Language of document : ECLI:EU:C:2024:23

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα)

της 11ης Ιανουαρίου 2024 (*)

«Αίτηση αναιρέσεως – Κοινή εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφάλειας – Περιοριστικά μέτρα κατά της Συρίας – Μέτρα που στρέφονται κατά προσώπων που συνδέονται με πρόσωπα και οντότητες στα οποία έχουν επιβληθεί περιοριστικά μέτρα – Κατάλογοι των προσώπων στα οποία εφαρμόζεται η δέσμευση κεφαλαίων και οικονομικών πόρων – Απόδειξη του βασίμου της καταχωρίσεως του ονόματος του αναιρεσείοντος στους εν λόγω καταλόγους»

Στην υπόθεση C‑524/22 P,

με αντικείμενο αίτηση αναιρέσεως δυνάμει του άρθρου 56 του Οργανισμού του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία ασκήθηκε στις 4 Αυγούστου 2022,

Amer Foz, κάτοικος Ντουμπάι (Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα), εκπροσωπούμενος από τον L. Cloquet, avocat,

αναιρεσείων,

όπου ο έτερος διάδικος είναι το:

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εκπροσωπούμενο από τον M. Bishop και την T. Haas,

καθού πρωτοδίκως,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (έκτο τμήμα),

συγκείμενο από τους T. von Danwitz (εισηγητή), πρόεδρο τμήματος, P. G. Xuereb και A. Kumin, δικαστές,

γενική εισαγγελέας: L. Medina

γραμματέας: A. Calot Escobar

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία,

κατόπιν της αποφάσεως που έλαβε, αφού άκουσε τη γενική εισαγγελέα, να εκδικάσει την υπόθεση χωρίς ανάπτυξη προτάσεων,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1        Με την αίτηση αναιρέσεως, ο Amer Foz ζητεί τη μερική αναίρεση της απόφασης του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 18ης Μαΐου 2022, Foz κατά Συμβουλίου (T‑296/20, στο εξής: αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, EU:T:2022:298), με την οποία το Γενικό Δικαστήριο απέρριψε την προσφυγή που είχε ασκήσει με αίτημα την ακύρωση:

–        της εκτελεστικής απόφασης (ΚΕΠΠΑ) 2020/212 του Συμβουλίου, της 17ης Φεβρουαρίου 2020, για την εφαρμογή της απόφασης 2013/255/ΚΕΠΠΑ σχετικά με περιοριστικά μέτρα κατά της Συρίας (ΕΕ 2020, L 43 I, σ. 6), καθώς και του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2020/211 του Συμβουλίου, της 17ης Φεβρουαρίου 2020, για την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 36/2012 σχετικά με περιοριστικά μέτρα λόγω της κατάστασης στη Συρία (ΕΕ 2020, L 43 I, σ. 1) (στο εξής από κοινού: αρχικές πράξεις)·

–        της απόφασης (ΚΕΠΠΑ) 2020/719 του Συμβουλίου, της 28ης Μαΐου 2020, που τροποποιεί την απόφαση 2013/255/ΚΕΠΠΑ σχετικά με περιοριστικά μέτρα κατά της Συρίας (ΕΕ 2020, L 168, σ. 66), καθώς και του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2020/716 του Συμβουλίου, της 28ης Μαΐου 2020, για την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 36/2012 σχετικά με περιοριστικά μέτρα λόγω της κατάστασης στη Συρία (ΕΕ 2020, L 168, σ. 1) (στο εξής από κοινού: πράξεις του 2020 περί διατηρήσεως), και

–        της απόφασης (ΚΕΠΠΑ) 2021/855 του Συμβουλίου, της 27ης Μαΐου 2021, που τροποποιεί την απόφαση 2013/255/ΚΕΠΠΑ σχετικά με περιοριστικά μέτρα κατά της Συρίας (ΕΕ 2021, L 188, σ. 90), καθώς και του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2021/848 του Συμβουλίου, της 27ης Μαΐου 2021, για την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 36/2012 σχετικά με περιοριστικά μέτρα λόγω της κατάστασης στη Συρία (ΕΕ 2021, L 188, σ. 18) (στο εξής από κοινού: επίδικες πράξεις),

καθόσον με τις πράξεις αυτές καταχωρίζεται και διατηρείται το όνομά του στους καταλόγους που επισυνάπτονται στις εν λόγω πράξεις.

 Το νομικό πλαίσιο

2        Κατά το άρθρο 27 της απόφασης 2013/255/ΚΕΠΠΑ του Συμβουλίου, της 31ης Μαΐου 2013, σχετικά με περιοριστικά μέτρα κατά της Συρίας (ΕΕ 2013, L 147, σ. 14), όπως τροποποιήθηκε με την απόφαση (ΚΕΠΠΑ) 2015/1836 του Συμβουλίου, της 12ης Οκτωβρίου 2015 (ΕΕ 2015, L 266, σ. 75):

«1.      Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να απαγορευθεί η είσοδος στο έδαφός τους ή η διέλευση μέσω αυτού των υπευθύνων για τη βίαιη καταστολή του άμαχου πληθυσμού στη Συρία, προσώπων που επωφελούνται των πολιτικών του καθεστώτος ή το υποστηρίζουν καθώς και προσώπων που συνδέονται με αυτούς, όπως κατονομάζονται στο παράρτημα Ι.

2.      Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις και αποφάσεις του Συμβουλίου στο πλαίσιο της κατάστασης στη Συρία όπως ορίζονται στις αιτιολογικές σκέψεις 5 έως 11, τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για να εμποδίζουν την είσοδο στο έδαφός τους ή τη μέσω του εδάφους τους διέλευση όσον αφορά τους εξής:

α)      εξέχοντες επιχειρηματίες που δραστηριοποιούνται στη Συρία·

β)      μέλη των οικογενειών Assad και Makhlouf·

γ)      υπουργούς της συριακής κυβέρνησης που βρίσκονται στην εξουσία από το Μάιο του 2011·

δ)      μέλη των συριακών ενόπλων δυνάμεων με βαθμό “συνταγματάρχη” και αντίστοιχο ή ανώτερο βαθμό που βρίσκονται στη θέση αυτή από το Μάιο του 2011·

ε)      μέλη των συριακών υπηρεσιών ασφαλείας και πληροφοριών που βρίσκονται στη θέση αυτή μετά τον Μάιο του 2011·

στ)      μέλη των φίλα προσκείμενων στο καθεστώς παραστρατιωτικών ομάδων·

ζ)      πρόσωπα που δραστηριοποιούνται στη διάδοση χημικών όπλων,

και πρόσωπα που συνδέονται με τους ανωτέρω, όπως κατονομάζονται στο παράρτημα Ι.

3.      Τα πρόσωπα που εμπίπτουν σε μία από τις κατηγορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 2 δεν περιλαμβάνονται ούτε παραμένουν στον κατάλογο των προσώπων και οντοτήτων του παραρτήματος Ι, εφόσον υπάρχουν επαρκή στοιχεία ότι δεν συνδέονται ή δεν συνδέονται πλέον με το καθεστώς ή δεν ασκούν επιρροή ή δεν παρουσιάζουν πραγματικό κίνδυνο καταστρατήγησης.

4.      Όλες οι αποφάσεις εγγραφής στον κατάλογο λαμβάνονται χωριστά και κατά περίπτωση με συνεκτίμηση της αναλογικότητας του μέτρου.

[…]»

3        Το άρθρο 28, παράγραφοι 1 έως 5, της απόφασης 2013/255, όπως τροποποιήθηκε με την απόφαση 2015/1836, έχει ως ακολούθως:

«1.      Δεσμεύονται όλα τα κεφάλαια και οι οικονομικοί πόροι που ευρίσκονται στην κυριότητα, την κατοχή ή τον έλεγχο των προσώπων που ευθύνονται για τη βίαιη καταστολή του άμαχου πληθυσμού στη Συρία, προσώπων και οντοτήτων που επωφελούνται των πολιτικών του καθεστώτος ή υποστηρίζουν τις πολιτικές αυτές καθώς και των προσώπων και οντοτήτων που συνδέονται με αυτές, όπως κατονομάζονται στα παραρτήματα Ι και ΙΙ.

2.      Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις και αποφάσεις του Συμβουλίου στο πλαίσιο της κατάστασης στη Συρία όπως ορίζονται στις αιτιολογικές σκέψεις (5) έως (11), δεσμεύονται όλα τα κεφάλαια και όλοι οι οικονομικοί πόροι που βρίσκονται στην ιδιοκτησία ή κατοχή ή ελέγχονται από τους εξής:

α)      εξέχοντες επιχειρηματίες που δραστηριοποιούνται στη Συρία·

β)      μέλη των οικογενειών Assad ή Makhlouf·

γ)      υπουργούς της συριακής κυβέρνησης που βρίσκονται στην εξουσία από το Μάιο του 2011·

δ)      μέλη των συριακών ενόπλων δυνάμεων με βαθμό “συνταγματάρχη” και αντίστοιχο ή ανώτερο βαθμό που βρίσκονται στη θέση αυτή από το Μάιο του 2011·

ε)      μέλη των συριακών υπηρεσιών ασφαλείας και πληροφοριών που βρίσκονται στη θέση αυτή μετά το Μάιο του 2011·

στ)      μέλη των φίλα προσκείμενων στο καθεστώς παραστρατιωτικών ομάδων· και

ζ)      μέλη οντοτήτων, μονάδων, οργανισμών, φορέων και θεσμικών οργάνων που δραστηριοποιούνται στη διάδοση χημικών όπλων,

και πρόσωπα που συνδέονται με τους ανωτέρω, όπως κατονομάζονται στο παράρτημα Ι.

3.      Τα πρόσωπα που εμπίπτουν σε μία από τις κατηγορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 2 δεν περιλαμβάνονται ούτε παραμένουν στον κατάλογο των προσώπων και οντοτήτων του παραρτήματος Ι, εφόσον υπάρχουν επαρκή στοιχεία ότι δεν συνδέονται ή δεν συνδέονται πλέον με το καθεστώς ή δεν ασκούν επιρροή ή δεν παρουσιάζουν πραγματικό κίνδυνο καταστρατήγησης.

4.      Όλες οι αποφάσεις εγγραφής στον κατάλογο λαμβάνονται χωριστά και κατά περίπτωση με συνεκτίμηση της αναλογικότητας του μέτρου.

5.      Απαγορεύεται η άμεση ή έμμεση διάθεση κεφαλαίων ή οικονομικών πόρων σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα ή οντότητες που κατονομάζονται στα παραρτήματα Ι και ΙΙ ή προς όφελος αυτών.»

4        Το άρθρο 15, παράγραφοι 1α και 1β, του κανονισμού (ΕΕ) 36/2012 του Συμβουλίου, της 18ης Ιανουαρίου 2012, σχετικά με περιοριστικά μέτρα λόγω της κατάστασης στη Συρία και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 442/2011 (ΕΕ 2012, L 16, σ. 1), όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/1828 του Συμβουλίου, της 12ης Οκτωβρίου 2015 (ΕΕ 2015, L 266, σ. 1), προβλέπει τα εξής:

«1α.      Ο κατάλογος του παραρτήματος ΙΙ αποτελείται επίσης από φυσικά ή νομικά πρόσωπα, οντότητες και φορείς που, σύμφωνα με το άρθρο 28 παράγραφος 2 της [απόφασης 2013/255], έχουν αναγνωριστεί από το Συμβούλιο ότι ανήκουν σε μία από τις ακόλουθες κατηγορίες:

α)      κορυφαίοι επιχειρηματίες που δραστηριοποιούνται στη Συρία·

β)      μέλη των οικογενειών Assad ή Makhlouf·

γ)      υπουργοί της συριακής κυβέρνησης εν ενεργεία μετά τον Μάιο του 2011·

δ)      μέλη των συριακών ενόπλων δυνάμεων με βαθμό “συνταγματάρχη” ή ισοδύναμου ή ανώτερου, εν ενεργεία μετά τον Μάιο του 2011·

ε)      μέλη των συριακών υπηρεσιών ασφαλείας και πληροφοριών εν ενεργεία μετά τον Μάιο του 2011·

στ)      μέλη της πολιτοφυλακής του καθεστώτος·

ζ)      πρόσωπα, οντότητες, μονάδες, υπηρεσίες, φορείς ή ιδρύματα που δραστηριοποιούνται στον τομέα διάδοσης χημικών όπλων

και φυσικά ή νομικά πρόσωπα και οντότητες που συνδέονται με αυτά και στα οποία δεν εφαρμόζεται το άρθρο 21 του παρόντος κανονισμού.

1β.      Πρόσωπα, οντότητες και φορείς που ανήκουν σε μία από τις κατηγορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1α δεν περιλαμβάνονται ή δεν διατηρούνται στον κατάλογο των προσώπων, οντοτήτων και φορέων του παραρτήματος ΙΙ εφόσον υπάρχουν επαρκή στοιχεία ότι δεν έχουν ή δεν έχουν πλέον σχέση με το καθεστώς και δεν ασκούν επιρροή σε αυτό ή δεν θέτουν πραγματικό κίνδυνο καταστρατήγησης.»

 Το ιστορικό της διαφοράς

5        Το ιστορικό της διαφοράς εκτίθεται στις σκέψεις 2 έως 27 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως. Για τις ανάγκες της παρούσας διαδικασίας, το ιστορικό αυτό μπορεί να συνοψισθεί ως ακολούθως.

6        Ο πρωτοδίκως προσφεύγων και νυν αναιρεσείων είναι επιχειρηματίας συριακής ιθαγένειας, το όνομα του οποίου προστέθηκε, με την εκτελεστική απόφαση 2020/212 και με τον εκτελεστικό κανονισμό 2020/211, αντιστοίχως, στη γραμμή 291 του καταλόγου του παραρτήματος Ι, τμήμα Α (Πρόσωπα), της απόφασης 2013/255 και στη γραμμή 291 του καταλόγου του παραρτήματος ΙΙ, τμήμα Α (Πρόσωπα), του κανονισμού 36/2012, όπου κατονομάζονται τα πρόσωπα των οποίων δεσμεύονται τα κεφάλαια και οι οικονομικοί πόροι (στο εξής από κοινού: επίδικοι κατάλογοι). Τα καθήκοντά του περιγράφονται στους επίδικους καταλόγους ως αυτά του «Γενικ[ού] Διευθυντ[ή] της ASM International General Trading, LLC». Επίσης, ο «Samer Foz» καθώς και οι Aman Holding [(Aman Dimashq JSC)]» και «ASM International General Trading LLC» αναφέρονται στους καταλόγους αυτούς ως «Συγγενείς/επιχειρηματικοί εταίροι/οντότητες ή εταίροι/σύνδεσμοι» του πρωτοδίκως προσφεύγοντος και νυν αναιρεσείοντος.

7        Ως λόγοι για την καταχώριση του ονόματός του εκτίθενται, σε έκαστο εκ των επίδικων καταλόγων, αυτολεξεί, οι ακόλουθοι:

«Εξέχων επιχειρηματίας με προσωπικά και οικογενειακά επιχειρηματικά συμφέροντα και δραστηριότητες σε πολλούς τομείς της συριακής οικονομίας, μεταξύ άλλων μέσω της Aman Holding (παλαιότερα γνωστής ως Aman Group). Μέσω της εταιρείας Aman Holding, αποκομίζει οικονομικά οφέλη και στηρίζει το καθεστώς [του Bashar Al‑Assad], μεταξύ άλλων συμμετέχοντας στην υλοποίηση του έργου Marota City, με τη στήριξη του καθεστώτος. Από το 2012 είναι επίσης γενικός διευθυντής της ASM International [General] Trading LLC.

Επίσης, είναι συνεταίρος με τον αδελφό του Samer Foz, ο οποίος έχει καταχωριστεί από την [Ευρωπαϊκή Ένωση] από τον Ιανουάριο του 2019 ως εξέχων επιχειρηματίας δραστηριοποιούμενος στη Συρία ο οποίος στηρίζει ή επωφελείται του καθεστώτος.»

8        Με την απόφαση 2020/719, με την οποία παρατάθηκε η εφαρμογή της απόφασης 2013/255 έως την 1η Ιουνίου 2021, και με τον εκτελεστικό κανονισμό 2020/716, το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης διατήρησε το όνομά του στους επίδικους καταλόγους για τους ίδιους ακριβώς λόγους.

9        Με την απόφαση 2021/855, με την οποία παρατάθηκε η εφαρμογή της απόφασης 2013/255 έως την 1η Ιουνίου 2022, και με τον εκτελεστικό κανονισμό 2021/848, το Συμβούλιο διατήρησε μεν το όνομά του στους επίδικους καταλόγους, πλην όμως τροποποίησε, αφενός, την περιγραφή που αφορούσε τα καθήκοντά του και, αφετέρου, τους λόγους καταχώρισης του ονόματός του στους καταλόγους αυτούς (στο εξής: λόγοι του 2021).

10      Έτσι, αφενός, τα καθήκοντά του περιγράφονται πλέον ως καθήκοντα «ιδρυτ[ή] της εταιρείας District 6 [και] ιδρυτικ[ού] εταίρ[ου] της εταιρείας Easy Life». Η δε μνεία στην «ASM International General Trading LLC» καταργήθηκε και η μνεία «Αντιπρόεδρος της εταιρείας Asas Steel» προστέθηκε στη στήλη «Συγγενείς/επιχειρηματικοί εταίροι/οντότητες ή εταίροι/δεσμοί» όσον αφορά τον πρωτοδίκως προσφεύγοντα και νυν αναιρεσείοντα.

11      Αφετέρου, οι λόγοι του 2021 έχουν ως εξής:

«Εξέχων επιχειρηματίας με προσωπικά και οικογενειακά επιχειρηματικά συμφέροντα και δραστηριότητες σε πολλούς τομείς της συριακής οικονομίας. Αποκομίζει οικονομικά οφέλη από την πρόσβαση σε εμπορικές ευκαιρίες και στηρίζει το συριακό καθεστώς. Από το 2012 έως το 2019 ήταν γενικός διευθυντής της ASM International [General] Trading LLC.

Συνδέεται επίσης με τον αδελφό του Samer Foz, ο οποίος καταχωρίστηκε από το Συμβούλιο τον Ιανουάριο του 2019 ως εξέχων επιχειρηματίας δραστηριοποιούμενος στη Συρία που στηρίζει το καθεστώς ή ωφελείται από αυτό. Μαζί με τον αδελφό του, υλοποιεί σειρά εμπορικών έργων, ιδίως στην περιοχή Adra al-Ummaliyya [(προάστια της Δαμασκού, Συρία)]. Στα έργα περιλαμβάνεται ένα εργοστάσιο παραγωγής καλωδίων και εξαρτημάτων καλωδίων και ένα έργο ηλεκτροπαραγωγής από ηλιακή ενέργεια. Συμμετείχαν επίσης σε διάφορες δραστηριότητες με το [Ισλαμικό Κράτος του Ιράκ και του Λεβάντε (ΙΚΙΛ) Ντάες] εξ ονόματος του καθεστώτος [Μπασάρ Αλ Άσαντ], συμπεριλαμβανομένης της προμήθειας όπλων και πυρομαχικών με αντάλλαγμα σιτάρι και πετρέλαιο.»

 Η προσφυγή ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου και η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση

12      Με δικόγραφο που κατέθεσε στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου στις 12 Μαΐου 2020 και το περιεχόμενο του οποίου προσάρμοσε κατά τη διάρκεια της ένδικης διαδικασίας, ο πρωτοδίκως προσφεύγων και νυν αναιρεσείων άσκησε προσφυγή με αίτημα την ακύρωση των αρχικών πράξεων, των πράξεων του 2020 περί διατηρήσεως και των επίδικων πράξεων, καθ’ ο μέρος τον αφορούν, επικαλούμενος έξι λόγους ακυρώσεως, εκ των οποίων ο πρώτος αφορά πλάνη εκτιμήσεως, ο δεύτερος παραβίαση της αρχής της αναλογικότητας, ο τρίτος προσβολή του δικαιώματος ιδιοκτησίας και της ελευθερίας ασκήσεως οικονομικής δραστηριότητας, ο τέταρτος κατάχρηση εξουσίας, ο πέμπτος παράβαση της υποχρεώσεως αιτιολογήσεως και, τέλος, ο έκτος προσβολή των δικαιωμάτων άμυνας και του δικαιώματος σε δίκαιη δίκη.

13      Το Γενικό Δικαστήριο εξέτασε, κατ’ αρχάς, τον πέμπτο και τον έκτο λόγο ακυρώσεως, τους οποίους εν συνεχεία απέρριψε στις σκέψεις 71 έως 179 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως.

14      Στο πλαίσιο αυτό, αφού εξέθεσε ορισμένες προκαταρκτικές παρατηρήσεις, το Γενικό Δικαστήριο εξέτασε τα στοιχεία των λόγων καταχώρισης που συνδέονται με καθένα από τα κριτήρια καταχώρισης, την κρισιμότητα και την αξιοπιστία των αποδεικτικών στοιχείων που παρέσχε το Συμβούλιο και, έπειτα, το περιεχόμενο του κριτηρίου καταχώρισης που αφορά τον σύνδεσμο με πρόσωπο ή οντότητα στα οποία έχουν επιβληθεί περιοριστικά μέτρα καθώς και τα οικογενειακά εμπορικά συμφέροντα του προσφεύγοντος στην Aman Holding και στην ASM International General Trading.

15      Ως προς τα οικογενειακά εμπορικά συμφέροντα του προσφεύγοντος στην Aman Holding, το Γενικό Δικαστήριο επισήμανε, στη σκέψη 137 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, ότι, όσον αφορά τις επίδικες πράξεις, ο προσφεύγων είχε βασίμως αποδείξει ότι στις 22 Νοεμβρίου 2020, και επομένως πριν από την έκδοσή τους, είχε ήδη μεταβιβάσει τις μετοχές της Aman Holding που του ανήκαν και ότι, κατόπιν της μεταβίβασης, δεν κατείχε πλέον θέση ευθύνης στην εταιρία αυτή, ούτως ώστε, σε σχέση με τις πράξεις αυτές, το Συμβούλιο δεν μπορούσε να επικαλεστεί τη συμμετοχή του στην εταιρία αυτή προκειμένου να διαπιστώσει την ύπαρξη συνδέσμου μεταξύ του ιδίου και του αδελφού του, Samer Foz. Στη σκέψη 144 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, το Γενικό Δικαστήριο συμπέρανε ότι, όσον αφορά τις αρχικές πράξεις και τις πράξεις του 2020 περί διατηρήσεως, το Συμβούλιο είχε τεκμηριώσει μεν επαρκώς την ύπαρξη συνδέσμου μεταξύ του προσφεύγοντος και του αδελφού του, Samer Foz, λόγω των επιχειρηματικών δεσμών εντός της Aman Holding, πλην όμως τούτο δεν ίσχυε ως προς τις επίδικες πράξεις.

16      Ως προς τα οικογενειακά εμπορικά συμφέροντα του προσφεύγοντος στην ASM International General Trading, το Γενικό Δικαστήριο έκρινε, στις σκέψεις 149 και 155 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, ότι, όσον αφορά τις αρχικές πράξεις, το Συμβούλιο είχε τεκμηριώσει μεν επαρκώς την ύπαρξη συνδέσμου μεταξύ του προσφεύγοντος και του αδελφού του, Samer Foz, λόγω των επιχειρηματικών δεσμών εντός της ASM International General Trading, πλην όμως τούτο δεν ίσχυε ως προς τις πράξεις του 2020 περί διατηρήσεως ούτε ως προς τις επίδικες πράξεις, αφ’ ης στιγμής η εταιρία αυτή είχε τεθεί υπό εκκαθάριση στις 25 Φεβρουαρίου 2020.

17      Ως προς τις διάφορες δραστηριότητες με το ΙΚΙΛ στις οποίες φέρεται να συμμετείχαν ο προσφεύγων και ο αδελφός του, Samer Foz, εξ ονόματος του συριακού καθεστώτος, στις σκέψεις 161 έως 164 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, το Γενικό Δικαστήριο επισήμανε τα εξής:

«161      Σύμφωνα με τους λόγους του 2021, οι διάφορες δραστηριότητες με το ΙΚΙΛ στις οποίες συμμετείχαν εξ ονόματος του συριακού καθεστώτος συμπεριελάμβαναν, ιδίως, την “προμήθει[α] όπλων και πυρομαχικών με αντάλλαγμα σιτάρι και πετρέλαιο”.

162      Λαμβανομένων υπόψη των πληροφοριακών στοιχείων που απορρέουν από τον ιστότοπο του Pro-justice είναι δυνατόν να διαπιστωθεί ότι ο προσφεύγων και ο αδελφός του συμμετείχαν σε δραστηριότητες εξ ονόματος του συριακού καθεστώτος, συμπεριλαμβανομένης της προμήθειας όπλων και πυρομαχικών με αντάλλαγμα σιτάρι και πετρέλαιο. Σύμφωνα με τον εν λόγω ιστότοπο, οι οικείες εμπορικές συναλλαγές έλαβαν χώρα καθ’ ο χρόνο όλη η ανατολική Συρία τελούσε υπό τον έλεγχο του ΙΚΙΛ, γεγονός το οποίο επιβεβαιώθηκε, άλλωστε, από ηγέτη του ΙΚΙΛ. Στον ιστότοπο του The Syria Report αναφέρεται ότι η μεταφορά σιταριού, ιδίως στις περιοχές που τελούν υπό τον έλεγχο του ΙΚΙΛ, πραγματοποιείται μέσω της θυγατρικής της Aman Holding, γεγονός το οποίο συνιστά άλλον έναν παράγοντα ενδεικτικό του πόση σημασία αποδίδει το συριακό καθεστώς στο πρόσωπο του Samer Foz. Σύμφωνα με τον ιστότοπο του Reuters, η Aman Holding, τη διεύθυνση της οποίας έχει η οικογένεια Foz, ενεργεί για λογαριασμό του συριακού καθεστώτος στο πλαίσιο του εμπορίου σιτηρών. Στον τελευταίο ως άνω ιστότοπο επισημαίνεται ότι η Aman Holding παρέχει υπηρεσίες μεσιτείας, χάριν του εμπορίου δημητριακών, σε συνεργασία με την Hoboob, εταιρία που κατέχεται από το συριακό κράτος. Η Aman Holding επιβεβαιώνει ότι εισήγαγε σιτάρι στη Συρία το 2013. Τέλος, όπως προκύπτει από τους ιστότοπους του Arab News και του Al Arabiya, και η ASM International General Trading, η οποία είναι εγκατεστημένη στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, δραστηριοποιούνταν στο εμπόριο σιταριού.

163      Επομένως, όπως προκύπτει από τη σκέψη 162 ανωτέρω, το Συμβούλιο προσκόμισε δέσμη αρκούντως συγκεκριμένων, [σαφών] και συγκλινουσών ενδείξεων συμφώνως προς τις σχετικές απαιτήσεις της νομολογίας. Κατά συνέπεια, το εν λόγω τμήμα στο οποίο εκτίθενται οι λόγοι του 2021 είναι επαρκώς τεκμηριωμένο. Το επιχείρημα –που ο προσφεύγων προβάλλει, πλην όμως χωρίς να τεκμηριώνει– ότι οι κατηγορίες αυτές εδράζονται σε αναπόδεικτες και, συνεπώς, αβάσιμες αιτιάσεις δεν κλονίζει το συμπέρασμα αυτό.

164      Ως εκ τούτου, συμπεραίνεται ότι, όσον αφορά το τμήμα στο οποίο εκτίθενται οι λόγοι του 2021, το Συμβούλιο τεκμηρίωσε επαρκώς την ύπαρξη συνδέσμου μεταξύ του προσφεύγοντος και του Samer Foz λόγω των διαφόρων δραστηριοτήτων στις οποίες συμμετείχαν εξ ονόματος του συριακού καθεστώτος.»

18      Κάτωθεν του τίτλου «Συμπεράσματα ως προς τον σύνδεσμο με πρόσωπο στο οποίο επιβλήθηκαν περιοριστικά μέτρα», το Γενικό Δικαστήριο επισήμανε, στις σκέψεις 165 έως 167 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, τα εξής:

«165      Κατά πρώτον, από τα προεκτεθέντα προκύπτει ότι ο προσφεύγων και ο αδελφός του, Samer Foz, διατηρούν δεσμούς στο πλαίσιο επιχειρηματικών σχέσεων. Κατ’ αρχάς, κατά την ημερομηνία εκδόσεως των αρχικών πράξεων, το Συμβούλιο απέδειξε ότι ο προσφεύγων και ο Samer Foz διατηρούσαν επιχειρηματικούς δεσμούς μέσω της οικογενειακής επιχείρησης Aman Holding και της ASM International General Trading. Στη συνέχεια, όσον αφορά τις πράξεις του 2020 περί διατηρήσεως, το Συμβούλιο απέδειξε ότι οι δύο αδελφοί διατηρούσαν επιχειρηματικούς δεσμούς μέσω της εν λόγω οικογενειακής επιχείρησης. Τέλος, όσον αφορά τις πράξεις του 2021 περί διατηρήσεως, το Συμβούλιο απέδειξε ότι ο προσφεύγων και ο αδελφός του διατηρούσαν επιχειρηματικούς δεσμούς, δεδομένου ότι ασκούσαν δραστηριότητες με το ΙΚΙΛ εξ ονόματος του συριακού καθεστώτος.

166      Η ύπαρξη επιχειρηματικών δεσμών μεταξύ του προσφεύγοντος και του αδελφού του, Samer Foz, αποδεικνύεται επίσης από μια μορφή συνεννόησης κατά τη διαχείριση του χαρτοφυλακίου των μετοχών τους. […]

167      Τέλος, με τα δικόγραφά του, ο προσφεύγων δεν υποστηρίζει ότι διέκοψε τις σχέσεις του με τον Samer Foz ή ότι απομακρύνθηκε από αυτόν. Κατά συνέπεια, εξακολουθούν να υφίστανται δεσμοί μεταξύ του προσφεύγοντος και του αδελφού του.»

19      Στη σκέψη 177 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, το Γενικό Δικαστήριο έκρινε ότι ο λόγος καταχώρισης του ονόματος του προσφεύγοντος στους επίδικους καταλόγους λόγω του συνδέσμου του με πρόσωπο στο οποίο επιβλήθηκαν περιοριστικά μέτρα ήταν επαρκώς τεκμηριωμένος, οπότε, υπό το πρίσμα του κριτηρίου αυτού, η καταχώριση του ονόματός του στους εν λόγω καταλόγους ήταν βάσιμη. Στη σκέψη 179 της αποφάσεως αυτής, το Γενικό Δικαστήριο απέρριψε τον πρώτο λόγο ακυρώσεως ως αβάσιμο, κρίνοντας συγχρόνως ότι παρείλκε η εξέταση του βασίμου των λοιπών αιτιάσεων τις οποίες είχε προβάλει ο προσφεύγων και οι οποίες έβαλλαν κατά των κριτηρίων καταχώρισης.

20      Τέλος, το Γενικό Δικαστήριο απέρριψε τον τέταρτο λόγο ακυρώσεως, στη συνέχεια, από κοινού, τον δεύτερο και τον τρίτο λόγο ακυρώσεως και, κατά συνέπεια, την προσφυγή ακυρώσεως στο σύνολό της.

 Τα αιτήματα των διαδίκων και η διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου

21      Ο αναιρεσείων ζητεί από το Δικαστήριο:

–        να αναιρέσει εν μέρει την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, καθόσον με αυτή το Γενικό Δικαστήριο απέρριψε την προσφυγή ακυρώσεως η οποία στρεφόταν κατά των επίδικων πράξεων·

–        να ακυρώσει τις επίδικες πράξεις καθ’ ο μέρος τον αφορούν·

–        να υποχρεώσει το Συμβούλιο να αφαιρέσει το όνομά του από τα παραρτήματα της απόφασης 2013/255 και του κανονισμού 36/2012 και

–        να καταδικάσει το Συμβούλιο στα δικαστικά έξοδα.

22      Το Συμβούλιο ζητεί από το Δικαστήριο:

–        να απορρίψει την αίτηση αναιρέσεως·

–        επικουρικώς, να απορρίψει το αίτημα του αναιρεσείοντος με το οποίο ζητείται να υποχρεωθεί το Συμβούλιο να αφαιρέσει το όνομά του από τα παραρτήματα της απόφασης 2013/255 και του κανονισμού 36/2012 και

–        να καταδικάσει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα.

 Επί της αιτήσεως αναιρέσεως

23      Προς στήριξη της αιτήσεως αναιρέσεως, ο αναιρεσείων προβάλλει οκτώ λόγους αναιρέσεως, εκ των οποίων ο πρώτος, ο δεύτερος, ο τρίτος και ο τέταρτος αφορούν παραμόρφωση των αποδεικτικών στοιχείων και των πραγματικών περιστατικών, ο πέμπτος εσφαλμένη εφαρμογή από το Γενικό Δικαστήριο της νομολογίας που απορρέει από τις αποφάσεις της 21ης Απριλίου 2015, Anbouba κατά Συμβουλίου (C‑605/13 P, EU:C:2015:248) και Anbouba κατά Συμβουλίου (C‑630/13 P, EU:C:2015:247), ο έκτος εσφαλμένη εφαρμογή από το Γενικό Δικαστήριο των άρθρων 27 και 28 της απόφασης 2013/255, όπως τροποποιήθηκε με την απόφαση 2015/1836, καθώς και του άρθρου 15 του κανονισμού 36/2012, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό 2015/1828, ο έβδομος παραμόρφωση των πραγματικών περιστατικών και ο όγδοος εσφαλμένη εφαρμογή από το Γενικό Δικαστήριο των κανόνων που διέπουν το βάρος αποδείξεως.

 Επί του παραδεκτού

 Η επιχειρηματολογία των διαδίκων

24      Το Συμβούλιο υποστηρίζει, κατ’ αρχάς, ότι οι λόγοι αναιρέσεως είναι απαράδεκτοι, καθόσον, εν αντιθέσει προς τις επιταγές του άρθρου 256, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, ΣΛΕΕ, του άρθρου 58, πρώτο εδάφιο, του Οργανισμού του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και του άρθρου 168, παράγραφος 1, στοιχείο δʹ, και του άρθρου 169, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου, στην αίτηση αναιρέσεως δεν προσδιορίζονται με ακρίβεια τα επικρινόμενα σημεία της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, Ως εκ τούτου, κατά το Συμβούλιο, η αίτηση αναιρέσεως πρέπει να κριθεί απαράδεκτη στο σύνολό της.

25      Ο αναιρεσείων αμφισβητεί την επιχειρηματολογία αυτή και ισχυρίζεται ότι, πέραν της επιχειρηματολογίας που αναπτύσσεται προς στήριξη εκάστου εκ των λόγων αναιρέσεως που προβάλλει, στο εισαγωγικό μέρος της αιτήσεως αναιρέσεως γίνεται μνεία στις σκέψεις 162, 167 και 177 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως ως περιέχουσες τα συμπεράσματα του Γενικού Δικαστηρίου τα οποία εκλαμβάνει ως εσφαλμένα.

 Εκτίμηση του Δικαστηρίου

26      Κατ’ αρχάς, κατά πάγια νομολογία, από το άρθρο 256, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, ΣΛΕΕ, από το άρθρο 58, πρώτο εδάφιο, του Οργανισμού του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης καθώς και από το άρθρο 168, παράγραφος 1, στοιχείο δʹ, και το άρθρο 169, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου συνάγεται ότι η αίτηση αναιρέσεως πρέπει να προσδιορίζει με ακρίβεια τα επίμαχα σημεία της αποφάσεως του Γενικού Δικαστηρίου της οποίας ζητείται η αναίρεση, καθώς και τα νομικά επιχειρήματα που στηρίζουν κατά τρόπο συγκεκριμένο το αίτημα αυτό, άλλως η αίτηση αναιρέσεως ή ο οικείος λόγος αναιρέσεως είναι απαράδεκτα (απόφαση της 23ης Νοεμβρίου 2021, Συμβούλιο κατά Hamas, C‑833/19 P, EU:C:2021:950, σκέψη 50 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

27      Αίτηση αναιρέσεως η οποία στερείται τέτοιων χαρακτηριστικών δεν είναι δυνατόν να τύχει νομικής εκτιμήσεως κατά τρόπο ώστε να μπορέσει το Δικαστήριο να επιτελέσει το έργο του στο συγκεκριμένο πεδίο και να ασκήσει τον έλεγχό του νομιμότητας (διάταξη της 19ης Ιουνίου 2015, Makhlouf κατά Συμβουλίου, C‑136/15 P, EU:C:2015:411, σκέψη 25, και απόφαση της 17ης Δεκεμβρίου 2020, Inpost Paczkomaty κατά Επιτροπής, C‑431/19 P και C‑432/19 P, EU:C:2020:1051, σκέψη 31 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

28      Εν προκειμένω, όσον αφορά τον έκτο λόγο αναιρέσεως, όπως υποστηρίζει και το Συμβούλιο, η αίτηση αναιρέσεως δεν ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις της νομολογίας αυτής. Συγκεκριμένα, η επιχειρηματολογία την οποία ανέπτυξε ο αναιρεσείων προς στήριξη του έκτου λόγου αναιρέσεως ουδεμία μνεία περιέχει περί κάποιου συγκεκριμένου σημείου της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως κατά του οποίου βάλλει, ούτε καθίσταται δυνατόν να προσδιορισθεί στο πλαίσιο της επιχειρηματολογίας αυτής το τμήμα του σκεπτικού του Γενικού Δικαστηρίου το οποίο, κάπου μεταξύ των όσων εκτίθενται στις σκέψεις 79 έως 176 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, ενέχει πλάνη περί το δίκαιο, καθόσον οδήγησε το Γενικό Δικαστήριο στο να επιβεβαιώσει, στη σκέψη 177, ότι η καταχώριση του ονόματός του στους επίδικους καταλόγους ήταν καθόλα βάσιμη.

29      Στον αντίποδα, από την αίτηση αναιρέσεως καθίσταται δυνατόν να προσδιορισθούν τα επικρινόμενα σημεία της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως στο πλαίσιο του πρώτου, του δευτέρου, του τρίτου, του τετάρτου και του πέμπτου λόγου αναιρέσεως, καθώς και του ογδόου λόγου αναιρέσεως, ήτοι οι σκέψεις 161 έως 164 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, στη δε αίτηση αυτή εκτίθενται οι λόγοι για τους οποίους, κατά τον αναιρεσείοντα, τα εν λόγω σημεία ενέχουν πλάνη περί το δίκαιο, ούτως ώστε το Δικαστήριο δύναται να ασκήσει τον έλεγχό του νομιμότητας. Το ίδιο ισχύει και για τον έβδομο λόγο αναιρέσεως ο οποίος βάλλει κατά της σκέψης 167 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως.

30      Εκ των ανωτέρω συνάγεται ότι ο πρώτος, ο δεύτερος, ο τρίτος, ο τέταρτος, ο πέμπτος, ο έβδομος και ο όγδοος λόγος αναιρέσεως είναι παραδεκτοί, ο δε έκτος λόγος αναιρέσεως πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτος.

 Επί της ουσίας

 Επί του πρώτου, του δευτέρου, του τρίτου και του τετάρτου λόγου αναιρέσεως

–       Η επιχειρηματολογία των διαδίκων

31      Με τον πρώτο λόγο αναιρέσεως, ο αναιρεσείων υποστηρίζει ότι, στις σκέψεις 161 έως 164 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, το Γενικό Δικαστήριο παραμόρφωσε τα αποδεικτικά στοιχεία που προέρχονταν από τον ιστότοπο του Pro-justice. Κατά τον αναιρεσείοντα, αφενός, το Γενικό Δικαστήριο αλλοίωσε και παραμόρφωσε το αρχικό κείμενο του άρθρου που είχε δημοσιευθεί στον εν λόγω ιστότοπο, καθόσον παρουσίασε τους ισχυρισμούς του συγγραφέως του ως να ήταν αποδειχθέντα πραγματικά περιστατικά, και τούτο παρά τις επιφυλάξεις που είχε διατυπώσει και την προσοχή που είχε επιδείξει ο εν λόγω συγγραφέας στην επιλογή της διατύπωσης, κάνοντας χρήση του όρου «κατηγορούνται» και, δις, του επιρρήματος «δήθεν». Αφετέρου, κακώς το Γενικό Δικαστήριο έκανε λόγο για επιβεβαίωση των εμπορικών συναλλαγών στις οποίες είχε αναφερθεί ο ηγέτης του ΙΚΙΛ, αφ’ ης στιγμής ο υπερσύνδεσμος URL που περιέχεται στην υποσημείωση του εν λόγω άρθρου παραπέμπει σε ανύπαρκτη ιστοσελίδα. Κατά τον αναιρεσείοντα, εν πάση περιπτώσει, η επιβεβαίωση αυτή ούτε αποδεικνύεται ούτε επιρρωννύεται από άλλη πηγή, το δε επίμαχο άρθρο στερείται ακρίβειας όσον αφορά την υποτιθέμενη συμμετοχή του μαζί με τον αδελφό του, Samer Foz, σε συναλλαγές με το ΙΚΙΛ.

32      Με τον δεύτερο, τον τρίτο και τον τέταρτο λόγο αναιρέσεως, ο αναιρεσείων προβάλλει ότι το Γενικό Δικαστήριο παραμόρφωσε τα αποδεικτικά στοιχεία που προέρχονταν, αντιστοίχως, από τον ιστότοπο του The Syria Report, από το δημοσιευθέν στον ιστότοπο του Reuters άρθρο, καθώς και, όσον αφορά την ASM International General Trading, από τους ιστοτόπους του Arab News και του Al Arabya. Συναφώς, ο αναιρεσείων επισημαίνει ότι ο ιστότοπος του The Syria Report αναφέρεται σε θυγατρική της Aman Holding, και όχι στην προσωπική εμπλοκή του ιδίου σε συναλλαγές με το ΙΚΙΛ. Το δε δημοσιευθέν στον ιστότοπο του Reuters άρθρο αναφέρεται στις εταιρίες Aman Group ή Aman Holding, και όχι στον ίδιο ούτε στο ΙΚΙΛ. Τέλος, οι ιστότοποι του Arab News και του Al Arabya δεν αναφέρουν το ΙΚΙΛ, αλλά μόνον την ASM International General Trading.

33      Επομένως, κατά τον αναιρεσείοντα, το Γενικό Δικαστήριο υποπίπτει σε αντιφάσεις δεδομένου, αφενός, ότι, στη σκέψη 137 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως δέχθηκε ότι ο αναιρεσείων είχε μεταβιβάσει τις μετοχές της Aman Holding που του ανήκαν πριν από την έκδοση των επίδικων πράξεων και ότι, κατόπιν της μεταβίβασης, δεν κατείχε πλέον θέση ευθύνης στην εταιρία αυτή. Αφετέρου, το Γενικό Δικαστήριο έκανε δεκτό ότι, σε σχέση με τις πράξεις αυτές, το Συμβούλιο δεν μπορούσε να επικαλεστεί τη συμμετοχή του αναιρεσείοντος στην Aman Holding προκειμένου να διαπιστώσει την ύπαρξη συνδέσμου μεταξύ του ιδίου και του αδελφού του, Samer Foz. Επομένως, με τη σκέψη 137 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως αναιρείται το περιεχόμενο του άρθρου του ιστοτόπου του The Syria Report, το οποίο, ως μη επικαιροποιημένο, δεν είναι έγκυρο. Το ίδιο ισχύει και για το άρθρο στον ιστότοπο του Reuters.

34      Ο αναιρεσείων υποστηρίζει ότι το Γενικό Δικαστήριο αντιφάσκει επίσης στο μέτρο που, καίτοι δέχθηκε ότι η ASM International General Trading είχε λυθεί, εντούτοις έκρινε, στη σκέψη 155 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, ότι, όσον αφορά τις πράξεις περί διατηρήσεως του 2020 και τις επίδικες πράξεις, οι επιχειρηματικοί δεσμοί μεταξύ του ιδίου και του αδελφού του, Samer Foz, εντός της ASM International General Trading δεν ήταν αρκούντως τεκμηριωμένοι. Επομένως, ούτε τα αποδεικτικά στοιχεία που προέρχονταν από τους ιστοτόπους του Arab News και του Al Arabya είναι επικαιροποιημένα.

