Language of document : ECLI:EU:C:2024:407

Προσωρινό κείμενο

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έβδομο τμήμα)

της 16ης Μαΐου 2024 (*)

«Προδικαστική παραπομπή – Κοινωνική πολιτική – Οδηγία (ΕΕ) 2019/1158 – Ισορροπία μεταξύ επαγγελματικής και ιδιωτικής ζωής των γονέων – Μονογονεϊκή οικογένεια – Ίση μεταχείριση με τις οικογένειες με δύο γονείς – Παράταση της άδειας μητρότητας – Άρθρο 5 – Γονική άδεια – Απαράδεκτο της αιτήσεως προδικαστικής αποφάσεως»

Στην υπόθεση C‑673/22,

με αντικείμενο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το Juzgado de lo Social no 1 de Sevilla (δικαστήριο εργατικών διαφορών αριθ. 1 της Σεβίλλης, Ισπανία) με απόφαση της 28ης Σεπτεμβρίου 2022, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 27 Οκτωβρίου 2022, στο πλαίσιο της δίκης

CCC

κατά

Tesorería General de la Seguridad Social (TGSS),

Instituto Nacional de la Seguridad Social (INSS)

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (έβδομο τμήμα),

συγκείμενο από τους F. Biltgen, πρόεδρο τμήματος, A. Prechal (εισηγήτρια), πρόεδρο του δεύτερου τμήματος, εκτελούσα χρέη δικαστή του έβδομου τμήματος, και M. L. Arastey Sahún, δικαστή,

γενική εισαγγελέας: L. Medina

γραμματέας: A. Calot Escobar

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία,

λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:

–        το Tesorería General de la Seguridad Social (TGSS) και το Instituto Nacional de la Seguridad Social (INSS), εκπροσωπούμενα από τη M. Sánchez Jiménez και τον A. R. Trillo García, letrados,

–        η Ισπανική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον I. Herranz Elizalde,

–        η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από τις I. Galindo Martín και E. Schmidt,

κατόπιν της αποφάσεως που έλαβε, αφού άκουσε τη γενική εισαγγελέα, να εκδικάσει την υπόθεση χωρίς ανάπτυξη προτάσεων,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1        Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία του άρθρου 5 της οδηγίας (ΕΕ) 2019/1158 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Ιουνίου 2019, σχετικά με την ισορροπία μεταξύ επαγγελματικής και ιδιωτικής ζωής για τους γονείς και τους φροντιστές και την κατάργηση της οδηγίας 2010/18/ΕΕ του Συμβουλίου (ΕΕ 2019, L 188, σ. 79).

2        Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς μεταξύ, αφενός, της CCC και, αφετέρου, του Tesorería General de la Seguridad Social (TGSS) (Γενικού Ταμείου Κοινωνικής Ασφάλισης, Ισπανία) και του Instituto Nacional de la Seguridad Social (INSS) (Εθνικού Ιδρύματος Κοινωνικής Ασφάλισης, Ισπανία) σχετικά με την άρνηση των τελευταίων να παρατείνουν κατά δεκαέξι εβδομάδες την άδεια μητρότητας της CCC, η οποία αποτελεί με το παιδί της μονογονεϊκή οικογένεια.

 Το νομικό πλαίσιο

 Το δίκαιο της Ένωσης

 Η οδηγία 92/85/EΟΚ

3        Η οδηγία 92/85/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 19ης Οκτωβρίου 1992, σχετικά με την εφαρμογή μέτρων που αποβλέπουν στη βελτίωση της υγείας και της ασφάλειας κατά την εργασία των εγκύων, λεχώνων και γαλουχουσών εργαζομένων (δέκατη ειδική οδηγία κατά την έννοια του άρθρου 16 παράγραφος 1 της οδηγίας 89/391/ΕΟΚ) (ΕΕ 1992, L 348, σ. 1), ορίζει στο άρθρο της 8, με τίτλο «Άδεια μητρότητας», τα εξής:

«1.      Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα μέτρα που απαιτούνται προκειμένου οι εργαζόμενες κατά την έννοια του άρθρου 2 να δικαιούνται άδεια μητρότητας διάρκειας 14 συναπτών εβδομάδων τουλάχιστον, που κατανέμονται πριν ή/και μετά τον τοκετό, σύμφωνα με τις εθνικές νομοθεσίες ή/και πρακτικές.

2.      Η άδεια μητρότητας που προβλέπεται στην παράγραφο 1 πρέπει να περιλαμβάνει υποχρεωτική άδεια μητρότητας δύο εβδομάδων τουλάχιστον, που κατανέμονται πριν ή/και μετά τον τοκετό, σύμφωνα με τις εθνικές νομοθεσίες ή/και πρακτικές.»

 Η οδηγία 2019/1158

4        Η αιτιολογική σκέψη 37 της οδηγίας 2019/1158 έχει ως εξής:

«Παρά την υποχρέωση εκτίμησης του εάν οι προϋποθέσεις λήψης γονικής άδειας και οι σχετικές λεπτομερείς ρυθμίσεις θα πρέπει ή όχι να προσαρμόζονται στις ειδικές ανάγκες γονέων ευρισκόμενων σε ιδιαίτερα δυσχερή κατάσταση, ενθαρρύνονται τα κράτη μέλη να εκτιμούν εάν οι προϋποθέσεις λήψης και οι λεπτομερείς ρυθμίσεις άδειας πατρότητας, άδειας φροντιστή και ευέλικτων ρυθμίσεων εργασίας θα πρέπει ή όχι να προσαρμόζονται σε ειδικές ανάγκες, όπως αυτές των μόνων γονέων, των θετών γονέων, των γονέων με αναπηρία, των γονέων παιδιών με αναπηρία ή μακροχρόνια ασθένεια, ή γονέων αντιμέτωπων με ειδικές συνθήκες, όπως πολλαπλές γεννήσεις και πρόωρους τοκετούς.»

5        Κατά το άρθρο 3 της ίδιας οδηγίας, το οποίο έχει τον τίτλο «Ορισμοί»:

«1.      Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

α)      “άδεια πατρότητας”: άδεια από την εργασία για τον πατέρα ή, εάν και εφόσον αναγνωρίζεται στο εθνικό δίκαιο, για αντίστοιχο δεύτερο γονέα, η οποία λαμβάνεται με την ευκαιρία της γέννησης για τη φροντίδα τέκνου·

β)      “γονική άδεια”: άδεια από την εργασία για τους εργαζόμενους γονείς λόγω της γέννησης ή υιοθεσίας παιδιού, ώστε να είναι δυνατή η φροντίδα του τέκνου·

[...]».      

6        Το άρθρο 4 της εν λόγω οδηγίας, με τίτλο «Άδεια πατρότητας», ορίζει τα εξής:

«1.      Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίσουν ότι κάθε πατέρας ή, εάν και εφόσον αναγνωρίζεται στο εθνικό δίκαιο, αντίστοιχος δεύτερος γονέας, δικαιούται άδεια πατρότητας 10 εργάσιμων ημερών η οποία πρέπει να λαμβάνεται κατά τη γέννηση του τέκνου του εργαζομένου. Τα κράτη μέλη μπορούν να προσδιορίζουν εάν η άδεια πατρότητας επιτρέπεται να λαμβάνεται εν μέρει και πριν ή μόνο μετά τη γέννηση του παιδιού, καθώς και εάν η άδεια αυτή επιτρέπεται να λαμβάνεται με ευέλικτο τρόπο.

2.      Το δικαίωμα σε άδεια πατρότητας δεν εξαρτάται από τη διάρκεια προηγούμενων περιόδων απασχόλησης ή από απαίτηση συγκεκριμένου χρόνου προϋπηρεσίας.

3.      Το δικαίωμα σε άδεια πατρότητας χορηγείται ανεξάρτητα από τη γαμική ή οικογενειακή κατάσταση του εργαζόμενου, όπως αυτή ορίζεται στο εθνικό δίκαιο.»

7        Το άρθρο 5 της ίδιας οδηγίας, με τίτλο «Γονική άδεια», προβλέπει τα εξής:

«1.      Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίσουν ότι κάθε εργαζόμενος ατομικώς δικαιούται γονική άδεια τεσσάρων μηνών που πρέπει να λαμβάνεται προτού το παιδί φθάσει σε μια ορισμένη ηλικία, μέχρι την ηλικία των οκτώ ετών, που πρέπει να προσδιορίζεται από κάθε κράτος μέλος ή από τις συλλογικές συμβάσεις. Η ηλικία αυτή καθορίζεται κατά τρόπο που κάθε γονέας να μπορεί να ασκήσει ισότιμα το δικαίωμά του για γονική άδεια.

2.      Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε δύο μήνες γονικής άδειας να μην μπορούν να μεταβιβαστούν.

[...]

8.      Τα κράτη μέλη αξιολογούν την ανάγκη να προσαρμοστούν οι προϋποθέσεις λήψης και οι λεπτομερείς ρυθμίσεις εφαρμογής της γονικής άδειας στις ανάγκες των θετών γονέων, των γονέων με αναπηρία, καθώς και των γονέων που έχουν παιδιά με αναπηρία ή μακροχρόνια ασθένεια.»

8        Το άρθρο 20, παράγραφος 1, της οδηγίας 2019/1158 ορίζει τα ακόλουθα:

«Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία έως τις 2 Αυγούστου 2022. [...]»

 Το ισπανικό δίκαιο

 Ο εργατικός κώδικας

9        Το άρθρο 48, παράγραφος 4, του Estatuto de los Trabajadores (εργατικού κώδικα), όπως διαμορφώθηκε από το Real Decreto Legislativo 2/2015, por el que se aprueba el texto refundido de la Ley del Estatuto de los Trabajadores (βασιλικό νομοθετικό διάταγμα 2/2015, για την έγκριση του κωδικοποιημένου νόμου περί εργατικού κώδικα), της 23ης Οκτωβρίου 2015 (BOE αριθ. 255, της 24ης Οκτωβρίου 2015, σ. 100224) (στο εξής: εργατικός κώδικας), ορίζει τα εξής:

«Η γέννηση, η οποία περιλαμβάνει τον τοκετό και τη φροντίδα παιδιού ηλικίας κάτω των 12 μηνών, αναστέλλει τη σύμβαση εργασίας της βιολογικής μητέρας για διάστημα 16 εβδομάδων, εκ των οποίων οι έξι που έπονται του τοκετού είναι υποχρεωτικά συνεχόμενες και υπό καθεστώς πλήρους αναστολής, ώστε να διασφαλίζεται η προστασία της υγείας της μητέρας.

Ομοίως, η γέννηση αναστέλλει τη σύμβαση εργασίας του γονέα που δεν έχει την ιδιότητα της βιολογικής μητέρας για διάστημα 16 εβδομάδων, εκ των οποίων οι έξι που έπονται του τοκετού είναι υποχρεωτικά συνεχόμενες και υπό καθεστώς πλήρους αναστολής, προς τον σκοπό εκπληρώσεως του καθήκοντος φροντίδας που προβλέπεται στο άρθρο 68 του Αστικού Κώδικα.

[...]

Το χρονικό διάστημα της αναστολής της συμβάσεως εργασίας εκάστου γονέα προς τον σκοπό φροντίδας του παιδιού μετά την πάροδο των πρώτων έξι εβδομάδων από τον τοκετό μπορεί να κατανέμεται ελεύθερα σε εβδομαδιαίες περιόδους που λαμβάνονται αθροιστικά ή διακεκομμένα και το σχετικό δικαίωμα ασκείται από τη λήξη της υποχρεωτικής αναστολής που έπεται του τοκετού έως ότου το παιδί συμπληρώσει την ηλικία των 12 μηνών. Ωστόσο, η βιολογική μητέρα μπορεί να ασκήσει το σχετικό δικαίωμα έως και τέσσερις εβδομάδες πριν από την αναμενόμενη ημερομηνία τοκετού. [...]

[...]»

 Ο γενικός νόμος περί κοινωνικής ασφαλίσεως

10      Το άρθρο 177, με τίτλο «Προστατευόμενες καταστάσεις», του texto refundido de la Ley General de la Seguridad Social (κωδικοποιημένου γενικού νόμου περί κοινωνικής ασφαλίσεως), όπως εγκρίθηκε με το Real Decreto Legislativo 8/2015 (βασιλικό νομοθετικό διάταγμα 8/2015), της 30ής Οκτωβρίου 2015 (BOE αριθ. 261, της 31ης Οκτωβρίου 2015, σ. 103291), όπως ίσχυε κατά τον χρόνο των πραγματικών περιστατικών της διαφοράς της κύριας δίκης (στο εξής: γενικός νόμος περί κοινωνικής ασφαλίσεως), προβλέπει τα εξής:

«Για τους σκοπούς της προβλεπόμενης στο παρόν τμήμα παροχής λόγω γέννησης παιδιού με σκοπό τη φροντίδα του, θεωρούνται ως προστατευόμενες καταστάσεις η γέννηση, η υιοθεσία, η άσκηση επιμέλειας με σκοπό την υιοθεσία και η αναδοχή, σύμφωνα με τον αστικό κώδικα ή τις διατάξεις αστικού δικαίου των αυτόνομων κοινοτήτων που διέπουν την αναδοχή (υπό τον όρο, στην τελευταία αυτή περίπτωση, ότι η διάρκειά της δεν είναι μικρότερη του έτους), κατά τη διάρκεια των περιόδων άδειας που χορηγούνται για τις καταστάσεις αυτές, σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 4, 5 και 6 του άρθρου 48 του [εργατικού κώδικα] και του άρθρου 49, στοιχεία a, b και c, του [texto refundido de la Ley del Estatuto Básico del Empleado Público (κωδικοποιημένου νόμου περί του βασικού καθεστώτος των εργαζομένων στον δημόσιο τομέα)]».

11      Το άρθρο 178 του γενικού νόμου περί κοινωνικής ασφαλίσεως, με τίτλο «Δικαιούχοι», ορίζει τα εξής:

«1.      Τα πρόσωπα, ανεξαρτήτως φύλου, που εμπίπτουν στο παρόν γενικό καθεστώς και που λαμβάνουν τις κατά το προηγούμενο άρθρο άδειες, δικαιούνται το επίδομα που καταβάλλεται λόγω της γέννησης παιδιού για τη φροντίδα του, εφόσον πληρούν τη γενική προϋπόθεση του άρθρου 165, παράγραφος 1, και τις λοιπές προϋποθέσεις που καθορίζονται με κανονιστική πράξη, και έχουν συμπληρώσει τις ακόλουθες ελάχιστες περιόδους καταβολής εισφορών:

a)      Εάν ο/η εργαζόμενος/η δεν έχει συμπληρώσει το 21ο έτος κατά την ημερομηνία της γέννησης ή κατά την ημερομηνία της διοικητικής απόφασης περί αναδοχής ή επιμέλειας με σκοπό την υιοθεσία ή της δικαστικής απόφασης περί υιοθεσίας, δεν απαιτείται ελάχιστη περίοδος καταβολής εισφορών.

b)      Αν ο/η εργαζόμενος/η έχει συμπληρώσει το 21ο έτος ηλικίας και είναι κάτω των 26 ετών κατά την ημερομηνία γέννησης ή κατά την ημερομηνία της διοικητικής απόφασης περί αναδοχής ή περί επιμέλειας με σκοπό την υιοθεσία ή της δικαστικής απόφασης περί υιοθεσίας, η ελάχιστη απαιτούμενη περίοδος καταβολής εισφορών είναι 90 ημέρες εντός του χρονικού διαστήματος των επτά ετών που προηγούνται αμέσως της έναρξης της άδειας. Η προαναφερθείσα προϋπόθεση θεωρείται ότι πληρούται αν, επικουρικώς, ο ενδιαφερόμενος αποδεικνύει 180 ημέρες καταβολής εισφορών κατά τη διάρκεια του επαγγελματικού βίου του πριν από την ημερομηνία αυτή.

c)      Αν ο/η εργαζόμενος/η έχει συμπληρώσει το 26ο έτος ηλικίας κατά την ημερομηνία γέννησης ή κατά την ημερομηνία της διοικητικής απόφασης περί αναδοχής ή περί επιμέλειας με σκοπό την υιοθεσία ή της δικαστικής απόφασης περί υιοθεσίας, η ελάχιστη απαιτούμενη περίοδος καταβολής εισφορών είναι 180 ημέρες εντός του χρονικού διαστήματος των επτά ετών που προηγούνται αμέσως της έναρξης της άδειας. Η προαναφερθείσα προϋπόθεση θεωρείται ότι πληρούται αν, επικουρικώς, ο ενδιαφερόμενος αποδεικνύει 360 ημέρες καταβολής εισφορών κατά τη διάρκεια του επαγγελματικού βίου του πριν από την ημερομηνία αυτή.

2.      Στην περίπτωση της γέννησης, η αναφερόμενη στην προηγούμενη παράγραφο ηλικία είναι η ηλικία που έχει συμπληρώσει ο ενδιαφερόμενος κατά τον χρόνο έναρξης της άδειας, ενώ η ημερομηνία του τοκετού λαμβάνεται ως σημείο αναφοράς για την επαλήθευση της βεβαίωσης της ελάχιστης περιόδου καταβολής εισφορών που ενδεχομένως απαιτείται.

[...]»

12      Το άρθρο 179 του νόμου αυτού περιέχει τους εφαρμοστέους κανόνες για τον καθορισμό της οικονομικής παροχής που πρέπει να καταβληθεί.

 Η διαφορά της κύριας δίκης και τα προδικαστικά ερωτήματα

13      Στις 5 Νοεμβρίου 2021 η προσφεύγουσα της κύριας δίκης απέκτησε παιδί. Η ίδια και το παιδί της αποτελούν μονογονεϊκή οικογένεια. Ως μισθωτή υπαγόμενη στο ισπανικό γενικό καθεστώς κοινωνικής ασφάλισης, ζήτησε από το INSS το επίδομα μητρότητας.

14      Με αποφάσεις της 10ης και της 14ης Δεκεμβρίου 2021, το INSS τής χορήγησε το προβλεπόμενο από το καθεστώς επίδομα για το διάστημα της άδειας μητρότητας, από τις 5 Νοεμβρίου 2021 έως τις 24 Φεβρουαρίου 2022.

15      Στις 22 Φεβρουαρίου 2022 η προσφεύγουσα της κύριας δίκης ζήτησε από το INSS παράταση της άδειας αυτής κατά δεκαέξι εβδομάδες λόγω της οικογενειακής της κατάστασης ως μονογονέα. Προς στήριξη του αιτήματος αυτού, υποστήριξε ότι η ισπανική νομοθεσία που διέπει τη γονική άδεια εισάγει διάκριση εις βάρος των παιδιών που γεννιούνται σε μονογονεϊκές οικογένειες σε σχέση με εκείνα που γεννιούνται σε οικογένειες με δύο γονείς, στο μέτρο που τα πρώτα δεν δικαιούνται, όπως τα δεύτερα, την περίοδο των δεκαέξι εβδομάδων κατά την οποία, στις οικογένειες με δύο γονείς, φροντίζει τα παιδιά ο γονέας που δεν έχει την ιδιότητα της βιολογικής μητέρας.

16      Το INSS και το TGSS απέρριψαν την αίτηση με την αιτιολογία ότι το άρθρο 177 του γενικού νόμου περί κοινωνικής ασφαλίσεως προσδιορίζει τους γονείς που δικαιούνται γονική άδεια ατομικά και υπό το πρίσμα της τήρησης των προϋποθέσεων που απαιτούνται για τη χορήγηση των επίμαχων παροχών. Έτσι, στις οικογένειες με δύο γονείς, η αναγνώριση του δικαιώματος γονικής άδειας δεν είναι αυτόματη, δεδομένου ότι κάθε γονέας πρέπει να πληροί ατομικά τις νόμιμες προϋποθέσεις προκειμένου να του αναγνωριστεί δικαίωμα στις παροχές αυτές. Ως εκ τούτου, η αυτόματη χορήγηση στη βιολογική μητέρα παιδιού που έχει γεννηθεί σε μονογονεϊκή οικογένεια της συνολικής διάρκειας γονικής άδειας που θα μπορούσαν να λάβουν οι δύο γονείς μιας οικογένειας (ήτοι οι δεκαέξι εβδομάδες της δικής της άδειας συν τις δεκαέξι εβδομάδες που θα αναγνωρίζονταν στον άλλο γονέα, πέραν της βιολογικής μητέρας) θα συνιστούσε δυσμενή διάκριση εις βάρος των οικογενειών με δύο γονείς, οι οποίοι δεν δικαιούνται αυτομάτως ο καθένας γονική άδεια δεκαέξι εβδομάδων.

17      Κατόπιν της απόρριψης της αίτησής της, η προσφεύγουσα της κύριας δίκης άσκησε προσφυγή κατά του INSS και του TGSS ενώπιον του Juzgado de lo Social nο 1 de Sevilla (δικαστηρίου εργατικών διαφορών αριθ. 1 της Σεβίλλης, Ισπανία), αιτούντος δικαστηρίου, με αίτημα την παράταση της άδειας μητρότητας με επιδόματα μέχρι τη συμπλήρωση 32 εβδομάδων.

18      Το αιτούν δικαστήριο διερωτάται αν η ισπανική νομοθεσία περί γονικής άδειας είναι σύμφωνη προς την οδηγία 2019/1158, καθόσον δεν λαμβάνει υπόψη την ειδική περίπτωση των μονογονέων, οι οποίοι βρίσκονται σε μειονεκτική θέση σε σχέση με τους δύο γονείς άλλων οικογενειών όσον αφορά την ισορροπία μεταξύ επαγγελματικής και ιδιωτικής ζωής, καθώς και τον χρόνο που αφιερώνουν στη φροντίδα του παιδιού.

19      Ειδικότερα, το αιτούν δικαστήριο διερωτάται αν η εν λόγω ρύθμιση είναι σύμφωνη με την οδηγία αυτή, παρά το γεγονός ότι αποκλείει κάθε δυνατότητα παράτασης της γονικής άδειας μητέρας που αποτελεί μονογονεϊκή οικογένεια με το παιδί της, με αποτέλεσμα να εισάγεται άνιση μεταχείριση μεταξύ μιας τέτοιας οικογένειας και των οικογενειών με δύο γονείς, οι οποίες έχουν τουλάχιστον τη δυνατότητα να λάβουν γονική άδεια μέγιστης διάρκειας 32 εβδομάδων, εκ των οποίων οι δέκα εβδομάδες προορίζονται αποκλειστικώς για την εκπλήρωση της υποχρέωσης των δύο γονέων να φροντίζουν το παιδί. Η απουσία διατάξεων στην ισπανική νομοθεσία που να προβλέπουν ευνοϊκότερα μέτρα ή προϋποθέσεις για τις μονογονεϊκές οικογένειες συνεπάγεται ότι οι γονείς των οικογενειών αυτών διαθέτουν λιγότερο χρόνο στη φροντίδα του παιδιού τους σε σχέση με τον χρόνο που μπορούν να αφιερώσουν στο παιδί τους οι δύο γονείς άλλων οικογενειών, εφόσον πληρούν τις απαιτούμενες προς τούτο προϋποθέσεις.

20      Κατά συνέπεια, το αιτούν δικαστήριο διερωτάται αν είναι δυνατή η υπαγωγή των μονογονεϊκών οικογενειών στο άρθρο 5, παράγραφος 8, της οδηγίας 2019/1158, υπό το πρίσμα της αιτιολογικής σκέψης 37 της οδηγίας αυτής, το οποίο επιτρέπει να προσαρμόζονται οι προϋποθέσεις λήψης και οι λεπτομερείς ρυθμίσεις εφαρμογής της γονικής άδειας στις ανάγκες των θετών γονέων, των γονέων με αναπηρία και των γονέων που έχουν παιδιά με αναπηρία ή μακροχρόνια ασθένεια. Διερωτάται επίσης αν οι ελάχιστοι κανόνες της Ένωσης που επιβάλλονται στα κράτη μέλη περιλαμβάνουν την υποχρέωση πρόβλεψης νομικού πλαισίου προσαρμοσμένου στις ειδικές ανάγκες των μονογονεϊκών οικογενειών όσον αφορά την ισορροπία επαγγελματικής και ιδιωτικής ζωής.

21      Υπό τις συνθήκες αυτές, το Juzgado de lo Social no 1 de Sevilla (δικαστήριο εργατικών διαφορών αριθ. 1 της Σεβίλλης) αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:

«1)      Είναι η παράλειψη του Ισπανού νομοθέτη να συμπεριλάβει στο άρθρο 48, παράγραφος 2, του [εργατικού κώδικα] και στα άρθρα 177, 178 και 179 του [γενικού νόμου περί κοινωνικής ασφαλίσεως], ρύθμιση η οποία να προβλέπει την αξιολόγηση των ιδιαίτερων αναγκών της μονογονεϊκής οικογένειας, στο πλαίσιο της εξασφάλισης ισορροπίας της επαγγελματικής και ιδιωτικής ζωής –παράλειψη η οποία έχει επιπτώσεις στην περίοδο φροντίδας του νεογέννητου παιδιού σε σύγκριση με παιδί που έχει γεννηθεί σε οικογένεια με δύο γονείς στην οποία αμφότεροι μπορούν να λάβουν άδεια μετ’ αποδοχών, εφόσον πληρούν αμφότεροι τις προϋποθέσεις για την εν λόγω παροχή κοινωνικής ασφάλισης–, συμβατή με την οδηγία 2019/1158, η οποία επιβάλλει την ιδιαίτερη αξιολόγηση, μεταξύ άλλων, της περίπτωσης της γέννησης παιδιού εντός μονογονεϊκής οικογένειας, προκειμένου να καθοριστούν οι προϋποθέσεις λήψης της γονικής άδειας και οι σχετικές λεπτομερείς ρυθμίσεις της;

2)      Πρέπει οι προϋποθέσεις για τη χορήγηση άδειας λόγω γέννησης παιδιού, οι προϋποθέσεις για την πρόσβαση στις οικονομικές παροχές της κοινωνικής ασφάλισης και το καθεστώς γονικής άδειας, ιδίως δε η ενδεχόμενη παράταση της άδειας, ελλείψει άλλου γονέα πέραν της βιολογικής μητέρας για τη φροντίδα του παιδιού, να τυγχάνουν, ελλείψει ειδικής νομοθετικής διατάξεως στην ισπανική νομοθεσία, ελαστικής ερμηνείας σύμφωνα με τη νομοθεσία της Ένωσης;»

 Επί του παραδεκτού της αιτήσεως προδικαστικής αποφάσεως

22      Υπενθυμίζεται, εκ προοιμίου, ότι εναπόκειται αποκλειστικώς στον εθνικό δικαστή, ο οποίος έχει επιληφθεί της διαφοράς και φέρει την ευθύνη για τη δικαστική απόφαση που πρόκειται να εκδοθεί, να εκτιμήσει, λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιομορφίες της υπόθεσης, τόσο την αναγκαιότητα εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως για να είναι σε θέση να εκδώσει τη δική του απόφαση όσο και το λυσιτελές των ερωτημάτων που υποβάλλει στο Δικαστήριο. Κατά συνέπεια, εφόσον τα υποβαλλόμενα ερωτήματα αφορούν την ερμηνεία κανόνα δικαίου της Ένωσης, το Δικαστήριο οφείλει κατ’ αρχήν να αποφανθεί. Κατά συνέπεια, τα προδικαστικά ερωτήματα που αφορούν την ερμηνεία του δικαίου της Ένωσης θεωρούνται κατά τεκμήριο λυσιτελή (πρβλ. απόφαση της 6ης Σεπτεμβρίου 2021, Sumal, C‑882/19, EU:C:2021:800, σκέψεις 27 και 28 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

23      Ωστόσο, όπως προκύπτει από το ίδιο το γράμμα του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, η ζητούμενη προδικαστική απόφαση πρέπει να είναι «αναγκαία» για να καταστεί δυνατή η εκ μέρους του αιτούντος δικαστηρίου «έκδοση της δικής του απόφασης» επί της υποθέσεως της οποίας έχει επιληφθεί [απόφαση της 22ας Μαρτίου 2022, Prokurator Generalny (Πειθαρχικό τμήμα του Ανωτάτου Δικαστηρίου – Διορισμός), C‑508/19, EU:C:2022:201, σκέψη 61 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία].

24      Επομένως, είναι απαραίτητο το εθνικό δικαστήριο να εξειδικεύει, στην εν λόγω απόφαση, το πραγματικό και νομικό πλαίσιο στο οποίο εντάσσεται η διαφορά της κύριας δίκης και να εξηγεί στοιχειωδώς τους λόγους για τους οποίους επέλεξε τις διατάξεις του δικαίου της Ένωσης των οποίων ζητεί την ερμηνεία, καθώς και για τη σχέση που, κατά το εν λόγω δικαστήριο, υφίσταται μεταξύ των διατάξεων αυτών και της εθνικής νομοθεσίας που έχει εφαρμογή επί της διαφοράς της οποίας έχει επιληφθεί. Οι εν λόγω σωρευτικές απαιτήσεις σχετικά με το περιεχόμενο της αιτήσεως προδικαστικής αποφάσεως παρατίθενται ρητώς στο άρθρο 94 του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου [απόφαση της 4ης Ιουνίου 2020, C.F. (Φορολογικός έλεγχος), C‑430/19, EU:C:2020:429, σκέψη 23 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία].

25      Επιπλέον, κατά πάγια νομολογία του, το Δικαστήριο δύναται να αρνηθεί να αποφανθεί επί προδικαστικού ερωτήματος που έχει υποβληθεί από εθνικό δικαστήριο όταν είναι πρόδηλο ότι η ζητούμενη ερμηνεία κανόνα της Ένωσης ουδεμία σχέση έχει με το υποστατό ή με το αντικείμενο της κύριας δίκης, όταν το πρόβλημα είναι υποθετικής φύσεως ή ακόμη όταν το Δικαστήριο δεν διαθέτει τα πραγματικά και νομικά στοιχεία που είναι αναγκαία προκειμένου να δώσει χρήσιμη απάντηση στα ερωτήματα που του έχουν υποβληθεί (πρβλ. απόφαση της 6ης Οκτωβρίου 2021, Sumal, C‑882/19, EU:C:2021:800, σκέψη 28 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

26      Στην προκειμένη περίπτωση, το αιτούν δικαστήριο ζητεί από το Δικαστήριο να ερμηνεύσει τους κανόνες του δικαίου της Ένωσης που διέπουν τη γονική άδεια, όπως προβλέπονται από την οδηγία 2019/1158 και, ειδικότερα, το άρθρο 5, παράγραφος 8, σε συνδυασμό με την αιτιολογική σκέψη 37 της οδηγίας αυτής.

27      Εντούτοις, πρώτον, όσον αφορά τη ratione materiae εφαρμογή του άρθρου 5 της οδηγίας 2019/1158 σχετικά με τη γονική άδεια, επισημαίνεται ότι η διαφορά της κύριας δίκης αφορά αίτηση παράτασης της άδειας μητρότητας κατά δεκαέξι εβδομάδες λόγω της ιδιότητας του μονογονέα της προσφεύγουσας της κύριας δίκης. Εξάλλου, το άρθρο 48, παράγραφος 4, του εργατικού κώδικα και τα άρθρα 177 έως 179 του γενικού νόμου περί κοινωνικής ασφαλίσεως, των οποίων το αιτούν δικαστήριο αμφισβητεί τη συμφωνία με το άρθρο 5 που αφορά το δικαίωμα γονικής άδειας, φαίνεται να ρυθμίζουν την άδεια μητρότητας ή πατρότητας.

28      Οι έννοιες, όμως, της «γονικής άδειας», της «άδειας πατρότητας» και της «άδειας μητρότητας» έχουν συγκεκριμένο και διαφορετικό νόημα στο δίκαιο της Ένωσης. Πράγματι, η γονική άδεια ορίζεται στο άρθρο 5, σε συνδυασμό με το άρθρο 3, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, της οδηγίας 2019/1158, ως άδεια εργασίας τεσσάρων μηνών για τους γονείς λόγω γέννησης ή υιοθεσίας, η οποία χορηγείται για τη φροντίδα του παιδιού και πρέπει να λαμβάνεται πριν το παιδί συμπληρώσει ορισμένη ηλικία, η οποία μπορεί να φθάνει τα οκτώ έτη. Όσον αφορά την άδεια πατρότητας, πρόκειται, σύμφωνα με το άρθρο 4 της ίδιας οδηγίας, σε συνδυασμό με το άρθρο 3, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, για άδεια εργασίας δέκα εργάσιμων ημερών για τον πατέρα ή για το πρόσωπο που αναγνωρίζεται ενδεχομένως ως δεύτερος γονέας από το εθνικό δίκαιο, η οποία πρέπει να λαμβάνεται κατά τη γέννηση του παιδιού με σκοπό τη φροντίδα του. Τέλος, όπως προβλέπει το άρθρο 8 της οδηγίας 92/85, χορηγείται στις εγκύους ή λεχώνες εργαζόμενες άδεια μητρότητας διάρκειας δεκατεσσάρων συναπτών εβδομάδων τουλάχιστον, που κατανέμονται πριν ή/και μετά τον τοκετό.

29      Επιπλέον, το Δικαστήριο έχει διευκρινίσει ότι η γονική άδεια και η άδεια μητρότητας επιδιώκουν διαφορετικούς σκοπούς. Ειδικότερα, μολονότι η γονική άδεια χορηγείται στους γονείς για να φροντίσουν το παιδί τους και μπορεί να ληφθεί μέχρι μια ορισμένη ηλικία του παιδιού, η οποία μπορεί να φθάσει τα οκτώ έτη, η άδεια μητρότητας αποσκοπεί στη προστασία της βιολογικής κατάστασης της γυναίκας και των ιδιαίτερων δεσμών μεταξύ της ίδιας και του παιδιού της κατά την περίοδο που ακολουθεί την εγκυμοσύνη και τον τοκετό, προκειμένου οι δεσμοί αυτοί να μη διαταραχθούν από τη σώρευση των βαρών που προκύπτουν από την ταυτόχρονη άσκηση επαγγελματικής δραστηριότητας (πρβλ. απόφαση της 16ης Ιουνίου 2016, Rodríguez Sánchez, C‑351/14, EU:C:2016:447, σκέψη 44 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

30      Επομένως, λαμβανομένης υπόψη της διαφοράς της κύριας δίκης η οποία αφορά αίτηση παράτασης άδειας μητρότητας, διαπιστώνεται ότι το αιτούν δικαστήριο δεν εξηγεί ούτε τον λόγο για τον οποίον ζητεί την ερμηνεία του άρθρου 5 της οδηγίας 2019/1158 που αφορά τη γονική άδεια ούτε τη σχέση μεταξύ της διάταξης αυτής και των διατάξεων του εθνικού δικαίου τις οποίες επικαλείται και οι οποίες διέπουν την άδεια μητρότητας ή την άδεια πατρότητας.

31      Στις 4 Οκτωβρίου 2023 ο Πρόεδρος του Δικαστηρίου απηύθυνε στο αιτούν δικαστήριο αίτημα παροχής πληροφοριών με το οποίο το κάλεσε να διευκρινίσει αν η αίτηση της προσφεύγουσας της κύριας δίκης αφορούσε άδεια μητρότητας, άδεια πατρότητας ή γονική άδεια. Σε περίπτωση που η αίτηση αφορούσε γονική άδεια, το αιτούν δικαστήριο κλήθηκε να διευκρινίσει τον ρόλο και τη φύση της παρέμβασης του INSS στο πλαίσιο μιας τέτοιας αίτησης. Στην περίπτωση που η αίτηση αφορούσε άδεια μητρότητας ή άδεια πατρότητας, το αιτούν δικαστήριο κλήθηκε να διευκρινίσει με ποιον τρόπο η ερμηνεία του άρθρου 5 της οδηγίας 2019/1158 για τη γονική άδεια ήταν αναγκαία για την επίλυση της διαφοράς της κύριας δίκης.

32      Απαντώντας στο εν λόγω αίτημα παροχής πληροφοριών, το αιτούν δικαστήριο ανέφερε ότι η φύση της γονικής άδειας του άρθρου 5 της οδηγίας 2019/1158 εμφανίζει προφανή ομοιότητα με τη φύση της άδειας μητρότητας μετ’ αποδοχών που διέπεται από τα άρθρα 177 επ. του γενικού νόμου περί κοινωνικής ασφαλίσεως, καθώς και ότι η άδεια μητρότητας παρέχει προνομιακή έννομη προστασία της μητρότητας. Επιπλέον, διευκρίνισε ότι με την αίτησή του προδικαστικής αποφάσεως θέτει το ερώτημα εάν η ισπανική νομοθεσία περί κοινωνικής ασφαλίσεως είναι σύμφωνη προς την οδηγία 2019/1158, στο μέτρο που δεν ρυθμίζει ούτε προβλέπει την ιδιαίτερη περίπτωση των μονογονεϊκών οικογενειών, τούτο δε ανεξαρτήτως του ζητήματος των αποδοχών κατά τις επίμαχες άδειες. Το αιτούν δικαστήριο επισημαίνει επίσης ότι η απάντηση στα ερωτήματά του είναι αναγκαία προκειμένου να αποφευχθεί η συστηματική άρνηση αναγνώρισης του δικαιώματος παράτασης λόγω αυστηρής εφαρμογής της ισπανικής νομοθεσίας, η οποία θα μπορούσε να θίξει τα δικαιώματα των παιδιών που γεννιούνται σε μονογονεϊκές οικογένειες σε σχέση με τα παιδιά που γεννιούνται σε οικογένειες με δύο γονείς, στην περίπτωση των οποίων είναι δυνατή, κατά το ισπανικό δίκαιο, η λήψη γονικής άδειας 32 εβδομάδων.

33      Ωστόσο, στην απάντηση αυτή του αιτούντος δικαστηρίου δεν διευκρινίζεται η σχέση μεταξύ, αφενός, της διαφοράς της κύριας δίκης, η οποία αφορά αίτηση παράτασης άδειας μητρότητας και διέπεται από το άρθρο 48, παράγραφος 4, του εργατικού κώδικα και από τα άρθρα 177 έως 179 του γενικού νόμου περί κοινωνικής ασφαλίσεως, και, αφετέρου, της ερμηνείας του άρθρου 5 της οδηγίας 2019/1158, η οποία παρέχει σε κάθε γονέα ατομικό δικαίωμα γονικής άδειας και διευκρινίζει τις σχετικές λεπτομέρειες εφαρμογής. Το άρθρο 5 της οδηγίας αυτής δεν αφορά την άδεια μητρότητας και, ως εκ τούτου, δεν ρυθμίζει το ζήτημα της παράτασης της άδειας αυτής λόγω του γεγονότος ότι μια μητέρα αποτελεί με το παιδί της μονογονεϊκή οικογένεια, τούτο δε δεν μπορεί να τεθεί υπό αμφισβήτηση με τις προβαλλόμενες ομοιότητες μεταξύ της γονικής άδειας και της άδειας μητρότητας, ούτε με την επαπειλούμενη αυστηρή εφαρμογή της ισπανικής νομοθεσίας, η οποία φέρεται να μη λαμβάνει υπόψη την ιδιαίτερη περίπτωση των μονογονεϊκών οικογενειών.

34      Ως εκ τούτου, δεν αποδεικνύεται ότι το άρθρο 5 της οδηγίας 2019/1158 έχει εφαρμογή ratione materiae στη διαφορά της κύριας δίκης. Επομένως, η ερμηνεία της διάταξης αυτής δεν είναι αναγκαία για να μπορέσει το αιτούν δικαστήριο να αποφανθεί επί της διαφοράς της κύριας δίκης.

35      Δεύτερον, όσον αφορά τη ratione temporis εφαρμογή της οδηγίας 2019/1158, επισημαίνεται ότι, βάσει του άρθρου 20, παράγραφος 1, της οδηγίας αυτής, τα κράτη μέλη όφειλαν να τη μεταφέρουν στην εσωτερική τους έννομη τάξη το αργότερο έως τις 2 Αυγούστου 2022. Εν προκειμένω, η προσφεύγουσα της κύριας δίκης ζήτησε στις 22 Φεβρουαρίου 2022 παράταση της άδειας μητρότητας από τις 24 Φεβρουαρίου 2022 και για διάστημα δεκαέξι εβδομάδων.

36      Επομένως, τόσο η ημερομηνία της αίτησης αυτής όσο και η περίοδος ενδεχόμενης παράτασης της επίμαχης στην κύρια δίκη άδειας μητρότητας είναι προγενέστερες της ημερομηνίας λήξης της προθεσμίας για τη μεταφορά στην εσωτερική έννομη τάξη, όπως προβλέπεται από την οδηγία 2019/1158. Επιπλέον, από κανένα στοιχείο της δικογραφίας που έχει στη διάθεσή του το Δικαστήριο δεν προκύπτει ότι το άρθρο 48, παράγραφος 4, του εργατικού κώδικα και τα άρθρα 177 έως 179 του γενικού νόμου περί κοινωνικής ασφαλίσεως θεσπίστηκαν προκειμένου να μεταφερθούν νωρίτερα στην εσωτερική έννομη τάξη οι διατάξεις της οδηγίας που αφορούν τη γονική άδεια.

37      Κατά συνέπεια, καθόσον η προθεσμία για τη μεταφορά της οδηγίας δεν είχε λήξει και η οδηγία δεν είχε μεταφερθεί στην εσωτερική έννομη τάξη κατά τον χρόνο των πραγματικών περιστατικών της κύριας δίκης, παρέλκει η ερμηνεία των διατάξεών της προς επίλυση της διαφοράς στην κύρια δίκη (πρβλ. απόφαση της 15ης Μαρτίου 2001, Mazzoleni και ISA, C‑165/98, EU:C:2001:162, σκέψη 17).

38      Επομένως, διαπιστώνεται ότι οι διατάξεις του δικαίου της Ένωσης των οποίων ζητείται η ερμηνεία δεν έχουν εφαρμογή ούτε ratione materiae ούτε ratione temporis στις περιστάσεις της υπόθεσης της κύριας δίκης και, ως εκ τούτου, τα ερωτήματα που υποβλήθηκαν στο πλαίσιο της υπό κρίση υπόθεσης έχουν υποθετικό χαρακτήρα.

39      Κατά συνέπεια, η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως κρίνεται απαράδεκτη.

 Επί των δικαστικών εξόδων

40      Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (έβδομο τμήμα) αποφαίνεται:

Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως που υπέβαλε το Juzgado de lo Social no 1 de Sevilla (δικαστήριο εργατικών διαφορών αριθ. 1 της Σεβίλλης, Ισπανία) με απόφαση της 28ης Σεπτεμβρίου 2022 απορρίπτεται ως απαράδεκτη.

(υπογραφές)


*      Γλώσσα διαδικασίας: η ισπανική.