Language of document : ECLI:EU:T:2009:350

Υπόθεση T-183/07

Δημοκρατία της Πολωνίας

κατά

Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

«Περιβάλλον – Οδηγία 2003/87/ΕΚ – Σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου – Εθνικό σχέδιο της Πολωνίας περί κατανομής δικαιωμάτων εκπομπής για την περίοδο 2008 έως 2012 – Τρίμηνη προθεσμία – Αρμοδιότητες κρατών μελών και Επιτροπής – Ίση μεταχείριση – Υποχρέωση αιτιολογήσεως – Άρθρο 9, παράγραφοι 1 και 3, και άρθρο 11, παράγραφος 2, της οδηγίας 2003/87»

Περίληψη της αποφάσεως

1.      Περιβάλλον – Ατμοσφαιρική ρύπανση – Οδηγία 2003/87 – Εθνικό σχέδιο περί κατανομής δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου (ΕΣΚ)

(Οδηγία 2003/87 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 9 § 3)

2.      Περιβάλλον – Ατμοσφαιρική ρύπανση – Οδηγία 2003/87 – Εθνικό σχέδιο περί κατανομής δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου (ΕΣΚ)

(Οδηγία 2003/87 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 9 § 3)

3.      Περιβάλλον – Ατμοσφαιρική ρύπανση – Οδηγία 2003/87 – Εθνικό σχέδιο περί κατανομής δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου (ΕΣΚ)

(Οδηγία 2003/87 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 9 § 3)

4.      Περιβάλλον – Ατμοσφαιρική ρύπανση – Οδηγία 2003/87 – Εθνικό σχέδιο περί κατανομής δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου (ΕΣΚ)

(Οδηγία 2003/87 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρα 9 §§ 1 και 3 και 11 § 2)

5.      Περιβάλλον – Ατμοσφαιρική ρύπανση – Οδηγία 2003/87 – Εθνικό σχέδιο περί κατανομής δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου (ΕΣΚ)

(Οδηγία 2003/87 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου)

6.      Περιβάλλον – Ατμοσφαιρική ρύπανση – Οδηγία 2003/87 – Εθνικό σχέδιο περί κατανομής δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου (ΕΣΚ)

(Οδηγία 2003/87 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 9 § 3)

7.      Περιβάλλον – Ατμοσφαιρική ρύπανση – Οδηγία 2003/87 – Εθνικό σχέδιο περί κατανομής δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου (ΕΣΚ)

(Οδηγία 2003/87 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρα 9 § 3 και 11 § 2)

8.      Περιβάλλον – Ατμοσφαιρική ρύπανση – Οδηγία 2003/87 – Εθνικό σχέδιο περί κατανομής δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου (ΕΣΚ)

(Οδηγία 2003/87 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρα 9, 10 και 11 §§ 2 και 3)

1.      Η εξουσία ελέγχου και απορρίψεως από την Επιτροπή εθνικού σχεδίου περί κατανομής δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου (ΕΣΚ), κοινοποιηθέντος από κράτος μέλος σύμφωνα με το άρθρο 9, παράγραφος 3, της οδηγίας 2003/87, σχετικά με τη θέσπιση συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου εντός της Κοινότητας, είναι σαφώς οριοθετημένη, περιοριζόμενη τόσο από ουσιαστικά όσο και από χρονικά όρια. Αφενός, ο έλεγχος αυτός περιορίζεται στην εξέταση από την Επιτροπή της συμβατότητας του ΕΣΚ με τα κριτήρια του παραρτήματος III και τις διατάξεις του άρθρου 10 της οδηγίας και, αφετέρου, πρέπει να ασκείται εντός προθεσμίας τριών μηνών από της εκ μέρους του κράτους μέλους κοινοποιήσεως του εν λόγω ΕΣΚ.

Ως προς τα χρονικά όρια, το άρθρο 9, παράγραφος 3, της οδηγίας δεν ορίζει παρά μόνο μία τρίμηνη προθεσμία κατά τη διάρκεια της οποίας η Επιτροπή μπορεί να εκφέρει την άποψή της επί του ΕΣΚ. Δεν υπάρχει κανένας λόγος να υποτεθεί ότι σε περίπτωση κοινοποιήσεως ελλιπούς ΕΣΚ, δεν άρχεται η τρίμηνη προθεσμία που διαθέτει η Επιτροπή για την απόρριψή του. Πράγματι, τα κράτη μέλη δεν μπορούν, κοινοποιώντας ένα ελλιπές ΕΣΚ, να αναβάλουν επ’ αόριστον την έκδοση αποφάσεως της Επιτροπής κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 9, παράγραφος 3, της εν λόγω οδηγίας.

(βλ. σκέψεις 35-36)

2.      Ελλείψει stricto sensu γενικής εγκριτικής εξουσίας της Επιτροπής ως προς το κοινοποιούμενο εθνικό σχέδιο περί κατανομής δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου (ΕΣΚ), η μη προβολή αντιρρήσεων εκ μέρους της εντός της τρίμηνης προθεσμίας, που προβλέπει το άρθρο 9, παράγραφος 3, της οδηγίας 2003/87, σχετικά με τη θέσπιση συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου εντός της Κοινότητας, δεν δύναται να στηρίξει οποιοδήποτε τεκμήριο εγκρίσεως του ΕΣΚ.

Πράγματι, ο a priori έλεγχος που διενεργείται κατ’ εφαρμογήν του εν λόγω άρθρου 9, παράγραφος 3, δεν καταλήγει οπωσδήποτε σε εγκριτική απόφαση. Η Επιτροπή οφείλει να παρεμβαίνει μόνον κατά το μέτρο που κρίνει αναγκαίο να προβάλει αντιρρήσεις ως προς ορισμένες πτυχές του κοινοποιηθέντος ΕΣΚ και να εκδώσει απορριπτική απόφαση, σε περίπτωση αρνήσεως του κράτους μέλους να τροποποιήσει το ΕΣΚ του. Άλλως, το κοινοποιηθέν ΕΣΚ καθίσταται οριστικό και ισχύει πλέον γι’ αυτό τεκμήριο νομιμότητας το οποίο επιτρέπει να δοθεί τέλος στην προσωρινή απαγόρευση εκτελέσεως του ΕΣΚ από το κράτος μέλος

(βλ. σκέψεις 41-42)

3.      Η Επιτροπή μπορεί να παρέμβει προ της λήξεως της τρίμηνης προθεσμίας, που προβλέπει το άρθρο 9, παράγραφος 3, της οδηγίας 2003/87, σχετικά με τη θέσπιση συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου εντός της Κοινότητας, όχι μόνον, προβάλλοντας, αρχικώς, αντιρρήσεις ή θέτοντας ερωτήματα εν σχέσει με διάφορες πτυχές του κοινοποιηθέντος εθνικού σχεδίου περί κατανομής δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου (ΕΣΚ), αλλά, και αν, ακολούθως, αρνηθεί το κράτος μέλος να τροποποιήσει το ΕΣΚ του, απορρίπτοντας το κοινοποιηθέν ΕΣΚ. Καθόσον η έκδοση απορριπτικής αποφάσεως έχει ως έννομη συνέπεια τη διακοπή της τρίμηνης προθεσμίας, μόλις η Επιτροπή προβάλλει αντιρρήσεις ή θέσει ερωτήματα εν σχέσει με διάφορες πτυχές του κοινοποιηθέντος ΕΣΚ, η τρίμηνη προθεσμία αναστέλλεται.

(βλ. σκέψη 43)

4.      Η οδηγία 2003/87, σχετικά με τη θέσπιση συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου εντός της Κοινότητας, στο πλαίσιο της εφαρμογής του συστήματος αυτού, καθορίζει σαφώς και επακριβώς, στο άρθρο 9, παράγραφοι 1 και 3, και στο άρθρο 11, παράγραφος 2, την κατανομή των αρμοδιοτήτων μεταξύ των κρατών μελών και της Επιτροπής σχετικά με την κατάρτιση, τον έλεγχο και τη θέση σε εφαρμογή των εθνικών σχεδίων περί κατανομής δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου (ΕΣΚ).

Ως προς τις αρμοδιότητες των κρατών μελών, από τις εν λόγω διατάξεις προκύπτει αδιαμφισβήτητα ότι τα κράτη μέλη είναι, κατ’ αρχάς, αποκλειστικώς αρμόδια να χαράσσουν ένα ΕΣΚ που να προσδιορίζει τη συνολική ποσότητα δικαιωμάτων που προτείνουν να κατανείμουν κατά τη σχετική περίοδο και τον τρόπο με τον οποίο προτίθενται να τα κατανείμουν και, ακολούθως, να προσδιορίζουν τη συνολική ποσότητα δικαιωμάτων που θα κατανείμουν ανά πενταετή περίοδο και να κινούν τη διαδικασία της επιμέρους κατανομής των δικαιωμάτων αυτών. Βεβαίως, κατά το άρθρο 9, παράγραφος 1, δεύτερη περίοδος, της εν λόγω οδηγίας, η άσκηση των αποκλειστικών αρμοδιοτήτων των κρατών μελών πρέπει να στηρίζεται επί κριτηρίων αντικειμενικών και διαφανών όπως αυτά του παραρτήματος ΙΙΙ της οδηγίας αυτής. Ομοίως, κατά το άρθρο 9, παράγραφος 3, δεύτερη περίοδος, της οδηγίας, όταν η Επιτροπή εκδίδει απόφαση με την οποία απορρίπτει, εν όλω ή εν μέρει, ένα ΕΣΚ, το οικείο κράτος μέλος δεν δύναται να εκδώσει απόφαση δυνάμει του άρθρου 11, παράγραφος 2, της οδηγίας αυτής παρά μόνον αν η Επιτροπή αποδεχθεί τις προτεινόμενες τροποποιήσεις.

Πάντως, υπενθυμίζεται ότι η οδηγία 2003/87 δεν καθορίζει σαφώς και επακριβώς τον τύπο και τα μέσα για την επίτευξη του αποτελέσματος που επιδιώκεται. Τα κράτη μέλη διαθέτουν, επομένως, ορισμένη διακριτική ευχέρεια ως προς τη μεταφορά της οδηγίας και, συνεπώς, και ως προς την επιλογή των μέτρων που κρίνουν ως πλέον κατάλληλα για την επίτευξη, στο συγκεκριμένο πλαίσιο της εθνικής αγοράς ενέργειας, του επιδιωκόμενου από την εν λόγω οδηγία σκοπού.

(βλ. σκέψεις 84-88)

5.      Στο πλαίσιο της εφαρμογής του συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου εντός της Κοινότητας το οποίο καθιερώνει η οδηγία 2003/87, η χρησιμοποίηση εκ μέρους της Επιτροπής της ίδιας μεθόδου αξιολογήσεως των εθνικών σχεδίων περί κατανομής δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου (ΕΣΚ) για όλα τα κράτη μέλη θα ισοδυναμούσε με την παραδοχή ότι έχει, πράγματι, όχι μόνον την εξουσία ομοιόμορφης εφαρμογής του συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων, αλλά και ότι δύναται να παρεμβαίνει καθοριστικά στην κατάρτιση των ΕΣΚ. Ο νομοθέτης, όμως, ως προς την εξουσία ελέγχου των ΕΣΚ, δεν απένειμε στην Επιτροπή με την οδηγία ούτε τέτοιου είδους εξουσία ούτε τέτοιου είδους δυνατότητα καθοριστικής παρεμβάσεως.

Πράγματι, η εφαρμογή της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως των κρατών μελών δεν συνεπάγεται τροποποίηση της κατά την οδηγία 2003/87 κατανομής των αρμοδιοτήτων μεταξύ των κρατών μελών και της Επιτροπής, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, η οποία τεκμαίρεται ότι τηρήθηκε κατά την έκδοση αυτής.

(βλ. σκέψεις 104, 106)

6.      Απόφαση σχετικά με εθνικό σχέδιο περί κατανομής δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου (ΕΣΚ), εκδοθείσα από την Επιτροπή δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 9, παράγραφος 3, της οδηγίας 2003/87, σχετικά με τη θέσπιση συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου εντός της Κοινότητας, η οποία διαπιστώνει τη μη συμμόρφωση προς αρκετά από τα κριτήρια του παραρτήματος ΙΙΙ της εν λόγω οδηγίας, όπου η Επιτροπή αρκείται να υποκαταστήσει τα περιεχόμενα στο ΕΣΚ δεδομένα με τα δικά της, χωρίς κατά κανένα τρόπο να ελέγξει τη συμβατότητα των πρώτων με τα κριτήρια της οδηγίας, παραβιάζει την κατανομή των αρμοδιοτήτων μεταξύ της Επιτροπής και των κρατών μελών, όπως αυτή καθορίζεται στην οδηγία.

Η μέθοδος ελέγχου των ΕΣΚ που χρησιμοποίησε η Επιτροπή, η οποία συνίσταται στη σύγκριση των περιεχομένων στο ΕΣΚ δεδομένων με τα δεδομένα που προέκυψαν από την εφαρμογή της δικής της μεθόδου αξιολογήσεως, είχε στην πράξη, ως αποτέλεσμα την εκ μέρους της Επιτροπής κατάρτιση, κατ’ εντελώς αυτοτελή τρόπο, του δικού της ΕΣΚ αναφοράς και τον έλεγχο της συμβατότητας των κοινοποιηθέντων ΕΣΚ, όχι βάσει των κριτηρίων της οδηγίας, αλλά, πρωτίστως, βάσει των δεδομένων και στοιχείων που προέκυψαν από την εφαρμογή της δικής της μεθόδου.

(βλ. σκέψεις 107-108, 110)

7.      Η κατά το άρθρο 11, παράγραφος 2, της οδηγίας 2003/87, σχετικά με τη θέσπιση συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου εντός της Κοινότητας, δημόσια διαβούλευση που προηγείται της εκδόσεως οριστικής αποφάσεως βάσει της ίδιας διατάξεως, θα καθίστατο άνευ αντικειμένου και οι παρατηρήσεις του κοινού θα ήταν άνευ πρακτικού αποτελέσματος αν οι τροποποιήσεις του εθνικού σχεδίου περί κατανομής δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου (ΕΣΚ) που θα προτείνονταν μετά από κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 9, παράγραφος 3, της εν λόγω οδηγίας, απόφαση της Επιτροπής, περιορίζονταν σε αυτές που αναφέρει η Επιτροπή.

Τα κράτη μέλη μπορούν, επομένως, χωρίς απαραιτήτως να δεσμεύονται από τις περιλαμβανόμενες σε απόφαση εκδοθείσα σύμφωνα με το άρθρο 9, παράγραφος 3, παρατηρήσεις της Επιτροπής, να διορθώνουν και να ενημερώνουν το ΕΣΚ τους μετά από την έκδοση μίας τέτοιας αποφάσεως, αλλά και να προβαίνουν σε προσαρμογή του μετά από την έκδοση της αποφάσεώς τους για την επιμέρους κατανομή. Συνεπώς, βάσει τόσο του γράμματος της οδηγίας αλλά και της εν γένει οικονομίας και των σκοπών του συστήματος που καθιερώνει και της σχετικής νομολογίας, η Επιτροπή υποχρεούται να μεριμνά, σε μόνιμη βάση, ώστε τα ΕΣΚ να λαμβάνουν υπόψη τα πλέον ακριβή, κι επομένως τα κατά το δυνατόν πλέον ενημερωμένα, δεδομένα και πληροφορίες προκειμένου να βλάπτεται όσο το δυνατό λιγότερο η οικονομική ανάπτυξη και η απασχόληση, διατηρώντας ταυτόχρονα ένα αποτελεσματικό σύστημα δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου.

(βλ. σκέψεις 116-118)

8.      Με τον καθορισμό, στο διατακτικό αποφάσεως σχετικά με εθνικό σχέδιο περί κατανομής δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου (ΕΣΚ), εκδοθείσα δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 9, παράγραφος 3, της οδηγίας 2003/87, σχετικά με τη θέσπιση συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου εντός της Κοινότητας, μέγιστης συνολικής ποσότητας των προς κατανομή δικαιωμάτων, πέραν της οποίας το ΕΣΚ θεωρείται ασύμβατο προς την οδηγία, η Επιτροπή ενήργησε καθ’ υπέρβαση των αρμοδιοτήτων που της απονέμονται δυνάμει των εν λόγω διατάξεων.

Πράγματι, σύμφωνα με το άρθρο 11, παράγραφοι 2 και 3, της ίδιας οδηγίας, σε κάθε κράτος μέλος, και όχι στην Επιτροπή, απόκειται να αποφασίσει, βάσει του ΕΣΚ του που καταρτίζεται κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 9 και σύμφωνα με το άρθρο 10 της εν λόγω οδηγίας, για τη συνολική ποσότητα των δικαιωμάτων που θα κατανείμει την επίμαχη περίοδο, να κινήσει τη διαδικασία κατανομής των δικαιωμάτων αυτών στον φορέα εκμεταλλεύσεως κάθε εγκαταστάσεως, καθώς και να αποφανθεί περί της κατανομής των εν λόγω δικαιωμάτων.

(βλ. σκέψεις 123, 126, 131)