Language of document :

Αγωγή της 16ης Σεπτεμβρίου 2008 - Nexus Europe (Ireland) κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-424/08)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Ενάγουσα: Nexus Europe (Ireland) Ltd (Δουβλίνο, Ιρλανδία) (εκπρόσωπος: M. Noonan, Barrister)

Εναγόμενη: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα της ενάγουσας

Η ενάγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

να υποχρεώσει την Επιτροπή να καταβάλει αποζημίωση ύψους 95 418,99 ευρώ·

να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Στις 31 Οκτωβρίου 2001 η ενάγουσα και η Επιτροπή σύναψαν σύμβαση "συγχρηματοδοτούμενης δράσεως για την ανάπτυξη της έρευνας", κατά τα προβλεπόμενα στο παράρτημα IV (το οποίο φέρει τον τίτλο "κανόνες χρηματοδοτικής συμμετοχής της Κοινότητας") της αποφάσεως 182/1999/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 1998, για το πέμπτο πρόγραμμα πλαίσιο δράσεων έρευνας, τεχνολογικής ανάπτυξης και επίδειξης της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (1998-2002) 1, βάσει της οποίας η ενάγουσα, ως μέλος κοινοπραξίας στην οποία μετείχαν και άλλοι συμβαλλόμενοι, ανέλαβε την υλοποίηση του προγράμματος MUTEIS IST-2000-30117, σκοπός του οποίου είναι η ανάλυση και επεξήγηση της λειτουργικής και γεωγραφικής πολυμορφίας της ευρωπαϊκής ψηφιακής οικονομίας, τόσο από γενικής απόψεως όσο και σε επίπεδο περιοχών/ πόλεων. Η ενάγουσα πρότεινε στην Επιτροπή να συμμετάσχει στο πρόγραμμα βάσει του προτύπου των "πρόσθετων δαπανών" όσον αφορά την επιστροφή των επιλέξιμων δαπανών του προγράμματος. Κατόπιν μεταξύ τους αλληλογραφίας, η Επιτροπή ενημέρωσε την ενάγουσα ότι δεν μπορούσε να εγκρίνει, προς το παρόν, τη σχετική με το προσωπικό και τις γενικές δαπάνες πρόταση της δεύτερης και της αντιπρότεινε να επανεξετάσει τον τρόπο συμμετοχής της, είτε με βάση την πλήρη κάλυψη των επιλέξιμων δαπανών είτε με βάση την πλήρη κάλυψη των δαπανών και δικαίωμα λήψεως ενός κατ' αποκοπή ποσού για τις γενικές δαπάνες. Στις 30 Απριλίου 2004, η ενάγουσα υπέγραψε τροποποίηση της συμβάσεως σύμφωνα με τους ανωτέρω όρους.

Προς στήριξη του αιτήματός της για αποζημίωση, η ενάγουσα ισχυρίζεται ότι η Επιτροπή ενήργησε καθ' υπέρβαση των αρμοδιοτήτων της, καθόσον επιχείρησε να τροποποιήσει τη σύμβαση επικαλούμενη το άρθρο 3, παράγραφος 2, του παραρτήματος II της συμβάσεως. Η ενάγουσα διατείνεται ότι, μολονότι η Επιτροπή είχε τη δυνατότητα, κατά τον χρόνο υπογραφής της συμβάσεως, να απορρίψει την πρόταση περί δαπανών που υπέβαλε η ενάγουσα, εντούτοις δεν υφίσταται όρος της συμβάσεως που να επιτρέπει στην Επιτροπή να τροποποιεί το σχέδιο καλύψεως των δαπανών διαρκούσης της υλοποιήσεως του προγράμματος. Επιπλέον, η ενάγουσα διατείνεται ότι, καθόσον ουδόλως υπήρχαν βάσιμες υποψίες περί του ότι η ενάγουσα είχε διαπράξει απάτη ή λογιστική παρατυπία, η Επιτροπή δεν μπορούσε να επικαλεσθεί το άρθρο 3, παράγραφος 2, του παραρτήματος II της συμβάσεως, προκειμένου να δικαιολογήσει την τροποποίηση των συμβατικών όρων.

Επίσης, η ενάγουσα ισχυρίζεται ότι η Επιτροπή παρέβη τις συμβατικές υποχρεώσεις της, υποπίπτοντας κατ' αυτόν τον τρόπο σε παράβαση του άρθρου 1134, παράγραφος 1, του βελγικού αστικού κώδικα, σύμφωνα με το οποίο οι νομίμως συναφθείσες συμβάσεις επέχουν θέση νόμου μεταξύ των συμβαλλομένων. Κατά την ενάγουσα, καθ' όλον τον χρόνο ισχύος της συμβάσεως κατισχύει το σχέδιο καλύψεως δαπανών που συμφωνήθηκε από τους συμβαλλομένους κατά την υπογραφή της συμβάσεως, συνεπώς η Επιτροπή παρέβη τις συμβατικές υποχρεώσεις της, απαιτώντας από την ενάγουσα την τροποποίηση του σχεδίου καλύψεως δαπανών που είχαν συμφωνήσει τα συμβαλλόμενα μέρη.

Επιπροσθέτως, η ενάγουσα ισχυρίζεται ότι η Επιτροπή παραβίασε την αρχή της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης και την αρχή της χρηστής διοικήσεως.

____________

1 - ΕΕ 1999, L 26, σ.1.