Language of document :

Ανακοίνωση στην ΕΕ

 

Προσφυγή της Scandlines Sverige AB κατά της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων που ασκήθηκε στις 7 Οκτωβρίου 2004

(Υπόθεση Τ-399/04)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Η Scandlines Sverige AB, Helsingborg, Σουηδία, εκπροσωπούμενη από τον C. Vajda, QC, καθώς και τους R. Azelius και K. Azelius, lawyers, άσκησε ενώπιον του Πρωτοδικείου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, στις 7 Οκτωβρίου 2004, προσφυγή κατά της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

- να ακυρώσει την απόφαση της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, της 23ης Ιουλίου 2004, σχετικά με απόρριψη της καταγγελίας της με ημερομηνία 2 Ιουλίου 1997·

- να παραπέμψει εκ νέου την υπόθεση στην Επιτροπή για εξέταση της καταγγελίας υπό το φως της αποφάσεως του Δικαστηρίου·

- να υποχρεώσει την Επιτροπή να την αποζημιώσει για τα έξοδα της διαδικασίας αυτής ασχέτως αποτελέσματος.

Νομικοί ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα:

Η προσφεύγουσα είναι μια σουηδική εταιρία, η κύρια δραστηριότητα της οποίας συνίσταται στο να λειτουργεί ως λιμενικός πράκτορας μιας εκμεταλλευόμενης πορθμεία επιχειρήσεως. Η προσφεύγουσα υπέβαλε στην Επιτροπή καταγγελία κατά της Helsingborgs Hamn AB (HHAB), εταιρίας υπεύθυνης για τη λειτουργία του λιμένα του Helsingborg στη Σουηδία και για την επιβολή λιμενικών τελών. Η προσφεύγουσα θεώρησε ότι η HHAB επέβαλλε υπερβολικά λιμενικά τέλη, καταχρώμενη της δεσπόζουσας θέσεώς της, και τούτο κατά παράβαση του άρθρου 82 ΕΚ. Η καταγγελία αυτή απορρίφθηκε με την προσβαλλόμενη απόφαση.

Η προσφεύγουσα, προς στήριξη της προσφυγής της, ισχυρίζεται ότι η Επιτροπή πλανήθηκε καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι δεν ήσαν υπερβολικά τα επιβαλλόμενα σε εκμεταλλευόμενους πορθμεία λιμενικά τέλη. Σύμφωνα με την προσφεύγουσα, η ανάλυση κόστους-τιμής στην οποία προέβη η Επιτροπή κατέδειξε ότι η HHAB είχε πετύχει κέρδη, όσον αφορά τις σχετικές με πορθμεία επιχειρήσεις, άνω του 100 % της αξίας του χρησιμοποιηθέντος από αυτήν την επιχείρηση κεφαλαίου. Η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι τέτοια κέρδη δεν μπορούν να επιτευχθούν σε μια ανταγωνιστική αγορά και, επομένως, τέτοια κέρδη είναι υπερβολικά, άδικα και καταχρηστικά. Θεωρεί ότι απορρίπτοντας το συμπέρασμα αυτό, η Επιτροπή προέβη σε κακή εφαρμογή του όρου "οικονομική αξία" και παρέλειψε να εφαρμόσει την αρχή της αναλογικότητας ή την ορθή κατανομή του βάρους αποδείξεως. Η προσφεύγουσα διατείνεται επίσης ότι κακώς η Επιτροπή απέρριψε τη σύγκριση μεταξύ των επιβαλλομένων σε εκμεταλλευόμενους πορθμεία τιμών με αυτές που χρεώνονται σε αυτούς που εκμεταλλεύονται μεταφορές εμπορευμάτων καθώς και τη σύγκριση μεταξύ των τιμών που χρεώνονται στο Helsingborg και αυτών που χρεώνονται στο Elsinore, στο άλλο άκρο της ίδιας οδού. Επίσης, η προσφεύγουσα αμφισβητεί τη διαπίστωση της Επιτροπής ότι δεν υπήρξε δυσμενής διάκριση ως προς τις τιμές κατά την έννοια του άρθρου 82 ΕΚ μεταξύ εκμεταλλευομένων πορθμεία και εκμεταλλευομένων μεταφορές φορτίων. Σύμφωνα με την προσφεύγουσα, η Επιτροπή κακώς κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι παρεχόμενες από την HHAB όσον αφορά αυτούς τους δύο κλάδους υπηρεσίες δεν είναι ισοδύναμες και ότι οι εκμεταλλευόμενοι πορθμεία δεν βρέθηκαν σε δυσμενή από ανταγωνιστική άποψη μοίρα.

Περαιτέρω, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι η συλλογιστική της Επιτροπής είναι εσφαλμένη, ακατάλληλη και αντιφατική και συνιστά, για τον λόγο αυτό, παράβαση του άρθρου 253 ΕΚ. Επικαλείται επίσης προσβολή του δικαιώματός της ακροάσεως βάσει του άρθρου 6 του κανονισμού 2842/98 και ισχυρίζεται ότι η Επιτροπή δεν διεξήγαγε την κατάλληλη έρευνα εντός ευλόγου χρόνου παραβαίνοντας έτσι το άρθρο 10 ΕΚ, το άρθρο 6 της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου καθώς και την αρχή ότι η Επιτροπή οφείλει να ενεργεί εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος.

____________