Language of document : ECLI:EU:T:2014:254

Υπόθεση T‑406/09

Donau Chemie AG

κατά

Ευρωπαϊκής Επιτροπής

«Ανταγωνισμός — Συμπράξεις — Αγορά του ανθρακασβεστίου και του μαγνησίου για τη χαλυβουργία και τη βιομηχανία φυσικού αερίου στον ΕΟΧ, με εξαίρεση την Ιρλανδία, την Ισπανία, την Πορτογαλία και το Ηνωμένο Βασίλειο — Απόφαση διαπιστώνουσα παράβαση του άρθρου 81 ΕΚ— Καθορισμός των τιμών και κατανομή της αγοράς — Πρόστιμα — Άρθρο 23 του κανονισμού (ΕΚ) 1/2003 — Κατευθυντήριες γραμμές του 2006 για τον υπολογισμό των προστίμων — Ελαφρυντικές περιστάσεις — Συνεργασία κατά τη διοικητική διαδικασία — Υποχρέωση αιτιολογήσεως — Ίση μεταχείριση — Αναλογικότητα — Ικανότητα πληρωμής»

Περίληψη – Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου (τρίτο τμήμα)
της 14ης Μαΐου 2014

1.      Προσφυγή ακυρώσεως – Λόγοι – Ελλιπής ή ανεπαρκής αιτιολογία – Λόγος διαφορετικός από εκείνον που αφορά την ουσιαστική νομιμότητα

(Άρθρο 253 ΕΚ)

2.      Πράξεις των οργάνων – Αιτιολογία – Υποχρέωση αιτιολογήσεως – Περιεχόμενο

(Άρθρα 81 ΕΚ και 253 ΕΚ)

3.      Ανταγωνισμός – Πρόστιμα – Ύψος – Εξουσία εκτιμήσεως της Επιτροπής – Δικαστικός έλεγχος – Πλήρης δικαιοδοσία – Αποτέλεσμα – Υποχρεωτική εφαρμογή των κατευθυντήριων γραμμών για τον υπολογισμό των προστίμων – Αποκλείεται – Υποχρέωση τηρήσεως της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως

(Άρθρο 81 ΕΚ· κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρο 31· ανακοίνωση 2006/C 210/02 της Επιτροπής)

4.      Ανταγωνισμός – Πρόστιμα – Ύψος – Καθορισμός – Κριτήρια – Σοβαρότητα της παραβάσεως – Εκτίμηση – Εκδήλωση της παραβάσεως – Συγκεκριμένος αντίκτυπος στην αγορά – Διαφορετικά κριτήρια

(Άρθρο 81 ΕΚ· ανακοίνωση 210/C 02/22 της Επιτροπής, σημείο 22)

5.      Ανταγωνισμός – Πρόστιμα – Ύψος – Καθορισμός – Κριτήρια – Σοβαρότητα της παραβάσεως – Ελαφρυντικές περιστάσεις – Τροποποίηση των κατευθυντήριων γραμμών για τον υπολογισμό των προστίμων – Υποχρέωση της Επιτροπής να τηρεί την πρακτική που ακολούθησε με προγενέστερες αποφάσεις της – Δεν υφίσταται

(Άρθρο 81 ΕΚ· κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρο 23 §§ 2 και 3· ανακοινώσεις της Επιτροπής 98/C 9/03 και 2006/C 210/02)

6.      Ανταγωνισμός – Πρόστιμα – Ύψος – Καθορισμός – Κριτήρια – Σοβαρότητα της παραβάσεως – Εκτίμηση – Εκτίμηση κατά περίπτωση – Συνεκτίμηση κριτηρίων που δεν αναφέρονται ρητώς στις κατευθυντήριες γραμμές που έχει καθορίσει η Επιτροπή

(Άρθρο 81 ΕΚ· κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρο 23 §§ 2 και 3· ανακοίνωση 2006/C 210/02 της Επιτροπής)

7.      Ανταγωνισμός – Πρόστιμα – Ύψος – Καθορισμός – Κριτήρια – Σοβαρότητα της παραβάσεως – Εκτίμηση – Υπέρτερη σημασία του εμπρόθετου χαρακτήρα της συμπεριφοράς σε σχέση με τις συνέπειές της

(Άρθρο 81 ΕΚ· κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρο 23 §§ 2 και 3· ανακοίνωση 2006/C 210/02 της Επιτροπής)

8.      Ανταγωνισμός – Πρόστιμα – Ύψος – Καθορισμός – Κριτήρια – Σοβαρότητα και διάρκεια της παραβάσεως – Παράβαση διαπραχθείσα από περισσότερες επιχειρήσεις – Σοβαρότητα που πρέπει να εκτιμάται μεμονωμένα

(Άρθρο 81 ΕΚ· κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρο 23 §§ 2 και 3)

9.      Ανταγωνισμός – Πρόστιμα – Ύψος – Καθορισμός – Κριτήρια – Σοβαρότητα της παραβάσεως – Σοβαρότητα της συμμετοχής εκάστης επιχειρήσεως – Διάκριση

(Άρθρο 81 ΕΚ· κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρο 23 §§ 2 και 3· ανακοίνωση 2006/C 210/02 της Επιτροπής)

10.    Ανταγωνισμός – Πρόστιμα – Ύψος – Καθορισμός – Κριτήρια – Σοβαρότητα της παραβάσεως – Ελαφρυντικές περιστάσεις – Επιχείρηση που επέδειξε παθητική συμπεριφορά ή μιμήθηκε άλλες επιχειρήσεις – Κριτήρια εκτιμήσεως

(Άρθρο 81 ΕΚ· κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρο 23 §§ 2 και 3· ανακοίνωση 2006/C 210/02 της Επιτροπής)

11.    Ανταγωνισμός – Πρόστιμα – Ύψος – Καθορισμός – Κριτήρια – Σοβαρότητα της παραβάσεως – Ελαφρυντικές περιστάσεις – Επιχείρηση που προσχώρησε σε σύμπραξη κατόπιν πιέσεων – Δεν ασκεί επιρροή – Δεν συντρέχει ελαφρυντική περίσταση

(Άρθρο 81 ΕΚ· κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρο 23 §§ 2 και 3)

12.    Ανταγωνισμός – Πρόστιμα – Ύψος – Καθορισμός – Κριτήρια – Σοβαρότητα της παραβάσεως – Συνεκτίμηση της μειωμένης ικανότητας πληρωμής μιας επιχειρήσεως – Έννοια – Επιχείρηση μικρότερη από τις λοιπές μετέχουσες στη σύμπραξη – Αποκλείεται

(Άρθρο 81 ΕΚ· κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρο 23 §§ 2 και 3· ανακοίνωση 2006/C 210/02 της Επιτροπής)

13.    Ανταγωνισμός – Πρόστιμα – Επιβολή – Όφελος που έχει αποκομίσει η επιχείρηση λόγω της παραβάσεως – Δεν υφίσταται – Καθορισμός – Κριτήρια – Σοβαρότητα της παραβάσεως – Ελαφρυντικές περιστάσεις – Αποκόμιση κέρδους από την παράβαση – Δεν απαιτείται

(Κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρο 23· ανακοίνωση 2006/C 210/02 της Επιτροπής)

14.    Ανταγωνισμός – Πρόστιμα – Ύψος – Καθορισμός – Κριτήρια – Σοβαρότητα της παραβάσεως – Ελαφρυντικές περιστάσεις – Συνεργασία της εμπλεκομένης επιχειρήσεως πέραν του πεδίου εφαρμογής της ανακοινώσεως περί επιείκειας – Κριτήρια εκτιμήσεως – Συνεκτίμηση της μη αμφισβητήσεως των πραγματικών περιστατικών από την εν λόγω επιχείρηση – Όρια

(Άρθρο 81 ΕΚ· κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρο 23 §§ 2 και 3· ανακοίνωση 210/C 02/29 της Επιτροπής, σημείο 29)

15.    Ανταγωνισμός – Πρόστιμα – Ύψος – Καθορισμός – Κριτήρια – Σοβαρότητα της παραβάσεως – Ελαφρυντικές περιστάσεις – Εκπόνηση προγράμματος συμμορφώσεως προς το δίκαιο του ανταγωνισμού – Μη υποχρεωτική συνεκτίμηση

(Άρθρο 81 ΕΚ· κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρο 23· ανακοινώσεις 98/C 9/03 και 2006/C 210/02)

16.    Ανταγωνισμός – Κανόνες της Ένωσης – Παραβάσεις – Διάπραξη εκ προθέσεως ή εξ αμελείας – Έννοια

(Άρθρο 81 ΕΚ)

17.    Ανταγωνισμός – Πρόστιμα – Ύψος – Καθορισμός – Κριτήρια – Σοβαρότητα της παραβάσεως – Ελαφρυντικές περιστάσεις – Κακή οικονομική κατάσταση του επίμαχου τομέα – Δεν περιλαμβάνεται

(Άρθρο 81 ΕΚ· κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρο 23 § 2· ανακοίνωση 2006/C 210/02 της Επιτροπής

18.    Ένδικη διαδικασία – Προσκόμιση αποδείξεων – Προθεσμία – Εκπρόθεσμη πρόταση αποδεικτικών μέσων – Προϋποθέσεις

(Κανονισμός Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, άρθρο 48 § 1)

19.    Ανταγωνισμός – Πρόστιμα – Ύψος – Καθορισμός – Μείωση του προστίμου σε αντάλλαγμα της συνεργασίας της κατηγορουμένης επιχειρήσεως – Προϋποθέσεις – Επιχείρηση που μετέσχε σε πλείονες πτυχές της παραβάσεως και προσκόμισε στοιχεία για μία μόνον από τις πτυχές αυτές – Συνεκτίμηση της συμμετοχής της επιχειρήσεως αυτής σε άλλες πτυχές της παραβάσεως – Δεν επιτρέπεται

(Άρθρο 81 ΕΚ· κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρο 23 § 2· ανακοίνωση 2006/C 210/02 της Επιτροπής)

20.    Ανταγωνισμός – Πρόστιμα – Ύψος – Καθορισμός – Κριτήρια – Συμπεριφορά της επιχειρήσεως κατά τη διοικητική διαδικασία – Συμπεριφορά που πρέπει να διευκολύνει τη διαπίστωση της παραβάσεως από την Επιτροπή

(Άρθρο 81 ΕΚ· ανακοίνωση 210/C 02/29 της Επιτροπής, σημείο 29)

21.    Ανταγωνισμός – Πρόστιμα – Ύψος – Καθορισμός – Κριτήρια – Αποτρεπτικός χαρακτήρας του προστίμου – Ειδική προσαύξηση για τις επιχειρήσεις που έχουν ιδιαίτερα υψηλό κύκλο εργασιών – Εξουσία εκτιμήσεως της Επιτροπής

(Άρθρο 81 ΕΚ· κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρο 23 §§ 2 και 3· ανακοίνωση 2002/C 45/03 της Επιτροπής, σημείο 30)

22.    Ανταγωνισμός – Πρόστιμα – Ύψος – Καθορισμός – Τήρηση της αρχής της αναλογικότητας – Υποχρέωση επιβολής προστίμου απολύτως ανάλογου προς τα κέρδη που έχει πραγματοποιήσει η επιχείρηση στις οικείες αγορές – Δεν υφίσταται

(Άρθρο 81 ΕΚ· κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρο 23 §§ 2 και 3· ανακοίνωση 2006/C 210/02 της Επιτροπής)

23.    Ανταγωνισμός – Πρόστιμα – Ύψος – Καθορισμός – Μέγιστο ύψος – Πρόστιμο επιβληθέν σε επιχείρηση μικρού ή μεσαίου μεγέθους – Πρόστιμο που αντιστοιχεί σε ποσοστό σχεδόν ίσο προς το 10 % του συνολικού κύκλου εργασιών της – Ποσοστό υψηλότερο από το επιβληθέν σε άλλους μετέχοντες στη σύμπραξη – Προσβολή, εξ αυτού του γεγονότος και μόνον, της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως – Δεν υφίσταται

(Άρθρο 81 ΕΚ· κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρο 23 §§ 2 και 3)

24.    Ανταγωνισμός – Πρόστιμα – Ύψος – Καθορισμός – Μέγιστο ύψος – Κύκλος εργασιών που λαμβάνεται υπόψη – Τήρηση των αρχών της ίσης μεταχειρίσεως και της αναλογικότητας – Μείωση του προστίμου λαμβανομένων υπόψη των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών μιας επιχειρήσεως, σε σχέση ιδίως με τον κίνδυνο το πρόστιμο να είναι δυσανάλογο – Κατευθυντήριες γραμμές που έχει θεσπίσει η Επιτροπή – Δυνατότητα της Επιτροπής να παρεκκλίνει από τις εν λόγω κατευθυντήριες γραμμές – Δικαστικός έλεγχος – Πλήρης δικαιοδοσία του δικαστή της Ένωσης

(Άρθρο 81 ΕΚ· κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρο 23 §§ 2 και 3· ανακοίνωση 210/C 02/37 της Επιτροπής, σημείο 37)

25.    Ανταγωνισμός – Πρόστιμα – Ύψος – Καθορισμός – Κριτήρια – Υποχρέωση συνεκτιμήσεως της ελλειμματικής οικονομικής καταστάσεως της εμπλεκομένης επιχειρήσεως – Δεν υφίσταται – Πραγματική ικανότητα πληρωμής της επιχειρήσεως σε ένα ιδιάζον κοινωνικό και οικονομικό πλαίσιο – Συνεκτίμηση – Προϋποθέσεις

(Άρθρο 81 ΕΚ· κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρο 23 §§ 2 και 3· ανακοίνωση 210/C 02/35 της Επιτροπής, σημείο 35)

26.    Ανταγωνισμός – Πρόστιμα – Κατευθυντήριες γραμμές για τον υπολογισμό των προστίμων – Νομική φύση – Κανόνας συμπεριφοράς που υποδεικνύει την ακολουθητέα πρακτική, η οποία συνίσταται σε αυτοπεριορισμό της εξουσίας εκτιμήσεως της Επιτροπής – Δυνατότητα παρεκκλίσεως της Επιτροπής – Προϋποθέσεις

(Ανακοίνωση 2006/C 210/02 της Επιτροπής)

1.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψη 28)

2.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 29, 30, 120)

3.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 58-60, 222, 306-310)

4.      Στο πλαίσιο διαδικασίας εφαρμογής του άρθρου 81 ΕΚ, κατά την εκτίμηση, εκ μέρους της Επιτροπής, του ποσού του προστίμου που πρέπει να επιβληθεί σε μια επιχείρηση, το κριτήριο της εκδηλώσεως της παραβάσεως στην πράξη διαφέρει από αυτό των επιπτώσεών της στην αγορά. Στην περίπτωση παραβάσεως η οποία συνίσταται σε κατανομή των αγορών, καθορισμό ποσοστώσεων, κατανομή πελατών, καθορισμό τιμών και ανταλλαγή ευαίσθητων εμπορικών πληροφοριών, το πρώτο από τα κριτήρια αυτά θεωρείται ότι πληρούται εφόσον αποδεικνύεται ότι αυτό που συμφωνήθηκε μεταξύ των μετεχόντων στη σύμπραξη όντως υλοποιήθηκε στο πλαίσιο της εμπορικής πρακτικής τους, δηλαδή ότι οι μετέχοντες στη σύμπραξη έλαβαν μέτρα προς εφαρμογή, π.χ., των τιμών που συμφωνήθηκαν, αναγγέλλοντάς τες στους πελάτες, δίνοντας οδηγίες στους υπαλλήλους τους να τις χρησιμοποιούν ως βάση διαπραγμάτευσης και επιβλέποντας την εφαρμογή τους από τους ανταγωνιστές τους και από τις δικές τους υπηρεσίες πωλήσεων.

Όσον αφορά το κριτήριο των συγκεκριμένων επιπτώσεων της παραβάσεως στην αγορά, τίθεται το ζήτημα των πραγματικών συνεπειών της εκδηλωθείσας παραβάσεως για τον ανταγωνισμό στην οικεία αγορά. Βεβαίως, η εκδήλωση της παραβάσεως αποτελεί πρόσφορο στοιχείο, το οποίο, λαμβανομένων υπόψη των περιστάσεων εκάστης υποθέσεως, ενδεχομένως αρκεί για να διαπιστωθεί ότι η συγκεκριμένη παράβαση είχε συγκεκριμένο αντίκτυπο στην αγορά, πλην όμως η εφαρμογή μιας συμφωνίας δεν σημαίνει οπωσδήποτε ότι αυτή παράγει αποτελέσματα στην πράξη. Επομένως, τα κριτήρια που αφορούν την εκδήλωση της παραβάσεως και τον αντίκτυπό της στην αγορά, αντιστοίχως, είναι εντελώς διαφορετικά και δεν μπορεί να θεωρείται ότι, εφόσον πληρούται το πρώτο, πληρούται οπωσδήποτε και το δεύτερο.

(βλ. σκέψεις 69, 70)

5.      Η Επιτροπή, μολονότι δεν μπορεί να αποκλίνει από τους κανόνες που η ίδια επιβάλλει στον εαυτό της, εκτός εάν δικαιολογεί την απόκλιση αυτή με λόγους συμβατούς με την αρχή της ίσης μεταχειρίσεως, εντούτοις, έχει την εξουσία να τροποποιεί και να αντικαθιστά τους κανόνες αυτούς. Σε μια περίπτωση που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής των νέων κανόνων, δεν μπορεί να προσαφθεί στην Επιτροπή ότι δεν συνεκτίμησε, κατά τον προσδιορισμό της σοβαρότητας της παραβάσεως, κριτήριο μη προβλεπόμενο από τους νέους κανόνες, για τον λόγο και μόνον ότι προβλεπόταν από τους παλαιούς.

(βλ. σκέψεις 74, 87, 150-152, 175)

6.      Η σοβαρότητα των παραβάσεων των κανόνων ανταγωνισμού πρέπει να αποδεικνύεται βάσει μεγάλου αριθμού στοιχείων όπως είναι, ιδίως, τα ιδιαίτερα περιστατικά της υποθέσεως, το πλαίσιό της και ο αποτρεπτικός χαρακτήρας των προστίμων, και τούτο χωρίς να υφίσταται δεσμευτικός ή εξαντλητικός κατάλογος κριτηρίων που πρέπει οπωσδήποτε να λαμβάνονται υπόψη. Το γεγονός ότι η Επιτροπή διευκρίνισε, με τις κατευθυντήριες γραμμές για τον υπολογισμό των προστίμων που επιβάλλονται δυνάμει του άρθρου 23, παράγραφος 2, στοιχείο α΄, του κανονισμού 1/2003, την προσέγγισή της ως προς την αξιολόγηση της σοβαρότητας μιας παραβάσεως δεν αντιτίθεται στο να εκτιμήσει η Επιτροπή την εν λόγω παράβαση σφαιρικά βάσει όλων των σχετικών περιστάσεων της προκειμένης περιπτώσεως, συμπεριλαμβανομένων των στοιχείων που δεν μνημονεύονται ρητώς στις ως άνω κατευθυντήριες γραμμές.

Το γεγονός ότι οι κατευθυντήριες γραμμές δεν προβλέπουν ρητώς ότι, για τον προσδιορισμό της σοβαρότητας της παραβάσεως ενόψει του καθορισμού του βασικού ποσού του προστίμου, απαιτείται ανάλυση των συγκεκριμένων επιπτώσεων της παραβάσεως στην αγορά δεν εμποδίζει την Επιτροπή να εξετάσει την παράμετρο αυτή εν προκειμένω. Ωστόσο, ο προσφεύγων δεν μπορεί, προκειμένου να στηρίξει τους λόγους τους οποίους προβάλλει προς αμφισβήτηση του ύψους του προστίμου που του επιβλήθηκε για παράβαση των κανόνων του ανταγωνισμού, να υποστηρίξει απλώς ότι η Επιτροπή όφειλε επίσης να αναλύσει, στο πλαίσιο της εκτιμήσεως της σοβαρότητας της παραβάσεως, παράμετρο της οποίας η ανάλυση δεν προβλέπεται από τις κατευθυντήριες γραμμές. Πρέπει επιπλέον να αποδείξει ότι η ανάλυση αυτή θα οδηγούσε σε διαφορετική εκτίμηση της σοβαρότητας της παραβάσεως, σε σχέση με αυτή στην οποία προέβη η Επιτροπή, και θα δικαιολογούσε την επιβολή χαμηλότερου προστίμου.

(βλ. σκέψεις 76-78)

7.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψη 81)

8.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 92, 138)

9.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 93, 95, 115, 117, 127)

10.    Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 108, 143, 144)

11.    Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψη 110)

12.    Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψη 112)

13.    Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψη 145)

14.    Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψη 154)

15.    Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 162, 166, 169)

16.    Για να μπορεί να θεωρηθεί ότι μια παράβαση των κανόνων ανταγωνισμού διαπράχθηκε εκ προθέσεως και όχι εξ αμελείας, δεν είναι απαραίτητο η επιχείρηση να έχει επίγνωση ότι παραβαίνει τους κανόνες αυτούς· αρκεί το ότι δεν μπορούσε να αγνοεί ότι η συμπεριφορά της είχε ως αντικείμενο τον περιορισμό του ανταγωνισμού εντός της κοινής αγοράς. Κατά συνέπεια, η γνώση, από τους υπευθύνους μιας επιχείρησης, του ακριβούς περιεχομένου των κανόνων του ανταγωνισμού, γνώση η οποία μπορεί να αποκτηθεί στο πλαίσιο προγράμματος επιμορφώσεως και συμμορφώσεως, δεν αποτελεί προϋπόθεση για τη διαπίστωση παραβάσεως των κανόνων αυτών. Αντιθέτως, ακόμη και ελλείψει τέτοιας γνώσεως, είναι δυνατόν να διαπιστωθεί ότι η παράβαση των εν λόγω κανόνων δεν οφείλεται μόνο σε αμέλεια, αλλά και σε δόλο.

(βλ. σκέψη 171)

17.    Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψη 175)

18.    Η πρόταση αποδεικτικών μέσων μετά την κατάθεση του υπομνήματος ανταπαντήσεως εξακολουθεί να είναι δυνατή σε περίπτωση κατά την οποία ο προτείνων διάδικος δεν μπορούσε, πριν την περάτωση της έγγραφης διαδικασίας, να έχει στη διάθεσή του τα εν λόγω αποδεικτικά στοιχεία ή αν η εκπρόθεσμη προσκόμιση αποδεικτικών στοιχείων εκ μέρους του αντιδίκου δικαιολογεί τη συμπλήρωση της δικογραφίας κατά τρόπο διασφαλίζοντα την τήρηση της αρχής της κατ’ αντιμωλία συζητήσεως της υποθέσεως. Προκειμένου περί εξαιρέσεως από τους κανόνες που διέπουν την πρόταση αποδεικτικών μέσων, το άρθρο 48, παράγραφος 1, του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου υποχρεώνει τους διαδίκους να αιτιολογούν την καθυστερημένη πρόταση των αποδεικτικών τους μέσων. Μια τέτοια υποχρέωση συνεπάγεται ότι ο κοινοτικός δικαστής έχει την εξουσία να ελέγχει το βάσιμο της αιτιολογίας της καθυστερημένης προτάσεως των αποδεικτικών μέσων και, αναλόγως της περιπτώσεως, το περιεχόμενο της εν λόγω προτάσεως αυτής, καθώς και, σε περίπτωση κατά την οποία το αίτημα δεν κρίνεται επαρκώς βάσιμο από νομικής απόψεως, την εξουσία να μην τη λαμβάνει υπόψη. Μια τέτοια υποχρέωση συνεπάγεται ότι ο δικαστής έχει την εξουσία να ελέγχει το βάσιμο της αιτιολογίας της καθυστερημένης προτάσεως των αποδεικτικών μέσων και, αναλόγως της περιπτώσεως, το περιεχόμενο της εν λόγω προτάσεως αυτής, καθώς και, σε περίπτωση κατά την οποία το αίτημα δεν κρίνεται επαρκώς βάσιμο από νομικής απόψεως, την εξουσία να μην τη λαμβάνει υπόψη. Τούτο ισχύει κατά μείζονα λόγο για τις προτάσεις αποδεικτικών μέσων που υποβάλλονται μετά την κατάθεση του υπομνήματος ανταπαντήσεως.

(βλ. σκέψη 212)

19.    Για τον καθορισμό του εύλογου ποσοστού μειώσεως προστίμου επιβαλλόμενου για παράβαση των κανόνων του ανταγωνισμού της Ένωσης, προκειμένου να ανταμειφθεί μια επιχείρηση για τη συνεργασία της κατά τη διαδικασία διαπιστώσεως της εν λόγω παραβάσεως, δεν πρέπει να λαμβάνεται υπόψη το γεγονός ότι το πρόστιμο αυτό αποτελεί κύρωση για τη συμμετοχή της όχι μόνο στην πτυχή της παραβάσεως για την οποία προσκόμισε στοιχεία με σημαντική πρόσθετη αποδεικτική αξία, αλλά και σε άλλη πτυχή της ίδιας παραβάσεως για την οποία δεν προσκόμισε τέτοια στοιχεία.

(βλ. σκέψη 229)

20.    Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψη 233)

21.    Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψη 250)

22.    Στο πλαίσιο διαδικασίας εφαρμογής του άρθρου 81 ΕΚ, κατά τον καθορισμό, από την Επιτροπή, του προστίμου που πρέπει να επιβληθεί σε επιχείρηση, μολονότι το κέρδος που πραγματοποίησε η οικεία επιχείρηση από την παράβαση και, εν γένει, τα κέρδη που αποκόμισε στις αγορές που αφορά η παράβαση συγκαταλέγονται στα στοιχεία που μπορούν να ληφθούν υπόψη για τον καθορισμό του προστίμου, εντούτοις ούτε Επιτροπή ούτε ο δικαστής της Ένωσης, κατά την άσκηση της πλήρους δικαιοδοσίας του όσον αφορά τα πρόστιμα, υπέχουν την υποχρέωση να βεβαιωθούν ότι το πρόστιμο θα είναι ευθέως ανάλογο των κερδών που έχει πραγματοποιήσει η συγκεκριμένη επιχείρηση ή ότι δεν υπερβαίνει τα κέρδη αυτά.

(βλ. σκέψη 258)

23.    Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψη 259)

24.    Στο πλαίσιο διαδικασίας εφαρμογής του άρθρου 81 ΕΚ, κατά τον καθορισμό, από την Επιτροπή, του προστίμου που πρέπει να επιβληθεί σε επιχείρηση, το ανώτατο όριο του 10 % του συνολικού κύκλου εργασιών αυτής, όριο που επιβάλλεται από το άρθρο 23, παράγραφος 2, του κανονισμού 1/2003 σκοπό έχει να αποτρέψει το ενδεχόμενο τα πρόστιμα που επιβάλλονται από την Επιτροπή να είναι δυσανάλογα σε σχέση με το μέγεθος της οικείας επιχείρησης. Το ανώτατο αυτό όριο, όμως, δεν είναι αρκετό για να αποτραπεί το ενδεχόμενο επιβολής δυσανάλογα υψηλού προστίμου στην περίπτωση εμπορικής επιχειρήσεως η οποία δραστηριοποιείται στην πώληση υλικών υψηλής αξίας με περιορισμένο περιθώριο κέρδους.

(βλ. σκέψεις 266-269, 271, 309, 310)

25.    Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 285-290, 299)

26.    Οι κατευθυντήριες γραμμές για τη μέθοδο υπολογισμού των προστίμων που επιβάλλονται κατ’ εφαρμογή του άρθρου 23, παράγραφος 2, στοιχείο α΄, του κανονισμού 1/2003, περιέχουν κανόνα συμπεριφοράς που υποδεικνύει την ακολουθητέα πρακτική, από την οποία η διοίκηση δεν μπορεί να παρεκκλίνει σε κάποια συγκεκριμένη περίπτωση χωρίς να προσδιορίσει τους σχετικούς λόγους, οι οποίοι πρέπει να συμβιβάζονται με την αρχή της ίσης μεταχειρίσεως. Συνεπώς, δεν αποκλείεται, σε μια συγκεκριμένη περίπτωση, η Επιτροπή να υποχρεωθεί να αποκλίνει από τις κατευθυντήριες γραμμές που έχει θεσπίσει, υπό την προϋπόθεση ότι θα προβάλει λόγους συμβατούς με τις γενικές αρχές του δικαίου, τις οποίες οφείλει να τηρεί κατά τον καθορισμό του προστίμου, περιλαμβανομένης, μεταξύ άλλων, της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως Συγκεκριμένα, σύμφωνα με την ιεραρχία των κανόνων, ένα θεσμικό όργανο της Ένωσης δεν μπορεί, με απλό εσωτερικό κανόνα συμπεριφοράς που έχει το ίδιο θεσπίσει, να παραιτηθεί πλήρως από την άσκηση της εξουσίας που του παρέχει διάταξη όπως εν προκειμένω το άρθρο 23 του κανονισμού 1/2003.

(βλ. σκέψεις 306, 307)