35      Κατά τον αναιρεσείοντα, κρίνοντας ότι τα αποδεικτικά στοιχεία που προέρχονταν από τους ανωτέρω τέσσερις ιστοτόπους ήταν ικανά να τεκμηριώσουν τη διαπίστωση περί ύπαρξης συνδέσμου μεταξύ του ιδίου και του αδελφού του, Samer Foz, στο πλαίσιο συναλλαγών με το ΙΚΙΛ, παρόλο που τα εν λόγω αποδεικτικά στοιχεία δεν αποδείκνυαν την ύπαρξη συνδέσμου μεταξύ τους, το Γενικό Δικαστήριο επέδειξε ασυνέπεια στη διαμόρφωση της συλλογιστικής του και παραμόρφωσε τα πραγματικά περιστατικά. Ως εκ τούτου, το σύνολο των προαναφερθέντων αποδεικτικών στοιχείων πρέπει να απαλειφθεί από τη δέσμη ενδείξεων τις οποίες έλαβε υπόψη το Γενικό Δικαστήριο.

36      Κατά το Συμβούλιο, ο πρώτος, ο δεύτερος, ο τρίτος και ο τέταρτος λόγος αναιρέσεως είναι αβάσιμοι.

–       Εκτίμηση του Δικαστηρίου

37      Κατά πάγια νομολογία, στο πλαίσιο αναιρέσεως, το Δικαστήριο δεν είναι αρμόδιο να εξακριβώνει τα πραγματικά περιστατικά ούτε, κατ’ αρχήν, να εξετάζει τα αποδεικτικά στοιχεία που το Γενικό Δικαστήριο έλαβε υπόψη σε σχέση με τα περιστατικά αυτά. Πράγματι, εφόσον η προσκόμιση των αποδεικτικών στοιχείων ήταν νομότυπη και τηρήθηκαν οι γενικές αρχές του δικαίου και οι δικονομικοί κανόνες που διέπουν τη διεξαγωγή των αποδείξεων και το βάρος αποδείξεως, το Γενικό Δικαστήριο είναι το μόνο αρμόδιο να εκτιμήσει την αξία που πρέπει να δοθεί στα στοιχεία τα οποία του έχουν υποβληθεί, υπό την επιφύλαξη της περιπτώσεως παραμορφώσεώς τους (πρβλ. απόφαση της 1ης Οκτωβρίου 2020, Cham Holding κατά Συμβουλίου, C‑261/19 P, EU:C:2020:781, σκέψη 66 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

38      Τέτοιου είδους παραμόρφωση υπάρχει όταν, χωρίς να εξεταστούν νέα αποδεικτικά στοιχεία, προκύπτει ότι η εκτίμηση των προσκομισθέντων αποδεικτικών στοιχείων είναι προδήλως εσφαλμένη. Ωστόσο, η παραμόρφωση αυτή πρέπει να προκύπτει προδήλως από τα στοιχεία της δικογραφίας, χωρίς να χρειάζεται να πραγματοποιηθεί νέα εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών και των αποδεικτικών στοιχείων. Εξάλλου, ο αναιρεσείων ο οποίος προβάλλει παραμόρφωση αποδεικτικών στοιχείων υποχρεούται να προσδιορίσει επακριβώς τα στοιχεία που, κατ’ αυτόν, παραμόρφωσε το Γενικό Δικαστήριο και να καταδείξει τα σφάλματα ανάλυσης τα οποία, κατά την εκτίμησή του, οδήγησαν το Γενικό Δικαστήριο στην παραμόρφωση αυτή (απόφαση της 29ης Νοεμβρίου 2018, Bank Tejarat κατά Συμβουλίου, C‑248/17 P, EU:C:2018:967, σκέψη 44 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

39      Στην υπό κρίση υπόθεση, όσον αφορά το απόσπασμα της δημοσιευθείσας στον ιστότοπο του Pro-justice έκθεσης, το οποίο φέρεται να παραμόρφωσε το Γενικό Δικαστήριο σύμφωνα με τον πρώτο λόγο αναιρέσεως, είναι ακριβές ότι, στη σκέψη 162 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, το Γενικό Δικαστήριο δεν παρέθεσε κατά γράμμα το εν λόγω απόσπασμα, αλλά παρέθεσε συνοπτικά το περιεχόμενό του, χρησιμοποιώντας μια πιο κατηγορηματική διατύπωση, χωρίς τον όρο «κατηγορούνται» και το επίρρημα «δήθεν» τα οποία περιέχονταν στην έκθεση αυτή. Εντούτοις, η εκτίμηση του εν λόγω αποδεικτικού στοιχείου εκ μέρους του Γενικού Δικαστηρίου δεν φαίνεται να είναι προδήλως εσφαλμένη, αφού από την έκθεση αυτή συνάγεται ότι ένας κατονομαζόμενος ηγέτης του ΙΚΙΛ επιβεβαίωσε ότι ο αναιρεσείων και ο αδελφός του, Samer Foz, συμμετείχαν σε διάφορες εμπορικές δραστηριότητες με το ΙΚΙΛ εξ ονόματος του συριακού καθεστώτος. Επιπλέον, μολονότι ο αναιρεσείων προβάλλει ότι ο υπερσύνδεσμος URL που περιλαμβάνεται στην οικεία υποσημείωση δεν είναι πια ενεργός, δεν προκύπτει από τη σκέψη 162 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως ότι το Γενικό Δικαστήριο στήριξε την εκτίμησή του στην πηγή αυτή. Εν πάση περιπτώσει, από το μοναδικό έγγραφο που προσκόμισε ο αναιρεσείων δεν μπορεί να συναχθεί με ασφάλεια ότι ο υπερσύνδεσμος αυτός δεν ήταν ενεργός σε προγενέστερο χρόνο, ιδίως κατά το χρονικό σημείο που το Γενικό Δικαστήριο έλαβε υπόψη την εν λόγω έκθεση.

40      Επιπλέον, στη σκέψη 111 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, κατά της οποίας δεν βάλλει η υπό κρίση αίτηση αναιρέσεως, το Γενικό Δικαστήριο έκρινε ότι η δημοσιευθείσα στον ιστότοπο του Pro-justice έκθεση συνιστούσε ένα εύλογο και αξιόπιστο αποδεικτικό στοιχείο. Επομένως, στο μέτρο που ο αναιρεσείων προβάλλει ότι η εν λόγω έκθεση στερούνταν ακρίβειας, το επιχείρημα αυτό πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμο.

41      Όσον αφορά τον δεύτερο, τον τρίτο και τον τέταρτο λόγο αναιρέσεως, με τους οποίους προβάλλεται ότι το Γενικό Δικαστήριο παραμόρφωσε τα αποδεικτικά στοιχεία που αντλήθηκαν από τους ιστοτόπους του The Syria Report, του Reuters καθώς και του Arab News και του Al Arabya, περί των οποίων γίνεται επίσης λόγος στη σκέψη 162 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, ο αναιρεσείων δεν προσδιορίζει με ακρίβεια σε τι συνίσταται η προβαλλόμενη παραμόρφωση, αλλά απλώς υποστηρίζει ότι τα στοιχεία αυτά δεν ήταν ικανά ούτε να αποδείξουν ούτε να τεκμηριώσουν τη διαπίστωση περί ύπαρξης επιχειρηματικού συνδέσμου μεταξύ του ιδίου και του αδελφού του, Samer Foz, αφ’ ης στιγμής δεν αναφέρονταν στον ίδιο προσωπικά ούτε αναφέρονταν –ορισμένα εξ αυτών– στο ΙΚΙΛ αλλά σε εταιρίες, ήτοι στην Aman Group, στην Aman Holding και σε μία από τις θυγατρικές της, καθώς και στην ASM International General Trading.

42      Πλην όμως, στο μέτρο που, κατά τον αναιρεσείοντα, τα αποδεικτικά αυτά στοιχεία ήταν μη επικαιροποιημένα ή παρωχημένα, δεδομένου ότι ο ίδιος είχε μεταβιβάσει στις 7 Οκτωβρίου 2020 τις μετοχές στην Aman Holding που του ανήκαν και ότι η ASM International General Trading είχε τεθεί υπό εκκαθάριση στις 25 Φεβρουαρίου 2020, διαπιστώσεις στις οποίες προέβη το Γενικό Δικαστήριο στις σκέψεις 133 και 149 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, φαίνεται ότι ο αναιρεσείων είχε υποβάλει το εν λόγω επιχείρημα στην κρίση του Γενικού Δικαστηρίου, όπως προκύπτει από τις σκέψεις 103 έως 112 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως.

43      Ομοίως, ο αναιρεσείων είχε υποστηρίξει ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου ότι πολλά από τα άρθρα που προέρχονταν από τους εν λόγω ιστοτόπους δεν περιείχαν μνεία του ονόματός του, όπως προκύπτει από τις σκέψεις 98 έως 102 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως.

44      Το Γενικό Δικαστήριο έκρινε, ωστόσο, στις σκέψεις 98 έως 112 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, κατά των οποίων δεν βάλλει η υπό κρίση αίτηση αναιρέσεως, ότι επρόκειτο για αξιόπιστα και κρίσιμα αποδεικτικά στοιχεία, όπως ακριβώς και τα στοιχεία από τον ιστότοπο του Pro‑justice.

45      Από το σύνολο των ανωτέρω στοιχείων προκύπτει ότι, με την επιχειρηματολογία αυτή καθώς και με εκείνη που αναπτύχθηκε κατά τα λοιπά προς στήριξη του πρώτου λόγου αναιρέσεως, ο αναιρεσείων φαίνεται να επιδιώκει μια νέα εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών και των αποδεικτικών στοιχείων εκ μέρους του Δικαστηρίου, η οποία δεν εμπίπτει στο πεδίο των αναιρετικών αρμοδιοτήτων του σύμφωνα με την υπομνησθείσα στη σκέψη 37 της παρούσας αποφάσεως νομολογία. Στο μέτρο αυτό, η επιχειρηματολογία αυτή είναι απαράδεκτη.

46      Τέλος, το επιχείρημα περί αντιφάσεως μεταξύ του σκεπτικού του Γενικού Δικαστηρίου που εκτίθεται, αφενός, στις σκέψεις 137 και 155 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως και, αφετέρου, στις σκέψεις 162 έως 164 της αποφάσεως αυτής στηρίζεται σε εσφαλμένη ερμηνεία της εν λόγω αποφάσεως. Πράγματι, όπως ορθώς υποστηρίζει το Συμβούλιο, τα συμπεράσματα τα οποία άντλησε το Γενικό Δικαστήριο στις τελευταίες ως άνω σκέψεις δεν στηρίζονται στην προσωπική εμπλοκή του αναιρεσείοντος στις εταιρίες αυτές σε συγκεκριμένη ημερομηνία, αντιθέτως προς όσα εκθέτει το Γενικό Δικαστήριο στις σκέψεις 137, 144 και 155 της ίδιας αποφάσεως. Εξάλλου, ιδίως από τις σκέψεις 129, 143, 145 και 146 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, κατά των οποίων δεν βάλλει η υπό κρίση αίτηση αναιρέσεως, προκύπτει ότι ο αναιρεσείων συμμετείχε ενεργά στις εταιρίες αυτές μαζί με τον αδελφό του, Samer Foz, ήδη πριν από την προαναφερθείσα μεταβίβαση και εκκαθάριση. Επομένως, το επιχείρημα αυτό πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμο.

47      Συνεπώς, ο πρώτος, ο δεύτερος, ο τρίτος και ο τέταρτος λόγος αναιρέσεως πρέπει να απορριφθούν ως εν μέρει απαράδεκτοι και εν μέρει αβάσιμοι.

 Επί του πέμπτου λόγου αναιρέσεως

–       Η επιχειρηματολογία των διαδίκων

48      Με τον πέμπτο λόγο αναιρέσεως, ο αναιρεσείων προβάλλει ότι το Γενικό Δικαστήριο προέβη σε εσφαλμένη εφαρμογή της νομολογίας που απορρέει από τις αποφάσεις της 21ης Απριλίου 2015, Anbouba κατά Συμβουλίου (C‑605/13 P, EU:C:2015:248) και Anbouba κατά Συμβουλίου (C‑630/13 P, EU:C:2015:247), καθόσον, στη σκέψη 164 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, έκρινε ότι το Συμβούλιο είχε τεκμηριώσει επαρκώς κατά νόμον την ύπαρξη συνδέσμου μεταξύ του ιδίου και του αδελφού του, Samer Foz, λόγω των διαφόρων δραστηριοτήτων στις οποίες συμμετείχαν με το ΙΚΙΛ εξ ονόματος του συριακού καθεστώτος και ότι, ως εκ τούτου, πληρούνταν η σχετική με την ύπαρξη δέσμης αρκούντως συγκεκριμένων, σαφών και συγκλινουσών ενδείξεων απαίτηση κατά την έννοια της νομολογίας. Κατά τον αναιρεσείοντα, στο μέτρο που εμφιλοχώρησε παραμόρφωση του συνόλου των αποδεικτικών στοιχείων που προέρχονταν από τους ιστοτόπους του Pro-justice και του The Syria Report, από το δημοσιευθέν στον ιστότοπο του Reuters άρθρο και, όσον αφορά την ASM International General Trading LLC, από τους ιστοτόπους του Arab News και του Al Arabya, η δέσμη ενδείξεων που έλαβε υπόψη το Γενικό Δικαστήριο κατέστη κενή περιεχομένου.

49      Το Συμβούλιο υποστηρίζει ότι ο πέμπτος λόγος αναιρέσεως είναι αβάσιμος.

–       Εκτίμηση του Δικαστηρίου

50      Στην προκειμένη περίπτωση, η επιχειρηματολογία την οποία ανέπτυξε ο αναιρεσείων προς στήριξη του πέμπτου λόγου αναιρέσεως προϋποθέτει την εκτίμηση ότι, όπως είχε ήδη προβάλει προς στήριξη του πρώτου, του δευτέρου, του τρίτου και του τετάρτου λόγου αναιρέσεως, το Γενικό Δικαστήριο παραμόρφωσε τα αποδεικτικά στοιχεία που προέρχονταν από τους παρατιθέμενους στη σκέψη 162 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως ιστοτόπους, τα οποία οδήγησαν το Γενικό Δικαστήριο στο να επιβεβαιώσει, στη σκέψη 164 της εν λόγω αποφάσεως, ότι, ως προς το τμήμα των λόγων των επίδικων πράξεων που αφορά την ύπαρξη συνδέσμου μεταξύ του αναιρεσείοντος και του αδελφού του, Samer Foz, λόγω των διαφόρων δραστηριοτήτων στις οποίες συμμετείχαν με το ΙΚΙΛ εξ ονόματος του συριακού καθεστώτος, το Συμβούλιο είχε προσκομίσει δέσμη αρκούντως συγκεκριμένων, σαφών και συγκλινουσών ενδείξεων κατά την έννοια της νομολογίας που απορρέει από τις αποφάσεις της 21ης Απριλίου 2015, Anbouba κατά Συμβουλίου (C‑605/13 P, EU:C:2015:248) και Anbouba κατά Συμβουλίου (C‑630/13 P, EU:C:2015:247), νομολογία που υπομνήσθηκε στη σκέψη 158 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως.

51      Αφ’ ης στιγμής, όμως, από την απάντηση που δόθηκε στον πρώτο, στον δεύτερο, στον τρίτο και στον τέταρτο λόγο αναιρέσεως, απάντηση η οποία εκτίθεται στη σκέψη 47 της παρούσας αποφάσεως, προκύπτει ότι εις μάτην ο αναιρεσείων προέβαλε τον ισχυρισμό περί παραμόρφωσης στην αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, ο πέμπτος λόγος αναιρέσεως πρέπει να απορριφθεί ως αλυσιτελής.

 Επί του ογδόου λόγου αναιρέσεως

–       Η επιχειρηματολογία των διαδίκων

52      Με τον όγδοο λόγο αναιρέσεως, ο αναιρεσείων υποστηρίζει ότι το Γενικό Δικαστήριο προέβη σε εσφαλμένη εφαρμογή των κανόνων που διέπουν το βάρος αποδείξεως στο μέτρο που έκρινε, στη σκέψη 163 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, ότι το –δήθεν αβάσιμο– επιχείρημά του, το οποίο έγκειτο στο ότι οι κατηγορίες αυτές απέρρεαν από «αυθαίρετες» και, κατά το Γενικό Δικαστήριο, «αβάσιμες» αιτιάσεις, δεν μπορούσε να κλονίσει τον ισχυρισμό περί της συμμετοχής του σε διάφορες δραστηριότητες μαζί με το ΙΚΙΛ και τον αδελφό του, Samer Foz, εξ ονόματος του συριακού καθεστώτος. Συναφώς, ο αναιρεσείων ανέκαθεν αρνούνταν οποιαδήποτε σχέση με το ΙΚΙΛ, η δε απαίτηση να αποδείξει το αντίθετο θα ισοδυναμούσε με απαίτηση αποδείξεως αρνητικού γεγονότος και, συνεπώς, με «probatio diabolica». Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του αναιρεσείοντος, δυνάμει της νομολογίας του Δικαστηρίου, το Συμβούλιο φέρει το βάρος αποδείξεως και, όπως απεδείχθη προηγουμένως, τα αποδεικτικά στοιχεία που εισέφερε δεν ήταν ικανοποιητικά και κατέστησαν αντικείμενο παραμόρφωσης εκ μέρους του Γενικού Δικαστηρίου.

53      Το Συμβούλιο υποστηρίζει ότι ο όγδοος λόγος αναιρέσεως είναι αβάσιμος.

–       Εκτίμηση του Δικαστηρίου

54      Με τον όγδοο λόγο αναιρέσεως, ο αναιρεσείων προβάλλει, κατ’ ουσίαν, ότι, στη σκέψη 163 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, το Γενικό Δικαστήριο παρέβη τους κανόνες που διέπουν το βάρος αποδείξεως καθόσον έκρινε ότι το επιχείρημα που προέβαλε ο αναιρεσείων χωρίς να το τεκμηριώσει, ότι οι κατηγορίες αυτές απέρρεαν από αβάσιμες αιτιάσεις, δεν κλόνιζε το συμπέρασμα στο οποίο είχε καταλήξει και το οποίο συνίστατο στη διαπίστωση ότι το τμήμα των λόγων του 2021 που αφορά τις διάφορες δραστηριότητες στις οποίες συμμετείχε ο αναιρεσείων και ο αδελφός του, Samer Foz, μαζί με το ΙΚΙΛ, εξ ονόματος του συριακού καθεστώτος, ήταν αρκούντως τεκμηριωμένο.

55      Πλην όμως, από την εκτίμηση αυτή του Γενικού Δικαστηρίου δεν προκύπτει ότι το Γενικό Δικαστήριο παρέβη τους κανόνες που διέπουν το βάρος αποδείξεως.

56      Συναφώς, επισημαίνεται, αφενός, ότι η κρίση αυτή βασίζεται στην κυριαρχική εκτίμηση, εκ μέρους του Γενικού Δικαστηρίου, των αποδεικτικών στοιχείων που προσκόμισε το Συμβούλιο, περί των οποίων έγινε λόγος στη σκέψη 162 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως και τα οποία, εν αντιθέσει προς την προκείμενη στην οποία στηρίζει ο αναιρεσείων την επιχειρηματολογία του και όπως προκύπτει από τις σκέψεις 39 έως 47 της παρούσας αποφάσεως, το Γενικό Δικαστήριο δεν παραμόρφωσε, σύμφωνα με τη σχετική διαπίστωση του Δικαστηρίου. Αφετέρου, το Γενικό Δικαστήριο φαίνεται να εξέτασε την κρισιμότητα και την αξιοπιστία των αποδεικτικών στοιχείων που είχε προσκομίσει το Συμβούλιο όχι μόνο στις σκέψεις 98 έως 112 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, αλλά και υπό το πρίσμα των προϋποθέσεων που τίθενται στο άρθρο 27, παράγραφος 3, και στο άρθρο 28, παράγραφος 3, της αποφάσεως 2013/255, όπως τροποποιήθηκε με την απόφαση 2015/1836, στις σκέψεις 170 έως 176 της εν λόγω αποφάσεως, η δε υπό κρίση αίτηση αναιρέσεως δεν βάλλει κατά των διαφόρων αυτών σκέψεων.

57      Τέλος, ο αναιρεσείων δεν αναφέρει ότι προσκόμισε αποδεικτικά στοιχεία τα οποία το Γενικό Δικαστήριο παρέλειψε να εξετάσει.

58      Συνεπώς, υπό τον μανδύα ενός λόγου αναιρέσεως με τον οποίο προβάλλεται παράβαση των κανόνων που διέπουν το βάρος αποδείξεως, ο αναιρεσείων ζητεί στην πραγματικότητα από το Δικαστήριο να υποκαταστήσει την εκτίμηση των αποδεικτικών στοιχείων και της αξίας τους στην οποία προέβη το Γενικό Δικαστήριο, όπερ δεν εμπίπτει στο πεδίο των αναιρετικών αρμοδιοτήτων του σύμφωνα με την υπομνησθείσα στη σκέψη 37 της παρούσας αποφάσεως νομολογία.

59      Λαμβανομένων υπόψη των προεκτεθέντων, ο όγδοος λόγος αναιρέσεως πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτος.

 Επί του εβδόμου λόγου ακυρώσεως

–       Η επιχειρηματολογία των διαδίκων

60      Με τον έβδομο λόγο αναιρέσεως, ο αναιρεσείων προβάλλει ότι, στη σκέψη 167 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, το Γενικό Δικαστήριο παραμόρφωσε τα πραγματικά περιστατικά όσον αφορά την απουσία συνδέσμου μεταξύ του ιδίου και του αδελφού του, Samer Foz, καθόσον έκρινε ότι ο αναιρεσείων δεν υποστήριζε με τα δικόγραφά του ότι είχε διακόψει τις σχέσεις του με τον Samer Foz ή ότι είχε απομακρυνθεί από αυτόν. O αναιρεσείων, όμως, διατείνεται ότι είχε πολλάκις δηλώσει με τα δικόγραφά του ότι δεν διατηρούσε πλέον καμία εμπορική ή επαγγελματική σχέση με τον αδελφό του, Samer Foz, ιδίως δε στα σημεία 92 έως 99 του υπομνήματος απαντήσεώς του ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου, όπου επισήμανε μεταξύ άλλων ότι κατά τον χρόνο κατάθεσης της πρωτοδίκως ασκηθείσας προσφυγής του δεν συνδεόταν με τον αδελφό του, Samer Foz, στο πλαίσιο επιχείρησης, εταιρίας, συνεργασίας ή έργου.

61      Κατά το Συμβούλιο, ο έβδομος λόγος αναιρέσεως είναι αβάσιμος.

–       Εκτίμηση του Δικαστηρίου

62      Με τον έβδομο λόγο αναιρέσεως, ο αναιρεσείων προσάπτει στο Γενικό Δικαστήριο ότι παραμόρφωσε τις δηλώσεις στις οποίες προέβη με τα δικόγραφά του καθόσον έκρινε, στη σκέψη 167 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, ότι ο ίδιος δεν υποστήριζε ότι είχε διακόψει τις σχέσεις του με τον Samer Foz ή ότι είχε απομακρυνθεί από αυτόν, μολονότι είχε επακριβώς αναφέρει σε αυτά ότι δεν διατηρούσε πλέον καμία εμπορική σχέση μαζί του.

63      Ωστόσο, οι περιεχόμενες στην πρώτη περίοδο της σκέψης 167 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως εκτιμήσεις συνιστούν έναν μόνον από τους λόγους για τους οποίους το Γενικό Δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι υφίστατο σύνδεσμος με πρόσωπο στο οποίο έχουν επιβληθεί περιοριστικά μέτρα, συμπέρασμα που εδράζεται κατά βάση στους εκτιθέμενους στις σκέψεις 165 και 166 της εν λόγω αποφάσεως λόγους περί διαπίστωσης της υπάρξεως επιχειρηματικών δεσμών μεταξύ του αναιρεσείοντος και του αδελφού του, Samer Foz, τόσο στο παρόν όσο και στο παρελθόν. Πλην όμως, οι λόγοι αυτοί είτε δεν προσβάλλονται με την αίτηση αναιρέσεως είτε, στο μέτρο που στηρίζονται στις σκέψεις 162 έως 164 της εν λόγω αποφάσεως, επικρίθηκαν ανεπιτυχώς στο πλαίσιο του πρώτου, του δευτέρου, του τρίτου, του τετάρτου, του πέμπτου και του ογδόου λόγου αναιρέσεως, όπως προκύπτει από τις σκέψεις 47, 51 και 59 της παρούσας αποφάσεως.

64      Δοθέντος ότι οι λόγοι αυτοί στηρίζουν επαρκώς κατά νόμον το συμπέρασμα στο οποίο καταλήγει το Γενικό Δικαστήριο στη δεύτερη περίοδο της σκέψης 167 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, ακόμη και αν ήθελε υποτεθεί αποδεδειγμένη η προβαλλόμενη από τον αναιρεσείοντα παραμόρφωση, δεν θα μπορούσε να επιφέρει την αναίρεση της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως. Επομένως, ο έβδομος λόγος αναιρέσεως πρέπει να απορριφθεί ως αλυσιτελής.

65      Δεδομένου ότι κανένας από τους λόγους αναιρέσεως δεν έγινε δεκτός, η αίτηση αναιρέσεως πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της.

 Επί των δικαστικών εξόδων

66      Κατά το άρθρο 138, παράγραφος 1, του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου, το οποίο εφαρμόζεται στην αναιρετική διαδικασία δυνάμει του άρθρου 184, παράγραφος 1, του Κανονισμού Διαδικασίας, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα, εφόσον υπάρχει σχετικό αίτημα του νικήσαντος διαδίκου.

67      Δεδομένου ότι ο αναιρεσείων ηττήθηκε, πρέπει να καταδικασθεί στα δικαστικά έξοδα, σύμφωνα με το σχετικό αίτημα του Συμβουλίου.

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (έκτο τμήμα) αποφασίζει:

1)      Απορρίπτει την αίτηση αναιρέσεως.

2)      Ο Amer Foz φέρει, πέραν των δικαστικών εξόδων του, τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκε το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

(υπογραφές)


*      Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική.