Language of document : ECLI:EU:C:2024:357

Προσωρινό κείμενο

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (όγδοο τμήμα)

της 25ης Απριλίου 2024 (*)

«Προδικαστική παραπομπή – Αεροπορικές μεταφορές – Αερολιμενικά τέλη – Οδηγία 2009/12/ΕΚ – Άρθρο 11, παράγραφος 5 – Χρηματοδότηση της ανεξάρτητης εποπτικής αρχής – Εισφορά καταβαλλόμενη από τους χρήστες αερολιμένων – Κριτήρια επιβολής»

Στην υπόθεση C‑204/23,

με αντικείμενο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το Consiglio di Stato (Συμβούλιο της Επικρατείας, Ιταλία) με απόφαση της 24ης Μαρτίου 2023, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 28 Μαρτίου 2023, στο πλαίσιο της δίκης

Autorità di regolazione dei trasporti

κατά

Lufthansa Linee Aeree Germaniche,

Austrian Airlines,

Brussels Airlines,

Swiss International Air Lines Ltd,

Lufthansa Cargo,

παρισταμένης της:

Presidenza del Consiglio dei ministri,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (όγδοο τμήμα),

συγκείμενο από τους N. Piçarra (εισηγητή), πρόεδρο τμήματος, N. Jääskinen και M. Gavalec, δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: M. Campos Sánchez-Bordona

γραμματέας: A. Calot Escobar

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία,

λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:

–        οι Lufthansa Linee Aeree Germaniche, Austrian Airlines, Brussels Airlines, Swiss International Air Lines Ltd και Lufthansa Cargo, εκπροσωπούμενες από τον F. L. Arrigoni, avvocato,

–        η Ιταλική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από την G. Palmieri, επικουρούμενη από την M. De Vergori και τον S. L. Vitale, avvocati dello Stato,

–        η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από τον P. A. Messina και την B. Sasinowska,

κατόπιν της αποφάσεως που έλαβε, αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα, να εκδικάσει την υπόθεση χωρίς ανάπτυξη προτάσεων,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1        Η υπό κρίση αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία του άρθρου 11, παράγραφος 5, της οδηγίας 2009/12/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαρτίου 2009, για τα αερολιμενικά τέλη (ΕΕ 2009, L 70, σ. 11).

2        Η αίτηση υποβλήθηκε στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς μεταξύ της Autorità di regolazione dei trasporti (εποπτικής αρχής μεταφορών, Ιταλία, στο εξής: εποπτική αρχή) και της Lufthansa Linee Aeree Germaniche, της Austrian Airlines, της Brussels Airlines, της Swiss International Air Lines Ltd και της Lufthansa Cargo (στο εξής, από κοινού: ενδιαφερόμενοι χρήστες αερολιμένων) με αντικείμενο το κύρος απόφασης της εποπτικής αρχής με την οποία καθορίστηκε το ποσό και οι λεπτομέρειες καταβολής της εισφοράς για τη χρηματοδότηση της αρχής αυτής για το έτος 2019.

 Το νομικό πλαίσιο

 Το δίκαιο της Ένωσης

3        Η αιτιολογική σκέψη 12 της οδηγίας 2009/12 διαλαμβάνει τα εξής:

«Προκειμένου να εξασφαλίζεται η αμεροληψία των αποφάσεων και η ορθή και ουσιαστική εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, θα πρέπει να συσταθεί ανεξάρτητη εποπτική αρχή σε κάθε κράτος μέλος. Η αρχή αυτή θα πρέπει να διαθέτει όλους τους απαιτούμενους πόρους όσον αφορά το προσωπικό, την πείρα και τα οικονομικά μέσα, για να εκτελεί τα καθήκοντά της.»

4        Το άρθρο 2 της οδηγίας ορίζει τα εξής:

«Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

[…]

2)      “φορέας διαχείρισης αερολιμένα”: φορέας ο οποίος, σε συνδυασμό ή όχι με άλλες δραστηριότητες, ανάλογα με την περίπτωση, έχει ως στόχο, δυνάμει εθνικών νομοθετικών ή κανονιστικών διατάξεων ή συμβάσεων, τη διοίκηση και τη διαχείριση των αερολιμενικών υποδομών ή των υποδομών αερολιμενικών δικτύων και το συντονισμό και τον έλεγχο των δραστηριοτήτων των διαφόρων αερομεταφορέων που εξυπηρετούν τους συγκεκριμένους αερολιμένες ή αερολιμενικά δίκτυα·

3)      “χρήστης αερολιμένος”: φυσικό ή νομικό πρόσωπο που μεταφέρει αεροπορικώς επιβάτες, ταχυδρομείο ή/και φορτίο, από ή προς το συγκεκριμένο αερολιμένα·

4)      “αερολιμενικά τέλη”: η εισφορά που εισπράττεται από το φορέα διαχείρισης του αερολιμένος και καταβάλλεται από τους χρήστες του αερολιμένος για τη χρήση των διευκολύνσεων και των υπηρεσιών οι οποίες παρέχονται αποκλειστικά από το φορέα διαχείρισης του αερολιμένος και αφορούν την προσγείωση, την απογείωση, το φωτισμό και τη στάθμευση αεροσκαφών και τη διακίνηση επιβατών και φορτίου·

[…]».

5        Κατά το άρθρο 3 της οδηγίας, το οποίο επιγράφεται «Απαγόρευση διακρίσεων», «[τ]α κράτη μέλη μεριμνούν ώστε τα αερολιμενικά τέλη να μην εισάγουν διακρίσεις μεταξύ χρηστών αερολιμένων, σύμφωνα με το κοινοτικό δίκαιο».

6        Το άρθρο 11 της οδηγίας, το οποίο επιγράφεται «Ανεξάρτητη εποπτική αρχή», ορίζει στις παραγράφους 3 και 5 τα εξής:

«3.      Τα κράτη μέλη εγγυώνται την ανεξαρτησία της ανεξάρτητης εποπτικής αρχής μεριμνώντας για το νομικό διαχωρισμό και την ανεξάρτητη λειτουργία της από οιοδήποτε φορέα διαχείρισης αερολιμένα ή αερομεταφορέα. Τα κράτη μέλη που διατηρούν την κυριότητα αερολιμένων, φορέων διαχείρισης αερολιμένων ή αερομεταφορέων ή τον έλεγχο φορέων διαχείρισης αερολιμένων ή αερομεταφορέων μεριμνούν ώστε οι λειτουργίες που αφορούν αυτήν την κυριότητα ή αυτόν τον έλεγχο να μην ανατίθενται στην ανεξάρτητη εποπτική αρχή. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε η ανεξάρτητη εποπτική αρχή να ασκεί τις εξουσίες της με αμεροληψία και διαφάνεια.

[…]

5.      Τα κράτη μέλη μπορούν να θεσπίζουν μηχανισμό χρηματοδότησης της ανεξάρτητης εποπτικής αρχής, ο οποίος μπορεί να περιλαμβάνει την επιβολή τέλους στους χρήστες αερολιμένων και τους φορείς διαχείρισης αερολιμένων.»

 Το ιταλικό δίκαιο

7        Το άρθρο 37, παράγραφος 6, στοιχείο b, του decreto legge n. 201 – Disposizioni urgenti per la crescita, l’equità e il consolidamento dei conti pubblici (πράξη νομοθετικού περιεχομένου 201 περί επειγουσών διατάξεων για την ανάπτυξη, την ισότητα και την ενοποίηση των δημοσίων λογαριασμών), της 6ης Δεκεμβρίου 2011 (GURI αριθ. 284, της 6ης Δεκεμβρίου 2011, τακτικό συμπλήρωμα αριθ. 251), η οποία κυρώθηκε, κατόπιν τροποποιήσεων, με τον legge n. 214 (νόμο 214), της 22ας Δεκεμβρίου 2011 (GURI αριθ. 300, της 27ης Δεκεμβρίου 2011, τακτικό συμπλήρωμα αριθ. 276), όπως ίσχυε κατά τον χρόνο των πραγματικών περιστατικών της διαφοράς της κύριας δίκης (στο εξής: νόμος 214/2011), ορίζει τα εξής:

«Η άσκηση των αρμοδιοτήτων της παραγράφου 2 και των δραστηριοτήτων της παραγράφου 3, καθώς και η άσκηση των λοιπών εκ του νόμου αρμοδιοτήτων και δραστηριοτήτων χρηματοδοτείται ως εξής:

