Language of document : ECLI:EU:C:2016:325

Υπόθεση C‑547/14

Philip Morris Brands SARL κ.λπ.

κατά

Secretary of State for Health

[αίτηση του High Court of Justice (England & Wales),
Queen’s Bench Division (Administrative Court)
για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως]

«Προδικαστική παραπομπή – Προσέγγιση των νομοθεσιών – Οδηγία 2014/40/ΕΕ – Άρθρα 7, 18 και 24, παράγραφοι 2 και 3 – Άρθρα 8, παράγραφος 3, 9, παράγραφος 3, 10, παράγραφος 1, στοιχεία αʹ, γʹ και ζʹ, 13 και 14 – Κατασκευή, παρουσίαση και πώληση προϊόντων καπνού – Κύρος – Νομική βάση – Άρθρο 114 ΣΛΕΕ – Αρχή της αναλογικότητας – Αρχή της επικουρικότητας – Θεμελιώδη δικαιώματα της Ένωσης – Ελευθερία έκφρασης – Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Άρθρο 11»

Περίληψη – Απόφαση του Δικαστηρίου (δεύτερο τμήμα)
της 4ης Μαΐου 2016

1.        Προδικαστικά ερωτήματα – Αρμοδιότητα του Δικαστηρίου – Όρια – Αρμοδιότητα του εθνικού δικαστηρίου – Αναγκαιότητα υποβολής προδικαστικού ερωτήματος και λυσιτέλεια των υποβαλλόμενων ερωτημάτων – Εκτίμηση του εθνικού δικαστηρίου

(Άρθρο 267 ΣΛΕΕ)

2.        Προδικαστικά ερωτήματα – Αρμοδιότητα του Δικαστηρίου – Όρια – Αίτημα περί ερμηνείας πράξης γενικής ισχύος της Ένωσης που δεν έχει αποτελέσει αντικείμενο μέτρων εφαρμογής στο εθνικό δίκαιο – Παραδεκτό της προσφυγής ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου – Εμπίπτει

(Άρθρο 267 ΣΛΕΕ)

3.        Προδικαστικά ερωτήματα – Παραδεκτό – Αίτηση η οποία δεν περιέχει καμία διευκρίνιση ως προς το πραγματικό και κανονιστικό πλαίσιο και δεν εκθέτει τους λόγους που δικαιολογούν την παραπομπή στο Δικαστήριο – Απαράδεκτο

(Άρθρο 267 ΣΛΕΕ· Οργανισμός του Δικαστηρίου, άρθρο 23· Κανονισμός Διαδικασίας του Δικαστηρίου, άρθρο 94, στοιχείο γʹ)

4.        Προσέγγιση των νομοθεσιών – Άρθρο 114 ΣΛΕΕ – Πεδίο εφαρμογής – Απαγόρευση διάθεσης στην αγορά ορισμένων προϊόντων – Εμπίπτει

(Άρθρο 114 ΣΛΕΕ)

5.        Δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Ερμηνεία – Μέθοδοι – Ερμηνεία του παράγωγου δικαίου σύμφωνη με τη Συνθήκη ΛΕΕ

6.        Προσέγγιση των νομοθεσιών – Κατασκευή, παρουσίαση και πώληση προϊόντων καπνού – Οδηγία 2014/40 – Ελεύθερη κυκλοφορία των προϊόντων καπνού – Δυνατότητα των κρατών μελών να θεσπίζουν κανόνες σχετικούς με τις μη εναρμονισμένες πτυχές της συσκευασίας – Συμφωνία με το άρθρο 114 ΣΛΕΕ

(Άρθρο 114 ΣΛΕΕ· οδηγία 2014/40 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 24 §§ 1 και 2)

7.        Προσέγγιση των νομοθεσιών – Κατασκευή, παρουσίαση και πώληση προϊόντων καπνού – Οδηγία 2014/40 – Ελεύθερη κυκλοφορία των προϊόντων καπνού – Δυνατότητα κράτους μέλους να απαγορεύει ορισμένα προϊόντα προκειμένου να προστατεύσει τη δημόσια υγεία – Συμφωνία με το άρθρο 114 ΣΛΕΕ

(Άρθρο 114 §§ 4 έως 10 ΣΛΕΕ· οδηγία 2014/40 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρα 7 και 24 §§ 1 και 3)

8.        Προσέγγιση των νομοθεσιών – Κατασκευή, παρουσίαση και πώληση προϊόντων καπνού – Οδηγία 2014/40 – Επισήμανση και συσκευασία – Υποχρέωση προσαρμογής αναλόγως των γλωσσικών και ρυθμιστικών ιδιαιτεροτήτων του κράτους μέλους εμπορίας – Συμφωνία με το άρθρο 114 ΣΛΕΕ

(Άρθρο 114 ΣΛΕΕ· οδηγία 2014/40 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, τίτλος II, κεφάλαιο II)

9.        Προσέγγιση των νομοθεσιών – Κατασκευή, παρουσίαση και πώληση προϊόντων καπνού – Οδηγία 2014/40 – Μέτρα που μπορούν να ληφθούν για τη ρύθμιση των συστατικών – Απαγόρευση διάθεσης στην αγορά προϊόντων καπνού με χαρακτηριστικό άρωμα/γεύση – Συμφωνία με το άρθρο 114 ΣΛΕΕ

(Άρθρο 114 ΣΛΕΕ· οδηγία 2014/40 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, αιτιολογική σκέψη 15 και άρθρο 7)

10.      Προσέγγιση των νομοθεσιών – Κατασκευή, παρουσίαση και πώληση προϊόντων καπνού – Οδηγία 2014/40 – Διασυνοριακές εξ αποστάσεως πωλήσεις – Δυνατότητα των κρατών μελών να τις απαγορεύουν – Εφαρμογή κοινών κανόνων στα κράτη μέλη που έχουν επιτρέψει τον συγκεκριμένο τρόπο διάθεσης στο εμπόριο – Συμφωνία με το άρθρο 114 ΣΛΕΕ

(Άρθρο 114 ΣΛΕΕ· οδηγία 2014/40 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 18)

11.      Προσέγγιση των νομοθεσιών – Κατασκευή, παρουσίαση και πώληση προϊόντων καπνού – Οδηγία 2014/40 – Επισήμανση και συσκευασία – Απαγόρευση να τοποθετούνται στη συσκευασία πληροφορίες που προωθούν το προϊόν – Σκοπός

(Οδηγία 2014/40 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, αιτιολογική σκέψη 27 και άρθρα 1 και 13 § 1)

12.      Θεμελιώδη δικαιώματα – Ελευθερία έκφρασης – Κατοχύρωση στο άρθρο 11 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στο άρθρο 10 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου – Ίδια έννοια και ίδιο περιεχόμενο

(Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, άρθρα 11 και 52 § 3)

13.      Προσέγγιση των νομοθεσιών – Κατασκευή, παρουσίαση και πώληση προϊόντων καπνού – Οδηγία 2014/40 – Επισήμανση και συσκευασία – Απαγόρευση να τοποθετούνται στη συσκευασία πληροφορίες που προωθούν το προϊόν – Περιορισμός του δικαιώματος στην ελευθερία έκφρασης και πληροφόρησης – Παραβίαση της αρχής της αναλογικότητας – Δεν συντρέχει

(Άρθρο 5 § 4 ΣΕΕ· Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, άρθρο 11· οδηγία 2014/40 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 13 § 1)

14.      Δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Αρχές – Αναλογικότητα – Περιεχόμενο – Εξουσία εκτίμησης του δικαστή της Ένωσης – Δικαστικός έλεγχος – Όρια

(Άρθρο 5 § 4 ΣΕΕ)

15.      Προσέγγιση των νομοθεσιών – Κατασκευή, παρουσίαση και πώληση προϊόντων καπνού – Οδηγία 2014/40 – Μέτρα που μπορούν να ληφθούν για τη ρύθμιση των συστατικών – Απαγόρευση διάθεσης στην αγορά προϊόντων καπνού με χαρακτηριστικό άρωμα/γεύση – Παραβίαση της αρχής της αναλογικότητας – Δεν συντρέχει

(Άρθρο 5 § 4 ΣΕΕ· άρθρα 9 ΣΛΕΕ, 114 § 3 ΣΛΕΕ και 168 § 1 ΣΛΕΕ· Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, άρθρο 35· οδηγία 2014/40 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 7)

16.      Προσέγγιση των νομοθεσιών – Κατασκευή, παρουσίαση και πώληση προϊόντων καπνού – Οδηγία 2014/40 – Επισήμανση και συσκευασία – Απαιτήσεις ως προς τις προειδοποιήσεις για την υγεία και το σχήμα των μονάδων συσκευασίας – Παραβίαση της αρχής της αναλογικότητας – Δεν συντρέχει

(Άρθρο 5 § 4 ΣΕΕ· οδηγία 2014/40 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, αιτιολογικές σκέψεις 25 και 28 και άρθρα 8 § 3, 9 § 3, 10 § 1, στοιχείο ζʹ, και 14)

17.      Προσέγγιση των νομοθεσιών – Κατασκευή, παρουσίαση και πώληση προϊόντων καπνού – Οδηγία 2014/40 – Επισήμανση και συσκευασία – Απαιτήσεις ως προς το μέγεθος των προειδοποιήσεων για την υγεία – Παραβίαση της αρχής της αναλογικότητας – Δεν συντρέχει

(Άρθρο 5 § 4 ΣΕΕ· οδηγία 2014/40 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 10 § 1, στοιχεία αʹ και γʹ)

18.      Δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Αρχές – Αρχή της επικουρικότητας – Δικαστικός έλεγχος – Περιεχόμενο

(Άρθρο 5 § 3 ΣΕΕ· πρωτόκολλο αριθ. 2 το οποίο προσαρτήθηκε στις Συνθήκες ΕΕ και ΛΕΕ, άρθρο 5)

19.      Προσέγγιση των νομοθεσιών – Κατασκευή, παρουσίαση και πώληση προϊόντων καπνού – Οδηγία 2014/40 – Μέτρα που μπορούν να ληφθούν για τη ρύθμιση των συστατικών – Απαγόρευση διάθεσης στην αγορά προϊόντων καπνού με χαρακτηριστικό άρωμα/γεύση – Παραβίαση της αρχής της επικουρικότητας – Δεν συντρέχει

(Άρθρο 5 § 3 ΣΕΕ· οδηγία 2014/40 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρα 1 και 7)

20.      Πράξεις των οργάνων – Αιτιολογία – Υποχρέωση αιτιολόγησης – Περιεχόμενο – Εκτίμηση της υποχρέωσης αιτιολόγησης αναλόγως των περιστάσεων της συγκεκριμένης υπόθεσης

(Άρθρο 296 ΣΛΕΕ)

1.        Βλ. το κείμενο της απόφασης.

(βλ. σκέψεις 31, 32)

2.        Δεν μπορεί βασίμως να υποστηριχθεί ότι μια προσφυγή ενώπιον εθνικού δικαστηρίου με αίτημα τον έλεγχο της νομιμότητας της πρόθεσης και/ή υποχρέωσης κράτους μέλους να μεταφέρει μια οδηγία, προσφυγή στο πλαίσιο της οποίας υποβάλλεται αίτηση προδικαστικής απόφασης σχετικά με το κύρος της εν λόγω οδηγίας, συνιστά μέσο καταστρατήγησης του συστήματος ένδικων βοηθημάτων που έχει θεσπίσει η Συνθήκη ΛΕΕ. Συγκεκριμένα, η δυνατότητα των ιδιωτών να επικαλούνται ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων την ακυρότητα πράξης γενικής ισχύος της Ένωσης δεν εξαρτάται από την προϋπόθεση η εν λόγω πράξη να έχει ήδη αποτελέσει αντικείμενο μέτρων εφαρμογής βάσει του εθνικού δικαίου. Αρκεί συναφώς να εκκρεμεί ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου πραγματική διαφορά, στο πλαίσιο της οποίας να ανακύπτει παρεμπιπτόντως το ζήτημα του κύρους της εν λόγω πράξης.

