Language of document : ECLI:EU:T:2021:846

Υπόθεση T546/20

Sopra Steria Benelux SA και Unisys Belgium SA

κατά

Ευρωπαϊκής Επιτροπής


 

Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου (πέμπτο τμήμα) της 1ης Δεκεμβρίου 2021

«Δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών – Διαδικασία πρόσκλησης υποβολής προσφορών – Υπηρεσίες καθορισμού προδιαγραφών, ανάπτυξης, συντήρησης και υποστήριξης για τις διαδικτυακές πλατφόρμες της ΓΔ “Φορολογία και Τελωνειακή Ένωση” – Απόρριψη της προσφοράς διαγωνιζομένου και ανάθεση της σύμβασης σε άλλον διαγωνιζόμενο – Υποχρέωση αιτιολογήσεως – Ασυνήθιστα χαμηλή προσφορά»

1.      Δημόσιες συμβάσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Σύναψη συμβάσεως κατόπιν διαγωνισμού – Διακριτική ευχέρεια των οργάνων – Δικαστικός έλεγχος – Όρια

(βλ. σκέψη 32)

2.      Πράξεις των οργάνων – Αιτιολογία – Υποχρέωση αιτιολογήσεως – Περιεχόμενο – Εκτίμηση της υποχρέωσης αιτιολογήσεως αναλόγως των περιστάσεων της συγκεκριμένης υποθέσεως – Ανάγκη να διασαφηνίζονται όλα τα κρίσιμα πραγματικά και νομικά στοιχεία – Δεν υφίσταται

(Άρθρο 296, εδ. 2, ΣΛΕΕ· Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, άρθρο 41 § 2, στοιχείο γʹ)

(βλ. σκέψεις 34-37)

3.      Πράξεις των οργάνων – Αιτιολογία – Υποχρέωση αιτιολογήσεως – Περιεχόμενο – Εκτίμηση της υποχρέωσης αιτιολογήσεως αναλόγως των περιστάσεων της συγκεκριμένης υποθέσεως – Απόφαση να μην επιλεγεί προσφορά στο πλαίσιο διαδικασίας σύναψης δημόσιας συμβάσεως υπηρεσιών – Υποχρέωση γνωστοποίησης των χαρακτηριστικών και των σχετικών πλεονεκτημάτων της επιλεγείσας προσφοράς, του καταβληθέντος τιμήματος ή της αξίας της σύμβασης καθώς και του ονόματος του αναδόχου, κατόπιν γραπτού αιτήματος

(Άρθρο 296 ΣΛΕΕ· κανονισμός 2018/1046 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 170 και παράρτημα I)

(βλ. σκέψεις 38-40)

4.      Δημόσιες συμβάσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Σύναψη συμβάσεως κατόπιν διαγωνισμού – Ασυνήθιστα χαμηλή προσφορά – Υποχρέωση της αναθέτουσας αρχής να προβεί σε ακρόαση του διαγωνιζομένου – Εξέταση του χαρακτήρα της προσφοράς ως ασυνήθιστα χαμηλής – Στοιχεία που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη

(Κανονισμός 2018/1046 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, παράρτημα I)

(βλ. σκέψεις 44-49)

5.      Δημόσιες συμβάσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Σύναψη συμβάσεως κατόπιν διαγωνισμού – Ασυνήθιστα χαμηλή προσφορά – Υποχρέωση αιτιολογήσεως – Περιεχόμενο – Γραπτή αίτηση του απορριφθέντος διαγωνιζομένου – Υποχρέωση αιτιολογήσεως – Περιεχόμενο

(Κανονισμός 2018/1046 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 170 § 3 και παράρτημα I)

(βλ. σκέψεις 50-54, 60, 65)

Σύνοψη

Στις 6 Δεκεμβρίου 2019, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δημοσίευσε προκήρυξη διαγωνισμού σχετικά με πρόσκληση υποβολής προσφορών με αντικείμενο υπηρεσίες σχετικές με τον καθορισμό προδιαγραφών, την ανάπτυξη, την συντήρηση και την υποστήριξη του τρίτου επιπέδου των ηλεκτρονικών πλατφορμών της Γενικής Διεύθυνσης «Φορολογία και Τελωνειακή Ένωση» της Επιτροπής, ο οποίος αποτελείται από δύο παρτίδες (1).

Στις 27 Φεβρουαρίου 2020, οι προσφεύγουσες, Sopra Steria Benelux SA και Unisys Belgium SA, υπέβαλαν προσφορά από κοινού υπό τη μορφή κοινοπραξίας.

Με απόφαση της 2ας Ιουλίου 2020, η Επιτροπή ενημέρωσε τις προσφεύγουσες σχετικά με την απόρριψη της προσφοράς τους για την παρτίδα Α, με την αιτιολογία ότι δεν ήταν η πλέον συμφέρουσα οικονομικώς, καθώς και σχετικά με την ανάθεση της σύμβασης σε άλλον διαγωνιζόμενο. Οι προσφεύγουσες άσκησαν προσφυγή ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου με αίτημα την ακύρωση της αποφάσεως αυτής.

Με την απόφασή του, το Γενικό Δικαστήριο κάνει δεκτή την προσφυγή και ακυρώνει την απόφαση της 2ας Ιουλίου 2020 σχετικά με την παρτίδα A με την αιτιολογία ότι η απόφαση αυτή δεν είναι επαρκώς αιτιολογημένη, καθόσον δεν διευκρινίζει τους λόγους για τους οποίους η προσφορά της αναδόχου δεν φαινόταν ασυνήθιστα χαμηλή. Επιπλέον, παρέχει διευκρινίσεις σχετικά με το περιεχόμενο της υποχρέωσης αιτιολογήσεως όσον αφορά τους απορριφθέντες διαγωνιζομένους που υποβάλλουν σχετικό αίτημα, εφόσον η αναθέτουσα αρχή έκρινε ότι η επιλεγείσα προσφορά δεν φαινόταν ασυνήθιστα χαμηλή.

Εκτίμηση του Γενικού Δικαστηρίου

Αφού υπενθύμισε την πάγια νομολογία του σχετικά με την υποχρέωση αιτιολογήσεως για τη διοίκηση και σχετικά με την αποτελεσματική δικαστική προστασία, το Γενικό Δικαστήριο διαπιστώνει, πρώτον, ότι οι κανόνες που διέπουν τις δημόσιες συμβάσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης προβλέπουν έναντι των απορριφθέντων διαγωνιζομένων αιτιολόγηση σε δύο στάδια (2). Αρχικά, η αναθέτουσα αρχή ενημερώνει τους απορριφθέντες διαγωνιζομένους σχετικά με την απόρριψη της προσφοράς τους και τους λόγους της απόρριψης αυτής. Στη συνέχεια, αν ο απορριφθείς διαγωνιζόμενος ο οποίος δεν βρίσκεται σε κατάσταση αποκλεισμού και πληροί τα κριτήρια επιλογής υποβάλλει το σχετικό γραπτό αίτημα, η αναθέτουσα αρχή γνωστοποιεί το συντομότερο δυνατόν και σε κάθε περίπτωση εντός προθεσμίας δεκαπέντε ημερών από τη λήψη του εν λόγω αιτήματος, τα χαρακτηριστικά και τα σχετικά πλεονεκτήματα της επιλεγείσας προσφοράς, το καταβληθέν τίμημα ή την αξία της σύμβασης καθώς και το όνομα του αναδόχου (3). Η εν λόγω γνωστοποίηση της αιτιολόγησης σε δύο στάδια δεν αντιβαίνει στον σκοπό της υποχρέωσης αιτιολογήσεως, ο οποίος συνίσταται στην παροχή της δυνατότητας, αφενός, στους ενδιαφερομένους να γνωρίζουν τους λόγους για τους οποίους ελήφθη το μέτρο, για να είναι σε θέση να ασκήσουν τα δικαιώματά τους και, αφετέρου, στον δικαστή της Ένωσης να ασκεί τον δικαστικό έλεγχο.

