Language of document :

Προσφυγή του Município de Gondomar κατά Επιτροπής , που ασκήθηκε στις 23 Νοεμβρίου 2006

    (Υπόθεση T-324/06 )

    Γλώσσα διαδικασίας: η πορτογαλική

Προσφεύγων: Município de Gondomar (Gondomar, Πορτογαλία) (εκπρόσωποι: J. L. da Cruz Vilaça, D. Choussy και L. Pinto Monteiro, δικηγόροι)

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα του προσφεύγοντος

να αναγνωρίσει ότι η Απόφαση της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων C (2006) 3782, της 16ης Αυγούστου 2006, περί καταργήσεως της οικονομικής συνδρομής την οποία είχε παραχωρήσει το Ταμείο Συνοχής υπέρ του προγράμματος 95/10/61/017 - Εξυγίανση του Grande Porto/Sul - υποσύστημα Gondomar, με την Απόφαση της Επιτροπής C (95) 3281, της 18ης Δεκεμβρίου 1995, με την οποία η Επιτροπή καταργεί εισφορά συνολικού ύψους 7 778 535 EUR, που είχε χορηγήσει για το πρόγραμμα και αναζητεί από τον προσφεύγοντα το ποσό των 6 222 828 EUR, πάσχει κατάφωρο σφάλμα εκτιμήσεως και εκδόθηκε κατά παράβαση του κανονισμού 1164/94 1 και κατά παραβίαση των αρχών της αναλογικότητας και της ασφάλειας δικαίου και, κατά συνέπεια,

κυρίως, να ακυρώσει την προσβαλλομένη απόφαση,

επικουρικώς, να ακυρώσει μερικώς την προσβαλλομένη απόφαση και να αναγνωρίσει ότι ο προσφεύγων δικαιούται να λάβει ολόκληρη τη χρηματοδότηση του Ταμείου Συνοχής, με εξαίρεση το ποσό των 537 863 EUR·

να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικά της έξοδα και στα δικαστικά έξοδα της προσφεύγουσας.

Λόγοι ακυρώσεως/Iσχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Αντικείμενο της προσφυγής είναι η ακύρωση της προσβαλλομένης αποφάσεως, σύμφωνα με το άρθρο 230 ΕΚ, καθ' όσον η απόφαση καταργεί συνολικό ποσό εισφοράς 7 778 535 EUR που είχε χορηγηθεί για το πρόγραμμα 95/10/61/017 και καλεί τον προσφεύγοντα να επιστρέψει ποσό 6 222 828 EUR.

Με την προσβαλλομένη απόφαση, η Επιτροπή ισχυρίζεται ότι ο προσφεύγων υπέπεσε σε πλημμέλειες, υπό το πρίσμα του κανονισμού 1164/94 και της αποφάσεως της Επιτροπής C (95) 3281, με την οποία αυτή είχε αποφασίσει τη χορήγηση της οικονομικής συνδρομής της Ευρωπαϊκής Κοινότητας στο πρόγραμμα. Οι πλημμέλειες αυτές αφορούν κατ' ουσία πληρωμές εκτός της περιόδου εκλογιμότητας, αδικαιολόγητα έξοδα, καθώς και το γεγονός ότι ο προσφεύγων δεν περάτωσε τα έργα εντός της ταχθείσας προθεσμίας.

Πρώτον, ο προσφεύγων υποστηρίζει ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι ανεπαρκώς αιτιολογημένη και προσβάλλει την αρχή της ασφάλειας δικαίου. Τούτο οφείλεται στο γεγονός ότι η Επιτροπή, σε διάφορα σημεία, στήριξε την προσβαλλόμενη απόφαση σε ασαφή κριτήρια χωρίς να αιτιολογήσει τα συμπεράσματά της.

Δεύτερον, ο προσφεύγων ισχυρίζεται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση πάσχει κατάφωρα σφάλματα εκτιμήσεως των πραγματικών περιστατικών, καθ' όσον:

όλα τα υποβληθέντα από τον προσφεύγοντα ποσά είναι προσηκόντως δικαιολογημένα·

η Επιτροπή όρισε ασαφώς ποια ποσά έπρεπε να δικαιολογηθούν, ενώ δεν εξέτασε τα αποδεικτικά στοιχεία που υπέβαλε ο προσφεύγων για να δικαιολογήσει τις δαπάνες αυτές·

η Επιτροπή απέκρουσε εξηγήσεις του προσφεύγοντος χωρίς να επικαλεστεί σε ποια συγκεκριμένη νομική βάση στήριξε την απόκρουση αυτή·

η Επιτροπή ερμήνευσε εσφαλμένα τα πραγματικά περιστατικά και τα έγγραφα που της υποβλήθηκαν, με μοναδικό σκοπό να αποδείξει ότι ο προσφεύγων ενήργησε εκ δόλου, πράγμα που δεν αληθεύει.

Τρίτον, ο προσφεύγων θεωρεί ότι η κατάργηση του ποσού της ενίσχυσης, υπό τις παρούσες περιστάσεις, έγινε κατά παράβαση του κανονισμού 1164/94, καθ' όσον: α΄) όλοι οι σκοποί του κανονισμού αυτού και της αποφάσεως της Επιτροπής C (95) 3281 επιτεύχθηκαν και β΄) παραβιάστηκε το άρθρο Η΄ του παραρτήματος II.

Τέλος, ο προσφεύγων ισχυρίζεται ότι, με δεδομένη την πλήρη υλοποίηση του προγράμματος και την έλλειψη δόλου, η προσβαλλόμενη απόφαση παραβιάζει την αρχή της αναλογικότητας και το άρθρο 5 ΕΚ.

SK

____________

1 - Κανονισμός (ΕΚ) 1164/94 του Συμβουλίου, της 16ης Μαΐου 1994, για την ίδρυση του ταμείου συνοχής (ΕΕ 1994, L 130, σ. 1).