(βλ. σκέψεις 34, 35)

3.        Όπως προκύπτει από το πνεύμα συνεργασίας το οποίο πρέπει να πρυτανεύει στη λειτουργία της προδικαστικής παραπομπής, το αιτούν δικαστήριο οφείλει να εκθέτει, με την απόφαση περί παραπομπής, τους συγκεκριμένους λόγους για τους οποίους κρίνει ότι είναι αναγκαία για την επίλυση της διαφοράς η απάντηση στα ερωτήματά του ως προς την ερμηνεία ή το κύρος ορισμένων διατάξεων του δικαίου της Ένωσης. Επομένως, είναι σημαντικό το αιτούν δικαστήριο να παραθέτει ειδικότερα τους ακριβείς λόγους για τους οποίους ζητεί διευκρινίσεις ως προς το κύρος ορισμένων διατάξεων του δικαίου της Ένωσης και να εκθέτει τους λόγους ακυρότητας οι οποίοι, συνεπακόλουθα, θεωρεί ότι μπορούν να γίνουν δεκτοί. Η απαίτηση αυτή απορρέει και από το άρθρο 94, στοιχείο γʹ, του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου. Εκτός αυτού, τα πληροφοριακά στοιχεία που παρέχονται με τις αποφάσεις περί παραπομπής πρέπει όχι μόνο να καθιστούν δυνατό στο Δικαστήριο να δίδει χρήσιμες απαντήσεις, αλλά να παρέχουν και στις κυβερνήσεις των κρατών μελών και στα λοιπά ενδιαφερόμενα μέρη τη δυνατότητα να υποβάλλουν παρατηρήσεις, σύμφωνα με το άρθρο 23 του Οργανισμού του Δικαστηρίου.

Από τα ανωτέρω προκύπτει, αφενός, ότι, στο πλαίσιο προδικαστικής παραπομπής, το Δικαστήριο εξετάζει το κύρος πράξης της Ένωσης ή ορισμένων διατάξεων αυτού υπό το πρίσμα των λόγων ακυρότητας που παρατίθενται στην απόφαση περί παραπομπής. Αφετέρου, η παντελής έλλειψη μνείας των συγκεκριμένων λόγων για τους οποίους το αιτούν δικαστήριο ζητεί διευκρινίσεις ως προς το κύρος της οικείας πράξης ή των οικείων διατάξεων συνεπάγεται το απαράδεκτο των ερωτημάτων που αφορούν το κύρος αυτών.

(βλ. σκέψεις 47-50)

4.        Όταν υφίστανται εμπόδια στο εμπόριο ή όταν είναι πιθανόν να εμφανιστούν τέτοια εμπόδια στο μέλλον λόγω του ότι τα κράτη μέλη έχουν ήδη λάβει ή λαμβάνουν έναντι ενός προϊόντος ή μιας κατηγορίας προϊόντων αποκλίνοντα μέτρα, τα οποία ενδέχεται να εξασφαλίσουν διαφορετικό επίπεδο προστασίας και, ως εκ τούτου, να παρακωλύσουν την ελεύθερη κυκλοφορία του οικείου ή των οικείων προϊόντων εντός της Ένωσης, το άρθρο 114 ΣΛΕΕ παρέχει στον νομοθέτη της Ένωσης την εξουσία να παρεμβαίνει και να θεσπίζει τα κατάλληλα μέτρα, τηρώντας, αφενός, την παράγραφο 3 του εν λόγω άρθρου και, αφετέρου, τις αρχές του δικαίου οι οποίες μνημονεύονται στη Συνθήκη ΛΕΕ ή συνάγονται από τη νομολογία, ιδίως δε την αρχή της αναλογικότητας.

Συναφώς, οι συντάκτες της Συνθήκης, χρησιμοποιώντας στο άρθρο 114 ΣΛΕΕ την έκφραση «μέτρα σχετικά με την προσέγγιση», θέλησαν να απονείμουν στον νομοθέτη της Ένωσης, λαμβανομένων υπόψη του γενικού πλαισίου και των ειδικών περιστάσεων του υπό εναρμόνιση τομέα, ορισμένη διακριτική ευχέρεια ως προς την τεχνική της προσέγγισης που είναι η πιο ενδεδειγμένη για την επίτευξη του επιδιωκόμενου αποτελέσματος, στους τομείς μάλιστα που χαρακτηρίζονται από ιδιαιτερότητες σύνθετης τεχνικής φύσης. Αναλόγως των περιστάσεων, τα μέτρα αυτά μπορούν να συνίστανται στην επιβολή υποχρέωσης στο σύνολο των κρατών μελών να επιτρέψουν την εμπορία του οικείου ή των οικείων προϊόντων, στην υπαγωγή αυτής της υποχρέωσης σε ορισμένες προϋποθέσεις ή ακόμα στην απαγόρευση, προσωρινή ή οριστική, της εμπορίας ενός ή ορισμένων προϊόντων.

(βλ. σκέψεις 62-64)

5.        Βλ. το κείμενο της απόφασης.

(βλ. σκέψη 70)

6.        Το άρθρο 24, παράγραφος 2, της οδηγίας 2014/40, για την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σχετικά με την κατασκευή, την παρουσίαση και την πώληση προϊόντων καπνού και συναφών προϊόντων, έχει την έννοια ότι τα κράτη μέλη μπορούν να διατηρούν ή να θεσπίζουν περαιτέρω απαιτήσεις όσον αφορά τις πτυχές της συσκευασίας των προϊόντων καπνού που δεν έχουν εναρμονιστεί με την εν λόγω οδηγία.

Συναφώς, είναι ασφαλώς αληθές ότι, επιτρέποντας στα κράτη μέλη να διατηρούν ή να θεσπίζουν περαιτέρω απαιτήσεις όσον αφορά τις πτυχές της συσκευασίας που δεν έχουν εναρμονιστεί με την οδηγία 2014/40, το άρθρο της 24, παράγραφος 2, δεν εξασφαλίζει ότι τα προϊόντα των οποίων η συσκευασία είναι σύμφωνη με την εν λόγω οδηγία μπορούν να κυκλοφορούν ελεύθερα στην εσωτερική αγορά. Εντούτοις, το γεγονός αυτό συνιστά την αναπόφευκτη συνέπεια της μεθόδου εναρμόνισης που επέλεξε εν προκειμένω ο νομοθέτης της Ένωσης. Ο εν λόγω νομοθέτης διαθέτει ευρεία διακριτική ευχέρεια, ειδικότερα όσον αφορά τη δυνατότητα να προβαίνει σε εναρμόνιση μόνον κατά στάδια και να απαιτεί μόνο βαθμιαία κατάργηση των μονομερών μέτρων που λαμβάνουν τα κράτη μέλη. Πάντως, ένα μέτρο μερικής εναρμόνισης στον τομέα επισήμανσης και συσκευασίας των προϊόντων καπνού, όπως η πραγματοποιηθείσα με την οδηγία 2014/40, δεν ευνοεί λιγότερο τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, δεδομένου ότι εξαλείφει, αν όχι όλα τα εμπόδια στις εμπορικές συναλλαγές, τουλάχιστον ορισμένα από αυτά. Υπό τις συνθήκες αυτές, οι παράγραφοι 1 και 2 του άρθρου 24 της οδηγίας αυτής συμβάλλουν στην επίτευξη του σκοπού βελτίωσης των συνθηκών λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς και είναι, ως εκ τούτου, σύμφωνες με το άρθρο 114 ΣΛΕΕ.

