Language of document : ECLI:EU:T:2024:71

Προσωρινό κείμενο

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δέκατο τμήμα)

της 7ης Φεβρουαρίου 2024 (*)

«ΕΓΤΕ και ΕΓΤΑΑ – Δαπάνες αποκλειόμενες από τη χρηματοδότηση – Δαπάνες που πραγματοποιήθηκαν από την Αυστρία – Συντελεστής μείωσης – Άρθρο 24, παράγραφος 6, του κανονισμού (ΕΕ) 1307/2013 – Άρθρο 30, παράγραφος 7, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 1307/2013 – Άρθρο 52, παράγραφος 4, στοιχείο αʹ, του κανονισμού (ΕΕ) 1306/2013 – Υποχρέωση αιτιολογήσεως»

Στην υπόθεση T‑501/22,

Δημοκρατία της Αυστρίας, εκπροσωπούμενη από τις J. Schmoll και A. Kögl,

προσφεύγουσα,

κατά

Ευρωπαϊκής Επιτροπής, εκπροσωπούμενης από τις J. Aquilina και A. Becker,

καθής,

ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (δέκατο τμήμα),

συγκείμενο από τους O. Porchia, πρόεδρο, L. Madise (εισηγητή) και S. Verschuur, δικαστές,

γραμματέας: S. Jund, διοικητική υπάλληλος,

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία,

κατόπιν της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως της 11ης Ιουλίου 2023,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση (1)

1        Με την προσφυγή που άσκησε δυνάμει του άρθρου 263 ΣΛΕΕ, η Δημοκρατία της Αυστρίας ζητεί την ακύρωση της εκτελεστικής αποφάσεως (ΕΕ) 2022/908 της Επιτροπής, της 8ης Ιουνίου 2022, για τον αποκλεισμό από τη χρηματοδότηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης ορισμένων δαπανών που πραγματοποιήθηκαν από τα κράτη μέλη στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου Εγγυήσεων (ΕΓΤΕ) και του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΓΤΑΑ) (ΕΕ 2022, L 157, σ. 15, στο εξής: προσβαλλόμενη απόφαση), κατά το μέρος που με την εν λόγω απόφαση αποκλείστηκαν από τη χρηματοδότηση της Ένωσης δαπάνες δηλωθείσες από τη Δημοκρατία της Αυστρίας στο πλαίσιο του ΕΓΤΕ, ύψους 68 146 449 ευρώ.

 Ιστορικό της διαφοράς

2        Στο πλαίσιο του καθεστώτος βασικής ενίσχυσης που καθιερώθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) 1307/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2013, περί θεσπίσεως κανόνων για άμεσες ενισχύσεις στους γεωργούς βάσει καθεστώτων στήριξης στο πλαίσιο της Κοινής γεωργικής πολιτικής και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 637/2008 και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 73/2009 του Συμβουλίου (ΕΕ 2013, L 347, σ. 608), η Δημοκρατία της Αυστρίας αποφάσισε να εφαρμόσει το άρθρο 24, παράγραφος 6, του εν λόγω κανονισμού.

3        Κατ’ εφαρμογήν της ως άνω διατάξεως, τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίσουν να εφαρμόσουν, με σκοπό τον καθορισμό του αριθμού των δικαιωμάτων ενίσχυσης που μπορούν να χορηγηθούν σε έναν γεωργό, συντελεστή μείωσης στα επιλέξιμα εκτάρια τα οποία αποτελούνται από μόνιμους βοσκότοπους που βρίσκονται σε περιοχές με δύσκολες καιρικές συνθήκες (στο εξής: συντελεστής μείωσης).

4        Η Δημοκρατία της Αυστρίας αποφάσισε να εφαρμόσει τον συντελεστή μείωσης στα αγροτεμάχια που χαρακτηρίζονται ως «λειμώνες» και «ορεινοί βοσκότοποι» βάσει του αυστριακού δικαίου.

[παραλειπόμενα]

 Έρευνα AA/2016/007/AT

6        Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κίνησε έρευνα με αριθμό αναφοράς AA/2016/007/AT, προκειμένου να εξακριβώσει αν, όσον αφορά τα έτη υποβολής αιτήσεων 2015 και 2016, οι αυστριακές αρχές είχαν διενεργήσει τη διαχείριση και τον έλεγχο των καθεστώτων στρεμματικών ενισχύσεων σύμφωνα με τη νομοθεσία της Ένωσης.

7        Μετά το πέρας της ως άνω έρευνας, η Επιτροπή έκρινε, μεταξύ άλλων, ότι οι αυστριακές αρχές είχαν εφαρμόσει εσφαλμένως το άρθρο 24, παράγραφος 6, του κανονισμού 1307/2013, όσον αφορά τους «λειμώνες».

[παραλειπόμενα]

9        Βάσει του άρθρου 52 του κανονισμού (ΕΕ) 1306/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2013, σχετικά με τη χρηματοδότηση, τη διαχείριση και την παρακολούθηση της κοινής γεωργικής πολιτικής και την κατάργηση των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 352/78, (ΕΚ) αριθ. 165/94, (ΕΚ) αριθ. 2799/98, (ΕΚ) αριθ. 814/2000, (ΕΚ) αριθ. 1290/2005 και (ΕΚ) αριθ. 485/2008 του Συμβουλίου (ΕΕ 2013, L 347, σ. 549), η Επιτροπή εξέδωσε την εκτελεστική απόφαση (ΕΕ) 2019/265, της 12ης Φεβρουαρίου 2019, για τον αποκλεισμό από τη χρηματοδότηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης ορισμένων δαπανών που πραγματοποιήθηκαν από τα κράτη μέλη στο πλαίσιο του ΕΓΤΕ και του ΕΓΤΑΑ (EE 2019, L 44, σ. 14). Με την εν λόγω απόφαση, η Επιτροπή απέκλεισε από τη χρηματοδότηση της Ένωσης, όσον αφορά τη Δημοκρατία της Αυστρίας, τις δαπάνες που είχαν πραγματοποιηθεί στο πλαίσιο του ΕΓΤΕ ύψους 8 031 282 ευρώ, για τα έτη υποβολής αιτήσεων 2015 και 2016, λόγω παραβάσεως που συνδέεται με την εσφαλμένη εφαρμογή του άρθρου 24, παράγραφος 6, του κανονισμού 1307/2013 όσον αφορά τους «λειμώνες».

10      Προκειμένου να αντλήσει τις συνέπειες της δημοσιονομικής αυτής διόρθωσης, την οποία δεν προσέβαλε, η Δημοκρατία της Αυστρίας έλαβε το ακόλουθο διορθωτικό μέτρο.

11      Με τον Bundesgesetz, mit dem das Marktordnungsgesetz 2007 – MOG 2007 geändert wird (ομοσπονδιακό νόμο για την τροποποίηση του νόμου περί οργανώσεως της αγοράς του 2007) (BGBl. I, 46/2018) τροποποίησε το άρθρο 8a του νόμου περί οργανώσεως της αγοράς διά της προσθήκης μιας παραγράφου 2a, η οποία προβλέπει, όσον αφορά τους γεωργούς που κατέχουν αγροτεμάχια χαρακτηριζόμενα ως «λειμώνες», επιπλέον των αρχικώς χορηγηθέντων δικαιωμάτων ενίσχυσης με συντελεστή μείωσης 80 %, τη χορήγηση πρόσθετων δικαιωμάτων ενίσχυσης με συντελεστή μείωσης 20 %. Με άλλα λόγια, η Δημοκρατία της Αυστρίας χορήγησε στους οικείους γεωργούς 0,8 του πρόσθετου δικαιώματος ενίσχυσης για κάθε επιλέξιμο εκτάριο «λειμώνων», με ισχύ από το 2017.

12      Τα εν λόγω πρόσθετα δικαιώματα ενίσχυσης για τους «λειμώνες» χορηγήθηκαν από το εθνικό απόθεμα το οποίο τα κράτη μέλη οφείλουν να θεσπίσουν κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 30, παράγραφος 1, του κανονισμού 1307/2013. Η αξία των εν λόγω πρόσθετων δικαιωμάτων καθορίστηκε στο 60 % της εθνικής μοναδιαίας αξίας.

[παραλειπόμενα]

 Έρευνα AA/2018/010/AT

14      Η Επιτροπή κίνησε νέα έρευνα, με αριθμό αναφοράς AA/2018/010/AT, όσον αφορά τα έτη υποβολής αιτήσεων 2015 και επόμενα, στο πλαίσιο της οποίας διενήργησε επιτόπιο έλεγχο από τις 27 έως τις 31 Αυγούστου 2018.

[παραλειπόμενα]

25      Η Επιτροπή κοινοποίησε στις αυστριακές αρχές τη συνοπτική έκθεσή της, με ημερομηνία 26 Απριλίου 2022.

26      Στο εν λόγω έγγραφο, η Επιτροπή ανέφερε ότι η Δημοκρατία της Αυστρίας δεν είχε εφαρμόσει ορθώς το άρθρο 24, παράγραφος 6, του κανονισμού 1307/2013. Κατά την Επιτροπή, η εφαρμογή της ανωτέρω διατάξεως από τις αυστριακές αρχές είχε ως συνέπεια διαφορετική μεταχείριση αγροτεμαχίων ευρισκομένων στην ίδια γεωγραφική περιοχή. Στο πλαίσιο αυτό, η Επιτροπή επισήμανε ότι ο συντελεστής μείωσης είχε εφαρμοστεί μόνο στα αγροτεμάχια μόνιμων βοσκοτόπων που είχαν καταχωριστεί ως «ορεινοί βοσκότοποι», και όχι στα λοιπά γειτονικά αγροτεμάχια τα οποία, ωστόσο, υπέκειντο στις ίδιες καιρικές συνθήκες. Κατά την Επιτροπή, η διαπίστωση αυτή αποδείκνυε ότι ο χαρακτηρισμός ενός αγροτεμαχίου ως «ορεινού βοσκοτόπου» δεν συνδεόταν με την ύπαρξη δύσκολων καιρικών συνθηκών, κατά την έννοια του άρθρου 24, παράγραφος 6, του κανονισμού 1307/2013. Η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η εφαρμογή της εν λόγω διατάξεως από τις αυστριακές αρχές δεν στηριζόταν σε αντικειμενικά κριτήρια και ότι, ως εκ τούτου, δεν διασφαλιζόταν η ίση μεταχείριση των γεωργών κατά τη χορήγηση των δικαιωμάτων ενίσχυσης.

27      Εξάλλου, όσον αφορά το διορθωτικό μέτρο που ελήφθη σε συνέχεια της έρευνας AA/2016/007/AT, η Επιτροπή, στη συνοπτική έκθεση, ανέφερε ότι το άρθρο 30, παράγραφος 7, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 1307/2013, δυνάμει του οποίου το εθνικό απόθεμα μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τη χορήγηση δικαιωμάτων ενίσχυσης στους γεωργούς ως αντιστάθμιση σε ειδικά μειονεκτήματα, δεν μπορούσε νομίμως να εφαρμοστεί σε μια κατάσταση η οποία, όπως εν προκειμένω, οφείλεται σε έλλειψη την οποία ενέχει το σύστημα διαχείρισης και ελέγχου του οικείου κράτους μέλους. Κατά την Επιτροπή, τούτο θα σήμαινε ότι η Ένωση θα έπρεπε να χρηματοδοτήσει τις συνέπειες μιας ελλείψεως καταλογιστέας στο κράτος μέλος. Επιπλέον, η Επιτροπή έκρινε ότι η Δημοκρατία της Αυστρίας δεν μπορούσε να προβεί στην προβλεπόμενη στο άρθρο 7 του κανονισμού 1307/2013 μείωση όλων των άμεσων ενισχύσεων με σκοπό την αναπλήρωση του εθνικού αποθέματος. Κατά την Επιτροπή, η μείωση όλων των άμεσων ενισχύσεων με σκοπό τη χρηματοδότηση του διορθωτικού μέτρου είχε ως συνέπεια να υποστούν όλοι οι γεωργοί τις συνέπειες των ανεπαρκειών των αυστριακών αρχών. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή έκρινε ότι το διορθωτικό μέτρο που είχαν λάβει οι αυστριακές αρχές δεν διασφάλισε την προστασία των δικαιωμάτων των γεωργών, η οποία βρίσκεται στο επίκεντρο της κοινής γεωργικής πολιτικής. Επιπλέον, η Επιτροπή επισήμανε ότι, ως διορθωτικό μέτρο, η Δημοκρατία της Αυστρίας θα έπρεπε να έχει υπολογίσει εκ νέου την αξία όλων των δικαιωμάτων ενίσχυσης εφαρμόζοντας ορθώς τα άρθρα 25 και 26 του κανονισμού 1307/2013.

28      Όσον αφορά τις οικονομικές συνέπειες των προσαπτομένων στις αυστριακές αρχές παραβάσεων, σε σχέση με τους «διοικητικούς ελέγχους των δικαιωμάτων ενίσχυσης κατά την εισαγωγή του καθεστώτος βασικής ενίσχυσης», η Επιτροπή εντόπισε δύο χρηματοοικονομικούς κινδύνους για το ΕΓΤΕ, εκ των οποίων ο ένας αφορούσε την εφαρμογή του συντελεστή μείωσης και ο άλλος το διορθωτικό μέτρο που ελήφθη σε συνέχεια της έρευνας AA/2016/007/AT.

29      Αφενός, η Επιτροπή έκρινε ότι η εσφαλμένη εφαρμογή του συντελεστή μείωσης, η οποία είχε ως συνέπεια τη χορήγηση ανεπαρκούς αριθμού δικαιωμάτων ενίσχυσης, είχε αντίκτυπο, από το 2015 και μετά, στη μοναδιαία αξία των δικαιωμάτων ενίσχυσης του συνόλου των αυστριακών γεωργών. Κατά την Επιτροπή, ο κίνδυνος για το ΕΓΤΕ αντιστοιχούσε, για τα έτη υποβολής αιτήσεων 2015 έως 2019, στις καθ’ υπέρβαση πληρωμές που πραγματοποιήθηκαν λόγω του ότι η μοναδιαία αξία των εν λόγω δικαιωμάτων ενίσχυσης είχε καθοριστεί σε υπερβολικά υψηλό επίπεδο.

30      Αφετέρου, η Επιτροπή έκρινε ότι η χορήγηση, από το 2017, πρόσθετων δικαιωμάτων στους γεωργούς που εκμεταλλεύονται «βοσκότοπους», η οποία δεν μπορούσε νομίμως να χρηματοδοτηθεί από κεφάλαια του εθνικού αποθέματος, είχε δημιουργήσει αυτοτελή οικονομικό κίνδυνο για το ΕΓΤΕ για τα έτη υποβολής αιτήσεων 2017 έως 2019.

[παραλειπόμενα]

35      Με την προσβαλλόμενη απόφαση, η Επιτροπή αποφάσισε να αποκλείσει από τη χρηματοδότηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης ορισμένες δαπάνες τις οποίες είχαν πραγματοποιήσει τα κράτη μέλη στο πλαίσιο του ΕΓΤΕ και του ΕΓΤΑΑ.

36      Όσον αφορά τη Δημοκρατία της Αυστρίας, η Επιτροπή απέκλεισε από τη χρηματοδότηση της Ένωσης τις δηλωθείσες στο πλαίσιο του ΕΓΤΕ δαπάνες συνολικού ποσού 68 270 562,18 ευρώ, το οποίο περιλαμβάνει, μέχρι του ποσού των 68 146 449,98 ευρώ, τις οικονομικές συνέπειες των δύο παραβάσεων που μνημονεύονται στη σκέψη 34 ανωτέρω, οι οποίες είναι οι μόνες επίμαχες στην υπό κρίση υπόθεση.

 Αιτήματα των διαδίκων

37      Η Δημοκρατία της Αυστρίας ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

–        να ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση κατά το μέρος που αποκλείει από τη χρηματοδότηση της Ένωσης τις δαπάνες που δήλωσε στο πλαίσιο του ΕΓΤΕ, ύψους 68 146 449,98 ευρώ,

–        να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.

38      Η Επιτροπή ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

–        να απορρίψει την προσφυγή,

–        να καταδικάσει τη Δημοκρατία της Αυστρίας στα δικαστικά έξοδα.

 Σκεπτικό

[παραλειπόμενα]

 Επί του πρώτου λόγου ακυρώσεως, με τον οποίο προβάλλεται παράβαση του άρθρου 52, παράγραφος 1, του κανονισμού 1306/2013 λόγω δημοσιονομικής διόρθωσης που στηρίζεται σε εσφαλμένη ερμηνεία του άρθρου 24, παράγραφος 6, του κανονισμού 1307/2013

53      Με αυτόν τον λόγο ακυρώσεως, η Δημοκρατία της Αυστρίας βάλλει κατά της πρώτης δημοσιονομικής διόρθωσης, που αφορά την εφαρμογή του άρθρου 24, παράγραφος 6, του κανονισμού 1307/2013.

54      Η Δημοκρατία της Αυστρίας υποστηρίζει ότι, εφαρμόζοντας τον συντελεστή μείωσης στα αγροτεμάχια που χαρακτηρίσθηκαν ως «ορεινοί βοσκότοποι» βάσει των σχετικών διατάξεων του εθνικού δικαίου, οι οποίες, κατά την άποψή της, εξαρτούσαν τον εν λόγω χαρακτηρισμό από την ύπαρξη δύσκολων καιρικών συνθηκών, εφάρμοσε ορθώς το άρθρο 24, παράγραφος 6, του κανονισμού 1307/2013. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή, επιβάλλοντας δημοσιονομική διόρθωση, με την αιτιολογία ότι η ως άνω διάταξη δεν εφαρμόσθηκε ορθώς, παρέβη, κατά τη Δημοκρατία της Αυστρίας, το άρθρο 52, παράγραφος 1, του κανονισμού 1306/2013.

[παραλειπόμενα]

56      Όπως επισημάνθηκε με τη σκέψη 26 ανωτέρω, η πρώτη δημοσιονομική διόρθωση στηρίζεται, όπως προκύπτει από τη συνοπτική έκθεση, στην αιτιολογία ότι η εφαρμογή, από τις αυστριακές αρχές, του άρθρου 24, παράγραφος 6, του κανονισμού 1307/2013 είχε ως συνέπεια αδικαιολόγητη διαφορετική μεταχείριση, στο μέτρο που, εντός της ίδιας περιοχής, ο συντελεστής μείωσης δεν εφαρμόστηκε σε όλα τα αγροτεμάχια που υπόκεινται στις ίδιες καιρικές συνθήκες. Το συμπέρασμα αυτό στηρίζεται, μεταξύ άλλων, σε μια δορυφορική εικόνα από την οποία προκύπτει ότι αγροτεμάχια που είχαν χαρακτηρισθεί ως «ορεινοί βοσκότοποι» και στα οποία εφαρμόστηκε ο συντελεστής μείωσης βρίσκονται σε άμεση γειτνίαση με άλλα αγροτεμάχια μόνιμων βοσκοτόπων τα οποία δεν είχαν τύχει αυτού του χαρακτηρισμού και στα οποία δεν εφαρμόστηκε ο συντελεστής μείωσης. Εξάλλου, όπως επισημάνθηκε με τη σκέψη 50 ανωτέρω, η Επιτροπή έκρινε ότι, λαμβανομένων υπόψη των ανωτέρω διαπιστώσεων, το επιχείρημα της Δημοκρατίας της Αυστρίας ότι ο χαρακτηρισμός των αγροτεμαχίων ως «ορεινών βοσκοτόπων» στηριζόταν σε αντικειμενικά κριτήρια που προβλέπονται από τις σχετικές νομοθετικές διατάξεις των αυστριακών Länder δεν μπορούσε να κλονίσει το συμπέρασμα ότι οι αυστριακές αρχές δεν είχαν εφαρμόσει ορθώς το άρθρο 24, παράγραφος 6, του κανονισμού 1307/2013.

[παραλειπόμενα]

76      Κατά δεύτερον, η Δημοκρατία της Αυστρίας υποστηρίζει ότι, εφαρμόζοντας τον συντελεστή μείωσης στα αγροτεμάχια που χαρακτηρίσθηκαν ως «ορεινοί βοσκότοποι», διασφάλισε τη συνεπή και ομοιόμορφη εφαρμογή του άρθρου 24, παράγραφος 6, του κανονισμού 1307/2013.

[παραλειπόμενα]

79      Συναφώς, επισημαίνεται ότι η Δημοκρατία της Αυστρίας, με τα δικόγραφά της, δεν αμφισβητεί την ακρίβεια της διαπίστωσης της Επιτροπής ότι τα αγροτεμάχια που χαρακτηρίσθηκαν ως «ορεινοί βοσκότοποι» έτυχαν διαφορετικής μεταχείρισης σε σχέση με τα γειτονικά αγροτεμάχια μόνιμων βοσκοτόπων τα οποία δεν έτυχαν αυτού του χαρακτηρισμού. Η Δημοκρατία της Αυστρίας δεν υποστηρίζει, εξάλλου, ότι η κατάσταση αυτή οφείλεται σε μεμονωμένo σφάλμα και ότι το παράδειγμα που επέλεξε η Επιτροπή με βάση τη δορυφορική εικόνα που μνημονεύεται στη σκέψη 56 ανωτέρω δεν είναι αντιπροσωπευτικό της συνολικής κατάστασης που επικρατεί στην Αυστρία.

80      Αντιθέτως, η Δημοκρατία της Αυστρίας υποστηρίζει, κατ’ ουσίαν, ότι η διαφορετική μεταχείριση που επισήμανε η Επιτροπή δικαιολογείται από αντικειμενικές διαφορές μεταξύ των οικείων αγροτεμαχίων όσον αφορά τις καιρικές συνθήκες στις οποίες υπόκεινται.

81      Συγκεκριμένα, η Δημοκρατία της Αυστρίας εκθέτει ότι γειτονικά αγροτεμάχια είναι δυνατό να υπόκεινται σε διαφορετικές μικροκλιματικές συνθήκες. Αν και η Επιτροπή επισήμανε, ιδίως με την ανακοίνωση της 27ης Νοεμβρίου 2018, ότι τα αγροτεμάχια που έχουν ταξινομηθεί ως «ορεινοί βοσκότοποι» υπόκεινται στις ίδιες καιρικές συνθήκες με τα γειτονικά αγροτεμάχια που βρίσκονται στο ίδιο υψόμετρο, η Δημοκρατία της Αυστρίας υπογραμμίζει ότι το υψόμετρο δεν αποτελεί επαρκές κριτήριο για την εκτίμηση των πραγματικών καιρικών συνθηκών στις οποίες υπόκεινται τα αγροτεμάχια. Για παράδειγμα, κατά τη Δημοκρατία της Αυστρίας, τα αγροτεμάχια με νότιο προσανατολισμό τελούν υπό καλύτερες συνθήκες ηλιακής ακτινοβολίας και, ως εκ τούτου, είναι θερμότερα και ξηρότερα από τα αγροτεμάχια με βόρειο προσανατολισμό, τα οποία είναι εκτεθειμένα σε μεγαλύτερες περιόδους χιονοκάλυψης. Η Δημοκρατία της Αυστρίας υποστηρίζει ότι, κατά την καταχώριση των αγροτεμαχίων στο κτηματολόγιο ορεινών βοσκοτόπων, οι αρμόδιες αρχές λαμβάνουν υπόψη τις εν λόγω μικροκλιματικές συνθήκες στις οποίες υπόκεινται τα οικεία αγροτεμάχια και, ιδίως, λαμβάνουν υπόψη τον προσανατολισμό της κλίσης, τη δομή του εδάφους, την υγρασία και τη διάρκεια της χιονοκάλυψης.

82      Εντούτοις, το ανωτέρω επιχείρημα δεν δύναται να κλονίσει το συμπέρασμα της Επιτροπής.

83      Μολονότι από το άρθρο 24, παράγραφος 6, του κανονισμού 1307/2013 προκύπτει ασφαλώς ότι η ύπαρξη δύσκολων καιρικών συνθηκών πρέπει, όπως επισημαίνει η Επιτροπή, να εκτιμάται εντός συγκεκριμένης περιοχής και όχι σε επίπεδο μεμονωμένου αγροτεμαχίου, ωστόσο, η εν λόγω διάταξη δεν παρέχει καμία διευκρίνιση ως προς την έκταση των περιοχών σε σχέση με τις οποίες πρέπει να εκτιμάται αν πληρούται το κριτήριο των δύσκολων καιρικών συνθηκών. Κατά συνέπεια, σε ορεινές ιδίως περιοχές, δεν μπορεί κατ’ αρχήν να αποκλειστεί το ενδεχόμενο γειτονικά αγροτεμάχια να θεωρηθούν ότι ανήκουν σε διαφορετικές περιοχές που χαρακτηρίζονται από διαφορετικές κλιματικές συνθήκες, οι οποίες συνδέονται, για παράδειγμα, με την κλίση ή τον προσανατολισμό των αγροτεμαχίων. Επομένως, το γεγονός ότι ο συντελεστής μείωσης εφαρμόστηκε στους «ορεινούς βοσκότοπους» και όχι στα γειτονικά αγροτεμάχια δεν συνεπάγεται κατ’ ανάγκην εσφαλμένη εφαρμογή του άρθρου 24, παράγραφος 6, του κανονισμού 1307/2013.

84      Εντούτοις, η Δημοκρατία της Αυστρίας, πέραν του ισχυρισμού που προβάλλει ότι οι αρμόδιες αρχές πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τις μικροκλιματικές συνθήκες για την καταχώριση ενός αγροτεμαχίου στο κτηματολόγιο ορεινών βοσκοτόπων, δεν προσκομίζει στοιχεία τα οποία να αποδεικνύουν ότι η προσέγγιση αυτή εφαρμόστηκε κατά τρόπο συγκεκριμένο και συστηματικό κατά την καταχώριση των αγροτεμαχίων στο κτηματολόγιο ορεινών βοσκοτόπων. Συναφώς, επισημαίνεται ότι η Δημοκρατία της Αυστρίας δεν εκθέτει, παραπέμποντας, για παράδειγμα, στη δορυφορική εικόνα που χρησιμοποίησε η Επιτροπή, ποιες είναι οι ιδιαίτερες μικροκλιματικές συνθήκες που θα δικαιολογούσαν την καταχώριση ορισμένων αγροτεμαχίων στο κτηματολόγιο ορεινών βοσκοτόπων, σε αντίθεση με γειτονικά αγροτεμάχια μονίμων βοσκοτόπων.

[παραλειπόμενα]

87      Κατά συνέπεια, όπως επισημαίνει η Επιτροπή, η προσέγγιση των αυστριακών αρχών, η οποία συνίσταται στην εφαρμογή του συντελεστή μείωσης μόνο στα αγροτεμάχια που είχαν χαρακτηρισθεί ως «ορεινοί βοσκότοποι», δεν διασφαλίζει ότι ο εν λόγω συντελεστής εφαρμόστηκε στο σύνολο των αγροτεμαχίων που βρίσκονται σε περιοχές με δύσκολες καιρικές συνθήκες, ούτε διασφαλίζει ότι ο συντελεστής αυτός εφαρμόστηκε μόνο σε αγροτεμάχια που πληρούν πράγματι το εν λόγω κριτήριο.

88      Επομένως, τα επιχειρήματα που προβάλλει η Δημοκρατία της Αυστρίας δεν αναιρούν το συμπέρασμα της Επιτροπής ότι η εφαρμογή του συντελεστή μείωσης δεν ήταν σύμφωνη με το άρθρο 24, παράγραφος 6, του κανονισμού 1307/2013.

89      Από τα προεκτεθέντα προκύπτει ότι πρέπει να απορριφθεί ο πρώτος λόγος ακυρώσεως, με τον οποίο προβάλλεται ότι η επίμαχη δημοσιονομική διόρθωση επιβλήθηκε από την Επιτροπή βάσει εσφαλμένης ερμηνείας του άρθρου 24, παράγραφος 6, του κανονισμού 1307/2013.

 Επί του δευτέρου λόγου ακυρώσεως, με τον οποίο προβάλλεται παράβαση του άρθρου 52, παράγραφος 1, του κανονισμού 1306/2013 λόγω δημοσιονομικής διόρθωσης που στηρίζεται σε εσφαλμένη ερμηνεία του άρθρου 30, παράγραφος 7, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 1307/2013

90      Με αυτόν τον λόγο ακυρώσεως, η Δημοκρατία της Αυστρίας βάλλει κατά της δεύτερης δημοσιονομικής διόρθωσης σχετικά με το διορθωτικό μέτρο που ελήφθη σε συνέχεια της έρευνας AA/2016/007/AT.

[παραλειπόμενα]

 Επί του πρώτου σκέλους, που αφορά εσφαλμένη ερμηνεία του άρθρου 30, παράγραφος 7, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 1307/2013

94      Από τη δικογραφία, και ειδικότερα από την αιτιολογία της συνοπτικής εκθέσεως, που μνημονεύεται στη σκέψη 27 ανωτέρω, προκύπτει ότι η δεύτερη δημοσιονομική διόρθωση στηρίζεται σε ένα πρώτο στοιχείο αιτιολογίας, κατά το οποίο η Δημοκρατία της Αυστρίας δεν μπορούσε, βασιζόμενη στο άρθρο 30, παράγραφος 7, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 1307/2013, να χρηματοδοτήσει από το εθνικό απόθεμα το διορθωτικό μέτρο που συνίστατο στη χορήγηση πρόσθετων δικαιωμάτων ενίσχυσης στους γεωργούς που εκμεταλλεύονται «λειμώνες». Η Επιτροπή έκρινε ότι το εθνικό απόθεμα δεν μπορούσε, βάσει της ανωτέρω διατάξεως, να χρησιμοποιηθεί προς επανόρθωση κατάστασης απορρέουσας από εσφαλμένη εφαρμογή, εκ μέρους των αυστριακών αρχών, του δικαίου της Ένωσης.

95      Η Δημοκρατία της Αυστρίας αμφισβητεί το βάσιμο του πρώτου αυτού στοιχείου αιτιολογίας.

96      Το άρθρο 30 του κανονισμού 1307/2013 ορίζει τα εξής:

«1.      Κάθε κράτος μέλος δημιουργεί εθνικό απόθεμα. Για τον σκοπό αυτό, κατά το πρώτο έτος εφαρμογής του καθεστώτος βασικής ενίσχυσης, τα κράτη μέλη προβαίνουν σε γραμμική ποσοστιαία μείωση του ανώτατου ορίου του καθεστώτος βασικής ενίσχυσης σε εθνικό επίπεδο.

[…]

4.      Τα κράτη μέλη χορηγούν δικαιώματα ενίσχυσης από το εθνικό τους απόθεμα ή τα περιφερειακ[ά] τους αποθέματα σύμφωνα με αντικειμενικά κριτήρια και κατά τρόπο ώστε να διασφαλίζεται η ίση μεταχείριση των γεωργών και να αποφεύγονται οι στρεβλώσεις της αγοράς και του ανταγωνισμού.

[…]

6.      Τα κράτη μέλη χρησιμοποιούν το εθνικό τους απόθεμα ή τα περιφερειακ[ά] τους αποθέματα για τη χορήγηση δικαιωμάτων ενίσχυσης, κατά προτεραιότητα, σε γεωργούς νεαρής ηλικίας και σε γεωργούς που αρχίζουν τη γεωργική τους δραστηριότητα.

7.      Τα κράτη μέλη μπορούν να χρησιμοποιούν το εθνικό τους απόθεμα ή τα περιφερειακά τους αποθέματα για:

α)      να χορηγήσουν δικαιώματα ενίσχυσης σε γεωργούς προκειμένου να αποφεύγεται η εγκατάλειψη της γης, μεταξύ άλλων σε περιοχές στις οποίες εφαρμόζονται προγράμματα αναδιάρθρωσης ή προγράμματα ανάπτυξης που υπόκεινται σε κάποια μορφή δημόσιας παρέμβασης·

β)      να χορηγήσουν δικαιώματα ενίσχυσης σε γεωργούς ως αντιστάθμιση σε ειδικά μειονεκτήματα·

γ)      να χορηγήσουν δικαιώματα ενίσχυσης σε γεωργούς οι οποίοι δεν μπόρεσαν να λάβουν δικαιώματα ενίσχυσης δυνάμει του παρόντος Κεφαλαίου λόγω ανωτέρας βίας ή εξαιρετικών περιστάσεων·

δ)      να χορηγήσουν, όταν εφαρμόζουν το άρθρο 21 παράγραφος 3 του παρόντος κανονισμού, δικαιώματα ενίσχυσης σε γεωργούς των οποίων ο αριθμός επιλεξίμων εκταρίων που θα δηλώσουν το 2015 σύμφωνα με το άρθρο 72 παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, στοιχείο α) του κανονισμού […] αριθ. 1306/2013 και που είναι στη διάθεσή τους κατά την καθορισμένη από το συγκεκριμένο κράτος μέλος ημερομηνία, η οποία δεν μπορεί να είναι μεταγενέστερη της ημερομηνίας που έχει καθορίσει το εν λόγω κράτος μέλος για την τροποποίηση της αίτησης ενίσχυσης, είναι μεγαλύτερος από τον αριθμό των ιδιόκτητων ή μισθωμένων δικαιωμάτων ενίσχυσης που ορίζεται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1782/2003 και τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 73/2009 και που κατέχει ο γεωργός κατά την τελική ημερομηνία υποβολής αιτήσεων που καθορίζεται σύμφωνα με το στοιχείο β) του άρθρου 78 πρώτο εδάφιο του κανονισμού […] αριθ. 1306/2013·

ε)      να αυξήσουν γραμμικά σε μόνιμη βάση την αξία όλων των δικαιωμάτων ενίσχυσης στο πλαίσιο του καθεστώτος βασικής ενίσχυσης σε εθνικό ή περιφερειακό επίπεδο αν το εθνικό απόθεμα ή τα περιφερειακά αποθέματα υπερβαίνουν το 0,5 % του ετήσιου εθνικού ή περιφερειακού ανώτατου ορίου για το καθεστώς βασικής ενίσχυσης, υπό την προϋπόθεση ότι επαρκή ποσά παραμένουν διαθέσιμα για την κάλυψη της κατανομής όπως αυτή ορίζεται στην παράγραφο 6, στα στοιχεία α) και β) της παρούσας παραγράφου και στην παράγραφο 9 του παρόντος άρθρου.

στ)      να καλύψουν τις ετήσιες ανάγκες πληρωμών που πρέπει να δοθούν σύμφωνα με το άρθρο 51 παράγραφος 2 και το άρθρο 65 παράγραφοι 1, 2 και 3 του παρόντος κανονισμού.

Για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου, τα κράτη μέλη αποφασίζουν τις προτεραιότητες μεταξύ των διαφορετικών επιλογών που αναφέρονται σε αυτήν.

[…]»

97      Η Δημοκρατία της Αυστρίας υποστηρίζει ότι η αρχική χορήγηση μη επαρκών δικαιωμάτων ενίσχυσης στους γεωργούς που εκμεταλλεύονται «λειμώνες», λόγω εσφαλμένης εφαρμογής του συντελεστή μείωσης, συνιστούσε για τους εν λόγω γεωργούς ειδικό μειονέκτημα κατά την έννοια του άρθρου 30, παράγραφος 7, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 1307/2013. Αντιθέτως, κατά την Επιτροπή, η έννοια του ειδικού μειονεκτήματος δεν μπορεί να τύχει εφαρμογής σε περίπτωση κατά την οποία, όπως εν προκειμένω, το μειονέκτημα, που υφίστανται ορισμένοι γεωργοί, οφείλεται σε παράβαση από το οικείο κράτος μέλος των διατάξεων του δικαίου της Ένωσης.

98      Κατά πάγια νομολογία, για την ερμηνεία διατάξεως του δικαίου της Ένωσης πρέπει να λαμβάνεται υπόψη όχι μόνον το γράμμα της, αλλά και το πλαίσιο στο οποίο εντάσσεται και οι σκοποί που επιδιώκονται με τη ρύθμιση της οποίας αυτή αποτελεί μέρος (πρβλ. απόφαση της 26ης Σεπτεμβρίου 2018, Baumgartner, C‑513/17, EU:C:2018:772, σκέψη 23 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

99      Κατά πρώτον, όσον αφορά το γράμμα της επίμαχης διατάξεως, επισημαίνεται ότι το άρθρο 30, παράγραφος 7, του κανονισμού 1307/2013 περιέχει εξαντλητικό κατάλογο περιπτώσεων χρήσεως του εθνικού αποθέματος που επιτρέπονται από την εν λόγω διάταξη. Επομένως, για να είναι δυνατό να γίνει δεκτό ότι επιτρέπεται από το άρθρο 30, παράγραφος 7, του κανονισμού 1307/2013, η χρήση του αποθέματος πρέπει οπωσδήποτε να εμπίπτει σε μία από τις περιπτώσεις που μνημονεύονται στα στοιχεία αʹ έως στʹ, της εν λόγω διατάξεως, γεγονός το οποίο δεν αμφισβητείται από τους διαδίκους, και ιδίως από τη Δημοκρατία της Αυστρίας, η οποία θεωρεί ότι χρησιμοποίησε το εθνικό απόθεμα σύμφωνα με το άρθρο 30, παράγραφος 7, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 1307/2013.

100    Εξάλλου, επισημαίνεται ότι η έννοια των «ειδικών μειονεκτημάτων» δεν ορίζεται στον κανονισμό 1307/2013. Στην καθημερινή γλώσσα, ο όρος «μειονέκτημα» παραπέμπει σε ζημία ή κατάσταση κατωτερότητας η οποία υφίσταται ως προς ένα πρόσωπο. Η χρήση του ρήματος «αντισταθμίζουν» στην επίμαχη διάταξη επιβεβαιώνει ότι τα επίμαχα μειονεκτήματα προσομοιάζουν με ζημία την οποία υφίσταται ο γεωργός.

101    Πρέπει επίσης να ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι το επίθετο «ειδικός» χρησιμοποιείται στην επίμαχη διάταξη για να χαρακτηρίσει το μειονέκτημα που υφίσταται ο γεωργός. Ο ως άνω όρος, ο οποίος, κατά κυριολεξία, αναφέρεται σε αυτό που αποτελεί χαρακτηριστικό ενός είδους ή που είναι κοινό σε όλα τα άτομα του ίδιου είδους, συνηγορεί υπέρ μιας ερμηνείας σύμφωνα με την οποία τα επίμαχα μειονεκτήματα αφορούν ορισμένες κατηγορίες γεωργών που διακρίνονται από τις υπόλοιπες λόγω ιδιαιτεροτήτων οι οποίες είναι συμφυείς με την κατάστασή τους.

102    Αντιθέτως, το γεγονός ότι οι γεωργοί υφίστανται τις συνέπειες της εκ μέρους κράτους μέλους εσφαλμένης εφαρμογής του δικαίου της Ένωσης δεν αρκεί για να γίνει δεκτό ότι οι γεωργοί αυτοί εμπίπτουν σε ειδική κατηγορία και ότι το μειονέκτημα που υφίστανται λόγω του ανωτέρω σφάλματος πρέπει, για τον λόγο αυτόν, να θεωρηθεί ότι τους αφορά ειδικά. Τούτο ισχύει κατά μείζονα λόγο καθόσον, ανάλογα με τη διάταξη περί της οποίας πρόκειται και τη φύση της πλημμέλειας στην οποία υπέπεσε κράτος μέλος, το εν λόγω σφάλμα μπορεί να επηρεάσει μεγαλύτερο ή μικρότερο αριθμό γεωργών ή, σε ορισμένες περιπτώσεις, το σύνολο των γεωργών του οικείου κράτους μέλους.

103    Επομένως, το γράμμα του άρθρου 30, παράγραφος 7, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 1307/2013 συνηγορεί υπέρ μιας ερμηνείας της εν λόγω διατάξεως κατά την οποία η έννοια των «ειδικών μειονεκτημάτων» δεν περιλαμβάνει τα μειονεκτήματα που προκύπτουν από εσφαλμένη εφαρμογή, εκ μέρους κράτους μέλους, του δικαίου της Ένωσης.

104    Εντούτοις, από τη γραμματική ερμηνεία της επίμαχης διατάξεως δεν είναι δυνατό να συναχθεί οριστικό συμπέρασμα, οπότε πρέπει να αναλυθούν το πλαίσιο και οι σκοποί που επιδιώκονται με τη ρύθμιση της οποίας αποτελεί μέρος η εν λόγω διάταξη.

105    Κατά δεύτερον, όσον αφορά το πλαίσιο στο οποίο εντάσσεται η επίμαχη διάταξη, πρέπει να εξεταστεί, όπως προτείνει η Επιτροπή, η σχέση μεταξύ των παραγράφων 6 και 7 του άρθρου 30 του κανονισμού 1307/2013. Η χρήση, στην παράγραφο 6, των όρων «κατά προτεραιότητα» θα πρέπει να νοηθεί υπό την έννοια ότι μόνον εφόσον απομένουν επαρκή κεφάλαια στο εθνικό απόθεμα μετά την κατά προτεραιότητα χορήγηση που προβλέπεται στην εν λόγω παράγραφο, μπορούν τα κράτη μέλη να διαθέτουν τα κεφάλαια για τους επικουρικούς σκοπούς που ορίζονται στην παράγραφο 7 (πρβλ. απόφαση της 10ης Μαρτίου 2021, Staatliches Amt für Landwirtschaft und Umwelt Mittleres Mecklenburg, C‑365/19, EU:C:2021:189, σκέψη 29). Από την ως άνω σχέση προτεραιότητας που υφίσταται μεταξύ των παραγράφων 6 και 7 του άρθρου 30 του κανονισμού 1307/2013 προκύπτει ότι οι περιπτώσεις χρήσεως του αποθέματος που προβλέπονται στην παράγραφο 7, οι οποίες έχουν επικουρικό χαρακτήρα σε σχέση με τις προβλεπόμενες στην παράγραφο 6, δεν πρέπει να ερμηνεύονται ευρέως.

106    Επίσης, όσον αφορά το πλαίσιο στο οποίο εντάσσεται η επίμαχη διάταξη, πρέπει να σημειωθεί ότι ο κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 639/2014 της Επιτροπής, της 11ης Μαρτίου 2014, για τη συμπλήρωση του κανονισμού 1307/2013 και για την τροποποίηση του παραρτήματος X του εν λόγω κανονισμού (ΕΕ 2014, L 181, σ. 1), περιλαμβάνει διευκρινίσεις σχετικά με τον όρο «ειδικό μειονέκτημα» κατά την έννοια του άρθρου 30, παράγραφος 7, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 1307/2013.

107    Συγκεκριμένα, το άρθρο 31, παράγραφος 2, του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού 639/2014 προβλέπει ότι, όταν ένας γεωργός λαμβάνει δικαιώματα ενίσχυσης λιγότερα από ένα ορισμένο ποσοστό των επιλέξιμων εκταρίων του, λόγω της εφαρμογής ενός ή περισσότερων περιορισμών στη χορήγηση των δικαιωμάτων ενίσχυσης, οι οποίοι προβλέπονται από το άρθρο 24, παράγραφοι 3 έως 7, του κανονισμού 1307/2013, μπορεί να θεωρηθεί ότι βρίσκεται σε κατάσταση που συνεπάγεται «ειδικό μειονέκτημα» κατά την έννοια του άρθρου 30, παράγραφος 7, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 1307/2013.

108    Επομένως, το άρθρο 31, παράγραφος 2, του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού 639/2014 ενισχύει την ερμηνεία κατά την οποία η έννοια των «ειδικών μειονεκτημάτων» αναφέρεται πιο συγκεκριμένα σε μειονεκτήματα που είναι συμφυή με την ιδιαίτερη κατάσταση στην οποία βρίσκονται ορισμένοι γεωργοί, η οποία μπορεί, μεταξύ άλλων, να προκύπτει από τη –νόμιμη– εφαρμογή ορισμένων διατάξεων του κανονισμού 1307/2013.

109    Η ως άνω περίπτωση είναι διαφορετική από την υπό κρίση, στην οποία ένα κράτος μέλος, κατά την πρώτη χορήγηση δικαιωμάτων ενίσχυσης στο πλαίσιο της εφαρμογής του καθεστώτος βασικής ενίσχυσης, εφάρμοσε εσφαλμένα τις διατάξεις του κανονισμού 1307/2013 και αποφάσισε, προς επανόρθωση της εν λόγω κατάστασης, να χορηγήσει σε ορισμένους γεωργούς δικαιώματα ενίσχυσης τα οποία θα έπρεπε να τους είχαν χορηγηθεί εξαρχής, αν οι σχετικές διατάξεις είχαν εφαρμοστεί ορθώς.

110    Αντιθέτως, μολονότι η Επιτροπή υποστηρίζει, όσον αφορά το πλαίσιο στο οποίο εντάσσεται η επίμαχη διάταξη, ότι οι λοιπές περιπτώσεις χρήσεως του αποθέματος που προβλέπονται στο άρθρο 30, παράγραφος 7, του κανονισμού 1307/2013 αποσκοπούν στην αντιστάθμιση της ζημίας των γεωργών για τα μειονεκτήματα που είναι συμφυή με την κατάστασή τους, τούτο δεν ισχύει όσον αφορά το άρθρο 30, παράγραφος 7, στοιχεία εʹ και στʹ, του εν λόγω κανονισμού. Επομένως, η σύγκριση του άρθρου 30, παράγραφος 7, στοιχείο βʹ, του εν λόγω κανονισμού με τις λοιπές περιπτώσεις χρήσεως του αποθέματος που προβλέπει η εν λόγω παράγραφος δεν ενισχύει τη μεν ή τη δε από τις ερμηνείες που προβάλλουν οι διάδικοι.

111    Κατά τρίτον, όσον αφορά τους σκοπούς που επιδιώκονται με τη ρύθμιση της οποίας η επίμαχη διάταξη αποτελεί μέρος, επισημαίνεται ότι ο σκοπός τον οποίο επιδιώκει ο νομοθέτης της Ένωσης όσον αφορά την εφαρμογή των εθνικών ή περιφερειακών αποθεμάτων εκτίθεται στην αιτιολογική σκέψη 24 του κανονισμού 1307/2013, κατά την οποία τα «εθνικά ή περιφερειακά αποθέματα θα πρέπει να χρησιμοποιούνται, κατά προτεραιότητα, για να διευκολύνουν τη συμμετοχή γεωργών νεαρής ηλικίας και γεωργών που αρχίζουν τη γεωργική δραστηριότητά τους στο καθεστώς και η χρήση τους θα πρέπει να επιτρέπεται προκειμένου να ληφθούν υπόψη ορισμένες άλλες συγκεκριμένες καταστάσεις». Επομένως, η εφαρμογή του αποθέματος σκοπεί στην παροχή στα κράτη μέλη της δυνατότητας να παρέχουν στήριξη στους γεωργούς που βρίσκονται σε ειδική κατάσταση, κατά προτεραιότητα δε στους νέους γεωργούς και σε εκείνους που αρχίζουν τη γεωργική τους δραστηριότητα.

112    Εν προκειμένω, το μειονέκτημα που υφίστανται οι γεωργοί που εκμεταλλεύονταν «λειμώνες», στους οποίους είχε εφαρμοστεί εσφαλμένως ο συντελεστής μείωσης, δεν ήταν συμφυές με την κατάστασή τους ούτε συνδεόταν με μια ιδιότητα που τους χαρακτήριζε, αλλά προέκυψε από το γεγονός ότι οι αυστριακές αρχές, εφαρμόζοντας εσφαλμένα το άρθρο 24, παράγραφος 6, του κανονισμού 1307/2013, τους στέρησαν δικαιώματα ενίσχυσης τα οποία έπρεπε να τους είχαν χορηγηθεί εξαρχής.

113    Επομένως, η προβαλλόμενη από τη Δημοκρατία της Αυστρίας περίσταση ότι η εσφαλμένη εφαρμογή του δικαίου της Ένωσης επηρέασε μόνον τους κατόχους «λειμώνων», περίσταση η οποία εξάλλου είναι αμφισβητήσιμη, δεδομένου ότι, όπως ορθώς επισημαίνει η Επιτροπή, η επίμαχη παρατυπία είχε συνέπειες επί της αξίας των δικαιωμάτων ενίσχυσης του συνόλου των αυστριακών γεωργών, δεν μπορεί να οδηγήσει στο συμπέρασμα ότι οι κάτοχοι «λειμώνων» βρίσκονταν σε κατάσταση που συνιστούσε ειδικό μειονέκτημα το οποίο επέτρεπε στη Δημοκρατία της Αυστρίας να τους χορηγήσει πρόσθετα δικαιώματα ενίσχυσης από το εθνικό απόθεμα βάσει του άρθρου 30, παράγραφος 7, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 1307/2013.

114    Από τα προεκτεθέντα προκύπτει ότι ορθώς η Επιτροπή έκρινε ότι η χορήγηση πρόσθετων δικαιωμάτων ενίσχυσης στους γεωργούς που εκμεταλλεύονται «λειμώνες», για την αντιμετώπιση της εσφαλμένης εφαρμογής του συντελεστή μείωσης, δεν μπορούσε να χρηματοδοτηθεί από το εθνικό απόθεμα βάσει του άρθρου 30, παράγραφος 7, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 1307/2013.

[παραλειπόμενα]

118    Από τα ανωτέρω συνάγεται ότι η Δημοκρατία της Αυστρίας αβασίμως βάλλει κατά του πρώτου στοιχείου αιτιολογίας επί του οποίου στηρίζεται η δεύτερη δημοσιονομική διόρθωση και ότι, κατά συνέπεια, το πρώτο σκέλος του δευτέρου λόγου ακυρώσεως πρέπει να απορριφθεί.

[παραλειπόμενα]

 Επί του τρίτου λόγου ακυρώσεως, με τον οποίο προβάλλεται παράβαση του άρθρου 52, παράγραφος 4, στοιχείο αʹ, του κανονισμού 1306/2013

135    Με αυτόν τον λόγο ακυρώσεως, η Δημοκρατία της Αυστρίας υποστηρίζει ότι η Επιτροπή παρέβη το άρθρο 52, παράγραφος 4, στοιχείο αʹ, του κανονισμού 1306/2013, καθόσον οι δαπάνες που αποκλείστηκαν από τη χρηματοδότηση της Ένωσης με την προσβαλλόμενη απόφαση περιλαμβάνουν πληρωμές οι οποίες πραγματοποιήθηκαν πριν από τις 27 Νοεμβρίου 2016.

136    Ο λόγος αυτός αφορά την πρώτη δημοσιονομική διόρθωση, η οποία καλύπτει τα έτη υποβολής αιτήσεων 2015 έως 2019, ήτοι τα οικονομικά έτη 2016 έως 2020.

137    Το άρθρο 52, παράγραφος 4, του κανονισμού 1306/2013 ορίζει τα εξής:

«Η απόρριψη χρηματοδότησης δεν μπορεί να αφορά:

α)      δαπάνες που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 και πραγματοποιήθηκαν νωρίτερα από 24 μήνες πριν από την έγγραφη ανακοίνωση των πορισμάτων των επιθεωρήσεων στο κράτος μέλος από την Επιτροπή·

[…]».

138    Η ανακοίνωση του αποτελέσματος των επιθεωρήσεων της Επιτροπής αντιστοιχεί στην κοινοποίηση του άρθρου 34, παράγραφος 2, πρώτο εδάφιο, του εκτελεστικού κανονισμού 908/2014, διά της οποίας η Επιτροπή γνωστοποιεί τα πορίσματά της στο κράτος μέλος, προσδιορίζοντας τα αναγκαία διορθωτικά μέτρα για να διασφαλιστεί η μελλοντική συμμόρφωση με τους κανόνες και αναφέροντας το προσωρινό ύψος της δημοσιονομικής διόρθωσης που θεωρεί ότι αντιστοιχεί στα εν λόγω πορίσματα σε εκείνο το στάδιο της διαδικασίας.

139    Από τη νομολογία προκύπτει ότι, προκειμένου να επιτελέσει τη λειτουργία προειδοποίησης που περιγράφεται ανωτέρω, η κοινοποίηση αυτή πρέπει να παρέχει στο οικείο κράτος μέλος πλήρη γνώση των επιφυλάξεων της Επιτροπής. Επομένως, στην κοινοποίηση πρέπει να εκτίθεται, με επαρκή ακρίβεια, το αντικείμενο της έρευνας που διενήργησε η Επιτροπή και οι διαπιστωθείσες κατά την έρευνα ελλείψεις, καθότι είναι δυνατόν να γίνει αργότερα επίκληση των ελλείψεων αυτών ως αποδεικτικών στοιχείων περί της σοβαρής και εύλογης αμφιβολίας που διατηρεί η Επιτροπή όσον αφορά τους ελέγχους των εθνικών αρχών ή όσον αφορά αριθμητικά στοιχεία που αυτές διαβίβασαν και, κατά τον τρόπο αυτόν, να δικαιολογηθούν οι δημοσιονομικές διορθώσεις που επιβάλλει η Επιτροπή με την τελική της απόφαση περί αποκλεισμού από τη χρηματοδότηση της Ένωσης ορισμένων δαπανών στις οποίες προέβη το οικείο κράτος μέλος στο πλαίσιο του ΕΓΤΕ (πρβλ., και κατ’ αναλογίαν, αποφάσεις της 7ης Ιουνίου 2013, Πορτογαλία κατά Επιτροπής, T‑2/11, EU:T:2013:307, σκέψεις 58 και 59 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία, και της 25ης Σεπτεμβρίου 2018, Σουηδία κατά Επιτροπής, T‑260/16, EU:T:2018:597, σκέψεις 39 και 40).

140    Επομένως, η κοινοποίηση κατά το άρθρο 34, παράγραφος 2, του εκτελεστικού κανονισμού 908/2014, εφόσον πληροί τις απαιτήσεις που μνημονεύονται στη σκέψη 139 ανωτέρω, αποτελεί το σημείο αναφοράς για τον υπολογισμό της προθεσμίας των 24 μηνών που προβλέπει το άρθρο 52, παράγραφος 4, στοιχείο αʹ, του κανονισμού 1306/2013 (βλ., κατ’ αναλογίαν, απόφαση της 3ης Μαΐου 2012, Ισπανία κατά Επιτροπής, C‑24/11 P, EU:C:2012:266, σκέψη 31).

141    Από τη νομολογία προκύπτει επίσης ότι ο περιορισμός της περιόδου σε σχέση με την οποία η Επιτροπή μπορεί να αποκλείσει ορισμένες δαπάνες από τη χρηματοδότηση της Ένωσης σκοπεί να προστατεύσει τα κράτη μέλη από την έλλειψη ασφάλειας δικαίου που θα προέκυπτε, αν η Επιτροπή ήταν σε θέση να επαναφέρει το ζήτημα δαπανών οι οποίες είχαν πραγματοποιηθεί πολλά χρόνια πριν από την έκδοση αποφάσεως περί εκκαθάρισης ως προς τη συμμόρφωση (πρβλ. απόφαση της 21ης Μαρτίου 2002, Ισπανία κατά Επιτροπής, C‑130/99, EU:C:2002:192, σκέψη 133).

142    Εν προκειμένω, καίτοι αντικείμενο της έρευνας AA/2016/007/AT αποτελούσε, μεταξύ άλλων, η τήρηση του άρθρου 24, παράγραφος 6, του κανονισμού 1307/2013, εντούτοις, όπως επισημαίνει η Δημοκρατία της Αυστρίας, η Επιτροπή, κατά τη διάρκεια της εν λόγω έρευνας, διαπίστωσε την ύπαρξη παραβάσεως συνδεόμενης με το σφάλμα που συνίστατο στην εφαρμογή του συντελεστή μείωσης μόνον σε σχέση με τους «λειμώνες». Μολονότι στη διάρκεια της ίδιας αυτής έρευνας είχε γίνει αναφορά στην κατάσταση των «ορεινών βοσκότοπων», εντούτοις δεν διαπιστώθηκε καμία παράβαση ως προς το σημείο αυτό κατά το πέρας της έρευνας. Συναφώς, επισημαίνεται ότι, στο πλαίσιο της έρευνας AA/2018/010/AT, η Επιτροπή, με την από 27 Νοεμβρίου 2018 ανακοίνωσή της, διευκρίνισε ότι μέχρι τότε είχε θεωρήσει, βάσει των εξηγήσεων που είχαν παράσχει οι αυστριακές αρχές στο πλαίσιο της έρευνας AA/2016/007/AT, ότι το κριτήριο των δύσκολων καιρικών συνθηκών, το οποίο προβλέπεται στο άρθρο 24, παράγραφος 6, του κανονισμού 1307/2013, είχε εφαρμοστεί ορθώς όσον αφορά τους «ορεινούς βοσκότοπους».

143    Από τα προεκτεθέντα προκύπτει ότι η ανακοίνωση της 27ης Νοεμβρίου 2018, που απεστάλη στη Δημοκρατία της Αυστρίας στο πλαίσιο της έρευνας AA/2018/010/AT, ήταν εκείνη η οποία, για πρώτη φορά, προσδιόριζε με επαρκή ακρίβεια τη διαπιστωθείσα από την Επιτροπή έλλειψη που συνδεόταν με την εσφαλμένη εφαρμογή του συντελεστή μείωσης στους «ορεινούς βοσκότοπους».

144    Εξάλλου, μολονότι η ιδιαίτερη κατάσταση των «ορεινών βοσκοτόπων» εξετάστηκε κατά τη διάρκεια της πρώτης έρευνας, χωρίς ωστόσο η Επιτροπή να καταλήξει, κατά το στάδιο αυτό, στο συμπέρασμα ότι υφίστατο έλλειψη συναφώς, το γεγονός αυτό δεν μπορεί, εν πάση περιπτώσει, όπως υποστηρίζει η Δημοκρατία της Αυστρίας, να επηρεάσει την εφαρμογή του χρονικού περιορισμού για τις δημοσιονομικές διορθώσεις που προβλέπεται στο άρθρο 52, παράγραφος 4, στοιχείο αʹ, του κανονισμού 1306/2013.

145    Συνεπώς, όπως υποστηρίζει η Δημοκρατία της Αυστρίας, μεταξύ άλλων όσον αφορά τις δημοσιονομικές συνέπειες της παράβασης η οποία αφορά την εσφαλμένη εφαρμογή του συντελεστή μείωσης στους «ορεινούς βοσκότοπους» και η οποία οδήγησε στην πρώτη δημοσιονομική διόρθωση, η ανακοίνωση της 27ης Νοεμβρίου 2018 αποτέλεσε την αφετηρία της περιόδου των 24 μηνών που αναφέρεται στο άρθρο 52, παράγραφος 4, στοιχείο αʹ, του κανονισμού 1306/2013. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή δεν μπορούσε να αποκλείσει από τη χρηματοδότηση της Ένωσης δαπάνες οι οποίες είχαν πραγματοποιηθεί πριν από τις 27 Νοεμβρίου 2016.

146    Από τη δικογραφία, και ιδίως από την προσβαλλόμενη απόφαση, προκύπτει ότι, στο πλαίσιο της πρώτης δημοσιονομικής διόρθωσης, η οποία προσδιορίζεται στον συνημμένο στην εν λόγω απόφαση πίνακα με την αιτιολογία «σύγκλιση κατανομής δικαιωμάτων», η Επιτροπή απέκλεισε από τη χρηματοδότηση της Ένωσης δαπάνες οι οποίες είχαν πραγματοποιηθεί για τα οικονομικά έτη 2016 και 2017, τα οποία άρχιζαν, αντιστοίχως, στις 16 Οκτωβρίου 2015 και στις 16 Οκτωβρίου 2016. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή απέκλεισε από τη χρηματοδότηση της Ένωσης δαπάνες οι οποίες είχαν πραγματοποιηθεί πριν από τις 27 Νοεμβρίου 2016. Ενεργώντας κατά τα ανωτέρω, η Επιτροπή παρέβη το άρθρο 52, παράγραφος 4, του κανονισμού 1306/2013.

[παραλειπόμενα]

152    Κατά συνέπεια, η προσβαλλόμενη απόφαση πρέπει να ακυρωθεί κατά το μέρος που, όσον αφορά την επίμαχη πρώτη δημοσιονομική διόρθωση, απέκλεισε από τη χρηματοδότηση της Ένωσης δαπάνες οι οποίες είχαν πραγματοποιηθεί πριν από τις 27 Νοεμβρίου 2016.

[παραλειπόμενα]

Για τους λόγους αυτούς,

ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (δέκατο τμήμα)

αποφασίζει:

1)      Ακυρώνει την εκτελεστική απόφαση (ΕΕ) 2022/908 της Επιτροπής, της 8ης Ιουνίου 2022, για τον αποκλεισμό από τη χρηματοδότηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης ορισμένων δαπανών που πραγματοποιήθηκαν από τα κράτη μέλη στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου Εγγυήσεων (ΕΓΤΕ) και του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΓΤΑΑ) κατά το μέρος που, όσον αφορά τη δημοσιονομική διόρθωση η οποία προσδιορίζεται στον συνημμένο στην εν λόγω απόφαση πίνακα με την αιτιολογία «σύγκλιση κατανομής δικαιωμάτων» και αναφέρεται στα οικονομικά έτη 2015 και 2016, αποκλείει από τη χρηματοδότηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης τις δαπάνες που πραγματοποιήθηκαν από τη Δημοκρατία της Αυστρίας στο πλαίσιο του ΕΓΤΕ πριν από τις 27 Νοεμβρίου 2016.

2)      Απορρίπτει κατά τα λοιπά την προσφυγή.

3)      Η Δημοκρατία της Αυστρίας και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή φέρουν τα δικαστικά έξοδά τους.

Porchia

Madise

Verschuur

Δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στο Λουξεμβούργο στις 7 Φεβρουαρίου 2024.

(υπογραφές)


*      Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική.


1      Παρατίθενται μόνον οι σκέψεις των οποίων η δημοσίευση κρίνεται σκόπιμη από το Γενικό Δικαστήριο.