Language of document : ECLI:EU:T:2007:214

Υπόθεση T-150/04

Mülhens GmbH & Co. KG

κατά

Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ)

«Κοινοτικό σήμα – Διαδικασία ανακοπής – Αίτηση καταχωρίσεως ως κοινοτικού του εικονιστικού σήματος TOSCA BLU – Προγενέστερο λεκτικό εθνικό σήμα TOSCA – Σχετικοί λόγοι απαραδέκτου – Παγκοίνως γνωστό σήμα κατά την έννοια του άρθρου 6α της Συμβάσεως των Παρισίων – Άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού (ΕΚ) 40/94 – Άρθρο 8, παράγραφος 5, του κανονισμού 40/94»

Περίληψη της αποφάσεως

1.      Κοινοτικό σήμα – Ορισμός και κτήση του κοινοτικού σήματος – Σχετικοί λόγοι απαραδέκτου – Ανακοπή από τον δικαιούχο προγενέστερου πανομοιότυπου ή παρόμοιου σήματος που έχει καταχωρισθεί για πανομοιότυπα ή παρόμοια προϊόντα ή υπηρεσίες

2.      Κοινοτικό σήμα – Ορισμός και κτήση του κοινοτικού σήματος – Σχετικοί λόγοι απαραδέκτου – Ανακοπή από τον δικαιούχο προγενέστερου πανομοιότυπου ή παρόμοιου σήματος που έχει καταχωρισθεί για πανομοιότυπα ή παρόμοια προϊόντα ή υπηρεσίες

(Κανονισμός 40/94 του Συμβουλίου, άρθρο 8 § 1, στοιχείο β΄)

3.      Κοινοτικό σήμα – Ορισμός και κτήση του κοινοτικού σήματος – Σχετικοί λόγοι απαραδέκτου – Ανακοπή από τον δικαιούχο προγενέστερου πανομοιότυπου ή παρόμοιου σήματος παγκοίνως γνωστού σε ένα κράτος μέλος

(Κανονισμός 40/94 του Συμβουλίου, άρθρο 8 § 1, στοιχείο β΄)

4.      Κοινοτικό σήμα – Ορισμός και κτήση του κοινοτικού σήματος – Σχετικοί λόγοι απαραδέκτου – Ανακοπή από τον δικαιούχο προγενέστερου πανομοιότυπου ή παρόμοιου σήματος που απολαύει φήμης

(Κανονισμός 40/94 του Συμβουλίου, άρθρο 8 § 5)

1.      Όπως προκύπτει από το άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού 40/94 για το κοινοτικό σήμα, ο κίνδυνος συγχύσεως μεταξύ δύο ομοίων ή παρεμφερών σημάτων μπορεί να γίνει δεκτός μόνον εντός των ορίων της αρχής της ειδικότητας, ήτοι οσάκις τα επίμαχα προϊόντα ή οι υπηρεσίες είναι, κατά την αντίληψη του ενδιαφερόμενου κοινού, ταυτόσημα ή παρεμφερή, και τούτο, ανεξάρτητα από τον διακριτικό χαρακτήρα του οποίου απολαύει το προγενέστερο σήμα λόγω της γνώσεως που μπορεί να έχει συναφώς το οικείο κοινό.

(βλ. σκέψη 34)

2.      Για την εκτίμηση της ομοιότητας μεταξύ των επίμαχων προϊόντων ή υπηρεσιών, κατά την έννοια του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού 40/94 για το κοινοτικό σήμα, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη όλοι οι ασκούντες επιρροή παράγοντες οι οποίοι χαρακτηρίζουν τη σχέση μεταξύ των προϊόντων ή των υπηρεσιών αυτών, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται ειδικότερα, η φύση, ο προορισμός, η χρήση, καθώς και ο ανταγωνιστικός ή συμπληρωματικός χαρακτήρας αυτών.

Τα προϊόντα αρωματοποιίας δεν μπορούν να θεωρηθούν ως παρεμφερή με τα δερμάτινα προϊόντα που εμπίπτουν στην κλάση 18, κατά την έννοια του Διακανονισμού της Νίκαιας, ούτε με τα είδη ενδύσεως που εμπίπτουν στην κλάση 25 του εν λόγω Διακανονισμού. Πράγματι, τα προϊόντα αρωματοποιίας και τα δερμάτινα προϊόντα διαφέρουν προδήλως υπό το πρίσμα τόσο της φύσεως όσο και του προορισμού και της χρήσεώς τους. Εξάλλου, κανένα στοιχείο δεν επιτρέπει να θεωρηθεί ότι αυτά είναι ανταγωνιστικά ή λειτουργικώς συμπληρωματικά.

Δεν μπορεί να αποκλείεται ότι, ιδίως στους τομείς της μόδας και των προϊόντων που προορίζονται για την περιποίηση της εξωτερικής εμφανίσεως, πέραν μιας λειτουργικής αλληλοσυμπληρώσεως, και μια από αισθητική άποψη συμπληρωματικότητα προκύπτει ενδεχομένως, κατά την αντίληψη του ενδιαφερόμενου κοινού, μεταξύ προϊόντων των οποίων η φύση, ο προορισμός και η χρήση διαφέρουν.

Πάντως, μια τέτοια αισθητικής φύσεως αλληλοσυμπλήρωση, η οποία πρέπει να αποτελεί πραγματική αισθητική ανάγκη, υπό την έννοια ότι ένα προϊόν είναι απαραίτητο ή σημαντικό για τη χρήση του άλλου, οι δε καταναλωτές να θεωρούν σύνηθες και κανονικό να χρησιμοποιούν από κοινού τα εν λόγω προϊόντα, δεν αρκεί προκειμένου να συναχθεί το συμπέρασμα της μεταξύ τους ομοιότητας κατά την έννοια του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού 40/94. Ακόμη, προς τούτο, απαιτείται οι καταναλωτές να θεωρούν ως τρέχον ότι τα προϊόντα διατίθενται στο εμπόριο υπό το αυτό σήμα, γεγονός που συνεπάγεται, συνήθως, ότι οι αντίστοιχοι παραγωγοί ή διανομείς των εν λόγω προϊόντων είναι κατά μέγα μέρος ίδιοι.

Το γεγονός ότι το κοινό είναι εθισμένο στο ότι είδη του τομέα της μόδας διατίθενται στο εμπόριο υπό σήματα αρωμάτων δεν μπορεί να οδηγήσει στο συμπέρασμα ότι αποδεικνύεται η ύπαρξη σχέσεως αισθητικής αλληλοσυμπληρώσεως μεταξύ των προϊόντων αρωματοποιίας, αφενός, και των δερμάτινων προϊόντων και των ενδυμάτων, αφετέρου, υπό την έννοια ότι τα μεν είναι απαραίτητα ή σημαντικά για τη χρησιμοποίηση των δε και οι καταναλωτές θεωρούν σύνηθες και κανονικό να χρησιμοποιούν από κοινού τα εν λόγω προϊόντα.

(βλ. σκέψεις 29, 31-32, 35-38)

3.      Δεν υφίσταται κίνδυνος συγχύσεως μεταξύ του εικονικού σημείου TOSCA BLU, του οποίου ζητείται η καταχώριση ως κοινοτικού σήματος για δερμάτινα προϊόντα και είδη ενδύσεως που εμπίπτουν στις κλάσεις 18 και 25 του Διακανονισμού της Νίκαιας, και του λεκτικού σημείου TOSCA, μη καταχωρισμένου σήματος, το οποίο υποτίθεται ότι είναι παγκοίνως γνωστό στη Γερμανία για τα ακόλουθα προϊόντα: «άρωμα, eau de toilette, κολόνια, λοσιόν για το σώμα, σαπούνια καλλωπισμού, γέλη καταιονισμού κ.λπ.», εφόσον τα προϊόντα αρωματοποιίας δεν μπορούν να θεωρηθούν ως παρεμφερή με τα δερμάτινα προϊόντα που εμπίπτουν στην κλάση 18 και με τα είδη ενδύσεως που εμπίπτουν στην κλάση 25.

(βλ. σκέψεις 31-32)

4.      Όπως προκύπτει από το γράμμα του άρθρου 8, παράγραφος 5, του κανονισμού 40/94 για το κοινοτικό σήμα, το οποίο κάνει χρήση των όρων «για τα οποία έχει καταχωριστεί το προγενέστερο σήμα», η ανωτέρω διάταξη έχει εφαρμογή επί των, κατά την έννοια του άρθρου 8, παράγραφος 2, του κανονισμού, προγενέστερων σημάτων μόνο στον βαθμό κατά τον οποίο έχουν αποτελέσει αντικείμενο καταχωρίσεως.

Επομένως, σε αντίθεση προς το άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού 40/94, το οποίο επιτρέπει τις έναντι πανομοιότυπων ή παρεμφερών υπηρεσιών ανακοπές λόγω σημάτων για τα οποία ουδεμία απόδειξη περί καταχωρίσεως προσκομίζεται, τα οποία, όμως, είναι παγκοίνως γνωστά κατά την έννοια του άρθρου 6α της Συμβάσεως των Παρισίων, το άρθρο 8, παράγραφος 5, του κανονισμού 40/94 προστατεύει, σε σχέση με μη παρεμφερή προϊόντα ή υπηρεσίες, μόνο τα κατά την έννοια του άρθρου 6α της εν λόγω Συμβάσεως παγκοίνως γνωστά σήματα για τα οποία προσκομίζεται απόδειξη περί καταχωρίσεως.

Ο αποκλεισμός από το πεδίο εφαρμογής του άρθρου 8, παράγραφος 5, του κανονισμού 40/94 των παγκοίνως γνωστών σημάτων, για τα οποία δεν προσκομίζεται απόδειξη περί καταχωρίσεώς τους, συμφωνεί με το άρθρο 6α της Συμβάσεως των Παρισίων, το οποίο δεν προβλέπει καμία προστασία έναντι των μη παρεμφερών προϊόντων, αφ’ ης στιγμής τυγχάνει εφαρμογής μόνον εντός των ορίων της αρχής της ειδικότητας.

(βλ. σκέψεις 55-57)