Language of document : ECLI:EU:C:2023:458

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα)

της 8ης Ιουνίου 2023 (*)

«Προδικαστική παραπομπή – Δικαστική συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις – Οδηγία (ΕΕ) 2016/343 – Άρθρο 8, παράγραφος 4 – Δικαίωμα παράστασης του κατηγορουμένου στη δίκη του – Ερήμην διαδικασίες – Επανάληψη της διαδικασίας – Ενημέρωση του ερήμην καταδικασθέντος για το δικαίωμα του να ζητήσει επανάληψη της διαδικασίας»

Στις συνεκδικαζόμενες υποθέσεις C‑430/22 και C‑468/22,

με αντικείμενο αιτήσεις προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το Spetsializiran nakazatelen sad (ποινικό δικαστήριο ειδικών αρμοδιοτήτων, Βουλγαρία) με αποφάσεις της 28ης Ιουνίου 2022 και της 13ης Ιουλίου 2022, οι οποίες περιήλθαν στο Δικαστήριο στις 28 Ιουνίου 2022 και στις 14 Ιουλίου 2022 αντιστοίχως, στο πλαίσιο των ποινικών δικών κατά του

VB (C‑430/22)

VB (C‑468/22)

παρισταμένης της:

Spetsializirana prokuratura,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (έκτο τμήμα),

συγκείμενο από τους P. G. Xuereb, πρόεδρο τμήματος, L. Bay Larsen (εισηγητή), Αντιπρόεδρο του Δικαστηρίου, ασκούντα καθήκοντα δικαστή του έκτου τμήματος, και T. von Danwitz, δικαστή,

γενικός εισαγγελέας: J. Richard de la Tour

γραμματέας: A. Calot Escobar

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία,

λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:

–        η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από τους M. Wasmeier και I. Zaloguin,

κατόπιν της αποφάσεως που έλαβε, αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα, να εκδικάσει την υπόθεση χωρίς ανάπτυξη προτάσεων,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1        Οι αιτήσεις προδικαστικής αποφάσεως αφορούν την ερμηνεία του άρθρου 8, παράγραφος 4, δεύτερη περίοδος, και του άρθρου 9 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/343 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Μαρτίου 2016, για την ενίσχυση ορισμένων πτυχών του τεκμηρίου αθωότητας και του δικαιώματος παράστασης του κατηγορουμένου στη δίκη του στο πλαίσιο ποινικής διαδικασίας (ΕΕ 2016, L 65, σ. 1).

2        Οι αιτήσεις αυτές υποβλήθηκαν στο πλαίσιο ποινικών διαδικασιών κατά του VB οι οποίες αφορούν τα αδικήματα της διακίνησης ναρκωτικών και της οπλοκατοχής, στο πλαίσιο εγκληματικής οργάνωσης.

 Το νομικό πλαίσιο

 Το δίκαιο της Ένωσης

3        Οι αιτιολογικές σκέψεις 9 και 39 της οδηγίας 2016/343 έχουν ως εξής:

«(9)      Σκοπός της παρούσας οδηγίας είναι να ενισχυθεί το δικαίωμα σε δίκαιη δίκη στο πλαίσιο ποινικών διαδικασιών, με τη θέσπιση κοινών ελάχιστων κανόνων για ορισμένες πτυχές του τεκμηρίου αθωότητας και του δικαιώματος παράστασης του κατηγορουμένου στη δίκη.

[…]

(39)      Στις περιπτώσεις που τα κράτη μέλη προβλέπουν τη δυνατότητα διεξαγωγής δίκης ερήμην του υπόπτου ή κατηγορουμένου, αλλά δεν μπορούν να εκπληρωθούν οι προϋποθέσεις για τη λήψη απόφασης ερήμην του, επειδή ο ύποπτος ή ο κατηγορούμενος δεν κατέστη δυνατό να εντοπιστεί παρ’ όλο που καταβλήθηκαν οι δέουσες προσπάθειες, για παράδειγμα, επειδή το εν λόγω πρόσωπο διέφυγε ή φυγοδίκησε, θα πρέπει να είναι εντούτοις δυνατό να ληφθεί απόφαση ερήμην του υπόπτου ή κατηγορουμένου και να εκτελεστεί η απόφαση αυτή. Σε αυτή την περίπτωση τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι, όταν οι ύποπτοι ή κατηγορούμενοι λαμβάνουν γνώση της απόφασης, ειδικότερα όταν συλλαμβάνονται, θα πρέπει να λαμβάνουν επίσης γνώση της δυνατότητας να προσβάλουν την απόφαση και του δικαιώματος να ζητήσουν νέα δίκη ή να ασκήσουν άλλο ένδικο μέσο προστασίας. Οι εν λόγω πληροφορίες θα πρέπει να παρέχονται γραπτώς. Οι πληροφορίες μπορούν ωστόσο να παρέχονται προφορικώς, υπό τον όρο ότι σημειώνεται το γεγονός ότι παρασχέθηκαν οι πληροφορίες σύμφωνα με τη διαδικασία καταχώρισης που προβλέπει η εθνική νομοθεσία.»

4        Το άρθρο 8 της οδηγίας, το οποίο επιγράφεται «Δικαίωμα παράστασης του κατηγορουμένου στη δίκη του», ορίζει τα εξής:

«1.      Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι ύποπτοι και οι κατηγορούμενοι έχουν το δικαίωμα παράστασης στη δίκη τους.

2.      Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν ότι μια δίκη που μπορεί να οδηγήσει σε απόφαση για την ενοχή ή την αθωότητα του υπόπτου ή κατηγορουμένου μπορεί να διεξαχθεί ερήμην αυτού, υπό τον όρο ότι:

α)      ο ύποπτος ή κατηγορούμενος έχει ενημερωθεί εγκαίρως σχετικά με τη δίκη και τις συνέπειες της μη παράστασης· ή

β)      ο ύποπτος ή κατηγορούμενος, αφού ενημερώθηκε για τη δίκη, εκπροσωπείται από εξουσιοδοτημένο δικηγόρο ο οποίος διορίστηκε είτε από τον ύποπτο ή κατηγορούμενο είτε από το κράτος.

3.      Απόφαση που έχει ληφθεί σύμφωνα με την παράγραφο 2 μπορεί να εκτελεστεί κατά του συγκεκριμένου προσώπου.

4.      Στις περιπτώσεις που τα κράτη μέλη έχουν ένα σύστημα που προβλέπει τη δυνατότητα διεξαγωγής δικών ερήμην του υπόπτου ή κατηγορουμένου, αλλά δεν είναι δυνατό να τηρηθούν οι προϋποθέσεις που καθορίζονται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου επειδή ο ύποπτος ή ο κατηγορούμενος δεν μπορεί να εντοπιστεί παρ’ όλο που καταβλήθηκαν οι δέουσες προσπάθειες, τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέψουν ότι είναι εντούτοις δυνατό να ληφθεί απόφαση και να εκτελεστεί. Σε αυτή την περίπτωση τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, όταν οι ύποπτοι ή οι κατηγορούμενοι λαμβάνουν γνώση της απόφασης, ειδικότερα όταν συλλαμβάνονται, λαμβάνουν επίσης γνώση της δυνατότητας να προσβάλουν την απόφαση και του δικαιώματος να ζητήσουν νέα δίκη ή να ασκήσουν άλλο μέσο ένδικης προστασίας, σύμφωνα με το άρθρο 9.

5.      Το παρόν άρθρο δεν θίγει τους εθνικούς κανόνες που προβλέπουν ότι ο δικαστής ή το αρμόδιο δικαστήριο μπορεί να απομακρύνει προσωρινά ύποπτο ή κατηγορούμενο από το ακροατήριο όταν αυτό είναι προς το συμφέρον της ομαλής διεξαγωγής της ποινικής διαδικασίας, υπό τον όρο ότι τηρούνται τα δικαιώματα της υπεράσπισης.

6.      Το παρόν άρθρο δεν θίγει τους εθνικούς κανόνες σύμφωνα με τους οποίους η διαδικασία ή ορισμένα στάδιά της διεξάγονται γραπτώς, εφόσον αυτό συνάδει με το δικαίωμα σε δίκαιη δίκη.»

5        Το άρθρο 9 της οδηγίας, με τίτλο «Δικαίωμα σε νέα δίκη», ορίζει τα εξής:

«Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι ο ύποπτος ή ο κατηγορούμενος, στις περιπτώσεις που δεν παρίστατο στη δίκη του και δεν έχουν τηρηθεί οι όροι που προβλέπονται στο άρθρο 8 παράγραφος 2, έχει δικαίωμα σε νέα δίκη ή άλλο ένδικο μέσο προστασίας που επιτρέπει επαναπροσδιορισμό της ουσίας της υπόθεσης, περιλαμβανομένης της εξέτασης νέων αποδεικτικών στοιχείων, και που ενδέχεται να οδηγήσει σε ανατροπή της αρχικής απόφασης. Στο πλαίσιο αυτό, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι εν λόγω ύποπτοι και κατηγορούμενοι έχουν το δικαίωμα να παρίστανται, να συμμετέχουν ουσιαστικά, σύμφωνα με τις διαδικασίες που προβλέπει το εθνικό δίκαιο, και να ασκούν τα δικαιώματα υπεράσπισής τους.»

 Το βουλγαρικό δίκαιο

6        Το άρθρο 423, παράγραφοι 1 έως 4, του Nakazatelno-protsesualen kodeks (κώδικα ποινικής δικονομίας, στο εξής: NPK) προβλέπει τα εξής:

«(1)      Εντός έξι μηνών από την ημερομηνία κατά την οποία έλαβε γνώση της αμετάκλητης ποινικής καταδίκης […], ο ερήμην καταδικασθείς μπορεί να ζητήσει την επανάληψη της προδικασίας επικαλούμενος την απουσία του κατά την [ποινική διαδικασία].

(2)      Η αίτηση δεν αναστέλλει την εκτέλεση της ποινικής καταδίκης, εκτός εάν το δικαστήριο ορίζει άλλως.

(3)      Η διαδικασία επανάληψης της προδικασίας περατώνεται αν ο ερήμην καταδικασθείς δεν εμφανιστεί χωρίς να συντρέχει αποχρών λόγος.

(4)      Όταν ερήμην καταδικασθείς κρατείται σε εκτέλεση αμετάκλητης αποφάσεως και το δικαστήριο επαναλαμβάνει τη διαδικασία, αποφαίνεται με την απόφασή του και επί του μέτρου ασφάλειας.»

7        Το άρθρο 425, παράγραφος 1, σημείο 1, και παράγραφος 2, του NPK ορίζει τα εξής:

«(1)      Όταν κρίνει βάσιμη την αίτηση για την επανάληψη της διαδικασίας, το δικαστήριο δύναται:

1.      να ακυρώσει την καταδίκη, την απόφαση ή τη διάταξη και να παραπέμψει την υπόθεση για εκ νέου εκδίκαση επισημαίνοντας το στάδιο από το οποίο πρέπει να ξεκινήσει η εκ νέου εκδίκαση της υπόθεσης·

(2)      Στις περιπτώσεις του άρθρου 423, παράγραφος 1, η διαδικασία επαναλαμβάνεται και η υπόθεση επανέρχεται στο στάδιο κατά το οποίο άρχισε η ερημοδικία.»

 Οι διαφορές της κύριας δίκης και τα προδικαστικά ερωτήματα

8        H Spetsializirana prokuratura (ειδική εισαγγελία, Βουλγαρία) άσκησε ποινική δίωξη κατά του VB για συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση μαζί με διάφορα άλλα πρόσωπα με σκοπό την καλλιέργεια και τη διακίνηση ναρκωτικών ουσιών, καθώς και την κατοχή όπλων, αδικήματα που τιμωρούνται με στερητική της ελευθερίας ποινή.

9        Οι επίμαχες ποινικές διαδικασίες στις κύριες δίκες διεξήχθησαν απόντος του VB. Στο πλαίσιο των διαδικασιών αυτών, δεν κατέστη δυνατόν να γίνει οποιαδήποτε επίσημη κοινοποίηση στον VB σχετικά με τις εις βάρος του κατηγορίες. Επιπλέον, δεν κατέστη δυνατόν να ενημερωθεί ούτε για την παραπομπή του στο ακροατήριο, ούτε, κατά μείζονα λόγο, για την ημερομηνία και τον τόπο διεξαγωγής της ακροαματικής διαδικασίας και τις συνέπειες τη μη εμφάνισής του.

10      Ειδικότερα, οι αρμόδιες εθνικές αρχές δεν μπόρεσαν να εντοπίσουν τον VB, δεδομένου ότι κατά το στάδιο της ανάκρισης, στο πλαίσιο των εν λόγω ποινικών διαδικασιών, αυτός διέφυγε λίγο πριν από την αστυνομική επιχείρηση για τη σύλληψη των υπόπτων. Ο VB καταχωρήθηκε ως «καταζητούμενος», μεταξύ άλλων και μέσω ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης, αλλά δεν κατέστη δυνατό να εντοπιστεί.

11      Στο πλαίσιο των ως άνω ποινικών διαδικασιών, την υπεράσπιση του VB κατά το στάδιο της ανάκρισης και της διαδικασίας στο ακροατήριο ανέλαβαν διαδοχικά τρεις διαφορετικοί δικηγόροι οι οποίοι διορίστηκαν αυτεπαγγέλτως και ουδέποτε τον συνάντησαν ούτε είχαν οποιαδήποτε επικοινωνία με τον ίδιο ή με τους οικείους του.

12      Οι ποινικές αυτές διαδικασίες είναι ακόμα σε εξέλιξη και έχουν ήδη συγκεντρωθεί τα περισσότερα αποδεικτικά στοιχεία. Κατά το αιτούν δικαστήριο, είναι πιθανόν οι ως άνω ποινικές διαδικασίες να περατωθούν με την καταδίκη του VB σε στερητική της ελευθερίας ποινή.

13      Το αιτούν δικαστήριο επισημαίνει, μεταξύ άλλων, ότι, δυνάμει του άρθρου 423, παράγραφος 1, του NPK, ο ερήμην καταδικασθείς έχει δικαίωμα να ζητήσει την επανάληψη της διαδικασίας εντός έξι μηνών από την ημερομηνία κατά την οποία έλαβε γνώση της καταδίκης. Εντούτοις, το βουλγαρικό δίκαιο δεν προβλέπει προηγούμενη ενημέρωση του ερήμην καταδικασθέντος για το δικαίωμά του να ζητήσει επανάληψη της διαδικασίας. Ειδικότερα, στο βουλγαρικό δίκαιο δεν προβλέπεται καμία υποχρέωση μνείας της δυνατότητας να ζητηθεί η επανάληψη της διαδικασίας στην απόφαση που εκδίδεται ερήμην του κατηγορουμένου ή σε άλλη διαδικαστική πράξη που απευθύνεται σε αυτόν.

14      Περαιτέρω, το βουλγαρικό δίκαιο δεν προβλέπει κατ’ αρχήν άνευ ετέρου δικαίωμα σε νέα δίκη σε περίπτωση ερήμην καταδίκης. Ειδικότερα, το δικαστήριο το οποίο εξετάζει τη συγκεκριμένη υπόθεση και αποφαίνεται επί της ουσίας ερήμην του κατηγορουμένου δεν έχει εξουσία να αποφανθεί αν ο κατηγορούμενος θα έχει δικαίωμα σε νέα δίκη λόγω της ερημοδικίας του. Αυτό συμβαίνει διότι εξουσία να αποφανθεί επί της ύπαρξης τέτοιου δικαιώματος έχει, κατά το βουλγαρικό δίκαιο, το Varhoven kasatsionen sad (Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο, Βουλγαρία), ενώπιον του οποίου πρέπει να υποβληθεί αίτηση για τη διεξαγωγή νέας δίκης, σύμφωνα με το άρθρο 423, παράγραφος 1, του NPK, προκειμένου να εξετάσει αν συντρέχουν οι προϋποθέσεις διεξαγωγής νέας δίκης λόγω της ερημοδικίας του κατηγορουμένου.

15      Τέλος, το αιτούν δικαστήριο εκθέτει ότι το βουλγαρικό δίκαιο απαιτεί την αυτοπρόσωπη εμφάνιση του ερήμην καταδικασθέντος προκειμένου να εξεταστεί επί της ουσίας η αίτηση επανάληψης της διαδικασίας, ενώ το άρθρο 9 της οδηγίας 2016/343 δεν προβλέπει τέτοια απαίτηση. Πλην όμως, η απαίτηση αυτή μειώνει σημαντικά την αποτελεσματικότητα του δικαιώματος που προβλέπεται στο άρθρο 9 της οδηγίας, κατά το μέτρο που ο ερήμην καταδικασθείς διατρέχει τον κίνδυνο να συλληφθεί κατά την εμφάνισή του στο ακροατήριο και, ως εκ τούτου, να εκτελεστεί η εις βάρος του ερήμην καταδικαστική απόφαση.

16      Λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω, το αιτούν δικαστήριο διερωτάται αν, στην περίπτωση που εξετάζει μια υπόθεση ερήμην του κατηγορουμένου και από τις περιστάσεις προκύπτει σαφώς ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 8, παράγραφος 2, της οδηγίας 2016/343, οφείλει, αν εκδώσει ερήμην καταδικαστική απόφαση, να περιλάβει ρητή μνεία σε αυτήν περί του δικαιώματος του καταδικασθέντος σε νέα δίκη, ώστε να λάβει χώρα η ενημέρωση την οποία επιτάσσει το άρθρο 8, παράγραφος 4, δεύτερη περίοδος, της οδηγίας.

17      Ως προς το ζήτημα αυτό, το αιτούν δικαστήριο διευκρινίζει ότι, αν το Δικαστήριο δώσει καταφατική απάντηση στο ανωτέρω ερώτημα, τίθεται το ζήτημα του περιεχομένου της ενημέρωσης που πρέπει να παρέχεται στον ερήμην καταδικασθέντα.

18      Αφενός, πρέπει να διευκρινιστεί αν ο ερήμην καταδικασθείς πρέπει να ενημερωθεί ότι έχει δικαίωμα σε νέα δίκη, εφόσον υποβάλει σχετικό αίτημα, και ότι η εκτίμηση του δικαστηρίου που θα εξετάσει το αίτημά του θα αφορά μόνο το είδος της επανάληψης της διαδικασίας ή αν πρέπει να ενημερωθεί ότι έχει δικαίωμα να ζητήσει νέα δίκη και ότι το δικαστήριο αυτό θα εξετάσει το βάσιμο της αίτησής του. Αφετέρου, πρέπει να εξεταστεί αν ο ερήμην καταδικασθείς πρέπει επίσης να ενημερωθεί ότι έχει την υποχρέωση να εμφανιστεί αυτοπροσώπως ενώπιον του δικαστηρίου που θα επιληφθεί της αίτησης επανάληψης της διαδικασίας, όπερ προϋποθέτει ότι η υποχρέωση αυτή συνάδει με το άρθρο 9 της οδηγίας 2016/343.

19      Υπό τις συνθήκες αυτές, το Spetsializiran nakazatelen sad (ποινικό δικαστήριο ειδικών αρμοδιοτήτων, Βουλγαρία) αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο, στην υπόθεση C‑430/22, τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:

«1)      Έχει το άρθρο 8, παράγραφος 4, δεύτερη περίοδος, της οδηγίας 2016/343 την έννοια ότι υποχρεώνει το εθνικό δικαστήριο που καταδικάζει τον κατηγορούμενο ερήμην, χωρίς να πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 8, παράγραφος 2, να επισημαίνει ρητά το δικαίωμα σε επανάληψη της διαδικασίας, το οποίο έχει ο κατηγορούμενος δυνάμει του άρθρου 9 της οδηγίας, ώστε να μπορεί αυτός σε μεταγενέστερο χρονικό σημείο, ιδίως κατά τη σύλληψή του προς τον σκοπό της εκτελέσεως της ποινής, να ενημερωθεί για το εν λόγω δικαίωμα; Το ερώτημα τίθεται λαμβανομένου υπόψη ότι το εθνικό δίκαιο δεν προβλέπει ενημέρωση του ερήμην καταδικασθέντος σχετικά με το δικαίωμά του σε επανάληψη της διαδικασίας κατά τη σύλληψή του προς τον σκοπό της εκτελέσεως της ποινής· ούτε προβλέπει παρέμβαση δικαστηρίου κατά την έκδοση ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης για την εκτέλεση της ποινής.

2)      Έχει το άρθρο 8, παράγραφος 4, δεύτερη περίοδος, της οδηγίας 2016/343 και ιδίως η φράση “λαμβάνουν επίσης γνώση της δυνατότητας να προσβάλουν την απόφαση και του δικαιώματος να ζητήσουν νέα δίκη ή να ασκήσουν άλλο μέσο ένδικης προστασίας, σύμφωνα με το άρθρο 9” την έννοια ότι πρόκειται για ενημέρωση σχετικά με επισήμως αναγνωρισμένο δικαίωμα σε επανάληψη της διαδικασίας ή πρόκειται για ενημέρωση σχετικά με το δικαίωμα υποβολής αιτήσεως για επανάληψη της διαδικασίας, η βασιμότητα της οποίας πρέπει στη συνέχεια να εξεταστεί;»

20      Στην υπόθεση C‑468/22, το Spetsializiran nakazatelen sad (ποινικό δικαστήριο ειδικών αρμοδιοτήτων) αποφάσισε επίσης να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο το εξής προδικαστικό ερώτημα:

«Συνάδει με το άρθρο 9 της οδηγίας 2016/343 και με την αρχή της αποτελεσματικότητας εθνική διάταξη, όπως το άρθρο 423, παράγραφος 3, του NPK, η οποία επιβάλλει σε πρόσωπο που υποβάλλει αίτηση για την επανάληψη ποινικής διαδικασίας, επειδή η διαδικασία είχε διεξαχθεί ερήμην του και παράλληλα δεν συνέτρεχε κάποια από τις προβλεπόμενες στο άρθρο 8, παράγραφος 2, της οδηγίας 2016/343 περιπτώσεις, να εμφανιστεί αυτοπροσώπως ενώπιον του δικαστηρίου, προκειμένου η εν λόγω αίτησή του να εξεταστεί επί της ουσίας;»

 Επί της διαδικασίας ενώπιον του Δικαστηρίου

21      Με έγγραφο της 5ης Αυγούστου 2022, το Sofiyski gradski sad (πλημμελειοδικείο Σόφιας, Βουλγαρία) ενημέρωσε το Δικαστήριο ότι, κατόπιν νομοθετικής μεταρρύθμισης η οποία τέθηκε σε ισχύ στις 27 Ιουλίου 2022, καταργήθηκε το Spetsializiran nakazatelen sad (ποινικό δικαστήριο ειδικών αρμοδιοτήτων) και ορισμένες εκ των υποθέσεων που υπάγονταν στην αρμοδιότητά του, συμπεριλαμβανομένων των υποθέσεων των κυρίων δικών, υπήχθησαν, από την ημερομηνία αυτή, στην αρμοδιότητα του Sofiyski gradski sad (πλημμελειοδικείου Σόφιας).

 Επί των προδικαστικών ερωτημάτων

 Επί του πρώτου προδικαστικού ερωτήματος στην υπόθεση C430/22

22      Με το πρώτο προδικαστικό ερώτημα στην υπόθεση C‑430/22, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινιστεί αν το άρθρο 8, παράγραφος 4, της οδηγίας 2016/343 επιβάλλει σε εθνικό δικαστήριο που καταδικάζει τον κατηγορούμενο ερήμην, στην περίπτωση που δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 8, παράγραφος 2, της οδηγίας, να περιλαμβάνει στην καταδικαστική απόφαση ρητή μνεία του δικαιώματος σε νέα δίκη, ώστε ο ερήμην καταδικασθείς να μπορεί να ενημερωθεί για το δικαίωμα αυτό σε μεταγενέστερο στάδιο και, ιδίως, κατά τη σύλληψή του προς τον σκοπό της εκτέλεσης της ποινής.

23      Προκαταρκτικώς, υπενθυμίζεται ότι, κατά το αιτούν δικαστήριο, από τις περιστάσεις των υποθέσεων των κύριων δικών προκύπτει σαφώς ότι, δεδομένου ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 8, παράγραφος 2, έχει εφαρμογή το άρθρο 8, παράγραφος 4, της οδηγίας 2016/343.

24      Κατά πάγια νομολογία, για την ερμηνεία διατάξεως του δικαίου της Ένωσης επιβάλλεται η συνεκτίμηση όχι μόνον του γράμματός της, αλλά και του πλαισίου στο οποίο αυτή εντάσσεται, καθώς και των σκοπών που επιδιώκονται με τη ρύθμιση της οποίας αποτελεί μέρος και, εφόσον παρίσταται ανάγκη, του ιστορικού της θεσπίσεώς της (πρβλ. απόφαση της 19ης Δεκεμβρίου 2019, Nederlands Uitgeversverbond και Groep Algemene Uitgevers, C‑263/18, EU:C:2019:1111, σκέψη 38 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία). Προς τον σκοπό αυτό, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι αιτιολογικές σκέψεις της επίμαχης πράξεως της Ένωσης, στο μέτρο που είναι ικανές να αποσαφηνίσουν τη βούληση του συντάκτη της και να αποτελέσουν σημαντικά ερμηνευτικά στοιχεία ως προς τη συγκεκριμένη πράξη [πρβλ. απόφαση της 19ης Μαΐου 2022, Spetsializirana prokuratura (Δίκη φυγόδικου), C‑569/20, EU:C:2022:401, σκέψη 32].

25      Όσον αφορά το γράμμα του άρθρου 8, παράγραφος 4, της οδηγίας 2016/343, η διάταξη αυτή ορίζει ότι, στις περιπτώσεις που τα κράτη μέλη έχουν ένα σύστημα που προβλέπει τη δυνατότητα διεξαγωγής δικών ερήμην του υπόπτου ή κατηγορουμένου, αλλά δεν είναι δυνατό να τηρηθούν οι προϋποθέσεις που καθορίζονται στο άρθρο 8, παράγραφος 2, επειδή ο ύποπτος ή ο κατηγορούμενος δεν μπορεί να εντοπιστεί παρ’ όλο που καταβλήθηκαν οι δέουσες προσπάθειες, τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέψουν ότι είναι εντούτοις δυνατό να ληφθεί απόφαση και να εκτελεστεί.

26      Όπως προβλέπει ειδικότερα το άρθρο 8, παράγραφος 4, της οδηγίας, στην περίπτωση αυτή, τόσο το δικαίωμα σε νέα δίκη όσο και η δυνατότητα προσβολής της ερήμην απόφασης πρέπει να γνωστοποιούνται στον ενδιαφερόμενο κατά το χρονικό σημείο που αυτός λαμβάνει γνώση της απόφασης αυτής.

27      Εντούτοις, όπως ορθώς επισημαίνει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η ως άνω διάταξη δεν καθορίζει επακριβώς τον τρόπο με τον οποίο οι πληροφορίες αυτές πρέπει να παρέχονται στον ενδιαφερόμενο, αλλά προβλέπει απλώς ότι πρέπει να παρέχονται σε αυτόν κατά το χρονικό σημείο που λαμβάνει γνώση της ερήμην απόφασης, ιδίως κατά τη σύλληψή του, δεδομένου ότι η σύλληψη ακολουθεί συνήθως τον εντοπισμό του καταζητουμένου.

28      Αυτό επιβεβαιώνεται από την αιτιολογική σκέψη 39 της οδηγίας 2016/343 κατά την οποία οι εν λόγω πληροφορίες, οι οποίες πρέπει να παρέχονται γραπτώς, μπορούν επίσης να παρέχονται προφορικώς, υπό τον όρο ότι σημειώνεται το γεγονός ότι παρασχέθηκαν σύμφωνα με τη διαδικασία καταχώρισης που προβλέπει η εθνική νομοθεσία.

29      Τέλος, υπενθυμίζεται ότι η οδηγία 2016/343 αποσκοπεί αποκλειστικώς στη θέσπιση κοινών ελάχιστων κανόνων και, επομένως, δεν προβαίνει σε εξαντλητική εναρμόνιση της ποινικής διαδικασίας. Τούτου δοθέντος, οι ρυθμίσεις του εθνικού δικαίου για την παροχή των εν λόγω πληροφοριών δεν μπορούν να θίγουν τον σκοπό που επιδιώκεται με την οδηγία, ο οποίος συνίσταται στη διασφάλιση του δίκαιου χαρακτήρα της διαδικασίας και στην παροχή στον ενδιαφερόμενο της δυνατότητας να παραστεί στη δίκη του, κατά την έννοια των άρθρων 8 ή 9 της οδηγίας [πρβλ. απόφαση της 19ης Μαΐου 2022, Spetsializirana prokuratura (Δίκη φυγόδικου), C‑569/20, EU:C:2022:401, σκέψη 43].

30      Κατά συνέπεια, η οδηγία 2016/343 δεν επιβάλλει στο δικαστήριο που απαγγέλλει την ερήμην απόφαση με την οποία καταδικάζει τον απόντα και μη εντοπισθέντα κατηγορούμενο να περιλάβει σε αυτήν τις πληροφορίες σχετικά με το δικαίωμα σε νέα δίκη και τη δυνατότητα προσβολής της ερήμην απόφασης. Πράγματι, η επιλογή του τρόπου με τον οποίο οι πληροφορίες αυτές πρέπει να τίθενται στη διάθεση των ενδιαφερομένων αφήνεται στη διακριτική ευχέρεια των κρατών μελών, υπό τον όρο ότι γνωστοποιούνται στον ενδιαφερόμενο κατά το χρονικό σημείο που αυτός λαμβάνει γνώση της επίμαχης απόφασης.

31      Λαμβανομένου υπόψη του συνόλου των προεκτεθέντων, στο πρώτο προδικαστικό ερώτημα στην υπόθεση C‑430/22 πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 8, παράγραφος 4, της οδηγίας 2016/343 έχει την έννοια ότι δεν επιβάλλει σε εθνικό δικαστήριο που καταδικάζει τον κατηγορούμενο ερήμην, στην περίπτωση που δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 8, παράγραφος 2, της οδηγίας, να περιλαμβάνει στην καταδικαστική απόφαση ρητή μνεία του δικαιώματος σε νέα δίκη.

 Επί του δεύτερου προδικαστικού ερωτήματος στην υπόθεση C430/22 και του προδικαστικού ερωτήματος στην υπόθεση C468/22

32      Δεδομένου ότι το Δικαστήριο απάντησε αρνητικά στο πρώτο προδικαστικό ερώτημα στην υπόθεση C‑430/22, παρέλκει η απάντηση στο δεύτερο προδικαστικό ερώτημα στην ίδια υπόθεση και στο προδικαστικό ερώτημα στην υπόθεση C‑468/22, καθόσον, όπως επισημαίνεται στη σκέψη 17 της παρούσας απόφασης, κατά τη γνώμη του αιτούντος δικαστηρίου, μόνο σε περίπτωση καταφατικής απάντησης στο πρώτο προδικαστικό ερώτημα τίθεται το ζήτημα του περιεχομένου της ενημέρωσης που πρέπει να παρασχεθεί στον ερήμην καταδικασθέντα, όπως εκτίθεται στη σκέψη 18 της παρούσας απόφασης.

 Επί των δικαστικών εξόδων

33      Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους των κύριων δικών τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (έκτο τμήμα) αποφαίνεται:

Το άρθρο 8, παράγραφος 4, της οδηγίας (ΕΕ) 2016/343 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Μαρτίου 2016, για την ενίσχυση ορισμένων πτυχών του τεκμηρίου αθωότητας και του δικαιώματος παράστασης του κατηγορουμένου στη δίκη του στο πλαίσιο ποινικής διαδικασίας, έχει την έννοια ότι δεν επιβάλλει σε εθνικό δικαστήριο που καταδικάζει τον κατηγορούμενο ερήμην, στην περίπτωση που δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 8, παράγραφος 2, της οδηγίας, να περιλαμβάνει στην καταδικαστική απόφαση ρητή μνεία του δικαιώματος σε νέα δίκη.

(υπογραφές)


*      Γλώσσα διαδικασίας: η βουλγαρική.