Language of document : ECLI:EU:T:2010:396

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα)

της 13ης Σεπτεμβρίου 2010 (*)

«Κοινοτικό σήμα – Αίτηση καταχωρίσεως αποχρώσεως του πορτοκαλί ως κοινοτικού σήματος – Απόλυτος λόγος απαραδέκτου – Απουσία διακριτικού χαρακτήρα – Άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού (ΕΚ) 40/94 [νυν άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού (ΕΚ) 207/2009]»

Στην υπόθεση T‑97/08,

KUKA Roboter GmbH, με έδρα το Augsbourg (Γερμανία), εκπροσωπούμενη από τους A. Kohn και B. Hannemann, δικηγόρους,

προσφεύγουσα,

κατά

Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ), εκπροσωπούμενου από τον R. Pethke,

καθού,

με αντικείμενο προσφυγή κατά της αποφάσεως του τετάρτου τμήματος προσφυγών του Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) της 14ης Δεκεμβρίου 2007 (υπόθεση R 1572/2007-4), σχετικά με την αίτηση καταχωρίσεως αποχρώσεως του πορτοκαλί ως κοινοτικού σήματος,

ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (έκτο τμήμα),

συγκείμενο από τους A. W. H. Meij (εισηγητή), πρόεδρο, Σ. Παπασάββα και L. Truchot, δικαστές,

γραμματέας: C. Heeren, υπάλληλος διοικήσεως,

έχοντας υπόψη το δικόγραφο της προσφυγής που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου στις 20 Φεβρουαρίου 2008,

έχοντας υπόψη το υπόμνημα αντικρούσεως που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου στις 4 Ιουνίου 2008,

κατόπιν της συνεδριάσεως της 17ης Ιουνίου 2010,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

 Ιστορικό της διαφοράς

1        Στις 29 Αυγούστου 2005, η προσφεύγουσα, KUKA Roboter GmbH, υπέβαλε αίτηση καταχωρίσεως κοινοτικού σήματος στο Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ), βάσει του κανονισμού (ΕΚ) 40/94 του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 1993, για το κοινοτικό σήμα (ΕΕ 1994, L 11, σ. 1), όπως έχει τροποποιηθεί [και αντικατασταθεί από τον κανονισμό (ΕΚ) 207/2009 του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2009, για το κοινοτικό σήμα (ΕΕ L 78, σ. 1)].

2         Το σημείο του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση είναι η εξής απόχρωση του πορτοκαλί:

Image not found

3        Τα προϊόντα για τα οποία ζητήθηκε η καταχώριση του σήματος υπάγονται, μετά τον περιορισμό κατά την ενώπιον του ΓΕΕΑ διαδικασία, στην κλάση 7 κατά την έννοια του Διακανονισμού της Νίκαιας, για τη διεθνή ταξινόμηση των προϊόντων και των υπηρεσιών με σκοπό την καταχώριση των σημάτων, της 15ης Ιουνίου 1957, όπως έχει αναθεωρηθεί και τροποποιηθεί, και αντιστοιχούν στην ακόλουθη περιγραφή: «Ρομπότ με αρθρωτούς βραχίονες για χειρισμό, επεξεργασία και συγκόλληση, εξαιρουμένων των ρομπότ για εργαστήρια καθαρών χώρων, των ρομπότ για ιατρική χρήση και των ρομπότ για επιστρώσεις με βερνίκι· εξαρτήματα των προπαρατεθέντων προϊόντων».

4        Με την από 7 Αυγούστου 2007 απόφαση, ο εξεταστής απέρριψε την αίτηση καταχωρίσεως βάσει του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού 40/94 (νυν άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού 207/2009), με την αιτιολογία ότι το σημείο του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση δεν είχε διακριτικό χαρακτήρα.

5        Στις 2 Οκτωβρίου 2007, η προσφεύγουσα άσκησε προσφυγή βάσει των άρθρων 57 έως 62 του κανονισμού 40/94 (ήδη άρθρα 58 έως 64 του κανονισμού 207/2009) κατά της αποφάσεως του εξεταστή.

6        Με την από 14 Δεκεμβρίου 2007 απόφαση (στο εξής: προσβαλλόμενη απόφαση), το τέταρτο τμήμα προσφυγών του Γραφείου απέρριψε την προσφυγή για τον λόγο ότι το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση στερείται διακριτικού χαρακτήρα κατά την έννοια του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού 40/94. Έκρινε, κατ’ ουσίαν, ότι το ενδιαφερόμενο κοινό δεν θα αντιλαμβανόταν καθαυτό το χρώμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση ως ένδειξη της εμπορικής προελεύσεως των εν λόγω προϊόντων.

 Αιτήματα των διαδίκων

7        Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

–        να ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση·

–        να καταδικάσει το Γραφείο στα δικαστικά έξοδα.

8        Το Γραφείο ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

–        να απορρίψει την προσφυγή·

–        να καταδικάσει την προσφεύγουσα στα δικαστικά έξοδα.

 Σκεπτικό

 Επί του παραδεκτού των αποδεικτικών στοιχείων που υποβλήθηκαν στο Γενικό Δικαστήριο

9        Προς στήριξη του ισχυρισμού ότι το προς καταχώριση σήμα έχει εγγενή διακριτικό χαρακτήρα, κατά την έννοια του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού 40/94, η προσφεύγουσα προσκόμισε με το από 25 Μαρτίου 2009 έγγραφο τα αποτελέσματα δύο ερευνών, της 27ης Ιουνίου 2008, η πρώτη από τις οποίες είναι τηλεφωνική έρευνα που διεξήχθη στη Γερμανία, στην Κίνα, στις Ηνωμένες Πολιτείες και στην Ιταλία, και η δεύτερη ερωτηματολόγιο που διανεμήθηκε στο κοινό κατά τη διάρκεια της εμπορικής εκθέσεως Automatica 2008, η οποία έλαβε χώρα τον Ιούνιο του 2008 στο Μόναχο (Γερμανία). Η προσφεύγουσα προσκόμισε επίσης ένα CD-ROM με διαφημιστικά φυλλάδια διαφόρων κατασκευαστών, καθώς και φωτογραφίες των εκθεσιακών περιπτέρων επιχειρήσεων του τομέα, εκπροσωπούμενων σε εμπορικές εκθέσεις.

10      Με το από 12 Μαΐου 2009 έγγραφο, το Γραφείο αμφισβήτησε το παραδεκτό των εν λόγω εγγράφων, για τον λόγο ότι αυτά αποτελούσαν νέα στοιχεία.

11      Πέραν του ότι τα έγγραφα αυτά υποβλήθηκαν εκπροθέσμως κατά την ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου διαδικασία, κατά παράβαση του άρθρου 48, παράγραφος 1, του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, χωρίς να δικαιολογηθεί η καθυστερημένη αυτή υποβολή, επισημαίνεται ότι, κατά πάγια νομολογία, η προσφυγή ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου αφορά τον έλεγχο της νομιμότητας των αποφάσεων των τμημάτων προσφυγών του ΓΕΕΑ κατά την έννοια του άρθρου 63 του κανονισμού 40/94 (νυν άρθρου 65 του κανονισμού 207/2009) και, επομένως, το Γενικό Δικαστήριο δεν είναι αρμόδιο να επανεξετάσει τα πραγματικά περιστατικά υπό το πρίσμα των εγγράφων που υποβλήθηκαν για πρώτη φορά ενώπιόν του. Συνεπώς, η συνεκτίμηση των ως άνω εγγράφων αποκλείεται, χωρίς να απαιτείται να εξετασθεί η αποδεικτική τους ισχύς [βλ., σχετικώς, απόφαση του Πρωτοδικείου της 24ης Νοεμβρίου 2005, T‑346/04, Sadas κατά ΓΕΕΑ – LTJ Diffusion (ARTHUR ET FELICIE), Συλλογή 2005, σ. II‑4891, σκέψη 19 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία]. Συνεπώς, η νομιμότητα μιας αποφάσεως του τμήματος προσφυγών θίγεται από την επίκληση ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου νέων πραγματικών περιστατικών μόνον αν έχει αποδειχθεί ότι το τμήμα προσφυγών όφειλε να λάβει αυτεπαγγέλτως υπόψη τα περιστατικά αυτά κατά τη διοικητική διαδικασία, πριν εκδώσει οποιαδήποτε απόφαση επί του υπό κρίση ζητήματος [απόφαση του Πρωτοδικείου της 12ης Δεκεμβρίου 2002, T‑247/01, eCopy κατά ΓΕΕΑ (ECOPY), Συλλογή 2002, σ. II‑5301, σκέψη 46].

12      Εν προκειμένω, εφόσον τα έγγραφα που προσκόμισε η προσφεύγουσα δεν αφορούν καταφανώς πραγματικά περιστατικά τα οποία έπρεπε να είχε λάβει υπόψη αυτεπαγγέλτως το τμήμα προσφυγών δυνάμει του άρθρου 74, παράγραφος 1, του κανονισμού 40/94 (νυν άρθρου 76, παράγραφος 1, του κανονισμού 207/2009), δεν πρέπει να ληφθούν υπόψη τα προαναφερθέντα έγγραφα ούτε και να εξεταστεί η αποδεικτική τους ισχύς.

 Επί της ουσίας

13      Προς στήριξη της προσφυγής της, η προσφεύγουσα προβάλλει τρεις λόγους ακυρώσεως, που αφορούν, αντιστοίχως, παράβαση του άρθρου 28 ΕΚ, παράβαση του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, καθώς και του άρθρου 73 (νυν άρθρου 75 του κανονισμού 207/2009) και του άρθρου 74 του κανονισμού 40/94 και, τέλος, κατάχρηση εξουσίας.

14      Πρέπει να εξεταστεί κατά πρώτον ο δεύτερος λόγος ακυρώσεως, ακολούθως ο τρίτος λόγος ακυρώσεως και, τέλος, ο πρώτος λόγος ακυρώσεως.

 Επί του δεύτερου λόγου ακυρώσεως, που αφορά παράβαση του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, καθώς και των άρθρων 73 και 74 του κανονισμού 40/94

–       Επιχειρήματα των διαδίκων

15      Η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι το τμήμα προσφυγών εσφαλμένως έκρινε ότι το προς καταχώριση σήμα δεν έχει διακριτικό χαρακτήρα όσον αφορά τα επίμαχα προϊόντα.

16      Καταρχάς, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι το τμήμα προσφυγών δεν έλαβε υπόψη την απόφαση του Δικαστηρίου της 6ης Μαΐου 2003, C‑104/01, Libertel (Συλλογή 2003, σ. I‑3793), από την οποία προκύπτει ότι η καταχώριση χρώματος ως κοινοτικού σήματος αποκλείεται μόνον αν το χρώμα δεν έχει διακριτικό χαρακτήρα. Επομένως, ο –έστω περιορισμένος– διακριτικός χαρακτήρας σήματος πρέπει να καθιστά δυνατή την καταχώρισή του.

17      Η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι τα κριτήρια που έχει θέσει το Δικαστήριο στην προπαρατεθείσα απόφαση Libertel πληρούνται εν προκειμένω. Ειδικότερα, το προς καταχώριση σήμα αφορά ένα μόνο συγκεκριμένο είδος προϊόντος, ήτοι ρομπότ με αρθρωτούς βραχίονες για χειρισμό, επεξεργασία και συγκόλληση, εξαιρουμένων των ρομπότ για εργαστήρια καθαρών χώρων, των ρομπότ για ιατρική χρήση και των ρομπότ για επιστρώσεις με βερνίκι. Ειδικότερα, η επίμαχη αγορά είναι πολύ ιδιαίτερη, καθόσον, πρώτον, τα ρομπότ τα οποία αφορά το προς καταχώριση σήμα είναι κεφαλαιουχικά αγαθά με μεγάλη διάρκεια ζωής, η ανά μονάδα αξία των οποίων σε ευρώ είναι τουλάχιστον πενταψήφιος αριθμός, δεύτερον, τα ρομπότ χρησιμοποιούνται σε άκρως εξειδικευμένες εφαρμογές και, τρίτον, η αγορά ρομπότ από την προσφεύγουσα συνεπάγεται εργασίες προσαρμογής για τον αγοραστή.

18      Ακολούθως, η προσφεύγουσα αμφισβητεί την κρίση του τμήματος προσφυγών όσον αφορά το ενδιαφερόμενο κοινό, στα σημεία 19 και 20 της προσβαλλομένης αποφάσεως, και ισχυρίζεται ότι αυτό αποτελείται, εν προκειμένω, από αγοραστές και τους εμπόρους ρομπότ με αρθρωτούς βραχίονες για χειρισμό, επεξεργασία και συγκόλληση, που γνωρίζουν καλά την αγορά των εν λόγω προϊόντων στην Ευρώπη. Δεν συμφωνεί συνεπώς με την εκτίμηση του τμήματος προσφυγών, κατά την οποία στο ενδιαφερόμενο κοινό εμπίπτει όχι μόνον ο αγοραστής των προϊόντων που αφορά το προς καταχώριση σήμα, αλλά και το τεχνικό προσωπικό που εργάζεται στα εργοστάσια που βρίσκονται τα εν λόγω ρομπότ.

19      Η προσφεύγουσα αμφισβητεί ότι υπάρχει ανάγκη ελεύθερης χρήσεως των χρωμάτων, λόγω του περιορισμένου αριθμού των δυνάμενων να διακριθούν χρωμάτων. Προβάλλει ότι λεκτικά σήματα που περιέχουν απλώς ορισμένα σημεία είναι δυνατό να καταχωρισθούν, ακόμη και αν προέρχονται από απόθεμα που δεν είναι απεριόριστο. Υπογραμμίζει, εξάλλου, ότι η μονοπώληση του προς καταχώριση σήματος αφορά μόνον περιορισμένο σύνολο αγαθών. Επιπλέον, κατά την προσφεύγουσα, η καταχώριση του επίμαχου σήματος δεν αποκλείει οι ανταγωνίστριες επιχειρήσεις να διαθέτουν στο εμπόριο ρομπότ πορτοκαλί χρώματος, δεδομένου ότι τέτοιου είδους διάθεση στο εμπόριο δεν συνιστά χρήση του προς καταχώριση σήματος κατά την έννοια του άρθρου 9 του κανονισμού 40/94 (νυν άρθρου 9 του κανονισμού 207/2009). Συναφώς, εμμένει στο γεγονός ότι οι πελάτες επιλέγουν καταρχήν το χρώμα του προϊόντος κατά την παραγγελία, οπότε αποκλείεται να μην επιτρέπεται σε ανταγωνιστή της προσφεύγουσας να πωλήσει ρομπότ πορτοκαλί χρώματος. Το προς καταχώριση σήμα αποκλείει μόνον τη χρήση του χρώματος αυτού για σκοπούς διαφήμισης και προβολής, ενδεικτικά σε εκθέσεις ή σε διαφημιστικά φυλλάδια.

20      Εξάλλου, κανένα άλλου είδους γενικό συμφέρον δεν αντιτάσσεται στην καταχώριση του επίμαχου σήματος. Αυτό δεν χρησιμοποιείται περιγραφικώς ούτε επιδιώκει τεχνικό σκοπό.

21      Η προσφεύγουσα αμφισβητεί επίσης την κρίση του τμήματος προσφυγών ότι το προς καταχώριση σήμα είναι συγγενές με το χρώμα του μινίου, μέσου αντιδιαβρωτικών επεξεργασιών. Αφενός, τα επίμαχα χρώματα είναι σαφώς διακριτά. Αφετέρου, τη χρήση μινίου απαγορεύει η οδηγία 2002/95/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Ιανουαρίου 2003, σχετικά με τον περιορισμό της χρήσης ορισμένων επικίνδυνων ουσιών σε είδη ηλεκτρικού και ηλεκτρονικού εξοπλισμού (ΕΕ L 37, σ. 19). Τέλος, τα ρομπότ της προσφεύγουσας αποτελούνται κατά βάση από χυτό αλουμίνιο, υλικό που δεν προϋποθέτει αντιδιαβρωτική επεξεργασία.

22      Η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ακόμη ότι δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι ο αριθμός των αιτήσεων καταχωρίσεως σημάτων με αντικείμενο κόκκινο ή πορτοκαλί χρώμα χωρίς περίγραμμα υποδηλώνει ότι το προς καταχώριση σήμα δεν είναι ασύνηθες και, κατά συνέπεια, στερείται διακριτικού χαρακτήρα. Κατ’ αυτήν, μόνον ο αριθμός των αιτήσεων που κατατέθηκαν και αφορούν χρώματα χωρίς περίγραμμα είναι άνευ σημασίας, δεδομένου ότι το τμήμα προσφυγών είναι υποχρεωμένο να αξιολογεί το εκάστοτε προς καταχώριση σήμα, λαμβάνοντας υπόψη τα προϊόντα και τις υπηρεσίες που αυτό αφορά.

23      Η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι, κρίνοντας στο σημείο 20 της προσβαλλομένης αποφάσεως ότι το ενδιαφερόμενο κοινό αποφασίζει την αγορά των επίμαχων προϊόντων αποκλειστικώς βάσει των τεχνικών ή οικονομικών χαρακτηριστικών τους, και όχι αναλόγως του χρώματός τους, το τμήμα προσφυγών δεν έλαβε υπόψη τη σημασία του γεγονότος ότι το χρώμα παρέχει τη δυνατότητα στο ενδιαφερόμενο κοινό να αποδώσει το προϊόν σε συγκεκριμένο κατασκευαστή και να σχηματίσει εικόνα όσον αφορά την ποιότητά του. Η προσφεύγουσα παραπέμπει συναφώς στα διαφημιστικά φυλλάδια που υποβλήθηκαν στο τμήμα προσφυγών, από τα οποία προκύπτει ότι το χρώμα των ρομπότ με αρθρωτούς βραχίονες για χειρισμό, επεξεργασία και συγκόλληση συνιστά, στους ενδιαφερομένους κύκλους, ένδειξη της εμπορικής προελεύσεως.

24      Εξάλλου, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι το έγγραφο με τίτλο «Icon Added Value» σχετικά με έρευνα που διεξήχθη το 2005, η αντιπροσωπευτικότητα της οποίας όσον αφορά το σύνολο της Ευρωπαϊκής Ένωσης αποδεικνύεται από το έγγραφο με τίτλο «World Robotics 2006», το οποίο προσκομίστηκε ενώπιον του τμήματος προσφυγών, αποδεικνύει ότι το ενδιαφερόμενο κοινό συνδέει το χρώμα με την προέλευση των προϊόντων. Κατά την προσφεύγουσα, η αγορά των ρομπότ λειτουργεί δυνάμει κανόνων διαφορετικών έναντι αυτών των αγορών καταναλωτικών αγαθών. Αμφισβητεί, άλλωστε, ότι η έρευνα που έγινε στο επίμαχο κοινό στηρίζεται σε κακώς τεθέν ερώτημα. Συγκεκριμένα, η αναφορά του κατασκευαστή δεν είναι δυνατό να στρεβλώσει τα αποτελέσματα.

25      Τέλος, η προσφεύγουσα εκτιμά ότι το τμήμα προσφυγών παρέβη τα άρθρα 73 και 74 του κανονισμού 40/94, καθώς δεν προέβη σε έλεγχο των πραγματικών περιστατικών και των προκείμενων περιστάσεων. Για τον λόγο αυτόν, η προσβαλλόμενη απόφαση είναι πλημμελώς αιτιολογημένη.

26      Το Γραφείο αμφισβητεί το βάσιμο των επιχειρημάτων της προσφεύγουσας.

–       Εκτίμηση του Γενικού Δικαστηρίου

27      Κατά το άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού 40/94, δεν γίνονται δεκτά για καταχώριση «τα σήματα που στερούνται διακριτικού χαρακτήρα». Εξάλλου, το άρθρο 7, παράγραφος 2, του κανονισμού 40/94 (νυν άρθρο 7, παράγραφος 2, του κανονισμού 207/2009) ορίζει ότι «η παράγραφος 1 εφαρμόζεται ακόμη και αν οι λόγοι απαραδέκτου υφίστανται μόνο σε τμήμα της Κοινότητας».

28      Διακριτικός χαρακτήρας ενός σήματος κατά την έννοια του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού 40/94 σημαίνει ότι το σήμα αυτό καθιστά δυνατή την αναγνώριση ως προερχόμενου από μία συγκεκριμένη επιχείρηση του προϊόντος ως προς το οποίο ζητείται η καταχώρισή του και, ως εκ τούτου, καθιστά δυνατή τη διάκριση του προϊόντος αυτού από αυτά άλλων επιχειρήσεων (βλ., απόφαση του Δικαστηρίου της 29ης Απριλίου 2004, C‑456/01 P και C‑457/01 P, Henkel κατά ΓΕΕΑ, Συλλογή 2004, σ. I‑5089, σκέψη 34).

29      Ο διακριτικός χαρακτήρας πρέπει να εκτιμάται σε σχέση αφενός με τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες ως προς τα οποία ζητείται η καταχώριση του σήματος και αφετέρου με την αντίληψη του ενδιαφερόμενου κοινού (βλ. προπαρατεθείσα απόφαση Henkel κατά ΓΕΕΑ, σκέψη 35).

30      Όσον αφορά το ζήτημα αν κατά την έννοια της διάταξης αυτής τα χρώματα ή οι συνδυασμοί χρωμάτων είναι ικανά να διακρίνουν τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες μιας επιχείρησης από αυτά άλλων επιχειρήσεων, κατά την έννοια του άρθρου 4 του κανονισμού 40/94 (νυν άρθρου 4 του κανονισμού 207/2009) πρέπει να εξεταστεί αν αυτά τα χρώματα ή οι συνδυασμοί χρωμάτων είναι ή δεν είναι ικανά να μεταφέρουν ακριβείς πληροφορίες ιδίως όσον αφορά την προέλευση ενός προϊόντος ή μιας υπηρεσίας (βλ., κατ’ αναλογία, αποφάσεις του Δικαστηρίου Libertel, προπαρατεθείσα, σκέψη 39, και της 24ης Ιουνίου 2004, C‑49/02, Heidelberger Bauchemie, Συλλογή 2004, σ. I‑6129, σκέψη 37).

31      Συναφώς, πρέπει να υπομνηστεί ότι, μολονότι τα χρώματα μπορούν να προκαλέσουν ορισμένους συνειρμούς και να δημιουργήσουν συναισθήματα, εντούτοις, ως εκ της φύσεώς τους, σε πολύ μικρό βαθμό μπορούν να γνωστοποιήσουν συγκεκριμένες πληροφορίες. Τούτο ισχύει ακόμη περισσότερο αν ληφθεί υπόψη ότι λόγω της ελκυστικότητάς τους χρησιμοποιούνται συνήθως και ευρέως για τη διαφήμιση και τη διάθεση των προϊόντων και των υπηρεσιών, χωρίς σχέση με οποιοδήποτε συγκεκριμένο μήνυμα (αποφάσεις Libertel, προπαρατεθείσα, σκέψη 40, και Heidelberger Bauchemie, προπαρατεθείσα, σκέψη 38).

32      Η αντίληψη του ενδιαφερόμενου κοινού δεν είναι οπωσδήποτε η ίδια στην περίπτωση ενός σημείου που αποτελείται από αυτό καθαυτό ένα χρώμα όπως στην περίπτωση ενός λεκτικού ή εικονιστικού σήματος, το οποίο αποτελείται από ένα σημείο ανεξάρτητο από τη μορφή των προϊόντων που προσδιορίζει. Συγκεκριμένα, μολονότι το κοινό τείνει να αντιλαμβάνεται αμέσως τα λεκτικά ή εικονιστικά σήματα ως σημεία που δείχνουν την καταγωγή του προϊόντος, εντούτοις δεν συμβαίνει κατ’ ανάγκην το ίδιο όταν το σημείο συγχέεται με τη μορφή του προϊόντος για το οποίο ζητείται η καταχώριση του σημείου ως σήματος (αποφάσεις του Δικαστηρίου Libertel, προπαρατεθείσα, σκέψη 65, και της 21ης Οκτωβρίου 2004, C‑447/02 P, KWS Saat κατά ΓΕΕΑ, Συλλογή 2004, σ. I‑10107, σκέψη 78).

33      Στην περίπτωση ενός χρώματος αυτού καθαυτό, η ύπαρξη διακριτικού χαρακτήρα πριν από κάθε χρήση θα μπορούσε να νοηθεί μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις, και ιδίως όταν ο αριθμός των προϊόντων ή υπηρεσιών για τα οποία ζητείται το σήμα είναι πολύ περιορισμένος και όταν η σχετική αγορά είναι πολύ ειδική (αποφάσεις Libertel, προπαρατεθείσα, σκέψη 66, και KWS Saat κατά ΓΕΕΑ, προπαρατεθείσα, σκέψη 79).

34      Υπογραμμίζεται επίσης ότι, καθόσον το δικαίωμα επί του σήματος αποτελεί ουσιώδες στοιχείο του συστήματος ανόθευτου ανταγωνισμού που εγκαθιδρύει η Συνθήκη, τα δικαιώματα και οι δυνατότητες που το σήμα παρέχει στον δικαιούχο του πρέπει να εξετάζονται με κριτήριο τον σκοπό αυτόν. Επιπλέον, λαμβανομένης υπόψη της περιστάσεως ότι το καταχωρισμένο σήμα παρέχει στον κάτοχό του, για συγκεκριμένα προϊόντα ή υπηρεσίες, αποκλειστικό δικαίωμα που του δίνει τη δυνατότητα να μονοπωλεί χωρίς χρονικό περιορισμό το σημείο που έχει καταχωριστεί ως σήμα, η δυνατότητα καταχωρίσεως ενός σήματος μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο περιορισμών που στηρίζονται στο δημόσιο συμφέρον (βλ., κατ’ αναλογία, απόφαση Libertel, προπαρατεθείσα, σκέψεις 48 έως 50).

35      Συναφώς, ο περιορισμένος αριθμός των χρωμάτων που είναι πράγματι διαθέσιμα έχει ως αποτέλεσμα ότι μικρός αριθμός καταχωρίσεων χρωμάτων ως σημάτων για συγκεκριμένες υπηρεσίες ή προϊόντα θα μπορούσε να εξαντλήσει ολόκληρο το φάσμα των διαθεσίμων χρωμάτων. Ένα τόσο εκτεταμένο μονοπώλιο δεν θα ήταν συμβατό με το σύστημα ανόθευτου ανταγωνισμού, ιδίως καθόσον θα εγκυμονούσε τον κίνδυνο να δημιουργηθεί αθέμιτο ανταγωνιστικό πλεονέκτημα υπέρ ενός μόνον επιχειρηματία. Επιπλέον, δεν θα συμβάδιζε με την οικονομική ανάπτυξη και με την προαγωγή του επιχειρηματικού πνεύματος το να μπορούν ήδη υπάρχοντες επιχειρηματίες να καταχωρίσουν υπέρ τους το σύνολο των πράγματι διαθεσίμων χρωμάτων, εις βάρος νέων επιχειρηματιών. Κατά συνέπεια, πρέπει να αναγνωριστεί, στο πεδίο του κοινοτικού δικαίου των σημάτων, γενικό συμφέρον να μην περιορίζεται αδικαιολόγητα η δυνατότητα ελεύθερης χρησιμοποιήσεως των χρωμάτων από τους άλλους επιχειρηματίες που προσφέρουν προϊόντα ή υπηρεσίες ομοειδή με εκείνα για τα οποία ζητείται η καταχώριση (απόφαση Libertel, προπαρατεθείσα, σκέψεις 54 και 55).

36      Βάσει των κρίσεων αυτών πρέπει να εξεταστεί ο συγκεκριμένος λόγος που αφορά παράβαση του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού 40/94.

37      Όσον αφορά το ενδιαφερόμενο κοινό, το τμήμα προσφυγών έλαβε υπόψη, αφενός, στο σημείο 19 της προσβαλλομένης αποφάσεως, τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβάνεται το τεχνικό προσωπικό του μηχανοστασίου τα ρομπότ με αρθρωτούς βραχίονες για χειρισμό, επεξεργασία και συγκόλληση, ήτοι οι επιφορτισμένοι με την καθοδήγηση και λειτουργία των ρομπότ αυτών επαγγελματίες, και, αφετέρου, στο σημείο 20 της προσβαλλομένης αποφάσεως, τον τρόπο με τον οποίο τα αντιλαμβάνονται οι επιχειρήσεις που πωλούν τέτοιου είδους ρομπότ.

38      Η προσφεύγουσα αμφισβητεί ότι στο ενδιαφερόμενο κοινό συγκαταλέγεται και το τεχνικό προσωπικό που εργάζεται σε εργοστάσια όπου βρίσκονται αυτά τα ρομπότ. Αρκεί να επισημανθεί σχετικώς, όπως ορθώς παρατηρεί το Γραφείο, ότι, παρότι κατά πάσα πιθανότητα το τεχνικό προσωπικό δεν συμμετέχει ευθέως στη λήψη αποφάσεως για την αγορά ρομπότ, δεν μπορεί να αποκλειστεί ότι σε ορισμένες επιχειρήσεις, αυτό ασκεί επιρροή στην απόφαση αυτή, εφόσον είναι άμεσα εμπλεκόμενο στη λειτουργία και στην καθημερινή χρήση τους. Το τμήμα προσφυγών δεν έσφαλε συνεπώς λαμβάνοντας υπόψη, αφενός, την αντίληψη του τεχνικού προσωπικού και, αφετέρου, την αντίληψη των στελεχών της επιχειρήσεως που είναι υπεύθυνοι για την επιλογή και την αγορά των προϊόντων που αφορά το προς καταχώριση σήμα, προκειμένου να αξιολογήσει τον διακριτικό χαρακτήρα αυτού.

39      Εν πάση περιπτώσει, από την προσβαλλόμενη απόφαση προκύπτει χωρίς αμφιβολία ότι το τμήμα προσφυγών έλαβε υπόψη επαγγελματικό κοινό που προσδίδει ιδιαίτερη σημασία, κατά τη λήψη αποφάσεων, στις τεχνικές λειτουργίες των εν λόγω μηχανημάτων, συμπεριλαμβανομένων, ιδίως, των σκοπών τους, των μοντέλων τους ή πτυχών τους που σχετίζονται με την ασφάλεια στην εργασία.

40      Όσον αφορά την εκτίμηση του διακριτικού χαρακτήρα του προς καταχώριση σημείου, επισημαίνεται ότι, όπως έκρινε το τμήμα προσφυγών στα σημεία 11 και 12 της προσβαλλομένης αποφάσεως, το προς καταχώριση σήμα συνίσταται απλώς και μόνο σε χρώμα, ήτοι απόχρωση του πορτοκαλί χωρίς οριοθέτηση στον χώρο, δυνάμενο να καλύψει ολικώς ή μερικώς είτε τα προϊόντα που αφορά το προς καταχώριση σήμα είτε τη συσκευασία τους, ή, ενδεχομένως, να χρησιμοποιηθεί κατά τη διαφήμιση των εν λόγω προϊόντων.

41      Στα σημεία 12 και 16 έως 20 της προσβαλλομένης αποφάσεως, το τμήμα προσφυγών κατέληξε ότι το προς καταχώριση σήμα στερούνταν διακριτικού χαρακτήρα με το σκεπτικό ότι δεν μπορούσε να γίνει αντιληπτό ως ένδειξη της προελεύσεως των εν λόγω προϊόντων. Ειδικότερα, έκρινε ότι, κατ’ ουσίαν, το προς καταχώριση χρώμα δεν ήταν ασύνηθες στον τομέα των βιομηχανικών ρομπότ και της κατασκευής εγκαταστάσεων και δεν ήταν, καθαυτό, για τον λόγο αυτόν εξαιρετικό, ώστε να θεωρηθεί εντυπωσιακό στον οικείο τομέα.

42      Συνεπώς, η προσφεύγουσα δεν απέδειξε ότι το τμήμα προσφυγών υπέπεσε ως προς αυτό το ζήτημα σε πλάνη περί το δίκαιο. Συγκεκριμένα, υπογραμμίζεται ότι οι καταναλωτές δεν έχουν τη συνήθεια να συνάγουν την προέλευση των προϊόντων βασιζόμενοι στο χρώμα τους ή στο χρώμα της συσκευασίας τους, ελλείψει οποιουδήποτε γραφήματος ή κειμένου, καθόσον αυτό καθαυτό ένα χρώμα, στις τωρινές εμπορικές χρήσεις, κατ’ αρχήν δεν χρησιμοποιείται ως μέσο προσδιορισμού. Ένα χρώμα καθαυτό δεν έχει συνήθως την εγγενή ιδιότητα να καθιστά διακριτά τα προϊόντα συγκεκριμένης επιχειρήσεως (απόφαση Libertel, προπαρατεθείσα, σκέψη 65).

43      Συναφώς, επισημαίνεται ότι το τμήμα προσφυγών διαπίστωσε στο σημείο 26 της προσβαλλομένης αποφάσεως, χωρίς να αμφισβητηθεί επί του σημείου αυτού από την προσφεύγουσα, ότι, στον επίμαχο τομέα, τα βιομηχανικά ρομπότ διατίθενται συνήθως στο εμπόριο σε διάφορα χρώματα. Πάντως, η προσφεύγουσα δεν προσκόμισε κανένα στοιχείο που να αποδεικνύει ότι στον επίμαχο τομέα τα χρώματα των βιομηχανικών ρομπότ γίνονται γενικώς αντιληπτά ως ενδεικτικά της εμπορικής προελεύσεως των προϊόντων αυτών.

44      Εν πάση περιπτώσει, πρέπει να υπογραμμιστεί ότι η ανάγκη ελεύθερης χρήσεως των χρωμάτων, που ασκεί επιρροή στην ερμηνεία του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού 40/94, είναι δυνατόν να αποτρέψει την καταχώριση κοινοτικού σήματος που αφορά χρώμα.

45      Συναφώς, όσον αφορά την αμφισβήτηση, από την προσφεύγουσα, της ανάγκης ελεύθερης χρησιμοποιήσεως των χρωμάτων στον τομέα των ρομπότ με αρθρωτούς βραχίονες, υπογραμμίζεται ότι η καταχώριση αποχρώσεως του πορτοκαλί ως κοινοτικού σήματος δεν συνεπάγεται τη μονοπώληση αυτής καθαυτής της αποχρώσεως, αλλά την απαγόρευση προς τις ανταγωνίστριες επιχειρήσεις να κάνουν χρήση κάθε αποχρώσεως του πορτοκαλί, ή ακόμη, εφόσον δεν μπορεί να αποκλειστεί ενδεχομένως ότι θα αποδειχθεί η ύπαρξη κινδύνου συγχύσεως μεταξύ της αποχρώσεως του πορτοκαλί που αφορά η αίτηση καταχωρίσεως του σήματος εν προκειμένω και άλλων αποχρώσεων του πορτοκαλί, καθώς και συγγενών χρωμάτων. Συνεπώς, λαμβανομένου υπόψη του περιορισμένου αριθμού των διαθέσιμων χρωμάτων, η μονοπώληση συγκεκριμένου χρώματος, και, επομένως, εν δυνάμει όλης της δέσμης των συγγενών χρωμάτων και αποχρώσεων είναι δυνατό να οδηγήσει σε ταχεία εξάντληση όλης της παλέτας των διαθέσιμων χρωμάτων και αποχρώσεων και να προσδώσει σε ορισμένους επιχειρηματίες ανταγωνιστικό πλεονέκτημα ασύμβατο προς σύστημα ανόθευτου ανταγωνισμού και προς το γενικό συμφέρον να μην περιορίζεται αδικαιολόγητα η ελεύθερη χρήση των χρωμάτων από τους λοιπούς επιχειρηματίες (βλ., κατ’ αυτή την έννοια, απόφαση Libertel, προπαρατεθείσα, σκέψεις 54 και 56).

46      Εν προκειμένω, πρέπει να θεωρηθεί ότι η προσφεύγουσα δεν προσκόμισε ενώπιον του τμήματος προσφυγών στοιχείο από το οποίο να μπορεί να συναχθεί ότι συντρέχουν εξαιρετικές περιστάσεις στην υπό κρίση υπόθεση και, ιδίως, ότι ο αριθμός των προϊόντων ως προς τα οποία ζητείται η καταχώριση του σήματος είναι για τον λόγο αυτόν περιορισμένος και η σχετική αγορά είναι προς τούτο συγκεκριμένη και, αφενός, ότι ένα χρώμα καθαυτό μπορεί να αποτελεί ένδειξη της εμπορικής προελεύσεως των προϊόντων επί των οποίων τίθεται και, αφετέρου, η μονοπώλησή του δεν δημιουργεί αθέμιτο ανταγωνιστικό πλεονέκτημα υπέρ του δικαιούχου του σήματος, αντίθετο προς το δημόσιο συμφέρον.

47      Ειδικότερα, η προσφεύγουσα προβάλλει, συναφώς, τις ιδιαιτερότητες του συγκεκριμένου τομέα, οι οποίες συνίστανται ιδίως στο γεγονός ότι τα ρομπότ που αφορά το προς καταχώριση σήμα συνιστούν πολύ εξειδικευμένα προϊόντα, τα οποία είναι κεφαλαιουχικά αγαθά με μεγάλη διάρκεια ζωής, δαπανηρά, χρησιμοποιούνται σε άκρως εξειδικευμένες εφαρμογές και η αγορά ενός ρομπότ συνεπάγεται εργασίες προσαρμογής για τον αγοραστή. Εντούτοις, τα στοιχεία αυτά δεν μεταβάλλουν την περίσταση που επισημαίνει το τμήμα προσφυγών στο σημείο 26 της προσβαλλομένης αποφάσεως ότι είναι σύνηθες, στον τομέα των οικείων προϊόντων, αυτά να είναι διαθέσιμα σε διάφορα χρώματα. Στο σημείο αυτό, η ίδια η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι οι πελάτες επιλέγουν τα χρώματα των προϊόντων κατά την παραγγελία. Διαπιστώνεται συνεπώς ότι στον επίμαχο τομέα το ενδιαφερόμενο κοινό απαντά τα επίμαχα προϊόντα σε διάφορα χρώματα, χωρίς να τα εκλαμβάνει ως ενδείξεις της εμπορικής προελεύσεώς τους.

48      Εξάλλου, η προσφεύγουσα δεν εξηγεί κατά πόσο τα στοιχεία που επικαλείται επιτρέπουν να θεωρηθεί ότι, στον επίμαχο τομέα, η καταχώριση του συγκεκριμένου σήματος δεν προσβάλλει το γενικό συμφέρον να μην περιορίζεται αδικαιολόγητα η διαθεσιμότητα των χρωμάτων.

49      Η προσφεύγουσα ισχυρίζεται εντούτοις ότι σκοπεύει να χρησιμοποιήσει το προς καταχώριση σήμα μόνο για διαφημιστικούς σκοπούς και σκοπούς προωθήσεως και ότι η καταχώριση του σήματος αυτού δεν θα εμποδίσει την ελεύθερη επιλογή από τις ανταγωνίστριες εταιρίες των χρωμάτων που μπορούν να χρησιμοποιήσουν για τα ρομπότ τους. Συναφώς, υπενθυμίζεται ότι, δυνάμει του άρθρου 9 του κανονισμού 40/94, το αποκλειστικό δικαίωμα που χορηγεί κοινοτικό σήμα παρέχει στον δικαιούχο του τα νομικά μέσα να απαγορεύει σε κάθε τρίτο τη χρήση στις συναλλαγές παρόμοιου ή πανομοιότυπου σημείου. Το άρθρο 9, παράγραφος 2, του κανονισμού 40/94 (νυν άρθρο 9, παράγραφος 2, του κανονισμού 207/2009) καθιστά δυνατή την απαγόρευση, μεταξύ άλλων, της επιθέσεως του σημείου επί των προϊόντων ή της συσκευασίας τους, της προσφοράς των προϊόντων ή της εμπορίας ή της κατοχής τους προς τους σκοπούς αυτούς ή της προσφοράς ή της παροχής υπηρεσιών υπό το σημείο αυτό, της εισαγωγής ή της εξαγωγής των προϊόντων υπό το σημείο αυτό, της χρησιμοποιήσεως του σημείου σε επαγγελματικό έντυπο υλικό και σε διαφημίσεις.

50      Η προσφεύγουσα δεν μπορεί συνεπώς να ισχυριστεί ότι η επίθεση από τις ανταγωνίστριες εταιρίες πορτοκαλί χρώματος στα ρομπότ τους δεν συνιστά χρήση του προς καταχώριση σήματος κατά την έννοια του άρθρου 9 του κανονισμού 40/94.

51      Εξάλλου, επισημαίνεται ότι η εμπορική στρατηγική, εφόσον εξαρτάται μόνον από τις επιλογές της ενδιαφερομένης επιχειρήσεως, μπορεί να μεταβληθεί μετά την καταχώριση ενός σημείου ως κοινοτικού σήματος και, επομένως, δεν μπορεί να έχει καμία επίπτωση επί της εκτιμήσεως του αν το σημείο αυτό είναι δεκτικό καταχωρίσεως [απόφαση του Πρωτοδικείου της 20ής Μαρτίου 2002, T‑355/00, DaimlerChrysler κατά ΓΕΕΑ (TELE AID), Συλλογή 2002, σ. II‑1939, σκέψη 42]. Έτσι, μολονότι η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι θα χρησιμοποιήσει το προς καταχώριση σήμα μόνο για διαφημιστικούς σκοπούς, δεν μπορεί να αποκλειστεί ότι θα ασκήσει το αποκλειστικό της δικαίωμα προκειμένου να απαγορεύσει στους ανταγωνιστές της να θέσουν επί των ρομπότ τους την επίδικη απόχρωση του πορτοκαλί. Επομένως, το επιχείρημα της προσφεύγουσας ότι η χρήση του προς καταχώριση σήματος θα περιοριστεί σε διαφημιστικούς σκοπούς δεν μπορεί να επηρεάσει την κρίση σχετικά με την απαίτηση δυνατότητας ελεύθερης χρήσεως του προς καταχώριση σημείου.

52      Εντούτοις, η προσφεύγουσα βασίμως ισχυρίζεται ότι το γεγονός που επισήμανε το τμήμα προσφυγών στο σημείο 20 της προσβαλλομένης αποφάσεως ότι το οικείο κοινό αποφασίζει την αγορά των επίμαχων προϊόντων αποκλειστικώς βάσει των τεχνικών ή οικονομικών χαρακτηριστικών τους είναι άνευ σημασίας όσον αφορά το αν ένα χρώμα μπορεί καθαυτό να αποτελέσει ένδειξη της εμπορικής προελεύσεως των προϊόντων. Από την κρίση αυτή όμως δεν μπορεί να συναχθεί ότι το τμήμα προσφυγών έσφαλε κρίνοντας ότι το προς καταχώριση σήμα δεν είναι σύμφωνο με τις διατάξεις του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού 40/94, δεδομένων των άλλων στοιχείων που ελήφθησαν υπόψη στην προσβαλλόμενη απόφαση.

53      Ομοίως, τα επιχειρήματα της προσφεύγουσας με τα οποία αυτή αμφισβητεί το λυσιτελές των εκτιμήσεων του τμήματος προσφυγών, κατά τις οποίες, αφενός, το χρώμα το οποίο ζητείται να καταχωρισθεί ως σήμα είναι συγγενές με το χρώμα του μινίου, αντιδιαβρωτικού μέσου και, αφετέρου, μεγάλος αριθμός των αποφάσεων του Γραφείου αφορά τις αιτήσεις καταχωρίσεως αποχρώσεων κόκκινου έως πορτοκαλί, δεν μπορούν κατά μείζονα λόγο να θέσουν υπό αμφισβήτηση το βάσιμο του συμπεράσματος του τμήματος προσφυγών, λαμβανομένων υπόψη των κρίσεων στις σκέψεις 42 έως 48 ανωτέρω.

54      Η προσφεύγουσα ισχυρίζεται επίσης ότι το έγγραφο με τίτλο «Icon Added Value» αποδεικνύει ότι, στον επίμαχο τομέα, το ενδιαφερόμενο κοινό συνδέει το χρώμα με την προέλευση των προϊόντων.

55      Συναφώς διαπιστώνεται όμως ότι το ερωτηματολόγιο της έρευνας που αναφέρεται στο έγγραφο αυτό περιλαμβάνει ερωτήσεις η διατύπωση και η σειρά των οποίων μπορεί κάλλιστα να επηρεάσει τα αποτελέσματα της σφυγμομετρήσεως. Ειδικότερα, το επίμαχο ερωτηματολόγιο αποτελείται από τρία μέρη. Το πρώτο μέρος, ήτοι οι ερωτήσεις K1 έως K10, επικεντρώνεται εξ ολοκλήρου στην εικόνα που έχει σχηματίσει ο ερωτώμενος όσον αφορά την προσφεύγουσα και, όπως επισήμανε το τμήμα προσφυγών, τον καλεί να σχηματίσει εικόνα για αυτήν. Το δεύτερο μέρος, ήτοι οι ερωτήσεις HW1 έως HW3, αφορά ορισμένους ανταγωνιστές της προσφεύγουσας και δεν την αναφέρει. Το τρίτο μέρος, που αποτελείται από πέντε ερωτήσεις, περιλαμβάνει, με τη σειρά του, δύο ερωτήσεις που αποσκοπούν στη σύγκριση της προσφεύγουσας με μία από τις ανταγωνίστριές της. Στο πλαίσιο του τρίτου αυτού μέρους, στην προτελευταία θέση βρίσκεται ερώτηση που καλεί τους ερωτώμενους να αποδώσουν χρώματα στην προσφεύγουσα και σε τρεις ανταγωνίστριές της.

56      Κατά τον τρόπο αυτόν, τόσο το περιεχόμενο των ερωτήσεων όσο και η σειρά διαδοχής τους ενημέρωναν τους ερωτώμενους ότι το ερωτηματολόγιο επικεντρωνόταν στην προσφεύγουσα. Υπ’ αυτές τις συνθήκες, η ερώτηση με την οποία ζητήθηκε από τους ερωτώμενους να συσχετίσουν κάποιο χρώμα με την προσφεύγουσα δεν παρέχει τη δυνατότητα να προσδιοριστεί κατά πόσο, στον επίμαχο τομέα, η απόχρωση του πορτοκαλί που ζητείται να καταχωρισθεί ως σήμα έχει εγγενώς διακριτικό χαρακτήρα κατά την έννοια του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού 40/94, ούτε αν το ενδιαφερόμενο κοινό αντιλαμβανόταν τα χρώματα ως ένδειξη της εμπορικής προελεύσεως των προϊόντων. Όπως επισήμανε ορθώς το τμήμα προσφυγών στο σημείο 25 της προσβαλλομένης αποφάσεως, η χρησιμοποιηθείσα μέθοδος μπορεί να είναι λυσιτελής για την απόδειξη του διακριτικού χαρακτήρα που έχει αποκτηθεί με τη χρήση του επίμαχου σήματος, κατά την έννοια του άρθρου 7, παράγραφος 3, του κανονισμού 40/94 (νυν άρθρου 7, παράγραφος 3, του κανονισμού 207/2009). Πάντως δεν είναι αυτή η βάση επί της οποίας υποβλήθηκε η αίτηση καταχωρίσεως του σήματος εν προκειμένω.

57      Λαμβανομένων υπόψη των προεκτεθέντων, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι το τμήμα προσφυγών έσφαλε καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι, δεδομένης της διατυπώσεως και της σειράς των ερωτήσεων του επίμαχου ερωτηματολογίου, τα αποτελέσματα του εγγράφου με τίτλο «Icon Added Value» δεν παρέχουν τη δυνατότητα ούτε να ληφθούν υπόψη οι συνήθειες όσον αφορά το σήμα στον επίμαχο τομέα ούτε να αποδειχθεί ο εγγενώς διακριτικός χαρακτήρας του προς καταχώριση σημείου, κατά την έννοια του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού 40/94.

58      Συνεπώς, το επιχείρημα της προσφεύγουσας κατά το οποίο η αντιπροσωπευτικότητα του εγγράφου με τίτλο «Icon Added Value» όσον αφορά το σύνολο της Ένωσης αποδεικνύεται από το έγγραφο με τίτλο «World Robotics 2006» είναι άνευ σημασίας.

59      Όσον αφορά το επιχείρημα της προσφεύγουσας ότι το τμήμα προσφυγών αιτιολόγησε πλημμελώς την προσβαλλόμενη απόφαση, επισημαίνεται ότι κατά το άρθρο 73 του κανονισμού 40/94 η αιτιολογία των αποφάσεων του Γραφείου πρέπει να επιτρέπει να καταστούν δυνατοί, ενδεχομένως, οι λόγοι της απορρίψεως της αιτήσεως καταχωρίσεως και να αμφισβητηθεί, κατά τρόπο αποτελεσματικό, η επίδικη απόφαση [βλ., απόφαση του Πρωτοδικείου της 9ης Οκτωβρίου 2002, T‑173/00, KWS Saat κατά ΓΕΕΑ (απόχρωση του πορτοκαλί), Συλλογή 2002, σ. II‑3843, σκέψη 55 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία].

60      Εν προκειμένω, στην προσβαλλόμενη απόφαση το τμήμα προσφυγών επισήμανε τα διαφορετικά στοιχεία που πρέπει να ληφθούν υπόψη, προκειμένου να προσδιοριστεί αν ένα χρώμα είναι διακριτικό, ήτοι, ιδίως, τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβάνεται το προς καταχώριση σήμα το ενδιαφερόμενο κοινό, τον συνήθη χαρακτήρα του χρώματος αυτού καθώς και τις συνήθειες όσον αφορά το σήμα στον οικείο τομέα. Το τμήμα προσφυγών ανέλυσε ακολούθως όχι μόνον την κατά γενικό τρόπο αντίληψη της αποχρώσεως του πορτοκαλί, αλλά και του ιδιαίτερου πλαισίου του τομέα των βιομηχανικών ρομπότ, βάσει των προσκομισθέντων από την προσφεύγουσα αποδεικτικών στοιχείων. Επομένως, η προσφεύγουσα διέθετε τα στοιχεία που ήταν αναγκαία για να κατανοήσει την προσβαλλόμενη απόφαση και να αμφισβητήσει τη νομιμότητά της ενώπιον του δικαστή της Ένωσης. Συνεπώς, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι το τμήμα προσφυγών παρέβη το άρθρο 73 του κανονισμού 40/94.

61      Τέλος, όσον αφορά το επιχείρημα της προσφεύγουσας ότι το τμήμα προσφυγών δεν προέβη σε εξατομικευμένη και συγκεκριμένη εξέταση των πραγματικών περιστατικών και των περιστάσεων εν προκειμένω, κατά το άρθρο 74, παράγραφος 1, του κανονισμού 40/94, διαπιστώνεται ότι το τμήμα προσφυγών εξέτασε, όπως προκύπτει από τα σημεία 22 έως 25 της προσβαλλομένης αποφάσεως, τα κρίσιμα πραγματικά περιστατικά που επικαλέστηκε η ίδια η προσφεύγουσα προκειμένου να αξιολογήσει τον διακριτικό χαρακτήρα του προς καταχώριση σήματος όσον αφορά τα προϊόντα που αφορά η αίτηση καταχωρίσεως. Συνεπώς, επιβάλλεται το συμπέρασμα ότι το τμήμα προσφυγών δεν παρέβη το άρθρο 74, παράγραφος 1, του κανονισμού 40/94.

62      Κατόπιν των ανωτέρω σκέψεων, ο δεύτερος λόγος ακυρώσεως πρέπει να απορριφθεί.

 Επί του τρίτου λόγου ακυρώσεως περί καταχρήσεως εξουσίας

–       Επιχειρήματα των διαδίκων

63      Η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι η προσβαλλόμενη απόφαση πάσχει κατάχρηση εξουσίας, καθόσον βασίζεται σε εκτιμήσεις, για τις οποίες έχει αποδείξει ότι στερούνται σημασίας.

64      Το Γραφείο αμφισβητεί το βάσιμο των επιχειρημάτων της προσφεύγουσας.

–       Εκτίμηση του Γενικού Δικαστηρίου

65      Υπενθυμίζεται ότι η έννοια της καταχρήσεως εξουσίας έχει συγκεκριμένο περιεχόμενο στο δίκαιο της Ένωσης και αφορά την κατάσταση όπου μια διοικητική αρχή χρησιμοποιεί τις εξουσίες της με σκοπό άλλον από εκείνον για τον οποίο της έχουν ανατεθεί. Κατά πάγια συναφώς νομολογία, μια απόφαση έχει ληφθεί κατά κατάχρηση εξουσίας μόνον όταν βάσει αντικειμενικών, κρισίμων και συγκλινόντων στοιχείων προκύπτει ότι ελήφθη για να επιτευχθούν σκοποί άλλοι από εκείνους τους οποίους αναφέρει (αποφάσεις του Πρωτοδικείου της 24ης Απριλίου 1996, T‑551/93 και T‑231/94 έως T‑234/94, Industrias Pesqueras Campos κ.λπ. κατά Επιτροπής, Συλλογή 1996, σ. II‑247, σκέψη 168, και της 12ης Ιανουαρίου 2000, T‑19/99, DKV κατά ΓΕΕΑ (COMPANYLINE), Συλλογή 2000, σ. II‑1, σκέψη 33].

66      Εν προκειμένω όμως, η προσφεύγουσα δεν απέδειξε, ούτε επικαλέστηκε, την ύπαρξη τέτοιων ενδείξεων. Ειδικότερα, ακόμη και αν υποτεθεί ότι το τμήμα προσφυγών βάσισε, όπως ισχυρίζεται η προσφεύγουσα, την προσβαλλόμενη απόφαση σε κρίσεις που στερούνται σημασίας, η περίσταση αυτή δεν αποτελεί ένδειξη περί του ότι η έκδοση της αποφάσεως απέβλεπε αποκλειστικώς ή τουλάχιστον κυρίως στην επίτευξη σκοπών ξένων προς αυτούς που αναφέρει. Εξάλλου, υπενθυμίζεται ότι το τμήμα προσφυγών δεν υπέπεσε σε εσφαλμένη εκτίμηση του διακριτικού χαρακτήρα του προς καταχώριση σήματος (βλ. σκέψεις 41 έως 58 ανωτέρω). Πρέπει, επομένως, να απορριφθεί ο τρίτος λόγος ακυρώσεως.

 Επί του πρώτου λόγου ακυρώσεως, που αφορά παράβαση του άρθρου 28 EΚ

–       Επιχειρήματα των διαδίκων

67      Η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι η άρνηση καταχωρίσεως του προς καταχώριση σήματος αποτελεί μέτρο ισοδυνάμου αποτελέσματος προς ποσοτικό περιορισμό επί των εισαγωγών, κατά την έννοια του άρθρου 28 ΕΚ. Ειδικότερα, η άρνηση αυτή θα καθιστούσε δυνατή την πρόσβαση στην αγορά προϊόντων παραποιήσεως, με αποτέλεσμα τη μείωση του κύκλου εργασιών της προσφεύγουσας. Κατά την προσφεύγουσα, καμία από τις εξαιρέσεις του άρθρου 30 EΚ δεν τυγχάνει εφαρμογής εν προκειμένω.

68      Το Γραφείο αμφισβητεί το βάσιμο των επιχειρημάτων της προσφεύγουσας.

–       Εκτίμηση του Γενικού Δικαστηρίου

69      Όσον αφορά τον πρώτο λόγο ακυρώσεως της προσφεύγουσας, που αφορά παράβαση του άρθρου 28 ΕΚ, επισημαίνεται ότι το δικαίωμα επί του κοινοτικού σήματος, καθώς και η προστασία που αυτό παρέχει, μπορούν να αποκτηθούν μόνο μέσω της καταχωρίσεως του σημείου. Συνεπώς, η προστασία κατά της διαθέσεως στο εμπόριο των προϊόντων παραποιήσεως, που αναφέρει η προσφεύγουσα στον πρώτο λόγο ακυρώσεώς της, δεν μπορεί να τύχει εφαρμογής καθόσον η προσφεύγουσα είναι δικαιούχος κοινοτικού σήματος (βλ., σχετικώς και κατ’ αναλογία, απόφαση του Δικαστηρίου της 17ης Οκτωβρίου 1990, C‑10/89, HAG GF, Συλλογή 1990, σ. I‑3711, σκέψη 14). Κατά συνέπεια, δεδομένου ότι το τμήμα προσφυγών δεν υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο κρίνοντας ότι το προς καταχώριση σήμα δεν έχει διακριτικό χαρακτήρα κατά την έννοια του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού 40/94 (βλ. σκέψεις 41 έως 58 ανωτέρω), πρέπει να απορριφθεί ο υπό κρίση λόγος ακυρώσεως.

 Επί των δικαστικών εξόδων

70      Κατά το άρθρο 87, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα, εφόσον υπήρξε σχετικό αίτημα του αντιδίκου.

71      Δεδομένου ότι η προσφεύγουσα-ενάγουσα ηττήθηκε, πρέπει να καταδικαστεί στα δικαστικά έξοδα, σύμφωνα με τα αιτήματα του Γραφείου.

Για τους λόγους αυτούς,

ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (έκτο τμήμα)

αποφασίζει:

1)      Απορρίπτει την προσφυγή.

2)      Καταδικάζει την KUKA Roboter GmbH στα δικαστικά έξοδα.

Meij

Παπασάββας

Truchot

Δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στο Λουξεμβούργο στις 13 Σεπτεμβρίου 2010.

(υπογραφές)


* Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική.