Language of document : ECLI:EU:T:2011:463

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (αναιρετικό τμήμα)

της 13ης Σεπτεμβρίου 2011

Υπόθεση T‑62/10 P

Brigitte Zangerl-Posselt

κατά

Ευρωπαϊκής Επιτροπής

«Αίτηση αναιρέσεως — Υπαλληλική υπόθεση — Πρόσληψη — Προκήρυξη διαγωνισμού — Γενικός διαγωνισμός — Αποκλεισμός από τις πρακτικές και προφορικές δοκιμασίες — Προϋποθέσεις συμμετοχής — Απαιτούμενα διπλώματα — Άρθρο 5, παράγραφος 3, στοιχείο α΄, περίπτωση ii, του ΚΥΚ — Ερμηνεία — Λήψη υπόψη του κειμένου στις διάφορες γλώσσες — Προπαρασκευαστικές εργασίες»

Αντικείμενο:      Αίτηση αναιρέσεως κατά της αποφάσεως του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης (πρώτο τμήμα) της 30ής Νοεμβρίου 2009, F‑83/07, Zangerl-Posselt κατά Επιτροπής (Συλλογή Υπ.Υπ. 2009, σ. I‑A‑1‑463 και II‑A‑1‑2499).

Απόφαση:      Η αίτηση αναιρέσεως απορρίπτεται. Η Brigitte Zangerl-Posselt φέρει τα δικαστικά έξοδά της καθώς και τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκε η Επιτροπή στο πλαίσιο της παρούσας δίκης.

Περίληψη

1.      Υπάλληλοι — Νομική φύση της σχέσεως που υφίσταται μεταξύ υποψηφίου και του θεσμικού οργάνου που διοργανώνει γενικό διαγωνισμό

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, παράρτημα III)

2.      Δίκαιο της Ένωσης — Ερμηνεία — Αρχές — Αυτοτελής ερμηνεία — Όρια — Ερμηνεία του άρθρου 5, παράγραφος 3, στοιχείο α΄, περίπτωση ii, του ΚΥΚ

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρο 5 § 3, στοιχείο α΄, περίπτωση ii)

3.      Δίκαιο της Ένωσης — Ερμηνεία — Διατάξεις διατυπωμένες σε πλείονες γλώσσες — Ομοιόμορφη ερμηνεία — Λαμβάνονται υπόψη οι αποδόσεις στις διάφορες γλώσσες

1.      Οι γενικοί διαγωνισμοί για την πρόσληψη μονίμων υπαλλήλων της Ένωσης διοργανώνονται από τα θεσμικά όργανα με σκοπό την εξασφάλιση της λειτουργίας της δημόσιας υπηρεσίας της Ένωσης. Η οργάνωση των διαγωνισμών αυτών διέπεται από τις διατάξεις του ΚΥΚ και ιδίως το παράρτημα ΙΙΙ. Συνεπώς, οι νομικές σχέσεις που διαμορφώνονται μεταξύ των υποψηφίων σε γενικό διαγωνισμό και του θεσμικού οργάνου που τον διοργανώνει αποτελούν σχέσεις δημοσίου δικαίου και διέπονται από τους γενικούς κανόνες του διοικητικού δικαίου.

(βλ. Σκέψη 36)

Παραπομπή:

ΓΔΕΕ, 29 Ιανουαρίου 1998, T‑157/96, Affatato κατά Επιτροπής, Συλλογή Υπ.Υπ. 1998, σ. I‑A‑41 και II‑97, σκέψη 19

2.      Στο περιεχόμενο μιας διατάξεως του δικαίου της Ένωσης που δεν παραπέμπει ρητώς στο δίκαιο των κρατών μελών, για τον προσδιορισμό της εννοίας και της εκτάσεως εφαρμογής της πρέπει κανονικά να δίδεται αυτοτελής ερμηνεία, με βάση τα συμφραζόμενα και τον σκοπό που επιδιώκει η σχετική κανονιστική ρύθμιση. Μόνον εφόσον δεν μπορεί να εντοπίσει στο δίκαιο της Ένωσης ή στις γενικές αρχές του δικαίου της Ένωσης τα στοιχεία που του επιτρέπουν να προσδιορίσει το περιεχόμενο και την έκταση μιας διατάξεως μέσω αυτοτελούς ερμηνείας μπορεί ο δικαστής της Ένωσης, ακόμα και εν απουσία ρητής παραπομπής, να ανατρέξει στο δίκαιο των κρατών μελών για την εφαρμογή του δικαίου της Ένωσης.

Στο πλαίσιο της εφαρμογής του άρθρου 5, παράγραφος 3, στοιχείο α΄, περίτπωση ii, του ΚΥΚ, που προβλέπει ότι μία από τις ελάχιστες προϋποθέσεις για τον διορισμό σε θέση μονίμου υπαλλήλου της ομάδας καθηκόντων AST συνίσταται στη συμπλήρωση «[δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης] που πιστοποιείται με δίπλωμα, το οποίο δίνει δικαίωμα εισόδου στην μεταδευτεροβάθμια εκπαίδευση», το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης δεν υπέπεσε σε νομική πλάνη προβαίνοντας σε αυτοτελή και ομοιόμορφη ερμηνεία της διατάξεως αυτής σύμφωνα με την οποία το γερμανικό δίπλωμα «Realschulabschluss» δεν επέτρεπε την πρόσβαση στο επίπεδο εκπαιδεύσεως το οποίο, στη Γερμανία, αντιστοιχούσε στη «postsekundäre Bildung», κατά την έννοια του προμνησθέντος άρθρου, δεδομένου ότι το εν λόγω άρθρο περιέχει ένα στοιχείο, ήτοι το επίπεδο εκπαιδεύσεως στο οποίο το απαιτούμενο δίπλωμα ή ο απαιτούμενος τίτλος πρέπει να επιτρέπει την πρόσβαση, που καθιστά δυνατό τον προσδιορισμό του περιεχομένου και της εκτάσεως εφαρμογής του. Αυτό το στοιχείο συγκρίσεως είναι ουσιώδες προς εξασφάλιση της τηρήσεως της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως μεταξύ των προσώπων που συμμετέχουν σε διαδικασίες διαγωνισμών για ενδεχόμενο διορισμό σε θέση μονίμου υπαλλήλου της ομάδας καθηκόντων AST.

(βλ. σκέψεις 41 και 43)

Παραπομπή:

ΓΔΕΕ, 18 Δεκεμβρίου 1992, T‑43/9, Díaz García κατά Κοινοβουλίου, Συλλογή 1992, σ. II‑2619, σκέψη 36 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία· ΓΔΕΕ, 18 Δεκεμβρίου 1992, T‑85/91, Khouri κατά Επιτροπής, Συλλογή 1992, σ. II‑2637, σκέψη 32 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία

3.      Η ανάγκη ομοιόμορφης εφαρμογής και, συνεπώς, ομοιόμορφης ερμηνείας των διατάξεων του δικαίου της Ένωσης αποκλείει να λαμβάνεται ένα κείμενο υπόψη μεμονωμένα σε μία από τις γλωσσικές αποδόσεις του, αλλά απαιτεί να ερμηνεύεται σύμφωνα, τόσο με την πραγματική βούληση του συντάκτη του όσο και με τον σκοπό που επιδιώκεται από τον τελευταίο, υπό το φως ιδίως των αποδόσεων σε όλες τις γλώσσες της Ένωσης. Μια αποκλίνουσα γλωσσική απόδοση σε καμία περίπτωση δεν μπορεί μόνη να υπερισχύσει έναντι των λοιπών γλωσσικών αποδόσεων.

(βλ. Σκέψη 42)

Παραπομπή:

ΔΕΕ, 12 Νοεμβρίου 1969, 29/69, Stauder, Συλλογή τόμος 1969-1971, σ. 147, σκέψη 3· ΔΕΕ, 17 Ιουλίου 1997, C‑219/95 P, Ferriere Nord κατά Επιτροπής, Συλλογή 1997, σ. I‑4411, σκέψη 15

ΓΔΕΕ, 29 Σεπτεμβρίου 1999, T‑68/97, Neumann και Neumann-Schölles κατά Επιτροπής, Συλλογή Υπ.Υπ. 1999, σ. I‑A‑193 και II‑1005, σκέψη 79