[…]

b)      μέσω εισφοράς καταβαλλόμενης από τους οικονομικούς φορείς που δραστηριοποιούνται στον τομέα των μεταφορών, ως προς τους οποίους η [εποπτική] αρχή έχει αναλάβει συγκεκριμένες δράσεις, στην αγορά στην οποία δραστηριοποιούνται, κατ’ ενάσκηση των αρμοδιοτήτων ή των δραστηριοτήτων που προβλέπει ο νόμος, σε ποσοστό που δεν υπερβαίνει το 1 τοις χιλίοις του κύκλου εργασιών του τελευταίου οικονομικού έτους· προβλέπονται κατώτατα όρια απαλλαγής τα οποία λαμβάνουν υπόψη το μέγεθος του κύκλου εργασιών. Ο κύκλος εργασιών υπολογίζεται κατά τρόπο ώστε να αποφεύγεται η διπλή επιβολή εισφορών. Το ύψος της εισφοράς καθορίζεται ετησίως με πράξη της [εποπτικής] αρχής, η οποία υπόκειται στην έγκριση της Προεδρίας του Υπουργικού Συμβουλίου, με τη σύμφωνη γνώμη του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών. Παρατηρήσεις μπορούν να υποβληθούν, εντός προθεσμίας 30 ημερών, στην [εποπτική] αρχή, η οποία οφείλει να τις λάβει υπόψη. Ελλείψει παρατηρήσεων, η πράξη θεωρείται ότι έχει εγκριθεί.»

 Η διαφορά της κύριας δίκης και τα προδικαστικά ερωτήματα

8        Στις 19 Δεκεμβρίου 2018 η εποπτική αρχή εξέδωσε βάσει του άρθρου 37, παράγραφος 6, στοιχείο b, του νόμου 214/2011 απόφαση με την οποία καθορίστηκε το ποσό και οι λεπτομέρειες καταβολής της εισφοράς που όφειλαν οι χρήστες αερολιμένων προς την αρχή αυτή για το έτος 2019.

9        Οι ενδιαφερόμενοι χρήστες αερολιμένων άσκησαν προσφυγή κατά της απόφασης ενώπιον του Tribunale amministrativo regionale per il Piemonte (περιφερειακού διοικητικού δικαστηρίου Πεδεμοντίου, Ιταλία).

10      Κατόπιν αποδοχής της προσφυγής τους από το δικαστήριο αυτό, η εποπτική αρχή άσκησε αναίρεση ενώπιον του Consiglio di Stato (Συμβουλίου της Επικρατείας, Ιταλία), ήτοι του αιτούντος δικαστηρίου, υποστηρίζοντας, αφενός, ότι οι οικονομικοί φορείς στον τομέα των μεταφορών ανήκουν στον κύκλο των υπόχρεων καταβολής της εισφοράς του άρθρου 37, παράγραφος 6, στοιχείο b, του νόμου 214/2011 και, αφετέρου, ότι, στον τομέα των αερομεταφορών, ο οποίος διέπεται από την οδηγία 2009/12, η εποπτική αρχή ασκεί τις αρμοδιότητές της τόσο έναντι των φορέων διαχείρισης αερολιμένων όσο και έναντι των χρηστών αερολιμένων.

11      Από την πλευρά τους, οι ενδιαφερόμενοι χρήστες αερολιμένων υποστηρίζουν ότι η οφειλόμενη δυνάμει της απόφασης αυτής της εποπτικής αρχής εισφορά, η οποία υπολογίζεται βάσει του κύκλου εργασιών, συνιστά γενικό φόρο που δεν συνδέεται με την παροχή συγκεκριμένης υπηρεσίας, σε αντίθεση με το τέλος που προβλέπεται στο άρθρο 11, παράγραφος 5, της οδηγίας 2009/12. Ως εκ τούτου, εκτιμούν ότι η ιταλική ρύθμιση είναι αντίθετη προς το άρθρο 11, παράγραφος 5, της οδηγίας, καθόσον προβλέπει εισφορά αποσκοπούσα στην κάλυψη του συνόλου των δαπανών της αρχής αυτής, χωρίς να συνδέεται με τις πραγματικές λειτουργικές δαπάνες. Επιπλέον, εάν το σύνολο των χρηστών αερολιμένων, και όχι μόνον εκείνοι που είναι εγκατεστημένοι στο κράτος μέλος της οικείας εποπτικής αρχής ή που έχουν συσταθεί σύμφωνα με το δίκαιο του εν λόγω κράτους μέλους, υποχρεούνταν να συνεισφέρουν στη χρηματοδότηση των εποπτικών αρχών σε διάφορα κράτη μέλη, τούτο θα οδηγούσε σε υπέρμετρη επιβάρυνσή τους κατά τρόπο αντίθετο προς το πνεύμα της οδηγίας.

12      Το αιτούν δικαστήριο εκτιμά ότι το άρθρο 37, παράγραφος 6, στοιχείο b, του νόμου 214/2011 δεν είναι, εκ πρώτης όψεως, αντίθετο προς το δίκαιο της Ένωσης, στο μέτρο που, δυνάμει του άρθρου 11, παράγραφοι 3 και 5, της οδηγίας 2009/12, τα κράτη μέλη δύνανται να εξασφαλίζουν τη χρηματοδότηση των εποπτικών αρχών μέσω εισφοράς επιβαλλόμενης στους χρήστες αερολιμένων.

13      Το αιτούν δικαστήριο αναγνωρίζει μεν ότι ένα αερολιμενικό τέλος διαφέρει από εισφορές μη συνδεόμενες με συγκεκριμένη υπηρεσία, καθόσον αποτελεί αντιπαροχή για παροχή υπηρεσίας, πλην όμως επισημαίνει ότι ο μηχανισμός χρηματοδότησης του άρθρου 11, παράγραφος 5, «ο οποίος μπορεί να περιλαμβάνει την επιβολή τέλους», δεν αποκλείει μια μορφή χρηματοδότησης ανεξάρτητη από συγκεκριμένη αντιπαροχή. Εν πάση περιπτώσει, κατά το αιτούν δικαστήριο, η εθνική πρακτική λαμβάνει υπόψη, στο πλαίσιο της διαδικασίας πολλαπλών σταδίων που καθιερώνει το άρθρο 37, παράγραφος 6, στοιχείο b, του νόμου 214/2011, τη σχέση μεταξύ του ύψους της επίμαχης εισφοράς και των λειτουργικών δαπανών της εποπτικής αρχής.

14      Το αιτούν δικαστήριο προσθέτει ότι η θέσπιση, με την οδηγία 2009/12, κοινού πλαισίου για τα αερολιμενικά τέλη αποσκοπεί στη διασφάλιση ομοιόμορφης μεταχείρισης όχι μόνο μεταξύ των φορέων διαχείρισης αερολιμένων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά και μεταξύ των χρηστών αερολιμένων, όπως οι αερομεταφορείς. Εξ αυτού συνάγει ότι τυχόν περιορισμός της επίμαχης εισφοράς στους εδρεύοντες στο εθνικό έδαφος χρήστες αερολιμένων θα μπορούσε να προκαλέσει στρέβλωση του ανταγωνισμού.

15      Υπό τις συνθήκες αυτές, το Consiglio di Stato (Συμβούλιο της Επικρατείας) αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:

«1.      Έχει το άρθρο 11, παράγραφος 5, της [οδηγίας 2009/12], η οποία αφορά τον τομέα των αερολιμένων, την έννοια ότι η εποπτική αρχή πρέπει να χρηματοδοτείται μόνο μέσω της επιβολής αερολιμενικών τελών και όχι με άλλες μορφές χρηματοδότησης, όπως την επιβολή εισφοράς ([το Consiglio di Stato (Συμβούλιο της Επικρατείας)] εκτιμά ότι η είσπραξη, μέσω αερολιμενικών τελών, των ποσών που προορίζονται για τη χρηματοδότηση της [εποπτικής αρχής] συνιστά απλώς και μόνον ευχέρεια του κράτους μέλους);

2.      Πρέπει να γίνει δεκτό ότι τα τέλη ή η εισφορά που μπορούν να επιβληθούν για τη χρηματοδότηση της εποπτικής αρχής κατά την έννοια του άρθρου 11, παράγραφος 5, της [οδηγίας 2009/12], πρέπει να σχετίζονται μόνο με συγκεκριμένες παροχές και έξοδα –που δεν προσδιορίζονται εντούτοις στην οδηγία– ή ότι αρκεί η συσχέτισή τους με τα λειτουργικά έξοδα της εποπτικής αρχής, τα οποία προκύπτουν από τους προϋπολογισμούς που διαβιβάζονται και ελέγχονται από κρατικές αρχές;

3.      Έχει το άρθρο 11, παράγραφος 5, της [οδηγίας 2009/12] την έννοια ότι τα τέλη μπορούν να επιβάλλονται μόνο σε επιχειρήσεις που είναι εγκατεστημένες ή έχουν συσταθεί βάσει της νομοθεσίας του κράτους μέλους που ίδρυσε την εποπτική αρχή; Μπορεί τούτο να ισχύει και στην περίπτωση εισφορών που επιβάλλονται για τη λειτουργία της εποπτικής αρχής;»

 Επί των προδικαστικών ερωτημάτων

 Επί του πρώτου και του δευτέρου προδικαστικού ερωτήματος

16      Με το πρώτο και το δεύτερο προδικαστικό ερώτημα, τα οποία πρέπει να εξεταστούν από κοινού, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινιστεί εάν το άρθρο 11, παράγραφος 5, της οδηγίας 2009/12 έχει την έννοια ότι αντιτίθεται σε εθνική ρύθμιση δυνάμει της οποίας η χρηματοδότηση της ανεξάρτητης εποπτικής αρχής εξασφαλίζεται μέσω εισφοράς καταβαλλόμενης από τους χρήστες αερολιμένων, το ύψος της οποίας δεν συνδέεται με το κόστος των παρεχόμενων από την αρχή αυτή υπηρεσιών.

17      Κατά το άρθρο 11, παράγραφος 5, της οδηγίας 2009/12, «[τ]α κράτη μέλη μπορούν να θεσπίζουν μηχανισμό χρηματοδότησης της ανεξάρτητης εποπτικής αρχής, ο οποίος μπορεί να περιλαμβάνει την επιβολή τέλους στους χρήστες αερολιμένων και τους φορείς διαχείρισης αερολιμένων».

18      Πρώτον, επισημαίνεται ότι το «τέλος» στο οποίο αναφέρεται η διάταξη αυτή δεν ταυτίζεται με το «αερολιμενικό τέλος», κατά την έννοια του άρθρου 2, σημείο 4, της οδηγίας 2009/12. Πράγματι, αφενός, το εν λόγω αερολιμενικό τέλος εισπράττεται «από το φορέα διαχείρισης του αερολιμένος», όπως αυτός ορίζεται στο σημείο 2 του άρθρου 2, ενώ ένα «τέλος» κατά το άρθρο 11, παράγραφος 5, της οδηγίας μπορεί, μεταξύ άλλων, να εισπράττεται από φορείς διαχείρισης αερολιμένων. Αφετέρου, το αντάλλαγμα για το «αερολιμενικό τέλος», κατά την έννοια του άρθρου 2, σημείο 4, συνίσταται στη «χρήση των διευκολύνσεων και των υπηρεσιών οι οποίες παρέχονται αποκλειστικά από το φορέα διαχείρισης του αερολιμένος και αφορούν την προσγείωση, την απογείωση, το φωτισμό και τη στάθμευση αεροσκαφών και τη διακίνηση επιβατών και φορτίου». Επομένως, η παροχή των υπηρεσιών αυτών δεν εμπίπτει στην αρμοδιότητα της «ανεξάρτητης εποπτικής αρχής» του άρθρου 11 της οδηγίας 2009/12.

19      Δεύτερον, από το γράμμα του άρθρου 11, παράγραφος 5, της οδηγίας 2009/12 προκύπτει σαφώς ότι η θέσπιση μηχανισμού χρηματοδότησης των εποπτικών αρχών αποτελεί απλή ευχέρεια και όχι υποχρέωση των κρατών μελών. Το ίδιο ισχύει και όσον αφορά την είσπραξη, για τους σκοπούς της χρηματοδότησης αυτής, τέλους από τους χρήστες αερολιμένων, όπως αυτοί ορίζονται στο άρθρο 2, σημείο 3, της οδηγίας.

20      Επομένως, όταν τα κράτη μέλη αποφασίζουν, σύμφωνα με το άρθρο 11, παράγραφος 5, της οδηγίας 2009/12, να θεσπίσουν μηχανισμό χρηματοδότησης των εθνικών εποπτικών αρχών, δεν υποχρεούνται να συνδέουν το ποσό της εισφοράς που επιβάλλουν στους χρήστες αερολιμένων και στους φορείς διαχείρισης αερολιμένων με το κόστος των παρεχόμενων από την αρχή αυτή υπηρεσιών.

21      Εντούτοις, κατά τη θέσπιση ενός τέτοιου μηχανισμού, τα κράτη μέλη οφείλουν να τηρούν τις γενικές αρχές του δικαίου της Ένωσης, όπως την αρχή της αναλογικότητας και την αρχή της απαγόρευσης των διακρίσεων (βλ., κατ’ αναλογίαν, αποφάσεις της 23ης Απριλίου 2009, Αγγελιδάκη κ.λπ., C‑378/07 έως C‑380/07, EU:C:2009:250, σκέψεις 83 και 85, και της 5ης Μαΐου 2011, Ze Fu Fleischhandel και Vion Trading, C‑201/10 και C‑202/10, EU:C:2011:282, σκέψη 37).

22      Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, εθνική ρύθμιση με την οποία θεσπίζεται μηχανισμός χρηματοδότησης της εποπτικής αρχής δυνάμει του άρθρου 11, παράγραφος 5, της οδηγίας 2009/12 δεν πρέπει να βαίνει πέραν του αναγκαίου μέτρου για την επίτευξη του επιδιωκόμενου από τη διάταξη αυτή σκοπού (πρβλ. απόφαση της 8ης Φεβρουαρίου 2018, Lloyd’s of London, EU:C:2018:78, σκέψη 32 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία), ήτοι, όπως προκύπτει από την παράγραφο 3 του άρθρου 11 της οδηγίας, σε συνδυασμό με την αιτιολογική σκέψη 12, να παρέχει στην εν λόγω αρχή πόρους όσον αφορά το προσωπικό, την πείρα και τα οικονομικά μέσα, ώστε η αρχή αυτή να μπορεί να ασκεί τα καθήκοντά της με αμεροληψία, διαφάνεια και πλήρη ανεξαρτησία.

23      Όσον αφορά την απαγόρευση των διακρίσεων μεταξύ των χρηστών αερολιμένων, αυτή εξαγγέλλεται, όσον αφορά τα αερολιμενικά τέλη, κατά την έννοια του άρθρου 2, σημείο 4, της οδηγίας 2009/12, στο άρθρο 3 της οδηγίας, και απορρέει ευθέως από την αρχή της απαγόρευσης των διακρίσεων σε σχέση με τα τέλη ή τις εισφορές που επιβάλλονται στους χρήστες αυτούς βάσει του άρθρου 11, παράγραφος 5, της οδηγίας.

24      Κατόπιν των ανωτέρω σκέψεων, στο πρώτο και στο δεύτερο προδικαστικό ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 11, παράγραφος 5, της οδηγίας 2009/12 έχει την έννοια ότι δεν αντιτίθεται σε εθνική ρύθμιση δυνάμει της οποίας η χρηματοδότηση της ανεξάρτητης εποπτικής αρχής εξασφαλίζεται μέσω εισφοράς καταβαλλόμενης από τους χρήστες αερολιμένων το ύψος της οποίας δεν συνδέεται με το κόστος των παρεχόμενων από την αρχή αυτή υπηρεσιών, υπό την προϋπόθεση ότι η ρύθμιση αυτή είναι σύμφωνη με τις γενικές αρχές του δικαίου της Ένωσης, ιδίως με τις αρχές της αναλογικότητας και της απαγόρευσης των διακρίσεων.

 Επί του τρίτου προδικαστικού ερωτήματος

25      Με το τρίτο προδικαστικό ερώτημα, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινιστεί εάν το άρθρο 11, παράγραφος 5, της οδηγίας 2009/12 έχει την έννοια ότι αντιτίθεται σε εθνική ρύθμιση δυνάμει της οποίας η χρηματοδότηση της ανεξάρτητης εποπτικής αρχής εξασφαλίζεται μέσω εισφοράς καταβαλλόμενης από τους χρήστες αερολιμένων, ακόμη και αν αυτοί δεν είναι εγκατεστημένοι στο κράτος μέλος της αρχής αυτής ή δεν έχουν συσταθεί σύμφωνα με το δίκαιο του εν λόγω κράτους μέλους.

26      Συναφώς, επισημαίνεται, πρώτον, ότι το γράμμα του άρθρου 11, παράγραφος 5, της οδηγίας 2009/12 δεν περιορίζει την εφαρμογή του μηχανισμού χρηματοδότησης της ανεξάρτητης εποπτικής αρχής σε ορισμένες κατηγορίες χρηστών αερολιμένων αναλόγως του εάν οι χρήστες αυτοί είναι εγκατεστημένοι στο οικείο κράτος μέλος ή έχουν συσταθεί σύμφωνα με το δίκαιο του κράτους αυτού.

27      Δεύτερον, όπως επισήμαναν, κατ’ ουσίαν, τόσο το αιτούν δικαστήριο όσο και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή με τις γραπτές παρατηρήσεις της, τυχόν περιορισμός των εισφορών που επιβάλλονται για τη χρηματοδότηση της ανεξάρτητης εποπτικής αρχής κράτους μέλους αποκλειστικά στους εδρεύοντες στο έδαφος του κράτους αυτού χρήστες αερολιμένων, στο μέτρο που οι εδρεύοντες σε άλλο κράτος μέλος χρήστες αερολιμένων θα απαλλάσσονταν από τις εν λόγω εισφορές, ακόμη και αν οι τελευταίοι αυτοί χρήστες χρησιμοποιούν τους αερολιμένες του πρώτου κράτους μέλους, θα μπορούσε να στρεβλώσει τον ανταγωνισμό μεταξύ των δύο αυτών κατηγοριών χρηστών αερολιμένων.

28      Κατόπιν των προεκτεθέντων, στο τρίτο προδικαστικό ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 11, παράγραφος 5, της οδηγίας 2009/12 έχει την έννοια ότι δεν αντιτίθεται σε εθνική ρύθμιση δυνάμει της οποίας η χρηματοδότηση της ανεξάρτητης εποπτικής αρχής εξασφαλίζεται μέσω εισφοράς καταβαλλόμενης από τους χρήστες αερολιμένων, ακόμη και αν αυτοί δεν είναι εγκατεστημένοι στο κράτος μέλος της αρχής αυτής ή δεν έχουν συσταθεί σύμφωνα με το δίκαιο του εν λόγω κράτους μέλους.

 Επί των δικαστικών εξόδων

29      Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (όγδοο τμήμα) αποφαίνεται:

1)      Το άρθρο 11, παράγραφος 5, της οδηγίας 2009/12/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαρτίου 2009, για τα αερολιμενικά τέλη,

έχει την έννοια ότι:

δεν αντιτίθεται σε εθνική ρύθμιση δυνάμει της οποίας η χρηματοδότηση της ανεξάρτητης εποπτικής αρχής εξασφαλίζεται μέσω εισφοράς καταβαλλόμενης από τους χρήστες αερολιμένων το ύψος της οποίας δεν συνδέεται με το κόστος των παρεχόμενων από την αρχή αυτή υπηρεσιών, υπό την προϋπόθεση ότι η ρύθμιση αυτή είναι σύμφωνη με τις γενικές αρχές του δικαίου της Ένωσης, ιδίως με τις αρχές της αναλογικότητας και της απαγόρευσης των διακρίσεων.

2)      Το άρθρο 11, παράγραφος 5, της οδηγίας 2009/12

έχει την έννοια ότι:

δεν αντιτίθεται σε εθνική ρύθμιση δυνάμει της οποίας η χρηματοδότηση της ανεξάρτητης εποπτικής αρχής εξασφαλίζεται μέσω εισφοράς καταβαλλόμενης από τους χρήστες αερολιμένων, ακόμη και αν αυτοί δεν είναι εγκατεστημένοι στο κράτος μέλος της αρχής αυτής ή δεν έχουν συσταθεί σύμφωνα με το δίκαιο του εν λόγω κράτους μέλους.

(υπογραφές)


*      Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική.