισχύος του νέου Κανονισμού Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων — Παραμόρφωση των πραγματικών περιστατικών — Αίτηση αναιρέσεως προδήλως αβάσιμη»

Αντικείμενο:      Αίτηση αναιρέσεως κατά της αποφάσεως του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης (δεύτερο τμήμα) της 29ης Σεπτεμβρίου 2011, F‑93/05, Mische κατά Κοινοβουλίου.

Απόφαση:      Η αίτηση αναιρέσεως απορρίπτεται. Ο Harald Mische φέρει τα δικαστικά του έξοδα καθώς και τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας. Το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης φέρει τα δικαστικά του έξοδα.

Περίληψη

1.      Αναίρεση — Λόγοι — Εσφαλμένη εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών — Απαράδεκτο — Έλεγχος από το Γενικό Δικαστήριο της εκτιμήσεως των πραγματικών περιστατικών και των αποδεικτικών στοιχείων — Αποκλείεται πλην της περιπτώσεως παραμορφώσεως του περιεχομένου τους

(Άρθρο 257 ΣΛΕΕ· Οργανισμός του Δικαστηρίου, παράρτημα I, άρθρο 11 § 1)

2.      Αναίρεση — Λόγοι — Λόγος προβαλλόμενος για πρώτη φορά στο πλαίσιο της αιτήσεως αναιρέσεως — Απαράδεκτο

(Κανονισμός Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, άρθρα 48 § 2 και 144)

3.      Αναίρεση — Λόγοι — Λόγος στρεφόμενος κατά πλεοναστικής αιτιολογίας — Αλυσιτελής λόγος — Απόρριψη

4.      Αναίρεση — Λόγοι — Ανεπαρκής αιτιολογία — Χρησιμοποίηση έμμεσης αιτιολογίας εκ μέρους του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης — Επιτρέπεται — Προϋποθέσεις

(Άρθρο 257 ΣΛΕΕ· Οργανισμός του Δικαστηρίου, άρθρα 36 και 53, εδ. 1)

5.      Υπάλληλοι — Προσφυγή — Αίτημα αποζημιώσεως συναρτώμενo προς το αίτημα ακυρώσεως — Απόρριψη του αιτήματος ακυρώσεως συνεπαγόμενη την απόρριψη του αιτήματος αποζημιώσεως

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρα 90 και 91)

6.      Υπάλληλοι — Προσφυγή — Αγωγή αποζημιώσεως — Αυτοτέλεια σε σχέση με την προσφυγή ακυρώσεως — Παραδεκτό παρά την έλλειψη προ της ασκήσεως της προσφυγής διαδικασίας σύμφωνης προς τον ΚΥΚ — Προϋπόθεση — Αίτημα αποζημιώσεως συναρτώμενo προς προσφυγή ακυρώσεως

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρα 90 και 91)

1.      Από το άρθρο 257 ΣΛΕΕ και το άρθρο 11, παράγραφος 1, του παραρτήματος I του Οργανισμού του Δικαστηρίου προκύπτει ότι η αναίρεση που ασκείται ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου περιορίζεται σε νομικά ζητήματα. Συνεπώς, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο είναι αποκλειστικά αρμόδιο να διαπιστώσει τα πραγματικά περιστατικά, εκτός αν από τα στοιχεία της δικογραφίας που του έχουν υποβληθεί προκύπτει η ανακρίβεια του περιεχομένου των διαπιστώσεών του, καθώς και να εκτιμήσει τα πραγματικά αυτά περιστατικά, υπό την επιφύλαξη της παραμορφώσεως του περιεχομένου των στοιχείων που του έχουν υποβληθεί, διευκρινιζομένου ότι η παραμόρφωση αυτή πρέπει να προκύπτει προδήλως από τα στοιχεία της δικογραφίας, χωρίς να χρειάζεται να πραγματοποιηθεί νέα εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών και των αποδεικτικών στοιχείων, ή να χρησιμοποιηθούν νέα αποδεικτικά στοιχεία.

(βλ. σκέψη 24)


Παραπομπή:

ΓΔΕΕ: 9 Δεκεμβρίου 2009, T‑377/08 Ρ, Επιτροπή κατά Birkhoff, Συλλογή Υπ.Υπ. 2009, σ. I‑B‑1‑133 και II‑B‑1‑807, σκέψη 45 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία· 10 Φεβρουαρίου 2012, T‑98/11 P, AG κατά Κοινοβουλίου, σκέψεις 45 και 46

2.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψη 37)

Παραπομπή:

ΔΕΕ: 25 Μαρτίου 2010, C‑414/08 P, Sviluppo Italia Basilicata κατά Επιτροπής, Συλλογή 2010, σ. I‑2559, σκέψη 114 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία

3.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψη 39)

Παραπομπή:

ΔΕΕ: 29 Απριλίου 2004, C‑496/99 P, Επιτροπή κατά CAS Succhi di Frutta, Συλλογή 2004, σ. I‑3801, σκέψη 68 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία

4.      Μολονότι το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης υπέχει, σύμφωνα με το άρθρο 36 του Οργανισμού του Δικαστηρίου, το οποίο έχει εφαρμογή στη διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης δυνάμει του άρθρου 7, παράγραφος 1, του παραρτήματος I του ίδιου Οργανισμού, την υποχρέωση να αιτιολογεί τις αποφάσεις του, η υποχρέωση αιτιολογήσεως αυτή δεν του επιβάλλει να παραθέτει αιτιολογία που να αφορά έναν προς έναν και σε όλη τους την έκταση όλους τους συλλογισμούς που διατύπωσαν οι διάδικοι. Η αιτιολογία μπορεί να συνάγεται εμμέσως, υπό την προϋπόθεση να καθιστά δυνατό στους μεν ενδιαφερομένους να γνωρίζουν τους λόγους για τους οποίους το πρωτοβάθμιο δικαστήριο δεν δέχθηκε τα επιχειρήματά τους, στο δε κατ’ αναίρεση αποφαινόμενο δικαστήριο να έχει στη διάθεσή του επαρκή στοιχεία για να ασκήσει τον έλεγχό του.

(βλ. σκέψη 46)

Παραπομπή:

ΔΕΕ: 9 Σεπτεμβρίου 2008, C‑120/06 P και C‑121/06 P, FIAMM κ.λπ. κατά Συμβουλίου και Επιτροπής, Συλλογή 2008, σ. I‑6513, σκέψη 96· 2 Απριλίου 2009, C‑431/07 P, Bouygues και Bouygues Télécom κατά Επιτροπής, Συλλογή 2009, σ. I‑2665, σκέψη 42

5.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 50 και 51)

Παραπομπή:

ΓΔΕΕ: 8 Ιουνίου 1993, T‑50/92, Fiorani κατά Κοινοβουλίου, Συλλογή 1993, σ. II‑555, σκέψη 46· 17 Μαΐου 2006, T‑241/03, Marcuccio κατά Επιτροπής, Συλλογή Υπ.Υπ. 2006, σ. Ι‑Α‑2‑111 και ΙΙ‑Α‑2‑517, σκέψη 52· 11 Ιανουαρίου 2012, T‑301/11, Ben Ali κατά Συμβουλίου, σκέψη 72

6.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψη 54)

Παραπομπή:

ΓΔΕΕ: 6 Νοεμβρίου 1997, T‑15/96, Liao κατά Συμβουλίου, Συλλογή Υπ.Υπ. 1997, σ. I‑A‑329 και II‑897, σκέψεις 57 και 58· 12 Δεκεμβρίου 2002, T‑135/00, Morello κατά Επιτροπής, Συλλογή Υπ.Υπ. 2002, σ. I‑A‑265 και II‑1313, σκέψη 102· 11 Μαΐου 2005, T‑25/03, de Stefano κατά Επιτροπής, Συλλογή Υπ.Υπ. 2005, σ. I‑A‑125 και II‑573, σκέψη 78