Language of document :

Προσφυγή της 7ης Σεπτεμβρίου 2021 – WG κατά EUIPO

(Υπόθεση T-567/21)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: WG (εκπρόσωπος: P. Schimanek, δικηγόρος)

Καθού: Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO)

Αιτήματα

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

να ακυρώσει την απόφαση του διοικητικού συμβουλίου του EUIPO, της 17ης Νοεμβρίου 2020, με την οποία η προσφεύγουσα δεν διορίστηκε μέλος τμήματος προσφυγών του EUIPO μετά το πέρας της διαδικασίας επιλογής «EXT/20/42/AD 11/Μέλος τμήματος προσφυγών»·

να ακυρώσει την απόφαση του διοικητικού συμβουλίου της ίδιας ημέρας με την οποία η Nina Korjus, η Dr. Alejandra González και ο Sergio Rizzo διορίστηκαν μέλη·

να ακυρώσει την απόφαση με την οποία η προσφεύγουσα δεν περιλήφθηκε στον κατάλογο των έξι υποψηφίων τον οποίο η επιτροπή επιλογής υπέβαλε προς ψηφοφορία ενώπιον του διοικητικού συμβουλίου·

να ακυρώσει όλες τις αποφάσεις που προηγήθηκαν και προετοίμασαν τις αποφάσεις της επιτροπής επιλογής, του διοικητικού συμβουλίου και, ενδεχομένως, άλλων οργάνων στο πλαίσιο της διαδικασίας επιλογής «EXT/20/42/AD 11/ Μέλος τμήματος προσφυγών»·

να ακυρώσει την απόφαση της 7ης Ιουνίου με την οποία απορρίφθηκε η διοικητική ένσταση της προσφεύγουσας·

να καταδικάσει το καθού στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα

Προς στήριξη της προσφυγής της, η προσφεύγουσα προβάλλει τέσσερις λόγους ακυρώσεως.

Πρώτος λόγος ακυρώσεως: Παραβάσεις του άρθρου 166 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1001 1 και διαδικαστικές πλημμέλειες

Κατά το άρθρο 166, παράγραφος 5, του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1001, αρμόδιο για τον διορισμό των μελών των τμημάτων προσφυγών είναι το διοικητικό συμβούλιο του EUIPO. Το διοικητικό συμβούλιο απεκδύθηκε της δέσμιας αρμοδιότητάς του λήψεως αποφάσεως και τη μεταβίβασε στην προπαρασκευαστική υποεπιτροπή. Η προπαρασκευαστική υποεπιτροπή ενήργησε καθ’ υπέρβαση των αμιγώς προπαρασκευαστικών αρμοδιοτήτων της και έλαβε η ίδια αποφάσεις. Το διοικητικό συμβούλιο δεν ήταν σε θέση να κατανοήσει τις αποφάσεις, διότι δεν υποβλήθηκαν σε αυτό οι σχετικές και σημαντικότερες πληροφορίες.

Η σύνθεση της υποεπιτροπής αντιβαίνει, δεδομένης της παρουσίας του προέδρου των τμημάτων προσφυγών, προς το άρθρο 166, παράγραφος 5, του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1001. Ο πρόεδρος των τμημάτων προσφυγών δεν μετέχει στο διοικητικό συμβούλιο. Η παρουσία του προέδρου των τμημάτων προσφυγών αντίκειται στο γράμμα του άρθρου 166, παράγραφος 4, του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1001 το οποίο απαριθμεί τις αρμοδιότητες των οργάνων και των επιτροπών που μνημονεύονται στην ως άνω διάταξη.