Δεύτερον, όσον αφορά το περιεχόμενο της υποχρέωσης αιτιολογήσεως την οποία υπέχει η αναθέτουσα αρχή όταν κρίνει ότι η επιλεγείσα προσφορά δεν φαίνεται ασυνήθιστα χαμηλή, το Γενικό Δικαστήριο υπενθυμίζει, πρώτον, ότι η εκτίμηση της ύπαρξης ασυνήθιστα χαμηλών προσφορών πραγματοποιείται σε δύο στάδια. Σε πρώτο στάδιο, η αναθέτουσα αρχή εκτιμά εάν η τιμή ή τα κόστη που προτείνονται στο πλαίσιο της προσφοράς φαίνονται ασυνήθιστα χαμηλά (4). Συνεπώς, πρέπει μόνο να καθορίσει εάν οι υποβληθείσες προσφορές περιλαμβάνουν ενδείξεις ικανές να δημιουργήσουν την υπόνοια ότι οι προσφορές αυτές θα μπορούσαν να είναι ασυνήθιστα χαμηλές. Αν οι υποβληθείσες προσφορές δεν φαίνονται ασυνήθιστα χαμηλές, η αναθέτουσα αρχή μπορεί να συνεχίσει την αξιολόγησή τους και τη διαδικασία ανάθεσης της συμβάσεως. Αντιθέτως, αν υφίστανται τέτοιες ενδείξεις, η αναθέτουσα αρχή οφείλει να προβεί, σε δεύτερο στάδιο, στον έλεγχο της σύνθεσης της προσφοράς προκειμένου να βεβαιωθεί ότι αυτή δεν είναι ασυνήθιστα χαμηλή. Στην περίπτωση αυτή, η αναθέτουσα αρχή υποχρεούται να παράσχει στον οικείο διαγωνιζόμενο τη δυνατότητα να εκθέσει τους λόγους για τους οποίους η προσφορά του δεν θα ήταν ασυνήθιστα χαμηλή. Στη συνέχεια, η αναθέτουσα αρχή οφείλει να εκτιμήσει τις παρασχεθείσες εξηγήσεις και να καθορίσει αν η επίμαχη προσφορά είναι ασυνήθιστα χαμηλή. Στην περίπτωση αυτή, υποχρεούται να την απορρίψει.

Τέλος, το Γενικό Δικαστήριο διαπιστώνει ότι η υποχρέωση αιτιολογήσεως που υπέχει η αναθέτουσα αρχή, όταν αυτή κρίνει ότι η επιλεγείσα προσφορά δεν φαίνεται ασυνήθιστα χαμηλή, έχει περιορισμένη έκταση. Τούτο εξηγείται ιδίως από το γεγονός ότι η αναθέτουσα αρχή προβαίνει, αρχικώς, μόνο σε μια εκ πρώτης όψεως εκτίμηση του κατά πόσον μια προσφορά είναι ασυνήθιστα χαμηλή. Πράγματι, το να υποχρεωθεί η ίδια να εκθέσει λεπτομερώς τους λόγους για τους οποίους μια προσφορά δεν φαίνεται ασυνήθιστα χαμηλή θα ισοδυναμούσε με το να μη ληφθεί υπόψη η διάκριση μεταξύ των δύο σταδίων της αναλύσεως. Ειδικότερα, όταν η αναθέτουσα αρχή επιλέγει ορισμένη προσφορά, δεν είναι υποχρεωμένη να αναφέρει ρητώς, απαντώντας σε οποιοδήποτε αίτημα αιτιολογήσεως (5), τους λόγους για τους οποίους η επιλεγείσα προσφορά δεν της φάνηκε ασυνήθιστα χαμηλή. Συγκεκριμένα, από το γεγονός ότι επελέγη μια προσφορά προκύπτει εμμέσως πλην σαφώς ότι η αναθέτουσα αρχή έκρινε ότι δεν υπήρχαν ενδείξεις για το ότι η προσφορά αυτή ήταν ασυνήθιστα χαμηλή. Αντιθέτως, οι λόγοι αυτοί πρέπει να γνωστοποιούνται στον απορριφθέντα διαγωνιζόμενο που υποβάλλει το σχετικό ρητό αίτημα, εφόσον η σχετική αιτιολογία τον ενημερώνει για μια σημαντική πτυχή των χαρακτηριστικών και των σχετικών πλεονεκτημάτων της επιλεγείσας προσφοράς. Εξάλλου, δεν αρκεί η αναθέτουσα αρχή να περιοριστεί σε μια απλή διαπίστωση ότι η επιλεγείσα στο πλαίσιο της διαδικασίας αναθέσεως προσφορά δεν είναι ασυνήθιστα χαμηλή ούτε να περιοριστεί στην επισήμανση ότι δεν συνέτρεχε τέτοια περίπτωση.

Τέλος, το Γενικό Δικαστήριο διευκρινίζει ότι, όταν, αφενός, υπάρχει σημαντική απόκλιση μεταξύ της τιμής της προσφοράς του απορριφθέντος διαγωνιζομένου και της τιμής του αναδόχου, οι οποίοι αποτελούν τους μόνους προσφέροντες, και, αφετέρου, η τιμή της απορριφθείσας προσφοράς είναι το μόνο μέτρο σύγκρισης για την απόδειξη ύπαρξης ενδείξεως ότι η επιλεγείσα προσφορά μπορεί να θεωρηθεί ασυνήθιστα χαμηλή, η αναθέτουσα αρχή οφείλει να παράσχει, στον απορριφθέντα διαγωνιζόμενο που υποβάλλει το αίτημα, τις πληροφορίες που του παρέχουν τη δυνατότητα να έχει στη διάθεσή του επαρκή στοιχεία ώστε να γνωρίζει τους λόγους για τους οποίους η επιλεγείσα προσφορά δεν φαινόταν ασυνήθιστα χαμηλή και να αμφισβητήσει ενδεχομένως το βάσιμο της εκτιμήσεως αυτής.


1      Η παρτίδα A, με τίτλο «Υπηρεσίες εξέλιξης για την πλατφόρμα CCN/CSI» και η παρτίδα Β, με τίτλο «Υπηρεσίες εξέλιξης για τις πλατφόρμες SPEED 2(ng), CDCO/TSOAP και SSV».


2      Άρθρο 170 του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) 2018/1046 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Ιουλίου 2018, σχετικά με τους δημοσιονομικούς κανόνες που εφαρμόζονται στον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης, την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΕ) αριθ. 1296/2013, (ΕΕ) αριθ. 1301/2013, (ΕΕ) αριθ. 1303/2013, (ΕΕ) αριθ. 1304/2013, (ΕΕ) αριθ. 1309/2013, (ΕΕ) αριθ. 1316/2013, (ΕΕ) αριθ. 223/2014, (ΕΕ) αριθ. 283/2014 και της απόφασης αριθ. 541/2014/ΕΕ και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 (ΕΕ 2018, L 193, σ. 1, στο εξής: δημοσιονομικός κανονισμός), και σημείο 31 του παραρτήματος I του εν λόγω κανονισμού.


3      Άρθρο 170, παράγραφος 3, του δημοσιονομικού κανονισμού και σημείο 31.2 του παραρτήματος I του ίδιου κανονισμού.


4      Σημείο 23.1 του παραρτήματος I του δημοσιονομικού κανονισμού.


5      Το αίτημα αιτιολογήσεως υποβάλλεται σύμφωνα με το άρθρο 170, παράγραφος 3, του δημοσιονομικού κανονισμού.