Language of document : ECLI:EU:T:2016:161

Υπόθεση T‑501/13

Karl-May-Verlag GmbH, πρώην Karl May Verwaltungs‑ und Vertriebs‑ GmbH

κατά

Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς
(εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ)

«Κοινοτικό σήμα — Διαδικασία για την κήρυξη ακυρότητας — Κοινοτικό λεκτικό σήμα WINNETOU — Απόλυτος λόγος απαραδέκτου — Περιγραφικός χαρακτήρας — Άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, του κανονισμού (ΕΚ) 207/2009 — Άρθρο 52, παράγραφοι 1 και 2, του κανονισμού 207/2009 — Αρχές της αυτοτέλειας και της ανεξαρτησίας του κοινοτικού σήματος — Υποχρέωση αιτιολογήσεως»

Περίληψη – Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου (πρώτο τμήμα)
της 18ης Μαρτίου 2016

1.      Κοινοτικό σήμα – Διαδικασία προσφυγής – Προσφυγή ενώπιον του δικαστή της Ένωσης – Νομιμότητα αποφάσεως τμήματος προσφυγών – Συνεκτίμηση, προς τον σκοπό της εφαρμογής του δικαίου της Ένωσης, των αποφάσεων των εθνικών δικαστηρίων και επιστημονικών δημοσιεύσεων – Επιτρέπεται

(Κανονισμός 207/2009 του Συμβουλίου, άρθρο 65)

2.      Κοινοτικό σήμα – Παραίτηση, έκπτωση και ακυρότητα – Αίτηση περί κηρύξεως της ακυρότητας – Προσδιορισμός των λόγων ακυρότητας στους οποίους βασίζεται η αίτηση

(Κανονισμός 207/2009 του Συμβουλίου, άρθρο 52 § 1, στοιχείο α’)

3.      Κοινοτικό σήμα – Ορισμός και κτήση του κοινοτικού σήματος – Εκτίμηση της δυνατότητας καταχωρίσεως σημείου – Λαμβάνεται υπόψη μόνο η νομοθεσία της Ένωσης – Οι αποφάσεις των εθνικών αρχών δεν δεσμεύουν τα όργανα της Ένωσης

(Κανονισμός 207/2009 του Συμβουλίου)

4.      Κοινοτικό σήμα – Δικονομικές διατάξεις – Αιτιολόγηση των αποφάσεων – Άρθρο 75, πρώτη περίοδος, του κανονισμού 207/2009 – Περιεχόμενο πανομοιότυπο με αυτό του άρθρου 296 ΣΛΕΕ

(Κανονισμός 207/2009 του Συμβουλίου, άρθρο 75, πρώτη περίοδος)

5.      Κοινοτικό σήμα – Ορισμός και κτήση του κοινοτικού σήματος – Απόλυτοι λόγοι απαραδέκτου – Χωριστή εξέταση των λόγων απαραδέκτου για καθένα από τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες που αφορά η αίτηση καταχωρίσεως – Υποχρέωση αιτιολογήσεως της αρνήσεως καταχωρίσεως – Περιεχόμενο

(Κανονισμός 207/2009 του Συμβουλίου, άρθρο 75, πρώτη περίοδος)

1.      Δεν μπορεί να απαγορεύεται ούτε στους διαδίκους ούτε στο Γενικό Δικαστήριο να λαμβάνουν υπόψη στοιχεία αντλούμενα από την εθνική νομοθεσία, νομολογία και θεωρία, δεδομένου ότι δεν εγείρεται ζήτημα ως προς τη συνεκτίμηση από το τμήμα προσφυγών πραγματικών στοιχείων από συγκεκριμένη απόφαση εθνικού δικαστηρίου, αλλά, αντιθέτως, πρόκειται για επίκληση αποφάσεων και επιστημονικών δημοσιεύσεων προς στήριξη λόγου ακυρώσεως που αφορά τη μη ορθή εφαρμογή από το τμήμα προσφυγών διατάξεως του κανονισμού 207/2009 για το κοινοτικό σήμα.

(βλ. σκέψη 18)

2.      Προκειμένου να κριθεί σε ποιους λόγους βασίζεται μια αίτηση περί κηρύξεως ακυρότητας, πρέπει να εξετάζεται η αίτηση στο σύνολό της, ιδίως λαμβανομένου υπόψη της λεπτομερούς εκθέσεως των λόγων στους οποίους αυτή στηρίζεται.

(βλ. σκέψη 26)

3.      Κατά πάγια νομολογία, το καθεστώς των κοινοτικών σημάτων συνιστά αυτοτελές σύστημα το οποίο αποτελείται από ένα σύνολο κανόνων και επιδιώκει σκοπούς που προσιδιάζουν σε αυτό και η εφαρμογή του είναι ανεξάρτητη από οποιοδήποτε εθνικό σύστημα.

Έτσι, η δυνατότητα ενός σημείου να καταχωριστεί ως κοινοτικό σήμα πρέπει να εκτιμάται μόνο βάσει της σχετικής κοινοτικής κανονιστικής ρυθμίσεως, όπως αυτή ερμηνεύεται από τον κοινοτικό δικαστή. Τo Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) δεν δεσμεύεται από εκδοθείσες σε επίπεδο κρατών μελών αποφάσεις, τούτο δε ακόμη και αν οι αποφάσεις αυτές ελήφθησαν κατ’ εφαρμογήν εθνικής νομοθεσίας εναρμονισμένης προς την πρώτη οδηγία 89/104 περί σημάτων.

Πρέπει δε να προστεθεί ότι καμία διάταξη του κανονισμού 207/2009 δεν επιβάλλει στο ΓΕΕΑ ή, κατόπιν ασκήσεως προσφυγής, στο Γενικό Δικαστήριο την υποχρέωση να καταλήγουν σε αποτελέσματα ταυτιζόμενα με εκείνα στα οποία έχουν καταλήξει οι εθνικές διοικητικές αρχές ή τα εθνικά δικαστήρια επί παρόμοιας περιπτώσεως.

Επίσης κατά πάγια νομολογία, καίτοι το ΓΕΕΑ δεν δεσμεύεται από τις αποφάσεις των εθνικών δικαστηρίων, οι εν λόγω αποφάσεις, χωρίς να είναι δεσμευτικές ή καθοριστικές, μπορούν, ωστόσο, να λαμβάνονται υπόψη από το ΓΕΕΑ, ως στοιχεία, στο πλαίσιο της εκτιμήσεως των πραγματικών περιστατικών της υποθέσεως.

Από το σύνολο των ως άνω στοιχείων προκύπτει ότι, πέραν της περιπτώσεως του άρθρου 8, παράγραφος 4, του κανονισμού 207/2009, στο πλαίσιο της οποίας το ΓΕΕΑ υποχρεούται να εφαρμόσει το εθνικό δίκαιο, περιλαμβανομένης της σχετικής νομολογίας των εθνικών δικαστηρίων, το ΓΕΕΑ ή το Γενικό Δικαστήριο δεν μπορούν να δεσμεύονται από τις αποφάσεις των εθνικών αρχών ή δικαστηρίων.

(βλ. σκέψεις 34-37)

4.      Βάσει του άρθρου 75, πρώτη περίοδος, του κανονισμού 207/2009, για το κοινοτικό σήμα, οι αποφάσεις του Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ) πρέπει να είναι αιτιολογημένες. Η επιβαλλόμενη από το άρθρο 296 ΣΛΕΕ αιτιολογία πρέπει να είναι προσαρμοσμένη στη φύση της οικείας πράξεως και πρέπει να διαφαίνεται από αυτήν κατά τρόπο σαφή και αναμφίλεκτο η συλλογιστική της αρχής που εκδίδει την προσβαλλόμενη πράξη, ώστε να καθίσταται δυνατόν για τους ενδιαφερομένους να γνωρίζουν τους λόγους που δικαιολογούν τη λήψη του μέτρου και για το αρμόδιο δικαιοδοτικό όργανο να ασκεί τον έλεγχό του. Η αιτιολογία δεν απαιτείται να διασαφηνίζει όλα τα ουσιώδη πραγματικά και νομικά στοιχεία, καθόσον το ζήτημα αν η αιτιολογία μιας πράξεως ικανοποιεί τις απαιτήσεις του άρθρου 296 ΣΛΕΕ πρέπει να εκτιμάται όχι μόνο βάσει της διατυπώσεώς της αλλά και του πλαισίου στο οποίο εντάσσεται καθώς και του συνόλου των κανόνων δικαίου που διέπουν το οικείο ζήτημα.

Ειδικότερα, οσάκις το ΓΕΕΑ απορρίπτει την αίτηση καταχώρισης ενός σημείου ως κοινοτικού σήματος, πρέπει, για να δικαιολογήσει την απόφασή του, να παραθέτει τον λόγο απόρριψης της αίτησης, απόλυτο ή σχετικό, ο οποίος απαγορεύει την καταχώριση αυτή, καθώς και τη διάταξη από την οποία αντλείται ο λόγος αυτός και να εκθέτει τα πραγματικά περιστατικά που θεώρησε ότι αποδείχθηκαν και που, κατά το ΓΕΕΑ, δικαιολογούν την εφαρμογή της διάταξης της οποίας έγινε επίκληση. Τέτοια αιτιολογία είναι, καταρχήν, επαρκής.

(βλ. σκέψεις 53, 54)

5.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 65-68)