Language of document : ECLI:EU:C:2018:943

Υπόθεση C-575/17

SofinaSA κ.λπ.

κατά

Ministre de l’Action και des Comptes publics

[αίτηση του Conseil d’État (Γαλλία)
για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως]

«Προδικαστική παραπομπή – Ελεύθερη κυκλοφορία των κεφαλαίων – Παρακράτηση στην πηγή επί του ακαθάριστου ποσού των ημεδαπής προελεύσεως μερισμάτων που καταβάλλονται σε εδρεύουσες στην αλλοδαπή εταιρίες – Αναβολή της φορολογήσεως των μερισμάτων που διανέμονται σε εδρεύουσα στην ημεδαπή εταιρία σε περίπτωση ζημιογόνου χρήσεως – Διαφορετική μεταχείριση – Δικαιολόγηση – Συγκρισιμότητα – Ισόρροπη κατανομή της φορολογικής εξουσίας μεταξύ των κρατών μελών – Αποτελεσματική είσπραξη του φόρου – Αναλογικότητα – Δυσμενής διάκριση»

Περίληψη – Απόφαση του Δικαστηρίου (πέμπτο τμήμα)
της 22ας Νοεμβρίου 2018

Ελεύθερη κυκλοφορία των κεφαλαίων και ελευθερία των πληρωμών – Περιορισμοί – Φορολογική νομοθεσία – Φορολογία των μερισμάτων – Φορολόγηση κατά το κοινό καθεστώς των μερισμάτων που εισπράττουν εδρεύουσες στην ημεδαπή εταιρίες, η οποία καθιστά δυνατή την αναβολή της φορολογήσεως ή, ακόμη, και την οριστική απαλλαγή από αυτήν – Εθνική νομοθεσία επιβάλλουσα οριστική παρακράτηση φόρου στην πηγή επί των μερισμάτων που διανέμονται σε εδρεύουσες στην αλλοδαπή εταιρίες – Δεν επιτρέπεται – Δικαιολογητικοί λόγοι – Δεν συντρέχουν

(Άρθρα 63 ΣΛΕΕ και 65 ΣΛΕΕ)

Τα άρθρα 63 και 65 ΣΛΕΕ έχουν την έννοια ότι αντιτίθενται σε νομοθετική ρύθμιση κράτους μέλους, όπως η επίμαχη στην κύρια δίκη, βάσει της οποίας τα μερίσματα που διανέμονται από εδρεύουσα στην ημεδαπή εταιρία υπόκεινται σε παρακράτηση φόρου στην πηγή όταν εισπράττονται από εδρεύουσα στην αλλοδαπή εταιρία, ενώ, όταν εισπράττονται από εδρεύουσα στην ημεδαπή εταιρία, φορολογούνται κατά το κοινό καθεστώς του φόρου εταιριών στο τέλος της χρήσεως κατά την οποία εισπράχθηκαν, μόνον εφόσον η τελευταία αυτή εταιρία παρουσίασε κερδοφόρο αποτέλεσμα κατά τη χρήση αυτή, τέτοια δε φορολόγηση ενδέχεται να μην λάβει ποτέ χώρα εάν η εν λόγω εταιρία παύσει τις δραστηριότητές της χωρίς να έχει επιτύχει κερδοφόρο αποτέλεσμα μετά την είσπραξη των μερισμάτων αυτών.

Συναφώς, το Δικαστήριο έχει δεχθεί ότι η διαφύλαξη της κατανομής της φορολογικής εξουσίας μεταξύ των κρατών μελών αποτελεί θεμιτό σκοπό και ότι, εφόσον η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν έχει θεσπίσει μέτρα ενοποιήσεως ή εναρμονίσεως, τα κράτη μέλη εξακολουθούν να είναι αρμόδια να καθορίζουν, συμβατικώς ή μονομερώς, τα κριτήρια κατανομής της φορολογικής εξουσίας τους (απόφαση της 13ης Ιουλίου 2016, Brisal και KBC Finance Ireland, C-18/15, EU:C:2016:549, σκέψη 35).

Η δικαιολόγηση αυτή μπορεί να γίνει δεκτή εφόσον, μεταξύ άλλων, το επίμαχο καθεστώς σκοπεί να αποτρέψει συμπεριφορές δυνάμενες να υπονομεύσουν το δικαίωμα κράτους μέλους να ασκεί τη φορολογική του αρμοδιότητα όσον αφορά δραστηριότητες που ασκούνται εντός της επικράτειάς του (απόφαση της 12ης Ιουλίου 2012, Επιτροπή κατά Ισπανίας, C-269/09, EU:C:2012:439, σκέψη 77).

Βέβαια, εάν, εν τέλει, η εδρεύουσα στην αλλοδαπή εταιρία δεν επέστρεφε στην κερδοφορία πριν παύσει τις δραστηριότητές της, θα επερχόταν πραγματική απαλλαγή των εισοδημάτων από μερίσματα, με αποτέλεσμα απώλεια φορολογικών εσόδων για το κράτος μέλος φορολογήσεως.

Ωστόσο, αφενός, όπως προκύπτει από τη νομολογία του Δικαστηρίου, η μείωση των φορολογικών εσόδων δεν μπορεί να θεωρηθεί επιτακτικός λόγος γενικού συμφέροντος δυνάμενος να προβληθεί για τη δικαιολόγηση μέτρου το οποίο κατ’ αρχήν αντιβαίνει σε θεμελιώδη ελευθερία (απόφαση της 20ής Οκτωβρίου 2011, Επιτροπή κατά Γερμανίας, C-284/09, EU:C:2011:670, σκέψη 83).

Αφετέρου, εφόσον τα κράτη μέλη κάνουν χρήση της ελευθερίας να φορολογούν τα εισοδήματα που αποκτώνται εντός της επικράτειάς τους, οφείλουν να τηρούν την αρχή της ίσης μεταχειρίσεως και τις ελευθερίες κυκλοφορίας που κατοχυρώνει το πρωτογενές δίκαιο της Ένωσης (πρβλ. απόφαση της 13ης Ιουλίου 2016, Brisal και KBC Finance Ireland, C-18/15, EU:C:2016:549, σκέψη 36).

Η παρακράτηση στην πηγή στην οποία υπόκεινται τα μερίσματα που καταβάλλονται στις εδρεύουσες στην αλλοδαπή εταιρίες καθιστά δυνατό τον περιορισμό της γραφειοκρατίας την οποία συνεπάγεται η υποχρέωση, για τις εν λόγω εταιρείες, να δηλώνουν τα εισοδήματά τους στη γαλλική φορολογική αρχή στο τέλος της φορολογικής χρήσεως.

Συναφώς, το Δικαστήριο έχει κρίνει ότι η ανάγκη διασφαλίσεως της αποτελεσματικής εισπράξεως του φόρου συνιστά θεμιτό σκοπό ικανό να δικαιολογήσει περιορισμό των θεμελιωδών ελευθεριών, υπό την επιφύλαξη, εντούτοις, ότι η εφαρμογή του περιορισμού αυτού είναι κατάλληλη να διασφαλίσει την επίτευξη του επιδιωκόμενου σκοπού και δεν βαίνει πέραν του αναγκαίου για την επίτευξή του μέτρου (πρβλ. απόφαση της 13ης Ιουλίου 2016, Brisal και KBC Finance Ireland, C-18/15, EU:C:2016:549, σκέψη 39).

Επιπλέον, το Δικαστήριο έχει κρίνει ότι η διαδικασία παρακρατήσεως φόρου στην πηγή συνιστά θεμιτό και κατάλληλο μέσο για να διασφαλισθεί η φορολόγηση των εισοδημάτων υποκειμένου στον φόρο εγκατεστημένου εκτός του κράτους φορολογήσεως (απόφαση της 18ης Οκτωβρίου 2012, X, C-498/10, EU:C:2012:635, σκέψη 39).

Συναφώς, υπενθυμίζεται ότι ο περιορισμός της ελεύθερης κυκλοφορίας των κεφαλαίων συνεπεία της επίμαχης στην κύρια δίκη εθνικής νομοθετικής ρυθμίσεως έγκειται, όπως προκύπτει από τη σκέψη 34 της παρούσας αποφάσεως, στο γεγονός ότι, αντιθέτως προς τις εδρεύουσες στην ημεδαπή ζημιογόνες εταιρίες, οι εδρεύουσες στην αλλοδαπή εταιρίες που είναι και αυτές ζημιογόνες δεν απολαύουν του ευεργετήματος της αναβολής όσον αφορά τη φορολόγηση των μερισμάτων που εισπράττουν.

Πλην όμως, τυχόν αναγνώριση, υπέρ των εδρευουσών στην αλλοδαπή εταιριών, του ευεργετήματος της αναβολής αυτής, ενώ θα εξάλειφε κατ’ ανάγκη τον ανωτέρω περιορισμό, δεν θα υπονόμευε την επίτευξη του σκοπού που αφορά την αποτελεσματική είσπραξη του φόρου που οφείλουν οι εταιρίες αυτές οσάκις εισπράττουν μερίσματα από εδρεύουσα στην ημεδαπή εταιρία.

Κατά συνέπεια, η αναγνώριση του πλεονεκτήματος, το οποίο συνδέεται με την αναβολή της φορολογήσεως των διανεμομένων μερισμάτων, και υπέρ των εδρευουσών στην αλλοδαπή εταιριών που είναι ζημιογόνες θα είχε ως αποτέλεσμα την εξάλειψη κάθε περιορισμού στην ελεύθερη κυκλοφορία των κεφαλαίων, χωρίς ωστόσο να παρακωλύσει την επίτευξη του σκοπού που επιδιώκει η επίμαχη στην κύρια δίκη εθνική νομοθετική ρύθμιση.

(βλ. σκέψεις 56, 57, 60-62, 66-70, 77, 79 και διατακτ.)