Language of document : ECLI:EU:T:2014:52

Συνεκδικασθείσες υποθέσεις T‑174/12 και T‑80/13

Syrian Lebanese Commercial Bank SAL

κατά

Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης

«Κοινή εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφάλειας — Περιοριστικά μέτρα κατά της Συρίας — Δέσμευση κεφαλαίων — Προσαρμογή των αιτημάτων — Προθεσμία — Πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως — Υποχρέωση αιτιολογήσεως — Δικαίωμα σε αποτελεσματική ένδικη προστασία — Δικαιώματα άμυνας»

Περίληψη — Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου (έκτο τμήμα)
της 4ης Φεβρουαρίου 2014

1.      Ένδικη διαδικασία — Απόφαση ή κανονισμός που αντικαθιστά την προσβαλλόμενη πράξη κατά την εκκρεμοδικία — Νέο στοιχείο — Παραδεκτό νέων αιτημάτων

(Κανονισμός Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, άρθρο 48 § 2· απόφαση 2013/109/ΚΕΠΠΑ του Συμβουλίου)

2.      Προσφυγή ακυρώσεως — Προθεσμίες — Έναρξη — Πράξη που συνεπάγεται περιοριστικά μέτρα σε βάρος προσώπων ή οντοτήτων — Γνωστοποίηση στον ενδιαφερόμενο διά δημοσιεύσεως στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης — Γνωστοποίηση της πράξεως κατά την ημερομηνία της δημοσιεύσεως — Αίτημα προσαρμογής των αιτημάτων της προσφυγής, υποβληθέν βάσει της παραδοχής ότι η ημερομηνία δημοσιεύσεως αποτελεί το σημείο αφετηρίας της προθεσμίας υποβολής του — Παραδεκτό

(Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, άρθρο 47· Κανονισμός Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, άρθρο 102 § 1)

3.      Πράξεις των οργάνων — Αιτιολογία — Υποχρέωση αιτιολογήσεως — Περιεχόμενο — Δέσμευση κεφαλαίων προσώπων, οντοτήτων ή οργανισμών που ευθύνονται για τη βίαιη καταστολή του άμαχου πληθυσμού στη Συρία — Υποχρέωση γνωστοποιήσεως της αιτιολογίας στον ενδιαφερόμενο ταυτόχρονα με την έκδοση της βλαπτικής γι’ αυτόν πράξεως ή αμέσως μετά — Θεραπεία της ελλείψεως αιτιολογίας κατά τη διάρκεια της ένδικης διαδικασίας — Δεν επιτρέπεται

(Άρθρο 296, εδ. 2, ΣΛΕΕ· αποφάσεις του Συμβουλίου 2011/782/ΚΕΠΠΑ και 2012/739/ΚΕΠΠΑ· κανονισμοί του Συμβουλίου 36/2012, 55/2012 και 1117/2012)

4.      Πράξεις των οργάνων — Αιτιολογία — Υποχρέωση αιτιολογήσεως — Περιεχόμενο — Δέσμευση κεφαλαίων προσώπων, οντοτήτων ή οργανισμών που ευθύνονται για τη βίαιη καταστολή του άμαχου πληθυσμού στη Συρία — Υποχρέωση γνωστοποιήσεως της αιτιολογίας στον ενδιαφερόμενο ταυτόχρονα με την έκδοση της βλαπτικής γι’ αυτόν πράξεως ή αμέσως μετά — Όρια — Ασφάλεια της Ένωσης και των κρατών μελών ή διεθνείς σχέσεις αυτών — Απόφαση ενταγμένη σε πλαίσιο γνωστό στον ενδιαφερόμενο, το οποίο του παρέχει τη δυνατότητα να αντιληφθεί το περιεχόμενο του ληφθέντος έναντι αυτού μέτρου — Παραδεκτό της συνοπτικής αιτιολογίας

(Άρθρο 296, εδ. 2, ΣΛΕΕ· αποφάσεις του Συμβουλίου 2011/782/ΚΕΠΠΑ και 2012/739/ΚΕΠΠΑ· κανονισμοί του Συμβουλίου 36/2012, 55/2012 και 1117/2012)

5.      Προσφυγή ακυρώσεως — Λόγοι — Παράβαση ουσιώδους τύπου — Υποχρέωση αιτιολογήσεως — Λόγος διακριτός από τον σχετικό με τη ουσιαστική νομιμότητα

(Άρθρο 263, εδ. 2, ΣΛΕΕ)

6.      Κοινή εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφάλειας — Περιοριστικά μέτρα σε βάρος της Συρίας — Δέσμευση κεφαλαίων προσώπων, οντοτήτων ή οργανισμών που ευθύνονται για τη βίαιη καταστολή του άμαχου πληθυσμού — Οντότητα ανήκουσα σε τέτοια οντότητα ή ελεγχόμενη από αυτή — Θυγατρική ανήκουσα σε μητρική εταιρία θιγόμενη από τα μέτρα, η οποία δύναται να ελέγχει τη γενική συνέλευση της θυγατρικής — Επάρκεια του κεφαλαιουχικού δεσμού

(Κανονισμός 36/2012 του Συμβουλίου, άρθρο 15 § 1)

7.      Κοινή εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφάλειας — Περιοριστικά μέτρα σε βάρος της Συρίας — Δέσμευση κεφαλαίων προσώπων, οντοτήτων ή οργανισμών που ευθύνονται για τη βίαιη καταστολή του άμαχου πληθυσμού — Οντότητα ανήκουσα σε τέτοια οντότητα ή ελεγχόμενη από αυτή — Στενός κεφαλαιουχικός δεσμός μεταξύ μητρικής εταιρίας και της θυγατρικής της — Έλεγχος των δραστηριοτήτων της θυγατρικής από κεντρική τράπεζα τρίτης χώρας — Δεν ασκεί επιρροή

(Κανονισμός 36/2012 του Συμβουλίου, άρθρο 15 § 1)

8.      Δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης — Αρχές — Δικαιώματα άμυνας — Δικαίωμα αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας — Δέσμευση κεφαλαίων ορισμένων προσώπων και οντοτήτων που ευθύνονται για τη βίαιη καταστολή του άμαχου πληθυσμού στη Συρία — Δικαίωμα ακροάσεως πριν τη θέσπιση τέτοιων μέτρων — Δεν υφίσταται — Δικαιώματα διασφαλιζόμενα μέσω του δικαστικού ελέγχου που ασκεί ο δικαστής της Ένωσης και από τη δυνατότητα διεξαγωγής ακροάσεως μετά τη θέσπιση των μέτρων αυτών — Υποχρέωση γνωστοποιήσεως των επιβαρυντικών στοιχείων — Περιεχόμενο

(Άρθρο 6 § 1 ΣΕΕ· Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, άρθρα 41 § 2, στοιχείο α΄, και 47· αποφάσεις του Συμβουλίου 2011/782/ΚΕΠΠΑ, άρθρο 21 §§ 2 και 3, 2012/739/ΚΕΠΠΑ, άρθρο 27 §§ 2 και 3, και 2013/255/ΚΕΠΠΑ, άρθρο 30 §§ 2 και 3· κανονισμός 36/2012 του Συμβουλίου, άρθρο 32 §§ 2 και 3)

9.      Κοινή εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφάλειας — Περιοριστικά μέτρα σε βάρος της Συρίας — Δέσμευση κεφαλαίων ορισμένων προσώπων και οντοτήτων που ευθύνονται για τη βίαιη καταστολή του άμαχου πληθυσμού — Δικαιώματα άμυνας — Γνωστοποίηση των επιβαρυντικών στοιχείων — Μεταγενέστερη απόφαση με την οποία διατηρείται το όνομα προσώπου στον κατάλογο των προσώπων τα οποία αφορούν τα εν λόγω μέτρα — Προσβολή του δικαιώματος ακροάσεως — Δεν υφίσταται

(Αποφάσεις του Συμβουλίου 2012/739/ΚΕΠΠΑ, 2013/109/ΚΕΠΠΑ και 2013/255/ΚΕΠΠΑ· κανονισμοί του Συμβουλίου 1117/2012 και 363/2013)

10.    Κοινή εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφάλειας — Περιοριστικά μέτρα σε βάρος της Συρίας — Δέσμευση κεφαλαίων και οικονομικών πόρων — Διαδικασία καταχωρίσεως στον κατάλογο των προσώπων τα οποία αφορούν τα εν λόγω μέτρα — Διαδικασία διασφαλίζουσα το σεβασμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων — Επιλογή της νομικής βάσεως — Άρθρο 215 ΣΛΕΕ αντί του άρθρου 75 ΣΛΕΕ — Επιτρέπεται

(Άρθρα 75 ΣΛΕΕ και 215 §§ 2 και 3 ΣΛΕΕ· Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, άρθρο 51 § 1· απόφαση 2011/273/ΚΕΠΠΑ του Συμβουλίου· κανονισμός 36/2012 του Συμβουλίου, άρθρο 32 §§ 2 έως 4)

1.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 51-54)

2.      Το ζήτημα αν το άρθρο 102, παράγραφος 1, του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου έχει εφαρμογή σε περίπτωση που η έκδοση πράξεως σχετικά με περιοριστικά μέτρα έχει γνωστοποιηθεί στον ενδιαφερόμενο με τη δημοσίευση ανακοινώσεως έχει καθοριστική σημασία για να διαπιστωθεί εάν μια αίτηση προσαρμογής των αιτημάτων έχει υποβληθεί πριν τη λήξη της προθεσμίας ασκήσεως προσφυγής κατά κανονισμού, προθεσμίας υπολογιζόμενης από τη δημοσίευση της προαναφερθείσας ανακοινώσεως.

Συναφώς, εάν το Συμβούλιο προβεί στη δημοσίευση ανακοινώσεως, λόγω αδυναμίας να προβεί σε ατομική κοινοποίηση, οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να πληροφορηθούν την ενέργεια αυτή μόνο μέσω της Επίσημης Εφημερίδας της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Σκοπός της προθεσμίας των δεκατεσσάρων ημερών που προβλέπεται στο άρθρο 102, παράγραφος 1, του Κανονισμού Διαδικασίας είναι να εξασφαλιστεί υπέρ των διαδίκων επαρκής χρόνος για την άσκηση προσφυγής κατά δημοσιευμένων πράξεων και, ως εκ τούτου, να προστατευθεί το δικαίωμα σε αποτελεσματική ένδικη προστασία, όπως αυτό πλέον κατοχυρώνεται με το άρθρο 47 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Δεδομένου ότι ο Κανονισμός Διαδικασίας προβλέπει, στο άρθρο 102, παράγραφος 1, προθεσμία δεκατεσσάρων επιπλέον ημερών για την άσκηση προσφυγής κατά των πράξεων που δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα, συνάγεται το συμπέρασμα ότι η διάταξη αυτή πρέπει να εφαρμοστεί κατ’ αναλογία και στην περίπτωση που το γεγονός από το οποίο υπολογίζεται είναι μια ανακοίνωση σχετικά με τις πράξεις αυτές, η οποία επίσης δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Συγκεκριμένα, οι λόγοι που δικαιολογούν τη χορήγηση επιπλέον προθεσμίας δεκατεσσάρων ημερών για τις πράξεις που δημοσιεύονται ισχύουν και για τις δημοσιευόμενες ανακοινώσεις, κατ’ αντίθεση προς τις ατομικές ανακοινώσεις

Εξάλλου, εάν γινόταν δεκτό ότι το εν λόγω άρθρο του Κανονισμού Διαδικασίας δεν έχει εν προκειμένω εφαρμογή, οι πολίτες θα περιέρχονταν σε μειονεκτικότερη θέση από αυτή στην οποία θα βρίσκονταν ελλείψει υποχρεώσεως ατομικής ανακοινώσεως. Συγκεκριμένα, στην τελευταία αυτή περίπτωση, η απλή δημοσίευση πράξεων που περιέχουν περιοριστικά μέτρα θα αρκούσε για την έναρξη της προθεσμίας ασκήσεως προσφυγής, η οποία θα περιελάμβανε τις δεκατέσσερις επιπλέον ημέρες που προβλέπει το άρθρο 102, παράγραφος 1, του Κανονισμού Διαδικασίας.

(βλ. σκέψεις 63-66)

3.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψη 75)

4.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 76, 77, 131, 132, 144)

5.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψη 86)

6.      Όταν δεσμεύονται τα κεφάλαια μιας οντότητας ως προς την οποία έχει αναγνωρισθεί ότι στηρίζει το συριακό καθεστώς υπάρχει ο μη αμελητέος κίνδυνος η οντότητα αυτή να ασκήσει πίεση στις οντότητες που ελέγχει ή που της ανήκουν, προκειμένου να καταστρατηγήσουν το αποτέλεσμα των εις βάρος της μέτρων. Κατά συνέπεια, η δέσμευση των κεφαλαίων των οντοτήτων αυτών είναι αναγκαία και πρόσφορη για τη διασφάλιση της αποτελεσματικότητας των μέτρων που ελήφθησαν και προς αποτροπή της καταστρατηγήσεως των μέτρων αυτών. Εξάλλου, σε περίπτωση που το κεφάλαιο νομικού προσώπου ανήκει σε άλλο πρόσωπο για το οποίο δεν υπάρχουν αμφιβολίες ότι πρέπει να υπαχθεί στα περιοριστικά μέτρα, σε ποσοστό που εξασφαλίζει στο δεύτερο τη δυνατότητα να ελέγχει τη γενική συνέλευση του πρώτου, το πρώτο νομικό πρόσωπο πρέπει, λόγω του κεφαλαιουχικού δεσμού και μόνον, να υπαχθεί και αυτό στα προαναφερθέντα μέτρα, υπό την προϋπόθεση ότι οι πράξεις με τις οποίες θεσπίστηκαν τα μέτρα αυτά προβλέπουν την εφαρμογή τους και σε νομικά πρόσωπα ανήκοντα ή ελεγχόμενα από νομικά πρόσωπα ως προς τα οποία έχουν επιβληθεί τα μέτρα αυτά.

Συγκεκριμένα, η καταχώριση και η διατήρηση της καταχωρίσεως ενός προσώπου στους καταλόγους των προσώπων στα οποία επιβάλλονται περιοριστικά μέτρα, λόγω της ταυτότητας του πλειοψηφούντος μετόχου, δεν αποφασίζεται από το Συμβούλιο λόγω αυτοτελούς συμπεριφοράς του εν λόγω προσώπου, αντίθετης προς τις επιταγές των πράξεων περί επιβολής τέτοιων μέτρων, αλλά λόγω της μετοχικής συνθέσεώς του και, συνεπώς, λόγω της σχέσεώς του με τη μητρική εταιρία.

(βλ. σκέψεις 101, 102, 104, 108, 123, 144, 169)

7.      Ο κεφαλαιουχικός σύνδεσμος μεταξύ του προσώπου στο οποίο έχουν επιβληθεί περιοριστικά μέτρα και της μητρικής εταιρίας δεν μπορεί να αμφισβητηθεί με το επιχείρημα ότι οι δραστηριότητες του προσώπου αυτού υπόκεινται στον έλεγχο της κεντρικής τράπεζας τρίτης χώρας. Συγκεκριμένα, ο έλεγχος που ασκεί και τα μέτρα που λαμβάνει μια τέτοια τράπεζα αφορούν τα κεφάλαια που το εν λόγω πρόσωπο διαθέτει στη συγκεκριμένη χώρα. Αντιθέτως, τα μέτρα που θέσπισε το Συμβούλιο αφορούν μόνον τα κεφάλαια που διαθέτει ή ενδέχεται να διαθέτει το πρόσωπο αυτό εντός της Ένωσης, καθώς και τις συναλλαγές τις οποίες θα ήθελε να πραγματοποιήσει με τα κεφάλαια αυτά. Εξάλλου και κυρίως, το εν λόγω πρόσωπο δεν μπορεί να αμφισβητήσει τη σκοπιμότητα της καταχωρίσεώς του και της διατηρήσεως της καταχωρίσεώς του στους καταλόγους των προσώπων που υπόκεινται στα περιοριστικά μέτρα κατά της Συρίας, τα οποία θέσπισε το Συμβούλιο, προβάλλοντας το επιχείρημα ότι οι δραστηριότητές του, περιλαμβανομένων εκείνων που έχουν κάποια σχέση με την Ένωση, υπόκεινται στην εποπτεία της αρμόδιας αρχής τρίτου κράτους.

(βλ. σκέψεις 116-122)

8.      Προκειμένου περί περιοριστικών μέτρων, ο σεβασμός των δικαιωμάτων άμυνας, και, ιδίως, του δικαιώματος ακροάσεως, δεν επιτάσσει να γνωστοποιούν οι αρχές της Ένωσης, πριν από την αρχική καταχώριση προσώπου ή οντότητας σε κατάλογο για την επιβολή περιοριστικών μέτρων, τους λόγους της καταχωρίσεως αυτής στο θιγόμενο πρόσωπο ή οντότητα. Συγκεκριμένα, η εκ των προτέρων γνωστοποίηση θα διακύβευε την αποτελεσματικότητα των μέτρων δεσμεύσεως κεφαλαίων και οικονομικών πόρων που επιβάλλουν οι εν λόγω αρχές. Προς επίτευξη των επιδιωκομένων σκοπών, τα μέτρα αυτά πρέπει, ως εκ της φύσεώς τους, να επιβάλλονται αιφνιδιαστικά και να εφαρμόζονται αμέσως. Επομένως, το Συμβούλιο δεν υποχρεούται να προβαίνει σε ακρόαση του προσώπου στο οποίο έχουν επιβληθεί περιοριστικά μέτρα πριν την πρώτη καταχώρισή του στους καταλόγους των προσώπων που υπόκεινται στα μέτρα αυτά. Συναφώς, η δυνατότητα του εν λόγω προσώπου να απευθυνθεί στο Συμβούλιο μετά τη γνωστοποίηση της καταχωρίσεώς του στους καταλόγους των προσώπων που υπόκεινται στα περιοριστικά μέτρα αρκεί για τον σεβασμό των δικαιωμάτων άμυνας. Εξάλλου, ούτε η επίδικη ρύθμιση ούτε η γενική αρχή του σεβασμού των δικαιωμάτων άμυνας παρέχουν στους ενδιαφερόμενους δικαίωμα ακροάσεως. Αντιθέτως, αυτό που έχει σημασία είναι ότι το εν λόγω πρόσωπο είχε τη δυνατότητα, από τη στιγμή της καταχωρίσεώς του στους καταλόγους των προσώπων που υπόκεινται στα περιοριστικά μέτρα, να ασκήσει τα δικαιώματα άμυνάς του και το δικαίωμά του σε αποτελεσματική ένδικη προστασία, εκθέτοντας στο Συμβούλιο και στο Γενικό Δικαστήριο τους λόγους για τους οποίους θεωρεί την καταχώρισή του μη δικαιολογημένη.

(βλ. σκέψεις 137-140, 145, 147)

9.      Προκειμένου περί περιοριστικών μέτρων λαμβανόμενων στο πλαίσιο της κοινής εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφαλείας, δεν μπορεί να προβληθεί λυσιτελώς το επιχείρημα περί αιφνιδιαστικού χαρακτήρα των εν λόγω μέτρων σε σχέση με τον σεβασμό των δικαιωμάτων άμυνας, όσον αφορά μεταγενέστερες πράξεις με τις οποίες διατηρείται η καταχώριση προσφεύγουσας στον κατάλογο των προσώπων εις βάρος των οποίων λαμβάνονται τα περιοριστικά μέτρα.

Ωστόσο, το δικαίωμα ακροάσεως πριν την έκδοση πράξεων με τις οποίες διατηρούνται σε ισχύ τα περιοριστικά μέτρα σε βάρος προσώπων που ήδη υπόκεινται σε αυτά πρέπει να εξασφαλίζεται εφόσον το Συμβούλιο έχει λάβει υπόψη νέα στοιχεία σε βάρος των προσώπων αυτών.

Σε περίπτωση που ένα πρόσωπο κάνει χρήση της δυνατότητας ακροάσεως, σε σχέση με την έκδοση μεταγενέστερων πράξεων, διά της υποβολής σχετικού εγγράφου στο Συμβούλιο, εγγράφου στο οποίο το Συμβούλιο απάντησε μετά την άσκηση προσφυγής από το εν λόγω πρόσωπο κατά των πράξεων αυτών, το γεγονός ότι το Συμβούλιο προέβη σε ακρόαση του προσώπου αυτού πριν την έκδοση των συγκεκριμένων πράξεων δεν ασκεί επιρροή, εφόσον το Συμβούλιο αποφάσισε τη διατήρηση της καταχωρίσεως του ως άνω προσώπου στους επίμαχους καταλόγους, χωρίς να έχει λάβει υπόψη του νέα σχετικά στοιχεία.

(βλ. σκέψεις 148-154)

10.    Η συμμετοχή του Κοινοβουλίου στη νομοθετική διαδικασία αντανακλά βεβαίως, στο επίπεδο της Ένωσης, τη θεμελιώδη δημοκρατική αρχή ότι οι λαοί μετέχουν στην άσκηση της εξουσίας μέσω αντιπροσωπευτικής συνελεύσεως, πλην όμως η διαφορά μεταξύ των άρθρων 75 ΣΛΕΕ και 215 ΣΛΕΕ, ως προς τη συμμετοχή του Κοινοβουλίου, είναι απόρροια της επιλογής των συντακτών της Συνθήκης της Λισσαβώνας να περιορίσουν τον ρόλο του Κοινοβουλίου όσον αφορά τη δράση της Ένωσης στο πλαίσιο της κοινής εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφαλείας.

Συναφώς, δεν είναι αντίθετο προς το δίκαιο της Ένωσης το να μπορούν να λαμβάνονται μέτρα που θίγουν ευθέως θεμελιώδη δικαιώματα φυσικών ή νομικών προσώπων με διαδικασία χωρίς τη συμμετοχή του Κοινοβουλίου, δεδομένου ότι υποχρέωση σεβασμού των θεμελιωδών δικαιωμάτων υπέχουν, κατά το άρθρο 51, παράγραφος 1, του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όλα τα όργανα και οι οργανισμοί της Ένωσης. Εξάλλου, κατά το άρθρο 215, παράγραφος 3, ΣΛΕΕ, οι πράξεις που εκδίδονται βάσει αυτού πρέπει να περιέχουν τις αναγκαίες διατάξεις περί νομικών εγγυήσεων. Επομένως, μια πράξη, όπως ο κανονισμός 36/2012, σχετικά με περιοριστικά μέτρα λόγω της κατάστασης στη Συρία και την κατάργηση του κανονισμού 442/2011, η οποία περιλαμβάνει εγγυήσεις όσον αφορά τον σεβασμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων των θιγόμενων προσώπων, μπορεί να έχει ως νομική βάση το άρθρο 215, παράγραφος 2, ΣΛΕΕ.

Εν προκειμένω, ο κανονισμός 36/2012 περιέχει τις αναγκαίες διατάξεις για την εξασφάλιση της προστασίας των θεμελιωδών δικαιωμάτων, καθώς προβλέπει, μεταξύ άλλων, στο άρθρο 32, παράγραφοι 2 έως 4, την υποχρέωση του Συμβουλίου να αιτιολογεί την καταχώριση κάθε φυσικού ή νομικού προσώπου στον κατάλογο των προσώπων που υπόκεινται στα προβλεπόμενα από τον κανονισμό αυτό περιοριστικά μέτρα, να γνωστοποιεί στα πρόσωπα αυτά την απόφασή του, είτε απευθείας είτε με τη δημοσίευση ανακοινώσεως, παρέχοντάς τους τη δυνατότητα να υποβάλουν παρατηρήσεις, να επανεξετάζει την απόφασή του, όταν παρουσιάζονται σημαντικά νέα στοιχεία ή υποβάλλονται παρατηρήσεις, και να επανεξετάζει τους καταλόγους ανά τακτά χρονικά διαστήματα, και τουλάχιστον ανά δωδεκάμηνο.

(βλ. σκέψεις 161-163)