Language of document : ECLI:EU:T:2014:999

Υπόθεση T‑517/09

Alstom

κατά

Ευρωπαϊκής Επιτροπής

«Ανταγωνισμός — Συμπράξεις — Αγορά των μετασχηματιστών ισχύος — Απόφαση διαπιστώνουσα παράβαση του άρθρου 81 ΕΚ και του άρθρου 53 της Συμφωνίας ΕΟΧ — Επηρεασμός του εμπορίου μεταξύ κρατών μελών — Έννοια της επιχειρήσεως — Καταλογισμός της παραβατικής συμπεριφοράς — Τεκμήριο ασκήσεως, εκ μέρους της μητρικής εταιρίας, καθοριστικής επιρροής επί της συμπεριφοράς της θυγατρικής της — Υποχρέωση αιτιολογήσεως»

Περίληψη — Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου (τρίτο τμήμα)
της 27ης Νοεμβρίου 2014

1.      Πράξεις των οργάνων — Αιτιολογία — Υποχρέωση αιτιολογήσεως — Περιεχόμενο — Η υποχρέωση αιτιολογήσεως εκτιμάται αναλόγως των περιστάσεων της συγκεκριμένης περιπτώσεως

(Άρθρο 253 ΕΚ)

2.      Ανταγωνισμός — Κανόνες του δικαίου της Ένωσης — Παραβάσεις — Καταλογισμός — Μητρική εταιρία και θυγατρικές — Οικονομική ενότητα — Κριτήρια εκτιμήσεως — Τεκμήριο ασκήσεως καθοριστικής επιρροής από τη μητρική εταιρία επί των θυγατρικών που της ανήκουν εξ ολοκλήρου ή σχεδόν εξ ολοκλήρου — Χρονικό σημείο που λαμβάνεται υπόψη — Χρονικό σημείο τελέσεως της παραβάσεως

(Άρθρο 81 ΕΚ)

3.      Πράξεις των οργάνων — Αιτιολογία — Υποχρέωση αιτιολογήσεως — Περιεχόμενο — Απόφαση περί επιβολής προστίμου για παράβαση των κανόνων ανταγωνισμού, η οποία αφορά πλείονες αποδέκτες — Καταλογισμός των πρακτικών θυγατρικής στη μητρική της εταιρία — Απαιτείται ρητή αιτιολογία — Απόφαση η οποία στηρίζεται αποκλειστικά στο μαχητό τεκμήριο ουσιαστικής ασκήσεως καθοριστικής επιρροής — Περιεχόμενο της υποχρεώσεως αιτιολογήσεως

(Άρθρα 81 ΕΚ και 253 ΕΚ)

4.      Πράξεις των οργάνων — Αιτιολογία — Υποχρέωση αιτιολογήσεως — Περιεχόμενο — Απόφαση με την οποία καταλογίζεται σε μητρική εταιρία η ευθύνη για την παραβατική συμπεριφορά της θυγατρικής της — Θεραπεία της ελλείψεως αιτιολογίας κατά τη διάρκεια της ένδικης διαδικασίας — Δεν επιτρέπεται

(Άρθρα 81 ΕΚ και 253 ΕΚ)

5.      Ανταγωνισμός — Κανόνες του δικαίου της Ένωσης — Παραβάσεις — Καταλογισμός — Μητρική εταιρία και θυγατρικές — Οικονομική ενότητα — Κριτήρια εκτιμήσεως — Δικαστικός έλεγχος — Στοιχεία τα οποία δύναται να λάβει υπόψη ο δικαστής της Ένωσης — Πληροφοριακά στοιχεία σχετικά με τη συμμετοχή μητρικής εταιρίας σε παράβαση, τα οποία δεν διαλαμβάνονται στην απόφαση με την οποία καταλογίζεται στη μητρική εταιρία η ευθύνη για την παραβατική συμπεριφορά της θυγατρικής της — Δεν περιλαμβάνονται

(Άρθρα 81 ΕΚ και 253 ΕΚ)

6.      Προσφυγή ακυρώσεως — Έννομο συμφέρον — Απόφαση με την οποία καταλογίζεται σε μητρική εταιρία η ευθύνη για την παραβατική συμπεριφορά της θυγατρικής της — Λόγος ακυρώσεως με τον οποίο προβάλλεται παράβαση της υποχρεώσεως αιτιολογήσεως — Επίκληση δέσμιας αρμοδιότητας — Έλλειψη στοιχείων τα οποία να καθιστούν βέβαιη την έκδοση όμοιας κατά περιεχόμενο νέας αποφάσεως — Διατήρηση του εννόμου συμφέροντος

(Άρθρα 81 ΕΚ, 230 ΕΚ και 253 ΕΚ)

1.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 28-31)

2.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 49-59, 62-64, 67, 68)

3.      Όταν μια απόφαση εφαρμογής των κανόνων του δικαίου της Ένωσης στον τομέα του ανταγωνισμού αφορά πολλούς αποδέκτες και τίθεται το ζήτημα του καταλογισμού της παραβάσεως, η απόφαση αυτή πρέπει να περιέχει επαρκή αιτιολογία ως προς καθένα των αποδεκτών της, ιδιαίτερα ως προς εκείνους οι οποίοι, σύμφωνα με την εν λόγω απόφαση, πρέπει να υποστούν τις συνέπειες της παραβάσεως αυτής. Έτσι, έναντι μιας μητρικής εταιρίας που θεωρείται υπεύθυνη για την παραβατική συμπεριφορά της θυγατρικής της, μια τέτοια απόφαση πρέπει, κατ’ αρχήν, να εκθέτει εμπεριστατωμένα τους λόγους που δικαιολογούν γιατί η παράβαση πρέπει να καταλογισθεί σ’ αυτήν την εταιρία.

Όσον αφορά, ειδικότερα, την απόφαση της Επιτροπής που στηρίζεται αποκλειστικώς, ως προς ορισμένους αποδέκτες, στο τεκμήριο ουσιαστικής ασκήσεως καθοριστικής επιρροής, η Επιτροπή υποχρεούται εν πάση περιπτώσει να εκθέσει επαρκώς στους εν λόγω αποδέκτες τους λόγους για τους οποίους τα προβληθέντα πραγματικά και νομικά στοιχεία δεν ήταν αρκετά, προκειμένου να ανατραπεί το εν λόγω τεκμήριο. Το καθήκον της Επιτροπής να αιτιολογεί τις αποφάσεις της ως προς το σημείο αυτό προκύπτει μεταξύ άλλων από τον μαχητό χαρακτήρα του εν λόγω τεκμηρίου, η ανατροπή του οποίου προϋποθέτει ότι οι ενδιαφερόμενοι θα προσκομίσουν αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με τους οικονομικούς, οργανωτικούς και νομικούς δεσμούς μεταξύ των εμπλεκόμενων επιχειρήσεων.

Ως προς το σημείο αυτό, η αιτιολογία της Επιτροπής πρέπει να παρέχει τη δυνατότητα στο Γενικό Δικαστήριο να ασκεί τον έλεγχό του, σ’ αυτό δε απόκειται να αξιολογεί κάθε στοιχείο σχετικά με τους οργανωτικούς, οικονομικούς και νομικούς δεσμούς μεταξύ της μητρικής και της θυγατρικής εταιρίας, ικανό να αποδεικνύει ότι η δεύτερη ενεργεί αυτοτελώς σε σχέση με τη μητρική αυτής εταιρία και ότι, ως εκ τούτου, οι εταιρίες αυτές δεν συνιστούν ενιαία οικονομική οντότητα. Ο έλεγχος αυτός επιβάλλεται κατά μείζονα λόγο δεδομένου ότι η αυτονομία μιας θυγατρικής κατά την εφαρμογή της εμπορικής πολιτικής της συγκαταλέγεται στο σύνολο των σχετικών στοιχείων τα οποία δύναται να επικαλεστεί η μητρική εταιρία προς ανατροπή του τεκμηρίου ότι ασκεί καθοριστική επιρροή επί της συμπεριφοράς της θυγατρικής, στοιχεία των οποίων ο χαρακτήρας και η σημασία ενδέχεται να διαφέρουν ανάλογα με τα χαρακτηριστικά της κάθε περιπτώσεως.

Ως εκ τούτου, απόκειται στην Επιτροπή να εκτιμήσει κατά περίπτωση κάθε στοιχείο που προβάλλεται ενώπιόν της σχετικό με τους εν λόγω δεσμούς. Επιπλέον, ακόμη και αν η Επιτροπή εκτιμά ότι τα προβληθέντα από τη μητρική εταιρία στοιχεία δεν επαρκούν για την ανατροπή του τεκμηρίου της επιρροής της επί της συμπεριφοράς της θυγατρικής της στην αγορά, παραμένει υποχρεωμένη να εκθέσει τους σχετικούς λόγους, στο μέτρο που δεν πρόκειται αποκλειστικά για στοιχεία προδήλως άσχετα ή στερούμενα σημασίας. Η υποχρέωση αιτιολογήσεως, η οποία αποτελεί υποχρέωση τυπικού χαρακτήρα, επιβάλλει η συλλογιστική επί της οποίας η Επιτροπή στηρίζει τα συμπεράσματά της να προκύπτει κατά τρόπο σαφή και μη διφορούμενο από την προσβαλλόμενη απόφαση ώστε οι ενδιαφερόμενοι να γνωρίζουν τους λόγους που δικαιολογούν τη λήψη του μέτρου και το αρμόδιο δικαιοδοτικό όργανο να μπορεί να ασκεί τον έλεγχό του.

(βλ. σκέψεις 72-75, 102, 106)

4.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 77, 110, 111)

5.      Όσον αφορά τον δικαστικό έλεγχο αποφάσεως της Επιτροπής με την οποία επιβάλλονται πρόστιμα για παράβαση των κανόνων του ανταγωνισμού, μολονότι η πλήρης δικαιοδοσία που έχει το Γενικό Δικαστήριο ως προς τα πρόστιμα μπορεί, ομολογουμένως, να δικαιολογεί την προσκόμιση και συνεκτίμηση συμπληρωματικών πληροφοριακών στοιχείων, των οποίων η αυτούσια μνεία στην απόφαση δεν απαιτείται δυνάμει της υποχρεώσεως αιτιολογήσεως, εντούτοις η δικαιοδοσία αυτή αφορά μόνο την εκτίμηση του πρόσφορου χαρακτήρα του επιβληθέντος προστίμου. Ως εκ τούτου, το Γενικό Δικαστήριο δεν δύναται να λάβει υπόψη στοιχεία σχετικά με τον καταλογισμό σε μητρική εταιρία της παραβατικής συμπεριφοράς της θυγατρικής της, καθόσον με αυτά εγείρεται το ζήτημα της υπάρξεως οικονομικής ενότητας μεταξύ της πρώτης και της δεύτερης και, τελικά, το ζήτημα της συμμετοχής της μητρικής εταιρίας στη διαπιστωθείσα με την προσβαλλόμενη απόφαση παράβαση. Το ζήτημα αυτό αφορά τον έλεγχο νομιμότητας της εν λόγω αποφάσεως και όχι την εκτίμηση του πρόσφορου χαρακτήρα του επιβληθέντος στη μητρική εταιρία προστίμου.

Εξάλλου, μολονότι ο δικαστής της Ένωσης δύναται να διαπιστώσει παράβαση εκ μέρους της Επιτροπής της υποχρεώσεως αιτιολογήσεως στο πλαίσιο του καθορισμού των προστίμων που επιβλήθηκαν για τις παραβάσεις του άρθρου 81, παράγραφος 1, ΕΚ, αναφέροντας ταυτοχρόνως ότι, στον βαθμό που η λύση στην οποία κατέληξε το θεσμικό αυτό όργανο έπρεπε να επικυρωθεί επί της ουσίας, η παράβαση αυτή δεν συνεπάγεται ούτε την ακύρωση της προσβαλλομένης αποφάσεως ούτε τροποποίηση του ύψους των προστίμων, η εκτίμηση αυτή δεν μπορεί να εφαρμοσθεί κατ’ αναλογία για τον έλεγχο της νομιμότητας αποφάσεως της Επιτροπής, καθόσον η Επιτροπή έχει κρίνει με αυτήν ότι συντρέχει ευθύνη της συγκεκριμένης επιχειρήσεως.

(βλ. σκέψεις 112, 114, 115)

6.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 116, 117)