Language of document :

Προσωρινό κείμενο

ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ

LAILA MEDINA

της 18ης Απριλίου 2024 (1)

Υπόθεση C-760/22

FP,

QV,

IN,

YL,

VD,

JF,

OL

παριστάμενης της:

Sofiyska gradska prokuratura

[αίτηση του Sofiyski gradski sad (πλημμελειοδικείου Σόφιας, Βουλγαρία)
για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως]

«Προδικαστική απόφαση – Δικαστική συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις – Χάρτης Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Άρθρα 47 και 48 – Οδηγία (ΕΕ) 2016/343 – Δικαίωμα παράστασης του κατηγορουμένου στη δίκη του στο πλαίσιο ποινικής διαδικασίας – Εξ αποστάσεως συμμετοχή στη δίκη μέσω εικονοδιάσκεψης κατά τη διάρκεια της πανδημίας COVID-19 – Υποχρέωση παράστασης στη δίκη»






I.      Εισαγωγή

1.        Η ψηφιοποίηση του δικαστικού συστήματος έχει σημαντικές επιπτώσεις για τα θεμελιώδη δικονομικά δικαιώματα στην ποινική διαδικασία, ιδίως για το δικαίωμα παράστασης του κατηγορουμένου στη δίκη του και τον σεβασμό των δικαιωμάτων υπεράσπισης. Τα κράτη μέλη και οι χώρες σε όλο τον κόσμο, προκειμένου να διασφαλιστεί η συνέχεια απονομής της δικαιοσύνης κατά τη διάρκεια της πανδημίας COVID-19 και το δημόσιο συμφέρον της προστασίας της δημόσιας υγείας, εισήγαγαν στα συστήματά τους τη χρήση της εικονοδιάσκεψης στην ποινική διαδικασία ή αύξησαν και γενίκευσαν τη χρήση της (2). Η αναζωπύρωση των προκλήσεων που αφορούν τον «εξ αποστάσεως κατηγορούμενο» (3) εγείρει ευαίσθητα ζητήματα σχετικά με την κατάλληλη στάθμιση μεταξύ της άσκησης των θεμελιωδών δικονομικών δικαιωμάτων στην ποινική διαδικασία και της χρήσης ψηφιακών μέσων για την αποτελεσματική απονομή της δικαιοσύνης.

2.        Στο δίκαιο της Ένωσης, το άρθρο 8, παράγραφος 1, της οδηγίας (ΕΕ) 2016/343 (4) ορίζει το δικονομικό δικαίωμα των υπόπτων και κατηγορουμένων να παρίστανται στη δίκη τους, το οποίο αποτελεί ουσιώδες στοιχείο του θεμελιώδους δικαιώματος σε δίκαιη δίκη που κατοχυρώνεται στα άρθρα 47 και 48 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: Χάρτης). Στην υπόθεση της κύριας δίκης τίθεται το ζήτημα κατά πόσον η εν λόγω διάταξη αντιτίθεται σε απόφαση ποινικού δικαστηρίου με την οποία παρέχεται η δυνατότητα σε κατηγορούμενο να συμμετάσχει στη δίκη μέσω εικονοδιάσκεψης παρά την έλλειψη ρητώς προβλεπόμενης στο εθνικό δίκαιο νομικής βάσης για τα εν λόγω μέσα συμμετοχής. Ως εκ τούτου, παρέχει στο Δικαστήριο την ευκαιρία να ερμηνεύσει για πρώτη φορά το δικαίωμα παράστασης του κατηγορουμένoυ στη δίκη του στο πλαίσιο της χρήσης εικονοδιάσκεψης ή άλλων τεχνολογιών εξ αποστάσεως επικοινωνίας.

II.    Το νομικό πλαίσιο

 Το δίκαιο της Ένωσης

 Οδηγία 2016/343

3.        Οι αιτιολογικές σκέψεις 9, 33, 35 και 48 της οδηγίας 2016/343 έχουν ως εξής:

«(9)      Σκοπός της παρούσας οδηγίας είναι να ενισχυθεί το δικαίωμα σε δίκαιη δίκη στο πλαίσιο ποινικών διαδικασιών, με τη θέσπιση κοινών ελάχιστων κανόνων για ορισμένες πτυχές του τεκμηρίου αθωότητας και του δικαιώματος παράστασης του κατηγορουμένου στη δίκη.

[…]

(33)      Το δικαίωμα σε δίκαιη δίκη αποτελεί μια από τις βασικές αρχές σε μια δημοκρατική κοινωνία. Το δικαίωμα των υπόπτων και των κατηγορουμένων να παρίστανται στη δίκη τους βασίζεται σε αυτό το δικαίωμα και θα πρέπει να κατοχυρώνεται σε όλη την Ένωση.

[…]

(35)            Το δικαίωμα παράστασης των υπόπτων και των κατηγορουμένων στη δίκη τους δεν είναι απόλυτο. Υπό ορισμένες προϋποθέσεις οι ύποπτοι και οι κατηγορούμενοι θα πρέπει να μπορούν, ρητώς ή σιωπηρώς αλλά κατά τρόπο μη επιδεχόμενο αμφισβήτηση, να παραιτηθούν από το δικαίωμα αυτό.

[...]

(48)      Δεδομένου ότι η οδηγία ορίζει ελάχιστους κανόνες, τα κράτη μέλη μπορούν να διευρύνουν τα δικαιώματα που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία με σκοπό την παροχή μεγαλύτερης προστασίας. Το επίπεδο προστασίας που παρέχουν τα κράτη μέλη δεν θα πρέπει ποτέ να υπολείπεται των προτύπων του Χάρτη ή της [Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την Προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών (στο εξής: ΕΣΔΑ)], όπως αυτά έχουν ερμηνευτεί από τη νομολογία του Δικαστηρίου και του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου».

4.        Το άρθρο 1 της οδηγίας 2016/343, με τίτλο «Αντικείμενο», ορίζει τα εξής:

«Η παρούσα οδηγία θεσπίζει κοινούς ελάχιστους κανόνες σχετικά με:

[...]

β)      το δικαίωμα παράστασης του κατηγορουμένου στη δίκη του κατά την ποινική διαδικασία».

5.        Το άρθρο 8 της εν λόγω οδηγίας, το οποίο φέρει τον τίτλο «Δικαίωμα παράστασης του κατηγορουμένου στη δίκη του», προβλέπει στις παραγράφους 1 και 2 τα ακόλουθα:

«1.      Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι ύποπτοι και οι κατηγορούμενοι έχουν το δικαίωμα παράστασης στη δίκη τους.

2.      Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν ότι μια δίκη που μπορεί να οδηγήσει σε απόφαση για την ενοχή ή την αθωότητα του υπόπτου ή κατηγορουμένου μπορεί να διεξαχθεί ερήμην αυτού, υπό τον όρο ότι:

α)      ο ύποπτος ή κατηγορούμενος έχει ενημερωθεί εγκαίρως σχετικά με τη δίκη και τις συνέπειες της μη παράστασης· ή

β)      ο ύποπτος ή κατηγορούμενος, αφού ενημερώθηκε για τη δίκη, εκπροσωπείται από εξουσιοδοτημένο δικηγόρο ο οποίος διορίστηκε είτε από τον ύποπτο ή κατηγορούμενο είτε από το κράτος».

 Το βουλγαρικό δίκαιο

6.        Το άρθρο 6а, παράγραφος 2, του Zakon za merkite i deystviyata po vreme na izvanrednoto polozhenie, obyaveno s reshenie na Narodnoto sabranie ot 13.03.2020 i za preodolyavane na posleditsite (νόμου για τα μέτρα και τις ενέργειες κατά τη διάρκεια της κατάστασης εκτάκτου ανάγκης που κηρύχθηκε με απόφαση της Εθνοσυνέλευσης της 13ης Μαρτίου 2020 και για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων· στο εξής: νόμος για τα μέτρα κατά τη διάρκεια της κατάστασης εκτάκτου ανάγκης), που ίσχυε έως την 31η Μαΐου 2022, προέβλεπε τα εξής:

«Κατά τη διάρκεια της κατάστασης εκτάκτου ανάγκης ή της κατάστασης ανάγκης λόγω της επιδημικής κρίσης καθώς και δύο μήνες μετά την άρση αυτών, οι δημόσιες συνεδριάσεις των δικαστηρίων […] μπορούν να διεξάγονται εξ αποστάσεως, εφόσον εξασφαλίζεται η απευθείας συμμετοχή των διαδίκων στη δίκη ή στη διαδικασία μέσω διαδικτυακής εικονοδιάσκεψης. Για τις διεξαχθείσες συνεδριάσεις των δικαστηρίων τηρούνται πρακτικά τα οποία πρέπει να δημοσιεύονται χωρίς καθυστέρηση, η δε καταγραφή της ακροαματικής διαδικασίας αποθηκεύεται μέχρι την παρέλευση της προθεσμίας για τη διόρθωση και συμπλήρωση των πρακτικών, εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά σε διάταξη του δικονομικού δικαίου. Το δικαστήριο […] ειδοποιεί τους διαδίκους στις περιπτώσεις κατά τις οποίες προβλέπεται διεξαγωγή της ακροαματικής διαδικασίας εξ αποστάσεως.»

7.        Το άρθρο 55 του Nakazatelno-protsesualen kodeks (κώδικα ποινικής δικονομίας· στο εξής: NPK) ορίζει τα εξής:

«Ο κατηγορούμενος έχει τα ακόλουθα δικαιώματα: […] να συμμετέχει στην ποινική διαδικασία».

8.        Το άρθρο 269 του NPK ορίζει τα εξής:

«(1)      Στις ποινικές υποθέσεις στις οποίες ο κατηγορούμενος κατηγορείται για σοβαρό ποινικό αδίκημα, η παρουσία του στη δίκη είναι υποχρεωτική.

(2)      Το δικαστήριο μπορεί να διατάξει την εμφάνιση του κατηγορουμένου και σε υποθέσεις στις οποίες η παρουσία του δεν είναι υποχρεωτική εφόσον αυτό είναι αναγκαίο για τη διαπίστωση της αντικειμενικής αλήθειας.

(3)      Αν δεν εμποδίζεται η εξακρίβωση της αντικειμενικής αλήθειας, η υπόθεση μπορεί να εκδικαστεί ερήμην του κατηγορουμένου στις ακόλουθες περιπτώσεις:

1.      ο κατηγορούμενος δεν εντοπίζεται στη διεύθυνση που έχει δηλώσει ή μετέβαλε τη διεύθυνσή του χωρίς να ενημερώσει την αρμόδια αρχή·

2.      ο τόπος διαμονής του κατηγορουμένου στη Βουλγαρία είναι άγνωστος και δεν κατέστη δυνατό να εξακριβωθεί κατόπιν ενδελεχούς έρευνας·

3.      ο κατηγορούμενος, μολονότι κλητεύθηκε νομότυπα, δεν έχει αναφέρει αποχρώντες λόγους που να δικαιολογούν τη μη εμφάνισή του και έχει τηρηθεί η διαδικασία του άρθρου 247c, παράγραφος 1, του NPK·

4.      ο κατηγορούμενος βρίσκεται εκτός της Δημοκρατίας της Βουλγαρίας και:

a)      είναι αγνώστου διαμονής·

b)      δεν μπορεί να κλητευθεί για άλλους λόγους·

c)      έχει κλητευθεί νομότυπα και δεν έχει αναφέρει αποχρώντες λόγους που να δικαιολογούν τη μη εμφάνισή του.»

9.        Το άρθρο 115, παράγραφος 2, του NPK ορίζει τα εξής:

«Ο κατηγορούμενος δεν επιτρέπεται να εξετάζεται από εντεταλμένο δικαστή ή μέσω εικονοδιάσκεψης, εκτός εάν ευρίσκεται στην αλλοδαπή και δεν παρεμποδίζεται η διαπίστωση της αντικειμενικής αλήθειας.»

10.      Το άρθρο 474, παράγραφος 1, του NPK ορίζει τα εξής:

«Η δικαστική αρχή άλλου κράτους μπορεί να διεξαγάγει μέσω εικονοδιάσκεψης ή ηχοδιάσκεψης την εξέταση προσώπου σε ποινική διαδικασία το οποίο είναι μάρτυρας ή εμπειρογνώμων και διαμένει στη Δημοκρατία της Βουλγαρίας, καθώς και εξέταση με συμμετοχή του κατηγορουμένου, μόνον εφόσον τούτο δεν αντίκειται στις θεμελιώδεις αρχές της βουλγαρικής νομοθεσίας. Η διά εικονοδιάσκεψης εξέταση με τη συμμετοχή κατηγορουμένου μπορεί να λάβει χώρα μόνο με τη συγκατάθεση του τελευταίου και αφού έχουν συμφωνηθεί μεταξύ των εμπλεκόμενων βουλγαρικών δικαστικών αρχών και εκείνων του άλλου κράτους οι λεπτομέρειες για την πραγματοποίηση της εικονοδιάσκεψης.»

III. Συνοπτική έκθεση των πραγματικών περιστατικών και της πορείας της διαδικασίας

11.      Ο FP διώκεται για συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση με σκοπό το περιουσιακό όφελος και τη συντονισμένη διάπραξη φορολογικών εγκλημάτων δυνάμει του άρθρου 255 του Nakazatelen kodeks (ποινικού κώδικα, στο εξής: NK). Η εν λόγω πράξη συνιστά σοβαρό αδίκημα βάσει του NK.

12.      Ο FP διόρισε πληρεξούσιο συνήγορο υπεράσπισης από την έναρξη της διαδικασίας.

13.      Με απόφαση που εκδόθηκε την 11η Απριλίου 2019 από το πρώην Spetsializiran nakazatelen sad (ποινικό δικαστήριο ειδικών αρμοδιοτήτων, Βουλγαρία) ο FP κρίθηκε ένοχος και καταδικάστηκε σε φυλάκιση έξι μηνών με τριετή αναστολή. Η απόφαση αυτή εξαφανίστηκε κατόπιν άσκησης έφεσης. Η υπόθεση αναπέμφθηκε σε άλλο τμήμα του πρωτοβάθμιου πρώην Spetsializiran nakazatelen sad (ποινικού δικαστηρίου ειδικών αρμοδιοτήτων), ήτοι στο αιτούν δικαστήριο Sofiyski gradski sad (πλημμελειοδικείο Σόφιας, Βουλγαρία), για να εκδικαστεί εκ νέου. Η εκ νέου η εκδίκαση της υπόθεσης άρχισε στις 30 Ιουνίου 2021.

14.      Στη δημόσια προκαταρκτική συνεδρίαση της 12ης Οκτωβρίου 2021, ο FP ζήτησε να συμμετάσχει στη διαδικασία εξ αποστάσεως με διαδικτυακή σύνδεση μετάδοσης εικόνας και ήχου, διότι διέμενε και εργαζόταν στο Ηνωμένο Βασίλειο. Δήλωσε ότι είχε λάβει γνώση όλων των εγγράφων της δικογραφίας και ότι δεν προσβάλλονται τα δικαιώματά του λόγω της συμμετοχής του με εξ αποστάσεως μέσα.

15.      Ο δικηγόρος του FP είχε φυσική παρουσία στη δικαστική αίθουσα και δήλωσε ότι τυχόν νέο υλικό μπορούσε να διαβιβαστεί στον FP ηλεκτρονικά προκειμένου να ελεγχθεί εγκαίρως από αυτόν. Ο δικηγόρος του FP δήλωσε επίσης ότι οι διαβουλεύσεις μεταξύ του ιδίου και του εντολέα του μπορούν να πραγματοποιούνται μέσω ξεχωριστής σύνδεσης, δηλαδή με τη διακοπή της μετάδοσης της εικόνας του κατηγορουμένου και εκτός της δικαστικής αίθουσας.

16.      Το αιτούν δικαστήριο επέτρεψε στον FP να συμμετάσχει εξ αποστάσεως στη δημόσια συνεδρίαση της 12ης Οκτωβρίου 2021 βάσει του άρθρου 6a, παράγραφος 2, του νόμου για τα μέτρα κατά τη διάρκεια της κατάστασης εκτάκτου ανάγκης, τηρουμένων των εγγυήσεων και των όρων που έθεσε το δικαστήριο. O FP συμμετείχε μέσω εικονοδιάσκεψης στις επόμενες συνεδριάσεις, με εξαίρεση εκείνη της 28ης Φεβρουαρίου 2022, στην οποία είχε φυσική παρουσία.

17.      Κατά την προγραμματισμένη συνεδρίαση της 13ης Ιουνίου 2022, ο FP δήλωσε ότι επιθυμεί να συνεχιστεί η εξ αποστάσεως συμμετοχή του στη διαδικασία. Ωστόσο, το αιτούν δικαστήριο είχε αμφιβολίες κατά πόσον εξακολουθούσε να υφίσταται αυτή η δικονομική δυνατότητα σύμφωνα με το βουλγαρικό δίκαιο, δεδομένου ότι το άρθρο 6a, παράγραφος 2, του νόμου για τα μέτρα κατά τη διάρκεια της κατάστασης εκτάκτου ανάγκης, είχε παύσει να ισχύει από τις 31 Μαΐου 2022. Το αιτούν δικαστήριο σημειώνει ότι o NPK δεν προβλέπει τη δυνατότητα των κατηγορουμένων να συμμετέχουν μέσω εικονοδιάσκεψης στη δικαστική διαδικασία εκτός από ορισμένες ειδικές περιπτώσεις καμία εκ των οποίων δεν ισχύει εν προκειμένω. Ωστόσο, κατά το αιτούν δικαστήριο, η βουλγαρική νομοθεσία δεν απαγορεύει ρητά τη χρήση εικονοδιάσκεψης.

18.      Ελλείψει ρητώς προβλεπόμενου νομικού ερείσματος, ο συνήγορος του FP ζήτησε να αντιμετωπιστεί ο εντολέας του ως απών κατηγορούμενος και να συμμετάσχει στη συνεδρίαση εξ αποστάσεως.

19.      Το αιτούν δικαστήριο δεν έκανε δεκτό το αίτημα να αντιμετωπιστεί ο FP ως απών. Έκρινε ότι παρά το γεγονός ότι ο FP δεν έχει φυσική παρουσία στη δικαστική αίθουσα μπορούσε να συμμετάσχει ουσιαστικά στη δίκη.

20.      Το αιτούν δικαστήριο, ελλείψει προβλεπόμενου από το εθνικό δίκαιο νομικού ερείσματος το οποίο να παρέχει τη δυνατότητα εικονοδιάσκεψης, έκρινε αναγκαίο να εξακριβώσει εάν συνάδει με την οδηγία 2016/343 η παροχή της ευχέρειας στον κατηγορούμενο να εκπληρώσει την υποχρέωσή του για παράσταση στην ποινική διαδικασία με όποιον τρόπο επιθυμεί. Συναφώς, το αιτούν δικαστήριο έχει αμφιβολίες ως προς το αν ο FP θα πρέπει να αντιμετωπιστεί ως παρών εφόσον δεν έχουν προσβληθεί τα δικαιώματά του και έχουν ληφθεί όλα τα μέτρα ώστε να μην υπάρχει ουσιαστική διαφορά μεταξύ της φυσικής του παρουσίας στη δικαστική αίθουσα και της συμμετοχής του στη διαδικασία με χρήση διαδικτυακής σύνδεσης.

21.      Λαμβανομένων υπόψη των προεκτεθέντων, το Sofiyski gradski sad (πλημμελειοδικείο Σόφιας) αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο το ακόλουθο προδικαστικό ερώτημα:

«Προσβάλλεται το δικαίωμα του κατηγορουμένου για παράσταση στη δίκη σύμφωνα με το άρθρο 8, [παράγραφος] 1, σε συνδυασμό με τις αιτιολογικές σκέψεις 33 και 44 της οδηγίας 2016/343, εάν ο κατηγορούμενος, κατόπιν ρητού αιτήματός του, συμμετέχει μέσω διαδικτυακής σύνδεσης στις συνεδριάσεις του δικαστηρίου οι οποίες διεξάγονται στο πλαίσιο της ποινικής υπόθεσης, εφόσον τον υπερασπίζεται εξουσιοδοτημένος από τον ίδιο δικηγόρος ο οποίος παρίσταται στην αίθουσα του δικαστηρίου και εφόσον η διαδικτυακή σύνδεση του παρέχει τη δυνατότητα να παρακολουθεί την πορεία της διαδικασίας, να προτείνει αποδεικτικά μέσα και να λαμβάνει γνώση αποδεικτικών μέσων, η ακρόασή του είναι δυνατή χωρίς να παρεμβάλλονται τεχνικά εμπόδια και του διασφαλίζεται αποτελεσματική και εμπιστευτική επικοινωνία με τον δικηγόρο του;»

22.      Γραπτές παρατηρήσεις υπέβαλαν o FP, η Ουγγρική και η Λεττονική Κυβέρνηση, καθώς και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

IV.    Εκτίμηση

Α.      Η αναδιατύπωση του προδικαστικού ερωτήματος

23.      Κατά πάγια νομολογία, στο πλαίσιο της διαδικασίας συνεργασίας μεταξύ των εθνικών δικαστηρίων και του Δικαστηρίου την οποία θεσπίζει το άρθρο 267 ΣΛΕΕ, στο Δικαστήριο απόκειται να δώσει στο εθνικό δικαστήριο χρήσιμη απάντηση που να του παρέχει τη δυνατότητα να επιλύσει τη διαφορά της οποίας έχει επιληφθεί. Υπό το πρίσμα αυτό, το Δικαστήριο μπορεί να αναδιατυπώσει, εφόσον είναι αναγκαίο, τα προδικαστικά ερωτήματα που του έχουν υποβληθεί (5).

24.      Στην υπό κρίση υπόθεση, το ερώτημα του αιτούντος δικαστηρίου προκύπτει από το γεγονός ότι ο NPK ορίζει ότι η παρουσία του κατηγορουμένου στη δίκη είναι υποχρεωτική όταν το εν λόγω πρόσωπο κατηγορείται για σοβαρό ποινικό αδίκημα, χωρίς να προβλέπει τη δυνατότητα συμμετοχής με εικονοδιάσκεψη στις οικείες διαδικασίες. Από τη διάταξη περί παραπομπής προκύπτει ότι σε ορισμένες περιστάσεις είναι δυνατή η διαδικτυακή συμμετοχή, συγκεκριμένα στο στάδιο της προδικασίας και σε άλλες ειδικές διαδικασίες. Ωστόσο, οι περιστάσεις αυτές δεν συντρέχουν στην υπόθεση της κύριας δίκης (6).

25.      Στον FP, κατηγορούμενο της κύριας δίκης, δόθηκε η δυνατότητα να συμμετάσχει εξ αποστάσεως στη δίκη μέχρι ένα ορισμένο στάδιο της διαδικασίας, ενόσω ίσχυε ο νόμος για τα μέτρα κατά τη διάρκεια της κατάστασης εκτάκτου ανάγκης. Αφού έπαυσε να ισχύει ο εν λόγω νόμος και ελλείψει άλλης νομικής διάταξης που να προβλέπει διαδικτυακή συμμετοχή στην ακροαματική διαδικασία, ο FP ζήτησε να συνεχίσει να συμμετέχει στη δίκη εξ αποστάσεως και, παράλληλα, να αντιμετωπιστεί ως απών. Το αιτούν δικαστήριο δεν έκανε δεκτό το ανωτέρω αίτημα, διότι έκρινε ότι η αντιμετώπιση του FP ως απόντος δεν ανταποκρίνεται στην πραγματική συμμετοχή του στη διαδικασία. Το αιτούν δικαστήριο έκρινε ότι θα μπορούσε να παράσχει στον FP την ευχέρεια να εκπληρώσει την υποχρέωσή του για συμμετοχή στην ποινική διαδικασία (όπως ορίζεται στο άρθρο 269, παράγραφος 1, του NPK) με όποιον τρόπο επιθυμεί και να παράσχει στο εν λόγω πρόσωπο τη δυνατότητα διαδικτυακής συμμετοχής υπό τον όρο ότι το ίδιο διασφαλίζει την πλήρη συμμετοχή του κατηγορουμένου στη διαδικασία. Ωστόσο, διατηρεί αμφιβολίες ως προς το κατά πόσον η απόφαση αυτή συνάδει με το άρθρο 8, παράγραφος 1, της οδηγίας 2016/343.

26.      Υπό το πρίσμα των ανωτέρω, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινιστεί εάν το άρθρο 8, παράγραφος 1, της οδηγίας 2016/343 έχει την έννοια ότι απαγορεύει στο ποινικό δικαστήριο να παράσχει στον κατηγορούμενο, ο οποίος υποχρεούται να παραστεί στη δίκη σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, τη δυνατότητα συμμετοχής μέσω εικονοδιάσκεψης στη διαδικασία, παρά την έλλειψη ρητής διάταξης στο εθνικό δίκαιο η οποία προβλέπει τη συμμετοχή με αυτόν τον τρόπο.

Β.      Γενικές αρχές σχετικά με το δικαίωμα παράστασης του κατηγορουμένου στη δίκη του

27.      Το άρθρο 8, παράγραφος 1, της οδηγίας 2016/343 προβλέπει ότι τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι ύποπτοι και οι κατηγορούμενοι έχουν το δικαίωμα παράστασης στη δίκη τους.

28.      Οι γενικές αρχές που σχετίζονται με την άσκηση του δικαιώματος παράστασης του κατηγορουμένου στη δίκη του έχουν τεθεί από τη νομολογία του Δικαστηρίου με βάση τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.

29.      Το Δικαστήριο έχει ειδικότερα επισημάνει ότι, κατά την αιτιολογική σκέψη 47 της οδηγίας 2016/343, η οδηγία συνάδει με τα θεμελιώδη δικαιώματα και τις αρχές που αναγνωρίζονται από τον Χάρτη και την ΕΣΔΑ, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος σε δίκαιη δίκη, του τεκμηρίου αθωότητας και των δικαιωμάτων υπεράσπισης (7).

30.      Όπως προκύπτει από την αιτιολογική σκέψη 33 της εν λόγω οδηγίας, το δικαίωμα των υπόπτων και των κατηγορουμένων να παρίστανται στη δίκη τους βασίζεται στο δικαίωμα σε δίκαιη δίκη, το οποίο κατοχυρώνεται στο άρθρο 6 της ΕΣΔΑ και στο οποίο αντιστοιχούν, όπως διευκρινίζεται στις επεξηγήσεις σχετικά με τον Χάρτη, το άρθρο 47, δεύτερο και τρίτο εδάφιο, καθώς και το άρθρο 48 του Χάρτη. Το Δικαστήριο οφείλει, επομένως, να ερμηνεύει τις τελευταίες αυτές διατάξεις κατά τέτοιο τρόπο ώστε να διασφαλίζεται ένα επίπεδο προστασίας σύμφωνο με εκείνο που κατοχυρώνεται στο άρθρο 6 της ΕΣΔΑ, όπως η εν λόγω διάταξη ερμηνεύεται από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (8).

31.      Από τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου προκύπτει ότι η παράσταση του κατηγορουμένου στη δίκη του έχει κεφαλαιώδη σημασία προς το συμφέρον μιας δίκαιης ποινικής δίκης, η δε υποχρέωση εξασφάλισης στον κατηγορούμενο του δικαιώματος να είναι παρών στην αίθουσα του δικαστηρίου όπου συζητείται η υπόθεσή του αποτελεί, συναφώς, ένα από τα ουσιώδη στοιχεία του άρθρου 6 της ΕΣΔΑ (9).

32.      Περαιτέρω, κατά τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, μολονότι το άρθρο 6, παράγραφος 3, στοιχείο γʹ, της ΕΣΔΑ παρέχει σε κάθε κατηγορούμενο για ποινικό αδίκημα το δικαίωμα «να υπερασπιστεί ο ίδιος τον εαυτό του ή να αναθέσει την υπεράσπισή του σε συνήγορο [...]», εντούτοις, δεν προσδιορίζει τον τρόπο άσκησης του δικαιώματος αυτού. Ως εκ τούτου, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου επανέλαβε ότι η ΕΣΔΑ «παρέχει στα συμβαλλόμενα κράτη τη δυνατότητα να επιλέγουν τα μέσα που διασφαλίζουν ότι [το εν λόγω δικαίωμα] κατοχυρώνεται στα δικαστικά τους συστήματα, ενώ το Δικαστήριο έχει απλώς την υποχρέωση να εξακριβώσει αν η μέθοδος που επέλεξαν συνάδει με τις επιταγές της δίκαιης δίκης» (10).

33.      Συναφώς, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου έχει τονίσει ότι, όσον αφορά τα δικαιώματα υπεράσπισης τα οποία εγγυάται, μεταξύ άλλων, το άρθρο 6, παράγραφος 3, στοιχείο γʹ, της ΕΣΔΑ, η παροχή στον κατηγορούμενο της δυνατότητας να μετέχει στην επ’ ακροατηρίου συζήτηση προϋποθέτει το δικαίωμά του να συμμετέχει ουσιαστικά στη δίκη του (11). Γενικά, τούτο περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, όχι μόνο το δικαίωμά του να είναι παρών, αλλά και να ακούει και να παρακολουθεί τη διαδικασία (12).

34.      Με βάση τις ανωτέρω σκέψεις, το Δικαστήριο έχει κρίνει ότι πρέπει να διασφαλίζεται ότι το δικαίωμα παράστασης του κατηγορουμένου στη δίκη του, το οποίο κατοχυρώνεται στο άρθρο 8, παράγραφος 1, της οδηγίας 2016/343, μπορεί να ασκηθεί, κατά το επ’ ακροατηρίου στάδιο της ποινικής διαδικασίας, κατά τρόπο σύμφωνο προς τις απαιτήσεις της δίκαιης δίκης. Συνακόλουθα, το δικαίωμα αυτό δεν εγγυάται απλώς και μόνον την παρουσία του κατηγορουμένου στην ακροαματική διαδικασία που διεξάγεται στο πλαίσιο της δίκης εις βάρος του, αλλά επιβάλλει επίσης να είναι ο κατηγορούμενος σε θέση να συμμετάσχει ουσιαστικά στη δίκη αυτήν και να ασκήσει, προς τούτο, τα δικαιώματα υπεράσπισής του (13).

Γ.      Η χρήση της εικονοδιάσκεψης στην ποινική διαδικασία κατά τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου

35.      Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου έχει εξετάσει ορισμένα ζητήματα σχετικά με τη διεξαγωγή επ’ ακροατηρίου συζητήσεων μέσω εικονοδιάσκεψης υπό το πρίσμα του δικαιώματος σε δίκαιη δίκη δυνάμει του άρθρου 6 της ΕΣΔΑ. Η νομολογία του παρέχει, συναφώς, ορισμένες κατευθυντήριες αρχές (14).

36.      Η βασική απόφαση με την οποία το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου επιχείρησε να θεσπίσει αρχές για τη διεξαγωγή διαδικτυακής ακροαματικής διαδικασίας είναι η απόφαση Marcello Viola κατά Ιταλίας (15).  Η εν λόγω υπόθεση αφορούσε την εικαζόμενη παράβαση του άρθρου 6 της ΕΣΔΑ σε σχέση με τη χρήση εικονοδιάσκεψης σε ποινική διαδικασία, όπως προβλέπεται από την ιταλική νομοθεσία. Η νομοθεσία αυτή θεσπίστηκε στο πλαίσιο της καταπολέμησης των εγκλημάτων της μαφίας. Παρέσχε τη δυνατότητα σε ποινικό δικαστήριο να διατάξει την εξ αποστάσεως συμμετοχή του κατηγορουμένου στην ακροαματική διαδικασία σε περίοδο κατά την οποία συνέτρεχαν ορισμένες περιοριστικές συνθήκες οι οποίες προβλέπονται από τη σχετική νομοθεσία.

37.      Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου υπενθυμίζει στην απόφαση αυτή, κατ’ αρχάς, τις βασικές αρχές σε σχέση με τη θεμελιώδη σημασία του κατηγορουμένου να παρίσταται και να συμμετέχει ουσιαστικά στη δίκη του (16).

38.      Όσον αφορά την εφαρμογή των αρχών αυτών στην υπόθεση εκείνη, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου σημείωσε, κατ’ αρχάς, ότι η συμμετοχή μέσω εικονοδιάσκεψης στη διαδικασία προβλεπόταν ρητά στο ιταλικό δίκαιο, το οποίο καθόριζε τις περιπτώσεις στις οποίες μπορεί να χρησιμοποιηθεί η εικονοδιάσκεψη, την αρχή που είναι αρμόδια να διατάξει την εικονοδιάσκεψη και τις τεχνικές ρυθμίσεις για την εγκατάσταση οπτικοακουστικής σύνδεσης. Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου επισήμανε ακόμη ότι το Συνταγματικό Δικαστήριο της Ιταλίας έχει κρίνει ότι η ως άνω ρύθμιση συνάδει με το Σύνταγμα (της Ιταλίας) και την ΕΣΔΑ.

39.      Επιπλέον, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου τόνισε ότι, υπό την προϋπόθεση ότι η χρήση αυτής της μεθόδου δεν απαγορεύεται από το εθνικό δίκαιο και τις διεθνείς πράξεις επί του επίμαχου ζητήματος, επιτρέπεται η λήψη καταθέσεων από μάρτυρες ή πραγματογνώμονες, ενδεχομένως με τη συμμετοχή του κατηγορουμένου. Συναφώς, έκανε μνεία σε πλείονες πράξεις διεθνούς δικαίου εκτός της ΕΣΔΑ (17).

40.      Με βάση τα ανωτέρω, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου έκρινε ότι: «αυτή καθαυτή η συμμετοχή του κατηγορουμένου σε δίκη μέσω εικονοδιάσκεψης δεν αντιβαίνει στην [ΕΣΔΑ]». Ωστόσο, διαπίστωσε ότι απόκειται στο εκάστοτε αρμόδιο δικαστήριο, σε κάθε μεμονωμένη περίπτωση, να διασφαλίσει ότι η χρήση αυτής της ευχέρειας εξυπηρετεί θεμιτό σκοπό και ότι οι όροι διεξαγωγής της εν λόγω διαδικασίας είναι σύμφωνοι με τις επιταγές της δίκαιης δίκης που προβλέπονται από το άρθρο 6 της ΕΣΔΑ (18).

41.      Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου έκρινε ότι στη συγκεκριμένη υπόθεση, η συμμετοχή του προσφεύγοντος μέσω εικονοδιάσκεψης στη συζήτηση της έφεσης επιδίωκε θεμιτούς σκοπούς βάσει της ΕΣΔΑ, ήτοι την αποτροπή διατάραξης της δημόσιας τάξης, την πρόληψη του εγκλήματος, την προστασία μαρτύρων και θυμάτων αδικημάτων σε σχέση με τα δικαιώματα στη ζωή, την ελευθερία και την ασφάλεια, και τη συμμόρφωση με την απαίτηση της «εύλογης διάρκειας» στις δικαστικές διαδικασίες (19). Αφού εξέτασε κατά πόσον οι όροι διεξαγωγής της εν λόγω διαδικασίας διασφαλίζουν τα δικαιώματα υπεράσπισης, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι δεν υφίσταται προσβολή του δικαιώματος σε δίκαιη δίκη.

42.      Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου εφάρμοσε στη μεταγενέστερη νομολογία σχετικά με τη χρήση της εικονοδιάσκεψης σε ποινικές διαδικασίες τις αρχές που είχαν διατυπωθεί στην υπόθεση Marcello Viola, ιδίως υπό το πρίσμα της ουσιαστικής συνδρομής του κατηγορούμενου που παρίσταται μέσω εικονοδιάσκεψης από δικηγόρο (20). Για παράδειγμα, στην απόφαση του τμήματος μείζονος συνθέσεως επί της υπόθεσης Sakhnovskiy κατά Ρωσίας (21), το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου επανέλαβε ότι η εικονοδιάσκεψη ως μορφή συμμετοχής στη διαδικασία δεν αντιβαίνει, αυτή καθαυτή, στην έννοια της δίκαιης δίκης και δημόσιας ακροαματικής διαδικασίας. Ωστόσο, πρέπει να διασφαλίζεται ότι ο κατηγορούμενος είναι σε θέση να παρακολουθεί την εξέλιξη της διαδικασίας και να ακούγεται χωρίς τεχνικά εμπόδια, καθώς και ότι παρέχεται αποτελεσματική και εμπιστευτική επικοινωνία με τον δικηγόρο του (22).

43.      Η υφιστάμενη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου σχετικά με τη χρήση της εικονοδιάσκεψης αφορά κυρίως καταστάσεις στις οποίες η εικονοδιάσκεψη χρησιμοποιείται μάλλον κατ’ εξαίρεση και ο κατηγορούμενος έχει διαμαρτυρηθεί για τη χρήση της εν λόγω μεθόδου συμμετοχής στη διαδικασία. Μέχρι στιγμής, δεν έχει διαπιστωθεί περίσταση κατά την οποία, αντίθετα, ο κατηγορούμενος διαμαρτύρεται ότι η απουσία νομικού πλαισίου που να επιτρέπει την εξ αποστάσεως συμμετοχή στη δίκη ισοδυναμεί με προσβολή του δικαιώματος παράστασης του κατηγορουμένου στη δίκη του (23).

44.      Αξίζει να σημειωθεί ότι στην υπόθεση Dijkhuizen κατά Κάτω Χωρών, ο προσφεύγων ισχυρίστηκε ότι είχε παραβιαστεί το δικαίωμά του σε δίκαιη δίκη επειδή δεν του επέτρεψαν να παραστεί στη δίκη ούτε με φυσική παρουσία ούτε μέσω εικονοδιάσκεψης (24). Στην εν λόγω υπόθεση, ο προσφεύγων είχε τεθεί υπό κράτηση σε τρίτη χώρα η οποία δεν επέτρεπε γενικά την έκδοση σε ξένες αρχές προσώπων που είχαν τεθεί υπό κράτηση ως ύποπτοι για ποινικά αδικήματα στη συγκεκριμένη τρίτη χώρα. Μολονότι το ολλανδικό δίκαιο προέβλεπε τη δυνατότητα συμμετοχής μέσω εικονοδιάσκεψης στη δίκη, ο προσφεύγων αρνήθηκε επανειλημμένα να συμμετάσχει με αυτόν τον τρόπο. Δεν αιτήθηκε τη συμμετοχή του μέσω εικονοδιάσκεψης παρά μόνο σε προχωρημένο στάδιο της διαδικασίας. Στο εν λόγω στάδιο, η εκδίκαση της υπόθεσης έπρεπε να αναβληθεί εκ νέου προκειμένου το εθνικό δικαστήριο να προβεί σε όλες τις απαραίτητες ενέργειες. Ως εκ τούτου, το εθνικό δικαστήριο έκρινε ότι ο κατηγορούμενος είχε παραιτηθεί από το δικαίωμά του να εξεταστεί μέσω εικονοδιάσκεψης (25). Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου διαπίστωσε, λαμβανομένων υπόψη των ειδικών περιστάσεων της υπόθεσης, ότι δεν υφίστατο παράβαση του άρθρου 6.

45.      Ακόμη και αν, λαμβανομένων υπόψη των περιστάσεων της υπόθεσης, δεν υφίστατο προσβολή του δικαιώματος σε δίκαιη δίκη, η απόφαση Dijkhuizen κατά Κάτω Χωρών εξακολουθεί να συνιστά λυσιτελές παράδειγμα στο πλαίσιο της υπό κρίση υπόθεσης. Καταδεικνύει ότι μπορεί να υπάρχουν καταστάσεις στις οποίες ο κατηγορούμενος επιθυμεί να παραστεί μέσω εικονοδιάσκεψης στη δίκη. Η εικονοδιάσκεψη μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως εργαλείο ώστε να διευκολυνθεί η άσκηση του δικαιώματος παράστασης του κατηγορουμένου στη δίκη του σε καταστάσεις στις οποίες είναι αδύνατο ή εξαιρετικά δύσκολο για τον κατηγορούμενο να είναι φυσικά παρών στη δίκη του.

46.      Εκτιμώ ότι είναι επίσης σημαντικό να σημειωθεί ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την αποτελεσματικότητα της δικαιοσύνης (CEPEJ) του Συμβουλίου της Ευρώπης έχει εκδώσει το έγγραφο «Guidelines on videoconferencing in judicial proceedings» (Κατευθυντήριες γραμμές για τη χρήση της εικονοδιάσκεψης σε δικαστικές διαδικασίες, στο εξής: κατευθυντήριες γραμμές της CEPEJ) (26). Οι κατευθυντήριες γραμμές της CEPEJ παρέχουν ένα σύνολο βασικών μέτρων που πρέπει να ακολουθήσουν τα κράτη και τα δικαστήρια για να διασφαλίσουν ότι η χρήση της εικονοδιάσκεψης σε δικαστικές διαδικασίες δεν υπονομεύει το δικαίωμα σε δίκαιη δίκη, όπως κατοχυρώνεται στο άρθρο 6 της ΕΣΔΑ. Οι κατευθυντήριες γραμμές περιέχουν τέσσερις θεμελιώδεις αρχές, ένα σύνολο οδηγιών που ισχύουν για όλες τις δικαστικές διαδικασίες και επικεντρώνονται στις ιδιαιτερότητες της ποινικής διαδικασίας, καθώς και ένα σύνολο οδηγιών για τα οργανωτικά και τεχνικά ζητήματα της εικονοδιάσκεψης.

47.      Οι αρχές που ορίζονται στις κατευθυντήριες γραμμές της CEPEJ υπογραμμίζουν τη σημασία της διαφύλαξης ανά πάσα στιγμή του δικαιώματος σε δίκαιη δίκη, της αρχής της νομιμότητας, του δίκαιου χαρακτήρα της διαδικασίας και των δικαιωμάτων υπεράσπισης. Ειδικότερα, η πρώτη αρχή των κατευθυντήριων γραμμών της CEPEJ προβλέπει ότι όλες οι εγγυήσεις για δίκαιη δίκη βάσει της ΕΣΔΑ ισχύουν για εξ αποστάσεως συζήτηση σε όλες τις δικαστικές διαδικασίες. Σύμφωνα με τη δεύτερη αρχή «τα κράτη θα πρέπει να θεσπίσουν ένα νομικό πλαίσιο που να διασφαλίζει σαφή βάση η οποία παρέχει στα δικαστήρια τη δυνατότητα να διεξάγουν εξ αποστάσεως συζήτηση στο πλαίσιο δικαστικής διαδικασίας». Σύμφωνα με την τρίτη αρχή «απόκειται στο δικαστήριο να αποφασίσει, εντός του ισχύοντος νομικού πλαισίου, αν συγκεκριμένη ακροαματική διαδικασία θα πρέπει να διεξαχθεί εξ αποστάσεως, με σκοπό τη διασφάλιση του συνολικά δίκαιου χαρακτήρα της διαδικασίας». Τέλος, σύμφωνα με την τέταρτη αρχή «το δικαστήριο θα πρέπει να διασφαλίζει το δικαίωμα ενός διαδίκου να λαμβάνει ουσιαστική συνδρομή από δικηγόρο σε όλες τις δικαστικές διαδικασίες, συμπεριλαμβανομένου του απορρήτου των επικοινωνιών τους».

48.      Όσον αφορά συγκεκριμένα τις ποινικές διαδικασίες, οι κατευθυντήριες γραμμές της CEPEJ ορίζουν ότι σε περιπτώσεις όπου «η νομοθεσία δεν απαιτεί την ελεύθερη και εν επιγνώσει συγκατάθεση του κατηγορουμένου, η απόφαση του δικαστηρίου για τη συμμετοχή του στην εξ αποστάσεως συζήτηση θα πρέπει να επιδιώκει θεμιτό σκοπό». Τονίζουν επίσης τη σημασία της διασφάλισης της ουσιαστικής συμμετοχής του κατηγορουμένου και της νομικής εκπροσώπησης.

49.      Από τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και τις κατευθυντήριες γραμμές της CEPEJ προκύπτει ότι η εξ αποστάσεως συμμετοχή στη δίκη μπορεί να συνάδει με την ΕΣΔΑ υπό την προϋπόθεση ότι ισχύουν όλες οι εγγυήσεις για δίκαιη δίκη. Το κατά πόσον συνάδει η εξ αποστάσεως συμμετοχή με το δικαίωμα σε δίκαιη δίκη πρέπει να εξετάζεται σε σχέση με το ισχύον ειδικό νομικό πλαίσιο και τις προϋποθέσεις και ρυθμίσεις που ορίζονται σε αυτό, στις οποίες υπόκειται η χρήση εικονοδιάσκεψης.

Δ.      Η χρήση της εικονοδιάσκεψης σε ποινικές διαδικασίες βάσει της νομοθεσίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης

50.      Η χρήση της εικονοδιάσκεψης σε ποινικές διαδικασίες του εσωτερικού δικαίου δεν είναι εναρμονισμένη σε επίπεδο Ένωσης. Η εναρμόνιση των κανόνων για τη χρήση εικονοδιάσκεψης αφορά μόνο διασυνοριακές καταστάσεις που καλύπτονται από ειδική νομοθεσία της Ένωσης (27). Στο πλαίσιο αυτό, η πιο πρόσφατη εξέλιξη είναι η θέσπιση του κανονισμού(EE) 2023/2844 (28).

51.      Η εφαρμογή του κανονισμού αυτού δεν θίγει τα δικονομικά δικαιώματα που κατοχυρώνονται στον Χάρτη και στο δίκαιο της ΕΕ, όπως στις οδηγίες για τα δικονομικά δικαιώματα, συμπεριλαμβανομένης της οδηγίας 2016/343 και, ειδικότερα, δεν θίγει το δικαίωμα παράστασης του κατηγορουμένου στη δίκη του (29). Επιπλέον, οι κανόνες που προβλέπονται στον εν λόγω κανονισμό σχετικά με τη χρήση βιντεοδιάσκεψης για ακροάσεις στο πλαίσιο δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις δεν εφαρμόζονται στις ακροάσεις μέσω βιντεοδιάσκεψης για τους σκοπούς της διεξαγωγής αποδείξεων ή της διεξαγωγής δίκης που θα μπορούσε να οδηγήσει σε απόφαση για την ενοχή ή την αθωότητα υπόπτου ή κατηγορουμένου (30).

52.      Στον βαθμό που ο κανονισμός 2023/2844 δεν έχει εφαρμογή στην υπόθεση της κύριας δίκης, δεν χρειάζεται να εξεταστούν λεπτομερέστερα οι διατάξεις του. Αρκεί να σημειωθεί ότι οι διατάξεις του αναγνωρίζουν τη σημασία να ζητείται η συγκατάθεση του κατηγορουμένου ή καταδικασθέντος για τη χρήση βιντεοδιάσκεψης στο πλαίσιο ακροάσεως σε διαδικασίες δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις (31). Επιπλέον, οι ιδιαίτερες περιστάσεις της υπόθεσης δικαιολογούν τη χρήση της εν λόγω τεχνολογίας. Ο συγκεκριμένος κανονισμός προβλέπει επίσης ειδική διάταξη για τη συμμόρφωση της τεχνολογίας εξ αποστάσεως επικοινωνίας με τις αρχές για την προστασία των δεδομένων και το υψηλό επίπεδο κυβερνοασφάλειας (32).

Ε.      Κατά πόσον το άρθρο 8, παράγραφος 1, της οδηγίας 2016/343 επιτρέπει τη συμμετοχή στη δίκη μέσω εικονοδιάσκεψης

53.      Στο παρόν μέρος της ανάλυσης θα διερευνηθεί σε βάθος το ζήτημα κατά πόσον τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν ότι το δικαίωμα παράστασης του κατηγορουμένου στη δίκη του, το οποίο κατοχυρώνεται στο άρθρο 8, παράγραφος 1 της οδηγίας 2016/343, μπορεί να ασκηθεί με τη χρήση εικονοδιάσκεψης, ιδίως όταν έχει ζητηθεί ρητά από τον κατηγορούμενο η παράστασή του με αυτόν τον τρόπο και συντρέχουν οι προϋποθέσεις συμμετοχής του.

54.      Κατά την προαναφερθείσα νομολογία (33), το Δικαστήριο οφείλει να ερμηνεύει το άρθρο 8, παράγραφος 1, της οδηγίας 2016/343 κατά τέτοιον τρόπο ώστε να διασφαλίζεται ένα επίπεδο προστασίας σύμφωνο με εκείνο που κατοχυρώνεται στο άρθρο 6 της ΕΣΔΑ, όπως ερμηνεύεται από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.

55.      Από το γράμμα του άρθρου 8, παράγραφος 1, της οδηγίας 2016/343 προκύπτει σαφώς ότι τα κράτη μέλη πρέπει να παρέχουν τη δυνατότητα στους υπόπτους και τους κατηγορουμένους να είναι παρόντες στη δίκη τους (34).

56.      Το Δικαστήριο ερμήνευσε τη διάταξη αυτή στην απόφαση HN (Δίκη κατηγορουμένου ο οποίος έχει απομακρυνθεί από την επικράτεια), στο πλαίσιο διερεύνησης του ζητήματος κατά πόσον τα κράτη μέλη έχουν τη δυνατότητα να προβλέπουν ότι η παρουσία αυτή είναι υποχρεωτική. Συναφώς, το Δικαστήριο έκρινε ότι το άρθρο 8 της οδηγίας 2016/343 απλώς προβλέπει και οριοθετεί το δικαίωμα των υπόπτων και κατηγορουμένων να παρίστανται στη δίκη τους, καθώς και τις εξαιρέσεις από το δικαίωμα αυτό, χωρίς ωστόσο να επιβάλλει ή να απαγορεύει στα κράτη μέλη να θεσπίζουν υποχρέωση κάθε υπόπτου ή κατηγορουμένου να παρίσταται στη δίκη του (35).

57.      Στο ίδιο πλαίσιο, το Δικαστήριο υπενθύμισε ότι από το άρθρο 1 της οδηγίας προκύπτει ότι σκοπός της είναι να θεσπίσει κοινούς ελάχιστους κανόνες σχετικά με ορισμένες πτυχές του δικαιώματος στο τεκμήριο αθωότητας κατά την ποινική διαδικασία και σχετικά με το δικαίωμα παράστασης του κατηγορουμένου στη δίκη του κατά την ποινική διαδικασία και όχι να προβεί σε εξαντλητική εναρμόνιση της ποινικής διαδικασίας (36).

58.      Σύμφωνα με την αιτιολογική σκέψη 10 της οδηγίας 2016/343, αυτή περιορίζεται στη θέσπιση κοινών ελάχιστων κανόνων για την προστασία των δικονομικών δικαιωμάτων των υπόπτων και κατηγορουμένων με σκοπό να ενισχύσει την εμπιστοσύνη των κρατών μελών στα συστήματα απονομής ποινικής δικαιοσύνης των άλλων κρατών μελών και, ως εκ τούτου, να συμβάλει στη διευκόλυνση της αμοιβαίας αναγνώρισης των αποφάσεων σε ποινικές υποθέσεις (37).

59.      Επιπλέον, υπενθυμίζεται ότι η προαναφερθείσα οδηγία, λαμβανομένου υπόψη του ότι επιδιώκει ένα ελάχιστο επίπεδο εναρμόνισης, δεν μπορεί να ερμηνεύεται ως πλήρης και εξαντλητική ρύθμιση (38).

60.      Λαμβανομένων υπόψη της περιορισμένης έκτασης της εναρμόνισης που προβλέπει η εν λόγω οδηγία και του γεγονότος ότι δεν ρυθμίζει το κατά πόσον τα κράτη μέλη μπορούν να απαιτήσουν την παράσταση του υπόπτου ή του κατηγορουμένου στη δίκη του, το Δικαστήριο έκρινε ότι το ζήτημα της υποχρεωτικής παρουσίας εμπίπτει αποκλειστικά στο εθνικό δίκαιο (39).

61.      Αυτή η συλλογιστική μπορεί να εφαρμοστεί κατ’ αναλογίαν όσον αφορά το ζήτημα κατά πόσον τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν ότι το δικαίωμα παράστασης του κατηγορουμένου στη δίκη του μπορεί να ασκείται με χρήση εικονοδιάσκεψης κατόπιν αιτήματος του κατηγορουμένου. Η διάταξη αυτή δεν κάνει μνεία σε τέτοια δυνατότητα και, κατά μείζονα λόγο, δεν διέπει τη διεξαγωγή ποινικής δίκης μέσω εικονοδιάσκεψης. Το άρθρο 8, παράγραφος 1, της οδηγίας 2016/343 αναγνωρίζει την κεφαλαιώδη σημασία της εμφάνισης του κατηγορουμένου στη δίκη του προς διασφάλιση μιας δίκαιης δίκης. Η θεμελιώδης εγγύηση του δικαιώματος παράστασης του κατηγορουμένου στη δίκη του καλύπτει, ως ελάχιστος κανόνας, το δικαίωμα παράστασης με φυσική παρουσία στην αίθουσα του δικαστηρίου. Λόγω της σημασίας της θεμελιώδους εγγύησης που αποδίδεται στη φυσική παρουσία υπόπτων και κατηγορουμένων, το δικαίωμα αυτό δεν μπορεί να αντικατασταθεί ή να υποκατασταθεί από εικονική παρουσία παρά τη βούληση του κατηγορουμένου (40). Επιπροσθέτως, τυχόν περιορισμός του δικαιώματος παράστασης του κατηγορουμένου στη δίκη του πρέπει να επιδιώκει θεμιτό σκοπό και να είναι σύμφωνος με το άρθρο 52 του Χάρτη.

62.      Ωστόσο, όπως ήδη επισημάνθηκε, το άρθρο 8, παράγραφος 1, της οδηγίας 2016/343 θεσπίζει ένα πλαίσιο για το δικαίωμα των υπόπτων και κατηγορουμένων να παρίστανται στη δίκη τους. Δεδομένου ότι δεν διευκρινίζει τον τρόπο με τον οποίο πρέπει να ασκείται το δικαίωμα αυτό, παρέχει στα κράτη μέλη ορισμένο περιθώριο εκτίμησης όσον αφορά την επιλογή των μέσων για τη διαφύλαξη του εν λόγω δικαιώματος στα δικαστικά τους συστήματα, παρέχοντας παράλληλα σε αυτά τη δυνατότητα να προβλέπουν πρόσθετα μέσα με σκοπό την εξασφάλιση της παρουσίας του κατηγορουμένου στη δίκη του. Όπως προκύπτει από την αιτιολογική σκέψη 48 της οδηγίας 2016/343, τα κράτη μέλη μπορούν να διευρύνουν τα δικαιώματα που προβλέπονται στην εν λόγω οδηγία με σκοπό την παροχή μεγαλύτερης προστασίας (41). Η εν λόγω αιτιολογική σκέψη προβλέπει επίσης ότι το επίπεδο προστασίας που παρέχουν τα κράτη μέλη δεν θα πρέπει ποτέ να υπολείπεται των προτύπων του Χάρτη ή της ΕΣΔΑ, όπως αυτά έχουν ερμηνευτεί από τη νομολογία του Δικαστηρίου και του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.

63.      Ως εκ τούτου, το άρθρο 8, παράγραφος 1, της οδηγίας 2016/343 δεν εμποδίζει τα κράτη μέλη να προβλέπουν την άσκηση του δικαιώματος του κατηγορουμένου στη δίκη του μέσω εικονοδιάσκεψης ή άλλης τεχνολογίας εξ αποστάσεως επικοινωνίας κατόπιν ρητού αιτήματος του κατηγορουμένου.

64.      Τούτου λεχθέντος, οι κανόνες που θεσπίζουν τα κράτη μέλη σχετικά με το δικαίωμα άσκησης του δικαιώματος παράστασης του κατηγορουμένου στη δίκη του εξ αποστάσεως, καθόσον παρέχουν στον κατηγορούμενο τη δυνατότητα αυτή, δεν πρέπει να θίγουν τον επιδιωκόμενο από την οδηγία 2016/343 σκοπό (42). Συναφώς, η αιτιολογική σκέψη 9 της εν λόγω οδηγίας προβλέπει ότι σκοπός της οδηγίας είναι να ενισχυθεί το δικαίωμα σε δίκαιη δίκη στο πλαίσιο ποινικών διαδικασιών, με τη θέσπιση κοινών ελάχιστων κανόνων που αφορούν το δικαίωμα παράστασης του κατηγορουμένου στη δίκη. Τα κράτη μέλη πρέπει, επομένως, να διασφαλίζουν ότι το δικαίωμα παράστασης του κατηγορουμένου στη δίκη του, το οποίο κατοχυρώνεται στο άρθρο 8, παράγραφος 1, της οδηγίας 2016/343, μπορεί να ασκηθεί κατά τρόπο σύμφωνο προς τις απαιτήσεις της δίκαιης δίκης, σύμφωνα με το άρθρο 47, δεύτερο και τρίτο εδάφιο, καθώς και το άρθρο 48 του Χάρτη. Ειδικότερα, πρέπει να διασφαλίζεται η ουσιαστική συμμετοχή του προσώπου στη δίκη και η αποτελεσματική άσκηση από αυτό των δικαιωμάτων υπεράσπισης.

65.      Η Λεττονική Κυβέρνηση έκανε συγκεκριμένα μνεία στο παράδειγμα της εθνικής της νομοθεσίας η οποία παρέχει στους κατηγορουμένους τη δυνατότητα να συμμετέχουν στη δίκη μέσω εικονοδιάσκεψης, με την πλήρη και εν επιγνώσει συγκατάθεσή τους, κατά τρόπο που διασφαλίζει το δικαίωμα σε δίκαιη δίκη.

66.      Σε περιπτώσεις στις οποίες το σχετικό εθνικό νομοθετικό πλαίσιο είναι σύμφωνο με τις επιταγές της δίκαιης δίκης και, ως εκ τούτου, ο ύποπτος ή ο κατηγορούμενος ζητά την εφαρμογή της ανωτέρω μεθόδου συμμετοχής και συμμετέχει ουσιαστικά στη δίκη του, δεν μπορεί να γίνει δεκτό ότι το εν λόγω πρόσωπο έχει παραιτηθεί από το δικαίωμά του να παρίσταται στη δίκη του, δικαίωμα το οποίο κατοχυρώνεται στο άρθρο 8, παράγραφος 1, της οδηγίας 2016/343.

67.      Δεδομένου του περιορισμένου πεδίου εφαρμογής της εναρμόνισης της οδηγίας 2016/343 και του περιορισμένου αντικειμένου του ερωτήματος της κύριας δίκης, δεν κρίνεται σκόπιμο να επιχειρηθεί παροχή διεξοδικής καθοδήγησης σχετικά με τις απαιτήσεις της δίκαιης δίκης που διεξάγεται με εξ αποστάσεως παράσταση του κατηγορουμένου. Θα περιοριστώ στην ακόλουθη παρατήρηση. Η χρήση της εικονοδιάσκεψης σε ποινικές διαδικασίες και, γενικότερα, η ψηφιοποίηση της δικαστικής διαδικασίας δεν συνιστά αυτοτελή στόχο αλλά ένα μέσο για την ενίσχυση του δίκαιου χαρακτήρα των ποινικών διαδικασιών (43) ως μέρος μιας «ανθρωποκεντρικής» προσέγγισης της δικαιοσύνης (44). Στο πλαίσιο αυτό, το άρθρο 8, παράγραφος 1, της οδηγίας 2016/343 επιτρέπει στα κράτη μέλη να προβλέπουν τη δυνατότητα της εξ αποστάσεως παρουσίας υπόπτων ή κατηγορουμένων στη δίκη, υπό τον όρο ότι διασφαλίζεται ο σεβασμός του δικαιώματος σε δίκαιη δίκη.

ΣΤ.    Εφαρμογή στην υπό κρίση υπόθεση

68.      Εν προκειμένω, από τη διάταξη περί παραπομπής προκύπτει ότι το αιτούν δικαστήριο διατηρεί αμφιβολίες ως προς τη δυνατότητα να αναγνωρίσει δικαίωμα του κατηγορουμένου να συμμετάσχει μέσω εικονοδιάσκεψης στη διαδικασία ενώ ελλείπει ειδική νομική διάταξη στο βουλγαρικό δίκαιο που να παρέχει τη δυνατότητα συμμετοχής στη δίκη με αυτόν τον τρόπο στην περίπτωση προσώπου που κατηγορείται για σοβαρό ποινικό αδίκημα (45). Πράγματι, η νομοθετική διάταξη που προέβλεπε τη δυνατότητα συμμετοχής στη δίκη με τα ως άνω μέσα κατά τη διάρκεια της κατάστασης εκτάκτου ανάγκης λόγω της πανδημίας COVID-19 είχε παύσει να ισχύει κατά την ημερομηνία της οικείας συνεδρίασης στο πλαίσιο της κύριας δίκης.

69.      Οι αμφιβολίες του αιτούντος δικαστηρίου επικεντρώνονται, επομένως, στο κατά πόσον συνάδει απόφαση του δικαστηρίου που κάνει δεκτή τη συμμετοχή, μέσω εικονοδιάσκεψης, στη διαδικασία με το άρθρο 8, παράγραφος 1, της οδηγίας 2016/343, παρά την έλλειψη ειδικής νομικής βάσης.

70.      Η απάντηση σε αυτές τις αμφιβολίες είναι προφανής με βάση την ανάλυση στην προηγούμενη ενότητα. Το άρθρο 8, παράγραφος 1, της οδηγίας 2016/343, καθόσον δεν διέπει τη χρήση της εικονοδιάσκεψης σε ποινικές διαδικασίες, δεν αντιτίθεται σε διάταξη του εθνικού δικαίου, όπως αυτή του βουλγαρικού δικαίου, η οποία προβλέπει την υποχρεωτική φυσική παρουσία για αδικήματα που χαρακτηρίζονται ως σοβαρά και δεν προβλέπει τη διαδικτυακή συμμετοχή ως γενικό δικονομικό κανόνα. Στο παρόν στάδιο εξέλιξης του δικαίου της Ένωσης, απόκειται στα κράτη μέλη να αποφασίζουν αν θα προβλέπουν τη δυνατότητα εξ αποστάσεως συμμετοχής σε ποινικές δίκες και σε ποιες περιπτώσεις (46).

71.      Το άρθρο 8, παράγραφος 1, της οδηγίας 2016/343 δεν θεσπίζει, κατά μείζονα λόγο, το δικαίωμα των κατηγορουμένων ή υπόπτων να επιλέγουν μεταξύ της φυσικής παρουσίας ή της παρουσίας μέσω εικονοδιάσκεψης.

72.      Εξάλλου, δεν προκύπτει από τη δικογραφία ότι ο FP δεν μπόρεσε να ασκήσει πραγματικά το δικαίωμα παράστασης στη δίκη του λόγω της απουσίας τεχνικών μέσων που να επιτρέπουν την εξ αποστάσεως συμμετοχή (47).

73.      Όπως επισήμανε κατ’ ουσίαν η Επιτροπή, δεν μπορεί να γίνει δεκτό, ελλείψει εναρμόνισης σε επίπεδο Ένωσης, ότι το άρθρο 8, παράγραφος 1, της οδηγίας 2016/343 έχει εφαρμογή στην περίπτωση κύριας δίκης κατά την οποία ένα ποινικό δικαστήριο αποφασίζει να επιτρέψει τη χρήση εικονοδιάσκεψης παρά την έλλειψη εθνικής νομοθετικής ρύθμισης που να προβλέπει τη συμμετοχή με αυτόν τον τρόπο. Το γεγονός ότι το αιτούν δικαστήριο λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα για να διασφαλίσει ότι η εικονοδιάσκεψη διεξάγεται κατά τρόπο που συνάδει με το δικαίωμα σε δίκαιη δίκη δεν μεταβάλλει την ανωτέρω διαπίστωση, καθόσον δεν υπάρχει ούτε εναρμόνιση σε επίπεδο Ένωσης ούτε ειδική νομική βάση. Επομένως, η νομιμότητα σχετικής απόφασης του αιτούντος δικαστηρίου πρέπει να εξεταστεί υπό το πρίσμα του εθνικού δικαίου.

74.      Από τα ανωτέρω σημεία προκύπτει ότι το άρθρο 8, παράγραφος 1, της οδηγίας 2016/343 έχει την έννοια ότι δεν διέπει τη χρήση εικονοδιάσκεψης σε ποινικές διαδικασίες, επί της οποίας πρέπει να αποφασίζουν αποκλειστικά τα κράτη μέλη. Ειδικότερα, η διάταξη αυτή δεν έχει εφαρμογή σε περίπτωση στην οποία το ποινικό δικαστήριο παρέχει σε κατηγορούμενο, ο οποίος υποχρεούται να παραστεί στη δίκη σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, τη δυνατότητα συμμετοχής μέσω εικονοδιάσκεψης στη διαδικασία παρά την έλλειψη ρητής διάταξης στο εθνικό δίκαιο η οποία προβλέπει τη συμμετοχή με αυτόν τον τρόπο.

V.      Πρόταση

75.      Λαμβανομένων υπόψη των προεκτεθέντων, προτείνω στο Δικαστήριο να απαντήσει στο προδικαστικό ερώτημα που υπέβαλε το Sofiyski gradski sad (πλημμελειοδικείο Σόφιας, Βουλγαρία) ως εξής:

Το άρθρο 8, παράγραφος 1, της οδηγίας (ΕΕ) 2016/343 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Μαρτίου 2016, για την ενίσχυση ορισμένων πτυχών του τεκμηρίου αθωότητας και του δικαιώματος παράστασης του κατηγορουμένου στη δίκη του στο πλαίσιο ποινικής διαδικασίας,

έχει την έννοια ότι δεν διέπει τη χρήση εικονοδιάσκεψης σε ποινικές διαδικασίες, επί της οποίας πρέπει να αποφασίζουν αποκλειστικά τα κράτη μέλη. Ειδικότερα, η διάταξη αυτή δεν έχει εφρμογή σε περίπτωση στην οποία το ποινικό δικαστήριο παρέχει σε κατηγορούμενο, ο οποίος υποχρεούται να παραστεί στη δίκη σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, τη δυνατότητα συμμετοχής μέσω εικονοδιάσκεψης στη διαδικασία παρά την έλλειψη ρητής διάταξης στο εθνικό δίκαιο η οποία προβλέπει τη συμμετοχή με αυτόν τον τρόπο.


1      Γλώσσα του πρωτοτύπου: η αγγλική.


2      Βλ. ΟΑΣΕ, Γραφείο Δημοκρατικών Θεσμών και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ODIHR), The Functioning of Courts in the Covid-19 Pandemic: A Primer, 2 Νοεμβρίου 2020 (διαθέσιμο στον ιστότοπο https://www.osce.org/odihr/469170)· Sanders, A. «Video-hearings in Europe before, during and after the Covid-19 Pandemic», International Journal for Court Administration, τόμος 12, 2021, σ. 1-21.


3      Βλ. Poulin, A.B., «Criminal Justice and Videoconferencing Technology: The Remote Defendant», Tulane Law Review, τόμος 78, 2004, σ. 1089.


4      Οδηγία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Μαρτίου 2016, για την ενίσχυση ορισμένων πτυχών του τεκμηρίου αθωότητας και του δικαιώματος παράστασης του κατηγορουμένου στη δίκη του στο πλαίσιο ποινικής διαδικασίας (ΕΕ 2016, L 65, σ. 1).


5      Απόφαση της 30ής Ιανουαρίου 2024, Direktor na Glavna direktsia «Natsionalna politsia» pri MVR - Sofia (C-118/22, EU:C:2024:97, σκέψη 31 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).


6      Από την αίτηση προδικαστικής αποφάσεως προκύπτει ότι ο NPK προβλέπει τη δυνατότητα διαδικτυακής συμμετοχής στην περίπτωση συλλογής αποδεικτικών στοιχείων από τον κατηγορούμενο, επιβολής προσωρινής κράτησης στο στάδιο της προδικασίας, δικαστικού ελέγχου της προσωρινής κράτησης στο στάδιο της προδικασίας ή στο πλαίσιο διαδικασιών που αφορούν τη διεθνή δικαστική συνδρομή σε ποινικές υποθέσεις.


7      Απόφαση της 8ης Δεκεμβρίου 2022, HYA κ.λπ. (Αδυναμία εξέτασης μαρτύρων κατηγορίας) (C-348/21, EU:C:2022:965, σκέψη 39).


8      Όπ.π. (σκέψη 40).


9      Όπ.π. (σκέψη 41), που παραπέμπει, συναφώς, στην απόφαση του ΕΔΔΑ της 18ης Οκτωβρίου 2006, Hermi κατά Ιταλίας (CE:ECHR:2006:1018JUD001811402, § 58).


10      Απόφαση του ΕΔΔΑ της 2ας Νοεμβρίου 2010, Sakhnovskiy κατά Ρωσίας (CE:ECHR:2010:1102JUD002127203, § 95).


11      Πρβλ. απόφαση της 8ης Δεκεμβρίου 2022, HYA κ.λπ. (Αδυναμία εξέτασης μαρτύρων κατηγορίας) (C-348/21, EU:C:2022:965, σκέψη 42)· αποφάσεις του ΕΔΔΑ της 5ης Οκτωβρίου 2006, Marcello Viola κατά Ιταλίας (CE:ECHR:2006:1005JUD004510604, § 52 και 53), και της 15ης Δεκεμβρίου 2011, Al-Khawaja και Tahery κατά Ηνωμένου Βασιλείου (CE:ECHR:2011:1215JUD002676605, § 142).


12      Απόφαση του ΕΔΔΑ της 5ης Οκτωβρίου 2006, Marcello Viola κατά Ιταλίας (CE:ECHR:2006:1005JUD004510604, § 53).


13      Πρβλ. απόφαση της 8ης Δεκεμβρίου 2022, HYA κ.λπ. (Αδυναμία εξέτασης μαρτύρων κατηγορίας) (C-348/21, EU:C:2022:965, σκέψη 44).


14      Πρβλ. Key Theme – Article 6 (criminal limb), Hearings via video link, Γραμματεία του Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (διαθέσιμο στον ιστότοπο https://ks.echr.coe.int/web/echr-ks/article-6-criminal).


15      Απόφαση του ΕΔΔΑ της 5ης Οκτωβρίου 2006 (CE:ECHR:2006:1005JUD004510604, § 65).


16      Όπ.π. (§ 49 έως 62). Βλ. σημεία 31 έως 33 των παρουσών προτάσεων.


17      Όπ.π. (§ 66), η οποία μνημονεύει ιδίως την Ευρωπαϊκή σύμβαση αμοιβαίας δικαστικής συνδρομής επί ποινικών υποθέσεων, καθώς και τη Σύμβαση για την αμοιβαία δικαστική συνδρομή επί ποινικών υποθέσεων μεταξύ των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της 29ης Μαΐου 2000.


18      Πρβλ. αποφάσεις του ΕΔΔΑ της 5ης Οκτωβρίου 2006, Marcello Viola κατά Ιταλίας (CE:ECHR:2006:1005JUD004510604, § 67), και της 27ης Νοεμβρίου 2007, Asciutto κατά Ιταλίας (CE:ECHR:2007:1127JUD003579502, § 64).


19      Απόφαση του ΕΔΔΑ της 5ης Οκτωβρίου 2006, Marcello Viola κατά Ιταλίας (CE:ECHR:2006:1005JUD004510604, § 72).


20      Οι σχετικές υποθέσεις αφορούν κυρίως τη Ρωσία. Βλ. Kamer, K., «The Right to a Fair Online Hearing», Human Rights Law Review, τόμος  22, 2022, σ. 1-21, στη σ. 19.


21      Απόφαση του ΕΔΔΑ της 2ας Νοεμβρίου 2010 (CE:ECHR:2010:1102JUD002127203).


22      Όπ.π. (§ 98).


23      Επιπλέον, εξ όσων γνωρίζω, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου δεν έχει εκδώσει απόφαση η οποία να αφορά ειδικώς τη χρήση της εικονοδιάσκεψης κατά τη διάρκεια της πανδημίας με γενικευμένο τρόπο, ως μέσου διασφάλισης της συνέχειας απονομής της δικαιοσύνης κατά τη διάρκεια ισχύος μέτρων επιβαλλόμενων για την αντιμετώπιση κατάστασης εκτάκτου ανάγκης. Εκκρεμεί η υπόθεση Stephan Kucera κατά Αυστρίας, προσφυγή αριθ. 13810/22, σχετικά με την απόφαση αυστριακού δικαστηρίου να διεξαγάγει προφορική συζήτηση σε διοικητική υπόθεση ποινικού χαρακτήρα μέσω εικονοδιάσκεψης, βάσει δικονομικών κανόνων που αποσκοπούν στην πρόληψη της εξάπλωσης της νόσου COVID-19.


24      Απόφαση του ΕΔΔΑ της 8ης Ιουνίου 2021 (CE:ECHR:2021:0608JUD006159116).


25      Με βάση τις ειδικές περιστάσεις της υπόθεσης, «λαμβανομένων υπόψη ότι η επίμαχη διαδικασία αποτελούσε μέρος μιας ουσιαστικής και περίπλοκης ποινικής δίκης στην οποία εμπλέκονταν επτά ύποπτοι που διέμεναν όλοι σε διαφορετικές χώρες κατά την περίοδο εκείνη» και της «επανειλημμένης και σαφούς άρνησης του προσφεύγοντος» να συμμετάσχει σε ακροαματική διαδικασία μέσω εικονοδιάσκεψης, το ΕΔΔΑ έκρινε ότι το εφετείο των Κάτω Χωρών «είχε το δικαίωμα να παραβλέψει το αίτημα που διατυπώθηκε από τον δικηγόρο του προσφεύγοντος κατά την αγόρευσή του, για παράταση της διαδικασίας, για ακόμη μία φορά, ώστε, ο προσφεύγων να μπορεί να συμμετάσχει μέσω εικονοδιάσκεψης» (βλ. § 56, 60 και 61 της απόφασης Dijkhuizen κατά Κάτω Χωρών).


26      CEPEJ, Guidelines on videoconferencing in judicial proceedings, έγγραφο που θεσπίστηκε από την CEPEJ στην 36η γενική συνέλευση, Ιούνιος 2021 (διαθέσιμο στον ιστότοπο https://edoc.coe.int/en/efficiency-of-justice/10706-guidelines-on-videoconferencing-in-judicial-proceedings.html).


27      Βλ. άρθρο 24 της οδηγίας 2014/41/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 3ης Απριλίου 2014, περί της ευρωπαϊκής εντολής έρευνας σε ποινικές υποθέσεις (ΕΕ 2014, L 130, σ. 1), και άρθρο 10 της Σύμβασης που καταρτίζεται από το Συμβούλιο βάσει του άρθρου 34 της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, για την αμοιβαία δικαστική συνδρομή επί ποινικών υποθέσεων μεταξύ των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ 2000, C 197, σ. 3).


28      Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 2023, για την ψηφιοποίηση της δικαστικής συνεργασίας και της πρόσβασης στη δικαιοσύνη σε διασυνοριακές αστικές, εμπορικές και ποινικές υποθέσεις και για την τροποποίηση ορισμένων πράξεων στον τομέα της δικαστικής συνεργασίας (ΕΕ L 2023/2844, 27.12.2023).


29      Αιτιολογική σκέψη 55 του κανονισμού 2023/2844.


30      Αιτιολογική σκέψη 43 του κανονισμού 2023/2844.


31      Βλ. αιτιολογική σκέψη 44 και άρθρο 6 του κανονισμού 2023/2844. Κατά το άρθρο 6, παράγραφος 2, τρίτο εδάφιο, του εν λόγω κανονισμού, η συγκατάθεση παρέχεται οικειοθελώς και κατά τρόπο μη επιδεχόμενο αμφισβήτηση. Ο κανονισμός προβλέπει εξαίρεση από την απαίτηση περί συγκατάθεσης στην περίπτωση όπου «[μ]ε την επιφύλαξη της αρχής της δίκαιης δίκης και του δικαιώματος παροχής έννομης προστασίας σύμφωνα με το εθνικό δικονομικό δίκαιο» η αυτοπρόσωπη συμμετοχή σε ακρόαση «αποδεικνύεται ότι συνιστά πραγματική και ενεστώσα ή προβλέψιμη σοβαρή απειλή για τη δημόσια ασφάλεια ή τη δημόσια υγεία».


32      Βλ. αιτιολογικές σκέψεις 21 και 22 του κανονισμού 2023/2844.


33      Σημείο 30 των παρουσών προτάσεων.


34      Απόφαση της 15ης Σεπτεμβρίου 2022, HN (Δίκη κατηγορουμένου ο οποίος έχει απομακρυνθεί από την επικράτεια) (C-420/20, EU:C:2022:679, σκέψη 32).


35      Όπ.π. (σκέψη 40).


36      Όπ.π. (σκέψη 41).


37      Απόφαση της 19ης Σεπτεμβρίου 2018, Milev (C-310/18 PPU, EU:C:2018:732, σκέψη 46).


38      Απόφαση της 13ης Φεβρουαρίου 2020, Spetsializirana prokuratura (Ερημοδικία) (C-688/18, EU:C:2020:94, σκέψη 30).


39      Πρβλ. απόφαση της 13ης Φεβρουαρίου 2020, Spetsializirana prokuratura (Ερημοδικία) (C‑688/18, EU:C:2020:94, σκέψη 42).


40      Βλ. σημείο 48 των παρουσών προτάσεων. Βλ., επίσης, European Criminal Bar Association, Statement of Principles on the use of Video-conferencing in Criminal Cases in a Post-Covid 19 World, 6 Σεπτεμβρίου 2020 (διαθέσιμο στον ιστότοπο https://www.ecba.org/extdocserv/20200906_ECBAStatement_videolink.pdf). Σχετικά με τη σπουδαιότητα της συγκατάθεσης, μπορεί να σημειωθεί ότι το Conseil constitutionnel (Συνταγματικό Δικαστήριο, Γαλλία), στη σημαντική απόφασή του με αριθμό 2020-872 QPC, της 15ης Ιανουαρίου 2021, M. Krzystof B. (διαθέσιμη στον ιστότοπο https://www.conseil -constitutionnel.fr/decision/2021/2020872QPC.htm), κήρυξε αντισυνταγματικό κυβερνητικό διάταγμα που θεσπίστηκε στο πλαίσιο της πανδημίας COVID-19 το οποίο επέτρεπε τη χρήση εικονοδιάσκεψης χωρίς τη συγκατάθεση του ενδιαφερομένου ενώπιον όλων των ποινικών δικαστηρίων, με εξαίρεση τα δικαστήρια που δικάζουν εγκλήματα κατά του δημοσίου. Το Conseil constitutionnel (Συνταγματικό Δικαστήριο) επισήμανε ότι η απόφαση περί χρήσης της εικονοδιάσκεψης σε μεγάλο αριθμό υποθέσεων συνιστά απλώς ευχέρεια του δικαστηρίου και δεν υπόκειται σε καμία νομική προϋπόθεση. Πρβλ., ενδεικτικά, Danet, A., «Visioconférence dans le procès pénal: “jeu du chat et de la souris”?» Gazette du Palais, αριθ. 11, 2021,σ. 21-24.


41      Η διάταξη αυτή αντικατοπτρίζει ουσιαστικά τον κανόνα του άρθρου 82, παράγραφος 2, ΣΛΕΕ, σύμφωνα με τον οποίο η θέσπιση ελάχιστων κανόνων σχετικά με τα δικαιώματα των φυσικών προσώπων στην ποινική διαδικασία δεν εμποδίζει τα κράτη μέλη να διατηρούν ή να εισάγουν υψηλότερο επίπεδο προστασίας των προσώπων.


42      Βλ., κατ’ αναλογίαν, απόφαση της 1ης Αυγούστου 2022, TL (Μη ορισμός διερμηνέα και παράλειψη μετάφρασης)  (C-242/22 PPU, EU:C:2022:611, σκέψη 77).


43      Βλ. σημείο 47 των παρουσών προτάσεων.


44      Βλ. Συμπεράσματα του Συμβουλίου «Πρόσβαση στη δικαιοσύνη – αξιοποίηση των ευκαιριών της ψηφιοποίησης» (ΕΕ 2020 C 342I, σ. 1, σημείο 5), το οποίο επαναβεβαιώνει ότι «η ψηφιακή ανάπτυξη του τομέα της δικαιοσύνης θα πρέπει να είναι ανθρωποκεντρική και πρέπει να έχει ως γνώμονα και να ευθυγραμμίζεται σταθερά με τις θεμελιώδεις αρχές των δικαστικών συστημάτων, δηλαδή την ανεξαρτησία και την αμεροληψία των δικαστηρίων, τη διασφάλιση της πραγματικής δικαστικής προστασίας και το δικαίωμα δίκαιης και δημόσιας εκδίκασης εντός εύλογης προθεσμίας». Σε άλλη δημοσίευσή μου, υπό την ιδιότητά μου ως ακαδημαϊκού, έχω υπερασπιστεί τη θέση ότι η ψηφιοποίηση δεν συνιστά αυτοτελή στόχο αλλά μέρος μιας «ανθρωποκεντρικής» προσέγγισης της δικαιοσύνης με στόχο την προώθηση του θεμελιώδους δικαιώματος αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας. Παράδειγμα συνιστά, εν προκειμένω, η περίσταση κατά την οποία κατηγορούμενος δεν μπορεί να έχει φυσική παρουσία στη δικαστική αίθουσα λόγω της κατάστασης της υγείας του ή λόγω της ηλικίας του: Medina, L., «People-centred Justice and the European Court of  Justice», Lex & Forum, τόμος 1, 2023 σ. 5-10, στη σ. 7. Βλ., επίσης, Peristeridou, C., και de Vocht, D., «I’m Not a Cat! Remote Criminal Justice and a Human-Centred Approach to the Legitimacy of the Trial», Maastricht journal of European and comparative law, τόμος 30, 2023, σ. 97–106. 


45      Βλ. σημείο 25 των παρουσών προτάσεων.


46      Επί του θέματος υπάρχει πληθώρα προσεγγίσεων οι οποίες αντικατοπτρίζουν τις διαφορές μεταξύ των νομικών συστημάτων και παραδόσεων των κρατών μελών. Βλ., ενδεικτικά, ΟΑΣΕ, Γραφείο Δημοκρατικών Θεσμών και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ODIHR), The Functioning of Courts in the Covid-19 Pandemic: A Primer, όπ.π. υποσημείωση 2· Carrera, S., Mitsilegas V., και Stefan, M., Criminal Justice, Fundamental Rights and the Rule of Law in the Digital Age, Report of CEPS and QMUL Task Force, CEPS, Queen Mary University of London, Βρυξέλλες, Μάιος 2021, σ. 36-45. Η ακαδημαϊκή βιβλιογραφία εξετάζει επίσης τον κίνδυνο «απανθρωποποίησης» της δικαιοσύνης ή τον κίνδυνο «αποδόμησης του τυπικού χαρακτήρα της δικαστικής διαδικασίας»: βλ. Kamber, K., «The Right to a Fair Online Hearing» Human Rights Law Review, τόμος 22, 2022, σ. 1–21· Leborne, J., «La vidéojustice : la justice pénale à l’ère de la vidéo» Cahiers Droit, Sciences & Technologies, 2021, σ. 93-109· Funck, J.F., «La vidéoconférence en matière pénale : approche critique, pratique et prospective» Journal des Tribunaux, 2021, σ. 257-264, στη σ. 264, όπου εξετάζεται το μέλλον της ποινικής δικαιοσύνης μετά την πανδημία και παρατηρείται ότι «dans un monde d’ après, qu’il nous appartient de rendre meilleur, veillons à l’humanité de la justice» («Στον κόσμο μετά [πανδημίας], τον οποίο πρέπει να κάνουμε καλύτερο, πρέπει να διασφαλίσουμε την ανθρώπινη φύση της δικαιοσύνης»).


47      Ο FP δεν ισχυρίστηκε, για παράδειγμα, ότι είχε τεθεί υπό κράτηση στο Ηνωμένο Βασίλειο χωρίς να έχει το δικαίωμα να ταξιδέψει στη Βουλγαρία ή ότι δεν μπορούσε να ταξιδέψει στη Βουλγαρία λόγω της κατάστασης της υγείας του ή λόγω της ηλικίας του.