Language of document : ECLI:EU:T:2003:251

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ (τρίτο τμήμα)

της 30ής Σεπτεμβρίου 2003 (1)

«Προσφυγή ακυρώσεως - Κοινό Δασμολόγιο - Δασμολογικές κλάσεις - Κονσόλες παιχνιδιών - Κατάταξη στη Συνδυασμένη Ονοματολογία»

Στην υπόθεση T-243/01,

Sony Computer Entertainment Europe Ltd, με έδρα το Λονδίνο (Ηνωμένο Βασίλειο), εκπροσωπούμενη από τον P. De Baere, δικηγόρο, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο,

προσφεύγουσα,

κατά

Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενης από τον R. Wainright, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο,

καθής,

που έχει ως αντικείμενο την ακύρωση του κανονισμού (ΕΚ) 1400/2001 της Επιτροπής, της 10ης Ιουλίου 2001, για την κατάταξη εμπορευμάτων στη Συνδυασμένη Ονοματολογία (ΕΕ L 189, σ. 5), με διορθωτικό που αφορά την αγγλική, γερμανική, φινλανδική, πορτογαλική και σουηδική έκδοση (ΕΕ 2001, L 191, σ. 49),

ΤΟ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑ.ΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ

(τρίτο τμήμα),

συγκείμενο από τους K. Lenaerts, Πρόεδρο, J. Azizi και M. Jaeger, δικαστές,

γραμματέας: J. Plingers, υπάλληλος διοικήσεως,

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία και κατόπιν της προφορικής διαδικασίας της 13ης Φεβρουαρίου 2003,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

     Νομικό πλαίσιο

Γενικά

1.
    Το Συμβούλιο, αποσκοπώντας στην εφαρμογή του Κοινού Δασμολογίου, καθώς και στη διευκόλυνση της καθιερώσεως των στατιστικών του εξωτερικού εμπορίου της Κοινότητας και άλλων κοινοτικών πολιτικών σχετικών με την εισαγωγή ή την εξαγωγή εμπορευμάτων, εισήγαγε με τον κανονισμό (ΕΟΚ) 2658/87, της 23ης Ιουλίου 1987, για τη δασμολογική και στατιστική ονοματολογία και το Κοινό Δασμολόγιο (ΕΕ L 256, σ. 1, στο εξής: κανονισμός περί Συνδυασμένης Ονοματολογίας) πλήρη ονοματολογία των εμπορευμάτων που αποτελούν αντικείμενο εισαγωγών και εξαγωγών στην Κοινότητα (στο εξής: Συνδυασμένη Ονοματολογία). Η ονοματολογία αυτή παρατίθεται στο παράρτημα Ι του ως άνω κανονισμού.

2.
    H Συνδυασμένη Ονοματολογία στηρίζεται στο διεθνές εναρμονισμένο σύστημα περιγραφής και κωδικοποίησης των εμπορευμάτων (στο εξής: εναρμονισμένο σύστημα) με το οποίο ταυτίζεται όσον αφορά τις κλάσεις και τις εξαψήφιες διακρίσεις, ενώ μόνον το έβδομο και το όγδοο ψηφίο προσδιορίζουν τις διακρίσεις που αντιστοιχούν στη Συνδυασμένη Ονοματολογία. Το εναρμονισμένο σύστημα θεσπίστηκε και λειτουργεί υπό την αιγίδα της Παγκόσμιας Οργάνωσης Τελωνείων (στο εξής: WCO), παλαιότερα γνωστή ως συμβούλιο τελωνειακής συνεργασίας.

3.
    Προκειμένου να διασφαλίσει την ομοιόμορφη εφαρμογή της Συνδυασμένης Ονοματολογίας εντός της Κοινότητας, η Επιτροπή μπορεί να λάβει ορισμένο αριθμό μέτρων, τα οποία διαλαμβάνονται στο άρθρο 9 του κανονισμού περί Συνδυασμένης Ονοματολογίας. Μεταξύ των μέτρων αυτών αναφέρεται ιδίως η δυνατότητα της Επιτροπής να εκδίδει κανονισμούς με αντικείμενο την κατάταξη συγκεκριμένων προϊόντων στη Συνδυασμένη Ονοματολογία (άρθρο 9, παράγραφος 1, στοιχείο α´, πρώτη περίπτωση, στο εξής: κανονισμός δασμολογικής κατατάξεως).

4.
    Προκειμένου να παράσχει τις ευρύτερες δυνατές εξηγήσεις για την εφαρμογή του εναρμονισμένου συστήματος, η WCO εκδίδει τακτικά επεξηγηματικές σημειώσεις για το εναρμονισμένο σύστημα (στο εξής: ΕΣΕΣ). Επίσης, η Επιτροπή αποσκοπώντας στη διασφάλιση της εφαρμογής της Συνδυασμένης Ονοματολογίας, επεξεργάζεται επεξηγηματικές σημειώσεις της Συνδυασμένης Ονοματολογίας (άρθρο 9, παράγραφος 1, στοιχείο α´, δεύτερη περίπτωση, στο εξής: ΕΣΣΟ). Οι σημειώσεις αυτές, που δημοσιεύονται τακτικά στην Επίσημη Εφημερίδα, δεν υποκαθιστούν τις ΕΣΕΣ, αλλά πρέπει να λαμβάνονται υπόψη ως συμπληρωματικές προς τις τελευταίες και να εξετάζονται σε συνδυασμό με αυτές.

Γενικοί κανόνες ερμηνείας της Συνδυασμένης Ονοματολογίας

5.
    Οι γενικοί κανόνες ερμηνείας της Συνδυασμένης Ονοματολογίας, που περιλαμβάνονται στο κεφάλαιο Α, τίτλος I, ορίζουν τις αρχές σύμφωνα με τις οποίες πρέπει να διενεργείται η κατάταξη των εμπορευμάτων στη Συνδυασμένη Ονοματολογία. Ο γενικός κανόνας 1 ορίζει ότι «[τ]ο κείμενο των τίτλων των τμημάτων, των κεφαλαίων ή των υποκεφαλαίων θεωρείται ότι έχει μόνον ενδεικτική αξία, δεδομένου ότι η κατάταξη καθορίζεται νόμιμα σύμφωνα με το κείμενο των κλάσεων και σημειώσεων των τμημάτων ή των κεφαλαίων και σύμφωνα με τους παρακάτω κανόνες, εφόσον αυτοί δεν είναι αντίθετοι προς το κείμενο των εν λόγω κλάσεων και σημειώσεων».

6.
    Μεταξύ των «παρακάτω κανόνων», ο κανόνας 3 προβλέπει τα εξής:

«´Οταν εμπορεύματα πρέπει, εκ πρώτης όψεως, να καταταγούν σε δύο ή περισσότερες κλάσεις, σε εφαρμογή του κανόνα 2β ή σε κάθε άλλη περίπτωση η κατάταξη γίνεται σύμφωνα με τα παρακάτω.

[...]

β)    Τα αναμιγμένα προϊόντα, τα τεχνουργήματα και τα είδη που αποτελούνται από διάφορες ύλες ή προκύπτουν από τη συναρμολόγηση διαφόρων αντικειμένων, καθώς και τα εμπορεύματα που παρουσιάζονται σε σύνολα συσκευασμένα για τη λιανική πώληση, στα οποία η κατάταξη δεν μπορεί να γίνει με εφαρμογή του κανόνα 3α, κατατάσσονται σύμφωνα με την ύλη ή το είδος που δίνει σ' αυτά τον ουσιώδη τους χαρακτήρα, όταν είναι δυνατός αυτός ο καθορισμός.

[...]»

7.
    Ο κανόνας 6 ορίζει τα εξής: «Η κατάταξη των εμπορευμάτων στις διακρίσεις μιας και της αυτής κλάσης καθορίζεται νόμιμα σύμφωνα με το κείμενο των διακρίσεων αυτών και των σημειώσεων των διακρίσεων καθώς και αναλογικά (mutatis mutandis), σύμφωνα με τους παραπάνω κανόνες, δεδομένου ότι μπορούν να συγκριθούν μόνον οι διακρίσεις του αυτού επιπέδου. Εκτός αντιθέτων διατάξεων για τους σκοπούς του κανόνα αυτού εφαρμόζονται επίσης οι σημειώσεις των τμημάτων και των κεφαλαίων.»

Διατυπώσεις των κλάσεων και διακρίσεων και των σημειώσεων κεφαλαίων και τμημάτων

Διάκριση 8471 50 90

8.
    Κατά τον χρόνο εκδόσεως του κανονισμού (ΕΚ) 1400/2001 της Επιτροπής, της 10ης Ιουλίου 2001, για την κατάταξη εμπορευμάτων στη Συνδυασμένη Ονοματολογία (ΕΕ L 189, σ. 5, στο εξής: προσβαλλόμενος κανονισμός), η διατύπωση των κλάσεων και διακρίσεων που αντιστοιχούν στον κωδικό ΣΟ 8471 50 90 είχε ως εξής:

«8471        Αυτόματες μηχανές επεξεργασίας πληροφοριών και μονάδες (στοιχεία) αυτών. Μαγνητικές ή οπτικές διατάξεις ανάγνωσης, μηχανές εγγραφής των πληροφοριών σε υπόθεμα με κωδικοποιημένη μορφή και μηχανές επεξεργασίας των πληροφοριών αυτών, που δεν κατονομάζονται ούτε περιλαμβάνονται αλλού:

8471 50    Ψηφιακές μονάδες επεξεργασίας εκτός από εκείνες των κωδικών 8471.41 ή 8471.49 που φέρουν ή όχι στο ίδιο περίβλημα, ένα ή δύο από τους επόμενους τύπους μονάδων: μονάδα μνήμης, μονάδα εισόδου και μονάδα εξόδου.

8471 50 10    Που προορίζονται για πολιτικά αεροσκάφη.

8471 50 90    άλλα.»

9.
    Η κλάση 8471 αποτελεί μέρος του κεφαλαίου 84 με τίτλο «Πυρηνικοί αντιδραστήρες, λέβητες, μηχανές, συσκευές και μηχανικές επινοήσεις. Μέρη αυτών των μηχανών ή συσκευών». Το κεφάλαιο αυτό αποτελεί με τη σειρά του μέρος του τμήματος XVI της Συνδυασμένης Ονοματολογίας, με τίτλο «Μηχανές και συσκευές, ηλεκτρικό υλικό και τα μέρη τους. Συσκευές εγγραφής ή αναπαραγωγής του ήχου, μηχανήματα εγγραφής ή αναπραγωγής των εικόνων και του ήχου για την τηλεόραση, και μέρη και εξαρτήματα των συσκευών αυτών». Σύμφωνα με τη σημείωση 1, στοιχείο π´ του τμήματος XVI, το τμήμα αυτό δεν περιλαμβάνει [...] τα άρθρα του κεφαλαίου 95.

10.
    Το κεφάλαιο 84 περιλαμβάνει κατ' αρχάς διάφορες σημειώσεις, σημειώσεις επί των διακρίσεων και συμπληρωματικές σημειώσεις. Μεταξύ αυτών, η σημείωση 5 ορίζει τα εξής:

«Α. Θεωρούνται ως “αυτόματες μηχανές επεξεργασίας πληροφοριών”, σύμφωνα με την έννοια της κλάσης 8471:

α)    οι [ψηφιακοί] υπολογιστές που μπορούν:

1)    να καταγράφουν το ή τα προγράμματα επεξεργασίας πληροφοριών και τουλάχιστον τα αμέσως αναγκαία στοιχεία για την εκτέλεση αυτού ή αυτών των προγραμμάτων·

2)    να προγραμματίζονται ελεύθερα, σύμφωνα με τις ανάγκες του χειριστή·

3)    να εκτελούν αριθμητικές επεξεργασίες που καθορίζονται από το χειριστή· και

4)    να εκτελούν, χωρίς ανθρώπινη παρέμβαση, πρόγραμμα επεξεργασίας την εκτέλεση του οποίου πρέπει να μπορούν, μέσω λογικής απόφασης, να τροποποιούν κατά τη διάρκεια της επεξεργασίας·

[...]

Ε. Οι μηχανές που προορίζονται για μια ειδική λειτουργία διαφορετική από εκείνη της επεξεργασίας πληροφοριών και που φέρουν ενσωματωμένη ή εργάζονται σε συνδυασμό με αυτόματη μηχανή επεξεργασίας πληροφοριών, ταξινομούνται στην κλάση που αντιστοιχεί στη λειτουργία τους ή, αν δεν υπάρχει, σε μια υπολειπόμενη κλάση.»

Κλάσεις 8524 39 10 και 8524 39 90

11.
    Κατά τον χρόνο εκδόσεως του προσβαλλόμενου κανονισμού, η διατύπωση των κλάσεων και διακρίσεων που αντιστοιχούν στους κωδικούς ΣΟ 8524 39 10 και 8524 39 90 είχε ως εξής:

«8524        Δίσκοι, ταινίες και άλλα υποθέματα για την εγγραφή του ήχου ή ανάλογες εγγραφές, γραμμένα, στα οποία περιλαμβάνονται και οι μήτρες και τα γαλβανισμένα εκμαγεία για την κατασκευή των δίσκων, αλλά με εξαίρεση τα προϊόντα του κεφαλαίου 37.

8524 31    Δίσκοι με σύστημα οπτικής ανάγνωσης με ακτίνες λέηζερ:

[...]

8524 39    άλλα:

8524 39 10    για την αναπαραγωγή αναπαράστασης εντολών, δεδομένων, ήχων και εικόνων γραμμένων σε αναγνώσιμη ψηφιακή μορφή και ικανή να δεχθεί χειρισμούς ή να παράσχει διάδραση σε χρήστη, μέσω αυτόματης μηχανής επεξεργασίας πληροφοριών

8524 39 90    άλλα».

12.
    Το κεφάλαιο 85 επιγράφεται «Μηχανές, συσκευές και υλικά ηλεκτρικά και τα μέρη τους. Συσκευές εγγραφής ή αναπαραγωγής του ήχου· συσκευές εγγραφής ή αναπαραγωγής των εικόνων και του ήχου για την τηλεόραση, και μέρη και εξαρτήματα των συσκευών αυτών». Αποτελεί, όπως και το κεφάλαιο 84, μέρος του τμήματος XVI.

Η κλάση 9504 10 00

13.
    Κατά τον χρόνο εκδόσεως του προσβαλλόμενου κανονισμού, η διατύπωση της κλάσεως και των διακρίσεων που αντιστοιχούν στον κωδικό 9504 10 00 είχε ως εξής:

«9504        Είδη για παιχνίδια συντροφιάς, στα οποία περιλαμβάνονται και τα παιχνίδια με κινητήρα ή μηχανισμό, τα σφαιριστήρια (μπιλιάρδα), τα ειδικά τραπέζια για παιχνίδια λεσχών και τα αυτόματα παιχνίδια τύπου μπόουλινγκ:

9504 10 00    Παιχνίδια βίντεο των τύπων που χρησιμοποιούνται μαζί με δέκτη τηλεόρασης.»

14.
    Η κλάση 9504 αποτελεί μέρος του κεφαλαίου 95 του τμήματος XX της Συνδυασμένης Ονοματολογίας. Το τμήμα XX έχει τίτλο «Εμπορεύματα και προϊόντα διάφορα». Το κεφάλαιο 95 τιτλοφορείται «Παιχνίδια για παιδιά και ενήλικες, είδη διασκέδασης και αθλητισμού. Τα μέρη και εξαρτήματά τους.»

15.
    Τέλος, η σχετική με την κλάση 9504 ΕΣΕΣ προβλέπει ότι εξαιρούνται της κλάσεως αυτής:

«[...]

β)    οι μηχανές και συσκευές των διατάξεων της σημειώσεως 5 Α του κεφαλαίου 84, ακόμη και αν είναι προγραμματισμένες για παιχνίδια βίντεο (84.71) [...]»

Δεσμευτικές δασμολογικές πληροφορίες

16.
    Δυνάμει των άρθρων 11, παράγραφος 1, και 12 του κανονισμού (ΕΟΚ) 2913/92 του Συμβουλίου, της 12ης Οκτωβρίου 1992 περί θεσπίσεως κοινοτικού τελωνειακού κώδικα (ΕΕ L 302, σ. 1, στο εξής: «τελωνειακός κώδικας»), οι επιχειρηματίες μπορούν να λαμβάνουν δεσμευτικές δασμολογικές πληροφορίες (στο εξής: ΔΔΠ) από τις τελωνειακές αρχές. Πρόκειται για πληροφορίες περί της δασμολογικής κατατάξεως ορισμένων εμπορευμάτων που δεσμεύουν τις αρχές αυτές έναντι του αιτούντος ή δικαιούχου της ΔΔΠ.

17.
    Το άρθρο 12 του τελωνειακού κώδικα ορίζει:

[...]

«5. Μια [ΔΔΠ] παύει να ισχύει:

α) όταν, μετά την έκδοση κανονισμού, δεν είναι σύμφωνη με το δίκαιο που έχει θεσπισθεί με τον τρόπο αυτό,

[...]

6. Ο δικαιούχος [ΔΔΠ] που έχει παύσει να ισχύει σύμφωνα με την παράγραφο 5, στοιχεία β) ή γ) μπορεί να συνεχίσει να κάνει χρήση της επί έξι μήνες μετά τη σχετική δημοσίευση ή γνωστοποίηση, εφόσον έχει συνάψει, βάσει της δεσμευτικής πληροφορίας και πριν από τη λήψη του δασμολογικού μέτρου, οριστικές συμβάσεις σχετικά με την αγορά ή την πώληση των εν λόγω εμπορευμάτων. Ωστόσο, όταν πρόκειται για προϊόντα για τα οποία προσκομίζεται πιστοποιητικό εισαγωγής, εξαγωγής ή προκαθορισμού κατά την εκπλήρωση των τελωνειακών διατυπώσεων, η περίοδος ισχύος του πιστοποιητικού αντικαθιστά την περίοδο των έξι μηνών.

Στην περίπτωση της παραγράφου 5, στοιχείο α), ο κανονισμός μπορεί να προβλέπει προθεσμία για την εφαρμογή του πρώτου εδαφίου.»

Ιστορικό της διαφοράς

Η δίκη στο Ηνωμένο Βασίλειο

18.
    Η Sony Computer Entertainment Europe Ltd (στο εξής: η προσφεύγουσα) είναι η μόνη εισαγωγέας της κονσόλας PlayStation®2 στην Κοινότητα, τόσο απευθείας όσο και διά της αδελφής της εταιρίας, της Sony Logistics Europe NV.

19.
    Στις 28 Αυγούστου 2000 ζήτησε μία ΔΔΠ από τα Customs and Excise (τελωνειακές αρχές του Ηνωμένου Βασιλείου) για την κονσόλα PlayStation®2, μοντέλα SCPH-30003 και SCPH-30004. Στο πλαίσιο αυτό, πρότεινε την κατάταξη του προϊόντος σύμφωνα με τον κωδικό ΣΟ 8471 50 90, για το λόγο ότι η κονσόλα PlayStation®2 πληρούσε το σύνολο των κριτηρίων που διαλαμβάνονται στη σημείωση 5 Α του κεφαλαίου 84 της Συνδυασμένης Ονοματολογίας και ότι, λαμβανομένης υπόψη της ΕΣΕΣ β), σχετικά με την κλάση 9504 του εναρμονισμένου συστήματος, η κατάταξη στη διάκριση 9504 10 αποκλειόταν.

20.
    Στις 19 Οκτωβρίου 2000 οι τελωνειακές αρχές του Ηνωμένου Βασιλείου χορήγησαν στην προσφεύγουσα την ΔΔΠ GB 105614503, κατατάσσοντας την κονσόλα PlayStation®2 στον κωδικό ΣΟ 9504 10 00. Η απόφασή τους βασιζόταν στη διαπίστωση ότι η κονσόλα PlayStation®2 δεν μπορούσε να προγραμματιστεί ελεύθερα και, επομένως, δεν πληρούσε το σύνολο των προϋποθέσεων που ορίζει η σημείωση 5 του κεφαλαίου 84 της Συνδυασμένης Ονοματολογίας.

21.
    Στις 22 Νοεμβρίου 2000 η προσφεύγουσα υπέβαλε επίσημο αίτημα επανεξετάσεως της αποφάσεως αυτής ενώπιον των αρμοδίων αρχών.

22.
    Με την από 5 Ιανουαρίου 2001 αποστολή του, ο υπάλληλος που είχε επιφορτιστεί με την επανεξέταση ενημέρωσε την προσφεύγουσα για την απόφασή του να διατηρήσει την κατάταξη του επίδικου προϊόντος υπό τον κωδικό ΣΟ 9504 10 00. Η απόφασή του βασιζόταν στη διαπίστωση ότι η κονσόλα PlayStation®2 δεν μπορούσε να προγραμματιστεί ελεύθερα. Επιπλέον, πληροφόρησε την προσφεύγουσα ότι η Επιτροπή είχε λάβει γνώση της ΔΔΠ για την κονσόλα PlayStation®2 και ότι η υπόθεση είχε συζητηθεί στην 236η συνεδρίαση της επιτροπής του τελωνειακού κώδικα, τμήμα «ονοματολογίας και στατιστικής» (στο εξής: επιτροπή ονοματολογίας), που πραγματοποιήθηκε στις 4 και 5 Δεκεμβρίου 2000.

23.
    Στις 31 Ιανουαρίου 2001 η προσφεύγουσα άσκησε προσφυγή ενώπιον του VAT and Duties Tribunal (Λονδίνο) κατά της αποφάσεως που εκδόθηκε μετά την επανεξέταση. Στη διάρκεια της επ' ακροατηρίου συζητήσεως της 30ής Μα.ου 2001 οι τελωνειακές αρχές του Ηνωμένου Βασιλείου ζήτησαν να ανασταλεί η διαδικασία, διότι η κατάταξη της κονσόλας PlayStation®2 αποτελούσε κατά τον ίδιο χρόνο αντικείμενο συζητήσεως ενώπιον της επιτροπής ονοματολογίας και επέκειτο η έκδοση αποφάσεως. Στη διάρκεια της εξετάσεως της προσφυγής από το VAT and Duties Tribunal οι τελωνειακές αρχές πληροφόρησαν το δικαστήριο ότι είχαν μόλις λάβει σε τηλεομοιοτυπία αντίγραφο της αποφάσεως της επιτροπής ονοματολογίας. Η απόφαση αυτή ταυτιζόταν με αυτήν που εμφανίζεται στο παράρτημα του προσβαλλόμενου κανονισμού. Καίτοι η επιτροπή ονοματολογίας είχε κατατάξει την κονσόλα PlayStation®2 υπό τον κωδικό ΣΟ 9504 10 00, οι τελωνειακές αρχές του Ηνωμένου Βασιλείου αποφάσισαν να παραιτηθούν από την αντιδικία με την προσφεύγουσα, στο μέτρο που από την απόφαση της επιτροπής ονοματολογίας προέκυπτε ότι η κονσόλα PlayStation®2 μπορούσε να προγραμματιστεί ελεύθερα και ότι, επομένως, η θέση, υπέρ του κύρους της προσβαλλομένης αποφάσεως, ότι η κονσόλα PlayStation®2 δεν μπορούσε να προγραμματιστεί ελεύθερα είχε καταστεί ανίσχυρη. Διαπιστώνοντας τη συμφωνία των διαδίκων, το VAT and Duties Tribunal αποφάσισε στις 5 Ιουνίου 2001 να δεχθεί την προσφυγή.

24.
    Κατόπιν της αποφάσεως αυτής, οι τελωνειακές αρχές του Ηνωμένου Βασιλείου τροποποίησαν την ΔΔΠ GB 105614503 με απόφαση της 12ης Ιουνίου 2001. Κατέταξαν την κονσόλα PlayStation®2 υπό τον κωδικό ΣΟ 8471 49 90 με αναδρομική ισχύ από 19 Οκτωβρίου 2000.

Η διαδικασία ενώπιον της επιτροπής ονοματολογίας

25.
    Μετά την πληροφορία που προσκόμισαν οι τελωνειακές αρχές του Ηνωμένου Βασιλείου τον Νοέμβριο 2000, η προσφεύγουσα επικοινώνησε με τον πρόεδρο της επιτροπής ονοματολογίας τον Ιανουάριο 2001. Ο τελευταίος επιβεβαίωσε την ύπαρξη συζητήσεων στους κόλπους της επιτροπής σχετικά με τη δασμολογική κατάταξη της κονσόλας PlayStation®2. Επιπλέον, με ηλεκτρονικό μήνυμα της 9ης Φεβρουαρίου 2001, ενημέρωσε την προσφεύγουσα ότι η κατάταξη της κονσόλας PlayStation®2 είχε περιληφθεί στην ημερήσια διάταξη της προσεχούς συνεδριάσεως της επιτροπής ονοματολογίας και ότι η προσφεύγουσα εκαλείτο να παρευρεθεί προκειμένου να παρουσιάσει το προϊόν της.

26.
    Κατά τη διάρκεια της 243ης αυτής συνεδριάσεως της επιτροπής ονοματολογίας, που πραγματοποιήθηκε στις Βρυξέλλες στις 26 και 27 Φεβρουαρίου 2001, η προσφεύγουσα παρουσίασε την κονσόλα PlayStation®2 και απάντησε σε διάφορες ερωτήσεις των μελών της επιτροπής. Επίσης κατέθεσε ένα συμπληρωματικό αντίγραφο των προτάσεών της ως προς τη δασμολογική κατάταξη της κονσόλας PlayStation®2.

27.
    Ακολούθησαν διάφορες επαφές μεταξύ της προσφεύγουσας και των υπηρεσιών της Επιτροπής, προκειμένου να ετοιμαστεί η απόφαση σχετικά με τη δασμολογική κατάταξη της κονσόλας PlayStation®2 και του σύμπυκνου οπτικού δίσκου (CD-ROM) που τη συνοδεύει.

Ο προσβαλλόμενος κανονισμός

28.
    Στις 10 Ιουλίου 2001 η Επιτροπή εξέδωσε τον προσβαλλόμενο κανονισμό. Την επομένη, ο κανονισμός αυτός δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα.

29.
    Το άρθρο 1 του κανονισμού ορίζει ότι «[τ]ο εμπόρευμα που περιγράφεται στη στήλη 1 του προσαρτημένου πίνακα κατατάσσεται στη Συνδυασμένη Ονοματολογία στον αντίστοιχο κωδικό ΣΟ που σημειώνεται στη στήλη 2 του εν λόγω πίνακα». Κατά το άρθρο 2 του κανονισμού αυτού, οι ΔΔΠ που παρασχέθηκαν από τις τελωνειακές αρχές των κρατών μελών και που «δεν είναι σύμφωνες με το δίκαιο που καθορίζει ο παρών κανονισμός μπορούν να συνεχίσουν να αποτελούν αντικείμενο επίκλησης [...], κατά τη διάρκεια περιόδου τριών μηνών». Τέλος, το άρθρο 3 προβλέπει ότι ο κανονισμός τίθεται σε ισχύ την εικοστή ημέρα από της δημοσιεύσεώς του στην Επίσημη Εφημερίδα.

30.
    Το παράρτημα του προσβαλλόμενου κανονισμού περιλαμβάνει τρεις στήλες. Η στήλη 1 περιέχει την περιγραφή του προϊόντος, η στήλη 2 αναφέρει τον δασμολογικό κωδικό που εφαρμόζεται στο περιγραφόμενο στη στήλη 1 προϊόν. Τέλος, η στήλη 3 δίνει την αιτιολογία της κατατάξεως.

31.
    Πέραν της περιγραφής ενός διανομέα υγρού σαπουνιού, η στήλη 1 του παραρτήματος του προσβαλλόμενου κανονισμού περιλαμβάνει την εξής περιγραφή των προϊόντων:

«Συσκευή (κονσόλα) που παρουσιάζεται σε συσκευασία για τη λιανική πώληση, μαζί με αυτοτελή μονάδα ελέγχου που φέρει καλώδιο σύνδεσης, δίσκο CD-ROM, καλώδιο σύνδεσης της κονσόλας με συσκευές εικόνας/ήχου και καλώδιο παροχής ηλεκτρικού ρεύματος.

Η κονσόλα περιλαμβάνει τα ακόλουθα στοιχεία:

- κεντρική μονάδα επεξεργασίας (CPU),

- αυτοτελή μονάδα κεντρικής μνήμης 32 Mbits DRAM,

- αναγνώστη δίσκων DVD,

- τσιπ (chip) γραφικών,

- δύο καθολικές σειριακές εισόδους σύνδεσης (USB),

- δύο εισόδους για την αυτοτελή μονάδα ελέγχου,

- δύο υποδοχές για κάρτες μνήμης,

- είσοδο σύνδεσης εικόνας/ήχου (ΙΕΕΕ 1394)

- ψηφιακή οπτική έξοδο σύνδεσης.

Εκτός από την αυτοτελή μονάδα ελέγχου είναι δυνατόν να συνδεθούν στην κονσόλα πολλές διατάξεις, όπως πληκτρολόγιο, συσκευή κατάδειξης (“ποντίκι”), τηλεοπτικός δέκτης, οθόνη παρακολούθησης δεδομένων ή εκτυπωτής.

Μια ειδική θέση εντός της κονσόλας καθιστά δυνατή την ενσωμάτωση σκληρού δίσκου και προσαρμογέα Ethernet.

Η συσκευή έχει τη δυνατότητα να:

-    εξασφαλίζει τη λειτουργία ειδικών προγραμμάτων παιχνιδιών βίντεο,

-    μετατρέπει ψηφιακά δεδομένα από δίσκους βίντεο DVD ή από δίσκους ήχου CD σε οπτικοηχητικά σήματα για αναπαραγωγή από τηλεοπτικούς δέκτες ή από συστήματα ήχου,

-    εξασφαλίζει τη λειτουργία προγραμμάτων που είναι γραμμένα σε γλώσσα “YABASIC”.

Η αυτοτελής μονάδα ελέγχου διαθέτει ορισμένα κουμπιά τα οποία χρησιμοποιούνται κυρίως για να παίζονται παιχνίδια βίντεο.

Ο δίσκος CD-ROM περιλαμβάνει τη γλώσσα προγραμματισμού “YABASIC”, καθώς επίσης και διάφορα παιχνίδια βίντεο και ταινίες βίντεο.»

32.
    Στο τέλος της στήλης 1 υπάρχει επίσης παραπομπή στη συνημμένη στον προσβαλλόμενο κανονισμό φωτογραφία. Μία σημείωση στο τέλος της σελίδας κάτω από την παραπομπή διευκρινίζει ότι «οι φωτογραφίες έχουν καθαρά ενδεικτικό χαρακτήρα». Η συνημμένη φωτογραφία εικονίζει, εκτός από έναν διανομέα υγρού σαπουνιού, μια συσκευή με σαφώς διακρινόμενο το λογότυπο PlayStation®2, της οποίας ο αναγνώστης είναι ανοικτός. Η συσκευή είναι συνδεδεμένη με μια αυτοτελή μονάδα ελέγχου.

33.
    Στη στήλη 2 αναφέρεται ότι η συσκευή που αντιστοιχεί στην περιγραφή της ανωτέρω σκέψεως 31 πρέπει να καταταχθεί σύμφωνα με τον κωδικό ΣΟ 9504 10 00, το δε CD-ROM που την συνοδεύει έχει καταταχθεί σύμφωνα με τον κωδικό ΣΟ 8524 39 90.

34.
    Τέλος, η στήλη 3 δίνει την ακόλουθη αιτιολογία της δασμολογικής κατατάξεως της στήλης 2:

«Η κατάταξη καθορίζεται από τις διατάξεις των γενικών κανόνων 1, 3β και 6 για την ερμηνεία της Συνδυασμένης Ονοματολογίας, από τη σημείωση 6 του κεφαλαίου 85, καθώς και από το κείμενο των κωδικών ΣΟ 8524, 8524 39, 8524 39 90, 9504 και 9504 10 00.

Από τις διάφορες λειτουργίες της συσκευής (περιλαμβανομένων των παιχνιδιών βίντεο, της ανάγνωσης δίσκων DVD βίντεο και δίσκων CD ήχου, της αυτόματης επεξεργασίας δεδομένων κ.λπ.), η λειτουργία η σχετική με τα παιχνίδια βίντεο προσδίδει στη συσκευή τον ουσιώδη της χαρακτήρα και καθορίζει την κατάταξή της, ως κονσόλα παιχνιδιών, στην κλάση 9504.»

Η διαδικασία μετά τη δημοσίευση του προσβαλλόμενου κανονισμού

35.
    Στις 25 Ιουλίου 2001, οι τελωνειακές αρχές του Ηνωμένου Βασιλείου κοινοποίησαν στην προσφεύγουσα απόφαση ανακλήσεως, με την οποία την πληροφορούσαν ότι, σύμφωνα με το άρθρο 3 του προσβαλλόμενου κανονισμού, η ΔΔΠ GB 105614503 επρόκειτο να ανακληθεί από τις 31 Ιουλίου 2001 (στο εξής: απόφαση ανακλήσεως).

36.
    Στις 6 Σεπτεμβρίου 2001, η προσφεύγουσα υπέβαλε αίτημα διοικητικής επανεξετάσεως της αποφάσεως ανακλήσεως. Η προσφεύγουσα φρονεί ότι η απόφαση αυτή είναι ανίσχυρη, στο μέτρο που ελήφθη κατ' εφαρμογήν μιας παράνομης κοινοτικής πράξεως, ήτοι του προσβαλλόμενου κανονισμού. Η προσφεύγουσα ζήτησε από τις τελωνειακές αρχές του Ηνωμένου Βασιλείου να ανακαλέσουν την απόφαση ανακλήσεως, έτσι ώστε η ΔΔΠ GB 105614503 να εξακολουθήσει να παράγει όλα της τα έννομα αποτελέσματα.

Διαδικασία και προτάσεις

37.
    Με δικόγραφο που κατέθεσε στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου στις 3 Οκτωβρίου 2001, η προσφεύγουσα άσκησε προσφυγή ακυρώσεως του προσβαλλόμενου κανονισμού.

38.
    Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

-    να κρίνει την προσφυγή παραδεκτή·

-    να ακυρώσει τον προσβαλλόμενο κανονισμό·

-    να καταδικάσει την καθής στα δικαστικά έξοδα.

39.
    Η καθής ζητεί από το Πρωτοδικείο:

-    να απορρίψει την προσφυγή ως απαράδεκτη και, επικουρικώς, ως αβάσιμη·

-    να καταδικάσει την προσφεύγουσα στα δικαστικά έξοδα.

40.
    Κατόπιν της εκθέσεως του εισηγητή δικαστή, το Πρωτοδικείο (τρίτο τμήμα) αποφάσισε να προχωρήσει στην προφορική διαδικασία και, στο πλαίσιο των μέτρων οργανώσεως της διαδικασίας που προβλέπει το άρθρο 64 του Κανονισμού Διαδικασίας, έθεσε εγγράφως ερωτήματα στους διαδίκους. Η καθής και η προσφεύγουσα απάντησαν με επιστολές τους της 14ης και 15ης Ιανουαρίου 2003 αντίστοιχα.

41.
    Οι αγορεύσεις των εκπροσώπων των διαδίκων και οι απαντήσεις τους στις ερωτήσεις που υπέβαλε το Πρωτοδικείο ακούστηκαν κατά τη συνεδρίαση της 13ης Φεβρουαρίου 2003.

Επί του νόμω βάσιμου

Επί του παραδεκτού

Ισχυρισμοί των διαδίκων

42.
    Η προσφεύγουσα προβάλλει τρεις διαφορετικούς λόγους προκειμένου να αποδείξει ότι πληροί τις προϋποθέσεις του παραδεκτού του άρθρου 230, τέταρτο εδάφιο, ΕΚ. Πρώτον, ισχυρίζεται ότι η καθής εξέδωσε υπό μορφήν κανονισμού μια απόφαση που απευθύνεται σ' αυτήν ή μια απόφαση που την αφορά άμεσα και ατομικά. Δεύτερον, φρονεί ότι, ακόμη και αν ήθελε θεωρηθεί ότι ο προσβαλλόμενος κανονισμός αποτελεί πραγματικό κανονισμό, η πράξη αυτή την αφορά άμεσα και ατομικά. Τέλος, ισχυρίζεται ότι η προσφυγή της πρέπει να κριθεί παραδεκτή στο μέτρο που τα άλλα είδη προσφυγής που θα μπορούσαν να έχουν ασκηθεί ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων δεν προσφέρουν τις αρμόζουσες για την περίπτωση λύσεις.

43.
    Η καθής φρονεί ότι όλοι οι προβαλλόμενοι από την προσφεύγουσα λόγοι προκειμένου να αποδειχθεί ότι η προσφυγή της ανταποκρίνεται στις προϋποθέσεις του παραδεκτού του άρθρου 230, τέταρτο εδάφιο, ΕΚ, είναι αβάσιμοι, και, ότι, κατά συνέπεια, η προσφυγή πρέπει να κριθεί απαράδεκτη.

44.
    Κατ' αρχάς η καθής υποστηρίζει ότι ο προσβαλλόμενος κανονισμός έχει όλα τα στοιχεία του κανονισμού, δεδομένου ότι καθορίζει, κατά γενικό τρόπο τη δασμολογική κατάταξη των εμπορευμάτων που περιγράφονται στην πρώτη στήλη του παραρτήματός του και εφαρμόζεται σε όλες τις εισαγωγές των εν λόγω εμπορευμάτων στο σύνολο των κρατών μελών, οποιοσδήποτε και αν είναι ο κατασκευαστής ή ο εισαγωγέας.

45.
    Σύμφωνα με την καθής η άποψη αυτή έχει επιβεβαιωθεί από τη νομολογία του Δικαστηρίου και του Πρωτοδικείου, ιδίως με την απόφαση του Δικαστηρίου της 14ης Φεβρουαρίου 1985, 40/84, Casteels κατά Επιτροπής (Συλλογή 1985, σ. 667) και με τις διατάξεις του Πρωτοδικείου της 29ης Απριλίου 1999, Τ-120/98, Alce κατά Επιτροπής (Συλλογή 1999, σ. ΙΙ-1395) και της 30ής Ιανουαρίου 2001, Τ-49/00, Iposea κατά Επιτροπής, Συλλογή 2001, σ. ΙΙ-163). Η καθής υπογραμμίζει ειδικότερα ότι το Πρωτοδικείο έχει κρίνει επανειλημμένως ότι οι κανονισμοί δασμολογικής κατατάξεως εφαρμόζονται σε αντικειμενικώς προσδιοριζόμενη κατάσταση και παράγουν έννομα αποτελέσματα έναντι ατόμων θεωρουμένων κατά τρόπο γενικό και αφηρημένο, όπως είναι ιδίως οι εισαγωγείς προϊόντων (βλ., ιδίως το σημείο 24 της προπαρατεθείσας διατάξεως Iposea κατά Επιτροπής).

46.
    Συναφώς, η καθής αμφισβητεί τον ισχυρισμό της προσφεύγουσας, σύμφωνα με τον οποίο η λεπτομερής περιγραφή των εμπορευμάτων που αναφέρονται στην πρώτη στήλη του προσαρτημένου στον κανονισμό πίνακα είναι ασύμβατη με τη φύση του κανονισμού. Υπογραμμίζει, δε, ότι πρέπει να λαμβάνεται υπόψη το νομικό πλαίσιο εντός του οποίου εντάσσονται οι κανονισμοί δασμολογικής κατατάξεως, δηλαδή ότι, όταν η κατάταξη ενός συγκεκριμένου προϊόντος μπορεί να δημιουργήσει προβλήματα ή αποτελεί αντικείμενο διαφωνίας, η Επιτροπή, αφού υποβάλει σχέδιο μέτρων στην επιτροπή του τελωνειακού κώδικα, μπορεί, κατά το άρθρο 9 του κανονισμού περί Συνδυασμένης Ονοματολογίας, να εκδώσει κανονισμό σχετικά με την κατάταξη του εν λόγω προϊόντος. Επισημαίνει ότι, ο κανονισμός αυτός αφορά μεν συγκεκριμένο προϊόν, έχει, όμως, γενική ισχύ, δεδομένου ότι δεν εφαρμόζεται ούτε σε έναν συγκεκριμένο επιχειρηματία ούτε σε μία συγκεκριμένη πράξη. Κατά την καθής, ένας τέτοιος κανονισμός εφαρμόζεται πρωτίστως σε προϊόντα πανομοιότυπα με τα εξετασθέντα από την επιτροπή του τελωνειακού κώδικα, ήτοι σε προϊόντα που αντιστοιχούν στη συνοπτική περιγραφή που περιέχεται στο παράρτημα του κανονισμού κατατάξεως.

47.
    Η καθής αναγνωρίζει ότι, στην επίδικη περίπτωση, ο προσβαλλόμενος κανονισμός εκδόθηκε μετά την εξέταση του προϊόντος της προσφεύγουσας από την επιτροπή ονοματολογίας, και επομένως, από την άποψη αυτή, ο κανονισμός αυτός προβαίνει πράγματι στην κατάταξη της κονσόλας PlayStation®2. Φρονεί, όμως, ότι ο προσβαλλόμενος κανονισμός δεν «περιγράφει» την κονσόλα PlayStation®2, δεδομένου ότι δεν εφαρμόζεται στο συγκεκριμένο αυτό προϊόν, αλλά σε όλα τα προϊόντα που ανταποκρίνονται στην περιγραφή που παρατίθεται στο παράρτημα. Επομένως, θεωρεί ότι το γεγονός ότι η προσφεύγουσα είναι σήμερα η μόνη εισαγωγέας της κονσόλας PlayStation®2 δεν αποκλείει το ενδεχόμενο ο κανονισμός αυτός να αφορά στο μέλλον και άλλους εισαγωγείς των ιδίων προϊόντων. Επισημαίνει, εξάλλου, συναφώς, ότι σύμφωνα με τις πληροφορίες που διαθέτει, οι τελωνειακές αρχές του Ηνωμένου Βασιλείου είχαν παράσχει ΔΔΠ σχετική με την κονσόλα PlayStation®2 και σε άλλη εταιρία πέραν της προσφεύγουσας.

48.
    Η καθής αντικρούει επίσης την αναφορά της προσφεύγουσας στον κανονισμό (ΕΚ) 1508/2000 της Επιτροπής, της 11ης Ιουλίου 2000, για κατάταξη εμπορευμάτων στη Συνδυασμένη Ονοματολογία (ΕΕ L 174, σ. 3), κατά τον οποίο ένα προϊόν ανταγωνιστικό της κονσόλας PlayStation®2 κατετάγη υπό τον κωδικό ΣΟ 9504 10 00. Ισχυρίζεται ότι, όπως αναγνωρίζει και η ίδια η προσφεύγουσα, η κατάταξη αυτή αφορούσε προϊόν «ουσιωδώς διαφορετικό», δεδομένου ότι επρόκειτο για προϊόν του οποίου «τα προγράμματα για παιχνίδια δεν μπορούσαν να τροποποιηθούν από τον χρήστη».

49.
    Τέλος, η καθής φρονεί ότι εσφαλμένως ισχυρίζεται η προσφεύγουσα ότι ο προσβαλλόμενος κανονισμός δεν μπορεί λογικά να εφαρμοστεί αναλογικώς. Υποστηρίζει ότι, γενικά, οι κανονισμοί δασμολογικής κατατάξεως εφαρμόζουν έναν γενικό κανόνα σε μία ειδική περίπτωση και περιέχουν πληροφορίες για τον τρόπο με τον οποίο ο κανόνας αυτός πρέπει να ερμηνεύεται αναλογικά για παρόμοια προϊόντα. Υπογραμμίζει ότι η προσέγγιση αυτή επιλέχθηκε προκειμένου, πρώτον, να διασφαλιστεί η συνεπής ερμηνεία της Συνδυασμένης Ονοματολογίας, δεύτερον, να κατοχυρωθεί η ίση μεταχείριση μεταξύ των εισαγωγέων, και τρίτον, να αποφευχθεί η διαστρέβλωση του σκοπού της Συνδυασμένης Ονοματολογίας από τους εισαγωγείς, οι οποίοι θα τροποποιούσαν ανεπαίσθητα κάποια χαρακτηριστικά του προϊόντος τους, προκειμένου να το εξαιρέσουν από μια κατάταξη που θα μπορούσε να έχει δυσμενείς συνέπειες. Σύμφωνα με την καθής, οι εκάστοτε τελωνειακές αρχές, οι εισαγωγείς ή οποιοδήποτε δικαστήριο επιληφθεί διαφοράς σχετικής με κανονισμό δασμολογικής κατατάξεως μπορούν, βασιζόμενοι στην περιγραφή των προϊόντων που περιέχεται στο εργαλείο αυτό και στην αιτιολογία που περιέχεται στην ονοματολογία, να εφαρμόσουν αναλογικά τον εν λόγω κανονισμό στο συγκεκριμένο επίδικο προϊόν. Υπογραμμίζεται, δε, ότι, στην επίδικη περίπτωση, προκύπτει από τις πληροφορίες που διαθέτει ότι ο κανονισμός μπορεί να εφαρμοστεί και σε παρόμοια προϊόντα, όπως η κονσόλα Xbox της Microsoft και το παιχνίδι Nintendo GameCube.

50.
    Δεύτερον, η καθής, καίτοι αναγνωρίζει ότι ο προσβαλλόμενος κανονισμός αφορά άμεσα την προφεύγουσα, φρονεί ότι δεν την αφορά ατομικά.

51.
    Συναφώς, φρονεί, κατ' αρχάς, ότι η απόφαση του Πρωτοδικείου της 13ης Φεβρουαρίου 2001, Τ-133/98 και Τ-134/98, Hewlett Packard France και Hewlett Packard Europe κατά Επιτροπής, στην οποία αναφέρεται η προσφεύγουσα, είναι σαφώς διαφορετική από την επίδικη υπόθεση, στο μέτρο που η προσφεύγουσα στην υπόθεση εκείνη ήταν δικαιούχος πολλών ΔΔΠ για το ίδιο προϊόν σε διάφορα κράτη μέλη και η απόφαση που απηύθυνε η Επιτροπή στα κράτη μέλη αυτά για ανάκληση των ΔΔΠ που είχαν χορηγήσει την αφορούσε ατομικά. Η καθής παρατηρεί, εξάλλου, ότι στην απόφαση εκείνη η ίδια δεν είχε εγείρει καν ζήτημα απαραδέκτου.

52.
    Στη συνέχεια, ισχυρίζεται ότι εσφαλμένως αναφέρεται η προσφεύγουσα στη διάταξη Iposea κατά Επιτροπής, προπαρατεθείσα στη σκέψη 45. Κατ' αρχάς, υπογραμμίζει ότι στη διάταξη αυτή, η προσφυγή της Iposea για την ακύρωση του κανονισμού δασμολογικής κατατάξεως κρίθηκε απαράδεκτη από το Πρωτοδικείο, δεδομένης της πάγιας νομολογίας σχετικά με την ύπαρξη ατομικού συμφέροντος του προσφεύγοντος, στην περίπτωση των προσφυγών για την ακύρωση των κανονισμών δασμολογικής κατατάξεως. Αμφισβητεί, συναφώς, το a contrario επιχείρημα που η προσφεύγουσα προσπαθεί να εξαγάγει από τη διάταξη αυτή, ότι, δηλαδή, πρέπει να συναχθεί ότι ένας κανονισμός κατατάξεως αφορά αυτομάτως «ατομικά» όλους τους εισαγωγείς που κατέχουν ΔΔΠ σχετικές με προϊόντα που περιλαμβάνονται σε αυτόν. Πράγματι, κατά την καθής, τίποτε δεν δικαιολογεί ένα τέτοιο συμπέρασμα, που θα ήταν άλλωστε αντίθετο προς την απαίτηση της εντάξεως σε κλειστό κύκλο. Επιπλέον, υπενθυμίζει ότι ο προσβαλλόμενος κανονισμός δεν αφορά αποκλειστικά την προσφεύγουσα ή οποιονδήποτε άλλον εισαγωγέα δικαιούχο ΔΔΠ σχετικής με το προϊόν που περιγράφεται σ' αυτόν, αλλά και κάθε εισαγωγέα πανομοιότυπου ή παρόμοιου προϊόντος.

53.
    Εξάλλου, η καθής αμφισβητεί ότι η απόφαση του Δικαστηρίου της 11ης Φεβρουαρίου 1999, C-390/95 P, Antillean Rice Mills κ.λπ. κατά Επιτροπής (Συλλογή 1999, σ. Ι-769) ασκεί επιρροή στην εκτίμηση της επίδικης υποθέσεως. Υποστηρίζει ότι η απόφαση αυτή αφορούσε μια ρήτρα διασφαλίσεως περιεχόμενη στην απόφαση 91/482/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 25ης Ιουλίου 1991, σχετικά με τη σύνδεση των υπερποντίων χωρών και εδαφών με την Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα (ΕΕ L 263, σ. 1), η οποία απαιτούσε ρητώς, όταν η Επιτροπή σκοπεύει να λάβει τέτοια μέτρα, να ενημερώνεται για τις επιπτώσεις που μπορεί να έχει η απόφασή της για την οικονομία των αντίστοιχων υπερποντίων χωρών και εδαφών, καθώς και για τις ενδιαφερόμενες επιχειρήσεις. Υπογραμμίζει ότι δεν υπάρχει καμία τέτοια απαίτηση ούτε στο άρθρο 9, αλλά ούτε και σε κανένα άλλο άρθρο του κανονιμού για τη Συνδυασμένη Ονοματολογία, που αποτελεί τη νομική βάση του επίδικου κανονισμού.

54.
    Η καθής υποστηρίζει, τέλος, ότι η πρόβλεψη του προσβαλλόμενου κανονισμού ότι μια ΔΔΠ μπορεί να συνεχίσει να αποτελεί αντικείμενο επικλήσεως για χονικό διάστημα τριών μηνών από της ενάρξεως ισχύος του ως άνω κανονισμού, δυνάμει των διατάξεων του άρθρων 12, παράγραφος 6, του τελωνειακού κώδικα, καθόλου δεν συνηγορεί υπέρ της επιχειρηματολογίας της προσφεύγουσας. Φρονεί ότι το γεγονός ότι ο δικαιούχος μιας ΔΔΠ θα μπορούσε παραδεκτώς να αμφισβητήσει την απουσία ή την ανεπάρκεια της προβλεφθείσας από τον κανονισμό κατατάξεως περίοδο, δεν σημαίνει ότι μπορεί παραδεκτώς να αμφισβητήσει και τον ίδιο τον κανονισμό.

55.
    Τέλος, η καθής επισημαίνει ότι η προσφεύγουσα δεν αρνείται ότι υπάρχουν και άλλα ένδικα βοηθήματα ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων ούτε ότι θα μπορούσαν αυτά να υποβάλουν προδικαστικό ερώτημα, αλλά ισχυρίζεται απλώς ότι είναι ταχύτερη η άσκηση ευθείας προσφυγής κατά το άρθρο 230, τέταρτο εδάφιο, ΕΚ, και ότι ενδεχόμενη επιτυχής έκβαση της παρούσας δίκης θα συνέβαλλε στη βελτίωση της οικονομικής της καταστάσεως. Υπογραμμίζει ότι η προσφεύγουσα δεν προσκόμισε καν αποδεικτικά ή στατιστικά στοιχεία προς υποστήριξη της επιχειρηματολογίας της. Επιπλέον, φρονεί ότι, σε κάθε περίπτωση, ακόμη και αν είχαν προσκομισθεί τα στοιχεία αυτά, δεν θα αρκούσαν για να στηρίξουν την επιχειρηματολογία της προσφεύγουσας. Δεδομένου ότι ένα τέτοιο επιχείρημα μπορεί να προβληθεί σε κάθε περίπτωση, το Πρωτοδικείο δεν θα μπορούσε να το δεχθεί χωρίς να παραβιάσει κατάφωρα τα όρια του παραδεκτού των προσφυγών που ασκούνται από φυσικά και νομικά πρόσωπα σε σχέση με την κοινοτική νομοθεσία, όπως προβλέπονται από το άρθρο 230, τέταρτη παράγραφος, ΕΚ.

Εκτίμηση του Πρωτοδικείου

56.
    Κατ' αρχάς, πρέπει να απορριφθεί ο ισχυρισμός της προσφεύγουσας ότι πρέπει να κριθεί παραδεκτή η παρούσα προσφυγή, διότι η απόρριψή της λόγω απαραδέκτου θα είχε ως αποτέλεσμα να μην μπορεί πλέον να ασκήσει άλλο κατάλληλο ένδικο βοήθημα.

57.
    Πράγματι, όπως προκύπτει κατ' ουσίαν από την απόφαση του Δικαστηρίου της 25ης Ιουλίου 2002, C-50/00 P, Unión de Pequeρos Agricultores κατά Συμβουλίου (Συλλογή 2002, σ. Ι-6677, σκέψεις 36 επ.), η μη ύπαρξη ενδίκου βοηθήματος ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων δεν συνιστά λόγο για να κρίνουν τα κοινοτικά δικαστήρια παραδεκτές τις προσφυγές ιδιωτών που δεν πληρούν τις προϋποθέσεις του παραδεκτού του άρθρου 230, τέταρτο εδάφιο, ΕΚ. Επομένως, σε περιπτώσεις όπως η επίδικη, στην οποία η προσφεύγουσα δεν προβάλλει καν τη μη ύπαρξη ενδίκων βοηθημάτων, αλλά μόνον το γεγονός ότι τα ένδικα αυτά βοηθήματα δεν είναι κατάλληλα και θα της προκαλούσαν μεγαλύτερη οικονομική ζημία λόγω της διάρκειας της εκδικάσεώς τους, αποκλείεται a fortiori να κηρύξει το Πρωτοδικείο παραδεκτή την προσφυγή, δεδομένου ότι η προσβαλλόμενη πράξη δεν αφορά την προσφεύγουσα άμεσα και ατομικά.

58.
    Ακολούθως, πρέπει να υπογραμμιστεί ότι, σύμφωνα με τη νομολογία, οι ιδιώτες δεν νομιμοποιούνται, κατ' αρχήν, να ασκήσουν προσφυγές προς ακύρωση κανονισμών δασμολογικής κατατάξεως, κατά το άρθρο 230, τέταρτο εδάφιο, ΕΚ (απόφαση Casteels κατά Επιτροπής, παρατεθείσα ανωτέρω στη σκέψη 45, σκέψεις 10 επ.· διατάξεις Alce κατά Επιτροπής, παρατεθείσα ανωτέρω στη σκέψη 45, σκέψεις 16 επ., και Iposea κατά Επιτροπής, παρατεθείσα ανωτέρω στη σκέψη 45, σκέψεις 23 επ.). Πράγματι, όπως αποφάνθηκε το Δικαστήριο στην απόφασή του Casteels κατά Επιτροπής, «[ο]ι κανονιστικές αυτές διατάξεις, παρά τον συγκεκριμένο χαρακτήρα των περιγραφών που περιέχουν, έχουν, παρ' όλα αυτά, από κάθε άποψη γενική ισχύ, αφενός μεν διότι αφορούν όλα τα προϊόντα που ανταποκρίνονται στον περιγραφόμενο τύπο, ανεξάρτητα από τα ειδικότερα χαρακτηριστικά τους και την προέλευσή τους, αφετέρου δε διότι παράγουν τα αποτελέσματά τους, προς το συμφέρον της ενιαίας εφαρμογής του Κοινού Δασμολογίου, για όλες τις τελωνειακές αρχές της Κοινότητας και έναντι όλων των εισαγωγέων» (σκέψη 11 της αποφάσεως).

59.
    Πάντως, κατά πάγια νομολογία, μία πράξη γενικής ισχύος μπορεί, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, να αφορά άμεσα και ατομικά ορισμένους επιχειρηματίες (βλ., μεταξύ άλλων, αποφάσεις του Δικαστηρίου της 17ης Ιανουαρίου 1985, 11/82, Πειραϊκή-Πατραϊκή κ.λπ. κατά Επιτροπής, Συλλογή 1985, σ. 207, σκέψεις 5 επ.· της 26ης Ιουνίου 1990, C-152/88, Sofrimport κατά Επιτροπής, Συλλογή 1990, σ. Ι-2477, σκέψεις 11 έως 13· της 16ης Μα.ου 1991, C-358/89, Extramet Industrie κατά Συμβουλίου, Συλλογή 1991, σ. Ι-2501, σκέψεις 13 έως 18, και της 18ης Μα.ου 1994, C-309/89, Codorniu κατά Συμβουλίου, Συλλογή 1994, σ. Ι-1853, σκέψεις 19 έως 22) και, επομένως, είναι δυνατή η προσβολή της από αυτούς βάσει του άρθρου 230, τέταρτο εδάφιο, ΕΚ.

60.
    Πρέπει, επομένως, να διαπιστωθεί εάν ο προσβαλλόμενος κανονισμός αφορά την προσφεύγουσα άμεσα και ατομικά.

61.
    Στην επίδικη περίπτωση είναι προφανές, και άλλωστε δεν αμφισβητείται από τους διαδίκους, ότι ο προσβαλλόμενος κανονισμός αφορά την προσφεύγουσα άμεσα και ατομικά.

62.
    Πράγματι, ο προσβαλλόμενος κανονισμός παράγει αποτελέσματα που επηρεάζουν τη νομική κατάσταση της προσφεύγουσας και δεν αφήνει κανένα περιθώριο διακριτικής ευχέρειας στους αποδέκτες του που είναι επιφορτισμένοι με την εφαρμογή του, δεδομένου ότι έχει καθαρά αυτόματο χαρακτήρα και απορρέει αποκλειστικά από την κοινοτική ρύθμιση χωρίς εφαρμογή άλλων παρεμβαλλομένων κανόνων (απόφαση του Δικαστηρίου της 5ης Μα.ου 1998, C-386/96 P, Dreyfus κατά Επιτροπής, Συλλογή 1998, σ. Ι-2309, σκέψη 43, και η εκεί παρατιθέμενη νομολογία). Ειδικότερα, πρέπει να σημειωθεί ότι ο προσβαλλόμενος κανονισμός έχει ως αποτέλεσμα, μετά την παρέλευση της περιόδου τριών μηνών, που προβλέπεται στο άρθρο του 2, να καθίσταται ανίσχυρη η ΔΔΠ που παρασχέθηκε στην προσφεύγουσα από τις τελωνειακές αρχές του Ηνωμένου Βασιλείου και να υποβάλλεται η εισαγωγή στη χώρα αυτή της κονσόλας PlayStation®2 σε δασμό με συντελεστή 1,7 %, αντί του μηδενικού συντελεστή του οποίου επωφελείτο δυνάμει της ΔΔΠ αυτής.

63.
    Ακολούθως, όσον αφορά την απαίτηση του ατομικού εννόμου συμφέροντος, από πάγια νομολογία προκύπτει ότι μια πράξη γενικής ισχύος όπως ο κανονισμός μπορεί να αφορά ατομικά φυσικά ή νομικά πρόσωπα μόνον αν τα θίγει λόγω ορισμένων ξεχωριστών ιδιοτήτων τους ή μιας πραγματικής καταστάσεως που τα χαρακτηρίζει σε σχέση με κάθε άλλο πρόσωπο και έτσι τα εξατομικεύει κατά τρόπον ανάλογο προς αυτόν του αποδέκτη (απόφαση του Δικαστηρίου της 10ης Δεκεμβρίου 2002, C-312/00 P, Επιτροπή κατά Camar και Tico, που δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στη Συλλογή, σκέψη 73, και η εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

64.
    Κατ' αρχάς, πρέπει να επισημανθεί συναφώς ότι η διοικητική διαδικασία για την έκδοση του προσβαλλόμενου κανονισμού ξεκίνησε στις 28 Αυγούστου 2000 με την αίτηση της προσφεύγουσας προς τις τελωνειακές αρχές του Ηνωμένου Βασιλείου για χορήγηση ΔΔΠ και ότι η διαδικασία αυτή οδήγησε ειδικά στη δασμολογική κατάταξη της κονσόλας PlayStation®2.

65.
    Πράγματι, όπως προκύπτει ειδικότερα από την απόφαση της 5ης Ιανουαρίου 2001, την οποία οι τελωνειακές αρχές του Ηνωμένου Βασιλείου κοινοποίησαν στην προσφεύγουσα σε συνέχεια της αιτήσεώς της επανεξετάσεως της ΔΔΠ που παρασχέθηκε στις 19 Οκτωβρίου 2000, το ζήτημα της δασμολογικής κατατάξεως της κονσόλας PlayStation®2 συζητήθηκε στην επιτροπή ονοματολογίας αμέσως μετά την παροχή της ΔΔΠ αυτής. .ταν το πληροφορήθηκε, η προσφεύγουσα επικοινώνησε με τις αρμόδιες υπηρεσίες της καθής και, μετά από πρόσκληση των τελευταίων, παρουσίασε, κατά την 243η συνεδρίαση της επιτροπής ονοματολογίας στις Βρυξέλλες στις 26 και 27 Φεβρουαρίου 2001, την κονσόλα PlayStation®2 και απάντησε σε διάφορες ερωτήσεις των μελών της επιτροπής αυτής σχετικά με τις ιδιότητες και τα χαρακτηριστικά της κονσόλας PlayStation®2. Σε εκείνη την περίσταση η προσφεύγουσα κατέθεσε έγγραφο που περιείχε τις προτάσεις της ως προς την κατάταξη της κονσόλας PlayStation®2. Μετά από τη συνεδρίαση αυτή ακολούθησαν διάφορες επαφές μεταξύ της προσφεύγουσας και της καθής. .τσι, στις 6 Μαρτίου 2001, η προσφεύγουσα απέστειλε στον πρόεδρο της επιτροπής ένα μνημόνιο της συνεδριάσεως, ένα αντίγραφο Power Point της παρουσιάσεως εκείνης, καθώς και διάφορες σημειώσεις προετοιμασίας και έναν κατάλογο των ερωτήσεων και απαντήσεων της συνεδριάσεως. Επιπλέον, σε συνέχεια της αιτήσεως που είχε υποβάλει τηλεφωνικώς στις υπηρεσίες της καθής, η προσφεύγουσα απέστειλε μια ακριβή περιγραφή όλων των στοιχείων που περιλαμβάνονται στο CD-ROM που συνοδεύει την κονσόλα PlayStation®2. Το ζήτημα της δασμολογικής κατατάξεως της κονσόλας PlayStation®2 και της εκδόσεως σχετικού κανονισμού εξετάστηκε ειδικώς και πάλι στη συνέχεια, κατά την 247η συνεδρίαση της επιτροπής ονοματολογίας, που έλαβε χώρα στις 9, 10 και 11 Απριλίου 2001, καθώς και στην 252η συνεδρίαση της επιτροπής ονοματολογίας, που έλαβε χώρα στις 30 Μα.ου 2001. Οι συζητήσεις αυτές κατέληξαν στην έκδοση του προσβαλλόμενου κανονισμού στις 10 Ιουλίου 2001.

66.
    Πρέπει εξάλλου να υπογραμμιστεί ότι η καθής δεν υποστήριξε σε κανένα στάδιο ότι οποιοδήποτε άλλο προϊόν, πανομοιότυπο ή παρόμοιο, αποτέλεσε ποτέ αντικείμενο παρουσιάσεως και/ή συζητήσεως ενώπιον της επιτροπής ονοματολογίας, στο πλαίσιο της διαδικασίας που κατέληξε στην έκδοση του προσβαλλόμενου κανονισμού.

67.
    Επιπλέον, πρέπει να παρατηρηθεί ότι στο πλαίσιο της προσφυγής ενώπιον του VAT and Duties Tribunal κατά της από 5 Ιανουαρίου 2001 αποφάσεως των τελωνειακών αρχών του Ηνωμένου Βασιλείου, οι αρχές αυτές είχαν ρητώς ζητήσει από το δικαστήριο αυτό να αναστείλει τη διαδικασία για τον λόγο ότι το ζήτημα της δασμολογικής κατατάξεως της κονσόλας PlayStation®2 ήταν, κατά τον ίδιο χρόνο, αντικείμενο των συζητήσεων στην επιτροπή ονοματολογίας.

68.
    Δεύτερον, πρέπει να υπομνησθεί ότι οι τελωνειακές αρχές του Ηνωμένου Βασιλείου αποφάσισαν να παραιτηθούν από την αντιδικία με την προσφεύγουσα ενώπιον του VAT and Duties Tribunal και ότι, το δικαστήριο αυτό, διαπιστώνοντας τη συμφωνία των διαδίκων, με την από 5 Ιουνίου 2001 απόφασή του δέχθηκε την προσφυγή, ακριβώς λόγω της τελικής θέσεως της επιτροπής ονοματολογίας, και, συγκεκριμένα, λόγω της επιβεβαιώσεως από την επιτροπή ονοματολογίας του γεγονότος ότι η κονσόλα PlayStation®2 μπορεί να προγραμματιστεί ελεύθερα. Κατόπιν της δικαστικής αυτής αποφάσεως, οι εν λόγω αρχές χορήγησαν, με απόφαση της 12ης Ιουνίου 2001, στην προσφεύγουσα μια ΔΔΠ που κατέτασσε την κονσόλα PlayStation®2 στην κλάση 8471 49 90 με αναδρομική ισχύ από 19 Οκτωβρίου 2000. Δεν αμφισβητείται, δε, από τους διαδίκους ότι, κατά τον χρόνο εκδόσεως του προσβαλλόμενου κανονισμού, η ΔΔΠ αυτή ήταν η μόνη που κατέτασσε την κονσόλα PlayStation®2 στη κλάση 8471.

69.
    Προκύπτει από τα ανωτέρω ότι, στο μέτρο που ο προσβαλλόμενος κανονισμός κατέταξε την κονσόλα PlayStation®2 στην κλάση 9504, η προσφεύγουσα είναι η μόνη επιχείρηση της οποίας η νομική θέση εθίγη μετά την έκδοση του κανονισμού αυτού. Πράγματι, σύμφωνα με το άρθρο 12, παράγραφος 5, στοιχείο α´, του τελωνειακού κώδικα είχε ως αποτέλεσμα να καταστεί ανίσχυρη η ΔΔΠ που της είχε χορηγηθεί από τις τελωνειακές αρχές του Ηνωμένου Βασιλείου.

70.
    Αντιθέτως προς όσα υποστηρίζει η καθής, δεν ασκεί συναφώς επιρροή στην εκδίκαση της υποθέσεως το γεγονός ότι, στη συνέχεια, οι τελωνειακές αρχές του Ηνωμένου Βασιλείου χορήγησαν ΔΔΠ σχετική με τη δασμολογική κατάταξη της κονσόλας PlayStation®2 σε άλλον επιχειρηματία. Πράγματι, όπως προκύπτει από το αντίγραφο της ως άνω ΔΔΠ που προσκόμισε η Επιτροπή, η ΔΔΠ αυτή είχε ήδη κατατάξει τη επίδικη συσκευή στην κλάση 9504 και όχι στην κλάση 8471, κατά τρόπον ώστε, αντιθέτως προς όσα υποστηρίζει η προσφεύγουσα, η νομική θέση του δικαιούχου της δεν εθίγη καθόλου από τον προσβαλλόμενο κανονισμό.

71.
    Τρίτον, προκύπτει από ορισμένα στοιχεία ότι, στην επίδικη περίπτωση, παρά τη γενική και αόριστη διατύπωσή του, ο προσβαλλόμενος κανονισμός αφορά ειδικά την κατάταξη της κονσόλας PlayStation®2, δεδομένου ότι επαναλαμβάνει λεπτομερώς όλα τα χαρακτηριστικά του προϊόντος αυτού και ότι, τουλάχιστον κατά τον χρόνο ενάρξεως της ισχύος του προσβαλλόμενου κανονισμού, δεν υπήρχαν άλλα προϊόντα με τα χαρακτηριστικά αυτά.

72.
    Αξίζει, πράγματι, να παρατηρηθεί ότι στη στήλη 1 του πίνακα που περιλαμβάνεται στο παράρτημα του προσβαλλόμενου κανονισμού, η καθής προέβη σε ακριβή περιγραφή των εμπορευμάτων των οποίων ορίζει, στη στήλη 2, την εφαρμοστέα δασμολογική κατάταξη. Ειδικότερα, όσον αφορά το τμήμα της στήλης 1 σχετικά με την κονσόλα παιχνιδιών και το CD-ROM που τη συνοδεύει, δεν περιγράφει μόνο τον τρόπο με τον οποίο η συγκεκριμένη συσκευή παρουσιάζεται στη λιανική πώληση, αλλά και τα διάφορα τμήματα από τα οποία αποτελείται και με τα οποία μπορεί να συνδεθεί, καθώς και τις βασικές της λειτουργίες. Η προσφεύγουσα προβάλλει, χωρίς να αμφισβητείται στο σημείο αυτό από την καθής, ότι η περιγραφή αυτή ανταποκρίνεται ακριβώς στις τεχνικές προδιαγραφές της κονσόλας PlayStation®2 που κοινοποιήθηκαν στην καθής και ότι είναι πιστή σε τέτοιο βαθμό που αποκλείεται, τουλάχιστον κατά τον χρόνο ενάρξεως της ισχύος του προσβαλλόμενου κανονισμού, να μπορούσε να εφαρμοστεί σε άλλες συσκευές πέραν της κονσόλας PlayStation®2.

73.
    Επιπλέον, πρέπει να υπογραμμιστεί ότι στην τελευταία σελίδα του προσβαλλόμενου κανονισμού εμφανίζεται ακόμη και φωτογραφία της κονσόλας PlayStation®2, πάνω στην οποία φαίνεται ευκρινώς ο λογότυπος PS2, καίτοι το σήμα Sony στη δεξιά πλευρά της συσκευής έχει σβηστεί. .πως υπογράμμισαν οι τελωνειακές αρχές του Ηνωμένου Βασιλείου στην από 18 Οκτωβρίου 2001 επιστολή τους προς την προσφεύγουσα, η φωτογραφία αυτή δεν αφήνει καμιά αμφιβολία ως προς το γεγονός ότι ο προσβαλλόμενος κανονισμός αφορά την κονσόλα PlayStation®2.

74.
    Εξάλλου, πρέπει να απορριφθεί ο ισχυρισμός της καθής ότι ο προσβαλλόμενος κανονισμός μπορεί να εφαρμοστεί αναλογικά σε παρόμοια προϊόντα. Πράγματι, ακόμη και αν συνέτρεχε η περίπτωση αυτή, δεν θα σήμαινε ότι ο προσβαλλόμενος κανονισμός δεν αφορά ατομικά την προσφεύγουσα. Κατά μείζονα λόγο, πρέπει να επισημανθεί ότι η αναλογική εφαρμογή ενός κανονισμού δασμολογικής κατατάξεως σε παρόμοια προϊόντα, πέραν του ότι απαιτεί μεγάλη προσοχή [βλ., υπ' αυτή την έννοια, τις προτάσεις του γενικού εισαγγελέα Mischo στην απόφαση του Δικαστηρίου της 17ης Μα.ου 2001, C-119/99, Hewlett Packard (Συλλογή 2001, σ. Ι-3981, σκέψεις 17 επ.)], είναι ακόμη δυσκολότερη σε μια υπόθεση όπως η επίδικη, στην οποία ο προσβαλλόμενος κανονισμός καθορίζει την κατάταξη ενός προϊόντος βάσει εκτιμήσεως της λειτουργίας που του προσδίδει τον κύριο χαρακτήρα του. Μια τέτοια εκτίμηση, όταν είναι νομικής φύσεως, βασίζεται, τουλάχιστον εν μέρει, σε κρίσεις που προσιδιάζουν στην επίδικη περίπτωση και οι οποίες δύσκολα εφαρμόζονται σε άλλες υποθετικές περιπτώσεις.

75.
    Τέλος, πρέπει να παρατηρηθεί ότι, όπως υπογραμμίστηκε ανωτέρω, η προσφεύγουσα είναι η μόνη εξουσιοδοτημένη εισαγωγέας της κονσόλας PlayStation®2 στην Κοινότητα. Ακόμη και αν το γεγονός αυτό και μόνο δεν αρκούσε για να αποδειχθεί ότι ο προσβαλλόμενος κανονισμός την αφορά ατομικά (βλ., υπ' αυτή την έννοια, απόφαση Επιτροπή κατά Camar και Tico, παρατεθείσα ανωτέρω στη σκέψη 63, σκέψεις 77 έως 79), συνιστά πάντως, λαμβανομένων υπόψη και των άλλων προαναφερθέντων στοιχείων, επιπλέον στοιχείο που ασκεί επιρροή στην εκτίμηση του αν η προσφεύγουσα θίγεται ατομικά.

76.
    Συναφώς, δεν ασκεί επιρροή το γεγονός που επικαλείται η καθής, ότι οι τελωνειακές αρχές του Ηνωμένου Βασιλείου χορήγησαν την ΔΔΠ σχετικά με την κατάταξη της κονσόλας PlayStation®2 σε άλλον επιχειρηματία. Πρέπει, πράγματι, να παρατηρηθεί ότι η προσφεύγουσα, όπως δικαίως υπογραμμίζει, έχει δικαίωμα να ζητήσει την απαγόρευση παράλληλων εισαγωγών της κονσόλας PlayStation®2 με προέλευση χώρες εκτός του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου (ΕΟΧ), βάσει των δικαιωμάτων της επί του σήματος και της μη εξαντλήσεως αυτών σε διεθνές επίπεδο, όπως η νομολογία έχει κρίνει επανειλημμένως (αποφάσεις του Δικαστηρίου της 16ης Ιουλίου 1998, C-355/96, Silhouette International Schmied, Συλλογή 1998, σ. Ι-4799, σκέψη 26· της 1ης Ιουλίου 1999, C-173/98, Sebago και Maison Dubois, Συλλογή 1999, σ. Ι-4103, σκέψη 21, και της 20ής Νοεμβρίου 2001, C-414/99 έως C-416/99, Zino Davidoff και Levi Strauss, Συλλογή 2001, σ. Ι-8691, σκέψη 33). Επομένως, ακόμη και αν ένας ανταγωνιστής της προσφεύγουσας, που θα πραγματοποιούσε, επί παραδείγματι, παράλληλες εισαγωγές, κατείχε την ΔΔΠ για την κονσόλα PlayStation®2, δεν θα μπορούσε να κάνει χρήση αυτής για να εισάγει την κονσόλα PlayStation®2 στον ΕΟΧ.

77.
    Κατόπιν των ανωτέρω, πρέπει να γίνει δεκτό ότι, υπό τις εξαιρετικές συνθήκες της επίδικης υποθέσεως, ο προσβαλλόμενος κανονισμός θίγει την προσφεύγουσα λόγω ορισμένων ιδιαιτέρων χαρακτηριστικών της, καθώς και λόγω πραγματικής καταστάσεως η οποία την διακρίνει από κάθε άλλο πρόσωπο και, ως εκ τούτου, την εξατομικεύει κατά τρόπον ανάλογο με αυτόν που θα εξατομίκευε τον αποδέκτη. Επομένως, η πράξη αυτή την αφορά ατομικά.

78.
    Δεδομένου ότι πληρούνται όλες οι προϋποθέσεις του άρθρου 230, τέταρτο εδάφιο, ΕΚ, η παρούσα προσφυγή πρέπει να κριθεί παραδεκτή.

Επί της ουσίας

Γενική παρουσίαση των ισχυρισμών

79.
    Η προσφεύγουσα επισημαίνει, κατ' αρχάς, ότι η Επιτροπή, εκδίδοντας τον προσβαλλόμενο κανονισμό παρέβη τον κανονισμό περί Συνδυασμένης Ονοματολογίας. Στο στάδιο αυτό της διαδικασίας και, συγκεκριμένα, μετά τη συμφωνία των διαδίκων επί του ότι η κονσόλα PlayStation®2 πληροί τα κριτήρια της σημειώσεως 5 Α του κεφαλαίου 84 και θεωρείται, επομένως, αυτόματη μηχανή επεξεργασίας πληροφοριών, και, κατά συνέπεια, μπορεί να καταταχθεί στην κλάση 8471, ο λόγος αυτός ακυρώσεως αποτελείται από δύο σκέλη.

80.
    Στο πρώτο σκέλος αυτού του λόγου ακυρώσεως, η προσφεύγουσα επισημαίνει ότι η κονσόλα PlayStation®2 δεν μπορεί να καταταχθεί στην κλάση 9504, διότι είναι αυτόματη μηχανή επεξεργασίας πληροφοριών της κλάσεως 8471. Στο δεύτερο σκέλος, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι, ακόμη και αν ήθελε υποτεθεί ότι η κονσόλα PlayStation®2 μπορεί να καταταχθεί στην κλάση 9504, η Επιτροπή υπέπεσε σε νομικό σφάλμα προσδιορίζοντας την κατάταξη αυτή βάσει του γενικού κανόνα 3β.

81.
    Δεύτερον, η προσφεύγουσα επισημαίνει ότι η καθής παρέβη την υποχρέωση αιτιολογήσεως.

82.
    Η καθής φρονεί ότι όλα τα επιχειρήματα που προβάλλει η προσφεύγουσα είναι αβάσιμα, και ότι, επομένως, η προσφυγή πρέπει να απορριφθεί.

Επί της παραβάσεως του κανονισμού περί Συνδυασμένης Ονοματολογίας

Ισχυρισμοί των διαδίκων

- Επί του πρώτου σκέλους, του σχετικού με το επιχείρημα της προβαλλόμενης αδυναμίας κατατάξεως μιας μηχανής επεξεργασίας πληροφοριών, όπως η κονσόλα PlayStation®2, στην κλάση 9504

83.
    Η προσφεύγουσα επισημαίνει ότι, ως μηχανή επεξεργασίας πληροφοριών της κλάσεως 8471, η κονσόλα PlayStation®2 δεν μπορεί να καταταχθεί στην κλάση 9504.

84.
    Επισημαίνει ότι η ιδιότητα αυτή επιτρέπει στην κονσόλα PlayStation®2 να επεξεργάζεται διάφορα είδη αρχείων δεδομένων, μεταξύ των οποίων κυρίως τα λογισμικά παιχνιδιών βίντεο. Κατά την άποψή της, η κατάταξη μιας αυτόματης μηχανής επεξεργασίας πληροφοριών δεν πρέπει να εξαρτάται από τον τύπο του αρχείου δεδομένων που επεξεργάζεται, δεδομένου ότι η αντίθετη λύση θα κατέληγε στο παράλογο αποτέλεσμα ένας μικροϋπολογιστής χρησιμοποιούμενος κυρίως για μαθηματικούς υπολογισμούς να κατατάσσεται ως αριθμομηχανή, ένας μικροϋπολογιστής χρησιμοποιούμενος για την ακρόαση σύμπυκνων δίσκων (CD) να κατατάσσεται ως στερεοφωνικό και ένας μικροϋπολογιστής χρησιμοποιούμενος για παιχνίδια βίντεο ως κονσόλα παιχνιδιών βίντεο. Επιπλέον, φρονεί ότι, από νομικής απόψεως, αυτό θα κατέληγε επίσης σε αδικαιολόγητο περιορισμό του πεδίου της κλάσεως 8471 διά της καθιερώσεως νέου κανόνα ο οποίος θα επεξέτεινε το κριτήριο της «κύριας λειτουργίας», που προβλέπεται στη σημείωση 5 Ε του κεφαλαίου 84, σε όλες τις λειτουργίες που καλύπτονται από οποιαδήποτε άλλη κλάση ή διάκριση του Κοινού Δασμολογίου.

85.
    Η προσφεύγουσα υπογραμμίζει, εξάλλου, ότι το γεγονός ότι οι αυτόματες μηχανές επεξεργασίας πληροφοριών δεν μπορούν να καταταχθούν σύμφωνα με το είδος των αρχείων δεδομένων που επεξεργάζονται επιβεβαιώθηκε ρητώς από την επιτροπή του εναρμονισμένου συστήματος της WCO. Επισημαίνει, πράγματι, ότι η ΕΣΕΣ β) η σχετική με την κλάση 9504 του εναρμονισμένου συστήματος ορίζει ότι εξαιρούνται της κλάσεως αυτής «οι μηχανές και συσκευές των διατάξεων της σημειώσεως 5 Α του κεφαλαίου 84, ακόμη και αν είναι προγραμματισμένες για παιχνίδια βίντεο». Κατά την άποψη της προσφεύγουσας η σημείωση αυτή επιβεβαιώνει απλώς ότι το γεγονός ότι μία συσκευή μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως κονσόλα παιχνιδιών βίντεο δεν συσνιτά κύρια λειτουργία που θα απαγόρευε την κατάταξη μιας αυτόματης μηχανής επεξεργασίας πληροφοριών, όπως η κονσόλα PlayStation®2, στην κλάση 8471.

86.
    Η προσφεύγουσα αμφισβητεί συναφώς όλους τους προβαλλόμενους από την καθής ισχυρισμούς προκειμένου να αποδείξει ότι η ΕΣΕΣ β) σχετικά με την κλάση 9504 δεν έχει εφαρμογή στην επίδικη περίπτωση. Πρώτον, φρονεί ότι η καθής δεν απαντά στους ισχυρισμούς ουσίας που η ίδια προβάλλει, δηλαδή ότι οι μηχανές επεξεργασίας πληροφοριών που μπορούν να προγραμματίζονται ελεύθερα δεν μπορούν να κατατάσσονται ανάλογα με τα είδη των αρχείων που επεξεργάζεται η κεντρική τους μονάδα. Δεύτερον, υπογραμμίζει ότι η γέννηση της ΕΣΕΣ β) της σχετικής με την κλάση 9504 επιβεβαιώνει την ερμηνεία αυτή, εφόσον προκύπτει από την εξέταση της πρωτότυπης εκδόσεως των ΕΣΕΣ ότι η κλάση 9504 προβλέπεται μόνο για να καλύψει τις συσκευές που προορίζονται αποκλειστικά για τα παιχνίδια βίντεο, για παράδειγμα τις συσκευές που μπορούν να επεξεργάζονται αποκλειστικά τα ειδικά λογισμικά των παιχνιδιών βίντεο, οι οποίες, επομένως, δεν μπορούν να προγραμματίζονται ελεύθερα. Σύμφωνα με την ίδια, οι προπαρασκευαστικές εργασίες της επεξηγηματικής αυτής σημειώσεως αποδεικνύουν καθαρά ότι ο σκοπός της ήταν να διασφαλίσει ότι οι συσκευές που προγραμματίζονται ελεύθερα δεν θα καταταχθούν ως μηχανές παιχνιδιών βίντεο. Τρίτον, η προσφεύγουσα φρονεί ότι το γεγονός ότι η κονσόλα PlayStation®2 δεν υπήρχε κατά τον χρόνο εκδόσεως της ΕΣΕΣ β) σχετικά με την κλάση 9504 στερείται σημασίας στην επίδικη περίπτωση, εφόσον η καθής οφείλει να εφαρμόζει τον νόμο στις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις της και ότι δεν μπορεί να επικαλείται απρόβλεπτες τεχνολογικές εξελίξεις για να αποκλείει κάποια προϊόντα από ορισμένη κλάση. Κατά την άποψή της, προκύπτει από τη νομολογία ότι αν οι τεχνολογικές εξελίξεις στον οικείο βιομηχανικό τομέα δικαιολογούν τη θέσπιση νέας δασμολογικής κατατάξεως, απόκειται αντιθέτως στα αρμόδια κοινοτικά όργανα να το λάβουν υπόψη τροποποιώντας το Κοινό Δασμολόγιο. Ελλείψει τέτοιας τροποποιήσεως, η ερμηνεία του Κοινού Δασμολογίου δεν μπορεί να ποικίλλει αναλόγως της τεχνολογικής προόδου (αποφάσεις του Δικαστηρίου της 19ης Νοεμβρίου 1981, 122/80, Analog Devices, Συλλογή 1981, σ. 2781· της 20ής Ιανουαρίου 1989, 234/87, Casio Computer, Συλλογή 1989, σ. 63, και της 9ης Οκτωβρίου 1997, C-67/95, Rank Xerox, Συλλογή 1995, σ. Ι-5401). Επομένως, κατά την ίδια, η ΕΣΕΣ β) παραμένει ισχυρή για όσον χρόνο δεν έχει τροποποιηθεί ή ανακληθεί (απόφαση του Δικαστηρίου της 7ης Μα.ου 1991, C-120/90, Post, Συλλογή 1991, σ. Ι-2391, σκέψεις 22 και 23). Τέταρτον, η προσφεύγουσα φρονεί ότι οι πληροφορίες που παρείχε η καθής όσον αφορά τις συζητήσεις της επιτροπής του εναρμονισμένου συστήματος οδηγούν σε σφάλμα το Πρωτοδικείο και αποδεικνύουν ουσιαστικά ότι υπάρχουν πολλές παρεξηγήσεις σχετικά με ορισμένα χαρακτηριστικά της κονσόλας PlayStation®2. Υπογραμμίζει, ειδικότερα, ότι, αντίθετα προς όσα προκύπτουν από την απόφαση της 28ης Νοεμβρίου 2001 της επιτροπής εναρμονισμένου συστήματος, που προσκόμισε η καθής, η κονσόλα PlayStation®2 μπορεί εύκολα να συνδεθεί με οθόνη υπολογιστή (και όχι μόνο με δέκτη τηλεοράσεως) και η κεντρική της μονάδα επεξεργασίας μπορεί να εκτελέσει προγράμματα σε γλώσσες BASIC και LINUX, τα οποία χρησιμοποιούνται ευρέως. Εξάλλου, υπογραμμίζει ότι πρέπει να επανατοποθετηθεί η απόφαση της 28ης Νοεμβρίου 2001 στο πλαίσιό της, εφόσον, αφενός, η καθής ήταν αυτή που, διαβιβάζοντας αντίγραφο του προσβαλλόμενου κανονισμού στην επιτροπή εναρμονισμένου συστήματος, προώθησε την ιδέα ότι η κονσόλα PlayStation®2 έπρεπε να καταταχθεί στην κλάση 9504, και, αφετέρου, δεν είχαν ακόμη υπάρξει συζητήσεις στη βάση ολοκληρωμένων πληροφοριών. Τέλος, υπογραμμίζει ότι η καθής δεν εξηγεί για ποιο λόγο η ΕΣΕΣ β) σχετικά με την κλάση 9504 έπρεπε να θεωρηθεί ως μη πειστική. Κατά την άποψή της, το γεγονός και μόνον ότι οι ΕΣΕΣ δεν έχουν υποχρεωτικό χαρακτήρα δεν είναι επαρκές επιχείρημα, δεδομένου ότι, κατά πάγια νομολογία, καίτοι δεν είναι νομικώς δεσμευτικές, οι ΕΣΕΣ αποτελούν σημαντικά μέσα ερμηνείας της Συνδυασμένης Ονοματολογίας και δεν μπορούν να παραβλεφθούν παρά μόνον σε περιστάσεις ακριβώς προσδιοριζόμενες.

87.
    Εξάλλου, η προσφεύγουσα αμφισβητεί τον ισχυρισμό της καθής, σύμφωνα με τον οποίο η κατάταξη της κονσόλας PlayStation®2 σύμφωνα με τον κωδικό ΣΟ 9504 δικαιολογείται ακόμη περισσότερο διότι η συσκευή αυτή δεν είναι φιλική προς τους χρήστες που θέλουν να τη χρησιμοποιήσουν για προγραμματισμό ή για εφαρμογές επεξεργασίας κειμένου (παραδείγματος χάρη, επειδή δεν είναι λειτουργική η εισαγωγή των χαρακτήρων με την αυτοτελή μονάδα ελέγχου). Ισχυρίζεται ότι η άποψη αυτή δεν ασκεί επιρροή στην υπόθεση, διότι η κονσόλα PlayStation®2, χάρη στα βύσματα USB που διαθέτει, μπορεί να συνδεθεί εύκολα με κοινό πληκτρολόγιο, με συσκευή καταδείξεως («ποντίκι») και με οθόνη ηλεκτρονικού υπολογιστή, αποτελώντας έτσι ένα πλήρες σύστημα επεξεργασίας πληροφοριών. Επιπλέον, τονίζει ότι, σύμφωνα με τη σημείωση 5 Γ του κεφαλαίου 84, η κλάση 8471 καλύπτει επίσης τις μονάδες μιας αυτόματης μηχανής επεξεργασίας πληροφοριών, που παρουσιάζονται μεμονωμένα και ότι η κονσόλα PlayStation®2 είναι αυτόματη μηχανή επεξεργασίας πληροφοριών, η οποία αντιθέτως προς όσα υποστηρίζει η καθής, λειτουργεί εξίσου εύκολα με οποιοδήποτε άλλο σύστημα αυτόματης επεξεργασίας πληροφοριών. Τέλος, παρατηρεί ότι η καθής δεν αποδεικνύει για ποιον λόγο το γεγονός ότι η κονσόλα PlayStation®2 είναι μονάδα αυτόματης επεξεργασίας πληροφοριών και όχι πλήρες σύστημα σημαίνει ότι είναι «κυρίως παιχνίδι βίντεο».

88.
    Τέλος, η προσφεύγουσα θεωρεί εσφαλμένη την άποψη της καθής ότι η περιγραφή των προϊόντων του κωδικού ΣΟ 9504 10 00 δεν είναι λειτουργική και ότι, επομένως, η λειτουργία του παιχνιδιού βίντεο της κονσόλας PlayStation®2 είναι ταυτόχρονα αντικειμενικό χαρακτηριστικό και ιδιότητα του προϊόντος. Ισχυρίζεται ότι η περιγραφή του κωδικού ΣΟ 9504 10 00 δεν αναφέρεται αποκλειστικά στη λειτουργία, διότι η έκφραση «παιχνίδια βίντεο των τύπων που χρησιμοποιούνται μαζί με δέκτη τηλεόρασης» αναφέρεται ρητώς μόνον στη χρησιμοποίηση του βίντεο με δέκτη τηλεόρασης και ότι, αν ακολουθηθεί η άποψη της καθής, η διάκριση αυτή θα έπρεπε να επιγράφεται ως «συσκευή χρησιμοποιούμενη για παιχνίδια βίντεο». Κατά συνέπεια, η προσφεύγουσα φρονεί ότι δεν μπορεί να γίνει επίκληση της περιγραφής των προϊόντων που υπάγονται στη διάκριση 9504 10 προκειμένου να περιληφθεί σε αυτήν κάθε συσκευή που μπορεί να χρησιμοποιηθεί για παιχνίδια βίντεο. Επιπλέον, επισημαίνει ότι η καθής αναγνωρίζει και η ίδια ότι δεν πρέπει να κατατάσσονται στη διάκριση 9504 10 όλες οι συσκευές που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για παιχνίδια βίντεο. Κατά την άποψή της, για να γίνει μια τέτοια κατάταξη πρέπει η συγκεκριμένη λειτουργία να είναι συμφυές στοιχείο της συσκευής, για παράδειγμα, όταν αυτή επιτρέπει αποκλειστικά τη χρησιμοποίηση συγκεκριμένων λογισμικών παιχνιδιών βίντεο ή όταν ο χρήστης μπορεί να επιλέξει μεταξύ περιορισμένου αριθμού συγκεκριμένων παιχνιδιών, προγραμματισμένων μέσα στη συσκευή.

89.
    Η προσφεύγουσα φρονεί, εξάλλου, ότι η άποψη αυτή προκύπτει σαφώς από τη νομολογία, δεδομένου ότι το Δικαστήριο έχει κρίνει ότι ο προορισμός του προϊόντος μπορεί να αποτελεί αντικειμενικό κριτήριο για την κατάταξη, εφόσον είναι συμφυής με το εν λόγω προϊόν, ο συμφυής δε αυτός χαρακτήρας πρέπει να μπορεί να εκτιμηθεί σε σχέση με τα αντικειμενικά χαρακτηριστικά και τις αντικειμενικές ιδιότητες του προϊόντος αυτού (απoφάσεις του Δικαστηρίου της 1ης Ιουνίου 1995, C-459/93, Thyssen Haniel Logistic, Συλλογή 1995, σ. Ι-1381, σκέψη 13, και της 28ης Μαρτίου 2000, C-309/98, Holz Geenen, Συλλογή 2000, σ. Ι-1975), ότι η βασιζόμενη στον προορισμό κατάταξη είναι μέθοδος που πρέπει να χρησιμοποιείται ως «έσχατο μέσο» και ότι, προς χάριν της ασφάλειας δικαίου (απόφαση του Δικαστηρίου της 20ής Νοεμβρίου 1997, C-338/95, Wiener SI, Συλλογή 1997, σ. Ι-6495) και της ευκολίας των ελέγχων, πρέπει να προτιμώνται κριτήρια κατατάξεως που βασίζονται στα αντικειμενικά χαρακτηριστικά και ιδιότητες των προϊόντων, οι οποίες μπορούν να επαληθεύονται εύκολα κατά τον χρόνο του εκτελωνισμού (απόφαση του Δικαστηρίου της 16ης Δεκεμβρίου 1976, 38/76, Luma, Συλλογή 1976, σ. 2027, σκέψη 7). Το να λαμβάνεται υπόψη ο προορισμός του προϊόντος δεν θα ήταν λυσιτελές, παρά μονον εάν η κατάταξη μπορούσε να γίνει αποκλειστικά βάσει των αντικειμενικών χαρακτηριστικών και ιδιοτήτων του προϊόντος (προτάσεις του γενικού εισαγγελέα Jacobs στην προπαρατεθείσα απόφαση Wiener SI, Συλλογή 1997, σ. Ι-6497, σημείο 34). Η προσφεύγουσα φρονεί, επιπλέον, ότι στο μέτρο που δεν αμφισβητείται ότι τα αντικειμενικά χαρακτηριστικά και ιδιότητες της κονσόλας PlayStation®2 ανταποκρίνονται στη διατύπωση της κλάσεως 8471 και στο κείμενο των οικείων σημειώσεων του κεφαλαίου, δεν έχει καμιά χρησιμότητα η επίκληση υποκειμενικών κριτηρίων, όπως ο προορισμός ή εμπορική χρήση του προϊόντος, προκειμένου να ακολουθηθεί η ενδεχόμενη επιλογή της κατατάξεως στην κλάση 9504. Τέλος, η προσφεύγουσα σημειώνει ότι η καθής δεν προσκόμισε καμιά απόδειξη ότι, εάν υποτεθεί ότι η κλάση 9504 αποτελούσε πραγματικά θεμιτή επιλογή κατατάξεως, εκείνη θα προέκρινε την κλάση 8471 βάσει του γενικού κανόνα 3β.

90.
    Η καθής απαντά ότι, ως μηχανή επεξεργασίας πληροφοριών υπαγόμενη στην κλάση 8471, η κονσόλα PlayStation®2 δεν μπορεί να καταταχθεί στην κλάση 9504.

91.
    Η καθής φρονεί συναφώς ότι το επιχείρημα της προσφεύγουσας που βασίζεται στην ΕΣΕΣ β) τη σχετική με την κλάση 9504 δεν είναι τόσο πειστικό όσο ισχυρίζεται η εταιρία. Αναγνωρίζει ότι η επεξηγηματική αυτή σημείωση προβλέπει ότι εξαιρούνται της κλάσεως 9504 «[ο]ι μηχανές και συσκευές των διατάξεων της σημειώσεως 5 Α του κεφαλαίου 84, ακόμη και αν είναι προγραμματισμένες για παιχνίδια βίντεο (84.71)». Τονίζει, εντούτοις, ότι, κατά πάγια νομολογία, μολονότι οι ΕΣΕΣ μπορούν να θεωρηθούν ως έγκυρα, έως και πειστικά, μέσα για την ερμηνεία της Συνδυασμένης Ονοματολογίας, παρά ταύτα, δεν είναι νομικώς δεσμευτικές, οπότε, ενδεχομένως, πρέπει να εξετάζεται αν το περιεχόμενό τους είναι σύμφωνο προς αυτές καθαυτές τις διατάξεις του Κοινού Δασμολογίου και δεν τις τροποποιεί (βλ., μεταξύ άλλων, απόφαση του Δικαστηρίου της 9ης Φεβρουαρίου 1999, C-280/97, ROSE Elektrotechnik, Συλλογή 1999, σ. Ι-689). Πέραν αυτού, υπενθυμίζει ότι, εν πάση περιπτώσει, η ΕΣΕΣ β) η σχετική με την κλάση 9504 χρονολογείται από το 1985, εποχή κατά την οποία δεν υπήρχαν παρόμοιες με την κονσόλα PlayStation®2 συσκευές. Εξάλλου, παρατηρεί ότι, πρώτον, το εναρμονισμένο σύστημα δεν επαναλμβάνει τους όρους «ηλεκτρονικός υπολογιστής» ή «προσωπικός ηλεκτρονικός υπολογιστής», οπότε η ΕΣΕΣ β) παραπέμπει στη σημείωση 5 του κεφαλαίου 84, η οποία ορίζει τις αυτόματες μηχανές επεξεργασίας πληροφοριών της κλάσεως 8471, ότι, δεύτερον, παραπέμποντας στη σημείωση 5 Α α, η ΕΣΕΣ β) υπογραμμίζει ότι τα προϊόντα αυτά είναι οι μηχανές που προορίζονται πραγματικά για την επεξεργασία πληροφοριών, ακόμη και αν, βοηθητικώς, μπορούν επίσης να προγραμματιστούν για παιχνίδια βίντεο, και ότι, τρίτον, η ΕΣΕΣ β) δεν παρουσίασε προβλήματα όταν εξετάστηκε από την επιτροπή του εναρμονισμένου συστήματος, διότι η τελευταία θεώρησε ότι η δυνατότητα χρησιμοποιήσεως λογισμικών παιχνιδιών είναι ένα από συνήθη χαρακτηριστικά κάθε ηλεκτρονικού υπολογιστή, συμπεριλαμβανομένων των υπολογιστών γραφείου. Επομένως, η καθής φρονεί ότι η ύπαρξη της επεξηγηματικής αυτής σημειώσεως έχει σκοπό να αποφευχθεί η κατάταξη όλων των ηλεκτρονικών υπολογιστών στην κατηγορία των μηχανών παιχνιδιών.

92.
    Η καθής τονίζει, εξάλλου, ότι το πρόβλημα που θέτει η κατάταξη της κονσόλας PlayStation®2 εξακολουθεί να αποτελεί αντικείμενο έντονων συζητήσεων στην επιτροπή του εναρμονισμένου συστήματος, ενώ η σημερινή τάση είναι υπέρ της κατατάξεως στην κλάση 9504. Σημειώνει ότι τον Νοέμβριο του 2001 υποβλήθηκε στην επιτροπή του εναρμονισμένου συστήματος πρόταση να ταξινομηθεί η κονσόλα PlayStation®2 μαζί με τα «παιχνίδια βίντεο» της κλάσεως 9504 και ότι τα περισσότερα μέλη διέκειντο ευνοϊκά προς την πρόταση αυτή. Κατά την άποψη της καθής, η επιτροπή αποφάσισε να επανεξετάσει το ζήτημα στην επόμενη συνεδρίαση αποκλειστικά λόγω του Ιάπωνα αντιπροσώπου [βλ., ιδίως, τα σημεία 7 έως 9 του παραρτήματος G/9 του εγγράφου NC0510E2 (HSC/28/Nov.2001).

93.
    Εξάλλου, η καθής αντικρούει την επιχειρηματολογία της προσφεύγουσας, σύμφωνα με την οποία υποπίπτει σε σφάλμα προσδιορίζοντας τον «ουσιώδη χαρακτήρα» της συσκευής αποκλειστικά βάσει των λειτουργιών της και όχι βάσει των υλικών ή συστατικών της. Σημειώνει, πράγματι, ότι στις διακρίσεις όπως η 9504 10 00, η ίδια η περιγραφή είναι λειτουργική [«παιχνίδια βίντεο (...)»]. Φρονεί, επομένως, ότι η συσκευή ορθώς ταξινομήθηκε στη διάκριση 9504 10 00, βάσει της λειτουργίας της ως παιχνιδιού βίντεο, δεδομένου ότι πρόκειται στην περίπτωση αυτή για αντικειμενικό της χαρακτηριστικό και ιδιότητα, όπως καθορίζονται στη διάκριση αυτή.

94.
    Η καθής φρονεί ως προς αυτό ότι η προπαρατεθείσα από την προσφεύγουσα νομολογία συνηγορεί υπέρ της απόψεως αυτής. Επισημαίνει επίσης ότι στη σκέψη 15 της αποφάσεως Holz Geenen, που προπαρατέθηκε ανωτέρω στη σκέψη 89, το Δικαστήριο επιβεβαίωσε ότι ο προορισμός του προϊόντος πρέπει να αποτελεί αντικειμενικό κριτήριο για την κατάταξη, εφόσον είναι συμφυής με το εν λόγω προϊόν. Επιπλέον, σημειώνει ότι στην απόφαση του Δικαστηρίου της 18ης Απριλίου 1991, C-219/89, WeserGold (Συλλογή 1991, σ. Ι-1895, σκέψη 9), ο κοινοτικός δικαστής υπενθυμίζει επίσης ότι ο προορισμός ενός προϊόντος πρέπει να υπεισέρχεται στη δασμολογική του κατάταξη μόνον αν ο τίτλος της κλάσεως παραπέμπει στο κριτήριο αυτό. Κατά την άποψή της, πάντως, αν αντικατασταθεί ο όρος «προορισμός» από τον όρο «λειτουργία», προκύπτει από τη νομολογία αυτή ότι η περιγραφή του κωδικού ΣΟ 9504 10 00 («παιχνίδια βίντεο») ορίζει ρητώς τα καταταχθέντα σε αυτήν εμπορεύματα ανάλογα με τη λειτουργία τους.

- Επί του δεύτερου σκέλους, σχετικά με τον ισχυρισμό της εσφαλμένης εφαρμογής του κανόνα 3β για τη δασμολογική κατάταξη της κονσόλας PlayStation®2

95.
    Η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι, σύμφωνα με τη στήλη 3 του παραρτήματος του προσβαλλόμενου κανονισμού, η κονσόλα PlayStation®2 έχει καταταχθεί στον κωδικό ΣΟ 9504 10 00 λόγω του ότι «Από τις διάφορες λειτουργίες της συσκευής (περιλαμβανομένων των παιχνιδιών βίντεο, της ανάγνωσης δίσκων DVD βίντεο και δίσκων CD ήχου, της αυτόματης επεξεργασίας δεδομένων κ.λπ.), η λειτουργία η σχετική με τα παιχνίδια βίντεο προσδίδει στη συσκευή τον ουσιώδη της χαρακτήρα και καθορίζει την κατάταξή της, ως κονσόλας παιχνιδιών, στην κλάση 9504». Φρονεί, πάντως, ότι ο γενικός κανόνας 3β δεν μπορούσε να εφαρμοστεί για τον προσδιορισμό του «ουσιώδους χαρακτήρα» της κονσόλας PlayStation®2 βάσει των λειτουργιών της. Κατά την άποψή της, μια αυτόματη μηχανή επεξεργασίας πληροφοριών δεν μπορεί να καταταχθεί ανάλογα με τη λειτουργία της όταν η λειτουργία αυτή προκύπτει από τη φύση των αρχείων δεδομένων που επεξεργάζεται η μηχανή.

96.
    Η προσφεύγουσα φρονεί, ειδικότερα, ότι η λειτουργία για την οποία χρησιμοποιείται ένα προϊόν δεν μπορεί να ληφθεί υπόψη όταν είναι αποτέλεσμα αντικειμενικών χαρακτηριστικών και ιδιοτήτων του ίδιου του προϊόντος ή, άλλως, όταν η λειτουργία εκδηλώνεται σε ένα υλικό χαρακτηριστικό του προϊόντος, όπως κάποιο υλικό ή συστατικό. Επιπλέον, φρονεί ότι ο τίτλος της κλάσεως πρέπει να κάνει ρητή αναφορά σε αυτή τη λειτουργία ή χρήση. Κατά την άποψή της, προκύπτει από τα παραπάνω ότι, όταν ένα προϊόν συγκεντρώνει περισσότερες λειτουργίες, ο ουσιώδης χαρακτήρας του δεν μπορεί να προσδιοριστεί βάσει των λειτουργιών του, εκτός εάν οι διάφορες λειτουργίες αντιστοιχούν σε διάφορα υλικά ή σε διάφορα στοιχεία. Παραπέμπει συναφώς στη διατύπωση του γενικού κανόνα 3β, ο οποίος ορίζει ότι «[τ]α αναμιγμένα προϊόντα, τα τεχνουργήματα και τα είδη που αποτελούνται από διάφορες ύλες ή προκύπτουν από τη συναρμολόγηση διαφόρων αντικειμένων, καθώς και τα εμπορεύματα που παρουσιάζονται σε σύνολα συσκευασμένα για τη λιανική πώληση, στα οποία η κατάταξη δεν μπορεί να γίνει με εφαρμογή του κανόνα 3α, κατατάσσονται σύμφωνα με την ύλη ή το είδος που δίνει σ' αυτά τον ουσιώδη τους χαρακτήρα, όταν είναι δυνατός αυτός ο καθορισμός».

97.
    Πάντως, η προσφεύγουσα παρατηρεί ότι όλες οι λειτουργίες της κονσόλας PlayStation®2 εξασφαλίζονται από τα ίδια στοιχεία που εκτελούν τις ίδιες εργασίες, κατά τρόπον ώστε να μην είναι δυνατός ο προσδιορισμός για κάθε λειτουργία ενός ξεχωριστού στοιχείου ή υλικού που να διασφαλίζει τη λειτουργία αυτή αποκλείοντας τις άλλες. Υπογραμμίζει ότι η κονσόλα PlayStation®2 δεν είναι ένας συνδυασμός στοιχείων ή μηχανών που διασφαλίζουν πολλές διαφορετικές λειτουργίες, συμπληρωματικές ή εναλλακτικές, και στην οποία οι διαφορετικές λειτουργίες συνδέονται με διαφορετικές μηχανές, υλικά ή συστατικά στοιχεία, διότι, όπως προκύπτει από το πλαίσιο των πραγματικών περιστατικών, το προϊόν αυτό δεν διαθέτει ξεχωριστά στοιχεία για την ανάγνωση του DVD βίντεο, την επεξεργασία των λογισμικών παιχνιδιών βίντεο, την εκτέλεση της γλώσσας BASIC ή των εφαρμογών LINUX. .λα αυτά τα αρχεία τα επεξεργάζεται η κεντρική μονάδα.

98.
    Κατά την προσφεύγουσα, συνεπάγεται από τα ανωτέρω ότι ο προσβαλλόμενος κανονισμός προέβη σε πλημμελή εφαρμογή του γενικού κανόνα 3β, προσδιορίζοντας τον ουσιώδη χαρακτήρα του προϊόντος αποκλειστικά βάσει των λειτουριών της κονσόλας PlayStation®2, αντί βάσει των υλικών ή των στοιχείων με τα οποία οι λειτουργίες πρέπει να είναι συμφυείς.

99.
    Η καθής αντικρούει τον ισχυρισμό περί πλημμελούς εφαρμογής εκ μέρους της του γενικού κανόνα 3β κατά τον προσδιορισμό της δασμολογικής κατατάξεως της κονσόλας PlayStation®2.

100.
    Πρώτον, αφού τονίσει ότι δεν αμφισβητεί το ότι η κονσόλα PlayStation®2 πληροί τις προϋποθέσεις της σημειώσεως 5 Α του κεφαλαίου 84 και ότι η σημείωση 5 Ε του κεφαλαίου αυτού δεν έχει εφαρμογή στην επίδικη περίπτωση, η καθής εφιστά την προσοχή του Πρωτοδικείου στη σημείωση 1 π του τμήματος XVI, που αφορά τα κεφάλαια 84 και 85 της Συνδυασμένης Ονοματολογίας. Ισχυρίζεται ότι αυτή η σημείωση 1 π αναφέρει σαφώς ότι το τμήμα XVI δεν καλύπτει τα άρθρα του κεφαλαίου 95, που αφορά τα παιχνίδια και άλλα είδη διασκεδάσεως και που περιέχει τον κωδικό ΣΟ 9504 10 00 («παιχνίδια βίντεο»), που χρησιμοποιείται στον προσβαλλόμενο κανονισμό. Κατά την άποψή της, από αυτό συνάγεται ότι μία συσκευή που είναι ταυτοχρόνως παιχνίδι (κλάση 9504 - κεφάλαιο 95) και αυτόματη μηχανή επεξεργασίας πληροφοριών (8471 - κεφάλαιο 84 - τμήμα XVI) αποκλείεται από το τμήμα XVI και κατατάσσεται αυτομάτως στην κλάση 9504. Φρονεί, επομένως, ότι πρέπει να διερευνηθεί μήπως στην επίδικη περίπτωση η εν λόγω συσκευή είναι κυρίως παιχνίδι βίντεο, παρότι παρουσιάζει επίσης τα χαρακτηριστικά μιας αυτόματης μηχανής επεξεργασίας πληροφοριών (βλ. απόφαση Rank Xerox, παρατεθείσα ανωτέρω στη σκέψη 86, σκέψη 18), κατά τρόπον ώστε η κατάταξη του προϊόντος στο κεφάλαιο 95 να αποκλείει την εφαρμογή των κεφαλαίων 84 και 85, σύμφωνα με τη σημείωση 1 π του τμήματος XVI.

101.
    Η καθής υπενθυμίζει ακολούθως ότι σύμφωνα με τους γενικούς κανόνες ερμηνείας της Συνδυασμένης Ονοματολογίας η κατάταξη καθορίζεται σύμφωνα με τους όρους των κλάσεων, των διακρίσεων και των σημειώσεων ή των κεφαλαίων (γενικοί κανόνες 1 και 6) και ότι, όταν κάποια εμπορεύματα φαίνεται ότι πρέπει να καταταχθούν σε δύο ή περισσότερες κλάσεις, η ειδικότερη κλάση πρέπει να έχει προτεραιότητα έναντι των γενικότερων κλάσεων (γενικός κανόνας 3β), τα αναμιγμένα προϊόντα των οποίων η κατάταξη δεν μπορεί να γίνει κατ' εφαρμογή του κανόνα της «ειδικής περιγραφής» πρέπει να κατατάσσονται σύμφωνα με το υλικό ή το είδος που τους προσδίδει τον «ουσιώδη χαρακτήρα» τους. Υπογραμμίζει, πάντως, ότι εφάρμοσε αυτόν τον κανόνα του «ουσιώδους χαρακτήρα» στον προσβαλλόμενο κανονισμό, διότι οι λόγοι που αναφέρονται στο παράρτημα του προσβαλλόμενου κανονισμού ορίζουν ότι η δυνατότητα εκτελέσεως παιχνιδιών βίντεο προσδίδει στη συσκευή τον ουσιώδη χαρακτήρα της και προσδιορίζει την κατάταξή του στην κλάση 9504 ως παιχνιδιού βίντεο.

102.
    Η καθής φρονεί, εξάλλου, ότι υπέρ της εκτιμήσεως αυτής σχετικά με τον «ουσιώδη χαρακτήρα» του προϊόντος συνηγορούν και ορισμένες από τις πληροφορίες που προσκομίστηκαν από την προσφεύγουσα μαζί με την προσφυγή. Πρώτον, αναφέρεται στο παράρτημα Α.1 του φακέλου με τις πληροφορίες που κατατέθηκε κατά την παρουσίαση της κονσόλας PlayStation®2 στην επιτροπή ονοματολογίας, όπου υπογραμμίζεται ότι «η άφιξη της [κονσόλας] PlayStation®2 δείχνει και πάλι ότι η Sony Computer Entertainment επανεφευρίσκει την ουσία των παιχνιδιών βίντεο και ανεβάζει τον πήχυ των προσδοκιών μας». Δεύτερον, σημειώνει ότι από την καταγραφή μιας σειράς ερωτήσεων και απαντήσεων κατά τη συνεδρίαση της επιτροπής ονοματολογίας προκύπτει ότι η κονσόλα PlayStation®2 χρησιμοποιείται κυρίως για την εκτέλεση παιχνιδιών βίντεο, ότι η παρουσίασή της την κατατάσσει σαφώς στην κατηγορία των παιχνιδιών βίντεο (κυρίως διότι δεν είναι πρακτικό το να γράφει κάποιος ένα κείμενο χρησιμοποιώντας την αυτοτελή μονάδα ελέγχου για να επιλέγει καθένα από τα γράμματα που πρέπει να εμφανιστούν στην οθόνη), και ότι, ακόμη και αν πρόκειται για αυτόματη μηχανή επεξεργασίας πληροφοριών κατά την έννοια της σημειώσεως 5 Α του κεφαλαίου 84, δεν παύει να είναι ουσιαστικά ένα παιχνίδι βίντεο. Τέλος, η καθής, παραπέμπει σε αντίγραφο διαφημιστικού φυλλαδίου, το οποίο προσκομίζει συνημμένως στο υπόμνημά της και το οποίο καταδεικνύει σαφώς, κατά την ίδια, ότι ο ουσιώδης χαρακτήρας της κονσόλας PlayStation®2 είναι αυτός του παιχνιδιού βίντεο.

Εκτίμηση του Πρωτοδικείου

103.
    Πρέπει να υπομνησθεί ότι το Συμβούλιο έχει παραχωρήσει στην Επιτροπή, η οποία ενεργεί σε συνεργασία με τους τελωνειακούς εμπειρογνώμονες των κρατών μελών, ευρεία εξουσία εκτιμήσεως, προκειμένου να διευκρινίζει το περιεχόμενο των δασμολογικών κλάσεων που λαμβάνονται υπόψη για την κατάταξη συγκεκριμένου εμπορεύματος. Ωστόσο, η εξουσία της Επιτροπής να θεσπίζει τα μέτρα που προβλέπονται στο άρθρο 9, παράγραφος 1, στοιχεία α´, β´, δ´ και ε´, του κανονισμού περί Συνδυασμένης Ονοματολογίας δεν της επιτρέπει να τροποποιεί το περιεχόμενο των δασμολογικών κλάσεων που έχουν θεσπιστεί βάσει του εναρμονισμένου συστήματος που έχει καθιερώσει η Σύμβαση, το περιεχόμενο της οποίας η Κοινότητα δεν μπορεί να τροποποιεί, σύμφωνα με τη δέσμευση που έχει αναλάβει με το άρθρο 3 της Συμβάσεως αυτής (βλ. αποφάσεις του Δικαστηρίου της 14ης Δεκεμβρίου 1995, C-267/94, Γαλλία κατά Επιτροπής, Συλλογή 1995, σ. Ι-4845, σκέψεις 19 και 20, και Holz Geenen, παρατεθείσα ανωτέρω στη σκέψη 89, σκέψη 13).

104.
    Ακολούθως, προκύπτει από πάγια νομολογία ότι το αποφασιστικό κριτήριο για τη δασμολογική κατάταξη των εμπορευμάτων πρέπει να αναζητείται γενικώς στα αντικειμενικά χαρακτηριστικά και ιδιότητές τους, όπως αυτά ορίζονται στη διατύπωση της κλάσεως του Κοινού Δασμολογίου και των σημειώσεων των τμημάτων ή των κεφαλαίων (βλ., ιδίως, αποφάσεις του Δικαστηρίου της 19ης Μα.ου 1994, C-11/93, Siemens Nixdorf, Συλλογή 1994, σ. Ι-1945, σκέψη 11, της 18ης Δεκεμβρίου 1997, C-382/95, Techex, Συλλογή 1997, σ. Ι-7363, σκέψη 11, και της 19ης Οκτωβρίου 2000, C-339/98, Peacock, Συλλογή 2000, σ. Ι-8947, σκέψη 9, και Hewlett Packard France και Hewlett Packard Europe κατά Επιτροπής, παρατεθείσα ανωτέρω στη σκέψη 51, σκέψη 24).

105.
    Ενόψει των αρχών αυτών πρέπει να διαπιστωθεί εάν, όπως υποστηρίζει η προσφεύγουσα, η καθής υπέπεσε σε νομικό σφάλμα κατατάσσοντας, δυνάμει του προσβαλλόμενου κανονισμού, την κονσόλα, της οποίας η περιγραφή περιέχεται στη στήλη 1 του πίνακα που περιλαμβάνεται στο παράρτημα του ως άνω κανονισμού, στην κλάση 9504 10 00 και το CD-ROM που τη συνοδεύει στην κλάση 8524 39 90.

106.
    Συναφώς, πρέπει, κατ' αρχάς, να υπομνησθεί ότι δεν αμφισβητείται από τους διαδίκους ότι η κονσόλα PlayStation®2 πληροί τις προϋποθέσεις της σημειώσεως 5 Α του κεφαλαίου 84 και μπορεί, επομένως, να θεωρηθεί ως αυτόματη μηχανή επεξεργασίας πληροφοριών. Συνεπώς, το προϊόν αυτό μπορεί να καταταχθεί στην κλάση 8471, η διατύπωση της οποίας έχει ως εξής: «Αυτόματες μηχανές επεξεργασίας πληροφοριών και μονάδες (στοιχεία) αυτών. Μαγνητικές ή οπτικές διατάξεις ανάγνωσης, μηχανές εγγραφής των πληροφοριών σε υπόθεμα με κωδικοποιημένη μορφή και μηχανές επεξεργασίας των πληροφοριών αυτών, που δεν κατονομάζονται ούτε περιλαμβάνονται αλλού». Επίσης, οι διάδικοι συμφωνούν ότι η κονσόλα PlayStation®2 δεν ασκεί «άλλη κύρια λειτουργία από αυτήν της επεξεργασίας πληροφοριών», υπό την έννοια με την οποία ο όρος αυτός έχει ερμηνευθεί από το Δικαστήριο (βλ., ιδίως, απόφαση Peacock, παρατεθείσα ανωτέρω στη σκέψη 103, σκέψεις 16 και 17).

107.
    Αντιθέτως, οι διάδικοι δεν συμφωνούν επί της δυνατότητας κατατάξεως της κονσόλας PlayStation®2 στην κλάση 9504 και, ειδικότερα, στη διάκριση 9504 10. Η προσφεύγουσα φρονεί, πράγματι, ότι το γεγονός ότι το προϊόν αυτό πληροί τις προϋποθέσεις που προβλέπονται από τη σημείωση 5 Α του κεφαλαίου 84 και δεν ασκεί κύρια λειτουργία κατά την έννοια της σημειώσεως 5 Α του ως άνω κεφαλαίου αποκλείει αφ' εαυτού την πιθανότητα κατατάξεως του προϊόντος στη διάκριση 9504 10, διότι η κατάταξη μιας αυτόματης μηχανής επεξεργασίας πληροφοριών δεν πρέπει να εξαρτάται από τον τύπο του αρχείου δεδομένων που η μηχανή αυτή επεξεργάζεται.

108.
    Κατά τον χρόνο εκδόσεως του προσβαλλόμενου κανονισμού, η διατύπωση της κλάσεως 9504 είχε ως εξής: «Είδη για παιχνίδια συντροφιάς, στα οποία περιλαμβάνονται και τα παιχνίδια με κινητήρα ή μηχανισμό, τα σφαιριστήρια (μπιλιάρδα), τα ειδικά τραπέζια για παιχνίδια λεσχών και τα αυτόματα παιχνίδια τύπου μπόουλινγκ». Η δε διάκριση 9504 10 είχε την εξής διατύπωση: «Παιχνίδια βίντεο των τύπων που χρησιμοποιούνται μαζί με δέκτη τηλεόρασης».

109.
    Στην προκειμένη περίπτωση, πρέπει να σημειωθεί ότι ούτε η διατύπωση της διακρίσεως 9504 10 ούτε οι σημειώσεις των τμημάτων και κεφαλαίων δίνουν ορισμό για τα «παιχνίδια βίντεο». Η μόνη προϋπόθεση που θέτει η ως άνω διατύπωση είναι ότι πρέπει να πρόκειται για συσκευές «που χρησιμοποιούνται μαζί με δέκτη τηλεόρασης», προϋπόθεση η οποία, όπως προκύπτει από τον προσβαλλόμενο κανονισμό, πληρούται αναμφισβήτητα στην επίδικη περίπτωση. Το ίδιο συμπέρασμα επιβάλλεται εξάλλου και όσον αφορά τις ΕΣΕΣ και τις ΕΣΣΟ, οι οποίες δεν δίνουν ορισμό για τα «παιχνίδια βίντεο».

110.
    Πρέπει, πάντως, να υπομνησθεί ότι σε παρόμοια υπόθεση στην οποία ούτε οι ΕΣΕΣ ούτε οι ΕΣΣΟ έδιναν ορισμό των επίδικων προϊόντων, το Δικαστήριο έκρινε ότι έπρεπε να αναζητηθεί το αντικειμενικό χαρακτηριστικό των προϊόντων αυτών, που μπορεί να τα διακρίνει από άλλα, στη χρήση για την οποία προορίζονται τα προϊόντα. Συγκεκριμένα, στην περίπτωση των πιτζαμών, το Δικαστήριο έκρινε ότι το αντικειμενικό χαρακτηριστικό των προϊόντων αυτών ήταν να φοριούνται στο κρεβάτι ως ενδύματα νυκτός και ότι, εφόσον το εν λόγω αντικειμενικό χαρακτηριστικό μπορεί να εξακριβωθεί κατά τη στιγμή του εκτελωνισμού, το γεγονός ότι είναι επίσης δυνατή και άλλη χρήση του ενδύματος δεν μπορεί να αποκλείσει τον νομικό χαρακτηρισμό τους ως πιτζαμών. Το Δικαστήριο έκρινε ότι ως πιτζάμες υπό την έννοια της δασμολογικής κλάσεως 6108 έπρεπε να θεωρούνται όχι μόνον οι συνδυασμοί δύο πλεκτών ενδυμάτων οι οποίοι, λόγω της εξωτερικής τους εμφανίσεως, προορίζονται να φοριούνται αποκλειστικά στο κρεβάτι, αλλά και οι συνδυασμοί που χρησιμοποιούνται κυρίως για τον σκοπό αυτό (απόφαση του Δικαστηρίου της 9 Αυγούστου 1994, C-395/93, Neckermann Versand, Συλλογή 1994, σ. Ι-4027, σκέψη 6 επ., και απόφαση Wiener SI, παρατεθείσα ανωτέρω στη σκέψη 89, σκέψεις 13 και 14).

111.
    .να τέτοιο σκεπτικό μπορεί να εφαρμοστεί σε μια περίπτωση όπως η επίδικη. ´Ετσι, ελλείψει ορισμού για τα «παιχνίδια βίντεο», υπό την έννοια της διακρίσεως 9504 10, πρέπει να θεωρείται ως τέτοιο κάθε προϊόν που προορίζεται να χρησιμοποιηθεί, αποκλειστικώς ή κυρίως, για την εκτέλεση παιχνιδιών βίντεο, ενώ θα μπορούσε να χρησιμοποιείται και για άλλους σκοπούς.

112.
    Επομένως, είναι αναμφισβήτητο ότι, τόσο από τον τρόπο με τον οποίο η κονσόλα PlayStation®2 εισάγεται, πωλείται και παρουσιάζεται στο κοινό, όσο και από τον τρόπο με τον οποίο είναι προγραμματισμένη, η κονσόλα PlayStation®2 προορίζεται κυρίως για την εκτέλεση παιχνιδιών βίντεο, παρότι, όπως προκύπτει από τον προσβαλλόμενο κανονισμό, μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί και για άλλες εργασίες, όπως η ανάγνωση DVD βίντεο και σύμπυκνων δίσκων ήχου, καθώς και αυτόματη επεξεργασία πληροφοριών.

113.
    Το συμπέρασμα αυτό επιβεβαιώνεται από πολλά έγγραφα και, συγκεκριμένα, από τα φυλλάδια και άλλες πληροφορίες διαφημιστικού περιεχομένου σχετικές με την κονσόλα PlayStation®2, οι οποίες προσκομίστηκαν από τους διαδίκους στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας. Προκύπτει, πράγματι, σαφώς από τα έγγραφα αυτά ότι η κονσόλα PlayStation®2 διατίθεται στο εμπόριο και πωλείται στους καταναλωτές κυρίως ως κονσόλα παιχνιδιών βίντεο, παρότι μπορεί να χρησιμοποιηθεί και για άλλους σκοπούς. Προκύπτει, επιπλέον, από διάφορες απαντήσεις που δόθηκαν από την προσφεύγουσα στο πλαίσιο της παρουσιάσεως της κονσόλας PlayStation®2 ενώπιον της επιτροπής ονοματολογίας, στις 27 Φεβρουαρίου 2001, ότι οι καταναλωτές εκλαμβάνουν την κονσόλα PlayStation®2 κυρίως ως κονσόλα παιχνιδιών. Τέλος, όπως προκύπτει από την περιγραφή του προϊόντος που περιλαμβάνεται στη στήλη 1 του πίνακα που προσαρτάται στον προσβαλλόμενο κανονισμό, η κονσόλα PlayStation®2 προορίζεται για τη λιανική πώληση ως κονσόλα παιχνιδιών βίντεο, δεδομένου ότι παρουσιάζεται με «αυτοτελή μονάδα ελέγχου [που] διαθέτει ορισμένα κουμπιά τα οποία χρησιμοποιούνται κυρίως για να παίζονται παιχνίδια βίντεο», καθώς και με καλώδια συνδέσεως. Αντιθέτως, όπως επιβεβαιώθηκε και από την προσφεύγουσα, οι άλλες μονάδες, όπως το σύνηθες πληκτρολόγιο, το ποντίκι και η οθόνη υπολογιστή με τα οποία μπορεί να συνδεθεί, πωλούνται χωριστά.

114.
    Επιπλέον, πρέπει να σημειωθεί ότι ούτε η διατύπωση της διακρίσεως 9504 10 ούτε οι σημειώσεις των σχετικών τμημάτων και κεφαλαίων περιέχουν κατευθύνσεις, ούτε πολλώ μάλλον περιορισμούς, ως προς τον τρόπο λειτουργίας και/ή τη σύνθεση των προϊόντων που υπάγονται στη διάκριση αυτή. Από αυτό προκύπτει ότι, αντιθέτως προς όσα ισχυρίζεται η προσφεύγουσα, το γεγονός και μόνον ότι η κονσόλα PlayStation®2 μπορεί να λειτουργήσει ως αυτόματη μηχανή επεξεργασίας πληροφοριών και ότι τα παιχνίδια βίντεο δεν είναι παρά ένα από τα είδη αρχείων που μπορεί να επεξεργαστεί, δεν επιτρέπει από μόνο του τον αποκλεισμό της κατατάξεώς της στη διάκριση 9504 10, εφόσον είναι προφανές ότι η συσκευή αυτή προορίζεται να χρησιμοποιηθεί κυρίως για την εκτέλεση παιχνιδιών βίντεο.

115.
    Αντιθέτως προς όσα υποστηρίζει η προσφεύγουσα, το συμπέρασμα αυτό δεν αμφισβητείται από την ΕΣΕΣ β) τη σχετική με την κλάση 9504, η οποία προβλέπει ότι εξαιρούνται της κλάσεως αυτής «[ο]ι μηχανές και συσκευές των διατάξεων της σημειώσεως 5 Α του κεφαλαίου 84, ακόμη και αν είναι προγραμματισμένες για παιχνίδια βίντεο (84.71)».

116.
    Είναι αληθές ότι, κατά πάγια νομολογία, οι ΕΣΕΣ αποτελούν σημαντικά στοιχεία για τη διασφάλιση από τις τελωνειακές αρχές των κρατών μελών της ομοιόμορφης εφαρμογής του Κοινού Δασμολογίου και είναι δυνατόν, υπ' αυτήν τους την ιδιότητα, να θεωρηθούν ως έγκυρα για την ερμηνεία του μέσα. Ωστόσο, οι σημειώσεις αυτές δεν είναι νομικώς δεσμευτικές, οπότε πρέπει, ενδεχομένως, να εξετάζεται αν το περιεχόμενό τους είναι σύμφωνο προς αυτές καθαυτές τις διατάξεις του Κοινού Δασμολογίου και δεν τις τροποποιεί (απόφαση της 16ης Ιουνίου 1994, C-35/93, Develop Dr. Eisbein, Συλλογή 1994, σ. Ι-2655, σκέψη 21).

117.
    Πρέπει, πάντως, να υπογραμμιστεί ότι αν, όπως προβάλλει η προσφεύγουσα, η ΕΣΕΣ β) η σχετική με την κλάση 9504 έπρεπε να ερμηνευθεί κατά την έννοια ότι αποκλείει την κατάταξη στην κλάση αυτή όλων των προϊόντων που πληρούν τις προϋποθέσεις της σημειώσεως 5 Α του κεφαλαίου 84, συμπεριλαμβανομένων αυτών που προορίζονται να χρησιμοποιηθούν κυρίως για την εκτέλεση παιχνιδιών βίντεο, η σημείωση αυτή θα είχε ως αποτέλεσμα την τροποποίηση και, ειδικότερα, τον περιορισμό του πεδίου της κλάσεως αυτής και της διακρίσεως 9504 10, ο οποίος δεν θα ήταν επιτρεπτός.

118.
    Τέλος, πρέπει να απορριφθεί ο ισχυρισμός της προσφεύγουσας, κατά τον οποίο το γεγονός της κατατάξεως μιας αυτόματης μηχανής επεξεργασίας πληροφοριών σύμφωνα με το είδος των αρχείων δεδομένων που επεξεργάζεται θα είχε ως αποτέλεσμα τον ανεπίτρεπτο περιορισμό του πεδίου της κλάσεως 8471 διά της εισαγωγής ενός νέου κανόνα που επεκτείνει το κριτήριο της «κύριας λειτουργίας», που προβλέπεται στη σημείωση 5 Ε του κεφαλαίου 84, σε όλες τις λειτουργίες που καλύπτονται από οποιαδήποτε άλλη κλάση ή διάκριση της Συνδυασμένης Ονοματολογίας. Είναι αληθές ότι, όπως παρατηρείται ανωτέρω, στη σκέψη 106, η κονσόλα PlayStation®2 δεν ασκεί «άλλη κύρια λειτουργία από αυτήν της επεξεργασίας πληροφοριών» και ότι η εκτέλεση παιχνιδιών βίντεο δεν συνιστά αφ' εαυτής κύρια λειτουργία της συσκευής αυτής. Ωστόσο, μόνο το γεγονός ότι μία συσκευή πληροί τις προϋποθέσεις της σημειώσεως 5 Α του κεφαλαίου 84 και δεν ασκεί άλλη κύρια λειτουργία από αυτήν της επεξεργασίας πληροφοριών κατά την έννοια της σημειώσεως 5 Ε του ως άνω κεφαλαίου, δεν επιτρέπει από μόνο του τον αποκλεισμό της δυνατότητας κατατάξεως μιας τέτοιας συσκευής σε άλλη κλάση.

119.
    Αφού αποδείχθηκε ότι η κονσόλα PlayStation®2, αντίθετα προς όσα υποστηρίζει η προσφεύγουσα, μπορεί να καταταχθεί στην κλάση 9504, πρέπει τώρα να διερευνηθεί αν, όπως προκύπτει από το δεύτερο σκέλος του ισχυρισμού της προσφεύγουσας, η καθής, καθορίζοντας, δυνάμει του γενικού κανόνα 3β, την κατάταξη της κονσόλας PlayStation®2 σύμφωνα με τη λειτουργία που της προσδίδει τον ουσιώδη χαρακτήρα της, υπέπεσε σε νομικό σφάλμα.

120.
    Πρέπει, πράγματι, να διαπιστωθεί εάν, όπως προκύπτει από την αιτιολογία της στήλης 3 του πίνακα που προσαρτάται στον προσβαλλόμενο κανονισμό, η καθής καθόρισε την κατάταξη της κονσόλας PlayStation®2 βάσει της θεωρήσεως ότι «[α]πό τις διάφορες λειτουργίες της συσκευής (περιλαμβανομένων των παιχνιδιών βίντεο, της ανάγνωσης δίσκων DVD βίντεο και δίσκων CD ήχου, της αυτόματης επεξεργασίας δεδομένων κ.λπ.), η λειτουργία η σχετική με τα παιχνίδια βίντεο προσδίδει στη συσκευή τον ουσιώδη της χαρακτήρα». Στα έγγραφά της και κατά την προφορική διαδικασία, η καθής επιβεβαίωσε ότι στο σημείο αυτό είχε εφαρμόσει τον γενικό κανόνα 3β.

121.
    Σύμφωνα με τη διατύπωσή του, ο γενικός κανόνας 3 εφαρμόζεται μόνον «[ό]ταν εμπορεύματα πρέπει, εκ πρώτης όψεως, να καταταγούν σε δύο ή περισσότερες κλάσεις, σε εφαρμογή του κανόνα 2β ή σε κάθε άλλη περίπτωση».

122.
    Ο γενικός κανόνας 3β ορίζει ότι «[τ]α αναμιγμένα προϊόντα, τα τεχνουργήματα και τα είδη που αποτελούνται από διάφορες ύλες ή προκύπτουν από τη συναρμολόγηση διαφόρων αντικειμένων, καθώς και τα εμπορεύματα που παρουσιάζονται σε σύνολα συσκευασμένα για τη λιανική πώληση, στα οποία η κατάταξη δεν μπορεί να γίνει με εφαρμογή του κανόνα 3α, κατατάσσονται σύμφωνα με την ύλη ή το είδος που δίνει σ' αυτά τον ουσιώδη τους χαρακτήρα, όταν είναι δυνατός αυτός ο καθορισμός.»

123.
    Από τη διατύπωση του κανόνα αυτού προκύπτει σαφώς ότι δεν αφορά παρά μόνον την κατάταξη των «αναμιγμένων προϊόντων, των τεχνουργημάτων και των ειδών που αποτελούνται από διάφορες ύλες ή προκύπτουν από τη συναρμολόγηση διαφόρων αντικειμένων, καθώς και των εμπορευμάτων που παρουσιάζονται σε σύνολα συσκευασμένα για τη λιανική πώληση».

124.
    Επιπλέον, πρέπει να τονιστεί ότι, σύμφωνα με τους σαφείς όρους του γενικού κανόνα 3β, αυτός προβλέπει την κατάταξη των αναμιγμένων προϊόντων και των συνόλων τους αποκλειστικά ανάλογα με την ύλη ή το είδος που δίνει σ' αυτά τον ουσιώδη τους χαρακτήρα. Αντιθέτως, δεν προβλέπει τη δυνατότητα κατατάξεως αναμιγμένων προϊόντων ή των συνόλων αυτών ανάλογα με τη λειτουργία που τους προσδίδει τον ουσιώδη χαρακτήρα τους.

125.
    Η ερμηνεία αυτή του γενικού κανόνα 3β επιβεβαιώνεται από τη σχετική ΕΣΕΣ σχετικά με τον κανόνα αυτόν, η οποία διευκρινίζει ότι «το γνώρισμα που προσδιορίζει τον χαρακτήρα ενός προϊόντος διαφέρει ανάλογα με το είδος του προϊόντος. Παραδείγματος χάρη, ο χαρακτήρας ενός προϊόντος μπορεί να προκύπτει από το είδος και τα χαρακτηριστικά κατασκευής της ύλης ή των συστατικών μερών, από το μέγεθός τους, τον όγκο τους, το βάρος τους, την αξία τους ή τη σπουδαιότητά τους σε σχέση με τη χρησιμοποίηση του προϊόντος».

126.
    Η ερμηνεία αυτή βρίσκει επίσης έρεισμα στη νομολογία του Δικαστηρίου, σύμφωνα με την οποία, δυνάμει του γενικού κανόνα ερμηνείας 3β, «είναι ανάγκη για τη δασμολογική κατάταξη ενός προϊόντος να εξακριβωθεί ποια από τις ύλες που το αποτελούν είναι αυτή που του προσδίδει τον ουσιώδη χαρακτήρα του. Προς τούτο, πρέπει να εξεταστεί αν το προϊόν εξακολουθεί να διατηρεί τις ιδιότητες που το χαρακτηρίζουν, χωρίς το ένα ή το άλλο από τα συστατικά του στοιχεία» (αποφάσεις του Δικαστηρίου της 21ης Ιουνίου 1988, 253/87, Sportex, Συλλογή 1988, σ. 3351, σκέψη 8, της 10ης Μα.ου 2001, C-288/99, VauDe Sport, Συλλογή 2001, σ. Ι-3683, σκέψη 25, και της 7ης Φεβρουαρίου 2002, C-276/00, Turbon International, Συλλογή 2002, σ. Ι-1389, σκέψη 26· βλ. επίσης, υπ' αυτήν την έννοια, αποφάσεις του Δικαστηρίου της 9ης Φεβρουαρίου 1984, 60/83, Metro, Συλλογή 1984, σ. 671, σκέψη 15, της 20ής Ιουνίου 1996, C-121/95, VOBIS Microcomputer, Συλλογή 1996, σ. Ι-3047, σκέψεις 19 έως 25, και της 17ης Ιουνίου 1997, C-105/96, Codiesel, Συλλογή 1997, σ. Ι-3465, σκέψεις 22 επ.).

127.
    Είναι αληθές ότι, απαντώντας σε ερώτηση του Πρωτοδικείου, η καθής ισχυρίστηκε ότι το συστατικό στοιχείο που προσδίδει στην κονσόλα PlayStation®2 τον ουσιώδη χαρακτήρα της είναι στο στοιχείο που ονομάζεται «Emotion Εngine». Πρέπει, ωστόσο, να σημειωθεί ότι ο ισχυρισμός αυτός δεν ανταποκρίνεται στην αιτιολογία της στήλης 3 του πίνακα που προσαρτάται στον προσβαλλόμενο κανονισμό, σύμφωνα με την οποία η λειτουργία η σχετική με τα παιχνίδια βίντεο είναι αυτή που προσδίδει στη συσκευή τον ουσιώδη χαρακτήρα της. Επιπλέον, η καθής επιβεβαίωσε ότι το «Emotion Εngine» δεν είναι στην πραγματικότητα τίποτε άλλο από την κεντρική μονάδα επεξεργασίας της κονσόλας PlayStation®2. Το στοιχείο αυτό, όμως, αποτελεί το κύριο συστατικό όλων των αυτόματων μηχανών επεξεργασίας πληροφοριών και δεν μπορεί, επομένως, να δικαιολογήσει την κατάταξη του προϊόντος στην κλάση των «παιχνιδιών βίντεο».

128.
    Συνάγεται εξ αυτού ότι εσφαλμένως η καθής βασίστηκε στον γενικό κανόνα 3β για τη θεμελίωση του προσβαλλόμενου κανόνα.

129.
    Εξάλλου, πρέπει να απορριφθεί ο ισχυρισμός της καθής, σύμφωνα με τον οποίο, για την κατάταξη της κονσόλας PlayStation®2 πρέπει επίσης να εφαρμοστεί η σημείωση 1 π του τμήματος XVI, η οποία εξαιρεί από το τμήμα XVI «τα άρθρα του κεφαλαίου 95».

130.
    Πράγματι, παρότι, αντιθέτως προς όσα ισχυρίζεται η προσφεύγουσα, δεν πρέπει να αποκλειστεί η δυνατότητα εφαρμογής της σημειώσεως αυτής στον προσδιορισμό της δασμολογικής κατατάξεως της κονσόλας PlayStation®2, πρέπει να υπενθυμιστεί ότι, σύμφωνα με την αιτιολογία της στήλης 3 του πίνακα που προσαρτάται στον προσβαλλόμενο κανονισμό, στην επίδικη περίπτωση η κατάταξη καθορίστηκε «από τις διατάξεις των γενικών κανόνων 1, 3β και 6 για την ερμηνεία της Συνδυασμένης Ονοματολογίας, από τη σημείωση 6 του κεφαλαίου 85, καθώς και από το κείμενο των κωδικών ΣΟ 8524, 8524 39, 8524 39 90, [καθώς και των] 9504 και 9504 10 00.»

131.
    Από τα ανωτέρω προκύπτει σαφώς ότι η κατάταξη της κονσόλας, της οποίας η περιγραφή περιλαμβάνεται στη στήλη 1, δεν καθορίστηκε βάσει της σημειώσεως 1 π του τμήματος XVI. Αντιθέτως προς όσα υποστήριξε η καθής στην απάντησή της προς το Πρωτοδικείο, καθώς και στην προφορική διαδικασία, δεν μπορεί να συναχθεί από την αναφορά και μόνο του γενικού κανόνα 1 στην αιτιολογία ότι η σημείωση 1 π του τμήματος XVI χρησιμοποιήθηκε για τον καθορισμό της δασμολογικής κατατάξεως. Πράγματι, ο γενικός κανόνας 1, ο οποίος ορίζει ότι η κατάταξη καθορίζεται νόμιμα σύμφωνα με το κείμενο των κλάσεων και σημειώσεων των τμημάτων ή των κεφαλαίων και ότι οι άλλοι γενικοί κανόνες μπορούν να εφαρμοστούν, εφόσον δεν είναι αντίθετοι προς το κείμενο των εν λόγω κλάσεων και σημειώσεων, είναι με τη μορφή αυτή υπερβολικά ασαφής και δεν επιτρέπει στους ενδιαφερόμενους να καταλάβουν ότι η κατάταξη καθορίζεται, στην προκειμένη περίπτωση, βάσει της σημειώσεως 1 π του τμήματος XVI, όπως προβάλλει η καθής. Πρέπει, όμως, να υπογραμμιστεί ότι η υποχρέωση αιτιολογήσεως που έχει η καθής όταν εκδίδει έναν κανονισμό δασμολογικής κατατάξεως επιβάλλει στην Επιτροπή να αναφέρει σαφώς τις νομικές βάσεις επί των οποίων στηρίζεται η κατάταξη, ώστε να επιτρέπεται στους ενδιαφερομένους να γνωρίζουν τους λόγους λήψεως του μέτρου και στον κοινοτικό δικαστή να ασκεί τον έλεγχό του (βλ., υπ' αυτή την έννοια, αποφάσεις του Δικαστηρίου της 13ης Οκτωβρίου 1992, C-63/90 και C-67/90, Πορτογαλία και Ισπανία κατά Συμβουλίου, Συλλογή 1992, σ. Ι-5073, σκέψη 16, της 14ης Ιουλίου 1994, C-353/92, Ελλάδα κατά Συμβουλίου, Συλλογή 1994, σ. Ι-3411, σκέψη 19, και της 4ης Φεβρουαρίου 1997, C-9/95, C-23/95 και C-156/95, Βέλγιο και Γερμανία κατά Επιτροπής, Συλλογή 1995, σ. Ι-645, σκέψη 44). Η απλή αναφορά στον γενικό κανόνα 1 δεν αρκεί για την τήρηση της υποχρεώσεως αυτής.

132.
    Εξάλλου, πρέπει να παρατηρηθεί ότι, αν υποτεθεί ότι οι κλάσεις 8471 και 9504 ήταν οι μοναδικές κλάσεις στις οποίες μπορούσε να καταταχθεί η κονσόλα PlayStation®2, η συνδυασμένη εφαρμογή της σημειώσεως 1 π του τμήματος XVI και του γενικού κανόνα 3β για τον καθορισμό της τελικής κατατάξεως του προϊόντος αυτού θα αποκλειόταν. Πράγματι, σε μια τέτοια υποθετική περίπτωση, η σημείωση 1 π του τμήματος XVI θα επέτρεπε από μόνη της τον καθορισμό της κατατάξεως του προϊόντος αυτού στην κλάση 9504, αποκλείοντας, λόγω του γεγονότος αυτού, την εφαρμογή των γενικών κανόνων, και συγκεκριμένα του γενικού κανόνα 3β, οι οποίοι, σύμφωνα με τον γενικό κανόνα 1, εφαρμόζονται μόνον εφόσον δεν είναι αντίθετοι προς το περιεχόμενο των κλάσεων και των σημειώσεων των τμημάτων.

133.
    Κατόπιν όλων των ανωτέρω, πρέπει να αναγνωριστεί ότι η καθής υπέπεσε σε νομικό σφάλμα καθορίζοντας την κατάταξη της κονσόλας παιχνιδιών, η περιγραφή της οποίας περιλαμβάνεται στη στήλη 1, βάσει του γενικού κανόνα 3β. Επιπλέον, στο μέτρο που δεν αμφισβητείται από τους διαδίκους ότι ενδεχόμενο σφάλμα ως προς την κατάταξη της κονσόλας έχει ως αποτέλεσμα να καθίσταται ανίσχυρη την κατάταξη του CD-ROM που την συνοδεύει, πρέπει να αναγνωριστεί ότι η καθής υπέπεσε σε σφάλμα δικαίου και ως προς αυτό.

134.
    Επομένως, χωρίς να χρειάζεται να εξεταστεί ο λόγος ακυρώσεως που αφορά την παράβαση της υποχρεώσεως αιτιολογήσεως, ο προσβαλλόμενος κανονισμός πρέπει να ακυρωθεί κατά το μέρος που κατατάσσει την κονσόλα, της οποίας η περιγραφή περιλαμβάνεται στη στήλη 1 του προσαρτημένου στον ως άνω κανονισμό πίνακα, σύμφωνα με τον κωδικό ΣΟ 9504 10 00 και το CD-ROM που την συνοδεύει σύμφωνα με τον κωδικό ΣΟ 8524 39 90.

Αίτημα αποδεικτικών μέσων της διαδικασίας

Ισχυρισμοί των διαδίκων

135.
    Με ξεχωριστό δικόγραφο που κατέθεσε στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου στις 3 Οκτωβρίου 2001, η προσφεύγουσα ζήτησε από το Πρωτοδικείο να διατάξει την Επιτροπή να προσκομίσει τα εξής έγγραφα:

-    τις θέσεις των συνεδριάσεων της επιτροπής ονοματολογίας που πραγματοποιήθηκαν στις 27 Φεβρουαρίου 2001, στις 9, 10 και 11 Απριλίου 2001 και στις 30 Μα.ου 2001·

-    την αλληλογραφία μεταξύ της νομικής υπηρεσίας της Επιτροπής και των υπηρεσιών της Γενικής Διευθύνσεως Φορολογίας και Τελωνειακής Ενώσεως κατά τη γνωμοδότησή της επί της νομιμότητας του προσβαλλόμενου κανονισμού, προ της εκδόσεώς του.

136.
    .σον αφορά τη γνώμη της νομική υπηρεσίας, η προσφεύγουσα δέχθηκε να γνωστοποιηθεί αυτή μόνο στο Πρωτοδικείο.

137.
    Σε απάντηση της αιτήσεως της προσφεύγουσας για την προσκόμιση εγγράφων, η καθής προσκόμισε συνημμένως στο υπόμνημά της αντικρούσεως αντίγραφα των εξής εγγράφων:

-    την αναφορά επί των θέσεων της 243ης συνεδριάσεως της επιτροπής ονοματολογίας, που πραγματοποιήθηκε στις 27 Φεβρουαρίου 2001·

-    την αναφορά επί των θέσεων της 247ης συνεδριάσεως της επιτροπής ονοματολογίας, που πραγματοποιήθηκε στις 9, 10 και 11 Απριλίου 2001·

-    την αναφορά επί των θέσεων της 252ας συνεδριάσεως της επιτροπής ονοματολογίας, που πραγματοποιήθηκε στις 30 Μα.ου 2001·

-    τη σημείωση της 16ης Μα.ου 2001, σχετικά με τις ενδοϋπηρεσιακές διαβουλεύσεις, υπογεγραμμένη από τον γενικό διευθυντή φορολογίας και τελωνειακής ενώσεως.

138.
    Αντιθέτως, η καθής αρνήθηκε να προσκομίσει τη γραπτή γνώμη που της έδωσε η νομική της υπηρεσία στο πλαίσιο των ενδοϋπηρεσιακών διαβουλεύσεων, λόγω των αρχών που συνδέονται με «τη σταθερότητα της κοινοτικής τάξεως και της καλής λειτουργίας των κοινοτικών οργάνων». Εντούτοις, δήλωσε ότι, αν το Πρωτοδικείο την καλέσει να του γνωστοποιήσει την εμπιστευτική αυτή γνώμη, είναι διατεθειμένη να το κάνει.

Εκτίμηση του Πρωτοδικείου

139.
    Πρέπει να αναγνωριστεί ότι η καθής συνήνεσε σε όλα τα αιτήματα προσκομίσεως εγγράφων που υπέβαλε η προσφεύγουσα, εκτός από το σχετικό με την προσκόμιση της γνώμης της νομικής υπηρεσίας της πρώτης στο πλαίσιο των ενδοϋπηρεσιακών διαβουλεύσεων. Ως προς αυτό το τελευταίο αίτημα, αρκεί να αναγνωριστεί ότι, πέραν του εμπιστευτικού της χαρακτήρα, η συγκεκριμένη γνώμη δεν παρουσιάζει ενδιαφέρον για την επίλυση της παρούσας διαφοράς, και, κατά συνέπεια, δεν πρέπει να διαταχθεί η προσκόμισή της.

Επί των δικαστικών εξόδων

140.
    Κατά το άρθρο 87, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα εφόσον υπήρχε σχετικό αίτημα του νικήσαντος διαδίκου. Επειδή η καθής ηττήθηκε, πρέπει να καταδικαστεί στα δικαστικά έξοδα, σύμφωνα με το αίτημα της προσφεύγουσας.

Για τους λόγους αυτούς,

ΤΟ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ (τρίτο τμήμα)

αποφασίζει:

1)    Ακυρώνει τον κανονισμό (ΕΚ) 1400/2001 της Επιτροπής, της 10ης Ιουλίου 2001, για την κατάταξη εμπορευμάτων στη Συνδυασμένη Ονοματολογία (EE L 189, σ. 5) κατά το μέρος που κατατάσσει την κονσόλα, της οποίας η περιγραφή περιλαμβάνεται στη στήλη 1 του προσαρτημένου στον ως άνω κανονισμό πίνακα, σύμφωνα με τον κωδικό ΣΟ 9504 10 00, και το CD-ROM που τη συνοδεύει σύμφωνα με τον κωδικό ΣΟ 8524 39 90.

2)    Απορρίπτει το αίτημα προσκομίσεως της γνώμης της νομικής υπηρεσίας της καθής.

3)    Καταδικάζει την καθής στο σύνολο των δικαστικών εξόδων.

Lenaerts

Azizi
Jaeger

Δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στο Λουξεμβούργο στις 30 Σεπτεμβρίου 2003.

Ο Γραμματέας

Ο Πρόεδρος

H. Jung

K. Lenaerts

Περιεχόμενα

    Νομικό πλαίσιο

II - 2

        Γενικά

II - 2

        Γενικοί κανόνες ερμηνείας της Συνδυασμένης Ονοματολογίας

II - 3

        Διατυπώσεις των κλάσεων και διακρίσεων και των σημειώσεων κεφαλαίων και τμημάτων

II - 4

            Διάκριση 8471 50 90

II - 4

            Κλάσεις 8524 39 10 και 8524 39 90

II - 5

            Η κλάση 9504 10 00

II - 6

        Δεσμευτικές δασμολογικές πληροφορίες

II - 6

    Ιστορικό της διαφοράς

II - 7

        Η δίκη στο Ηνωμένο Βασίλειο

II - 7

        Η διαδικασία ενώπιον της επιτροπής ονοματολογίας

II - 9

        Ο προσβαλλόμενος κανονισμός

II - 9

        Η διαδικασία μετά τη δημοσίευση του προσβαλλόμενου κανονισμού

II - 11

    Διαδικασία και προτάσεις

II - 12

    Επί του νόμω βάσιμου

II - 12

        Επί του παραδεκτού

II - 12

            Ισχυρισμοί των διαδίκων

II - 13

            Εκτίμηση του Πρωτοδικείου

II - 16

    Επί της ουσίας

II - 21

        Γενική παρουσίαση των ισχυρισμών

II - 22

        Επί της παραβάσεως του κανονισμού περί Συνδυασμένης Ονοματολογίας

II - 22

            Ισχυρισμοί των διαδίκων

II - 22

                - Επί του πρώτου σκέλους, του σχετικού με το επιχείρημα της προβαλλόμενης αδυναμίας κατατάξεως μιας μηχανής επεξεργασίας πληροφοριών, όπως η κονσόλα PlayStation®2, στην κλάση 9504

II - 22

                - Επί του δεύτερου σκέλους, σχετικά με τον ισχυρισμό της εσφαλμένης εφαρμογής του κανόνα 3β για τη δασμολογική κατάταξη της κονσόλας PlayStation®2

II - 27

            Εκτίμηση του Πρωτοδικείου

II - 30

        Αίτημα αποδεικτικών μέσων της διαδικασίας

II - 37

            Ισχυρισμοί των διαδίκων

II - 37

            Εκτίμηση του Πρωτοδικείου

II - 38

    Επί των δικαστικών εξόδων

II - 38


1: Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική.