Language of document :

Προσφυγή της 24ης Ιουνίου 2009 - Shell Hellas κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-245/09)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Shell Hellas Oil and Chemical SA (Shell Hellas AE) (Αττική, Ελλάδα) (εκπρόσωπος: P. Hubert, δικηγόρος)

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

να ακυρώσει, εν όλω ή εν μέρει, τη σιωπηρή αρνητική απάντηση της Επιτροπής, της 16ης Απριλίου 2009, η οποία δόθηκε στην αίτηση προσβάσεως σε έγγραφα τα οποία κατέχει η Επιτροπή (στοιχεία αναφοράς GESTDEM 6159/2008), και να αντλήσει από την εν λόγω ακύρωση όλες τις συνέπειες που επιβάλλονται όσον αφορά την πρόσβαση της προσφεύγουσας στα ζητηθέντα έγγραφα·

επικουρικώς, αν το Πρωτοδικείο θεωρήσει ότι πρόκειται περί αποφάσεως, να ακυρώσει, εν όλω ή εν μέρει, το έγγραφο της 15ης Απριλίου της Γενικής Γραμματείας της Επιτροπής, σύμφωνα με το οποίο είναι αδύνατο να δοθεί απάντηση στην αίτησή της προσβάσεως στα έγγραφα της Επιτροπής, (στοιχεία αναφοράς GESTDEM 6159/2008), και να αντλήσει από την εν λόγω ακύρωση όλες τις συνέπειες που επιβάλλονται όσον αφορά την πρόσβαση της προσφεύγουσας στα ζητηθέντα έγγραφα·

να καταδικάσει την Επιτροπή στο σύνολο των δικαστικών εξόδων.

Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα

Με την υπό κρίση προσφυγή, η προσφεύγουσα ζητεί την ακύρωση της σιωπηρής αποφάσεως της Επιτροπής περί αρνήσεως παροχής στην προσφεύγουσα προσβάσεως σε ολόκληρη την αλληλογραφία που αφορά μια έρευνα στην αγορά καυσίμων την οποία αντάλλαξε η Επιτροπή με την ελληνική υπηρεσία ανταγωνισμού, δυνάμει του άρθρου 11, παράγραφος 4, του κανονισμού 1/2003. Επικουρικώς, αν το Πρωτοδικείο το θεωρήσει ως ρητή απορριπτική απόφαση, η προσφεύγουσα ζητεί την ακύρωση του εγγράφου της Γενικής Γραμματείας, σύμφωνα με το οποίο η Επιτροπή δεν είναι σε θέση να δώσει απάντηση στην αίτηση προσβάσεως στα έγγραφα την οποία υπέβαλε η προσφεύγουσα.

Προς στήριξη της προσφυγής της, η προσφεύγουσα προβάλλει τρεις λόγους ακυρώσεως.

Με τον πρώτο λόγο ακυρώσεως, αντλούμενο από παράβαση του άρθρου 253 ΕΚ, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι, δεδομένου ότι η άρνηση ήταν σιωπηρή, η καθής, ως εκ της καθαυτό φύσεως της αποφάσεως, δε παρέσχε αιτιολογία η οποία να καθιστά γνωστούς τους λόγους αρνήσεως στην προσφεύγουσα.

Με τον δεύτερο λόγο ακυρώσεως, ο οποίος προβάλλεται επικουρικώς, σε περίπτωση που το Πρωτοδικείο κρίνει είτε ότι το έγγραφο της Γενικής Γραμματείας της Επιτροπής είναι η προσβαλλομένη απόφαση είτε ότι το νέο έγγραφο της Γενικής Γραμματείας, με ημερομηνία 18 Ιουνίου 2009, παρέχει την πραγματική αιτιολογία της σιωπηρής αποφάσεως, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι η παρασχεθείσα αιτιολογία δεν ανταποκρίνεται στις περί αιτιολογήσεως επιταγές του άρθρου 253 ΕΚ και είναι αντίθετη προς το γράμμα και προς το πνεύμα του κανονισμού 1049/2001 1.

Με τον τρίτο λόγο ακυρώσεως, αντλούμενο από παράβαση του άρθρου 255 ΕΚ και του κανονισμού 1049/2001, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι τα έγγραφα στα οποία ζήτησε να έχει πρόσβαση δεν εμπίπτουν στις εξαιρέσεις από την αρχή της διαφανείας τις οποίες προβλέπει ο κανονισμός 1049/2001. Συναφώς, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται τα εξής:

η Επιτροπή δεν προέβη σε ανά έγγραφο ανάλυση, αλλά εκτίμησε κατά γενικό τρόπο τις εξαιρέσεις του κανονισμού σε σχέση με κατηγορίες εγγράφων·

η Επιτροπή δεν μπορούσε να συμβουλευθεί απευθείας την ελληνική αρχή ανταγωνισμού, βάσει του άρθρου 4, παράγραφος 5, του κανονισμού 1049/2001, προκειμένου να πληροφορηθεί την άποψή της ως προς τη γνωστοποίηση εγγράφων, δεδομένου ότι το κράτος μέλος είναι το μόνο που δικαιούται να αρνηθεί τη γνωστοποίηση εγγράφων επί της βάσεως αυτής·

κακώς η Επιτροπή επικαλέσθηκε την εξαίρεση που αφορά την προστασία των εμπορικών συμφερόντων (άρθρο 4, παράγραφος 2, πρώτη περίπτωση, του κανονισμού 1049/2001) για να αρνηθεί τη γνωστοποίηση των εγγράφων στο σύνολό τους, καθόσον μπορούσε να εξαλείψει τα απόρρητα στοιχεία από τα έγγραφα·

η Επιτροπή δεν μπορούσε να επικαλεσθεί την εξαίρεση που αφορά την προστασία των δραστηριοτήτων έρευνας, δεδομένου ότι η ελληνική υπηρεσία ανταγωνισμού είχε ήδη λάβει την τελική της απόφαση επί της εν λόγω υποθέσεως·

ωσαύτως, δεν μπορούσε να επικαλεσθεί την εξαίρεση που αφορά την προστασία της διαδικασίας λήψεως αποφάσεων, είτε διότι τα έγγραφα στα οποία ζητήθηκε η πρόσβαση δεν εμπίπτουν στη διαδικασία λήψεως αποφάσεως είτε διότι η διαδικασία δεν είναι δυνατό να θιγεί σοβαρά.

Τέλος, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι, εν πάση περιπτώσει, υπάρχει υπέρτερο δημόσιο συμφέρον για τη γνωστοποίηση των εν λόγω εγγράφων, δηλαδή το συμφέρον να καταστεί δυνατή κατά τρόπο αποτελεσματικό η ομοιόμορφη εφαρμογή του κοινοτικού δικαίου.

____________

1 - Κανονισμός (ΕΚ) 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Μαΐου 2001, για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής (ΕΕ L 145, σ. 43).