Language of document : ECLI:EU:T:2013:127

Συνεκδικασθείσες υποθέσεις T‑229/11 και T‑276/11

Lord Inglewood κ.λπ.

κατά

Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

«Κανονιστικές ρυθμίσεις περί καταβολής των εξόδων και αποζημιώσεων των βουλευτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου — Σύστημα επικουρικών συντάξεων — Αποφάσεις απορριπτικές των αιτήσεων με τις οποίες ζητείται η εφαρμογή των διατάξεων που ίσχυαν πριν την τροποποίηση του συστήματος επικουρικών συντάξεων το 2009 — Ένσταση ελλείψεως νομιμότητας — Κεκτημένα δικαιώματα — Δικαιολογημένη εμπιστοσύνη — Αναλογικότητα — Ίση μεταχείριση»

Περίληψη — Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου (τέταρτο τμήμα)
της 13ης Μαρτίου 2013

1.      Πράξεις των οργάνων — Απόφαση που τροποποιεί τις κανονιστικές ρυθμίσεις που αφορούν το επικουρικό προαιρετικό συνταξιοδοτικό καθεστώς των βουλευτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου — Δημοσίευση — Κοινοποίηση με ανάρτηση στην ιστοσελίδα του οικείου οργάνου — Αδυναμία προσβάσεως για τους πρώην βουλευτές — Η δυνατότητα αντιτάξεως της αποφάσεως προϋποθέτει δημοσίευση στο διαδίκτυο

2.      Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο — Κανονιστικές ρυθμίσεις περί καταβολής των εξόδων και αποζημιώσεων των βουλευτών — Επικουρικό προαιρετικό συνταξιοδοτικό καθεστώς — Προϋποθέσεις χορηγήσεως — Σωρευτικός χαρακτήρας

3.      Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο — Κανονιστικές ρυθμίσεις περί καταβολής των εξόδων και αποζημιώσεων των βουλευτών — Επικουρικό προαιρετικό συνταξιοδοτικό καθεστώς — Μη συμβατική φύση

4.      Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο — Κανονιστικές ρυθμίσεις περί καταβολής των εξόδων και αποζημιώσεων των βουλευτών — Επικουρικό προαιρετικό συνταξιοδοτικό καθεστώς — Κατάργηση της δυνατότητας καταβολής τμήματος της συντάξεως υπό μορφή κεφαλαίου — Παραβίαση της αρχής της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης — Δεν υφίσταται

5.      Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο — Κανονιστικές ρυθμίσεις περί καταβολής των εξόδων και αποζημιώσεων των βουλευτών — Επικουρικό προαιρετικό συνταξιοδοτικό καθεστώς — Κατάργηση της δυνατότητας καταβολής τμήματος της συντάξεως υπό μορφή κεφαλαίου και της δυνατότητας πρόωρης συνταξιοδοτήσεως — Παραβίαση της αρχής της αναλογικότητας — Δεν υφίσταται

6.      Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο — Κανονιστικές ρυθμίσεις περί καταβολής των εξόδων και αποζημιώσεων των βουλευτών — Επικουρικό προαιρετικό συνταξιοδοτικό καθεστώς — Τροποποιήσεις που αποβλέπουν στην αποκατάσταση της χρηματοοικονομικής ισορροπίας του συστήματος — Επιτρέπονται

(Άρθρο 232, εδ. 1, ΣΛΕΕ)

7.      Δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης — Αρχές — Ίση μεταχείριση — Έννοια — Δικαστικός έλεγχος — Όρια

8.      Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο — Κανονιστικές ρυθμίσεις περί καταβολής των εξόδων και αποζημιώσεων των βουλευτών — Επικουρικό προαιρετικό συνταξιοδοτικό καθεστώς — Αύξηση του ορίου ηλικίας συνταξιοδοτήσεως — Παραβίαση της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως λόγω της παραλείψεως θεσπίσεως μεταβατικών μέτρων όπως τα προβλεπόμενα για τους υπαλλήλους της Ένωσης — Δεν υφίσταται

(Κανονισμός 723/2004 του Συμβουλίου)

9.      Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο — Κανονιστικές ρυθμίσεις περί καταβολής των εξόδων και αποζημιώσεων των βουλευτών — Επικουρικό προαιρετικό συνταξιοδοτικό καθεστώς — Τροποποίηση — Υποχρέωση προηγούμενης διαβουλεύσεως με τον γενικό γραμματέα του Κοινοβουλίου και με το σώμα των κοσμητόρων — Δεν υφίσταται

(Εσωτερικός κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, άρθρο 21 § 2)

1.      Μια απόφαση του Προεδρείου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου περί τροποποιήσεως των κανονιστικών ρυθμίσεων που αφορούν το επικουρικό (προαιρετικό) συνταξιοδοτικό καθεστώς των βουλευτών και οι οποίες περιλαμβάνονται στο παράρτημα VII των κανονιστικών ρυθμίσεων περί καταβολής των εξόδων και αποζημιώσεων των βουλευτών δεν χρήζει ατομικής κοινοποιήσεως, για να τεθεί όμως σε ισχύ απαιτείται δημοσίευσή της. Συγκεκριμένα, αποτελεί βασική αρχή της έννομης τάξης της Ευρωπαϊκής Ένωσης μια πράξη της δημόσιας αρχής να μην μπορεί να αντιταχθεί στους πολίτες πριν τους δοθεί η δυνατότητα να λάβουν γνώση της εν λόγω πράξεως.

Δεδομένου ότι δεν πρόκειται για πράξη ως προς την οποία το άρθρο 254 ΕΚ προβλέπει δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα, οποιαδήποτε άλλη μορφή δημοσιεύσεως πρέπει να θεωρείται επαρκής. Επομένως, στο μέτρο που η εν λόγω απόφαση συνιστά πράξη εσωτερικής οργανώσεως, πρέπει να γίνει δεκτό ότι επιβάλλεται η κοινοποίησή της στους ενδιαφερομένους κατ’ εφαρμογή των κανόνων που θεσπίζονται στο εσωτερικό του θεσμικού οργάνου όσον αφορά τέτοιας φύσεως μέτρα. Συναφώς, μια δημοσίευση στην ιστοσελίδα του εσωτερικού δικτύου του Κοινοβουλίου, κατά τη συνήθη πρακτική του θεσμικού αυτού οργάνου, αρκεί όσον αφορά τους εν ενεργεία βουλευτές. Αντιθέτως, λαμβανομένου υπόψη ότι οι πρώην βουλευτές παύουν να έχουν πρόσβαση στην ιστοσελίδα του εσωτερικού δικτύου του Κοινοβουλίου, ως προς αυτούς επιβάλλεται δημοσίευση στο διαδίκτυο.

Πάντως, ως πράξη γενικού περιεχομένου, η απόφαση αυτή επιβάλλεται να τεθεί σε ισχύ την ίδια χρονική στιγμή για όλους τους πολίτες των οποίων πρόκειται να επηρεάσει την έννομη κατάσταση, τόσο για λόγους ασφάλειας δικαίου όσο και για λόγους σχετικούς με την αρχή της ίσης μεταχειρίσεως. Επιπλέον, δεδομένου ότι η δυνατότητα του πολίτη να λάβει γνώση της πράξεως συνιστά προϋπόθεση του αντιτάξιμου χαρακτήρα της πράξεως αυτής, κρίσιμη ημερομηνία στο πλαίσιο της παρούσας εξετάσεως είναι εκείνη κατά την οποία παρέχεται η δυνατότητα αυτή και στον τελευταίο από τους ενδιαφερομένους πολίτες.

(βλ. σκέψεις 32-34, 37)

2.      Από το άρθρο 1, παράγραφος 1, των κανονιστικών ρυθμίσεων που αφορούν το επικουρικό (προαιρετικό) συνταξιοδοτικό καθεστώς των βουλευτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και οι οποίες περιλαμβάνονται στο παράρτημα VII των κανονιστικών ρυθμίσεων περί καταβολής των εξόδων και αποζημιώσεων των βουλευτών προκύπτει σαφώς ότι, προκειμένου να θεμελιώσει δικαίωμα επικουρικής συντάξεως, ο βουλευτής πρέπει να πληροί σωρευτικά όλες τις εκεί απαριθμούμενες προϋποθέσεις, δηλαδή, πρώτον, να έχει καταβάλει εισφορές επί τουλάχιστον δύο έτη στο σύστημα επικουρικών συντάξεων, δεύτερον, να έχει παύσει να ασκεί τα καθήκοντά του και, τρίτον, να έχει συμπληρώσει το απαιτούμενο όριο ηλικίας συνταξιοδοτήσεως (το 60ό έτος πριν τις 14 Ιουλίου 2009 και το 63ο μετά την ημερομηνία αυτή). Επομένως, γενεσιουργό του δικαιώματος σε επικουρική σύνταξη γεγονός είναι η πλήρωση, εκ μέρους του οικείου βουλευτή ή πρώην βουλευτή, και της τελευταίας από τις ανωτέρω προϋποθέσεις, οποιαδήποτε και αν είναι αυτή.

(βλ. σκέψεις 40, 56)

3.      Το επικουρικό (προαιρετικό) συνταξιοδοτικό καθεστώς των βουλευτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, το οποίο περιλαμβάνεται στο παράρτημα VII των κανονιστικών ρυθμίσεων περί καταβολής των εξόδων και αποζημιώσεων των βουλευτών, εμπίπτει αποκλειστικά στα προνόμια δημόσιας εξουσίας που διαθέτει το Κοινοβούλιο προκειμένου να μπορεί να επιτελεί την αποστολή που του έχουν αναθέσει οι Συνθήκες. Κατά συνέπεια, τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις που συνεπάγεται το σύστημα αυτό για το Κοινοβούλιο και τους υπαγόμενους στο εν λόγω σύστημα βουλευτές εντάσσονται στο πλαίσιο της απορρέουσας από τη βουλευτική ιδιότητα σχέσεως που συνδέει το μεν με τους δε, με αποτέλεσμα να μην είναι συμβατικής φύσεως, αλλά να εμπίπτουν στο δημόσιο δίκαιο, τη δε διαπίστωση αυτή δεν αναιρεί το γεγονός ότι ο ενδιαφερόμενος εντάχθηκε εκουσίως στο οικείο σύστημα.

(βλ. σκέψεις 61, 148)

4.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψη 66)

5.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 70-72, 93-95, 107, 132)

6.      Στο πλαίσιο ασκήσεως της αρμοδιότητάς του να ρυθμίζει το σύστημα επικουρικών συντάξεων των βουλευτών το οποίο περιλαμβάνεται στο παράρτημα VII των κανονιστικών ρυθμίσεων περί καταβολής των εξόδων και αποζημιώσεων των βουλευτών, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο είναι θεμιτό να επιφέρει τροποποιήσεις με σκοπό, μεταξύ άλλων, να αποτρέψει στο μέτρο του δυνατού οποιεσδήποτε δημοσιονομικές επιπτώσεις επί των Ευρωπαίων φορολογουμένων, να διασφαλίσει ότι το σύνολο των δαπανών κατανέμεται κατά τρόπο δίκαιο και αφού ληφθεί δεόντως υπόψη η ανάγκη να δίδονται δημόσια εξηγήσεις για τις αποφάσεις, και να διαφυλάξει στον μέγιστο δυνατό βαθμό τη ρευστότητα του ταμείου συντάξεων. Συγκεκριμένα, σε περίπτωση που διαφανεί, στο πλαίσιο του εν λόγω συνταξιοδοτικού συστήματος το οποίο στηρίζεται σε αναλογιστικό υπολογισμό στο πλαίσιο του οποίου το σύνολο των ετήσιων ασφαλιστικών εισφορών των ασφαλισμένων και του Κοινοβουλίου πρέπει καταρχήν να καλύπτει το σύνολο των συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων που αποκτήθηκαν εντός του ιδίου έτους, ότι οι προβλέψεις αποδοτικότητας των στοιχείων ενεργητικού του ταμείου βάσει των οποίων καθορίστηκε το ύψος των εισφορών ήταν υπερβολικά αισιόδοξες, τότε πρέπει να γίνει δεκτό ότι οι εισφορές που κατέβαλαν στο παρελθόν οι ασφαλισμένοι και το Κοινοβούλιο ήταν στην πραγματικότητα πολύ χαμηλές για να χρηματοδοτήσουν τα αντίστοιχα συνταξιοδοτικά δικαιώματα. Επομένως, προκειμένου να αποκατασταθεί η ισορροπία του συστήματος, είναι δικαιολογημένη η επιβολή πρόσθετων εισφορών τόσο στους ασφαλισμένους όσο και στο Κοινοβούλιο.

Συναφώς, δεδομένου ότι η απόφαση να αυξηθεί το όριο ηλικίας συνταξιοδοτήσεως στο πλαίσιο του συστήματος επικουρικών συντάξεων αιτιολογήθηκε κατ’ ουσίαν από τη δυσχερή οικονομική κατάσταση του επικουρικού ταμείου συντάξεων, το επιχείρημα ότι η ηλικία καθορίστηκε βάσει εκτιμήσεων που ισχύουν για τα υποχρεωτικά συνταξιοδοτικά συστήματα στερείται σημασίας.

(βλ. σκέψεις 73-75, 98, 145)

7.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 112, 113)

8.      Όσον αφορά την τροποποίηση του επικουρικού προαιρετικού συνταξιοδοτικού καθεστώτος των βουλευτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, το οποίο περιλαμβάνεται στο παράρτημα VII των κανονιστικών ρυθμίσεων περί καταβολής των εξόδων και αποζημιώσεων των βουλευτών, το γεγονός ότι το όριο ηλικίας συνταξιοδοτήσεως αυξήθηκε χωρίς τη λήψη μεταβατικών μέτρων δεν συνεπάγεται δυσμενείς διακρίσεις για τον λόγο και μόνον ότι τέτοια μέτρα είχαν προβλεφθεί για την τροποποίηση άλλων κοινοτικών συνταξιοδοτικών συστημάτων. Συγκεκριμένα, οι βουλευτές, αφενός, και οι μόνιμοι υπάλληλοι της Ένωσης, αφετέρου, τελούν σε πραγματικές και νομικές καταστάσεις που εμφανίζουν ουσιώδεις διαφορές, με αποτέλεσμα να δικαιολογείται η διαφορετική μεταχείριση ως προς τη λήψη μεταβατικών μέτρων.

Όσον αφορά την τροποποίηση του συστήματος συντάξεων των υπάλληλων της Ένωσης που επέφερε ο κανονισμός 723/2004, για την τροποποίηση του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και του καθεστώτος που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό των Κοινοτήτων αυτών, τα μεταβατικά μέτρα συνίσταντο, αφενός, στο να μη καταλάβουν ορισμένους εν ενεργεία κατά τον χρόνο θέσεως σε ισχύ των τροποποιήσεων υπαλλήλους και, αφετέρου, σε κλιμακούμενη εφαρμογή των τροποποιήσεων, με κριτήριο την ηλικία των εν ενεργεία κατά τον χρόνο θέσεως σε ισχύ των τροποποιήσεων αυτών υπαλλήλων. Στο πλαίσιο αυτό, επισημαίνεται ότι η σύνταξη γήρατος την οποία μπορούν να προσδοκούν οι μόνιμοι υπάλληλοι της Ένωσης συνιστά, ως επί το πλείστον, το σημαντικότερο, αν όχι το μοναδικό, τμήμα του εισοδήματος γήρατος το οποίο δικαιούνται δυνάμει της επαγγελματικής δραστηριότητάς τους. Αντιθέτως, η θητεία του βουλευτή του Κοινοβουλίου δεν έχει κατά γενικό κανόνα τον χαρακτήρα μίας και μοναδικής επαγγελματικής δραστηριότητας. Συγκεκριμένα, τα βουλευτικά καθήκοντα ασκούνται συνήθως πριν ή μετά από άλλες περιόδους επαγγελματικής δραστηριότητας του βουλευτή, ακόμα και παράλληλα με τέτοια δραστηριότητα. Κατά συνέπεια, η δυνάμει του επίδικου συστήματος επικουρική σύνταξη συνιστά κατά γενικό κανόνα τμήμα μόνον του εισοδήματος γήρατος των πρώην βουλευτών, καθόσον οι τελευταίοι θεμελιώνουν συνήθως και άλλα συνταξιοδοτικά δικαιώματα στο πλαίσιο των λοιπών επαγγελματικών δραστηριοτήτων τους. Επομένως, μια τροποποίηση του συστήματος επικουρικών συντάξεων δεν μπορεί να επηρεάσει τους ασφαλισμένους κατά τον ίδιο τρόπο με τον οποίο επηρεάζονται οι μόνιμοι υπάλληλοι της Ένωσης σε περίπτωση τροποποίησης του δικού τους συνταξιοδοτικού συστήματος.

Επιπλέον, η τροποποίηση του συστήματος συντάξεων των υπάλληλων της Ένωσης την οποία επέφερε ο κανονισμός 723/2004 στηρίζεται σε λόγους διαφορετικούς από τους προβληθέντες με την απόφαση περί τροποποιήσεως του επικουρικού συνταξιοδοτικού καθεστώτος των βουλευτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Συγκεκριμένα, η αύξηση του ορίου ηλικίας συνταξιοδοτήσεως των μονίμων υπαλλήλων καθώς και η μείωση του ετήσιου ποσοστού προσαύξησης συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων συνιστούσαν προσαρμογή του συνταξιοδοτικού συστήματος στις προοδευτικές δημογραφικές αλλαγές και όχι αντίδραση σε οξεία κρίση του εν λόγω συστήματος. Αντιθέτως, η απόφαση να τροποποιηθεί το επικουρικό συνταξιοδοτικό καθεστώς των βουλευτών —και, ειδικότερα, η απόφαση να αυξηθεί στο πλαίσιο του συστήματος αυτού το όριο ηλικίας συνταξιοδοτήσεως— δικαιολογήθηκε από τον ιδιαιτέρως επείγοντα χαρακτήρα της καταστάσεως όσον αφορά τη ρευστότητα και τον συντελεστή καλύψεως των συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων.

(βλ. σκέψεις 114, 117-121, 123, 124)

9.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 137, 138)