Δεύτερος λόγος ακυρώσεως: Πρόδηλα σφάλματα εκτιμήσεως λόγω του αντικειμενικώς ακατάλληλου χαρακτήρα της εξέτασης των υποψηφίων κατά τη συνέντευξη

Κατά τη συνέντευξη, εξετάστηκαν μόνον οι γλωσσικές γνώσεις των υποψηφίων που ήταν αντίστοιχες ή ανώτερες του επιπέδου Γ1· οι γλωσσικές γνώσεις των υποψηφίων που αντιστοιχούσαν, σύμφωνα με τις δηλώσεις τους, σε επίπεδο B2 δεν εξετάστηκαν καθόλου. Διεξήχθη απλώς μια συζήτηση· η ανάγνωση ή η γραφή δεν εξετάστηκαν. Μια σύντομη συζήτηση επί θεμάτων που άπτονται της καθημερινής ζωής δεν είναι προφανώς κατάλληλη για να αξιολογηθεί το επίπεδο Γ1 το οποίο ορίζει η προκήρυξη διά παραπομπής στο Κοινό Ευρωπαϊκό Πλαίσιο Αναφοράς για τις γλώσσες.

Οι προσωπικές δεξιότητες τις οποίες προβλέπει το σημείο 4, στοιχείο ε΄, της προκήρυξης εξετάστηκαν αποκλειστικά από τα τρία μέλη της προπαρασκευαστικής επιτροπής από κοινού. Τα εν λόγω μέλη δεν ήταν, εντούτοις, ούτε εκπαιδευμένα σε θέματα ανθρωπίνου δυναμικού και προσλήψεων ούτε επαρκώς καταρτισμένα, με συνέπεια η αξιολόγηση να στηριχθεί σε υποκειμενική μόνον εκτίμηση.

Τρίτος λόγος ακυρώσεως: Μη τήρηση της προκήρυξης και μεταγενέστερη τροποποίηση των κριτηρίων επιλογής

Το καθού δεν τήρησε την προκήρυξη. Δεν κάλεσε σε συνέντευξη μόνον τους «έχοντες τα περισσότερα προσόντα υποψηφίους». Τροποποίησε μεταγενέστερα τα κριτήρια εξέτασης καθιερώνοντας στάθμιση η οποία δεν προβλέπονταν εξαρχής.

Τέταρτος λόγος ακυρώσεως: Παραβιάσεις των αρχών της ίσης μεταχειρίσεως, της διαφάνειας και παραβάσεις της υποχρεώσεως τηρήσεως πρακτικών, πλημμέλειες της αιτιολογίας, καθώς και υπέρβαση εξουσίας

Σε συνέντευξη κλήθηκαν δύο ανόμοιες κατηγορίες υποψηφίων, αυτοί οι οποίοι αξιολογήθηκαν ως «άριστοι» και αυτοί οι οποίοι αξιολογήθηκαν ως «πολύ καλοί». Επιπλέον, η αρχική βαθμολογία, η οποία δόθηκε στους υποψηφίους μετά την αξιολόγηση του φακέλου υποψηφιότητάς τους, δεν ελήφθη εν συνεχεία υπόψη, διότι ο κατάλογος των έξι υποψηφίων τον οποίο η επιτροπή επιλογής υπέβαλε ακολούθως προς ψηφοφορία ενώπιον του διοικητικού συμβουλίου καταρτίστηκε αποκλειστικώς βάσει της βαθμολογίας που επιτεύχθηκε στο πλαίσιο της συνέντευξης.

Τα κριτήρια πρόσκλησης σε συνέντευξη τροποποιήθηκαν μεταγενέστερα σε σχέση με τα κριτήρια της προκήρυξης. Η εν λόγω τροποποίηση πραγματοποιήθηκε σε χρονική στιγμή κατά την οποία η γραμματεία του διοικητικού συμβουλίου είχε λάβει γνώση των δεξιοτήτων και των γνώσεων καθενός υποψηφίου.

Τα σημαντικότερα στάδια της διαδικασίας δεν καταγράφηκαν. Δεν υφίσταται κανένα πρακτικό σχετικά με τη διεξαγωγή της συνέντευξης.

Η κατάταξη, στο πλαίσιο της συνέντευξης, σε δύο βαθμολογικές κλίμακες (από «άριστα» έως «καλά») η οποία αναπαριστά αξιολόγηση των αποτελεσμάτων που επιτεύχθηκαν κατά το πρώτο στάδιο της διαδικασίας επιλογής δεν αιτιολογείται.

____________

1     Κανονισμός (ΕΕ) 2017/1001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 2017, για το σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ 2017, L 154, σ. 1).