Language of document : ECLI:EU:T:2012:516

Υπόθεση T‑63/10

Ivan Jurašinović

κατά

Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης

«Πρόσβαση στα έγγραφα — Κανονισμός (ΕΚ) 1049/2001 — Αίτηση προσβάσεως σε ορισμένα έγγραφα ανταλλαγέντα με το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο για την πρώην Γιουγκοσλαβία στο πλαίσιο δίκης — Άρνηση παροχής προσβάσεως — Κίνδυνος να θιγεί η προστασία των διεθνών σχέσεων — Κίνδυνος να θιγεί η προστασία των ενδίκων διαδικασιών και της παροχής νομικών συμβουλών»

Περίληψη — Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου (δεύτερο πενταμελές τμήμα)
της 3ης Οκτωβρίου 2012

1.      Προσφυγή ακυρώσεως — Πράξεις δεκτικές προσφυγής — Απόφαση του Συμβουλίου με την οποία δεν επιτρέπεται η πρόσβαση σε έγγραφα — Έγγραφα στα οποία τρίτος επέτρεψε την πρόσβαση — Προσφυγή η οποία κατέστη άνευ αντικειμένου — Άρνηση αφορώσα έγγραφα που ανταλλάχθηκαν μεταξύ των θεσμικών οργάνων της Ένωσης και του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου για την πρώην Γιουγκοσλαβία στο πλαίσιο δίκης ενώπιον του δικαστηρίου αυτού — Έγγραφα που δεν μπορούν αν θεωρηθούν ως τεθέντα στη διάθεση του κοινού

(Κανονισμός 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου)

2.      Θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης — Δικαίωμα προσβάσεως του κοινού στα έγγραφα — Κανονισμός 1049/2001 — Αντικείμενο — Εξαιρέσεις από το δικαίωμα προσβάσεως στα έγγραφα — Αυστηρή ερμηνεία και εφαρμογή

(Κανονισμός 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, 4η και 11η αιτιολογική σκέψη, άρθρα 1 και 4)

3.      Θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης — Δικαίωμα προσβάσεως του κοινού στα έγγραφα — Κανονισμός 1049/2001 — Εξαιρέσεις από το δικαίωμα προσβάσεως στα έγγραφα — Προστασία του δημοσίου συμφέροντος — Δικαστικός έλεγχος — Περιεχόμενο — Όρια

(Κανονισμός 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 4 § 1, στοιχείο α΄)

4.      Θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης — Δικαίωμα προσβάσεως του κοινού στα έγγραφα — Κανονισμός 1049/2001 — Εξαιρέσεις από το δικαίωμα προσβάσεως στα έγγραφα — Προστασία των ενδίκων διαδικασιών — Υπέρτερο δημόσιο συμφέρον το οποίο δικαιολογεί τη γνωστοποίηση εγγράφων — Υποχρέωση του θεσμικού οργάνου να σταθμίσει τα συμφέροντα που διακυβεύονται

(Κανονισμός 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, 2η αιτιολογική σκέψη και άρθρο 4 § 2, δεύτερη περίπτωση)

5.      Θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης — Δικαίωμα προσβάσεως του κοινού στα έγγραφα — Κανονισμός 1049/2001 — Εξαιρέσεις από το δικαίωμα προσβάσεως στα έγγραφα — Απόφαση του Συμβουλίου με την οποία δεν επιτρέπεται η πρόσβαση σε έγγραφα που ανταλλάχθηκαν μεταξύ των θεσμικών οργάνων της Ένωσης και του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου για την πρώην Γιουγκοσλαβία (ΔΠΔπΓ) στο πλαίσιο δίκης ενώπιον του δικαστηρίου αυτού — Άρνηση στηριζόμενη στις εξαιρέσεις που αφορούν την προστασία των διεθνών σχέσεων και την προστασία των ενδίκων διαδικασιών και της παροχής νομικών συμβουλών — Παραπομπή με την προσβαλλομένη απόφαση στον κανονισμό διαδικασίας και αποδείξεων του ΔΠΔπΓ — Δεν επηρεάζει τη νομιμότητα της αρνήσεως

(Κανονισμός 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρα 4 §§ 1, στοιχείο a΄, και 2, δεύτερη περίπτωση, και 9)

6.      Θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης — Δικαίωμα προσβάσεως του κοινού στα έγγραφα — Κανονισμός 1049/2001 — Εξαιρέσεις από το δικαίωμα προσβάσεως στα έγγραφα — Προστασία των ενδίκων διαδικασιών — Πεδίο εφαρμογής — Διαδικασία η οποία διεξάγεται ενώπιον δικαστηρίου που δεν εμπίπτει στην έννομη τάξη της Ένωσης ούτε στις έννομες τάξεις των κρατών μελών της — Εμπίπτει

(Κανονισμός 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 4 § 2, δεύτερη περίπτωση)

7.      Θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης — Δικαίωμα προσβάσεως του κοινού στα έγγραφα — Κανονισμός 1049/2001 — Εξαιρέσεις από το δικαίωμα προσβάσεως στα έγγραφα — Προστασία των ενδίκων διαδικασιών — Περιεχόμενο — Έγγραφα που ανταλλάχθηκαν μεταξύ, αφενός, του εισαγγελέα ή ενός τμήματος του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου για την πρώην Γιουγκοσλαβία και, αφετέρου, του Υπάτου Εκπροσώπου για την Κοινή Εξωτερική Πολιτική και την Πολιτική Ασφάλειας της Ένωσης, στο πλαίσιο δίκης ενώπιον του εν λόγω δικαστηρίου — Εμπίπτουν — Εκθέσεις των παρατηρητών της Ευρωπαϊκής Ένωσης που ήταν παρόντες στην Κροατία από την 1η έως τις 31 Αυγούστου 1995 — Δεν εμπίπτουν

(Κανονισμός 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 4 § 2, δεύτερη περίπτωση)

8.      Θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης — Δικαίωμα προσβάσεως του κοινού στα έγγραφα — Κανονισμός 1049/2001 — Εξαιρέσεις από το δικαίωμα προσβάσεως στα έγγραφα — Προστασία των ενδίκων διαδικασιών — Έγγραφα προερχόμενα από τρίτους — Υποχρέωση προηγούμενης διαβουλεύσεως με τους ενδιαφερόμενους τρίτους — Περιεχόμενο — Έγγραφα που ανταλλάχθηκαν μεταξύ, αφενός, του εισαγγελέα ή ενός τμήματος του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου για την πρώην Γιουγκοσλαβία και, αφετέρου, του Υπάτου Εκπροσώπου για την Κοινή Εξωτερική Πολιτική και την Πολιτική Ασφάλειας της Ένωσης, στο πλαίσιο δίκης ενώπιον του εν λόγω δικαστηρίου — Απαγόρευση της προσβάσεως στηριζόμενη στο ότι δεν επιτρέπεται η πρόσβαση στα εν λόγω έγγραφα σύμφωνα με τους κανόνες περί διαφανείας του ΔΠΔπΓ — Δεν επιτρέπεται

(Κανονισμός 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 4 §§ 1, 2 και 4)

9.      Θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης — Δικαίωμα προσβάσεως του κοινού στα έγγραφα — Κανονισμός 1049/2001 — Εξαιρέσεις από το δικαίωμα προσβάσεως στα έγγραφα — Προστασία του δημοσίου συμφέροντος — Διεθνείς σχέσεις — Περιεχόμενο — Απόφαση του Συμβουλίου με την οποία δεν επιτρέπεται η πρόσβαση σε έγγραφα που ανταλλάχθηκαν μεταξύ των θεσμικών οργάνων της Ένωσης και του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου για την πρώην Γιουγκοσλαβία (ΔΠΔπΓ) στο πλαίσιο δίκης ενώπιον του δικαστηρίου αυτού — Εξαίρεση η οποία έχει εφαρμογή, μεταξύ των εγγράφων αυτών, μόνον επί των εκθέσεων των παρατηρητών της Ευρωπαϊκής Ένωσης που έχουν επισυναφθεί στα έγγραφα που ανταλλάχθηκαν μεταξύ των θεσμικών οργάνων της Ένωσης και του ΔΠΔπΓ — Ορθότητα της εφαρμογής της εξαιρέσεως

(Κανονισμός 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 4 § 1, στοιχείο a΄, τρίτη περίπτωση)

1.      Προσφυγή περί ακυρώσεως αποφάσεως με την οποία δεν παρέχεται πρόσβαση σε έγγραφα δεν έχει πλέον αντικείμενο, αν έχει παρασχεθεί πρόσβαση στα εν λόγω έγγραφα από τρίτον, δεδομένου ότι ο αιτών μπορεί να έχει πρόσβαση στα έγγραφα αυτά και να τα χρησιμοποιεί κατά τρόπο εξίσου νόμιμο ως εάν τα είχε αποκτήσει κατόπιν της αιτήσεως την οποία υπέβαλε βάσει του κανονισμού 1049/2001, για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής.

Δεν μπορούν, εντούτοις, να θεωρηθούν ως τεθέντα στη διάθεση του κοινού έγγραφα που ανταλλάχθηκαν μεταξύ των θεσμικών οργάνων της Ένωσης και του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου για την πρώην Γιουγκοσλαβία (ΔΠΔπΓ) στο πλαίσιο δίκης ενώπιον του δικαστηρίου αυτού, δεδομένου ότι, μολονότι στην προσβαλλομένη απόφαση αναγράφεται ότι τέθηκαν στη διάθεση του κοινού από το ΔΠΔπΓ μέσω της βάσεως στοιχείων δικογραφιών καθώς και της ιστοσελίδας του, κανένας από τους διαδίκους δεν προσκόμισε αντίγραφο των εγγράφων αυτών, δεν έγινε ακριβής μνεία της θέσεως στην οποία βρίσκονται στην ιστοσελίδα του ΔΠΔπΓ και, εξάλλου, μολονότι τα έγγραφα αυτά είχαν δημόσιο χαρακτήρα κατά την ημερομηνία εκδόσεως της εν λόγω αποφάσεως, βάσει των κανόνων διαφανείας του ΔΠΔπΓ, είναι δυνατό να έχουν εκ νέου χαρακτηρισθεί από το δικαστήριο αυτό ως εμπιστευτικά.

(βλ. σκέψεις 24-25)

2.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 28-31)

3.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 32-34)

4.      Από την οικονομία του κανονισμού 1049/2001, για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, και τους σκοπούς της κανονιστικής ρυθμίσεως της Ένωσης στον τομέα αυτόν, προκύπτει ότι αυτή καθαυτήν η δικαιοδοτική δραστηριότητα αποκλείεται από το πεδίο εφαρμογής του δικαιώματος προσβάσεως στα έγγραφα που προβλέπει η ρύθμιση αυτή. Ο αποκλεισμός αυτός, χωρίς να γίνεται διάκριση μεταξύ των διαφόρων σταδίων της διαδικασίας, δικαιολογείται εκ της ανάγκης να διασφαλισθεί ότι, καθ’ όλη τη διάρκεια της ένδικης διαδικασίας, θα γίνει με απόλυτη ηρεμία η ανταλλαγή επιχειρημάτων μεταξύ των διαδίκων και η διάσκεψη του οικείου δικαστηρίου επί της εκδικαζομένης υποθέσεως.

Πάντως, αν ένα θεσμικό όργανο κρίνει ότι η γνωστοποίηση ενός εγγράφου θίγει την προστασία των ενδίκων διαδικασιών, την οποία προβλέπει το άρθρο 4, παράγραφος 2, δεύτερη περίπτωση, του κανονισμού 1049/2001, οφείλει να εξετάσει μήπως υφίσταται υπέρτερο δημόσιο συμφέρον που να δικαιολογεί τη γνωστοποίηση αυτή, μολονότι τούτο θα έθιγε την ηρεμία της ανταλλαγής επιχειρημάτων και της διασκέψεως του οικείου δικαστηρίου επί της εκδικαζομένης υποθέσεως. Στο πλαίσιο αυτό, οφείλει να σταθμίζει το ειδικό συμφέρον που πρέπει να προστατευθεί μέσω της μη γνωστοποιήσεως του οικείου εγγράφου με, ιδίως, το γενικό συμφέρον να επιτραπεί η πρόσβαση στο οικείο έγγραφο, λαμβανομένων υπόψη των πλεονεκτημάτων που απορρέουν, όπως επισημαίνει και η αιτιολογική σκέψη 2 του κανονισμού 1049/2001, από μια αυξημένη διαφάνεια, τα οποία είναι η καλύτερη συμμετοχή των πολιτών στη διαδικασία λήψεως αποφάσεων καθώς και μια μεγαλύτερη νομιμότητα, αποτελεσματικότητα και υπευθυνότητα της διοικήσεως έναντι των πολιτών σε ένα δημοκρατικό σύστημα.

(βλ. σκέψεις 35, 37-39)

5.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 44-48)

6.      Καίτοι, λαμβανομένων υπόψη των σκοπών που επιδιώκει ο κανονισμός 1049/2001, οι εξαιρέσεις τις οποίες προβλέπει πρέπει να ερμηνεύονται και να εφαρμόζονται συσταλτικά, ο εν λόγω κανονισμός δεν διευκρινίζει, όσον αφορά το πεδίο εφαρμογής του άρθρου 4, παράγραφος 2, δεύτερη περίπτωση, ποια είναι τα δικαστήρια των οποίων οι διαδικασίες πρέπει να προστατεύονται, εφόσον κινδυνεύουν να θιγούν από τη γνωστοποίηση ενός ή πλειόνων εγγράφων.

Επιβάλλεται εξάλλου η διαπίστωση ότι, κατά γενικό κανόνα, το άρθρο 4 του κανονισμού 1049/2001, το οποίο προβλέπει τις εξαιρέσεις βάσει των οποίων το θεσμικό όργανο στο οποίο υποβάλλεται αίτηση προσβάσεως σε έγγραφα τα οποία κατέχει μπορεί να αρνηθεί να τα γνωστοποιήσει, δεν θεμελιώνει καμία σχέση μεταξύ των συμφερόντων που πρέπει να προστατεύονται, σε περίπτωση που κινδυνεύει να θιγεί η προστασία τους, και της Ένωσης ή των κρατών μελών της. Μόνον το άρθρο 4, παράγραφος 1, στοιχείο α΄, τέταρτη περίπτωση, του κανονισμού 1049/2001 ορίζει ρητώς ότι μπορεί να προβληθεί άρνηση γνωστοποιήσεως εφόσον αυτή θα έθιγε την προστασία του δημοσίου συμφέροντος όσον αφορά τη δημοσιονομική, νομισματική ή οικονομική πολιτική της Κοινότητας ή ενός κράτους μέλους. Το δε άρθρο 4, παράγραφος 3, του κανονισμού 1049/2001 αφορά επίσης την Ένωση, δεδομένου ότι σκοπεί στην προστασία της διαδικασίας λήψεως αποφάσεων ενός θεσμικού οργάνου.

Αν γινόταν δεκτή η ερμηνεία κατά την οποία μόνον οι ένδικες διαδικασίες που διεξάγονται ενώπιον δικαστηρίου της Ένωσης ή ενώπιον δικαστηρίου ενός από τα κράτη μέλη είναι δυνατό να προστατεύονται με βάση την εξαίρεση που προβλέπει το άρθρο 4, παράγραφος 2, δεύτερη περίπτωση, του κανονισμού 1049/2001, η ερμηνεία αυτή θα έπρεπε να έχει εφαρμογή σε οποιαδήποτε από τις εξαιρέσεις του άρθρου 4. Επί παραδείγματι, αν γινόταν επίκληση της προστασίας του δημοσίου συμφέροντος όσον αφορά τη δημόσια ασφάλεια, θα έπρεπε να πρόκειται μόνο για τη δημόσια ασφάλεια εντός της Ένωσης ή εντός ενός ή πλειόνων κρατών μελών. Το ίδιο θα ίσχυε προκειμένου περί της προστασίας των εμπορικών συμφερόντων ενός συγκεκριμένου φυσικού ή νομικού προσώπου, που δεν θα μπορούσαν να περιλαμβάνουν, σύμφωνα με τη συλλογιστική αυτή, τα συμφέροντα των φυσικών ή νομικών προσώπων που κατοικούν ή είναι εγκατεστημένα εκτός της Ένωσης.

Η ερμηνεία του άρθρου 4 του κανονισμού 1049/2001 εντός του πλαισίου αυτού δεν μπορεί να γίνει δεκτή. Πράγματι, κανένα επιχείρημα αντλούμενο από το άρθρο αυτό δεν μπορεί να οδηγήσει στο συμπέρασμα ότι οι ένδικες διαδικασίες τις οποίες αφορά η παράγραφος 2, δεύτερη περίπτωση, του εν λόγω άρθρου, είναι μόνον οι διεξαγόμενες ενώπιον των δικαστηρίων της Ένωσης ή των κρατών μελών της, διαπίστωση που ενισχύεται από τη συνολική προσέγγιση του κανονισμού 1049/2001, ο οποίος προβλέπει σχέση με την Ένωση ή τα κράτη μέλη της μόνο ως προς ορισμένες πτυχές της ρυθμίσεως την οποία θεσπίζει.

Συνεπώς, καμία διάταξη του εν λόγω κανονισμού δεν απαγορεύει να διεξάγεται η ένδικη διαδικασία την οποία σκοπεί να προστατεύσει η εξαίρεση του άρθρου 4, παράγραφος 2, δεύτερη περίπτωση, ενώπιον δικαστηρίου που δεν εμπίπτει στην έννομη τάξη της Ένωσης ούτε στις έννομες τάξεις των κρατών μελών της, οπότε η εν λόγω εξαίρεση μπορεί να προστατεύει, μεταξύ άλλων, την ένδικη διαδικασία που διεξάγεται ενώπιον του ΔΠΔπΓ.

(βλ. σκέψεις 55-60, 65)

7.      Ο όρος «δικαστικές διαδικασίες», κατά το άρθρο 4, παράγραφος 2, δεύτερη περίπτωση, του κανονισμού 1049/2001, για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, έχει την έννοια ότι η προστασία του δημοσίου συμφέροντος απαγορεύει τη γνωστοποίηση του περιεχομένου των εγγράφων που έχουν καταρτιστεί αποκλειστικά για μια συγκεκριμένη ένδικη διαδικασία.

Μπορούν, κατ’ αρχήν, να προστατεύονται από κάθε γνωστοποίηση, ζητηθείσα βάσει του κανονισμού 1049/2001, κατ’ εφαρμογήν της εξαιρέσεως που σκοπεί στην προστασία των ενδίκων διαδικασιών, την οποία προβλέπει η εν λόγω διάταξη του κανονισμού αυτού, τα έγγραφα που ανταλλάχθηκαν, μεταξύ, αφενός, του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου για την πρώην Γιουγκοσλαβία (ΔΠΔπΓ) ή του πρώτου πρωτοβαθμίου τμήματος του ΔΠΔπΓ και, αφετέρου, του Υπάτου Εκπροσώπου για την Κοινή Εξωτερική Πολιτική και την Πολιτική Ασφάλειας της Ένωσης, στο πλαίσιο δίκης ενώπιον του εν λόγω δικαστηρίου, εφόσον αφορούν μια πτυχή της οργανώσεως μιας ποινικής δίκης και εμφαίνουν τον τρόπο κατά τον οποίο τα δικαιοδοτικά όργανα του ΔΠΔπΓ αποφάσισαν να διεξαγάγουν τη διαδικασία, καθώς και τις αντιδράσεις της υπερασπίσεως και ενός τρίτου, από τον οποίο προέρχονταν τα ζητηθέντα αποδεικτικά στοιχεία, στα μέτρα που έλαβαν τα εν λόγω όργανα για να τους διαβιβασθούν τα αναγκαία για την προσήκουσα διεξαγωγή της δίκης αποδεικτικά στοιχεία. Τούτο δεν ισχύει, αντιθέτως, για τις εκθέσεις των παρατηρητών της Ευρωπαϊκής Ένωσης που ήταν παρόντες στην Κροατία από την 1η έως την 31η Αυγούστου 1995, ανταλλαγείσες μεταξύ των θεσμικών οργάνων της Ένωσης και του ΔΠΔπΓ, οι οποίες, αφού είχαν καταρτισθεί πλέον των δέκα ετών προ της ενάρξεως της δίκης, δεν μπορούν να θεωρηθούν ως καταρτισθείσες αποκλειστικά για μια συγκεκριμένη ένδικη διαδικασία.

(βλ. σκέψεις 66, 74-76)

8.      Μολονότι, στην περίπτωση εγγράφων προερχομένων από τρίτον, η διαβούλευση με τον ενδιαφερόμενο τρίτο συνιστά, κατά γενικό κανόνα, προϋπόθεση προκειμένου να κριθεί αν έχουν εφαρμογή οι εξαιρέσεις από τη δυνατότητα προσβάσεως τις οποίες προβλέπει το άρθρο 4, παράγραφοι 1 και 2, του κανονισμού 1049/2001, για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, η διαβούλευση με τρίτον ο οποίος δεν είναι κράτος μέλος, την οποία προβλέπει το άρθρο 4, παράγραφος 4, του εν λόγω κανονισμού, δεν δεσμεύει το όργανο, αλλά πρέπει να του παρέχει τη δυνατότητα να εκτιμήσει αν μια εξαίρεση που προβλέπεται στην παράγραφο 1 ή 2 του άρθρου αυτού έχει εφαρμογή.

Το Συμβούλιο, αρνούμενο να επιτρέψει την πρόσβαση στα έγγραφα που ανταλλάχθηκαν, μεταξύ, αφενός, του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου για την πρώην Γιουγκοσλαβία (ΔΠΔπΓ) ή του πρώτου πρωτοβαθμίου τμήματος του ΔΠΔπΓ και, αφετέρου, του Υπάτου Εκπροσώπου για την Κοινή Εξωτερική Πολιτική και την Πολιτική Ασφάλειας της Ένωσης, στο πλαίσιο δίκης ενώπιον του εν λόγω δικαστηρίου, με βάση απλώς και μόνον το γεγονός ότι δεν επιτρεπόταν η πρόσβαση στα ζητηθέντα έγγραφα βάσει των κανόνων διαφανείας του ΔΠΔπΓ, οι οποίοι, εξάλλου, δεν παρατίθενται με σαφήνεια στην προσβαλλομένη απόφαση, προκειμένου να κρίνει αν συνέτρεχε κίνδυνος να θιγεί η προστασία των ενδίκων διαδικασιών, έκρινε ότι δεσμευόταν απλώς και μόνον από την εξήγηση που παρέσχε το ΔΠΔπΓ. Ως εκ τούτου, το Συμβούλιο παραιτήθηκε από την εξουσία εκτιμήσεως κατ’ άσκηση της οποίας θα μπορούσε να διαπιστώσει αν έχουν εφαρμογή οι εξαιρέσεις από την πρόσβαση στα έγγραφα τις οποίες προβλέπει ο κανονισμός 1049/2001, ειδικότερα δε το άρθρο 4, παράγραφος 2, δεύτερη περίπτωση, και, συνεπώς, υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο.

(βλ. σκέψεις 83, 87-88, 90)

9.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 95-96)