Language of document :

Αναίρεση που άσκησε στις 18 Ιουλίου 2024 η Condor Flugdienst GmbH κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (όγδοο τμήμα) στις 8 Μαΐου 2024 στην υπόθεση T-28/22, Ryanair κατά Επιτροπής (Condor· Ενίσχυση προς αναδιάρθρωση)

(Υπόθεση C-505/24 P)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Αναιρεσείουσα: Condor Flugdienst GmbH (εκπρόσωποι: A. Rosenfeld, S. Lünenbürger και K. Reiter, Rechtsanwälte)

Λοιποί διάδικοι στην αναιρετική διαδικασία: Ryanair DAC, Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας

Αιτήματα

Η αναιρεσείουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

να αναιρέσει την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση·

να απορρίψει την προσφυγή που ασκήθηκε στην υπόθεση T-28/22·

να καταδικάσει τη Ryanair στα έξοδα τόσο της πρωτοβάθμιας όσο και της δευτεροβάθμιας δίκης.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

Η αναιρεσείουσα προβάλλει τρεις λόγους αναιρέσεως.

Πρώτον, το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε νομικό σφάλμα καθόσον έκρινε ότι η Επιτροπή υποχρεούνταν να εφαρμόσει το σημείο 67 των κατευθυντήριων γραμμών σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις για τη διάσωση και αναδιάρθρωση μη χρηματοπιστωτικών προβληματικών επιχειρήσεων 1 (στο εξής: κατευθυντήριες γραμμές) όσον αφορά την περίπτωση μερικής διαγραφής χρέους, όπως εκείνη που προέβλεπε το επίμαχο μέτρο. Από τη γραμματική και τελεολογική ερμηνεία του σημείου 67 καθώς και από το πλαίσιο στο οποίο εντάσσεται προκύπτει σαφώς ότι το σημείο 67 δεν έχει εφαρμογή σε μερική διαγραφή χρέους. Επίσης, η διασταλτική ερμηνεία του σημείου 67 των κατευθυντήριων γραμμών, στην οποία προέβη το Γενικό Δικαστήριο, δεν δικαιολογείται εν προκειμένω δεδομένου ότι η αναδιάρθρωση υλοποιείται με τη στήριξη ιδιώτη επενδυτή, περίσταση που αποκλείει ηθικό κίνδυνο. Κατά το μέρος που το Γενικό Δικαστήριο έκρινε ότι η Επιτροπή έπρεπε να κινήσει τη διαδικασία του άρθρου 108, παράγραφος 2, ΣΛΕΕ λόγω της ανακολουθίας στο γράμμα του σημείου 67 των κατευθυντήριων γραμμών που καταλογίζεται στην Επιτροπή, η αναιρεσείουσα προβάλλει ότι μια τέτοια ενέργεια στερείται νομικής βάσης. Εν πάση περιπτώσει, το Γενικό Δικαστήριο υπεισήλθε αδικαιολόγητα στις αρμοδιότητες της Επιτροπής και στη διακριτική ευχέρεια που αυτή απολαύει κατά την ερμηνεία των κατευθυντήριων γραμμών τις οποίες εκδίδει. Επιπλέον, το Γενικό Δικαστήριο απέκλεισε παράνομα κάθε δυνατή εξαίρεση από την απαίτηση την οποία περιλαμβάνει το εν λόγω σημείο 67.

Δεύτερον, ακόμη και αν υποτεθεί ότι το σημείο 67 των κατευθυντήριων γραμμών είχε εφαρμογή και έπρεπε κατ’ ανάγκην να εφαρμοστεί όσον αφορά το επίμαχο μέτρο (όπερ δεν ισχύει), τα στοιχεία που περιλάμβανε η επίδικη απόφαση ήταν επαρκή ώστε να διαπιστωθεί τήρηση του εν λόγω σημείου 67. Το Γενικό Δικαστήριο απέρριψε εσφαλμένως το επιχείρημα της Επιτροπής και της Condor ότι η εξασφάλιση των καλύτερων όρων για την αποπληρωμή των δανείων Δημοσίου που παρασχέθηκαν μέσω του πακέτου της Attestor Ltd, επενδυτικού ταμείου, έπρεπε να θεωρηθεί ότι διασφαλίζει στο Δημόσιο εύλογο μερίδιο από τα μελλοντικά κέρδη κατά την έννοια του σημείου 67. Συνεπώς, το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε νομικό σφάλμα καθόσον έκρινε ότι η Επιτροπή όφειλε να έχει αμφιβολίες ως προς το αν το επίμαχο μέτρο πληρούσε την απαίτηση του εν λόγω σημείου 67.

Τρίτον, ακόμη και αν γίνει δεκτό το σκεπτικό του Γενικού Δικαστηρίου όσον αφορά το σημείο 67 των κατευθυντήριων γραμμών (όπερ δεν ισχύει), η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση εξακολουθεί να ενέχει σφάλμα. Το συνολικό εύρος της ιδίας συνεισφοράς και του επιμερισμού των βαρών που ελήφθησαν υπόψη στο πλαίσιο της επίδικης απόφασης, περιλαμβανομένης της εισφοράς του μελλοντικού μετόχου Attestor, καταδεικνύει επαρκώς ότι η ενίσχυση δεν γεννά ηθικό κίνδυνο ούτε παρέχει κίνητρο ανάληψης υπέρμετρων κινδύνων. Επομένως, αποκλείει την ανάγκη να ληφθούν περαιτέρω μέτρα για τον περιορισμό των στρεβλώσεων του ανταγωνισμού. Ενδεχόμενη πρόσθετη απαίτηση προς εξασφάλιση στο Δημόσιο μεριδίου από τα μελλοντικά κέρδη της αξίας της Condor θα συνηγορούσε απλώς υπέρ της επίδικης απόφασης όσον αφορά την ενίσχυση. Συνεπώς, το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε σφάλμα κρίνοντας ότι η προβαλλόμενη έλλειψη τήρησης της απαίτησης του σημείου 67 επηρέασε το αποτέλεσμα της επίδικης απόφασης.

____________

1 ΕΕ 2014, C 249, σ. 1.