(βλ. σκέψεις 79-82, 84, διατακτ. 1)

7.        Είναι ασφαλώς αληθές ότι, επιτρέποντας στα κράτη μέλη την απαγόρευση ορισμένης κατηγορίας προϊόντων καπνού ή συναφών προϊόντων παρά το γεγονός ότι αυτά είναι σύμφωνα με τις απαιτήσεις της οδηγίας 2014/40, για την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σχετικά με την κατασκευή, την παρουσίαση και την πώληση προϊόντων καπνού και συναφών προϊόντων, το άρθρο 24, παράγραφος 3, της οδηγίας αυτής ενδέχεται να συνιστά εμπόδιο στην ελεύθερη κυκλοφορία των προϊόντων. Εντούτοις, η διάταξη αυτή αφορά πτυχή η οποία δεν έχει αποτελέσει αντικείμενο μέτρων εναρμόνισης θεσπιζόμενων από την οδηγία 2014/40 και η οποία, ως εκ τούτου, δεν μπορεί να υπαχθεί στους κανόνες του άρθρου 114, παράγραφοι 4 έως 10, ΣΛΕΕ, σχετικά με τη θέσπιση εθνικών κανόνων που αποκλίνουν από μέτρο εναρμόνισης.

Επιπλέον, δεν μπορεί βασίμως να υποστηριχθεί ότι υπάρχει ανακολουθία μεταξύ του άρθρου 24, παράγραφος 3, της οδηγίας 2014/40 και του άρθρου 7 αυτής, λόγω του ότι, αφενός, η απαγόρευση των χαρακτηριστικών αρωμάτων/γεύσεων που προβλέπει η τελευταία αυτή διάταξη έχει ως σκοπό την εξάλειψη των διαφορών μεταξύ των νομοθεσιών των κρατών μελών, ενώ, αφετέρου, το άρθρο 24, παράγραφος 3, ευνοεί την εμφάνιση τέτοιων διαφορών. Συγκεκριμένα, οι δύο αυτές διατάξεις όχι μόνον δεν αντιφάσκουν μεταξύ τους, αλλά είναι αλληλοσυμπληρούμενες. Συναφώς, στο μέτρο που απαγορεύει τα προϊόντα καπνού με χαρακτηριστικό άρωμα/γεύση, το εν λόγω άρθρο 7 αποβλέπει στην εξάλειψη των υφιστάμενων αποκλίσεων στις νομοθεσίες των κρατών μελών, προκειμένου, μεταξύ άλλων, να εξασφαλιστεί η ελεύθερη κυκλοφορία των προϊόντων καπνού εν γένει. Δυνάμει του άρθρου 24, παράγραφος 1, της ως άνω οδηγίας, τα προϊόντα αυτά, εφόσον είναι σύμφωνα, μεταξύ άλλων, με το εν λόγω άρθρο 7, μπορούν να κυκλοφορούν ελεύθερα στην εσωτερική αγορά για όσο χρονικό διάστημα η κατηγορία προϊόντων καπνού στην οποία εμπίπτουν δεν είναι, όπως προκύπτει από το άρθρο 24, παράγραφος 3, της ίδιας οδηγίας, αφ’ εαυτής απαγορευμένη στο κράτος μέλος εμπορίας των σχετικών προϊόντων.

(βλ. σκέψεις 87, 90, 93, 94)

8.        Το κύρος των διατάξεων του τίτλου II, κεφάλαιο II, της οδηγίας 2014/40, για την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σχετικά με την κατασκευή, την παρουσίαση και την πώληση προϊόντων καπνού και συναφών προϊόντων, δεν μπορεί να τεθεί υπό αμφισβήτηση λόγω του ότι οι εν λόγω διατάξεις δεν συμβάλλουν στην εξάλειψη των εμποδίων στην ελεύθερη κυκλοφορία των προϊόντων, καθόσον ορισμένες από τις διατάξεις αυτές επιβάλλουν σε κάθε περίπτωση στους κατασκευαστές την υποχρέωση να παράγουν διαφορετικές συσκευασίες ανά κράτος μέλος.

Συγκεκριμένα, μολονότι αληθεύει ότι ορισμένες από αυτές τις διατάξεις απαιτούν την προσαρμογή ορισμένων στοιχείων της επισήμανσης και της συσκευασίας των προϊόντων καπνού αναλόγως, μεταξύ άλλων, της ή των επίσημων γλωσσών ή της φορολογικής νομοθεσίας του κράτους μέλους εμπορίας του οικείου προϊόντος, εντούτοις γεγονός παραμένει ότι η οδηγία αυτή εναρμονίζει άλλα στοιχεία της επισήμανσης και της συσκευασίας των εν λόγω προϊόντων, όπως είναι το σχήμα των μονάδων συσκευασίας, ο ελάχιστος αριθμός των τσιγάρων ανά μονάδα συσκευασίας, το μέγεθος και ο συνδυασμένος χαρακτήρας των προειδοποιήσεων υγείας. Επομένως, τα μέτρα αυτά συμβάλλουν στην εξάλειψη των εμποδίων στο εμπόριο, δεδομένου ότι καθιστούν δυνατό στις ενδιαφερόμενες επιχειρήσεις να μειώνουν τα έξοδά τους επιτυγχάνοντας οικονομίες κλίμακας.

(βλ. σκέψεις 102, 103)

9.        Η απαγόρευση διάθεσης στην αγορά προϊόντων καπνού με χαρακτηριστικό άρωμα/γεύση –ανεξαρτήτως του αν πρόκειται για μινθόλη ή άλλο άρωμα/γεύση– την οποία προβλέπει το άρθρο 7 της οδηγίας 2014/40, για την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σχετικά με την κατασκευή, την παρουσίαση και την πώληση προϊόντων καπνού και συναφών προϊόντων, εγκύρως θεσπίστηκε βάσει του άρθρου 114 ΣΛΕΕ.

Συγκεκριμένα, αφενός, όπως προκύπτει από την αιτιολογική σκέψη 15 της οδηγίας 2014/40, κατά τον χρόνο έκδοσης της οδηγίας αυτής υπήρχαν σημαντικές αποκλίσεις μεταξύ των εθνικών νομοθεσιών, δεδομένου ότι ορισμένα κράτη μέλη είχαν καταρτίσει διάφορους καταλόγους επιτρεπόμενων αρωμάτων/γεύσεων ενώ άλλα δεν είχαν θεσπίσει συγκεκριμένες νομοθετικές διατάξεις επί του ζητήματος αυτού. Ομοίως, πιθανολογείται ότι, ελλείψει μέτρων σε επίπεδο Ένωσης, τα νομικά καθεστώτα για τα προϊόντα καπνού με χαρακτηριστικά αρώματα/γεύσεις, περιλαμβανομένης της μινθόλης, τα οποία τέθηκαν σε ισχύ σε εθνικό επίπεδο παρουσίαζαν αποκλίσεις. Αφετέρου, δεδομένου ότι η αγορά των προϊόντων καπνού είναι μια αγορά στην οποία οι συναλλαγές μεταξύ των κρατών μελών αντιπροσωπεύουν σχετικά σημαντικό τμήμα, οι εθνικοί κανόνες για τις προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούν τα προϊόντα αυτά, ιδίως όσον αφορά τη σύνθεσή τους, ενδέχεται, ελλείψει εναρμόνισης σε επίπεδο Ένωσης, να συνιστούν εμπόδια στην ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων. Επομένως, η εξάλειψη των αποκλίσεων μεταξύ των εθνικών νομοθεσιών όσον αφορά τη σύνθεση των προϊόντων καπνού ή η πρόληψη της ανομοιογενούς εξέλιξης των νομοθεσιών αυτών, ακόμα και μέσω της απαγόρευσης ορισμένων πρόσθετων ουσιών σε επίπεδο Ένωσης, αποβλέπει στην εύρυθμη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς των οικείων προϊόντων.

(βλ. σκέψεις 117, 118, 123, 125)

10.      Το άρθρο 18 της οδηγίας 2014/40, για την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σχετικά με την κατασκευή, την παρουσίαση και την πώληση προϊόντων καπνού και συναφών προϊόντων, το οποίο προβλέπει, αφενός, ότι τα κράτη μέλη μπορούν να απαγορεύουν τις διασυνοριακές εξ αποστάσεως πωλήσεις προϊόντων καπνού στους καταναλωτές, και επιβάλλει, αφετέρου, μια σειρά κοινών κανόνων στα κράτη μέλη που επιτρέπουν τον συγκεκριμένο τρόπο διάθεσης στο εμπόριο, εγκύρως θεσπίστηκε βάσει του άρθρου 114 ΣΛΕΕ.

Συγκεκριμένα, σκοπός της διάταξης αυτής είναι να αποτραπεί η καταστρατήγηση των κανόνων συμμόρφωσης που θεσπίζει η οδηγία 2014/40, λαμβάνοντας ταυτοχρόνως ως βάση ένα υψηλό επίπεδο προστασίας της ανθρώπινης υγείας, ιδιαίτερα όσον αφορά τους νέους. Πάντως, μια πράξη της Ένωσης εκδιδόμενη βάσει του άρθρου 114 ΣΛΕΕ μπορεί να ενσωματώνει διατάξεις οι οποίες έχουν σκοπό να αποτρέψουν την καταστρατήγηση των απαιτήσεων που εξασφαλίζουν τη βελτίωση των συνθηκών λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς. Επιπλέον, το άρθρο 114 ΣΛΕΕ παρέχει στον νομοθέτη της Ένωσης διακριτική ευχέρεια, ειδικότερα όσον αφορά τη δυνατότητα να προβαίνει σε εναρμόνιση μόνον κατά στάδια και να απαιτεί μόνο βαθμιαία κατάργηση των μονομερών μέτρων που λαμβάνουν τα κράτη μέλη. Ως εκ τούτου, ο νομοθέτης, ενεργώντας εντός των ορίων της ως άνω διακριτικής ευχέρειας, εγκύρως προέβη σε εναρμόνιση ορισμένων πτυχών της διασυνοριακής πώλησης των προϊόντων καπνού, αφήνοντας ταυτοχρόνως τη ρύθμιση άλλων πτυχών στην εκτίμηση των κρατών μελών.

(βλ. σκέψεις 128, 130, 131, 134, 135)

11.      Το άρθρο 13, παράγραφος 1, της οδηγίας 2014/40, για την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σχετικά με την κατασκευή, την παρουσίαση και την πώληση προϊόντων καπνού και συναφών προϊόντων, έχει την έννοια ότι απαγορεύει να τοποθετούνται στην επισήμανση των μονάδων συσκευασίας, στην εξωτερική συσκευασία καθώς και στα ίδια τα προϊόντα καπνού οι πληροφορίες που αποτελούν αντικείμενο της διάταξης αυτής, έστω και αν είναι αντικειμενικά ορθές.

Συγκεκριμένα, όπως προβλέπει η αιτιολογική σκέψη 27 της οδηγίας 2014/40, ορισμένοι όροι ή εκφράσεις, όπως οι λέξεις «χαμηλής περιεκτικότητας σε πίσσα», «ελαφρά», «εξαιρετικά ελαφρά», «ήπια», «φυσικό προϊόν», «βιολογικό προϊόν», «χωρίς πρόσθετα», «χωρίς αρώματα» ή «λεπτά», καθώς και άλλα στοιχεία ή χαρακτηριστικά ενδέχεται να παραπλανούν τους καταναλωτές, ιδίως τους νέους, όταν υποδηλώνουν ότι τα προϊόντα αυτά είναι λιγότερο επιβλαβή ή έχουν ευεργετικά αποτελέσματα. Η ερμηνεία αυτή είναι σύμφωνη με τον σκοπό που επιδιώκει η εν λόγω οδηγία και ο οποίος συνίσταται, σύμφωνα με το άρθρο της 1, στο να διευκολυνθεί η ομαλή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς για τα προϊόντα καπνού και τα συναφή προϊόντα, λαμβάνοντας ως βάση ένα υψηλό επίπεδο προστασίας της ανθρώπινης υγείας, ιδίως για τους νέους. Ένα τέτοιο υψηλό επίπεδο προστασίας απαιτεί να μην προσφέρονται στους καταναλωτές προϊόντων καπνού, οι οποίοι αποτελούν ιδιαίτερα ευάλωτη κατηγορία καταναλωτών λόγω των αποτελεσμάτων της εξάρτησης που προκαλεί η νικοτίνη, επιπλέον κίνητρα ώστε να καταναλώνουν τα προϊόντα αυτά, πράγμα που συμβαίνει όταν παρέχονται πληροφορίες, έστω και αντικειμενικά ορθές, τις οποίες οι καταναλωτές αυτοί ενδέχεται να ερμηνεύσουν υπό την έννοια ότι ο κίνδυνος τον οποίον συνεπάγονται οι συνήθειές τους για την υγεία είναι μειωμένος ή ότι τα προϊόντα αυτά έχουν ευεργετικά αποτελέσματα.

(βλ. σκέψεις 142-145, διατακτ. 2)

12.      Βλ. το κείμενο της απόφασης.

(βλ. σκέψη 147)

13.      Η απαγόρευση να τοποθετούνται στην επισήμανση των μονάδων συσκευασίας, στην εξωτερική συσκευασία καθώς και στα ίδια τα προϊόντα καπνού στοιχεία και χαρακτηριστικά μνημονευόμενα στο άρθρο 13, παράγραφος 1, της οδηγίας 2014/40, για την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σχετικά με την κατασκευή, την παρουσίαση και την πώληση προϊόντων καπνού και συναφών προϊόντων, δεν παραβιάζει ούτε το άρθρο 11 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης ούτε την αρχή της αναλογικότητας.

Συγκεκριμένα, η απαγόρευση αυτή συνιστά χωρίς αμφιβολία επέμβαση στην ελευθερία έκφρασης και πληροφόρησης του επιχειρηματία, η οποία κατοχυρώνεται στο εν λόγω άρθρο 11. Ωστόσο, το βασικό περιεχόμενο της ελευθερίας αυτής δεν θίγεται από το άρθρο 13, παράγραφος 1, της οδηγίας 2014/40, στο μέτρο που η διάταξη αυτή, πέραν του ότι δεν απαγορεύει τη γνωστοποίηση οποιασδήποτε πληροφορίας για το προϊόν, απλώς οριοθετεί, σε έναν σαφώς καθορισμένο τομέα, την επισήμανση των εν λόγω προϊόντων, απαγορεύοντας μόνον την τοποθέτηση ορισμένων στοιχείων και χαρακτηριστικών. Επιπλέον, η επισημανθείσα επέμβαση ανταποκρίνεται σε στόχο γενικού ενδιαφέροντος που αναγνωρίζει η Ένωση, δηλαδή την προστασία της υγείας. Συγκεκριμένα, στο μέτρο που δεν αμφισβητείται ότι η κατανάλωση καπνού και η έκθεση στον καπνό του τσιγάρου αποτελούν αιτίες θανάτου, ασθενειών και ανικανότητας, η απαγόρευση του εν λόγω άρθρου 13, παράγραφος 1, συμβάλλει στην επίτευξη του ανωτέρω σκοπού στο μέτρο που αποβλέπει στο να αποτραπεί η προώθηση των προϊόντων καπνού και η ενθάρρυνση κατανάλωσής τους.

Εκτός αυτού, η απαγόρευση του άρθρου 13, παράγραφος 1, της οδηγίας 2014/40, αφενός, μπορεί να προστατεύσει τους καταναλωτές από τους κινδύνους που συνεπάγεται το κάπνισμα και, αφετέρου, δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη του επιδιωκόμενου σκοπού. Συγκεκριμένα, πρώτον, η προστασία των καταναλωτών δεν εξασφαλίζεται σε επαρκή βαθμό από τις υποχρεωτικές προειδοποιήσεις για την υγεία οι οποίες αναφέρουν τους κινδύνους που συνεπάγεται το κάπνισμα, δεδομένου ότι η συνειδητοποίηση των κινδύνων αυτών μπορεί αντιθέτως να υπονομευθεί από ενδείξεις ικανές να δημιουργήσουν την εντύπωση ότι το επίμαχο προϊόν είναι λιγότερο βλαβερό ή ότι έχει ορισμένα ευεργετικά αποτελέσματα. Δεύτερον, άλλα μέτρα, λιγότερο δεσμευτικά, όπως η ρύθμιση της χρήσης των στοιχείων και χαρακτηριστικών του άρθρου 13 της οδηγίας αυτής, δεν θα ήταν εξίσου αποτελεσματικά για την εξασφάλιση της προστασίας της υγείας των καταναλωτών, δεδομένου ότι τα στοιχεία και τα χαρακτηριστικά του εν λόγω άρθρου 13 είναι εξ ορισμού πρόσφορα για την ενθάρρυνση του καπνίσματος. Συγκεκριμένα, δεν μπορεί να γίνει δεκτό ότι τα εν λόγω στοιχεία και χαρακτηριστικά ενδέχεται να τοποθετούνται προς εξυπηρέτηση του σκοπού της σαφούς και ακριβούς πληροφόρησης των καταναλωτών, στο μέτρο που έχουν σκοπό μάλλον να εκμεταλλευτούν την αδυναμία των καταναλωτών προϊόντων καπνού οι οποίοι, λόγω της εξάρτησής τους από τη νικοτίνη, είναι ιδιαιτέρως δεκτικοί σε κάθε στοιχείο που υποδηλώνει οποιοδήποτε ευεργετικό αποτέλεσμα συνδεόμενο με το κάπνισμα ώστε να δικαιολογήσουν ή να μειώσουν τους κινδύνους που συνεπάγονται οι συνήθειές τους.

(βλ. σκέψεις 148, 151, 152, 158-160, 162)

14.      Βλ. το κείμενο της απόφασης.

(βλ. σκέψεις 165, 166, 185)

15.      Η απαγόρευση διάθεσης στην αγορά προϊόντων καπνού που περιέχουν χαρακτηριστικό άρωμα/γεύση όπως η μινθόλη, την οποία προβλέπει το άρθρο 7 της οδηγίας 2014/40, για την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σχετικά με την κατασκευή, την παρουσίαση και την πώληση προϊόντων καπνού και συναφών προϊόντων, δεν παραβιάζει την αρχή της αναλογικότητας.

Συγκεκριμένα, η απαγόρευση αυτή είναι πρόσφορη να διευκολύνει την ομαλή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς για τον καπνό και τα συναφή προϊόντα, είναι δε κατάλληλη να εξασφαλίσει υψηλό επίπεδο προστασίας της ανθρώπινης υγείας, ιδίως για τους νέους. Ορισμένα αρώματα/γεύσεις είναι ιδιαιτέρως ελκυστικά για τους τελευταίους και διευκολύνουν την έναρξη της κατανάλωσης καπνού. Συναφώς, το επιχείρημα ότι οι νέοι δεν βρίσκουν ελκυστική τη μινθόλη και ότι η χρήση της τελευταίας δεν διευκολύνει την έναρξη του καπνίσματος δεν μπορεί να γίνει δεκτό, δεδομένου ότι η καταλληλότητα της εν λόγω απαγόρευσης προς επίτευξη του σκοπού προστασίας της ανθρώπινης υγείας δεν μπορεί να τεθεί υπό αμφισβήτηση μόνον ως προς ένα δεδομένο άρωμα/γεύση. Εκτός αυτού, η οδηγία 2014/40 αποβλέπει στη διασφάλιση υψηλού επιπέδου προστασίας της υγείας για το σύνολο των καταναλωτών, με αποτέλεσμα η καταλληλότητά της για την επίτευξη του σκοπού αυτού να μην μπορεί να εκτιμηθεί υπό το πρίσμα μιας και μόνον κατηγορίας καταναλωτών.

Επιπλέον, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι ο νομοθέτης της Ένωσης μερίμνησε ώστε να μετριαστούν οι οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις της απαγόρευσης διάθεσης στην αγορά προϊόντων καπνού με χαρακτηριστικό άρωμα/γεύση. Συγκεκριμένα, ο νομοθέτης της Ένωσης προέβη σε στάθμιση μεταξύ, αφενός, των οικονομικών επιπτώσεων της εν λόγω απαγόρευσης και, αφετέρου, της επιτακτικής ανάγκης να διασφαλιστεί, σύμφωνα με το άρθρο 35, δεύτερη περίοδος, του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και με τα άρθρα 9 ΣΛΕΕ, 114, παράγραφος 3, ΣΛΕΕ και 168, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ, υψηλό επίπεδο προστασίας της ανθρώπινης υγείας έναντι ενός προϊόντος χαρακτηριζόμενου από ιδιότητες καρκινογόνες, μεταλλαξιογόνες και τοξικές για την αναπαραγωγή. Κατά συνέπεια, ο αντίκτυπος της απαγόρευσης του άρθρου 7 της οδηγίας 2014/40 δεν είναι προδήλως δυσανάλογος.

(βλ. σκέψεις 172-174, 176, 187, 190)

16.      Δεν μπορεί να γίνει δεκτό ότι οι απαιτήσεις των άρθρων 8, παράγραφος 3, 9, παράγραφος 3, 10, παράγραφος 1, στοιχείο ζʹ, και 14 της οδηγίας 2014/40, για την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σχετικά με την κατασκευή, την παρουσίαση και την πώληση προϊόντων καπνού και συναφών προϊόντων, είναι προδήλως απρόσφορες ή βαίνουν προδήλως πέραν του μέτρου που είναι αναγκαίο για την επίτευξη του σκοπού που έγκειται στη βελτίωση των συνθηκών λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς των προϊόντων καπνού και των συναφών προϊόντων, λαμβάνοντας ως βάση ένα υψηλό επίπεδο προστασίας της ανθρώπινης υγείας, ιδίως για τους νέους.

Συγκεκριμένα, αφενός, οι διατάξεις αυτές, οι οποίες περιλαμβάνουν διάφορους κανόνες σχετικούς με την επισήμανση και τη συσκευασία των προϊόντων καπνού και εντάσσονται στον τίτλο II, κεφάλαιο II, της εν λόγω οδηγίας, συμβάλλουν στη βελτίωση των συνθηκών λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς των προϊόντων καπνού, εξαλείφοντας τις αποκλίσεις μεταξύ των εθνικών νομοθεσιών στον οικείο τομέα. Αφετέρου, οι απαιτήσεις αυτές συμβάλλουν στην επίτευξη του σκοπού που συνίσταται στη διασφάλιση υψηλού επιπέδου προστασίας της ανθρώπινης υγείας. Συγκεκριμένα, τα καινοτόμα, πρωτοεμφανιζόμενα και πρωτότυπα σχήματα μπορούν να συμβάλουν στη διατήρηση ή στην αύξηση της ελκυστικότητας του προϊόντος και να ενθαρρύνουν την κατανάλωσή του. Ομοίως ορισμένα σχήματα συσκευασιών ενδέχεται να καταστήσουν λιγότερο ορατές τις προειδοποιήσεις για την υγεία και, κατά συνέπεια, να μειώσουν την αποτελεσματικότητά τους, όπως προκύπτει από τις αιτιολογικές σκέψεις 25 και 28 της οδηγίας 2014/40. Συναφώς, ένα λιγότερο δεσμευτικό μέτρο, όπως είναι η απαίτηση οι προειδοποιήσεις να είναι πλήρως ορατές και να μην αλλοιώνονται από το σχήμα του πακέτου, δεν αποβλέπει στην εξάλειψη των αποκλίσεων μεταξύ των νομοθεσιών των κρατών μελών στον τομέα της επισήμανσης και της συσκευασίας των προϊόντων καπνού και, ως εκ τούτου, δεν είναι πρόσφορο για την επίτευξη του σκοπού που συνίσταται στη βελτίωση της λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς.

Επιπλέον, μολονότι αληθεύει ότι οι απαιτήσεις αυτές είναι, ως εκ της φύσεώς τους, ικανές να αυξήσουν, σε ορισμένο βαθμό, την ομοιότητα μεταξύ των προϊόντων καπνού, εντούτοις γεγονός παραμένει ότι αφορούν μόνο συγκεκριμένες πτυχές της επισήμανσης και της συσκευασίας των προϊόντων αυτών, οπότε αφήνουν επαρκείς δυνατότητες διαφοροποίησης των εν λόγω προϊόντων.

(βλ. σκέψεις 192, 193, 195, 197-200)

17.      Δεν προκύπτει ότι ο νομοθέτης της Ένωσης, θεσπίζοντας το άρθρο 10, παράγραφος 1, στοιχεία αʹ και γʹ, της οδηγίας 2014/40, για την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σχετικά με την κατασκευή, την παρουσίαση και την πώληση προϊόντων καπνού και συναφών προϊόντων, υπερέβη προδήλως το μέτρο το οποίο είναι πρόσφορο και αναγκαίο για την επίτευξη του σκοπού που έγκειται στη βελτίωση των συνθηκών λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς των προϊόντων καπνού και των συναφών προϊόντων, λαμβάνοντας ως βάση ένα υψηλό επίπεδο προστασίας της ανθρώπινης υγείας, ιδίως για τους νέους.

Το άρθρο 10, παράγραφος 1, στοιχεία αʹ και γʹ, της οδηγίας 2014/40, το οποίο αποτελεί αντικείμενο του τρίτου ερωτήματος, υπό γʹ, προβλέπει κατ’ ουσίαν ότι κάθε μονάδα συσκευασίας και κάθε εξωτερική συσκευασία πρέπει να φέρει συνδυασμένες προειδοποιήσεις για την υγεία συνιστάμενες σε ένα από τα μηνύματα που παρατίθενται στο παράρτημα Ι της οδηγίας αυτής με αντίστοιχη έγχρωμη φωτογραφία του παραρτήματος ΙΙ, και οι οποίες πρέπει να καλύπτουν το 65 % της εξωτερικής εμπρόσθιας και οπίσθιας πλευράς της μονάδας συσκευασίας. Συναφώς, το εν λόγω τμήμα του 65 % δεν είναι προδήλως απρόσφορο για την επίτευξη του επιδιωκόμενου σκοπού, στο μέτρο που οι ευμεγέθεις εικονογραφικές προειδοποιήσεις έχουν περισσότερες πιθανότητες να γίνουν αντιληπτές, να ενημερώσουν πληρέστερα ως προς τους κινδύνους για την υγεία, να προκαλέσουν εντονότερη συναισθηματική αντίδραση και να παρακινήσουν σε μεγαλύτερο βαθμό τους καταναλωτές προϊόντων καπνού να μειώσουν ή να σταματήσουν την κατανάλωση αυτή. Οι ευμεγέθεις εικονογραφικές προειδοποιήσεις έχουν επίσης περισσότερες πιθανότητες να διατηρήσουν τη διαχρονική αποτελεσματικότητά τους και είναι ιδιαιτέρως πρόσφορες να ευαισθητοποιήσουν τα πρόσωπα με χαμηλό επίπεδο βασικών γνώσεων, τα παιδιά και τους νέους ως προς τις επιπτώσεις του καπνού στην υγεία.

Εκτός αυτού, όσον αφορά το μέγεθος του χώρου που προορίζεται για τις συνδυασμένες προειδοποιήσεις για την υγεία, δυνάμει του άρθρου 10, παράγραφος 1, στοιχεία αʹ και γʹ, της οδηγίας 2014/40, δεν μπορεί να προσαφθεί στον νομοθέτη της Ένωσης ότι ενήργησε αυθαίρετα καθόσον επέλεξε το 65 % της επιφάνειας ως χώρο προοριζόμενο για τις εν λόγω προειδοποιήσεις υγείας, δεδομένου ότι η επιλογή αυτή στηρίζεται σε κριτήρια συναγόμενα από τις συστάσεις της σύμβασης-πλαισίου του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας για τον έλεγχο του καπνού και πραγματοποιείται ούτως ή άλλως εντός των ορίων του ευρέος περιθωρίου εκτίμησης που διαθέτει συναφώς ο νομοθέτης. Όσον αφορά την αναγκαιότητα του επίμαχου μέτρου και τα φερόμενα ως δυσανάλογα αποτελέσματά του ως προς τη δυνατότητα των κατασκευαστών να γνωστοποιούν στους καταναλωτές τις σχετικές με το οικείο προϊόν πληροφορίες, επιβάλλεται η διαπίστωση, αφενός, ότι το τμήμα που προορίζεται για τις εν λόγω προειδοποιήσεις αφήνει επαρκή χώρο για την τοποθέτηση τέτοιου είδους πληροφοριών στις μονάδες συσκευασίας και, αφετέρου, ότι οι κατ’ αυτόν τον τρόπο επιβαλλόμενοι περιορισμοί πρέπει να σταθμιστούν με την επιτακτική ανάγκη να διασφαλιστεί υψηλό επίπεδο προστασίας της ανθρώπινης υγείας σε έναν τομέα χαρακτηριζόμενο από την τοξικότητα του επίμαχου προϊόντος και τα εθιστικά του αποτελέσματα.

(βλ. σκέψεις 202, 204-206, 208-211)

18.      Βλ. το κείμενο της απόφασης.

(βλ. σκέψεις 215, 218)

19.      Η απαγόρευση διάθεσης στην αγορά προϊόντων καπνού με χαρακτηριστικό άρωμα/γεύση όπως η μινθόλη, την οποία προβλέπει το άρθρο 7 της οδηγίας 2014/40, για την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σχετικά με την κατασκευή, την παρουσίαση και την πώληση προϊόντων καπνού και συναφών προϊόντων, δεν παραβιάζει την αρχή της επικουρικότητας.

Συγκεκριμένα, ακόμα και αν υποτεθεί ότι η δεύτερη πτυχή του διττού σκοπού που επιδιώκει η οδηγία 2014/40, δηλαδή η εξασφάλιση υψηλού επιπέδου προστασίας της ανθρώπινης υγείας, μπορεί να επιτευχθεί ευχερέστερα στο επίπεδο των κρατών μελών, γεγονός παραμένει ότι η επιδίωξη του σκοπού αυτού ενδέχεται να παγιώσει, αν όχι να δημιουργήσει, καταστάσεις στις οποίες ορισμένα κράτη μέλη επιτρέπουν τη διάθεση στην αγορά προϊόντων καπνού με ορισμένα χαρακτηριστικά αρώματα/γεύσεις, ενώ άλλα την απαγορεύουν, με αποτέλεσμα την υπονόμευση του πρωταρχικού σκοπού της ίδιας οδηγίας, δηλαδή τη βελτίωση της λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς για τον καπνό και τα συναφή προϊόντα. Από την αλληλεξάρτηση των δύο σκοπών που επιδιώκει η οδηγία 2014/40 προκύπτει ότι ο νομοθέτης της Ένωσης ευλόγως εκτίμησε ότι η δράση του έπρεπε να περιλάβει τη θέσπιση καθεστώτος διάθεσης στην αγορά της Ένωσης προϊόντων καπνού με χαρακτηριστικό άρωμα/γεύση και ότι, λόγω της αλληλεξάρτησης αυτής, ο διττός αυτός σκοπός μπορούσε να επιτευχθεί ευχερέστερα στο επίπεδο της Ένωσης.

(βλ. σκέψεις 220-222)

20.      Βλ. το κείμενο της απόφασης.

(βλ. σκέψη 225)