Language of document : ECLI:EU:T:2016:468

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα)

της 13ης Σεπτεμβρίου 2016 (*)

«Σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Αίτηση καταχωρίσεως ηχητικού σήματος – Απόλυτος λόγος απαραδέκτου – Έλλειψη διακριτικού χαρακτήρα – Άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού (ΕΚ) 207/2009 – Υποχρέωση αιτιολογήσεως – Άρθρο 75 του κανονισμού 207/2009»

Στην υπόθεση T‑408/15,

Globo Comunicação e Participações S/A, με έδρα το Ρίο ντε Τζανέιρο (Βραζιλία), εκπροσωπούμενη από τους E. Gaspar και M.-E. De Moro‑Giafferri, δικηγόρους,

προσφεύγουσα,

κατά

Γραφείου Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, (EUIPO), εκπροσωπούμενου από τον A. Folliard-Monguiral,

καθού,

με αντικείμενο προσφυγή κατά της αποφάσεως του πέμπτου τμήματος προσφυγών του EUIPO της 18ης Μαΐου 2015 (υπόθεση R 2945/2014‑5), σχετικά με αίτηση καταχωρίσεως ηχητικού σήματος ως σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (δεύτερο τμήμα),

συγκείμενο από τους M. E. Martins Ribeiro (εισηγήτρια), πρόεδρο, S. Gervasoni και L. Madise, δικαστές,

γραμματέας: M. Marescaux, υπάλληλος διοικήσεως,

έχοντας υπόψη το δικόγραφο της προσφυγής που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου στις 24 Ιουλίου 2015,

έχοντας υπόψη το υπόμνημα αντικρούσεως που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρστις 5 Οκτωβρίου 2015,

κατόπιν της επ' ακροατηρίου συνεδριάσεως της 15ης Μαρτίου 2016,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

 Ιστορικό της διαφοράς

1        Στις 28 Απριλίου 2014, η προσφεύγουσα, Globo Comunicação e Participações S/A, υπέβαλε αίτηση καταχωρίσεως σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, (EUIPO), δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) 207/2009 του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2009, για το κοινοτικό σήμα (ΕΕ 2009, L 78, σ. 1).

2        Το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση είναι το ηχητικό σήμα όπως παρουσιάζεται γραφικά κατωτέρω:

Image not found

3        Τα προϊόντα και οι υπηρεσίες για τα οποία ζητήθηκε η καταχώριση αυτή υπάγονται στις κλάσεις 9, 16, 38 και 41 κατά την έννοια του Διακανονισμού της Νίκαιας σχετικά με τη διεθνή ταξινόμηση προϊόντων και υπηρεσιών με σκοπό την καταχώριση σημάτων, της 15ης Ιουνίου 1957, όπως έχει αναθεωρηθεί και τροποποιηθεί, και αντιστοιχούν, για κάθε μία από τις κλάσεις αυτές, μετά τον περιορισμό κατά την ενώπιον του EUIPO διαδικασία, στην ακόλουθη περιγραφή:

–        κλάση 9: «Μαγνητικά υποθέματα εγγραφής· δίσκοι εγγραφών· δίσκοι ψηφιακής εγγραφής, DVD και άλλα ψηφιακά μέσα εγγραφής· λογισμικά για ηλεκτρονικούς υπολογιστές, εφαρμογές για ταμπλέτες και έξυπνα τηλέφωνα»·

–        κλάση 16: «Χαρτί και χαρτόνι (ακατέργαστο, ημικατεργασμένο και ως είδος χαρτοπωλείου)· έντυπη ύλη· υλικό βιβλιοδεσίας· φωτογραφίες· χαρτικά είδη· κόλλες για χαρτικά ή οικιακές χρήσεις· υλικά για καλλιτέχνες· χρωστήρες (πινέλα)· γραφομηχανές και είδη γραφείου (εκτός επίπλων)· παιδαγωγικό ή εκπαιδευτικό υλικό (εκτός συσκευών)· πλαστικά υλικά συσκευασίας ήτοι σακούλες και φύλλα περιτυλίγματος· τυπογραφικά στοιχεία· στερεότυπα (κλισέ), εφημερίδες, βιβλία, επιθεωρήσεις (περιοδικά), περιοδικά»·

–        κλάση 38: «Υπηρεσίες τηλεοπτικών εκπομπών»·

–        κλάση 41: «Εκπαίδευση·επιμόρφωση· ψυχαγωγία· αθλητικές και πολιτιστικές δραστηριότητες· υπηρεσίες ψυχαγωγικού περιεχομένου υπό μορφή τηλεοπτικών προγραμμάτων· παραγωγή τηλεοπτικών προγραμμάτων ψυχαγωγικού περιεχομένου· υπηρεσίες ψυχαγωγικού περιεχομένου, ήτοι τηλεοπτικά προγράμματα στον τομέα της επικαιρότητας, της εκπαίδευσης, του αθλητισμού, κωμικών θεαμάτων, υπό μορφή τηλεοπτικών σειρών, εκπομπών ποικίλης ύλης· παραγωγή τηλεοπτικών προγραμμάτων· παραγωγή επιγραμμικών (online) ψυχαγωγικών προγραμμάτων».

4        Με έγγραφο της 15ης Μαΐου 2014, ο εξεταστής πληροφόρησε την προσφεύγουσα ότι το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση δεν μπορούσε να καταχωριστεί για τον λόγο ότι δεν πληρούσε τις προϋποθέσεις του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 207/2009. Ειδικότερα, επισήμανε ότι το εν λόγω σήμα αποτελούνταν από ένα απλό και κοινότοπο κουδούνισμα και δεν μπορούσε να γίνει αντιληπτό ως ένδειξη της εμπορικής προελεύσεως των προϊόντων. Ο εξεταστής κάλεσε την προσφεύγουσα να του υποβάλει τις παρατηρήσεις της εντός προθεσμίας δύο μηνών.

5        Με έγγραφο της 11ης Ιουλίου 2014, η προσφεύγουσα απάντησε, κατ’ ουσίαν, ότι το σήμα του οποίου ζητείται η καταχώριση, καίτοι μικρής διάρκειας, δεν ήταν εντούτοις απλό, αλλά έπρεπε να θεωρηθεί ως σύντομη μελωδία η οποία θα γινόταν αντιληπτή ως σημείο αναφοράς των προϊόντων και υπηρεσιών της.

6        Με απόφαση της 19ης Σεπτεμβρίου 2014, ο εξεταστής απέρριψε την αίτηση αυτή, κρίνοντας ότι το σήμα του οποίου ζητείται η καταχώριση προσέκρουε στον λόγο απαραδέκτου του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 207/2009, καθόσον στερούνταν διακριτικού χαρακτήρα.

7        Στις 19 Νοεμβρίου 2014 η προσφεύγουσα άσκησε προσφυγή κατά της αποφάσεως του εξεταστή ενώπιον του EUIPO, δυνάμει των άρθρων 58 έως 64 του κανονισμού 207/2009.

8        Με απόφαση της 18ης Μαΐου 2015 (στο εξής: προσβαλλόμενη απόφαση), το πέμπτο τμήμα προσφυγών του EUIPO, αφενός, απέρριψε την προσφυγή όσον αφορά τον προβαλλόμενο διακριτικό χαρακτήρα του σήματος του οποίου ζητείται η καταχώριση σε σχέση με το άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 207/2009 και, αφετέρου, παρέπεμψε στον εξεταστή το ζήτημα που προέβαλε η προσφεύγουσα όσον αφορά τον διά της χρήσεως αποκτηθέντα διακριτικό χαρακτήρα σε σχέση με το άρθρο 7, παράγραφος 3, του εν λόγω κανονισμού ως προς τις υπηρεσίες τηλεοπτικών εκπομπών που υπάγονται στην κλάση 38 και τις υπηρεσίες ψυχαγωγικού περιεχομένου που υπάγονται στην κλάση 41.

9        Το τμήμα προσφυγών διαπίστωσε, στο σημείο 17 της προσβαλλομένης αποφάσεως, ότι τα εν λόγω προϊόντα και υπηρεσίες απευθύνονται τόσο στο ευρύ κοινό όσο και σε επαγγελματίες, οπότε το επίπεδο προσοχής ποικίλλει από σύνηθες έως υψηλό.

10      Το τμήμα προσφυγών επισήμανε στα σημεία 18 και 19 της προσβαλλομένης αποφάσεως ότι, για να μπορεί να επισημαίνει στον καταναλωτή την εμπορική προέλευση των εν λόγω προϊόντων και υπηρεσιών, το σήμα του οποίου ζητείται η καταχώριση πρέπει να έχει χαρακτηριστικά βάσει των οποίων ο καταναλωτής να μπορεί να το απομνημονεύσει. Καίτοι δεν απαιτείται το σημείο να είναι πρωτότυπο ή εξεζητημένο, εντούτοις δεν πρέπει να είναι κοινότοπο ή εντελώς τετριμμένο.

11      Το τμήμα προσφυγών προσέθεσε, στο σημείο 20 της προσβαλλομένης αποφάσεως, ότι σήμα αποτελούμενο από ήχους προσομοιάζοντες με κουδούνισμα πληροί τη λειτουργία προσδιορισμού της προελεύσεως προϊόντων και υπηρεσιών μόνον αν περιλαμβάνει στοιχεία δυνάμενα να το εξατομικεύσουν σε σχέση με άλλα σήματα. Ωστόσο, εν προκειμένω, το τμήμα προσφυγών διαπίστωσε, στο σημείο 21 της ίδιας αυτής αποφάσεως, ότι το σήμα του οποίου ζητείται η καταχώριση αποτελούνταν από την επανάληψη ενός ήχου που προσομοιάζει με έναν απλούστατο ήχο κουδουνιού, και μάλιστα παρά το γεγονός ότι το σήμα αποτελούνταν από τμήμα του πενταγράμμου με δύο επαναλαμβανόμενες νότες σολ δίεση στο κλειδί του σολ, 147 το τέταρτο στον μετρονόμο. Στο σημείο 22 της προσβαλλομένης αποφάσεως, το τμήμα προσφυγών έκρινε ότι τέτοιες αποχρώσεις σε σχέση με τον κλασικό ήχο κουδουνίσματος δεν αρκούν για να μη ληφθεί υπόψη ο βασιζόμενος στο άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 207/2009 λόγος απαραδέκτου, εφόσον υπάρχει κίνδυνος να διαφύγουν της προσοχής του οικείου καταναλωτή, και, στο σημείο 23 της αποφάσεως αυτής, ότι είναι επίσης ανακριβές το επιχείρημα ότι το εν λόγω σήμα χαρακτηρίζεται από συγκεκριμένα πολλαπλά στοιχεία, τα οποία γίνονται αμέσως αντιληπτά στον οικείο καταναλωτή.

12      Στο σημείο 24 της προσβαλλομένης αποφάσεως, το τμήμα προσφυγών έκρινε ότι το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση παρουσιάζεται ως απλούστατο ηχητικό σημείο, ήτοι ουσιαστικώς ως σύνηθες και κοινότοπο κουδούνισμα, το οποίο γενικώς περνά απαρατήρητο και δεν το απομνημονεύει ο οικείος καταναλωτής.

13      Επομένως, το τμήμα προσφυγών κατέληξε, στο σημείο 28 της προσβαλλομένης αποφάσεως, ότι το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση στερούνταν διακριτικού χαρακτήρα ως προς το σύνολο των προϊόντων και υπηρεσιών που αφορά η αίτηση καταχωρίσεως.

14      Κατόπιν της προσβαλλομένης αποφάσεως, στις 22 Ιουλίου 2015, η προσφεύγουσα περιόρισε εκ νέου την αίτηση καταχωρίσεως αποσύροντας, αφενός, τα «[μ]αγνητικά υποθέματα εγγραφής· τους δίσκους εγγραφών· τους δίσκους ψηφιακής εγγραφής» που υπάγονται στην κλάση 9 και, αφετέρου, το σύνολο των προϊόντων που υπάγονται στην κλάση 16.

15      Κατά συνέπεια, ο κατάλογος των προϊόντων και υπηρεσιών που περιλαμβάνει η αίτηση καταχωρίσεως ήταν, κατά τον χρόνο ασκήσεως της προσφυγής, ο εξής:

–        κλάση 9: «DVD και άλλα ψηφιακά μέσα εγγραφής· λογισμικά για ηλεκτρονικούς υπολογιστές, εφαρμογές για ταμπλέτες και έξυπνα τηλέφωνα»·

–        κλάση 38: «Υπηρεσίες τηλεοπτικών εκπομπών»·

–        κλάση 41: «Εκπαίδευση· επιμόρφωση· ψυχαγωγία· αθλητικές και πολιτιστικές δραστηριότητες· υπηρεσίες ψυχαγωγικού περιεχομένου υπό μορφή τηλεοπτικών προγραμμάτων· παραγωγή τηλεοπτικών προγραμμάτων ψυχαγωγικού περιεχομένου· υπηρεσίες ψυχαγωγικού περιεχομένου, ήτοι τηλεοπτικά προγράμματα στον τομέα της επικαιρότητας, της εκπαίδευσης, του αθλητισμού, κωμικών θεαμάτων, υπό μορφή τηλεοπτικών σειρών, εκπομπών ποικίλης ύλης· παραγωγή τηλεοπτικών προγραμμάτων· παραγωγή επιγραμμικών (online) ψυχαγωγικών προγραμμάτων».

 Αιτήματα των διαδίκων

16      Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

–        να κρίνει την αγωγή παραδεκτή·

–        να διαπιστώσει ότι το σήμα του οποίου ζητείται η καταχώριση εγκύρως μπορεί να προσδιορίζει τον κατάλογο των προϊόντων και υπηρεσιών όπως αναφέρονται στη σκέψη 15 ανωτέρω·

–        να ακυρώσει εν μέρει την προσβαλλόμενη απόφαση καθόσον με αυτήν απορρίφθηκε η αίτηση καταχωρίσεως του σήματος βάσει του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 207/2009·

–        να καταδικάσει το EUIPO στα δικαστικά έξοδα.

17      Το EUIPO ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

–        να απορρίψει την προσφυγή·

–        να καταδικάσει την προσφεύγουσα στα δικαστικά έξοδα.

 Σκεπτικό

 Επί του παραδεκτού των προσκομισθέντων για πρώτη φορά ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου εγγράφων

18      Το EUIPO προβάλλει ότι είναι απαράδεκτα τα παραρτήματα A 29, A 29 bis, A 29 ter, A 50, A 51 bis, A 52, A 52 bis, A 53, A 53 bis, A 54, A 54 bis, A 55, A 55 bis, A 56, A 56 bis, A 57, A 58, A 58 bis, A 59, A 59 bis, A 60 και A 60 bis του δικογράφου της προσφυγής, για τον λόγο ότι δεν προσκομίστηκαν στο πλαίσιο της διοικητικής διαδικασίας.

19      Συναφώς, υπενθυμίζεται ότι η ασκούμενη ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου προσφυγή αφορά τον έλεγχο της νομιμότητας των αποφάσεων των τμημάτων προσφυγών του EUIPO, κατά την έννοια του άρθρου 65 του κανονισμού 207/2009. Ως εκ τούτου, το Γενικό Δικαστήριο δεν είναι αρμόδιο να εξετάσει εκ νέου τα πραγματικά περιστατικά βάσει αποδεικτικών στοιχείων που προσκομίσθηκαν για πρώτη φορά ενώπιόν του [αποφάσεις της 18ης Δεκεμβρίου 2008, Les Éditions Albert René κατά ΓΕΕΑ, C‑16/06 P, EU:C:2008:739, σκέψεις 136 και 138, και της 10ης Νοεμβρίου 2004, Storck κατά ΓΕΕΑ (Σχήμα ζαχαρωτού), T‑396/02, EU:T:2004:329, σκέψη 24].

20      Συνεπώς, πρέπει να διευκρινισθεί ότι ο έλεγχος της νομιμότητας της προσβαλλομένης αποφάσεως θα διεξαχθεί μόνο σε σχέση με τα προσκομισθέντα κατά τη διοικητική διαδικασία στοιχεία τα οποία περιλαμβάνονται στον φάκελο της υποθέσεως του EUIPO [βλ., συναφώς, απόφαση της 15ης Ιουλίου 2014, Łaszkiewicz κατά ΓΕΕΑ – Capital Safety Group EMEA (PROTEKT), T‑576/12, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2014:667, σκέψη 25].

 Επί της ουσίας

21      Προς στήριξη της προσφυγής της, η προσφεύγουσα προβάλλει δύο λόγους ακυρώσεως οι οποίοι αντλούνται, ο πρώτος, από μη τήρηση της υποχρεώσεως αιτιολογήσεως και, ο δεύτερος, από παράβαση του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 207/2009.

 Επί του πρώτου λόγου ακυρώσεως, ο οποίος αντλείται από μη τήρηση της υποχρεώσεως αιτιολογήσεως

22      Η προσφεύγουσα προσάπτει στο τμήμα προσφυγών ότι παρέβη την υποχρέωσή του αιτιολογήσεως, η οποία περιλαμβάνεται στο άρθρο 75 του κανονισμού 207/2009, εφόσον δεν εξέτασε τον διακριτικό χαρακτήρα του σήματος του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση σε σχέση με κάθε ένα από τα προϊόντα και κάθε μία από τις υπηρεσίες που αφορά η ως άνω αίτηση καταχωρίσεως, ζήτημα το οποίο ανέπτυξε ειδικότερα κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση.

23      Συναφώς, υπενθυμίζεται ότι η υποχρέωση του EUIPO να αιτιολογεί την άρνηση καταχωρίσεως ενός σήματος για κάθε ένα από τα προϊόντα ή κάθε μία από τις υπηρεσίες για τα οποία ή τις οποίες ζητήθηκε η καταχώριση αυτή απορρέει και από την ουσιώδη απαίτηση κάθε απόφαση του EUIPO με την οποία δεν γίνεται δεκτή η ύπαρξη δικαιώματος αναγνωριζόμενου από το δίκαιο της Ένωσης να μπορεί να υποβληθεί σε δικαστικό έλεγχο σκοπούντα στην εξασφάλιση της αποτελεσματικής προστασίας του δικαιώματος αυτού και, ως εκ τούτου, αφορώντα τη νομιμότητα της αιτιολογίας (βλ., κατ’ αναλογίαν, απόφαση της 15ης Φεβρουαρίου 2007, BVBA Management, Training en Consultancy, C‑239/05, EU:C:2007:99, σκέψη 36 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

24      Πάντως, σε περίπτωση κατά την οποία ο ίδιος λόγος απαραδέκτου αφορά κατηγορία ή ομάδα προϊόντων ή υπηρεσιών, το EUIPO δύναται να περιορισθεί σε συνολική αιτιολογία για όλα τα σχετικά προϊόντα ή όλες τις σχετικές υπηρεσίες (βλ., συναφώς, διάταξη της 11ης Δεκεμβρίου 2014, FTI Touristik κατά ΓΕΕΑ, C-253/14P, μη δημοσιευθείσα, EU:C:2014:2445, σκέψη 48· βλ. επίσης, κατ’ αναλογία, απόφαση της 15ης Φεβρουαρίου 2007, BVBA Management, Training en Consultancy, C‑239/05, EU:C:2007:99, σκέψη 37).

25      Συγκεκριμένα, η αρμόδια αρχή μπορεί να περιορισθεί σε συνολική αιτιολογία όταν ο λόγος απαραδέκτου αντιτάσσεται σε κατηγορία ή ομάδα προϊόντων ή υπηρεσιών που έχουν μεταξύ τους αρκούντως άμεση και συγκεκριμένη σχέση, ώστε να αποτελούν επαρκώς ομοιογενή κατηγορία [αποφάσεις της 2ας Απριλίου 2009, Zuffa κατά ΓΕΕΑ (ULTIMATE FIGHTING CHAMPIONSHIP), T‑118/06, EU:T:2009:100, σκέψη 28, και της 23ης Σεπτεμβρίου 2015, Reed Exhibitions κατά ΓΕΕΑ (INFOSECURITY), T‑633/13, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2015:674, σκέψη 46· βλ. επίσης, κατ’ αναλογίαν, διάταξη της 11ης Δεκεμβρίου 2014, FTI Touristik κατά ΓΕΕΑ, C‑253/14 P, μη δημοσιευθείσα, EU:C:2014:2445, σκέψη 48].

26      Εν προκειμένω, αφενός, διαπιστώνεται ότι το τμήμα προσφυγών αντέταξε τον ίδιο λόγο απαραδέκτου σε όλα τα προϊόντα και υπηρεσίες για τα οποία και τις οποίες απορρίφθηκε η καταχώριση του σήματος, ήτοι την κοινοτοπία του σημείου σε σχέση με τα προϊόντα ή υπηρεσίες που θα μπορούσαν τυχόν να συσχετισθούν με ήχους κλήσεων τηλεφώνου ή ήχους ξυπνητηριού και το γεγονός ότι δυσκόλως γίνεται κατανοητή η χρήση ηχητικού σήματος όσον αφορά προϊόντα που δεν παράγουν ήχο (βλ. σκέψεις 26 και 27 της προσβαλλομένης αποφάσεως).

27      Αφετέρου, όπως ορθώς τόνισε το EUIPO, υφίσταται αρκούντως άμεση και συγκεκριμένη σχέση μεταξύ των επίμαχων προϊόντων και υπηρεσιών που συνιστούν μέσα ηλεκτρονικής μεταδόσεως πληροφοριών [«DVD και άλλα ψηφιακά μέσα εγγραφής· λογισμικά για ηλεκτρονικούς υπολογιστές, εφαρμογές για ταμπλέτες και έξυπνα τηλέφωνα», που υπάγονται στην κλάση 9· «παραγωγή επιγραμμικών (online) ψυχαγωγικών προγραμμάτων», που υπάγονται στην κλάση 41], προφορικής μεταδόσεως πληροφοριών («[ε]κπαίδευση· επιμόρφωση», που υπάγονται στην κλάση 41) ή τηλεοπτικής μεταδόσεως πληροφοριών («[υ]πηρεσίες τηλεπικοινωνιών», που υπάγονται στην κλάση 38· «ψυχαγωγία· αθλητικές και πολιτιστικές δραστηριότητες· υπηρεσίες ψυχαγωγικού περιεχομένου υπό μορφή τηλεοπτικών προγραμμάτων· παραγωγή τηλεοπτικών προγραμμάτων ψυχαγωγικού περιεχομένου· υπηρεσίες ψυχαγωγικού περιεχομένου, ήτοι τηλεοπτικά προγράμματα στον τομέα της επικαιρότητας, της εκπαίδευσης, του αθλητισμού, κωμικών θεαμάτων, υπό μορφή τηλεοπτικών σειρών, εκπομπών ποικίλης ύλης· παραγωγή τηλεοπτικών προγραμμάτων», που υπάγονται στην κλάση 41) (βλ., συναφώς, απόφαση της 23ης Σεπτεμβρίου 2015, INFOSECURITY, T‑633/13, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2015:674, σκέψη 47).

28      Υπό τις συνθήκες αυτές, πρέπει να θεωρηθεί ότι το τμήμα προσφυγών, χωρίς να παραβεί την υποχρέωση αιτιολογήσεως την οποία υπέχει και κατόπιν σφαιρικής εξετάσεως του συνόλου των εν λόγω προϊόντων και υπηρεσιών, κατέληξε σε ένα μόνο συμπέρασμα, βασιζόμενο στον ίδιο λόγο απαραδέκτου για όλα τα οικεία προϊόντα και υπηρεσίες.

29      Από το σύνολο των προεκτεθέντων προκύπτει ότι πρέπει να απορριφθεί ο πρώτος λόγος της προσφυγής.

30      Στο πλαίσιο του δεύτερου λόγου, πρέπει να εξετασθεί περαιτέρω αν το τμήμα προσφυγών υπέπεσε σε πλάνη κρίνοντας ότι το σήμα του οποίου ζητείται η καταχώριση στερούνταν διακριτικού χαρακτήρα ως προς το σύνολο των επίμαχων προϊόντων και υπηρεσιών.

 Επί του δεύτερου λόγου, ο οποίος αντλείται από παράβαση του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 207/2009

31      Η προσφεύγουσα προσάπτει στο τμήμα προσφυγών ότι υπέπεσε σε πλάνη εκτιμήσεως όσον αφορά τον διακριτικό χαρακτήρα του εν λόγω σήματος απορρίπτοντας την καταχώρισή του βάσει του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 207/2009. Η προσφεύγουσα, εκτιμώντας ότι, στο πλαίσιο της εξετάσεως του διακριτικού τους χαρακτήρα, τα ηχητικά σήματα πρέπει να υπόκεινται στα ίδια κριτήρια με τα λεκτικά ή εικονιστικά σήματα, διατείνεται, κατ’ ουσίαν, ότι η μικρή διάρκεια του ηχητικού σήματος του οποίου ζητείται η καταχώριση δεν του αφαιρεί τον διακριτικό του χαρακτήρα και ότι το εν λόγω σήμα, καίτοι είναι σύντομο, δεν είναι εντούτοις απλό, αλλά χαρακτηρίζεται από μια αλληλουχία μουσικών νοτών που δημιουργούν επανάληψη ενός ιδιαίτερου ήχου ο οποίος, όταν αναπαράγεται, είναι μεγαλύτερης διάρκειας και ο καταναλωτής μπορεί ευκολότερα να τον αναγνωρίσει και να τον απομνημονεύσει. Προσθέτει ότι το σήμα του οποίου ζητείται η καταχώριση αποτελείται από ένα ηχητικό μήνυμα το οποίο δεν είναι ούτε κοινότοπο ούτε σύνηθες.

32      Πρώτον, υπενθυμίζεται ότι τα ηχητικά σημεία δεν είναι ακατάλληλα από τη φύση τους για να διακρίνουν τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες επιχειρήσεως από αντίστοιχα άλλων επιχειρήσεων (βλ., κατ’ αναλογίαν, απόφαση της 27ης Νοεμβρίου 2003, Shield Mark, C‑283/01, EU:C:2003:641, σκέψη 36).

33      Υπό τις συνθήκες αυτές, το άρθρο 4, του κανονισμού 207/2009 έχει την έννοια ότι οι ήχοι μπορούν να αποτελέσουν σήμα, υπό τον όρον ότι μπορούν να αποτελέσουν, επιπλέον, αντικείμενο γραφικής παραστάσεως (βλ., κατ’ αναλογίαν, απόφαση της 27ης Νοεμβρίου 2003, Shield Mark, C‑283/01, EU:C:2003:641, σκέψη 37).

34      Δεν αμφισβητείται ότι η εγγραφή μουσικών νοτών σε πεντάγραμμο, συνοδευόμενο από ένα κλειδί, παύσεις και τονικές αλλοιώσεις, συνιστά «γραφική παράσταση» κατά την έννοια του άρθρου 4 του κανονισμού 207/2009.

35      Καίτοι η παράσταση αυτή δεν γίνεται αμέσως κατανοητή, μπορεί εντούτοις να κατανοηθεί ευχερώς, επιτρέποντας με τον τρόπο αυτό στις αρμόδιες αρχές και στο κοινό, ειδικότερα στους επιχειρηματίες, να έχουν ακριβή γνώση του σημείου του οποίου ζητείται η καταχώριση ως σήματος [βλ., κατ’ αναλογίαν, απόφαση της 27ης Νοεμβρίου 2003, Shield Mark, C‑283/01, EU:C:2003:641, σκέψεις 62 και 63· βλ., επίσης, κανόνα 3, παράγραφος 6, του κανονισμού (ΕΚ) 2868/95 της Επιτροπής, της 13ης Δεκεμβρίου 1995, περί της εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) 40/94 του Συμβουλίου για το κοινοτικό σήμα (ΕΕ 1995, L 303, σ. 1), όπως τροποποιήθηκε].

36      Δεύτερον, υπενθυμίζεται ότι, κατά το άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 207/2009, δεν γίνονται δεκτά προς καταχώριση τα σήματα τα οποία στερούνται διακριτικού χαρακτήρα.

37      Ο διακριτικός χαρακτήρας σήματος, κατά την έννοια του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 207/2009 συνεπάγεται ότι το σήμα αυτό καθιστά δυνατό τον προσδιορισμό του προϊόντος για το οποίο έχει ζητηθεί η καταχώριση ως προερχόμενου από συγκεκριμένη επιχείρηση και, ως εκ τούτου, καθιστά δυνατή τη διάκριση του προϊόντος αυτού από τα προϊόντα άλλων επιχειρήσεων (αποφάσεις της 29ης Απριλίου 2004, Henkel κατά ΓΕΕΑ, C‑456/01 P και C‑457/01 P, EU:C:2004:258, σκέψη 34, και της 7ης Οκτωβρίου 2004, Mag Instrument κατά ΓΕΕΑ, C‑136/02 P, EU:C:2004:592, σκέψη 29).

38      Κατά πάγια νομολογία, τα σήματα στα οποία αναφέρεται το άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 207/2009, είναι αυτά τα οποία δεν θεωρούνται ικανά να εξασφαλίσουν την ουσιώδη λειτουργία του σήματος, ήτοι τον προσδιορισμό της εμπορικής προελεύσεως του προϊόντος ή της υπηρεσίας, ούτως ώστε ο καταναλωτής που αποκτά το προϊόν ή είναι αποδέκτης της υπηρεσίας, που προσδιορίζονται με το σήμα, να προβεί στο μέλλον στην ίδια επιλογή αν η εμπειρία αποδειχθεί θετική ή να προβεί σε άλλη επιλογή αν η εμπειρία αποδειχθεί αρνητική [αποφάσεις της 16ης Σεπτεμβρίου 2004, SAT.1 κατά ΓΕΕΑ, C‑329/02 P, EU:C:2004:532, σκέψη 23· της 15ης Σεπτεμβρίου 2005, BioID κατά ΓΕΕΑ, C‑37/03 P, EU:C:2005:547, σκέψη 60, και της 8ης Μαΐου 2008, Eurohypo κατά ΓΕΕΑ, C‑304/06 P, EU:C:2008:261, σκέψη 56· βλ., επίσης, απόφαση της 13ης Απριλίου 2011, Air France κατά ΓΕΕΑ (Σχήμα παραλληλογράμμου), T‑159/10, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2011:176, σκέψη 13 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία].

39      Ο διακριτικός χαρακτήρα ενός σήματος πρέπει να εκτιμάται σε σχέση, αφενός, με τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες για τα οποία ζητήθηκε η καταχώριση του σήματος και, αφετέρου, με την αντίληψη του ενδιαφερόμενου κοινού [βλ. αποφάσεις της 12ης Φεβρουαρίου 2004, Henkel, C‑218/01, EU:C:2004:88, σκέψη 50 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία, και της 9ης Σεπτεμβρίου 2010, ΓΕΕΑ κατά Borco-Marken-Import Matthiesen, C‑265/09 P, EU:C:2010:508, σκέψη 32 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία· αποφάσεις της 13ης Απριλίου 2011, Σχήμα παραλληλογράμμου, T‑159/10, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2011:176, σκέψη 14, και της 28ης Απριλίου 2015, Volkswagen κατά ΓΕΕΑ (EXTRA), T‑216/14, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2015:230, σκέψη 15].

40      Ένας ελάχιστος διακριτικός χαρακτήρας αρκεί πάντως για να αποκλείσει την εφαρμογή του απόλυτου λόγου απαραδέκτου του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 207/2009 [αποφάσεις της 13ης Ιουνίου 2007, IVG Immobilien κατά ΓΕΕΑ (I), T‑441/05, EU:T:2007:178, σκέψη 42· της 29ης Σεπτεμβρίου 2009, The Smiley Company κατά ΓΕΕΑ (Παράσταση του ημίσεος του χαμόγελου του smiley), T‑139/08, EU:T:2009:364, σκέψη 30, και της 13ης Απριλίου 2011, Σχήμα παραλληλογράμμου, T‑159/10, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2011:176, σκέψη 15].

41      Περαιτέρω, υπενθυμίζεται ότι, με τη νομολογία του, το Δικαστήριο έκρινε ότι, μολονότι τα κριτήρια εκτιμήσεως του διακριτικού χαρακτήρα είναι τα ίδια για τις διάφορες κατηγορίες σημάτων, είναι δυνατό να προκύψει, στο πλαίσιο της εφαρμογής των κριτηρίων αυτών, ότι το ενδιαφερόμενο κοινό δεν αντιλαμβάνεται κατ’ ανάγκην με τον ίδιο τρόπο κάθε μία από τις κατηγορίες αυτές και ότι, επομένως, μπορεί να καταστεί δυσχερέστερη η απόδειξη του διακριτικού χαρακτήρα των σημάτων ορισμένων κατηγοριών απ’ ό,τι για σήματα άλλων κατηγοριών (βλ. διάταξη της 28ης Ιουνίου 2004, Glaverbel κατά ΓΕΕΑ, C‑445/02 P, EU:C:2004:393, σκέψη 23 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

42      Συναφώς, επισημαίνεται ότι, καίτοι το κοινό αντιλαμβάνεται συνήθως τα λεκτικά ή εικονιστικά σήματα ως σημεία που προσδιορίζουν την εμπορική προέλευση προϊόντων ή υπηρεσιών, εντούτοις τούτο δεν συμβαίνει όταν το σημείο αποτελείται μόνον από ηχητικό στοιχείο.

43      Πάντως, πρέπει να θεωρηθεί ότι, όσον αφορά ορισμένα προϊόντα ή υπηρεσίες, μπορεί να μην είναι ασύνηθες ο καταναλωτής να τα αναγνωρίζει μέσω ηχητικού στοιχείου. Συγκεκριμένα, πρέπει, μεταξύ άλλων, να θεωρηθεί ότι, όπως ορθώς επισήμανε το EUIPO κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, σε ορισμένους οικονομικούς τομείς, όπως ο τομέας των τηλεοπτικών εκπομπών, όχι μόνον δεν είναι ασύνηθες, αλλά είναι μάλιστα το συνηθέστερο ο καταναλωτής να αναγνωρίζει προϊόν ή υπηρεσία του ως άνω τομέα χάρη σε ηχητικό στοιχείο που του δίνει τη δυνατότητα να διακρίνει ότι το εν λόγω προϊόν ή η εν λόγω υπηρεσία προέρχεται από συγκεκριμένη επιχείρηση.

44      Υπό το ίδιο πρίσμα, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι, όσον αφορά ορισμένα προϊόντα και υπηρεσίες που συνδέονται, μεταξύ άλλων, αφενός, με μέσα επικοινωνίας ή ψυχαγωγίας μέσω τηλεοπτικών εκπομπών ή ραδιοφωνικών εκπομπών ή τηλεφωνίας και, αφετέρου, με υποθέματα ηλεκτρονικών υπολογιστών, με λογισμικά ή γενικώς με τον τομέα των μέσων ενημέρωσης, χρησιμοποιούνται ηχητικά στοιχεία όπως σύντομα μουσικά διαφημιστικά μηνύματα ή μελωδίες, ώστε να μπορεί να αναγνωριστεί ακουστικώς ότι το εν λόγω προϊόν ή η εν λόγω υπηρεσία προέρχεται από συγκεκριμένη επιχείρηση.

45      Εξάλλου και εν πάση περιπτώσει, το ηχητικό σημείο του οποίου ζητείται η καταχώριση πρέπει να έχει ορισμένη υποβλητικότητα παρέχουσα στον οικείο καταναλωτή τη δυνατότητα να το αντιληφθεί και να το εκλάβει ως σήμα και όχι ως ένα λειτουργικό στοιχείο ή ως ένδειξη χωρίς ίδια εγγενή χαρακτηριστικά. Επομένως, ο εν λόγω καταναλωτής πρέπει να θεωρήσει ότι το ηχητικό σημείο έχει προσδιοριστική ικανότητα, υπό την έννοια ότι είναι αναγνωρίσιμο ως σήμα.

46      Συγκεκριμένα, ηχητικό σημείο το οποίο δεν δύναται να σημαίνει κάτι περισσότερο από τον απλό και κοινότοπο συνδυασμό των μουσικών νοτών που το αποτελούν δεν παρέχει στον οικείο καταναλωτή τη δυνατότητα να κατανοήσει ότι προσδιορίζει τα επίμαχα προϊόντα και υπηρεσίες, καθόσον έχει απλώς «αυτοαναφορικό αποτέλεσμα», υπό την έννοια ότι, όπως ορθώς επισήμανε το EUIPO κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, παραπέμπει μόνο σε αυτό το ίδιο και σε τίποτα άλλο. Επομένως, δεν μπορεί να προκαλέσει την προσοχή του οικείου καταναλωτή δίνοντάς του τη δυνατότητα να αναγνωρίσει ότι το εν λόγω σημείο πληροί την απαραίτητη προσδιοριστική λειτουργία.

47      Με γνώμονα τα στοιχεία αυτά πρέπει να εξεταστεί η επιχειρηματολογία της προσφεύγουσας ότι το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση έχει διακριτικό χαρακτήρα.

48      Εν προκειμένω, η προσφεύγουσα δεν αμφισβητεί την εκτίμηση του τμήματος προσφυγών, η οποία διατυπώνεται στο σημείο 17 της προσβαλλομένης αποφάσεως, σύμφωνα με την οποία τα εν λόγω προϊόντα και οι υπηρεσίες απευθύνονται τόσο στο ευρύ κοινό όσο και σε επαγγελματίες των οποίων το επίπεδο προσοχής ποικίλλει από σύνηθες έως υψηλό. Η εκτίμηση αυτή δεν μπορεί παρά να γίνει δεκτή.

49      Όσον αφορά την εκτίμηση του διακριτικού χαρακτήρα του σήματος του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση, το τμήμα προσφυγών έκρινε, στο σημείο 21 της προσβαλλομένης αποφάσεως, ότι το εν λόγω σήμα αποτελείται από επανάληψη ενός ήχου που προσομοιάζει με ήχο κουδουνιού.

50      Η προσφεύγουσα, αναφέροντας στο δικόγραφο της προσφυγής της ότι το σήμα του οποίου ζητείται η καταχώριση μπορεί να περιγραφεί «ως ήχος προσομοιάζων με ήχο κλήσης τηλεφώνου» ή ως «συγκεκριμένος ηλεκτρονικός ήχος που θυμίζει συσκευή ηχοεντοπισμού και αποτελείται από επανάληψη δύο μουσικών νοτών», δεν αμφισβητεί, όπως ορθώς τονίζει το EUIPO, την προπαρατεθείσα περιγραφή του τμήματος προσφυγών για το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση.

51      Συναφώς, επισημαίνεται ότι ηχητικό σημείο το οποίο χαρακτηρίζεται από υπεραπλούστευση και περιορίζεται σε απλή επανάληψη δύο πανομοιότυπων μουσικών νοτών δεν μπορεί, αφεαυτού, να μεταδώσει μήνυμα απομνημονεύσιμο από τους καταναλωτές, οπότε αυτοί δεν θα το θεωρήσουν ως σήμα, εκτός αν αποκτήσει διά της χρήσεως διακριτικό χαρακτήρα [βλ., συναφώς, απόφαση της 12ης Σεπτεμβρίου 2007, Cain Cellars κατά ΓΕΕΑ (πεντάγωνο σχήμα), T‑304/05, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2007:271, σκέψη 22].

52      Συγκεκριμένα, το σήμα του οποίου ζητείται η καταχώριση θα γίνει αντιληπτό από το οικείο κοινό μόνον ως απλή λειτουργική δυνατότητα των οικείων προϊόντων και υπηρεσιών και όχι ως ένδειξη της εμπορικής τους προελεύσεως. Όπως ορθώς επισήμανε το τμήμα προσφυγών στο σημείο 24 της προσβαλλομένης αποφάσεως, το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση θα παραμείνει γενικώς απαρατήρητο και ο καταναλωτής αναφοράς δεν θα το απομνημονεύσει.

53      Επομένως, το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση συνοψίζεται σε έναν ήχο ξυπνητηριού ή ήχο κλήσης τηλεφώνου ανεξαρτήτως του πλαισίου εντός του οποίου χρησιμοποιείται και ανεξαρτήτως του χρησιμοποιούμενου φορέα, ο δε ηχητικός αυτός τόνος δεν έχει κανένα εγγενές χαρακτηριστικό διαφορετικό από τη μουσική νότα που το αποτελεί βάσει του οποίου θα μπορούσε να διακριθεί κάτι άλλο εκτός από τον ως άνω ήχο ξυπνητηριού ή ήχο κλήσης τηλεφώνου.

54      Κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, η προσφεύγουσα επανέλαβε ότι ο μη συνήθης ήχος κλήσης τηλεφώνου ως αναγνωριστικό στοιχείο της προελεύσεως ορισμένης υπηρεσίας προσδίδει διακριτικό χαρακτήρα στο σήμα του οποίου ζητείται η καταχώριση.

55      Συναφώς, αρκεί η επισήμανση ότι η προβαλλόμενη μη συνήθης χρήση ήχου κλήσης τηλεφώνου ως ένδειξη της προελεύσεως προϊόντων ή υπηρεσιών δεν αρκεί για να θεωρηθεί ότι το σημείο είναι κατάλληλο προς διάκριση της προελεύσεως αυτής όταν, όπως εν προκειμένω, η υπεραπλούστευση καθιστά το εν λόγω σημείο ακατάλληλο προς διάκριση της προελεύσεως προϊόντων ή υπηρεσιών, εφόσον, όπως ορθώς επισήμανε το EUIPO απαντώντας σε ερώτηση του Γενικού Δικαστηρίου, το ως άνω σημείο δεν έχει καμία ιδιαιτερότητα και παραπέμπει μόνον σε αυτό το ίδιο.

56      Επιπλέον, η προσφεύγουσα διατείνεται ότι, εφόσον προκύπτει από τη μουσική παρτιτούρα ότι πρόκειται για τμήμα του πενταγράμμου με δύο επαναλαμβανόμενες νότες σολ δίεση στο κλειδί του σολ, 147 το τέταρτο στον μετρονόμο, ήτοι ένα τονισμένο πρώτο σολ τέταρτο (ένας χρόνος), ακολουθούμενο από ένα δεύτερο σολ (μισό παρεστιγμένο) (τρεις χρόνοι), που παρατείνεται με ένα ολόκληρο (τέσσερις χρόνοι), το τμήμα προσφυγών δεν μπορούσε να θεωρήσει ότι ο ενδιαφερόμενος καταναλωτής δεν θα προσέξει ενδεχομένως τις εν λόγω ηχητικές αποχρώσεις. Επιβάλλεται όμως η διαπίστωση ότι, παρά την ως άνω περιγραφή, το σήμα του οποίου ζητείται η καταχώριση, όπως προσκομίστηκε ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου με την ηχητική εκπομπή του κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, συνοψίζεται στην επανάληψη δύο πανομοιότυπων μουσικών νοτών, χωρίς να μπορεί να διαπιστωθεί ακουστικώς οποιαδήποτε ηχητική απόχρωση, αντιθέτως προς όσα υποστηρίζει η προσφεύγουσα.

57      Όπως ορθώς επισήμανε το τμήμα προσφυγών στο σημείο 20 της προσβαλλομένης αποφάσεως, σήμα αποτελούμενο από ήχους προσομοιάζοντες σε κουδούνισμα δεν μπορεί να ασκεί προσδιοριστική λειτουργία, εκτός αν περιλαμβάνει στοιχεία ικανά να το εξατομικεύσουν σε σχέση με άλλα ηχητικά σήματα, με την παρατήρηση πάντως ότι δεν απαιτείται το εν λόγω σήμα να είναι πρωτότυπο ή εξεζητημένο.

58      Συνεπώς, το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση πρέπει να καθιστά δυνατή την αναγνώρισή του από το οικείο κοινό ως ένδειξη της προελεύσεως των εν λόγω προϊόντων ή υπηρεσιών, όπερ αποτελεί προϋπόθεση την οποία δεν πληροί εν προκειμένω το ως άνω σήμα, το οποίο μπορεί να εξομοιωθεί με τον «τυποποιημένο» ηχητικό τόνο που έχει κάθε ηλεκτρονική συσκευή εξοπλισμένη με χρονόμετρο ή κάθε τηλεφωνική συσκευή, οπότε το εν λόγω κοινό δεν θα είναι ικανό, χωρίς προηγούμενη γνώση, να αναγνωρίσει τον ως άνω ηχητικό τόνο ως ενδεικτικό στοιχείο των προϊόντων και υπηρεσιών που προέρχονται από την προσφεύγουσα.

59      Επομένως, αντιθέτως προς όσα διατείνεται η προσφεύγουσα, το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση δεν μπορεί να εξομοιωθεί με μουσικό ηχητικό μήνυμα το οποίο είναι ασύνηθες επειδή περιέχει ένα διπλό κουδούνισμα.

60      Περαιτέρω, η προσφεύγουσα παρατηρεί ότι το σήμα του οποίου ζητείται η καταχώριση είναι πασίγνωστο στη Βραζιλία καθώς και στους κόλπους των βραζιλιάνικων κοινοτήτων σε πολλά κράτη μέλη, οι οποίες αναγνωρίζουν το εν λόγω σήμα ως διακριτικό σημείο του τηλεοπτικού σταθμού Globo.

61      Συναφώς, αρκεί η επισήμανση ότι, με την επιχειρηματολογία αυτή, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση απέκτησε διακριτικό χαρακτήρα λόγω της μακρόχρονης χρήσεώς του, επιχειρηματολογία λυσιτελής μεν στο πλαίσιο του άρθρου 7, παράγραφος 3, του κανονισμού 207/2009, ζήτημα του οποίου επιλήφθηκε ο εξεταστής (βλ. σημεία 29 και 30 της προσβαλλομένης αποφάσεως και σκέψη 8 ανωτέρω), αλλά όχι στο πλαίσιο του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του εν λόγω κανονισμού.

62      Η προσφεύγουσα διατείνεται επίσης ότι το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση δεν στερείται διακριτικού χαρακτήρα, καθόσον το σήμα αυτό καθώς και άλλα παρόμοια ηχητικά σήματα έχουν αποτελέσει αντικείμενο καταχωρίσεων στη Γαλλία και στις Ηνωμένες Πολιτείες.

63      Υπενθυμίζεται συναφώς ότι, κατά πάγια νομολογία, το καθεστώς σημάτων της Ένωσης συνιστά αυτοτελές σύστημα, το οποίο αποτελείται από σύστημα κανόνων και έχει σκοπούς που προσιδιάζουν σε αυτό, η δε εφαρμογή του είναι ανεξάρτητη από κάθε εθνικό σύστημα. Συνεπώς, η δυνατότητα καταχωρίσεως ενός σημείου ως σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης εκτιμάται μόνον βάσει της νομοθεσίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης [αποφάσεις της 12ης Ιουνίου 2007, MacLean-Fogg κατά ΓΕΕΑ (LOKTHREAD), T‑339/05, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2007:172, σκέψη 57, και της 10ης Μαΐου 2012, Amador López κατά ΓΕΕΑ (AUTOCOACHING), T‑325/11, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2012:230, σκέψη 45].

64      Εξάλλου, όσον αφορά την εκτίμηση της ελλείψεως διακριτικού χαρακτήρα σε σχέση με τα επίμαχα προϊόντα και υπηρεσίες, το τμήμα προσφυγών έκρινε, στο σημείο 26 της προσβαλλομένης αποφάσεως, ότι ο ίδιος λόγος αρνήσεως καταχωρίσεως, ήτοι το γεγονός ότι το σήμα του οποίου ζητείται η καταχώριση δεν μπορεί να γίνει αντιληπτό ως ένδειξη της εμπορικής προελεύσεως, ισχύει για το σύνολο των εν λόγω προϊόντων ή υπηρεσιών, καθόσον η κοινοτοπία του σημείου παραμένει η αυτή, ανεξαρτήτως του αν το σήμα συνδέεται με προϊόντα ή υπηρεσίες που μπορούν ενδεχομένως να συσχετισθούν με ήχους κλήσης τηλεφώνου ή ήχους ξυπνητηριού.

65      Το τμήμα προσφυγών προσέθεσε στο σημείο 27 της προσβαλλομένης αποφάσεως:

«Επιπλέον, όσον αφορά τα προϊόντα της κλάσης 16, τα οποία εξ ορισμού δεν παράγουν ήχο (πλην ενδεχομένως των ηχητικών ευχετήριων καρτών) καθώς και τις ακόλουθες υπηρεσίες της κλάσης 41 “Εκπαίδευση· επιμόρφωση· αθλητικές και πολιτιστικές δραστηριότητες”, το τμήμα προσθέτει ότι δυσκόλως νοείται η χρήση του υπό εξέταση σήματος σε σχέση με τα εν λόγω προϊόντα ή υπηρεσίες. Πράγματι, πως μπορεί να συσχετιστεί ηχητικό σήμα με την πώληση, παραδείγματος χάρη, χαρτιού; Επιπλέον, από την εμπειρία του στην πράξη, το τμήμα καταλήγει ότι, εν πάση περιπτώσει, όσον αφορά τα προϊόντα της κλάσης 16, ο καταναλωτής δεν συνηθίζει να αναγνωρίζει την προέλευση των εν λόγω προϊόντων βάσει ήχου ή μελωδίας. Το αυτό ισχύει για τις δραστηριότητες εκπαιδεύσεως και επιμορφώσεως που υπάγονται στην κλάση 41.»

66      Συναφώς, όπως προκύπτει από τη σκέψη 52 ανωτέρω, το οικείο κοινό θα αντιληφθεί το σήμα του οποίου ζητείται η καταχώριση μόνον ως απλή λειτουργική δυνατότητα των σχετικών προϊόντων και υπηρεσιών και όχι ως ένδειξη της εμπορικής τους προελεύσεως.

67      Συγκεκριμένα, διαπιστώνεται ότι, καίτοι τα προϊόντα της κλάσης 9 δεν καθορίζονται ρητώς στο σημείο 27 της προσβαλλομένης αποφάσεως, εμπίπτουν στην κρίση του τμήματος προσφυγών στο σημείο 25 της προσβαλλομένης αποφάσεως, σύμφωνα με την οποία το σήμα του οποίου ζητείται η καταχώριση δεν θα γίνει αντιληπτό ως ένδειξη της προελεύσεως των ως άνω προϊόντων. Πράγματι, όπως ορθώς τόνισε το EUIPO, το εν λόγω σήμα θα γίνει κατανοητό ως υποδεικνύον απλώς τη θέση σε λειτουργία του μέσου αποθηκεύσεως δεδομένων ή του προγράμματος πληροφορικής ή εφαρμογής για ηλεκτρονικές συσκευές.

68      Όσον αφορά τις υπηρεσίες τηλεοπτικών εκπομπών της κλάσης 38 καθώς και το σύνολο των υπηρεσιών που μπορούν να παρασχεθούν υπό μορφή τηλεοπτικού προγράμματος και υπάγονται στην κλάση 41, το ηχητικό σήμα, λόγω της κοινοτοπίας του, θα γίνει αντιληπτό από το οικείο κοινό μάλλον ως υποδεικνύον την έναρξη ή τη λήξη ενός τηλεοπτικού προγράμματος.

69      Συνεπώς, το τμήμα προσφυγών δεν υπέπεσε σε καμία πλάνη κατά την εξέταση του διακριτικού χαρακτήρα του ως άνω σήματος σε σχέση με τα εν λόγω προϊόντα και υπηρεσίες.

70      Τέλος, η προσφεύγουσα διατείνεται ότι το EUIPO προέβη σε καταχωρίσεις παρεμφερών ηχητικών σημάτων, ήτοι ήχο καμπάνας ή ξυλόφωνου, οπότε, για να απορριφθεί στην προκειμένη περίπτωση η ζητηθείσα καταχώριση του σήματος, δεν αρκεί η προβαλλόμενη έλλειψη διακριτικού χαρακτήρα επειδή το εν λόγω σήμα είναι απλό.

71      Συναφώς, αφενός, υπενθυμίζεται ότι, κατά πάγια νομολογία, οι αποφάσεις που αφορούν την καταχώριση ενός σημείου ως σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τις οποίες καλούνται να λαμβάνουν τα τμήματα προσφυγών δυνάμει του κανονισμού 207/2009, εμπίπτουν στη δέσμια αρμοδιότητα και όχι στη διακριτική τους ευχέρεια. Επομένως, η δυνατότητα καταχωρίσεως ενός σημείου ως σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης πρέπει να εκτιμάται μόνο βάσει του κανονισμού αυτού, όπως ερμηνεύεται από τον δικαστή της Ένωσης, και όχι βάσει της προηγούμενης πρακτικής των τμημάτων προσφυγών [αποφάσεις της 15ης Σεπτεμβρίου 2005, BioID κατά ΓΕΕΑ, C‑37/03 P, EU:C:2005:547, σκέψη 47, και της 27ης Φεβρουαρίου 2015, Universal Utility International κατά ΓΕΕΑ (Greenworld), T‑106/14, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2015:123, σκέψη 36].

72      Αφετέρου, έχει ασφαλώς κριθεί ότι το EUIPO πρέπει, στο πλαίσιο εξετάσεως μιας αιτήσεως καταχωρίσεως σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, να λαμβάνει υπόψη τις αποφάσεις που έχουν ήδη ληφθεί επί παρόμοιων αιτήσεων και να διερωτάται με ιδιαίτερη προσοχή για το αν πρέπει ή όχι να αποφασίσει κατά τον ίδιο τρόπο (αποφάσεις της 10ης Μαρτίου 2011, Agencja Wydawnicza Technopol κατά ΓΕΕΑ, C‑51/10 P, EU:C:2011:139, σκέψη 74, και της 28ης Απριλίου 2015, EXTRA, T‑216/14, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2015:230, σκέψη 30).

73      Εντούτοις, οι αρχές της ίσης μεταχειρίσεως και της χρηστής διοικήσεως πρέπει να συμβιβάζονται με την τήρηση της νομιμότητας. Κατά συνέπεια, ο αιτών την καταχώριση σημείου ως σήματος δεν μπορεί να επικαλείται υπέρ αυτού ενδεχόμενη παρανομία διαπραχθείσα υπέρ τρίτου προκειμένου να επιτύχει την έκδοση πανομοιότυπης αποφάσεως (αποφάσεις της 10ης Μαρτίου 2011, Agencja Wydawnicza Technopol κατά ΓΕΕΑ, C‑51/10 P, EU:C:2011:139, σκέψεις 75 και 76, και της 28ης Απριλίου 2015, EXTRA, T‑216/14, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2015:230, σκέψη 31).

74      Επιπλέον, για λόγους ασφάλειας δικαίου και χρηστής διοικήσεως, η εξέταση κάθε αιτήσεως καταχωρίσεως πρέπει να είναι αυστηρή και πλήρης προκειμένου να αποφεύγεται το ενδεχόμενο μη προσήκουσας καταχωρίσεως σήματος. Η εξέταση αυτή πρέπει να διενεργείται κατά περίπτωση. Συγκεκριμένα, η καταχώριση σημείου ως σήματος εξαρτάται από ειδικά κριτήρια, τα οποία έχουν εφαρμογή στο πλαίσιο των πραγματικών περιστατικών της συγκεκριμένης περιπτώσεως και τα οποία χρησιμεύουν για να διακριβωθεί αν το επίμαχο σημείο εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής κάποιου από τους λόγους απαραδέκτου (αποφάσεις της 10ης Μαρτίου 2011, Agencja Wydawnicza Technopol κατά ΓΕΕΑ, C‑51/10 P, EU:C:2011:139, σκέψη 77, και της 28ης Απριλίου 2015, EXTRA, T‑216/14, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2015:230, σκέψη 32).

75      Εν προκειμένω, από την προσβαλλόμενη απόφαση προκύπτει ότι το τμήμα προσφυγών εξέτασε κατά τρόπο πλήρη και συγκεκριμένο το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση και απέρριψε την καταχώρισή του. Επιπλέον, από την εξέταση των αιτιάσεων που προέβαλε η προσφεύγουσα προκύπτει ότι, βάσει της εξετάσεως αυτής, το τμήμα προσφυγών ορθώς έκανε δεκτό τον απόλυτο λόγο απαραδέκτου του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 207/2009 για να απορρίψει τη ζητηθείσα καταχώριση σήματος. Δεδομένου ότι η βάσει της διατάξεως αυτής εξέταση του εν λόγω σήματος δεν μπόρεσε να καταλήξει, αφεαυτής, σε διαφορετικό αποτέλεσμα, τα επιχειρήματα της προσφεύγουσας σχετικά με την καταχώριση άλλων ηχητικών σημάτων δεν μπορούν να ευδοκιμήσουν. Επομένως, η προσφεύγουσα δεν μπορεί βασίμως να επικαλείται προηγούμενες αποφάσεις του EUIPO προκειμένου να ανατρέψει την κρίση ότι η ζητηθείσα καταχώριση του σήματος δεν συνάδει με τον κανονισμό 207/2009.

76      Από το σύνολο των προεκτεθέντων προκύπτει ότι ο δεύτερος λόγος ακυρώσεως πρέπει να απορριφθεί, καθώς και η προσφυγή στο σύνολό της.

 Επί των δικαστικών εξόδων

77      Υπενθυμίζεται ότι, κατά το άρθρο 134, παράγραφος 1, του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα, εφόσον υπήρχε σχετικό αίτημα του νικήσαντος διαδίκου. Δεδομένου ότι η προσφεύγουσα ηττήθηκε, πρέπει να καταδικαστεί στα δικαστικά έξοδα σύμφωνα με το σχετικό αίτημα του EUIPO.

Για τους λόγους αυτούς,

ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (δεύτερο τμήμα)

αποφασίζει:

1)      Απορρίπτει την προσφυγή.

2)      Καταδικάζει την Globo Comunicação e Participações S/A στα δικαστικά έξοδα.

Martins Ribeiro

Gervasoni

Madise

Δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στο Λουξεμβούργο στις 13 Σεπτεμβρίου 2016.

(υπογραφές)


* Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική.