Language of document : ECLI:EU:T:2015:508

Υπόθεση T‑462/12

Pilkington Group Ltd

κατά

Ευρωπαϊκής Επιτροπής

«Ανταγωνισμός — Διοικητική διαδικασία — Ευρωπαϊκή αγορά υαλοπινάκων αυτοκινήτου — Δημοσίευση αποφάσεως με την οποία διαπιστώνεται παράβαση του άρθρου 81 ΕΚ — Απόρριψη αιτήσεως περί εμπιστευτικής μεταχειρίσεως στοιχείων για τα οποία προβάλλεται ότι καλύπτονται από το επιχειρηματικό απόρρητο — Υποχρέωση αιτιολογήσεως — Εμπιστευτικότητα — Επαγγελματικό απόρρητο — Δικαιολογημένη εμπιστοσύνη»

Περίληψη — Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου (τρίτο τμήμα)
της 15ης Ιουλίου 2015

1.      Πράξεις των οργάνων — Αιτιολογία — Υποχρέωση αιτιολογήσεως — Περιεχόμενο — Απόφαση του συμβούλου ακροάσεων περί απορρίψεως, στο πλαίσιο διαδικασίας εφαρμογής των κανόνων του ανταγωνισμού, αιτήσεως περί εμπιστευτικής μεταχειρίσεως πληροφοριών

(Άρθρα 101 ΣΛΕΕ, 102 ΣΛΕΕ και 296 ΣΛΕΕ· κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρο 28 § 2· απόφαση 2011/695 της Επιτροπής, άρθρο 8)

2.      Ανταγωνισμός — Διοικητική διαδικασία — Επαγγελματικό απόρρητο — Σύμβουλος επί των ακροάσεων — Αρμοδιότητα οριοθετούμενη από την αίτηση της οικείας επιχειρήσεως — Αποδοχή της αιτήσεως αυτής από την Επιτροπή — Αποτελέσματα — Αρμοδιότητα του συμβούλου ακροάσεων — Αδυναμία γνωστοποιήσεως πληροφορίας που χαρακτηρίζεται ως εμπιστευτική

(Άρθρα 101 ΣΛΕΕ και 102 ΣΛΕΕ· κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρο 28 § 2· απόφαση 2011/695 της Επιτροπής, άρθρο 8)

3.      Ανταγωνισμός — Κανόνες της Ένωσης — Παραβάσεις — Απόφαση της Επιτροπής περί διαπιστώσεως παραβάσεως ή περί επιβολής προστίμου — Υποχρέωση δημοσιεύσεως — Περιεχόμενο

(Άρθρα 101 ΣΛΕΕ, 102 ΣΛΕΕ και 339 ΣΛΕΕ· κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρα 28 και 30 §§ 1 και 2)

4.      Ανταγωνισμός — Διοικητική διαδικασία — Επαγγελματικό απόρρητο — Καθορισμός των πληροφοριών που καλύπτονται από το επιχειρηματικό απόρρητο — Κριτήρια

(Άρθρα 101 ΣΛΕΕ, 102 ΣΛΕΕ και 339 ΣΛΕΕ· κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρα 28 και 30)

5.      Ανταγωνισμός — Διοικητική διαδικασία — Επαγγελματικό απόρρητο — Καθορισμός των πληροφοριών που καλύπτονται από το επιχειρηματικό απόρρητο — Κριτήρια — Συνεκτίμηση της εμπιστευτικότητας ορισμένων πληροφοριών που προστατεύονται από εξαίρεση από το δικαίωμα προσβάσεως στα έγγραφα — Όρια

(Άρθρα 101 ΣΛΕΕ, 102 ΣΛΕΕ και 339 ΣΛΕΕ· κανονισμός 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 4· κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρα 27 § 2, 28 και 30· κανονισμός 773/2004 της Επιτροπής, άρθρα 6, 8, 15 και 16)

6.      Ανταγωνισμός — Διοικητική διαδικασία — Επαγγελματικό απόρρητο — Καθορισμός των πληροφοριών που καλύπτονται από το επιχειρηματικό απόρρητο — Ιστορικές πληροφορίες —Δεν περιλαμβάνονται — Όρια

(Άρθρα 101 ΣΛΕΕ, 102 ΣΛΕΕ και 339 ΣΛΕΕ· κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρο 30 § 2)

7.      Ανταγωνισμός — Διοικητική διαδικασία — Επαγγελματικό απόρρητο — Καθορισμός των πληροφοριών που καλύπτονται από το επιχειρηματικό απόρρητο — Δικαίωμα δημοσιεύσεως πληροφοριών ήδη γνωστοποιηθεισών σε ανταγωνιστές σε αντάλλαγμα μιας αθέμιτης συμφωνίας — Συνεκτίμηση του συμφέροντος των προσώπων που υπέστησαν βλάβη από την παράβαση με διευκόλυνση των ενεργειών προς αποκατάσταση της ζημίας τους

(Άρθρα 101 ΣΛΕΕ, 102 ΣΛΕΕ και 339 ΣΛΕΕ· κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρο 30 § 2)

8.      Ανταγωνισμός — Κανόνες της Ένωσης — Παραβάσεις — Απόφαση της Επιτροπής περί διαπιστώσεως παραβάσεως ή περί επιβολής προστίμου — Υποχρέωση δημοσιεύσεως — Περιεχόμενο — Δικαίωμα δημοσιεύσεως ενός πληρέστερου κειμένου σε σχέση με το ελάχιστο που απαιτείται — Αλλαγή της προσεγγίσεως της Επιτροπής όσον αφορά τον βαθμό λεπτομέρειας των δημοσιευθεισών πληροφοριών — Παραβίαση των αρχών της ίσης μεταχειρίσεως και της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης — Δεν υφίσταται

(Άρθρα 101 ΣΛΕΕ, 102 ΣΛΕΕ και 339 ΣΛΕΕ· κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρο 30 § 2)

1.      Κατά το άρθρο 8, παράγραφος 2, της αποφάσεως 2011/695, σχετικά με τις αρμοδιότητες και τα καθήκοντα του συμβούλου ακροάσεων σε ορισμένες διαδικασίες ανταγωνισμού, ο σύμβουλος ακροάσεων μπορεί να εκτιμήσει ότι μια πληροφορία μπορεί να γνωστοποιηθεί είτε διότι δεν αποτελεί επιχειρηματικό απόρρητο ή άλλη πληροφορία εμπιστευτικού χαρακτήρα είτε διότι υφίσταται υπέρτερο συμφέρον για τη γνωστοποίησή της. Κατά συνέπεια, το συμπέρασμα ότι η επίμαχη πληροφορία δύναται να γνωστοποιηθεί πρέπει να αιτιολογείται με αναφορά στις εκτιμήσεις βάσει των οποίων ο σύμβουλος ακροάσεων θεώρησε είτε ότι δεν αποτελεί επιχειρηματικό απόρρητο ή άλλη πληροφορία εμπιστευτικού χαρακτήρα είτε ότι, ακόμη και στην περίπτωση αυτή, υφίσταται υπέρτερο συμφέρον για τη γνωστοποίησή της.

Στο πλαίσιο αυτό, το γεγονός ότι ένας ή περισσότεροι λόγοι στους οποίους στηρίζεται η άρνηση αναγνωρίσεως του εμπιστευτικού χαρακτήρα προβάλλονται σε σχέση με σειρά πληροφοριών οι οποίες, κατά τη γνώμη του συμβούλου ακροάσεων, παρουσιάζουν κοινά χαρακτηριστικά δεν ασκεί επιρροή στην πληρότητα της αιτιολογίας, εφόσον η προσβαλλόμενη απόφαση επιτρέπει την κατανόηση του ερείσματος των συμπερασμάτων του συμβούλου ακροάσεων. Αν οι ως άνω λόγοι δεν είναι έγκυροι ως προς μία ή περισσότερες πληροφορίες, αυτό που θα αμφισβητηθεί θα είναι το βάσιμο της αιτιολογίας και όχι η επάρκειά της ως ουσιώδους τύπου.

Συνεπώς, το γεγονός ότι ο σύμβουλος ακροάσεων δεν διατύπωσε χωριστή εκτίμηση για κάθε αιτιολογική σκέψη της αποφάσεως την οποία αφορά η αίτηση δεν σημαίνει ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι πλημμελής λόγω ελλείψεως αιτιολογίας, εφόσον στον ενδιαφερόμενο παρασχέθηκε η δυνατότητα να αμφισβητήσει επωφελώς τη νομιμότητα της αναλύσεως του συμβούλου ακροάσεων και εφόσον ο δικαστής της Ένωσης διαθέτει τα απαραίτητα στοιχεία προκειμένου να διατυπώσει την εκτίμησή του συναφώς.

(βλ. σκέψεις 22, 23, 27)

2.      Από το άρθρο 8, παράγραφοι 1 και 2, της αποφάσεως 2011/695, σχετικά με τις αρμοδιότητες και τα καθήκοντα του συμβούλου ακροάσεων σε ορισμένες διαδικασίες ανταγωνισμού, προκύπτει ότι η αρμοδιότητα του συμβούλου ακροάσεων, όταν σε αυτόν απευθύνεται επιχείρηση η οποία αντιτίθεται στη γνωστοποίηση πληροφορίας σχετικής με παράβαση των κανόνων ανταγωνισμού της Ένωσης, οριοθετείται από την αίτηση που του έχει υποβληθεί και αυτός δεν έχει δυνατότητα να θέσει εν αμφιβόλω τις αποφάσεις που έχει λάβει η Επιτροπή, όταν με αυτές γίνεται δεκτή αίτηση περί εμπιστευτικής μεταχειρίσεως.

(βλ. σκέψεις 31, 34)

3.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 42, 43)

4.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 44, 45)

5.      Στο πλαίσιο των συνδυασμένων διατάξεων του άρθρου 4 του κανονισμού 1049/2001, για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, των άρθρων 27, παράγραφος 2, και 28, παράγραφος 2, του κανονισμού 1/2003 και των άρθρων 6, 8, 15 και 16 του κανονισμού 773/2004, σχετικά με τη διεξαγωγή από την Επιτροπή των διαδικασιών δυνάμει των άρθρων 81 ΕΚ και 82 ΕΚ, η ερμηνεία του άρθρου 4 του κανονισμού 1049/2001, υπό την έννοια ότι δεν επιτρέπεται στην Επιτροπή να δημοσιεύει οποιαδήποτε πληροφορία για τον λόγο ότι το θεσμικό αυτό όργανο δύναται να αρνηθεί, δυνάμει της διατάξεως αυτής, την πρόσβαση στα έγγραφα στα οποία περιέχεται η πληροφορία αυτή επικαλούμενη γενικό τεκμήριο, θα καθιστούσε το άρθρο 30 του κανονισμού 1/2003 άνευ αντικειμένου. Αφενός, μια τέτοια ερμηνεία θα στερούσε από την Επιτροπή τη δυνατότητα να δημοσιεύει τα ουσιώδη έστω σημεία της αποφάσεώς της, κατά το μέτρο που αυτά προκύπτουν κατά λογική αναγκαιότητα από τον φάκελο της έρευνας. Αφετέρου, θα είχε επίσης ως πρακτική συνέπεια την ανατροπή του βάρους αποδείξεως, το οποίο, στον τομέα της εμπιστευτικής μεταχειρίσεως, φέρει η αιτούσα την εν λόγω μεταχείριση επιχείρηση, καθώς θα αρκούσε να προβάλει αυτή το γενικό τεκμήριο που τα θεσμικά όργανα μπορούν, υπό τις προαναφερθείσες συνθήκες, να επικαλεστούν, με συνέπεια να υποχρεωθεί εκ των πραγμάτων η Επιτροπή να αποδείξει ότι η επίμαχη πληροφορία μπορεί να συμπεριληφθεί στο προς δημοσίευση κείμενο της αποφάσεώς της.

Επομένως, το γεγονός ότι η Επιτροπή, αντιμετωπίζοντας αίτηση προσβάσεως σε γενικώς οριζόμενο σύνολο εγγράφων το οποίο περιλαμβάνεται στον φάκελο έρευνας αφορώσας παράβαση των κανόνων ανταγωνισμού, μπορεί να επικαλεσθεί γενικό τεκμήριο αντλούμενο από την προστασία ενός εκ των απαριθμούμενων στο άρθρο 4 του κανονισμού 1049/2001 συμφερόντων ουδόλως προδικάζει την έκταση της δημοσιεύσεως στην οποία μπορεί να προβεί το θεσμικό αυτό όργανο στο πλαίσιο του άρθρου 30 του κανονισμού 1/2003.

(βλ. σκέψεις 46, 47, 89)

6.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψη 58)

7.      Όταν επιχείρηση, η οποία αποτελεί αντικείμενο έρευνας για παράβαση των κανόνων ανταγωνισμού, επέλεξε να παραιτηθεί από τον απόρρητο χαρακτήρα ορισμένων πληροφοριών γνωστοποιώντας τες ευθέως στους ανταγωνιστές της σε αντάλλαγμα μιας αθέμιτης συμφωνίας σχετικά με τη μελλοντική συμπεριφορά τους, συμφωνίας η οποία αποσκοπεί στην εξάλειψη της αβεβαιότητας που είναι εγγενής σε ένα ανταγωνιστικό περιβάλλον και η οποία οφείλεται ακριβώς στον απόρρητο χαρακτήρα αυτού του είδους των πληροφοριών, ιδίως έναντι των ανταγωνιστών, η επιχείρηση αυτή δεν μπορεί βασίμως να υποστηρίζει ότι η δημοσίευση των εν λόγω στοιχείων στην απόφαση με την οποία διαπιστώνεται η παράβαση αυτή θα έχει ως αποτέλεσμα να διευρυνθεί αδικαιολόγητα ο κύκλος των προσώπων που τα έχουν στην κατοχή τους, καθόσον η ίδια τις γνωστοποίησε ευθέως στους κύριους ανταγωνιστές της. Στο πλαίσιο αυτό, ο κίνδυνος οι εν λόγω πληροφορίες να περιέλθουν στην κατοχή των ανταγωνιστών της οικείας επιχειρήσεως κατέστη άνευ αντικειμένου λόγω των ενεργειών της τελευταίας αυτής. Δεδομένου, εξάλλου, ότι το ευρύ κοινό δεν έχει τα μέσα για να προκαλέσει ζημία στα εμπορικά συμφέροντα της προσφεύγουσας, το γεγονός ότι οι επίμαχες πληροφορίες θα είναι δημοσίως διαθέσιμες είναι νομικώς αδιάφορο. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή μπορεί να περιλάβει τις πληροφορίες αυτές στο δημοσιευμένο κείμενο της αποφάσεώς της έστω και αν δεν έχει αποδειχθεί ότι η συμπερίληψη αυτή είναι αυστηρώς αναγκαία για τη δικαστική προστασία των προσώπων που ζημιώνονται από την παράβαση.

(βλ. σκέψεις 59, 60, 66, 71, 81-84, 88)

8.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 77, 78)