Language of document : ECLI:EU:T:2013:440

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τέταρτο τμήμα)

της 16ης Σεπτεμβρίου 2013 (*)

«Ανταγωνισμός – Συμπράξεις – Βελγική, γερμανική, γαλλική, ιταλική, ολλανδική και αυστριακή αγορά ειδών υγιεινής – Απόφαση με την οποία διαπιστώθηκε παράβαση του άρθρου 101 ΣΛΕΕ και του άρθρου 53 της Συμφωνίας ΕΟΧ – Συντονισμός των αυξήσεων των τιμών και ανταλλαγή ευαίσθητων εμπορικών πληροφοριών – Καταλογισμός της παραβατικής συμπεριφοράς – Πρόστιμα – Κατευθυντήριες γραμμές του 2006 για τον υπολογισμό του ποσού των προστίμων – Σοβαρότητα της παραβάσεως – Συντελεστές – Ελαφρυντικές περιστάσεις – Μείωση του ποσού του προστίμου – Σημαντική πρόσθετη αποδεικτική αξία»

Στην υπόθεση T‑408/10,

Roca Sanitario, SA, με έδρα τη Βαρκελώνη (Ισπανία), εκπροσωπούμενη από τους J. Folguera Crespo και M. Merola, δικηγόρους,

προσφεύγουσα,

κατά

Ευρωπαϊκής Επιτροπής, εκπροσωπούμενης αρχικώς από τον F. Castillo de la Torre και τις A. Αντωνιάδη και F. Castilla Contreras, στη συνέχεια, από τον F. Castillo de la Torre, την A. Αντωνιάδη και τον F. Jimeno Fernández,

καθής,

με αντικείμενο τη μερική ακύρωση της αποφάσεως C(2010) 4185 τελικό της Επιτροπής, της 23ης Ιουνίου 2010, σχετικά με διαδικασία εφαρμογής του άρθρου 101 ΣΛΕΕ και του άρθρου 53 της Συμφωνίας ΕΟΧ (υπόθεση COMP/39092 – Εγκαταστάσεις λουτρών), και, επικουρικώς, τη μείωση του ποσού του προστίμου που επιβλήθηκε στην προσφεύγουσα με την απόφαση αυτή,

ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (τέταρτο τμήμα),

συγκείμενο από τις I. Pelikánová, πρόεδρο, K. Jürimäe (εισηγήτρια) και τον M. van der Woude, δικαστές,

γραμματέας: J. Palacio González, κύριος υπάλληλος διοικήσεως,

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία και κατόπιν της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως της 6ης Μαρτίου 2013,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση (1)

[παραλείπονται]

 Διαδικασία και αιτήματα των διαδίκων

29      Με δικόγραφο που κατέθεσε στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου στις 8 Σεπτεμβρίου 2010, η προσφεύγουσα άσκησε την υπό κρίση προσφυγή.

30      Κατόπιν εκθέσεως του εισηγητή δικαστή, το Γενικό Δικαστήριο (τέταρτο τμήμα) αποφάσισε να προχωρήσει στην προφορική διαδικασία και, στο πλαίσιο των μέτρων οργανώσεως της διαδικασίας που προβλέπει το άρθρο 64 του Κανονισμού Διαδικασίας του, έθεσε εγγράφως ερωτήσεις στους δύο διαδίκους, στις οποίες αυτοί απάντησαν εμπροθέσμως.

31      Οι διάδικοι ανέπτυξαν τις απόψεις τους και απάντησαν στις ερωτήσεις που τους έθεσε προφορικώς το Γενικό Δικαστήριο κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση της 6ης Μαρτίου 2013.

32      Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

–        να ακυρώσει μερικώς τα άρθρα 1, 2 και 4 της προσβαλλομένης αποφάσεως στο μέτρο που την αφορούν,

–        επικουρικώς, να μειώσει το ποσό του προστίμου που της επιβλήθηκε,

–        να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.

33      Η Επιτροπή ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

–        να απορρίψει την προσφυγή,

–        να καταδικάσει την προσφεύγουσα στα δικαστικά έξοδα.

 Σκεπτικό

[παραλείπονται]

 2. Επί των επικουρικών αιτημάτων περί μειώσεως του ποσού του προστίμου που επιβλήθηκε στην προσφεύγουσα

[παραλείπονται]

 Επί του δευτέρου επιχειρήματος σχετικά με κάθε ενδεχόμενη μείωση του ποσού του προστίμου θυγατρικής της προσφεύγουσας

189    Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο να εφαρμόσει και προς όφελός της κάθε ενδεχόμενη μείωση του ποσού του προστίμου οιασδήποτε εκ των θυγατρικών της, στο πλαίσιο των προσφυγών που ασκήθηκαν στις υποθέσεις T‑411/10, Laufen Austria κατά Επιτροπής, και T‑412/10, Roca κατά Επιτροπής. Συγκεκριμένα, εάν η ευθύνη της προσφεύγουσας απορρέει, όπως υποστηρίζει η Επιτροπή με την προσβαλλόμενη απόφαση, από το γεγονός και μόνον ότι αποτελεί ενιαία επιχείρηση με τις θυγατρικές της Roca France και Laufen Austria, πρέπει να εφαρμοστεί προς όφελός της κάθε ενδεχόμενη μείωση, στο πλαίσιο ασκηθείσας εκ μέρους της θυγατρικής της προσφυγής, του ποσού του προστίμου που επιβλήθηκε εις ολόκληρο στην εν λόγω θυγατρική και στην προσφεύγουσα.

190    Η Επιτροπή, χωρίς να προβάλλει τυπικώς ότι το επιχείρημα αυτό είναι απαράδεκτο, υποστηρίζει, κατ’ ουσίαν, ότι η προσφεύγουσα δεν μπορεί απλώς να παραπέμπει στα επιχειρήματα που προέβαλαν οι θυγατρικές της Roca France και Laufen Austria με τις αντίστοιχες προσφυγές τους, για να επωφεληθεί από κάθε ενδεχόμενη μείωση του ποσού του προστίμου που τους επιβλήθηκε.

191    Η Επιτροπή, απαντώντας στις ερωτήσεις του Γενικού Δικαστηρίου, κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, σχετικά με τη σημασία της αποφάσεως του Δικαστηρίου της 22ας Ιανουαρίου 2013, C‑286/11 P, Επιτροπή κατά Tomkins, για την εκτίμηση του επιχειρήματος αυτού, προσέθεσε ότι, βάσει της εν λόγω αποφάσεως, το Γενικό Δικαστήριο μπορεί να εφαρμόσει τη μείωση του ποσού του προστίμου της θυγατρικής και προς όφελος της μητρικής εταιρίας, μόνον όταν η μητρική εταιρία και η θυγατρική της προβάλλουν, με τις προσφυγές τους, παρόμοιους λόγους. Αντιθέτως, από την απόφαση αυτή δεν προκύπτει καμία αυτόματη επέκταση, προς όφελος της μητρικής εταιρίας, της μειώσεως του ποσού του προστίμου μιας θυγατρικής της στο πλαίσιο ασκηθείσας εκ μέρους της προσφυγής.

192    Λαμβανομένων υπόψη των επιχειρημάτων των διαδίκων πρέπει να εξεταστεί, πρώτον, το παραδεκτό του δευτέρου επιχειρήματος που προέβαλε η προσφεύγουσα προς στήριξη των αιτημάτων της περί μειώσεως του ποσού του προστίμου, πριν εξεταστεί ακολούθως η βασιμότητα του εν λόγω επιχειρήματος.

 Επί του παραδεκτού του δευτέρου επιχειρήματος

193    Συναφώς, πρέπει να υπομνησθεί ότι, κατά το άρθρο 21 του Οργανισμού του Δικαστηρίου της Ένωσης και το άρθρο 44, παράγραφος 1, στοιχείο γ΄, του Κανονισμού Διαδικασίας, το δικόγραφο της προσφυγής πρέπει να προσδιορίζει το αντικείμενο της διαφοράς και να περιέχει συνοπτική έκθεση των προβαλλομένων λόγων.

194    Κατά τη νομολογία, τα στοιχεία αυτά πρέπει να είναι αρκούντως σαφή και ακριβή ώστε να μπορούν ο μεν καθού διάδικος να προετοιμάσει την άμυνά του, το δε Γενικό Δικαστήριο να αποφανθεί επί της προσφυγής. Το ίδιο ισχύει και για κάθε αίτημα, το οποίο πρέπει να συνοδεύεται από λόγους και επιχειρήματα που να παρέχουν τη δυνατότητα τόσο στον καθού όσο και στον δικαστή να εκτιμήσουν κατά πόσον είναι βάσιμο (απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 7ης Ιουλίου 1994, Τ‑43/92, Dunlop Slazenger κατά Επιτροπής, Συλλογή 1994, σ. ΙΙ‑441, σκέψη 183). Κατά συνέπεια, για να είναι παραδεκτή μια προσφυγή πρέπει τα ουσιώδη πραγματικά και νομικά στοιχεία επί των οποίων στηρίζεται να προκύπτουν τουλάχιστον συνοπτικά, αλλά κατά τρόπο συνεκτικό και κατανοητό, από το ίδιο το δικόγραφο. Συναφώς, καίτοι το κύριο μέρος της προσφυγής μπορεί να στηριχθεί και να συμπληρωθεί, επί συγκεκριμένων σημείων, με παραπομπές σε συγκεκριμένα χωρία συνημμένων εγγράφων, η γενική παραπομπή σε άλλα κείμενα, ακόμη και συνημμένα στην προσφυγή, δεν μπορεί να καλύψει την έλλειψη ουσιωδών στοιχείων της νομικής επιχειρηματολογίας, τα οποία, δυνάμει των προμνησθεισών διατάξεων, πρέπει να περιλαμβάνονται στο δικόγραφο της προσφυγής (βλ. απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 17ης Σεπτεμβρίου 2007, T‑201/04, Microsoft κατά Επιτροπής, Συλλογή 2007, σ. II‑3601, σκέψη 94 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

195    Εν προκειμένω πρέπει να διαπιστωθεί ότι η προσφεύγουσα, με το δεύτερο επιχείρημα που προέβαλε προς στήριξη των αιτημάτων της περί μειώσεως του ποσού του προστίμου, δεν παραπέμπει απλώς, αντιθέτως προς όσα υποστηρίζει η Επιτροπή, στα γραπτά υπομνήματα που υπέβαλαν οι θυγατρικές της Roca France και Laufen Austria στο πλαίσιο των προσφυγών τους. Αντιθέτως, η προσφεύγουσα τεκμηριώνει ρητώς το εν λόγω επιχείρημα, προβάλλοντας ότι το πρόστιμο που της επιβλήθηκε εις ολόκληρο, επειδή κρίθηκε ότι ευθύνεται για αντίθετες προς τον ανταγωνισμό ενέργειες των εν λόγω θυγατρικών της απλώς και μόνο λόγω της ιδιότητάς της ως μητρικής εταιρίας, αντανακλά απλώς αυτή την εις ολόκληρο ευθύνη. Ενεργώντας κατ’ αυτόν τον τρόπο, η προσφεύγουσα ανέπτυξε τη δική της επιχειρηματολογία, βάσει της οποίας εκτιμά ότι, έχοντας την ιδιότητα της μητρικής εταιρίας, μπορεί να επωφεληθεί από ενδεχόμενη μείωση του ποσού του προστίμου των θυγατρικών της, χωρίς να χρειάζεται να αποδείξει, στην περίπτωσή τους, το σφάλμα της Επιτροπής κατά τον υπολογισμό του ποσού του προστίμου αυτού.

196    Υπό τις συνθήκες αυτές πρέπει να απορριφθεί το επιχείρημα της Επιτροπής ότι το δεύτερο επιχείρημα που προέβαλε η προσφεύγουσα προς στήριξη των αιτημάτων της για μείωση του ποσού του προστίμου είναι απαράδεκτο.

 Επί του βασίμου του δευτέρου επιχειρήματος

197    Πρώτον, πρέπει να παρατηρηθεί ότι, με σημερινή απόφασή του στην υπόθεση T‑411/10, Laufen Austria κατά Επιτροπής, το Γενικό Δικαστήριο απέρριψε το αίτημα της Laufen Austria για μείωση του ποσού του προστίμου που της επιβλήθηκε με το άρθρο 2, παράγραφος 4, στοιχεία α΄ και γ΄, της προσβαλλομένης αποφάσεως.

198    Υπό τις συνθήκες αυτές, το δεύτερο επιχείρημα που προέβαλε η προσφεύγουσα προς στήριξη των αιτημάτων της για μείωση του ποσού του προστίμου πρέπει να απορριφθεί ως αλυσιτελές, στο μέτρο που η προσφεύγουσα ζητεί να επωφεληθεί από ενδεχόμενη μείωση του ποσού του προστίμου της Laufen Austria.

199    Δεύτερον, πρέπει να επισημανθεί ότι, με σημερινή απόφασή του στην υπόθεση T‑412/10, Roca κατά Επιτροπής, το Γενικό Δικαστήριο μείωσε το ποσό του προστίμου που επιβλήθηκε εις ολόκληρο στη Roca France και στην προσφεύγουσα, με το άρθρο 2, παράγραφος 4, στοιχείο β΄, της προσβαλλομένης αποφάσεως, λόγω πλάνης της Επιτροπής κατά την εκτίμηση των στοιχείων που προσκόμισε η Roca France, στο πλαίσιο του αιτήματός της για μείωση του ποσού του προστίμου δυνάμει της ανακοινώσεως του 2002 περί συνεργασίας. Υπό τις συνθήκες αυτές, το Γενικό Δικαστήριο, αφού μείωσε το ποσό του προστίμου κατά 6 %, όρισε σε 6 298 000 ευρώ το ποσό του προστίμου που επιβλήθηκε στη Roca France εις ολόκληρο με την προσφεύγουσα, με το άρθρο 2, παράγραφος 4, στοιχείο β΄, της προσβαλλομένης αποφάσεως.

200    Κατά συνέπεια, λαμβανομένων υπόψη των επιχειρημάτων των διαδίκων που εκτίθενται στις σκέψεις 189 έως 191 ανωτέρω, πρέπει να εξακριβωθεί εάν η προσφεύγουσα δικαιούται, όπως υποστηρίζει, να επωφεληθεί της ίδιας μειώσεως του ποσού του προστίμου, απλώς και μόνο λόγω της ιδιότητάς της ως μητρικής εταιρίας ευθυνόμενης εις ολόκληρο για την καταβολή του προστίμου για το οποίο γίνεται λόγος στη σκέψη 199 ανωτέρω.

201    Συναφώς πρέπει να επισημανθεί ότι, κατά τη νομολογία, όταν η μητρική εταιρία δεν μετέσχε ουσιαστικά στη σύμπραξη και η ευθύνη της στηρίζεται μόνο στη συμμετοχή της θυγατρικής της στην εν λόγω σύμπραξη, η ευθύνη της μητρικής εταιρίας είναι αμιγώς δευτερογενής και παρεπόμενη, εξαρτάται από την ευθύνη της θυγατρικής της (βλ., συναφώς, προπαρατεθείσα στη σκέψη 191 απόφαση Επιτροπή κατά Tomkins, σκέψη 39) και δεν μπορεί, συνεπώς, να υπερβαίνει την ευθύνη της θυγατρικής αυτής (βλ., συναφώς, απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 24ης Μαρτίου 2011, T‑382/06, Tomkins κατά Επιτροπής, Συλλογή 2011, σ. II‑1157, σκέψη 38, η οποία επικυρώθηκε κατ’ αναίρεση με την προπαρατεθείσα στη σκέψη 191 απόφαση Επιτροπή κατά Tomkins, σκέψη 39).

202    Εν προκειμένω πρέπει να υπομνησθεί ότι η προσφεύγουσα δεν μετέσχε ουσιαστικά στη διαπιστωθείσα παράβαση. Πράγματι, κρίθηκε ότι ευθύνεται για ενέργειες της Roca France απλώς και μόνο λόγω της ιδιότητάς της ως μητρικής εταιρίας κατέχουσας το σύνολο του εταιρικού κεφαλαίου της θυγατρικής της.

203    Υπό τις συνθήκες αυτές, καθόσον η ευθύνη της είναι, υπό τις περιστάσεις της συγκεκριμένης υποθέσεως, αμιγώς δευτερογενής και παρεπόμενη, εξαρτάται από την ευθύνη της θυγατρικής της και δεν μπορεί, συνεπώς, κατά την προπαρατεθείσα στη σκέψη 201 νομολογία, να υπερβαίνει την ευθύνη της θυγατρικής αυτής, πρέπει να γίνει δεκτό το αίτημα της προσφεύγουσας, με το οποίο ζητεί να επωφεληθεί της μειώσεως του ποσού του προστίμου που έτυχε η Roca France.

204    Το συμπέρασμα αυτό ουδόλως αναιρείται από τα επιχειρήματα της Επιτροπής.

205    Πρώτον, η Επιτροπή, επικαλούμενη τις αποφάσεις του Δικαστηρίου της 14ης Σεπτεμβρίου 1999, C‑310/97 P, Επιτροπή κατά AssiDomän Kraft Products κ.λπ. (Συλλογή 1999, σ. I‑5363), και της 29ης Μαρτίου 2011, C‑201/09 P και C‑216/09 P, ArcelorMittal Luxembourg κατά Επιτροπής και Επιτροπή κατά ArcelorMittal Luxembourg κ.λπ. (Συλλογή 2011, σ. I‑2239, σκέψη 142), υποστηρίζει ότι, ελλείψει οιουδήποτε επιχειρήματος εκ μέρους της προσφεύγουσας σχετικά με το πρόστιμο που της επιβλήθηκε εις ολόκληρο, η προσβαλλόμενη απόφαση, στο μέτρο που της επιβάλλει πρόστιμο, έχει έναντι αυτής την ισχύ δεδικασμένου, ανεξαρτήτως οιασδήποτε ενδεχόμενης μειώσεως του ποσού του προστίμου μιας εκ των θυγατρικών της προσφεύγουσας, κατόπιν ασκήσεως εκ μέρους τους προσφυγών.

206    Συναφώς πρέπει να παρατηρηθεί ότι, με τις αποφάσεις που μνημονεύονται στη σκέψη 205 ανωτέρω, το Δικαστήριο έκρινε ότι, αν ο αποδέκτης μιας αποφάσεως αποφασίσει να ασκήσει προσφυγή ακυρώσεως, ο δικαστής της Ένωσης επιλαμβάνεται μόνον των στοιχείων της αποφάσεως που αφορούν τον προσφεύγοντα. Αντιθέτως, τα στοιχεία που αφορούν άλλους αποδέκτες, τα οποία δεν προσβλήθηκαν, δεν εμπίπτουν στο αντικείμενο της διαφοράς την οποία καλείται να επιλύσει ο δικαστής της Ένωσης (προπαρατεθείσες στη σκέψη 205 αποφάσεις Επιτροπή κατά AssiDomän Kraft Products κ.λπ., σκέψη 53, και ArcelorMittal Luxembourg κατά Επιτροπής και Επιτροπή κατά ArcelorMittal Luxembourg κ.λπ., σκέψη 142).

207    Αφενός, πρέπει να παρατηρηθεί ότι η νομολογία αυτή δεν είναι λυσιτελής εν προκειμένω. Πράγματι, αφορά τα αποτελέσματα της μερικής ακυρώσεως μιας αποφάσεως. Συνεπώς, δεν μπορεί να θέσει υπό αμφισβήτηση την εκτίμηση ότι, όταν η ευθύνη μιας μητρικής εταιρίας απορρέει αμιγώς από την ευθύνη της θυγατρικής της, η ευθύνη της πρώτης εταιρίας δεν μπορεί να υπερβαίνει την ευθύνη της δεύτερης (βλ., συναφώς, προπαρατεθείσα στη σκέψη 191 απόφαση Επιτροπή κατά Tomkins, σκέψεις 46 έως 50). Υπό τις συνθήκες αυτές, το Γενικό Δικαστήριο μπορεί να εφαρμόσει προς όφελος της μητρικής εταιρίας, στο πλαίσιο ασκηθείσας εκ μέρους της προσφυγής και εφόσον υπάρχει σχετικό αίτημα, κάθε ενδεχόμενη μείωση του ποσού του προστίμου της θυγατρικής της κατόπιν ασκήσεως εκ μέρους της προσφυγής.

208    Αφετέρου, στο μέτρο που πρέπει να εννοηθεί ότι το επιχείρημα της Επιτροπής επιδιώκει να καταδείξει ότι το Γενικό Δικαστήριο θα αποφαινόταν ultra petita, εάν γινόταν δεκτό το δεύτερο επιχείρημα που προέβαλε η προσφεύγουσα προς στήριξη του αιτήματός της περί μειώσεως του ποσού του προστίμου, πρέπει να υπομνησθεί, όπως διαπιστώθηκε με τη σκέψη 195 ανωτέρω, ότι η προσφεύγουσα, στο πλαίσιο του δευτέρου αιτήματός της με το οποίο ζητεί επικουρικώς τη μείωση του ποσού του προστίμου που της επιβλήθηκε, προέβαλε διάφορα επιχειρήματα προς στήριξη της εν λόγω θέσεως. Συνεπώς, το Γενικό Δικαστήριο προβαίνει, εν προκειμένω, σε μείωση του ποσού του προστίμου της προσφεύγουσας βάσει των εν λόγω επιχειρημάτων και όχι βάσει αυτεπαγγέλτως εξετασθέντων λόγων.

209    Δεύτερον, απαντώντας σε προφορική ερώτηση του Γενικού Δικαστηρίου, η Επιτροπή υποστήριξε, κατ’ ουσίαν, ότι η επέκταση στη μητρική εταιρία του οφέλους που είχε η θυγατρική από τη μείωση του ποσού του προστίμου της, κατόπιν ασκήσεως εκ μέρους της προσφυγής, τελεί, όπως προκύπτει από τη σκέψη 56 της προπαρατεθείσας στη σκέψη 191 αποφάσεως Επιτροπή κατά Tomkins, υπό την προϋπόθεση ότι η μητρική εταιρία και η θυγατρική της προβάλλουν, με τις προσφυγές τους, παρόμοιους λόγους. Εν προκειμένω, η προσφεύγουσα παρέλειψε να προβάλει σφάλμα της Επιτροπής κατά τον υπολογισμό του ποσού του προστίμου που της επιβλήθηκε εις ολόκληρο με τις θυγατρικές της.

210    Συναφώς πρέπει να παρατηρηθεί ότι, με τη σκέψη 56 της προπαρατεθείσας στη σκέψη 191 αποφάσεως Επιτροπή κατά Tomkins, το Δικαστήριο επιβεβαίωσε ότι, καθόσον η Tomkins plc δεν είχε προβάλει, με την προσφυγή της, σφάλμα κατά την εφαρμογή ενός συντελεστή προσαυξήσεως προς εξασφάλιση αποτρεπτικού αποτελέσματος, ορθώς το Γενικό Δικαστήριο, καίτοι μείωσε το ποσό του προστίμου μετά τη διαπίστωση ενός τέτοιου σφάλματος, στο πλαίσιο της προσφυγής που είχε ασκήσει η Pegler Ltd, θυγατρική της Tomkins (απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 24ης Μαρτίου 2011, T‑386/06, Pegler κατά Επιτροπής, Συλλογή 2011, σ. II‑1267, σκέψεις 134 και 144), δεν επέκτεινε την ωφέλεια από την εν λόγω μείωση του ποσού του προστίμου υπέρ της μητρικής εταιρίας στο πλαίσιο της ασκηθείσας εκ μέρους της προσφυγής.

211    Εν προκειμένω, καίτοι είναι αληθές ότι η προσφεύγουσα δεν προέβαλε κανένα σφάλμα της Επιτροπής κατά τον υπολογισμό του ποσού του προστίμου που της επιβλήθηκε εις ολόκληρο με τη Roca France, πρέπει εντούτοις να παρατηρηθεί ότι, αντιθέτως προς τις περιστάσεις που εκτίθενται στη σκέψη 56 της προπαρατεθείσας στη σκέψη 191 αποφάσεως Επιτροπή κατά Tomkins, η προσφεύγουσα προέβαλε νομοτύπως ένα επιχείρημα με το οποίο ζήτησε από το Γενικό Δικαστήριο να επωφεληθεί από κάθε ενδεχόμενη μείωση του ποσού του προστίμου μιας εκ των θυγατρικών της. Συνεπώς, οι εκτιμήσεις που εκτίθενται στη σκέψη 56 της προπαρατεθείσας στη σκέψη 191 αποφάσεως Επιτροπή κατά Tomkins δεν μπορούν να μεταφερθούν στην υπό κρίση υπόθεση.

212    Υπό τις συνθήκες αυτές, πρέπει να γίνει δεκτό το δεύτερο επιχείρημα που προέβαλε η προσφεύγουσα προς στήριξη του αιτήματός της περί μειώσεως του ποσού του προστίμου, στο μέτρο που η προσφεύγουσα ζητεί να επωφεληθεί από τη μείωση του ποσού του προστίμου της Roca France.

213    Κατά συνέπεια, το ποσό του προστίμου που επιβλήθηκε, με το άρθρο 2, παράγραφος 4, στοιχείο β΄, της προσβαλλομένης αποφάσεως, στην προσφεύγουσα εις ολόκληρο με τη Roca France πρέπει να μειωθεί κατά 6 %, δηλαδή κατά 402 000 ευρώ. Ως εκ τούτου, το Γενικό Δικαστήριο ορίζει το εν λόγο ποσό σε 6 298 000 ευρώ.

[παραλείπονται]

Για τους λόγους αυτούς,

ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (τέταρτο τμήμα)

αποφασίζει:

1)      Το ποσό του προστίμου που επιβλήθηκε εις ολόκληρο στη Roca Sanitario, SA, με το άρθρο 2, παράγραφος 4, στοιχείο β΄, της αποφάσεως C(2010) 4185 τελικό της Επιτροπής, της 23ης Ιουνίου 2010, σχετικά με διαδικασία εφαρμογής του άρθρου 101 ΣΛΕΕ και του άρθρου 53 της Συμφωνίας ΕΟΧ (υπόθεση COMP/39092 – Εγκαταστάσεις λουτρών), ανέρχεται σε 6 298 000 ευρώ.

2)      Απορρίπτει κατά τα λοιπά την προσφυγή.

3)      Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα φέρει, πλέον των δικαστικών εξόδων της, το ένα τρίτο των εξόδων στα οποία υποβλήθηκε η Roca Sanitario.

4)      Η Roca Sanitario θα φέρει τα δύο τρίτα των δικαστικών εξόδων της.

Pelikánová

Jürimäe

Van der Woude

Δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στο Λουξεμβούργο στις 16 Σεπτεμβρίου 2013.

(υπογραφές)


* Γλώσσα διαδικασίας: η ισπανική.


1 –      Δημοσιεύονται μόνον οι σκέψεις της παρούσας αποφάσεως των οποίων τη δημοσίευση κρίνει σκόπιμη το Γενικό Δικαστήριο.