Language of document :

Προσφυγή της 23ης Μαρτίου 2013 – Ιταλία κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-275/13)

Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Ιταλική Δημοκρατία (εκπρόσωποι: : P. Gentili, avvocato dello Stato, και G. Palmieri)

Καθής: Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

να ακυρώσει την προκήρυξη του γενικού διαγωνισμού EPSO/AD/249/13, για την κατάρτιση δύο εφεδρικών πινάκων με 37 και 27 επιτυχόντες για την κάλυψη κενών θέσεων διοικητικών υπαλλήλων (AD 7) στους τομείς της μακροοικονομίας και των χρηματοοικονομικών οικονομικών,

να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι ακύρωσης και κύρια επιχειρήματα

Η προσφυγή έχει ασκηθεί κατά της προκήρυξη του γενικού διαγωνισμού EPSO/AD/249/13, για την κατάρτιση δύο εφεδρικών πινάκων με 37 και 27 επιτυχόντες για την κάλυψη κενών θέσεων διοικητικών υπαλλήλων (AD 7) στους τομείς της μακροοικονομίας και των χρηματοοικονομικών οικονομικών.

Προς στήριξη της προσφυγής η προσφεύγουσα προβάλλει επτά λόγους ακύρωσης.

Πρώτος λόγος: Παράβαση των άρθρων 263, 264, 266 ΣΛΕΕ.

Κατά την προσφεύγουσα, η Επιτροπή δεν έλαβε υπόψη το δεδικασμένο που προκύπτει από την απόφαση του Δικαστηρίου στην υπόθεση C–566/10 P, με την οποία κρίθηκαν παράνομες οι προκηρύξεις που προβλέπουν ότι οι υποψήφιοι των γενικών διαγωνισμών της Ένωσης μπορούν να ορίσουν ως δεύτερη γλώσσα μόνο τα αγγλικά, τα γαλλικά ή τα γερμανικά.

Δεύτερος λόγος: Παράβαση των άρθρων 342 ΣΛΕΕ και 1 και 6 του κανονισμού 1/58.

Η προσφεύγουσα υποστηρίζει συναφώς ότι η Επιτροπή, περιορίζοντας σε τρεις γλώσσες τις επιλέξιμες ως δεύτερη γλώσσα των υποψηφίων των γενικών διαγωνισμών της Ένωσης, καθιέρωσε στην πράξη νέο κανονισμό για το γλωσσικό καθεστώς των οργάνων, καταστρατηγώντας την αποκλειστική αρμοδιότητα του Συμβουλίου στον τομέα αυτό.

Τρίτος λόγος: Παράβαση των άρθρων 12 ΕΚ (νυν 18 ΣΛΕΕ), 22 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ένωσης, 6, παράγραφος 3, ΕΕ, 1, παράγραφος 2, και 3 του παραρτήματος III του Κανονισμού Υπηρεσιακής Κατάστασης των υπαλλήλων (ΚΥΚ), 1 και 6 του κανονισμού 1/58 και 1δ, παράγραφοι 1 και 6, 27, παράγραφος 2, 28, στοιχείο στ΄, του ΚΥΚ.

Κατά την προσφεύγουσα, ο γλωσσικός περιορισμός που επέβαλε η Επιτροπή εισάγει δυσμενείς διακρίσεις, διότι οι προαναφερθείσες διατάξεις αφενός απαγορεύουν την επιβολή γλωσσικών περιορισμών στους Ευρωπαίους πολίτες και στους ίδιους τους υπαλλήλους των οργάνων, εφόσον οι περιορισμοί αυτοί δεν προβλέπονται κατά τρόπο γενικό και αντικειμενικό από τους εσωτερικούς κανονισμούς των οργάνων που αναφέρονται στο άρθρο 6 του κανονισμού 1/58 και οι οποίοι έως σήμερα δεν έχουν εκδοθεί, και αφετέρου απαγορεύουν την επιβολή τέτοιων περιορισμών, αν δεν υπάρχει ειδικό και αιτιολογημένο συμφέρον της υπηρεσίας.

Τέταρτος λόγος: Παράβαση του άρθρου 6, παράγραφος 3, ΕΕ, που ανάγει την αρχή της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης σε θεμελιώδες δικαίωμα που απορρέει από τις κοινές συνταγματικές παραδόσεις των κρατών μελών.

Η προσφεύγουσα υποστηρίζει συναφώς ότι η Επιτροπή παραβίασε την εμπιστοσύνη των πολιτών σχετικά με τη δυνατότητα να επιλέγουν ως δεύτερη γλώσσα οποιαδήποτε από τις γλώσσες της Ένωσης, όπως ήταν δυνατό έως το 2007 και όπως επιβεβαίωσε το Δικαστήριο με την απόφασή του στην υπόθεση C-566/10 P.

Πέμπτος λόγος: Κατάχρηση εξουσίας και παράβαση των ουσιωδών κανόνων που είναι συμφυείς με τη φύση και τον σκοπό των προκηρύξεων διαγωνισμών.

Κατά την προσφεύγουσα, η Επιτροπή, περιορίζοντας εκ των προτέρων και γενικώς σε τρεις τις γλώσσες που είναι επιλέξιμες ως δεύτερη γλώσσα, στην πραγματικότητα προέβη σε προκαταρκτικό έλεγχο των γλωσσικών ικανοτήτων των υποψηφίων, και συγκεκριμένα κατά το στάδιο της προκήρυξης και των όρων συμμετοχής, ενώ ο έλεγχος αυτός έπρεπε να διενεργηθεί κατά το στάδιο των δοκιμασιών του διαγωνισμού. Με τον τρόπο αυτό, δίδεται το προβάδισμα στις γλωσσικές γνώσεις έναντι των επαγγελματικών γνώσεων.

Έκτος λόγος: Παράβαση των άρθρων 18 και 24, παράγραφος 4, ΣΛΕΕ, 22 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, 2 του κανονισμού 1/58 και 1δ, παράγραφοι 1 και 6, του ΚΥΚ.

Η προσφεύγουσα υποστηρίζει συναφώς ότι η Επιτροπή, προβλέποντας ότι οι αιτήσεις συμμετοχής πρέπει υποχρεωτικώς να αποσταλούν στην αγγλική, γαλλική ή γερμανική γλώσσα και ότι η Epso θα αποστέλλει στους υποψηφίους στην ίδια γλώσσα τις ανακοινώσεις σχετικά με την πορεία του διαγωνισμού, πρόσβαλε το δικαίωμα των Ευρωπαίων πολιτών να επικοινωνούν στη δική τους γλώσσα με τα όργανα και εισήγαγε άλλη μία διάκριση σε βάρος όσων δεν έχουν γνώση σε βάθος των τριών αυτών γλωσσών.

Έβδομος λόγος: Παράβαση των άρθρων 1 και 6 του κανονισμού 1/58, 1δ, παράγραφοι 1 και 6, και 28, στοιχείο στ΄, του ΚΥΚ, 1, παράγραφος 1, στοιχείο στ΄, του παραρτήματος ΙΙΙ του ΚΥΚ, και 296, παράγραφος 2, ΣΛΕΕ (έλλειψη αιτιολογίας), καθώς και παραβίαση της αρχής της αναλογικότητας. Παραμόρφωση των πραγματικών περιστατικών.

Η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι η Επιτροπή αιτιολόγησε τον περιορισμό σε τρεις γλώσσες επικαλούμενη την ανάγκη να είναι οι νεοπροσλαμβανόμενοι αμέσως σε θέση να επικοινωνούν στο εσωτερικό των οργάνων. Η αιτιολογία αυτή συνιστά παραμόρφωση των πραγματικών περιστατικών, διότι δεν προκύπτει ότι οι τρεις επίμαχες γλώσσες είναι οι πλέον χρησιμοποιούμενες για την επικοινωνία μεταξύ διαφόρων γλωσσικών ομάδων εντός των οργάνων, είναι δε δυσανάλογη προς τον περιορισμό ενός θεμελιώδους δικαιώματος, όπως είναι το δικαίωμα να μην υφίσταται κανείς γλωσσικές διακρίσεις.